Ο Υλισμός: (λατ. Materialismus)
είναι θεωρία οντολογική, όχι γνωσιολογική. Εξετάζει την ουσία των
πραγμάτων και όχι τα θεμέλια της γνώσεως και της κατανοήσεως του
κόσμου.
Ο Υλισμός αποτελεί σύστημα καθαρά φιλοσοφικό.
Δέχεται ότι την ουσία και τη βάση όλων των όντων και φαινομένων
αποτελεί η ύλη. Τα πνευματικά φαινόμενα, κατά την υλική φιλοσοφία,
δεν είναι παρά ανώτερης μορφής ιδιότητες και εκδηλώσεις της ύλης. Η
νόηση είναι «επιφαινόμενο» της ύλης είναι δε η ύλη
το μόνο που υφίσταται στο Σύμπαν. Οι χημικές μεταβολές που γίνονται
στον εγκέφαλο, κάνουν να εκπορευτεί από αυτόν μία εκροή που την
έχουμε ονομάσει «συνείδηση». Η συνείδηση εκμηδενίζεται μόλις πάψει
να λειτουργεί ο εγκέφαλος. Η ύπαρξη αιώνιας ψυχής είναι απαράδεκτη.
Η ύλη είναι αιώνια και άναρχη. Είναι αιτία του εαυτού της. Ενώ η
χριστιανική σκέψη, ως αιτία εαυτού (causa sui) δεν μπορεί να δεχθεί
παρά μόνο τον Θεό.
Τον Υλισμό μπορούμε να τον αντικρίσουμε κατά δύο τρόπους:
Μηχανικός Υλισμός και Διαλεκτικός Υλισμός.
Ο πρώτος, ο Μηχανικός, έχει στατική μορφή. Αυτός δέχεται, ότι όλα τα
φαινόμενα (φυσικά, βιολογικά, ψυχικά) είναι απλώς αποτελέσματα των
μορίων της ύλης που κινούνται και αλληλεπιδρούν. Μία τόσο μεγάλη
απλοποίηση των πραγμάτων δεν πέτυχε να βρει επαρκείς αιτιολογίες στη
γενικότερη θεώρηση του Κόσμου.
Μία πιο εξελιγμένη μορφή του Υλισμού είναι ο Διαλεκτικός Υλισμός.
Κατ' αυτόν η Σκέψη δεν είναι παρά ένα απλό υλικό γεγονός,
που παρήχθηκε από ποιοτικό άλμα, καθώς αναπτύσσονταν οι ευνοϊκές
προϋποθέσεις. Η ύλη, κατά τους θιασώτες της θεωρίας αυτής,
εμπεριέχει μία πορεία εξελικτική, που φέρνει τη Φύση σε όλο και νέες
μορφές και καταστάσεις. Σημαντική αρχή της σχολής αυτής είναι, ότι η
ύλη εγκλείει εσωτερικές αντιθέσεις, οι οποίες βρίσκονται σε συνεχή
πάλη μεταξύ τους, συγκρούονται, αναιρούνται, φθάνουν σε νέες μορφές
συγκρούσεως, έως ότου καταλήξουν σε μία σύνθεση, σε μία νέα ενότητα.
Και η διαδικασία αυτή επαναλαμβάνεται. Έτσι, όλη η ποικιλία των
φαινομένων προέρχεται από την διαλεκτική πάλη των εσωτερικών
αντιθέσεων της ύλης.
Μερικοί έχουν μιλήσει για «Μάχη της επιστήμης εναντίον της
Θρησκείας». Πολλοί τοποθετούν την Κοσμολογία στο ψευδοπρόβλημα, θα
λέγαμε, που θέτει ο_Φρειδερίκoς Engels όπου προβάλλει το ερώτημα: «ο
κόσμος δημιουργήθηκε από κάποιον Θεό ή υπήρχε αιωνίως;», θεωρώντας,
ότι, ανάλογα με την απάντηση που θα δώσει κανείς, κατατάσσεται στο
ιδεαλιστικό ή στο ματεριαλιστικό στρατόπεδο. Όμως, τέτοια τοποθέτηση
του ζητήματος, δεν είναι λυδία λίθος για την φιλοσοφική τοποθέτηση
του ερευνητή. Και, συγκεκριμένα, ένας άπιστος θα μπορούσε ν'
απαντήσει:
«ο κόσμος, είτε εμφανίστηκε κάποια στιγμή μέσα στην (αιωνιότητα,
κατά τρόπον που διαφεύγει από τις σημερινές γνώσεις του ανθρώπου,
είτε υπήρχε αιώνια (δηλ. δεν ενοείται Χρόνος χωρίς την ύπαρξη του
Κόσμου). Και στις δύο περιπτώσεις όμως δεν υπεισήλθε κανένας
εξωκόσμιος παράγων, γιατί η αιτία του Κόσμου υπάρχει μέσα στον ίδιο
τον Κόσμο».
Ο πιστός πάλι θα μπορούσε να δώσει την απάντηση: «ο Θεός είναι που
δημιούργησε τον Κόσμο σε κάποια στιγμή της αιωνιότητας. Αν δεν
υπάρχει ο Κόσμος αιώνια, τότε μαζί με τον Χρόνο δημιούργησε τον
Κόσμο ο Θεός»
Την ιδέα της ενότητας του χρόνου με την ύλη την βλέπουμε από πολύ
παλιά, στον ιερό Αυγουστίνο (Ε' αι.): «Non in
tempore, sed cum temporem finxit Deus Mundum».
Πού στηρίζεται ο Υλισμός
Ο Υλισμός δεν είναι επιστημονικό συμπέρασμα, που
προκύπτει άμεσα και αναντίρρητα από την παρατήρηση του εξωτερικού
κόσμου. Αν αυτό συνέβαινε, δεν θα τον αμφισβητούσε κανείς.
Εξακολουθεί πάντα να βρίσκεται στο χώρο της θεωρίας. Η θεωρία δεν
είναι κάτι το αντικειμενικά παραδεκτό, αλλά εφεύρημα του ανθρώπινου
νου με μια συγκεκριμένη αποστολή: Να ερμηνεύει τα παρατηρούμενα
γεγονότα. Ο Υλισμός όμως είναι θεωρία φιλοσοφική, που ζητάει την
εξήγηση όχι περιορισμένων φαινομένων, αλλά της βαθύτατης υποστάσεως
του Σύμπαντος. Έτσι, εκφεύγει από τον χώρο της αμέσου αντιλήψεως και
πλησιάζει τις απόλυτες έννοιες, όπου απαιτείται ολόκληρη η νοητική
ικανότητα του ανθρώπου, η οποία περιλαμβάνει και την υπερβατική
σκέψη.
Έτσι, η παραδοχή ή η μη παραδοχή του Υλισμού δεν είναι ζήτημα καθαρά
λογικό. Τούτο ανήκει στη Μεταφυσική και όχι στη Φυσική. Δια των
φυσικών επιστημών δεν αποδεικνύεται ούτε η ύπαρξη του Θεού ούτε η
Αθεΐα. Η λογική όμως μπορεί να επεξεργάζεται τις έννοιες αυτές.
Ο Υλισμός εκλαμβάνει την ύλη, όπως είπαμε, σαν αιτία
του εαυτού της. Έτσι όμως δεν ερμηνεύεται η ύπαρξη των νόμων στους
οποίους αυτή υποτάσσεται. Αλλά τότε δικαιούμαστε να σκεφθούμε, ότι
δεν είναι η ύλη δημιουργός, και ότι έξω από αυτήν θα πρέπει ν'
αναζητήσουμε την δημιουργική αιτία. Έτσι όμως η υπερβατική νόηση του
ανθρώπου ανοίγει, για να δεχθεί την υπερβατική αποκάλυψη. Τότε η
παρουσία του Δημιουργού – Θεού γίνεται εναργής στην ανθρώπινη
συνείδηση. Τότε μπορούμε να συλλάβουμε την Πρόνοια και τη Σοφία Του,
και να κατανοούμε την Αγαθοσύνη Του και τις αιώνιες προθέσεις Του (Α΄
Κορινθίους 2/14): «ο φυσικός άνθρωπος (ψυχικός) δεν δέχεται όσα
προέρχονται από το Πνεύμα του Θεού, διότι γι' αυτόν είναι μωρία, δεν
μπορεί να τα καταλάβει, διότι πρέπει να εξετασθούν πνευματικώς».
Η σύγχρoνη Επιστήμη συμβαδίζει με τον
Υλισμό;
Είπαμε ότι ο Υλισμός δεν μπορεί ν' αποδειχθεί με
τις φυσικές επιστήμες. Αυτές εξετάζουν τον υλικό κόσμο. Τα
πνευματικά πράγματα πνευματικώς κρίνονται «εν πάση σοφία και συνέσει
πνευματική» (Κολοσσαείς 1/9). Τα προβλήματα από τον Υλισμό, όπως
ανυπαρξία ψυχής αιωνίου, η άρνηση του Θεού και του Υπερπέραν, καθώς
και των σχετικών πραγματικοτήτων, δεν μπορούν ν' απαιτήσουν την
παραδοχή τους. Ο ειδικός κλάδος ερεύνης, η Απολογητική, έχει πολλά
να μας πει πάνω σ' αυτό το θέμα.
Στην επιστημονική έρευνα υπάρχει ένας όρος απαράβατος: Για να
προσφύγουμε σε μία θεωρία, πρέπει αυτή να είναι απαραίτητη προς
εξήγηση κάποιου φαινομένου, πράγμα που για τον Υλισμό δεν μπορούμε
να πούμε ότι υφίσταται.
Οι Άγιες Γραφές
Σύμφωνα με όσα είπαμε για την παραδοχή ή απόρριψη
του Θεού, απαιτείται άσκηση Πίστεως. Για την Χριστιανική συνείδηση
το αντικείμενο της πίστεως βρίσκεται στις Ιερές Γραφές. Η δημιουργός
θέληση που μας έφερε στην ύπαρξη, ευνόητο είναι να χορηγεί και την
αποκάλυψη τόσο της θείας προσωπικότητας όσο και των σχεδίων της.
Έτσι, η αξιοπιστία της Βίβλου και η θεοπνευστία της δεν τίθενται υπό
αμφισβήτηση, αποτελούν, για μας, αξίωμα, δηλαδή πρόταση αμέσως και
εξ αρχής εναργή, η οποία λαμβάνεται σαν βάση αποδείξεως ή αρνήσεως
άλλων προτάσεων. Η αλήθεια της Βίβλου είναι εσωτερική, αποκαλυπτική,
γι' αυτό ο Κύριος απευθύνεται σε όποιον έχει «ώτα ακούειν». Και
αυτός, ο αψευδής Λόγος του Θεού, μας λέει: «Εν αρχή ην ο Λόγος...
Πάντα δι' αυτού εγένετο». Διδασκόμαστε λοιπόν, βιβλικώς, και το
δεχόμαστε δια πίστεως, ότι η αρχή του κόσμου είναι πνευματική και
όχι Υλική, όπως και ο υλιστής δια πίστεως δέχεται σαν πρωταρχική και
μοναδική ουσία του κόσμου την ύλη.
«Πίστει νοούμεν καταρτίσθαι τους αιώνας ρήματι Θεού, εις το μη εκ
φαινομένων τα βλεπόμενα γεγονέναι» (Εβραίους 11/3).
Η ισοδυναμία και αλληλομετατροπή ύλης και ενεργείας κατά τίποτε δεν
θίγει τον Υλισμό. Αν πούμε, ότι, σε τελευταία ανάλυση η ύλη δεν
είναι παρά ενέργεια, είναι το ίδιο, αν πούμε, ότι η ενέργεια σε
τελευταία ανάλυση δεν είναι παρά ύλη.
Η παραδοχή ή μη του Υλισμού εξαρτάται, βασικά, από όσα ήδη είπαμε
και όχι από την ισοδυναμία ύλης και ενεργείας. Είναι ζήτημα
πνευματικό, και πνευματικά αντιμετωπίζεται.
Ο Θεός δεν επιβάλλεται στην ανθρώπινη συνείδηση, δεν είναι σαν ένας
λαμπτήρας ηλεκτρικός, που κανείς δεν μπορεί ν' αρνηθεί την ύπαρξή
του' αφήνει έναν χώρο θελήσεως και αγάπης για να συνδεθούμε μαζί
Του. Ο Θεός ούτε αποδεικνύεται ούτε αναιρείται.
Διαθέτουμε όμως σπουδαία επιχειρήματα, που καθοδηγούν τη σκέψη να μη
ικανοποιηθεί στον Υλισμό, αλλά να ξανοιχθεί προς τις πνευματικές
αλήθειες.
Επιχειρήματα
Το να δεχθεί κανείς ότι η ουσία του Κόσμου είναι
υλική, και ότι ο Θεός απουσιάζει από το Σύμπαν ολοκληρωτικά, φέρνει
αμέσως τον άνθρωπο σε νοητικό και ψυχικό αδιέξοδο, επειδή και όταν
κάποιος αρνείται όλα αυτά, στα εσώτερα της υπάρξεώς του, εδράζεται
μια ώθηση προς αναζήτηση του αιωνίου, καθώς και ενδιαφέρον για το
μέλλον του μέσα στην αιωνιότητα.
Οι πραγματικές αποδείξεις περί υπάρξεως του Θεού είναι
αποκαλυπτικές. Όμως «δεν άφησε εαυτόν αμαρτύρητον» και μπορούμε να
τον πλησιάσουμε συλλογιστικά (Πράξεις 14/17).
Το επιχείρημα της Αιτιότητας
Έχουμε συνείδηση της υπάρξεώς μας, καθώς και της
υπάρξεως του υλικού αντικειμενικού κόσμου. Ακόμη έχουμε την αντίληψη
ότι αποτελούμε προσωπικότητα. Αλλά η προσωπικότητα, η σκέψη, η
βούληση δεν είναι ιδιότητες της ύλης. Χρειάζεται κάποιο αίτιο που να
διαθέτει τις ιδιότητες αυτές, και τούτο το αίτιο δεν θα πρέπει να
είναι η ίδια η ύλη.
Ολόκληρη η Δημιουργία απαιτεί αναζήτηση της αποχρώσης αιτίας, που
δεν μπορούμε να πούμε ότι ενυπάρχει στην ύλη. Η αναζήτηση της αιτίας
του κόσμου, της ζωής, της νοήσεως άγει προς την παραδοχή, ότι η
υλοκρατία δεν είναι επαρκής εξήγηση του κόσμου.
Το επιχείρημα της Ηθικής
Αν εντοπίσουμε την παρατήρησή μας στον άνθρωπο,
βλέπουμε ότι δεν έχει μόνο ορέξεις και πάθη, αλλά διαθέτει και
αντίληψη για το δίκαιο και το άδικο, για το σωστό και το λανθασμένο.
Η ηθική φύση του ανθρώπου δεν μπορεί να θεωρηθεί σαν προϊόν της
ύλης, η οποία ομολογουμένως δεν διαθέτει τέτοιες ιδιότητες.
Επιχείρημα της Βουλήσεως
Όπως η Ηθική, το ίδιο και η Βούληση, είναι μια
θεμελιώδης ψυχική δύναμη. Άλλη μια ιδιότητα που δεν την βλέπουμε
στον υλικό κόσμο. Μερικοί επιστήμονες νόμισαν ότι και η ύλη του
μικροκόσμου (μοριακά και ατομικά φαινόμενα) δείχνει πρωτοβουλία
κινήσεως να υπάρχει και στα υλικά σωματίδια. Αυτά όμως δεν μπορούν
να γίνουν δεκτά, και εκφεύγουν από την εμπειρία. (Πιθανότητα).
Επιχείρημα της Ωραιότητος
Σε πολλές περιπτώσεις μέσα στη Φύση, παρατηρούμε
την ιδέα της Ωραιότητος.
Ο άνθρωπος αναζητάει το ωραίο αναπτύσσοντας τέχνες καλές. Με τη
μουσική υμνεί τον Κύριο ή ό,τι άλλο. Το ίδιο και με την τέχνη τού
λόγου ή τη ζωγραφική. Εδώ είναι κάτι παραπάνω από την ύλη.
Αλλά και στα λουλούδια, στα πουλιά, στα ηλιοβασιλέματα, στον ουράνιο
θόλο, στις νύχτες, στις ημέρες, βλέπουμε να εκδηλώνεται η ωραιότης.
Επιχείρημα του Σχεδιασμού
Γι' αυτό μαρτυράει όλη η Φύση. Η σοφία του Θεού
είναι παντού εκκεχυμένη. Η απόσταση της Γης από τον Ήλιο, οι
κινήσεις της που εξασφαλίζουν τη ζωή. Οι συνθήκες για την επιβίωση
των ζώων και των φυτών δεν δικαιολογούνται από τυχαία συμβάντα
(κύκλος Αζώτου, κύκλος Ύδατος, κύκλος Άνθρακος, μεταναστεύσεις
πτηνών, βίος μελισσών κ.ά.π.).
Και τέλος έχουμε τον μεγάλο Σχεδιασμό της Σωτηρίας, της οποίας την
κατανόηση αποκτά όποιος την ποθήσει και την πειραματισθεί. «Γεύθητε
και ιδέτε, ότι αγαθός ο Κύριος» (Ψαλμός 34/8).
Και ο απόστολος Πέτρος, στη 2η Επιστολή του, μας λέει: «Γεύσασθε,
ότι χρηστός ο Κύριος».
Ιστορικός Υλισμός
Ο Ιστορικός Υλισμός υπεισήλθε στο θέμα μας, σαν
επέκταση της εννοίας του υλισμού ως αντικειμένου οντολογικής ερεύνης.
Τούτο επειδή οι υλιστικές περί Φύσεως αντιλήψεις ωθήθηκαν να
εξηγήσουν και την Ιστορία βάσει του υλικού, δηλ. του οικονομικού
παράγοντα.
Γενικά, οι ιστορικές θεωρίες εξετάζουν τον σύνδεσμο των γεγονότων
και τον βαθμό που στη διαμόρφωσή τους δρουν οι διάφοροι συντελεστές,
Από τα παλιά οι στοχαστές είχαν διείδει ότι η Ιστορία είναι
επιδεκτική εξηγήσεως, δεν ήταν όμως τότε εφικτό να διατυπωθούν
θεωρίες. Τη βούληση όμως του θείου συχνά την διαπίστωναν. Αλλά ο
Θεός έχει θέσει τάξη στον κόσμο, και έχει χορηγήσει στον άνθρωποι
διάθεση ερεύνης που αναζητάει την τάξη αυτή, δηλ. αναζητάει τους
νόμους. Πολλοί δούλεψαν σ' αυτόν τον τομέα, και στην Ιστορία,
επιδιώκοντας ν' ανιχνεύσουν τους νόμους της. Αλλά και εδώ συνέβη,
ό,τι και με τις φυσικές επιστήμες άλλοι μπορούν να δουν τον Νομοθέτη
και άλλοι να τον αγνοήσουν.
Σαν ξεκίνημα για την φιλοσοφία της Ιστορίας μπορούμε να δεχθούμε τις
εργασίες του Ιωάννη Βαπτιστή Vico που θέτει τη
θεωρία της ανακυκλώσεως των ιστορικών φαινομένων.
Έπειτα έχουμε τον Carlyle, που υποστηρίζει ότι μόνο
οι ισχυρές προσωπικότητες είναι συντελεστικοί παράγοντες της
Ιστορίας, ο δε πολύς λαός είναι θεατής ή από ανάγκη συνεργός των
ηρώων. Και αμέσως μετά προβάλλεται η θεωρία του Ιστορικού Υλισμού
από τον Κάρολο Marx.
Όπως λίγο πριν αναφέραμε, ο Ιστορικός Υλισμός κινείται, βασικά, σε
άλλον χώρο από τον οντολογικό Υλισμό, τον αναφερόμενο στην υφή του
Κόσμου, αλλά συνδέεται με αυτόν ως προς τη μεγάλη σημασία που δίνει
στην ύλη, δηλ. στις υλικές ανάγκες του ανθρώπου.
Βεβαίως, η θεωρία αυτή καμία αναφορά δεν κάνει στον Θεό, αυτό δε
οφείλεται στο ότι ο ιδρυτής της, σαν υλιστής φιλόσοφος, επιδιώκει
την ερμηνεία των ιστορικών φαινομένων συστηματικά πέρα από κάθε
μεταφυσική σκέψη. Κατά τον Ιστορικό Υλισμό, εκείνο που τελικά
αποφασίζει για τις τύχες των ανθρώπων είναι η ανάπτυξη των
παραγωγικών μέσων. Δηλ. οι κοινωνίες οργανώνονται κατά τρόπο που
συμβιβάζεται προς τις οικονομικές τους ανάγκες και προς τα μέσα της
παραγωγής. Όταν όμως, με τη βελτίωση των μέσων παραγωγής πάψει να
υφίσταται η προηγούμενη σχέση, επέρχεται ανατροπή και αφού περάσει
ένα χρονικό διάστημα αναστατώσεων και προσωρινών συμβιβασμών, η
κοινωνία οργανώνεται σύμφωνα με τις νέες ανάγκες της που αναλογούν
προς τα νέα μέσα της.
Βέβαια, κανείς δεν μπορεί ν' αμφισβητήσει την τεράστια σημασία του
οικονομικού παράγοντα και συνεπώς πρέπει ν' αναγνωρίσουμε, ότι και η
θεωρία αυτή έφερε χρήσιμες σκέψεις στην έρευνα. Όμως, αν την πάρει
κανείς απόλυτα, έχει την αδυναμία που έχουν όλα τα άκαμπτα
συστήματα. Ενώ ο Carlyle υπερτιμά τον ατομικό
παράγοντα, έτσι και ο Κ. Μαρξ υπερτιμά τον
οικονομικό, δηλ. τον υλικό παράγοντα. Δεν είναι όμως δυνατόν να
παραδεχθούμε, ότι ο άνθρωπος είναι απλό ασυνείδητο όργανο των υλικών
αναγκών του, και κατά συνέπεια η θεωρία του Ιστορικού Υλισμού δεν
επιτυγχάνει να ερμηνεύσει το σύνολο των ιστορικών φαινομένων, του
παρελθόντος, του παρόντος και του μέλλοντος. Δεν δικαιούμαστε να
υποτιμήσουμε την επίδραση που έχουν οι άλλοι παράγοντες στις
ενέργειες των λαών. Τέτοιοι παράγοντες είναι ψυχολογικοί,
παραδοσιακοί, ιστορικών περιπετειών, ιδιάζοντα χαρακτηριστικά των
εθνών κ.ά. που επιδρούν στη λήψη αποφάσεων.
Εδώ δεν μπορούμε να μπούμε βαθύτερα στη διευκρίνηση των ιστορικών
φαινομένων. Πρέπει να δώσουμε την πρέπουσα θέση σε κάθε θεωρητική
αντίληψη και να εκτιμήσουμε το δυσχερέστατο έργο του ιστορικού
επιστήμονα που καλείται να εισδύσει στα αίτια που δημιούργησαν τις
ιστορικές καταστάσεις. Γι' αυτό και είπαν, ότι η ερμηνευτική της
Ιστορίας, από μερικές απόψεις, είναι η Προφητεία περί του
Παρελθόντος.
Όταν όμως ως αιτία όλων των φαινομένων, άρα και των ιστορικών, και
ως ύψιστο ρυθμιστή των τυχών του ανθρωπίνου γένους, δεχθούμε τον
Θεό, τότε ο όρος «Προφητεία», που ποιητικά χρησιμοποιήθηκε για την
ανίχνευση του παρελθόντος, αποκτά έννοια κυριολεκτική και για τα
μέλλοντα.
Η Αγία Γραφή, μέσα στα τόσα αξιοθαύμαστα που περιέχει, αποκαλύπτει
και τα σχέδια του Θεού για την πορεία της ανθρωπότητας. Το προφητικό
στοιχείο είναι πλουσιότατο τόσο στην Παλαιά Διαθήκη όπου σειρά
προφητών προαναγγέλλει γεγονότα που εξυπηρετούν τα αιώνια σχέδια του
Δημιουργού, όσο και στην Καινή Διαθήκη, όπου κατά τρόπο συνταρακτικό
περιγράφονται τα όσα ο Θεός έχει σχεδιάσει για το μέλλον, μέχρι των
εσχάτων ημερών του Κόσμου τούτου.
Οι ιστορικές θεωρίες μπορεί να είναι καλύτερες ή χειρότερες για την
κατάταξη και εξήγηση των ιστορικών γεγονότων, αλλά αυτή η Ιστορία
είναι η Ιστορία της μπρος σελίδας του βιβλίου, δια πίστεως όμως
μπορεί να μελετάται και η άλλη, η πίσω σελίδα, η αόρατη, που
φανερώνει τις βουλές του Θεού, ώστε η Προφητεία ν' αποτελεί.
παράγοντα της ιστορικής έρευνας.
Αλλά, ας επανέλθουμε στον Υλισμό, σαν διδασκαλία που αντιμετωπίζει
την ουσία του κόσμου. Τα ανθρώπινα επιχειρήματα δικαιολογούν την
παραδοχή της πνευματικής υφής και αιτίας του Κόσμου. Όμως η λύση του
αιτήματος είναι μεταφυσική. Η παρουσία του Θεού μπορεί να μη
επιβάλλεται, αλλά, όταν γίνει δεκτή, τότε ακατάπαυστα προβάλλει στη
συνείδηση.
Δεν πρέπει να περνάει μπροστά μας το πανόραμα της Φύσεως, που συχνά
μάλιστα μας γεννά πολύν θαυμασμό, χωρίς να βλέπουμε σ' αυτό Εκείνον
για τον Οποίο ο Ψαλμωδός λέει: «Πόσον
μεγάλα είναι τα έργα σου, Κύριε, τα πάντα εν σοφία εποίησας η γη
είναι πλήρης των ποιημάτων σου. αύτη η θάλασσα η μεγάλη και ευρύχωρο
ς εκεί είναι ερπετά αναρίθμητα, ζώα μικρά μετά μεγάλων... Πάντα
ταύτα επί σε ελπίζουσιν» (Ψαλμός 104/25, 27).
Η ύλη, μόνη της, δεν διαθέτει τις δυνατότητες του πνεύματος και δεν
μπορεί να είναι του πνεύματος η αιτία. Μία μηχανή μπορεί να κάνει σε
ένα λεπτό της ώρας αριθμητικές πράξεις, που μόνοι μας θα
χρειαζόμαστε ένα χρόνο. Όμως, όλα αυτά γίνονται κάτω από τις οδηγίες
του πνεύματος που οργάνωσε τη λειτουργία της. Αλλά, όση δύναμη και
αν έχει η Επιστήμη, δεν φαίνεται ότι θα φθάσει σε θέση που να φέρνει
αδιαφιλονίκητη απόδειξη, ως προς την ύπαρξη της πνευματικής αρχής
του Σύμπαντος δηλ. του Θεού. Αυτός φανερώνεται σε εκείνους που
εκζητούν την παρουσία Του.
Ο Θεός δεν μπορεί να κατανοηθεί αλλά να γνωρισθεί, δηλ. να
γίνει αποδεκτός, όπως ο ίδιος προσφέρεται, πέραν από τη λογική, με
την πίστη.
Θα τελειώσουμε με τη γνωστή διαπίστωση του διάσημου αστρονόμου James
Jeans: «Σήμερα υπάρχει ένα μεγάλο ποσοστό συμφωνίας, που στη φυσική
πλευρά της επιστήμης, πλησιάζει σχεδόν την ομοφωνία, ότι το ρεύμα
της γνώσεως κατευθύνεται προς μία μη μηχανική πραγματικότητα, το
Σύμπαν αρχίζει να μοιάζει περισσότερο προς μία μεγάλη σκέψη παρά με
μία μεγάλη μηχανή. Ο νους δεν φαίνεται πια σαν ένας τυχαίος
παρείσακτος στο βασίλειο της ύλης αρχίζουμε να υποπτευόμαστε, ότι θα
έπρεπε μάλλον να τον χαρακτηρίσουμε σαν τον δημιουργό και τον
κυβερνήτη του βασιλείου της ύλης».
|