Επιστροφή στην Κεντρική σελίδα Ανατολικές Θρησκείες Επιλογές

 Το σύστημα Γκουρτζίεφ (Gurdjieff) ή "Η Τέταρτη Οδός"

Σύγχρονος Γνωστικισμός

Η Σχολή Γκουρτζίεφ

 

Θεόδωρος Ι. Ζιάκας

 

26.10.2007

 

Η σχολή Γκουρτζίεφ, που εμφανίστηκε τον 20ο αιώνα, είναι μάλλον η «επιστημονικότερη» και «αριστοκρατικότερη» μέσα στο πολύχρωμο φάσμα του σύγχρονου γνωστικισμού.

Καθώς ενδιαφέρεται, πριν απ’ όλα, για τη διατήρηση της διδασκαλίας της σε ένα υψηλό επίπεδο κατανόησης, ώστε να μην αλλοιωθεί και εκφυλισθεί με την πάροδο του χρόνου, είναι αντίθετη στον προσηλυτισμό.

Οι δυσνόητες ιδέες της και η αναντιστοιχία απαιτητικότητας και πρακτικών αποτελεσμάτων, μάλλον απωθούν παρά ελκύουν. Ο homo hermetikus ζητά εντυπωσιακά αποτελέσματα δίχως καθόλου κόπο.

Ομάδες μελέτης του γκουρτζιεφικού γνωστικισμού υπάρχουν αρκετές στη Δύση. Στην Ελλάδα κινούνται γύρω από δύο κέντρα: το «Ίδρυμα Γκουρτζίεφ» και το «Ινστιτούτο Γκουρτζίεφ». Σχεδόν όλα τα έργα της σχολής έχουν μεταφραστεί.

 

1. Το ιστορικό της σχολής

Ο Γεώργιος Ιβάνοβιτς Γκουρτζίεφ γεννήθηκε το 1869, στην Αλεξανδρούπολη της επαρχίας Καρς της Αρμενίας, από πατέρα Έλληνα και μητέρα Αρμένισα. Φοίτησε στο ελληνικό σχολείο της γενέτειράς του και εν συνεχεία στο ρωσικό κολέγιο του Καρς, υπό την επιμέλεια του στρατιωτικού αρχιμανδρίτη Μπόρις, φίλου του πατέρα του.

Αντί να ακολουθήσει θρησκευτικές και επιστημονικές σπουδές και να γίνει παπάς και γιατρός, όπως θα ήθελε ο δάσκαλός του, αποφάσισε να αφιερώσει τη ζωή του στην αναζήτηση των εξηγήσεων στα μυστήρια που αφήνουν ανεξήγητα η θρησκεία και η επιστήμη: στην αναζήτηση τη Γνώσης με κεφαλαίο γάμα. Για την ανεύρεση της «ανώτερης» αυτής Γνώσης ίδρυσε το 1896 την διεπιστημονική ομάδα «Αναζητητές της Αλήθειας», από γιατρούς, αρχαιολόγους, γεωγράφους, μουσικούς κ.ά. Και εξαφανίστηκε, για πολλά χρόνια, σε ειδικές αποστολές στη Μέση Ανατολή, την Αίγυπτο, την κεντρική Ασία, την Ινδία, το Θιβέτ, την Άπω Ανατολή, την Ινδονησία, μέχρι και την Αυστραλία. Τι απ’ αυτά είναι αλήθεια και τι μύθος μόνο ο ίδιος το ξέρει.

Το 1912 εμφανίζεται ξαφνικά στη Μόσχα και αναγγέλλει την ίδρυση του Ινστιτούτου για την αρμονική ανάπτυξη του Ανθρώπου. Υποτίθεται ότι είχε βρει μια «πανάρχαια» Γνώση, την είχε κάνει «Σύστημα» και εργαζόταν για την εφαρμογή της στον σύγχρονο κόσμο. Υιοθετώντας το θεοσοφικό λεξιλόγιο, που ήταν του συρμού στους γνωστικούς κύκλους της εποχής, προσήλκυσε γύρω του έναν αριθμό σημαντικών Ρώσων διανοουμένων. Η προσπάθειά του έμεινε, ωστόσο, στα σκαριά. Η Σοβιετική Επανάσταση του 1917 τον υποχρέωσε να εγκαταλείψει τη Ρωσία. Μετέφερε για λίγο τη σχολή του στον Καύκασο. Και έπειτα στην Κωνσταντινούπολη. Αλλά ούτε εκεί ήταν ευνοϊκές οι συνθήκες. Έτσι κατέληξε στη Δύση.

Το 1922 εγκαθιστά το Ινστιτούτο του στη Γαλλία, στο Πριερέ, κοντά στο Φοντενεμπλώ. Εκεί, στην έδρα της σχολής, έθεσε σε δοκιμασία και προσπαθούσε να τελειοποιήσει, ένα ειδικό σύστημα αισθησιοκινητικών μεθόδων κατανόησης της Γνώσης, τις λεγόμενες «Κινήσεις». Παράλληλα μέσω δημοσίων διαλέξεων κοινοποιούσε προς τα έξω τη βασική ιδέα-σκοπό της σχολής του: την επεξεργασία μιας «επιστημονικής» μεθόδου για την «αρμονική ανάπτυξη του ανθρώπου». Η δουλειά του στο Πριερέ θα του δώσει τη δυνατότητα να ασκήσει επιρροή σε επιλεγμένους ανθρώπους στην Ευρώπη και στην Αμερική.

Από την εποχή των ομάδων της Μόσχας ο Γκουρτζίεφ απέφευγε τη γραπτή διατύπωση των ιδεών του, με το επιχείρημα ότι η κατανόηση είναι συνάρτηση του «είναι» κάθε ανθρώπου. Όταν μια ανώτερη διδασκαλία κοινοποιείται, μέσω ενός βιβλίου, στο δεδομένο υπανάπτυκτο «είναι» του σημερινού ανθρώπου, είναι καταδικασμένη να παρανοηθεί και να διαστρεβλωθεί. Τα Ευαγγέλια π.χ. είναι προσιτά σε όλο τον κόσμο. Το αποτέλεσμα όμως είναι μάλλον απογοητευτικό. Χωρίς τη βίωση της αλήθειας η κατανόησή της είναι αδύνατη. Και ακριβώς γι’ αυτό, έλεγε, είχε επεξεργαστεί τις Κινήσεις: ως μέσο για την πρόκληση του αναγκαίου βιώματος. Συνεπής στην «αντισυγγραφική» θέση του δεν επέτρεπε στους ακροατές των διαλέξεών του να κρατούν σημειώσεις. (Μερικοί βέβαια κατέγραφαν έπειτα ό,τι είχαν ακούσει.)

Μετά από ένα αυτοκινητιστικό δυστύχημα και για λόγους που αγνοούμε, ο Γκουρτζίεφ έκλεισε το Ινστιτούτο του και αφοσιώθηκε σ’ αυτό που πριν θεωρούσε μάταιο: τη γραπτή διατύπωση της διδασκαλίας του. Έγραψε τρία βιβλία: Τις Ιστορίες του Βεελζεβούλ στον εγγονό του. Τις Συναντήσεις με αξιοσημείωτους ανθρώπους. Και το ημιτελές Η ζωή δεν είναι πραγματική παρά μόνο όταν «Είμαι». Το 1935 σταμάτησε να γράφει. Για άγνωστους και πάλι λόγους.

Ωστόσο δεχόταν κόσμο στο διαμέρισμά του στο Παρίσι, όπου και έκανε διάσημες προπόσεις «εις υγείαν των ηλιθίων». Και εργαζόταν λένε εντατικά, για τη διαμόρφωση των ανθρώπων στους οποίους θα εμπιστευόταν το μέλλον της σχολής του. Θα πεθάνει το 1949 στο Νεϊγύ, ενώ ήταν έτοιμος για το τελευταίο μεγάλο ταξίδι του στην Αμερική.

Ο πιο προικισμένος μαθητής του Γκουρτζίεφ ήταν ο μαθηματικός Πέτρος Ντεμιάνοβιτς Ουσπένσκυ (1878-1947). Είχαν συναντηθεί το 1915 και συνεργάζονταν μέχρι την εγκατάστασή τους στη Δύση. Το βιβλίο του, Αναζητώντας τον κόσμο του θαυμαστού, αποσπάσματα μιας άγνωστης διδασκαλίας, θεωρείται η καλύτερη επιτομή του γκουρτζιεφικού συστήματος. Εκδόθηκε μετά τον θάνατο του Ουσπένσκυ και ενώ ζούσε ακόμη ο Γκουρτζίεφ, ο οποίος το βρήκε «απολύτως ικανοποιητικό». Πρόκειται για το βιβλίο που θα κάνει προσιτές τις ιδέες της σχολής στο ευρύτερο κοινό.

Αξίζει να σημειώσουμε ότι από την αρχή της εγκατάστασής τους στην Ευρώπη, οι δύο άνδρες δεν είχαν καμιά επικοινωνία. Ο Ουσπένσκυ εγκαταστάθηκε στην Αγγλία και κρατήθηκε επιμελώς σε απόσταση από τον δάσκαλό του. Άνοιξε δική του σχολή, έφτιαξε μαθητές και απέκτησε αυτοτελή φήμη, σε σημείο που να γίνεται λόγος για «Σχολή Γκουρτζίεφ-Ουσπένσκυ». Και όχι αδίκως, αν λάβουμε υπόψη ότι τα προηγούμενα έργα του, Tertium Organum και Ένα νέο πρότυπο του σύμπαντος (όπου βρίσκουμε και τη μοναδική ολοκληρωμένη θεωρητική διαπραγμάτευση της «αιώνιας επιστροφής»), τον είχαν καθιερώσει από τη δεκαετία του 1920, ως σοβαρό και πρωτότυπο γνωστικό φιλόσοφο.

Πολύ πριν γνωρίσει τον Γκουρτζίεφ, ο Ουσπένσκυ είχε μελετήσει τους «δρόμους του καλόγερου, του φακίρη και του γιόγκι». Είχε πειστεί ότι είχαν κάποια αποτελεσματικότητα, αλλά μέσα στο θρησκευτικό τους οικοσύστημα. Τους θεωρούσε εντελώς ακατάλληλους για τον δυτικό άνθρωπο. Ο ίδιος οραματιζόταν ένα «Σύστημα» βασισμένο στον λόγο και στο πείραμα, -δίχως καθόλου θρησκευτικά προαπαιτούμενα. Κι αυτό ακριβώς πίστεψε ότι βρήκε στον «Τέταρτο Δρόμο» του Γκουρτζίεφ: τον «δρόμο» που «συναιρούσε» τους τρεις παραδοσιακούς, υπερβαίνοντάς τους. Μιλά μάλιστα για «αποδείξεις», που είχε λάβει, εννοώντας ότι ο Γκουρτζίεφ κατείχε «δυνάμεις», σαν κι αυτές που αποδίδονται στους παραδοσιακούς δρόμους.

Τον προβλημάτιζαν, ωστόσο, οι ανεξήγητες πρακτικές επιλογές του δασκάλου του στην Ευρώπη. Διέβλεπε σ’ αυτές ανομολόγητα θρησκευτικά συμφραζόμενα. Είχε συνάμα την αίσθηση ότι ο Γκουρτζίεφ κοινοποιούσε «αποσπάσματα» μόνο από το «Σύστημα». Ότι έκρυβε βασικά σημεία του... Τελικώς η διαφορά τους, κι αυτό είναι που έχει σημασία, αφορούσε στον τρόπο εφαρμογής της γκουρτζιεφικής διδασκαλίας και όχι στη διδασκαλία καθ’ εαυτήν.

Στις τελευταίες στιγμές του ο μάλλον ευθύς και ειλικρινής αυτός άνθρωπος θα πει: «δεν υπάρχει Σύστημα». Θα συνειδητοποιήσει ότι ο κεντρικός στόχος της ζωής του ήταν μια χίμαιρα.

Αν ο δάσκαλος εστιαζόταν στο αισθησιοκινητικό σύστημα και ο καλύτερος μαθητής του στο διανοητικό, άλλοι θα δώσουν έμφαση στο συναισθηματικό. Ένας απ’ αυτούς, ο ιστορικός της ρωσικής μοναρχίας Μπόρις Μουραβιώφ, θα δώσει το πιο συστηματικό έργο της Σχολής με τίτλο: Γνώση, μελέτη και σχόλια στην εσωτερική παράδοση της ανατολικής Ορθοδοξίας. Ενώ στα έργα των Γκουρτζίεφ και Ουσπένσκυ γίνονται μόνο νύξεις για τις υποτιθέμενες χριστιανικές πηγές του συστήματος (ο πρώτος μιλά για «εσωτερικό χριστιανισμό», ενώ ο δεύτερος παραπέμπει στη Φιλοκαλία), στο έργο του Μουράβιεφ το «σύστημα» εκτίθεται ρητά ως «ορθόδοξος» χριστιανικός γνωστικισμός.

 

2. Η δική μου επαφή με το «σύστημα»

Το 1965-66 είχα πάρει τη «μεγάλη απόφαση» να αφιερωθώ στο ιδανικό της αταξικής κοινωνίας. Και καθώς δεν γίνεται «αλλαγή του κόσμου» χωρίς το «υποκείμενο της αλλαγής», είχα προσχωρήσει σε όσους υποστήριζαν, εκείνη την εποχή, ότι ήταν απαραίτητο να ξαναφτιαχτεί το επαναστατικό κόμμα της εργατικής τάξης. Εντάχθηκα, λοιπόν, στην προσπάθεια οικοδόμησης της «σωστής Οργάνωσης».

 

2.1 Το πρόβλημα

Η εμπειρία μου όμως απ' αυτή την προσπάθεια θα αποβεί αποκαρδιωτική. Ήταν μια κωμικοτραγική αποτυχία. Καταλήξαμε να κάνουμε ακριβώς το αντίθετο απ’ αυτό που επιδιώκαμε. Αναπαράγαμε καταφανώς τα ίδια συμπτώματα που καταγγέλλαμε: ασυνέπεια, υποκρισία, φιλαρχία, καιροσκοπισμό, αλληλοϋπονόμευση κ.λπ. Οι δικοί μας «σταλινίσκοι» δεν είχαν να ζηλέψουν τίποτε απ’ αυτούς που είχαμε απορρίψει. Πού να παίρναμε και την εξουσία…

Το ερώτημα ανέκυψε αμείλικτο: γιατί ένα συλλογικό υποκείμενο, το οποίο ξεκινά να καταργήσει την εκμετάλλευση και την κυριαρχία, είναι καταδικασμένο να τα αναπαράγει και μάλιστα από τα πρώτα του βήματα;

Με τον μακαρίτη τον Άρη Ζεπάτο κάναμε έναν απολογισμό της γενικότερης αυτής εμπειρίας του αριστερού κινήματος. Το συμπέρασμά του είχε τρία σημεία:

1.     Δεν μπορείς να «αλλάξεις τον κόσμο», αν δεν μπορείς να αλλάξεις ο ίδιος.

2.     Δεν είναι καθόλου εύκολο να αλλάξεις.

3.     Μια θεωρία για την αυτο-αλλαγή του υποκειμένου είναι πρωταρχική απαίτηση.

Η θεωρία μας, ο μαρξισμός, δεν είχε τίποτα να πει για το θέμα. Έπρεπε λοιπόν να ψάξουμε αλλού.

 

2.2 Η «ψυχολογία της δυνατής εξέλιξης του ανθρώπου».

Κατευθυνθήκαμε κατ’ αρχάς στην ψυχολογία, αρχίζοντας από τους φροϋδομαρξιστές και φτάνοντας στον Γιουγκ. Αυτός ο τελευταίος μιλούσε ρητά για την «εξατομίκευση» και τα προβλήματά της. Διαπιστώσαμε όμως ότι η μοντέρνα ψυχολογία, καθώς ασχολείται μόνο με τον ψυχικά άρρωστο, δεν έχει απάντηση.

Χρειαζόμασταν μια ψυχολογία, η οποία να ασχολείται με τον «υγιή» άνθρωπο. Αναζητώντας την φτάσαμε στη σχολή Γκουρτζίεφ, η οποία πρόσφερε ακριβώς ένα «σύστημα» αυτο-αλλαγής του συνηθισμένου-υγιούς ανθρώπου. Μια «ψυχολογία της δυνατής εξέλιξης του ανθρώπου». Ιδού μερικές από τις εντυπωσιακές ιδέες της:

1.     Η ιδέα ότι ο άνθρωπος είναι ένα ημιτελές ον, που πρέπει να ολοκληρωθεί με δικές του συνειδητές προσπάθειες.

2.     Η ιδέα ότι δεν μπορεί να αλλάξει, λόγω της μηχανικότητάς του, μιας ειδικής μορφής ύπνου, μέσα στην οποία αναλώνει τη ζωή του.

3.     Η ιδέα ότι έχουμε μέσα μας πολλά άσχετα μεταξύ τους εγώ, η χαοτική κίνηση των οποίων μας κάνει έρμαια της τύχης και της ανάγκης.

4.     Η διάκριση «ουσίας» και «προσωπικότητας» μέσα μας, όπου η δεύτερη αναπτύσσεται σε βάρος της πρώτης.

5.     Η διάκριση τριών ψυχικών κέντρων μέσα μας, -νοητικού, συναισθηματικού, κινητικού- τα οποία λειτουργούν μονόπλευρα και άναρχα.

6.     Η μεγάλη σημασία της αυτεπίγνωσης και της πάλης με τη δυαδική σκέψη, τη φαντασία και τα αρνητικά συναισθήματα, προκειμένου να έχουμε μια συνειδητή και ελεύθερη προσωπική εξέλιξη.

Η διαπραγμάτευση των ιδεών αυτών έπειθε ότι είχαν πίσω τους πλούσια επεξεργασμένη εμπειρία και όχι απλώς ευφυή διανοήματα.

Η ψυχολογία του γκουρτζιεφικού συστήματος κάλυπτε πλήρως τις απαιτήσεις μου. Είχα την αίσθηση ότι είναι η απάντηση στο πρόβλημα. Η κοσμολογία του όμως με πάγωσε ολοκληρωτικά.

Φοβούμενος ότι την παρανοώ, καθώς είναι ιδιαίτερα πολύπλοκη, της αφιέρωσα ενδελεχή μελέτη. Η μελέτη επιβεβαίωσε την αίσθησή μου. Η τόσο ελκυστική ψυχολογία του «συστήματος» ήταν εγγεγραμμένη σε μια απολύτως αναγκαιοκρατική κοσμολογία.

 

2.3 Η «κοσμολογία της δυνατής εξέλιξης του ανθρώπου».

Τα κοινωνικά προβλήματα υπερκαθορίζονται απόλυτα από εξωκοινωνικές επιδράσεις («κοσμικές», «πλανητικές» κ.τ.τ.). Δεν μπορούμε στο κοινωνικό πεδίο να διαρρήξουμε τα δεσμά της τύχης και της ανάγκης. Προσκρούουμε στον «Γενικό Νόμο». Συνεπώς: Το αίτημα της «αλλαγής του κόσμου» στερείται νοήματος.

Μόνο στο ατομικό πεδίο μπορούν να υπάρξουν συνειδητές αλλαγές, γιατί ισχύει εκεί ο «Νόμος της Εξαίρεσης». Σε συνάφεια όμως με τον «γενικό νόμο» τα όποια θετικά αποτελέσματα της «εργασίας πάνω στον εαυτό», δεν «κρυσταλλώνονται» στο επίπεδο των κοινωνικών μας σχέσεων, αλλά κάπου «έξω απ’ αυτό» (π.χ. στον «αστρικό» χώρο).

Εκεί όμως είναι αδύνατη η διυποκειμενική επαλήθευση των επιτευγμάτων. Ο «λιγότερο εξελιγμένος» δεν έχει κανένα εμπειρικό τρόπο να δει τι τον κάνει υποδεέστερο του καθοδηγητή του. Αποτέλεσμα: Η αναγκαία ιεράρχηση στο πλαίσιο της συλλογικής εργασίας (σχολής, οργάνωσης κλπ.) και κατά προέκταση στο επίπεδο των κοινωνικών σχέσεων, από αξιοκρατική γίνεται αναγκαστικά δεσποτική.

Συνεπώς: Αποθέωση του δεσποτισμού.

 

3. Τα ελληνικά αυτονόητα

Προβληματισμένος από το αδιέξοδο αυτό, αποφάσισα να ακολουθήσω τις παραπομπές του «συστήματος» στον χριστιανισμό.

Πήγα έτσι στους Έλληνες Πατέρες. Είδα να διαπραγματεύονται το ίδιο θέμα, την απελευθέρωση του ανθρώπου από τα πάθη του, αλλά με μεγαλύτερη διαύγεια. Παράδειγμα η θέση του Αγίου Μαξίμου, για τη φιλαυτία ως μητέρα όλων των παθών. Πώς δηλαδή είναι ανίκητα τα πάθη όσο παραμένει η φιλαυτία. Πώς καμιά «αφύπνιση της συνείδησης» δεν είναι αρκετή. Πώς μόνο η βιωματική σχέση αγάπης προς το πρόσωπο του Χριστού και του Πλησίον, μπορεί να περιορίσει τη φιλαυτία, επιτρέποντας κάποιο θετικό αποτέλεσμα στο πεδίο των παθών.[1]

Διαπίστωσα επιπλέον ότι η ψυχολογία των νηπτικών Πατέρων δεν γνωρίζει κοσμολογικούς περιορισμούς. Ο «κοινός μας πατέρας» δεν έφτιαξε τον κόσμο «από ανάγκη», όπως λέει το σύστημα, αλλά «από αγάπη». Θεμέλιο του κόσμου δεν είναι η ανάγκη, αλλά η απόλυτη πνευματική ελευθερία.

Έφτασα έτσι να απορρίψω το «σύστημα» στο σύνολό του. Η πράξη μου καθορίστηκε κατά βάθος από τα αντιγνωστικιστικά αυτονόητα της ελληνικής παιδείας μου. Ακριβέστερα: των ψυχίων της που είχα πάρει μικρός.

Αναφέρω δύο παραδείγματα για να εξηγήσω τι εννοώ:

α) Η Καλυψώ, αυτή η απείρου κάλλους θεά, που με έχει ερωτευθεί, είναι ένα σούπερ «σύστημα», μπρος στο οποίο όλα τα άλλα είναι «απλώς οδοντόκρεμες». Υπόσχεται σε μένα, τον ταλαίπωρο μικρό Οδυσσέα, να με κάνει αθάνατο. Αρκεί να μείνω στο θεσπέσιο νησί της. Μου υπόσχεται την τέλεια ατομικότητα, γιατί δεν μου εξασφαλίζει μόνο την αθανασία της ψυχής, αλλά και του σώματος, εδώ και τώρα. Εγώ όμως κατέχομαι από τον «Νόστο του Προσώπου». Προτιμώ τον γυρισμό στη θνητότητα: στα εφήμερα αγαπημένα οικεία μου πρόσωπα.

Σημειώστε και τούτο: Είμαι χαμένος, αν δεν πετάξω τελείως από πάνω μου τα ρούχα που μου χάρισε η θεά. -Όταν θα έχω φύγει απ’ το νησί της και θα παλεύω με τα κύματα.

β) Ο ίδιος ο Θεός, «δι’ υπερβολήν ερωτικής αγαθότητος», κατεβαίνει στο δικό μας επίπεδο. Γίνεται άνθρωπος και αφήνει να τον σταυρώσουν, προκειμένου να ξεσκεπάσει τον μηχανισμό της ανθρώπινης αποτυχίας και να μας δείξει τον δρόμο της σωτηρίας: της δικής μας και της φύσης, η οποία στενάζει μαζί μας άχρι του νυν. Στη συνέχεια αναρίθμητοι μάρτυρες ακολουθούν το παράδειγμά του.

Από τα δύο αυτά παραδείγματα προβάλλει μια διαμετρικά αντίθετη υποκειμενοποιητική κατεύθυνση, η οποία βασίζεται στην αγάπη του εφήμερου-θνητού Προσώπου. Η αγάπη αυτή τοποθετείται πάνω από την ατομική αθανασία. Η υπέρτατη δόξα (η «δυνατή εξέλιξη») του ατόμου, είναι εδώ ο αγώνας για το καλό του συνόλου. Απ’ αυτόν αντλεί το νόημά της η «καλή αλλοίωση» - η «αλλαγή του εαυτού».

 

4. Κοσμοκεντρική ή κοινωνιοκεντρική εξατομίκευση;

Η κοσμοκεντρική οντολογία του «συστήματος» έρχεται από τα δεσποτικά-κολεκτιβιστικά περιβάλλοντα της Ασίας, απ’ όπου άντλησε τις εμπνεύσεις του ο Γκουρτζίεφ. Η κοινωνική τάξη του ασιατικού δεσποτισμού είναι, ως γνωστόν, προέκταση της κοσμικής τάξης.

Η αυτονομία της κοινωνικής τάξης έναντι της κοσμικής, είναι αντίληψη που ανήκει σε άλλου είδους πολιτισμούς: τον ελληνικό και τον νεωτερικό. Ο ελληνικός πολιτισμός αναπτύχθηκε, ακριβώς, ως προσπάθεια αποκόλλησης της κοινωνικής από την κοσμική τάξη. Γι' αυτό και φθάνει στην κοινωνική εξατομίκευση του ανθρώπου, τη δημοκρατία και την αίσθηση του τραγικού. Πράγματα εντελώς ξένα στους δεσποτικούς-κολεκτιβιστικούς πολιτισμούς: τον αιγυπτιακό, τον περσικό, τον ινδικό, τον κινέζικο, τον ιαπωνικό, των Αζτέκων, των Ίνκας, των Κελτών, των Ετρούσκων.

Στους δεσποτικούς πολιτισμούς η ατομικότητα δεν μπορεί, ούτε πρέπει, να έχει κοινωνικό περιεχόμενο. Η εκδήλωσή της στο πεδίο των κοινωνικών σχέσεων, ως διεκδίκηση ατομικής ελευθερίας, θεωρείται ένα πολύ επικίνδυνο παθολογικό φαινόμενο, γιατί αποσυνθέτει την δεσποτική συνοχή της κολεκτιβιστικής τάξης. Ο άνθρωπος υποχρεούται εκεί να καταβάλει σύντονες προσπάθειες να εξαλείψει το εγώ μέσα του. Ειδικοί θεσμοί, μοναστήρια και σχολές, είναι έτοιμα να του προσφέρουν τις κατάλληλες τεχνικές για την «αυτοκτονία του επί μεταφυσικού επιπέδου».

Στους πολιτισμούς της κοινωνικής εξατομίκευσης, όπως ο ελληνικός και ο νεωτερικός, η θέληση να κατοχυρωθεί και να αναπτυχθεί ελεύθερα η προσωπικότητα, είναι θεμελιακή κινητήρια δύναμη. Είναι το λεγόμενο ανθρωποκεντρικό πρόταγμα. Βεβαίως η κριτική που ασκούν στην προσωπικότητα τα γνωστικιστικά συστήματα δεν είναι άστοχη. Είναι ασταθής, αντιφατική, μονομερής, εγωιστική κ.λπ. Τα ελαττώματά της την οδηγούν κάποια στιγμή σε έκρηξη και κατάρρευση. Είναι η λεγόμενη κρίση της εξατομίκευσης, που την πέρασε ο ελληνικός πολιτισμός και την περνάει σήμερα ο νεωτερικός πολιτισμός, βιώνοντας την τρομερή κατολίσθησή του στον μεταμοντέρνο μηδενισμό.

Ο γκουρτζιεφικός γνωστικισμός υπόσχεται την «πραγματική ατομικότητα». Ανταποκρίνεται έτσι στο πρόβλημα των καιρών: την αποσύνθεση του ατόμου. Ο εξωκοινωνικός όμως χαρακτήρας της και τα δεσποτικά της συμφραζόμενα, την καθιστούν λύση χειρότερη από το πρόβλημα.

Την απάντηση στην κρίση της εξατομίκευσης την έχει ήδη προσφέρει ο χριστιανισμός, γιατί έδωσε τη δυνατότητα στο διαλυμένο άτομο να αναγεννηθεί «άνωθεν» κι από άτομο να γίνει Πρόσωπο. Αναδεικνύοντας, ως περιεχόμενο της ανακαινισμένης προσωπικότητας, την ελευθερία της αγάπης και την αγάπη της ελευθερίας, επιτρέπει την υποστατική ένωση της ατομικότητας και της καθολικότητας ακριβώς στο πεδίο των κοινωνικών μας σχέσεων. Η «πραγματική ατομικότητα» επιτυγχάνεται στο εδώ και τώρα. Όχι ως «αστρικό» ή άλλου είδους «κοσμικό» σώμα, αλλά ως κοινωνικό σώμα. Ο Ένας Θεός του είναι Αγάπη. Τριάδα Προσώπων. Αγάπη, όχι ως ενέργεια «κοσμική», δηλαδή εξωκοινωνική, αλλά ως πνεύμα κοινωνίας. Είναι ενέργεια «άκτιστη» και όχι «κτιστή». Ο Λόγος της είναι το οντολογικό θεμέλιο του Κόσμου.

Αλλά για να πλησιάσω τη χριστιανική υπέρβαση του γνωστικισμού έπρεπε, τι παράξενο, να με περιλάβει πρώτα ο δαιμόνιος συμπατριώτης μας από τον Καύκασο: ο Γεώργιος Γεωργιάδης ή Γκουρτζίεφ.


 

[1] Μας τα θύμισε πρόσφατα ο σεβασμιώτατος Περγάμου σε μια ενδιαφέρουσα έκδοση της Μονής Κύκου με τίτλο: Ορθοδοξία και σύγχρονος κόσμος.

Δημιουργία αρχείου: 22-2-2008.

Τελευταία ενημέρωση: 22-2-2008.

ΕΠΑΝΩ