Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Έρευνα για το κτιστό και το Άκτιστο

Βιβλία

 
ΜΕΡΟΣ 1 - Κεφάλαιο Β: α΄ // Περιεχόμενα // ΜΕΡΟΣ 1 - Κεφάλαιο Β: γ'
 
ΤΟ ΣΧΙΣΜΑ ΤΟΥ ΖΗΛΩΤΙΚΟΥ
ΠΑΛΑΙΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΙΣΜΟΥ

Τού Αρχιμανδρίτου Βασιλείου Παπαδάκη

 

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ:  ΑΝΑΙΡΕΣΙΣ ΤΩΝ ΖΗΛΩΤΙΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΔΙΟΡΘΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ


 Κεφάλαιο Β΄: Η διακοπή της εκκλησιαστικής κοινωνίας κατά τους αγίους Πατέρας

β΄. Υποχρεωτική διακοπή της εκκλησιαστικής κοινωνίας προ συνοδικής κρίσεως

Στην Εκκλησιαστική Ιστορία συναντώνται επίσης περιπτώσεις, κατά τις οποίες κληρικοί αποχωρίζονταν από το σώμα της Εκκλησίας και δημιουργούσαν μία νέα δική τους ανεξάρτητη Εκκλησία ή προσχωρούσαν σε ήδη καταδικασμένες αιρετικές ή σχισματικές Εκκλησίες. Τόσο στην πρώτη όσο και στην δεύτερη περίπτωσι η διακοπή της κοινωνίας με τους ανωτέρω κληρικούς πραγματοποιείτο άμεσα, χωρίς δηλαδή να προηγηθή απαραίτητα συνοδική καταδίκη.

Στην πρώτη περίπτωσι η άμεση διακοπή της κοινωνίας των πιστών μελών της Εκκλησίας με τους σχισματικούς κληρικούς επεβάλλετο, καθώς οι «δια σχίσματος... Της εκκλησίας αποστάντες, ουκ έτι έσχον την χάριν του αγίου Πνεύματος εφ εαυτούς· επέλιπε γαρ η μετάδοσις τω διακοπήναι την ακολουθίαν»28. Οι «σχισματοαιρετικοί» αυτοί κληρικοί θεωρούντο απλοί λαϊκοί, ξένα και απονεκρωμένα μέλη της Εκκλησίας του Χριστού. «Διότι καθώς όταν ένα μέλος κοπή από το σώμα, νεκρούται παρευθύς με το να μη μεταδίδεται πλέον εις αυτό ζωτική δύναμις· τοιουτοτρόπως και αυτοί αφ ου μίαν φοράν εσχίσθησαν από το σώμα της Εκκλησίας, ενεκρώθησαν παρευθύς»29.

Άμεση διακοπή της εκκλησιαστικής κοινωνίας, άνευ δηλαδή απαραίτητης συνοδικής κρίσεως και αποφάσεως, επεβάλλετο και με όσους προσχωρούσαν ή ενώνονταν με καταδικασμένες, αιρετικές Εκκλησίες. Αυτό ήταν ευνόητο, καθώς οι εν λόγω κληρικοί δεν ήταν δυνατόν να έχουν ταυτόχρονα εκκλησιαστική κοινωνία και με τα μέλη της Εκκλησίας και με τους αιρετικούς.

Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγουμε από την διατύπωσι των κανόνων α΄ και β΄ της Γ΄ Οικουμενικής Συνόδου, οι οποίοι αναφέρουν ότι, όποιος ενώθηκε η πρόκειται να ενωθή με καταδικασμένους και εκτός Εκκλησίας ευρισκομένους αιρετικούς εγκαταλείποντας την Εκκλησία, εκπίπτει άμεσα της κοινωνίας και της ιερωσύνης30. Συγκεκριμένα θεωρείται «πάσης εκκλησιαστικής κοινωνίας εντεύθεν ήδη υπό της Συνόδου εκβεβλημένος, και ανενέργητος υπάρχων»31, ή καθώς ερμηνεύει ο ιερός Βαλσαμών, ως «ήδη του επισκοπικού βαθμού απαλλοτριωθείς»32.

Την άμεση διακοπή της κοινωνίας με όσους ενώθηκαν με εκτός Εκκλησίας αιρετικούς, δίδαξαν και εφήρμοσαν οι άγιοι Πατέρες κατά τις δύο ψευδενώσεις με τους αμετανοήτους Λατίνους το 1274 και το 1439. Πράγματι, κατά τον ιγ΄ αιώνα οι Αγιορείται Πατέρες πιστοί στην διδασκαλία των ανωτέρω κανόνων της Γ΄ Οικουμενικής Συνόδου διεκήρυτταν, ότι «οι κοινωνήσαντες επίσκοποι τοις αιρετικοίς και την εκκλησίαν του Θεού καθολική απωλεία υποβάλλοντες άμα μεν και της ιερωσύνης στερούνται και εκκήρυκτοι δε γίνονται, ήτοι πάσι δήλοι ως αποκεκομμένοι του ορθοδόξου σώματος της Εκκλησίας»33.

Για τον λόγο αυτό αμέσως μετά την ψευδένωσι της Λυών (1274) και χωρίς να προηγηθή κάποια συνοδική κρίσις των Ορθοδόξων, που ενώθηκαν με τους Λατίνους, οι Αγιορείται αρνήθηκαν έως θανάτου κάθε εκκλησιαστική κοινωνία μαζί τους34, όπως άλλωστε είχαν προειδοποιήσει σε παλαιότερη σχετική επιστολή τους τον αυτοκράτορα Μιχαήλ Παλαιολόγο: «Και πως ταύτα ανέξεται ορθοδόξου ψυχή και ουκ αποστήσεται της κοινωνίας των μνημονευσάντων (τον πάπα) αυτίκα;»35

Με τον ίδιο τρόπο, άμεση δηλαδή διακοπή εκκλησιαστικής κοινωνίας, αντιμετωπίσθηκε και η ψευδένωσις της Φλωρεντίας το 1439. Ο στύλος της Ορθοδοξίας άγιος Μάρκος ο Ευγενικός διεκήρυττε χαρακτηριστικά: «Φεύγετε ουν και υμείς αδελφοί, την προς τους ακοινωνήτους κοινωνίαν και το μνημόσυνον των αμνημονεύτων»36, των Ορθοδόξων δηλαδή που ενώθηκαν με τους Λατίνους· «δει γαρ παντάπασιν εκείνους είναι κεχωρισμένους ημών»37.

 

Σημειώσεις:


28. Μεγάλου Βασιλείου, ένθ ανωτ. P.G.138, 577B-579A.

29. Οσίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, Πηδάλιον, σημείωσις α΄ στον α΄ κανόνα του μεγάλου Βασιλείου, σελ. 589.

30. Κανών β΄, P.G.137, 353A.

31. Κανών α΄, P.G.137, 349B.

32. P.G.137, 349BD.

33. Χρ. Αραμπατζή, Η Ορθόδοξη Εκκλησία και η Ρώμη κατά τον ιγ΄ αιώνα, σελ. 107.

34. V. Laurent - J. Darrouzes, Dossier Grec de l union de Lyon, σελ. 489, Οσίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, Νέον Εκλόγιον, σελ. 337-338.

35. Καλλίστου Βλαστού, Δοκίμιον ιστορικόν περί του Σχίσματος..., σελ. 108.

36. Ανδρ. Δημητρακοπούλου, Ορθόδοξος Ελλάς, σελ. 104.

37. Απολογία, P.G.160, 537A.


 
ΜΕΡΟΣ 1 - Κεφάλαιο Β: α΄ // Περιεχόμενα // ΜΕΡΟΣ 1 - Κεφάλαιο Β: γ'

Δημιουργία αρχείου: 24-8-2012.

Τελευταία ενημέρωση: 27-8-2012.

Πάνω