Ορθόδοξη
Ομάδα
Δογματικής Έρευνας Έρευνα για το κτιστό και το Άκτιστο |
Τού Αρχιμανδρίτου Βασιλείου Παπαδάκη
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ: ΑΝΑΙΡΕΣΙΣ ΤΩΝ ΖΗΛΩΤΙΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΔΙΟΡΘΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ
Κεφάλαιο Β΄: Η διακοπή της εκκλησιαστικής κοινωνίας κατά τους αγίους Πατέρας
ζ΄. Περιπτώσεις ασκήσεως εκκλησιαστικής Οικονομίας σε Επισκόπους που εκήρυτταν αίρεσι
1. Ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας επαινούσε τον πιστό λαό της Κωνσταντινουπόλεως, που διέκοψε άμεσα την εκκλησιαστική κοινωνία με τον πατριάρχη του Νεστόριο «δια την ορθήν πίστιν»79, επειδή δηλαδή εκήρυττε βλάσφημες διδασκαλίες. Χαρακτήριζε μάλιστα ως «ελαφροτέρους» και «κολακεύοντας»80, όσους στην Κωνσταντινούπολι δεν έπραξαν το ίδιο, αλλά αντιθέτως κοινωνούσαν μαζί του.
Παρά ταύτα ο Άγιος δεν διέκοψε αμέσως την κοινωνία με τον Νεστόριο81, αλλά μιμήθηκε «τους ιατρικήν έχοντας εμπειρίαν, οι τα εν τοις σώμασι γινόμενα των παθών ουκ ευθύς ταις δια σιδήρου και πυρός υποφέρουσιν ανάγκαις, αλλ ηπίοις εν αρχαίς φαρμάκοις καταμαλάσσουσι, περιμένοντες τον ταις τομαίς πρέποντα καιρόν»82. Επειδή λοιπόν πίστευε, «ότι χρη τοις ολισθήσασι χείρα διδόναι, και ως αδελφούς πεσόντας εγείραι»83, προέτρεπε τον Νεστόριο δια παραινετικών επιστολών, στις οποίες τον αποκαλούσε «συλλειτουργό»84, «αποσχέσθαι μεν των ούτω σκαιών και διεστραμμένων δογμάτων... ανθελέσθαι δε την ορθήν πίστιν»85.
Επιπλέον ο άγιος Κύριλλος αγωνίσθηκε «ίνα γραψάντων αυτώ πολλών (Ορθοδόξων επισκόπων) ίσως εντραπή και διορθωθή ο αιρετικός (Νεστόριος)... Και μετά πάντων, ήτοι δια Οικουμενικής Συνόδου ποιήσασθαι το δίκαιον»86. Πράγματι, η τελική καταδίκη του Νεστορίου και οριστική διακοπή της εκκλησιαστικής κοινωνίας μαζί του από όλους τους Ορθοδόξους πραγματοποιήθηκε κατά την Γ΄ Οικουμενική Σύνοδο. Αξίζει να σημειωθή, ότι ο Νεστόριος μέχρι την στιγμή της καταδίκης του απεκαλείτο από τους επισκόπους της Συνόδου «ευλαβέστατος και οσιώτατος», θεωρείτο δηλαδή επίσκοπος της Καθολικής Εκκλησίας87.
2. Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος δεν διέκοψε την εκκλησιαστική κοινωνία με τον πατέρα και επίσκοπό του άγιο Γρηγόριο, όταν αυτός υπέγραψε από απλότητα ένα αιρετικό, ημιαρειανικό σύμβολο πίστεως (361), αλλά αγωνίσθηκε να τον πείση να το αποκηρύξη, πράγμα το οποίο έγινε έπειτα από τρία περίπου έτη88.
3. Πολύ μεγαλύτερη χρονικά άσκησις Οικονομίας παρατηρείται στην περίπτωσι της στάσεως έναντι της αιρέσεως του Μονοθελητισμού. Πράγματι, αν και η αίρεσις άρχισε να κηρύσσεται περί το 615, οι κύριοι πολέμιοί της, άγιοι Σωφρόνιος και Μάξιμος Ομολογητής, δεν διέκοψαν αμέσως την εκκλησιαστική κοινωνία με τους αρχηγούς της, αλλά προσπάθησαν ποικιλοτρόπως να τους οδηγήσουν σε μετάνοια. Η διακοπή της κοινωνίας των Ορθοδόξων με τους Μονοθελήτας συνέβη σίγουρα έπειτα από το 634 και μάλλον έπειτα από το 638, λίγο πριν δηλαδή ή ταυτόχρονα με τις Συνόδους της Δύσεως (640-649) που τους αναθεμάτισαν89.
Στην Σύνοδο μάλιστα του Λατερανού (649) εναντίον των Μονοθελητών η άσκησις της εκκλησιαστικής Οικονομίας γίνεται ακόμη πιο εμφανής, καθώς ο Σέργιος επίσκοπος των Κυπρίων, αναφέρει τα εξής χαρακτηριστικά: «Μέχρι γαρ και τήμερον οικονομίαν τινά πραγματευομένοις εσιγήκαμεν, οιόμενοι προς τα κρείττω μετακινήσαι αυτούς τα οικεία διδάγματα»90.
4. Η πλέον μακροχρόνια άσκησις Οικονομίας των αγίων Πατέρων συναντάται στην περίπτωσι της στάσεως έναντι των Λατίνων. Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγουμε, και αν ακόμη δεχθούμε την ακραία περίπτωσι, ότι δηλαδή οι πάπαι εκήρυξαν επίσημα την αίρεσι του filioque το 100991, και όχι ότι την διέδιδαν ανυποστόλως από τον ι΄ αιώνα92. Πράγματι, παρά το ότι ο Σέργιος Κωνσταντινουπόλεως διέγραψε αμέσως το όνομα του πάπα από τα δίπτυχα, οι υπόλοιποι Ορθόδοξοι πατριάρχαι δεν έπραξαν το ίδιο, αλλά διέκοψαν την κοινωνία έπειτα από σαρανταπέντε έτη (1054). Εννοείται βέβαια, ότι η Κωνσταντινούπολις ήταν ενωμένη με τα ανωτέρω πατριαρχεία καθ όλο αυτό το διάστημα.
Η Οικονομία αυτή έναντι των Λατίνων έγινε, επειδή «οι Πατριάρχαι κατά το αρχαίον εκκλησιαστικόν έθος, μάλλον του Κηρουλαρίου ενεργούντες το κανονικόν δίκαιον, εξεδέχοντο την διόρθωσιν της ρωμαϊκής Εκκλησίας, όθεν και εμακροθύμουν»93. «Οι Ανατολικοί (δηλαδή) οικονομικώς, σεσιγήκασιν επί πολύν καιρόν, οιόμενοι τους Ιταλούς προς τα κρείττω μετακινήσαι τας καινοτομίας αυτών, μείναντας δε εν τη οικεία πεισμονή, απέβαλον αυτούς της εκκλησιαστικής ενώσεως»94.
Με τις τρεις ανωτέρω περιπτώσεις θα ασχοληθούμε όμως περισσότερο και στο τρίτο μέρος του βιβλίου.
***
Από την ανωτέρω λεπτομερή έρευνα ωδηγηθήκαμε στο εξής τελικό συμπέρασμα: Η ΑΒ΄ Σύνοδος του αγίου Φωτίου εκφράζοντας την έως τότε διδασκαλία και πράξι των αγίων Πατέρων απαγόρευσε με αυστηρότητα τις προ συνοδικής κρίσεως αποσχίσεις των κληρικών από τους επισκόπους τους για οποιαδήποτε αιτία, εκτός από την φανερή διακήρυξι κάποιας αιρέσεως. Στην περίπτωσι αυτή, κατά την οποία κάποιος επίσκοπος εκήρυττε αιρετικές διδασκαλίες, η Σύνοδος ούτε απαγόρευε ούτε υποχρέωνε την διακοπή της εκκλησιαστικής κοινωνίας μαζί του· απλά την επέτρεπε και την επαινούσε.
Με τον τρόπο αυτό η Σύνοδος εξέφραζε την πεποίθησί της, ότι η μόνη αρμόδια για να επιβάλλη σε όλους τους Ορθοδόξους την διακοπή της κοινωνίας είναι η Οικουμενική η μεγάλη Τοπική Σύνοδος.
Αντιθέτως, έως την σύγκλησι και τις αποφάσεις της Οικουμενικής Συνόδου κάθε κληρικός έχει το δικαίωμα να εφαρμόση είτε την εκκλησιαστική Οικονομία και να μη αποσχισθή από τον επίσκοπό του, είτε την Ακρίβεια διακόπτοντας δηλαδή την κοινωνία μαζί του. Η πρόσκαιρη αυτή διακοπή της κοινωνίας έχει ως σκοπό την καταγγελία του αιρετικού ποιμένος και την αίτησι παραπομπής του σε συνοδικό δικαστήριο, το οποίο θα αποφασίση τελεσίδικα είτε την παύσι είτε την οριστικοποίησι της διακοπής της κοινωνίας μαζί του.
Με βάσι την ανωτέρω πατερική διδασκαλία για την διακοπή της εκκλησιαστικής κοινωνίας θα προσπαθήσουμε να αποδείξουμε στην συνέχεια την αντικανονικότητα της αποσχίσεως των Γ.Ο.Χ. από την Εκκλησία της Ελλάδος το 1924.
Σημειώσεις:
79. Αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας, Επιστολή ιη΄, P.G.77, 125BC.
80. Αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας, Επιστολή ια΄, P.G.77, 81B.
81. Ένθ ανωτ. P.G.77, 81A, 84CD.
82. Αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας, Επιστολή ιη΄, P.G.77, 124D125A.
83. Αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας, Επιστολή ια΄, P.G.77, 81A.
84. Αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας, Επιστολή ιζ΄, P.G.77, 105C.
85. Ένθ ανωτ. P.G.77, 108B.
86. Δοσιθέου Ιεροσολύμων, Δωδεκάβιβλος, βιβλίο γ΄, κεφ. ιε΄, § κ΄, σελ. 175.
87. Ένθ ανωτ. § μα΄, σελ. 222.
88. Γρηγορίου πρεσβυτέρου, Βίος... Γρηγορίου του Θεολόγου..., P.G.35, 261C264A.
89. Αχ. Πιτσίλκα, Βίος και αγώνες του αγίου Μαξίμου του Ομολογητού, σελ. 12-15.
90. Δοσιθέου Ιεροσολύμων, ένθ ανωτ. βιβλίο στ΄, κεφ. θ΄, § ζ΄, σελ. 278.
91. Β. Στεφανίδου, Εκκλησιαστική Ιστορία, § 22, σελ. 374.
92. Φ. Βαφείδου, Εκκλησιαστική Ιστορία, τόμος β΄, § 113, 1, σελ. 65.
93. Δοσιθέου Ιεροσολύμων, ένθ ανωτ. βιβλίο η΄, κεφ. β΄, § στ΄, σελ. 304.
94. Ένθ ανωτ. βιβλίο στ΄, κεφ. ζ΄, § θ΄, σελ. 278.
Δημιουργία αρχείου: 5-9-2012.
Τελευταία ενημέρωση: 13-9-2012.