Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Επιστροφή στην Κεντρική σελίδα

Δογματικά, Πατερικά και Σωτηριολογικά

Άνθρωπος και κόσμος στη θεολογία του Αγίου Μαξίμου του Ομολογητού // Η 7η Σφραγίδα και οι Δημιουργικές Ημέρες // Έννοια και τρόπος σωτηρίας της κτίσεως // Το πρόβλημα του Γνωστικισμού στο δόγμα της Δημιουργίας

Ο Χριστός, ως Σωτηρία τής Δημιουργίας δια τού Ανθρώπου κατά τον άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή

Ντομπρίβογιε Μίντιτς

 

Πηγή: Ντομπρίβογιε Μίντιτς εναίσιμος επί διδακτορία διατριβή υποβληθείσα εις την Θεολογικήν Σχολήν του Πανεπιστημίου Αθηνών “Tο Μυστήριον της Εκκλησίας” σελ. 40-45. Αθήνα 1989.

 

«Το απ' αιώνος απόκρυφον και αγγέλοις άγνωστον μυστήριον»82 νυν εφανερώθη. Ο Λόγος του Θεού σαρξ εγένετο· τούτο είναι η κατ' εξοχήν αποκάλυψις του μυστηρίου της σωτηρίας του κόσμου εν Χριστώ. Διότι, όπως λέγει ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος: «Ο δε ήνωται τω Θεώ, τούτο και σώζεται»83. Οι λόγοι αυτοί αποτελούν το βασικόν στοιχείον της θεολογίας πάντων των Αγίων Πατέρων, όπως και του Αγίου Μαξίμου του ομολογητού84. Άλλως τε το μυστήριον του Χριστού (δηλαδή η Εκκλησία) ως σωτηρία της δημιουργίας δια της ενώσεως του ανθρώπου μετά του Θεού, προδιατυπούται εξ αρχής της Ιστορίας της κτίσεως85. «Ώσπερ προ της εμφανούς και κατά σάρκα παρουσίας νοητός ο του Θεού Λόγος τοις πατριάρχαις και προφήταις ενεδήμει, προτυπών τα μυστήρια της αυτού παρουσίας»86, γράφει ο Ιερός ομολογητής. Δηλαδή, η Ιστορία παντός κτιστού, όπως και η σωτηρία αυτού, διέπεται εν τω συνόλω της υπό του βασικού τούτου γεγονότος, ότι: «ο πάσης κτίσεως Δεσπότης, ο ων εν τοις κόλποις του Πατρός… ο τα σύμπαντα φέρων τω βήματι της δυνάμεως αυτού…, εταπείνωσεν εαυτόν εν τω δια σαρκός επιδημήσαι τη ανθρώπινη φύσει»87, καθώς λέγει Γρηγόριος ο Νύσσης.

Θα πρέπη όμως να παρατηρήσωμεν ότι το μυστήριον του Χριστού, ο Υιός του Θεού ως «προς την σάρκα δια φιλανθρωπίαν την καθ' υπόστασιν ποιησάμενος ένωσιν», δεν αποτελεί αλλοίωσαν της θείας φύσεως, διότι σαρκούται μόνον πρόσωπον, το Δεύτερον της Αγίας Τριάδος, ο Θεός Λόγος. «Όλος γαρ ην ο Πατήρ και όλον το Πνεύμα το Άγιον, ουσιωδώς εν όλω τελείως τω Υιώ και σαρκουμένω, ου σαρκούμενοι· αλλ' ο μεν ευδοκών, το δε συνεργούν, αυτουργούντι τω Υιώ την σάρκωσιν· είπερ έννους ο Λόγος διέμεινε και ζων, και μηδενί το παράπαν άλλω κατ' ουσίαν χωρούμενος, ή μόνον τω Πατρί και τω Πνεύματι, και προς την σάρκα δια φιλανθρωπίαν, την καθ' υπόστασιν ποιησάμενος ένωσιν»88, όπως λέγει ο άγιος Μάξιμος. Η «κένωσις» αυτή του Λόγου του Θεού συνιστά μάλλον το μυστήριον της σωτηρίας και τούτο ως ελευθέραν σχέσιν του Θεού μετά της δημιουργίας εν ενί και δι' ενός προσώπου του Υιού αυτού, ως ανθρώπου, Χριστού.

Όμως, ο Μονογενής Υιός του Θεού εγένετο τέλειος άνθρωπος, «υιός ανθρώπου» και εφανέρωσε την καθόλου δημιουργίαν ως Σώμα Αυτού89. Ο Θεός Λόγος δια της «κενώσεως», της σαρκώσεώς του, συνήψε εν Εαυτώ ως ανθώπω την καθόλου κτιστήν φύσιν. Διότι η πρόσληψις της ανθρώπινης φύσεως παρά του Θεού Λόγου καθιστά ταύτην εις τέλειον άνθρωπον, «κατ' εικόνα» και «καθ' ομοίωσαν του Θεού» και μάλιστα Χριστόν90. Η φύσις αποβαίνει υπαρκτή και ο άνθρωπος (εικών και ομοίωσις του Θεού) μόνον καθ' όσον ανήκει εις εν συγκεκριμένον πρόσωπον (το δεύτερον πρόσωπον της Αγίας Τριάδος σεσαρκωμένον), το οποίον ευρίσκεται εις σχέσιν ελευθέρας αγάπης μετά του Θεού.

Ως εκ τούτου το μυστήριον της σαρκώσεως του Υιού του Θεού έκτος της σωτηρίας του ανθρώπου καθιστά τον άνθρωπον εν Χριστώ σωτήρα και του κόσμου.

Εν ολίγοις, η σάρκωσις του Δευτέρου προσώπου της Αγίας Τριάδος δεν φανερώνει μόνον τον Θεόν εις την κτίσιν, άλλα ταυτοχρόνως φανερώνει και ότι η κτίσις δια της σαρκώσεως καθίσταται τέλειος άνθρωπος, Χριστός91 και μάλιστα αυτός είναι ο μόνος τρόπος να υπάρξη η κτίσις αιωνίως.

Και έγινε τέλειος άνθρωπος ο Υιός του Θεού εκ ψυχής και σώματος (ο Ιησούς Χριστός), πλην όμως δεν μετείχε της αμαρτίας. Δηλαδή το πρόσωπον του Υιού του Θεού μετά την σάρκωσιν δεν επιφέρει αλλοίωσιν της ανθρώπινης φύσεως ούτε και του σκοπού της πλάσεως αυτής, διότι τούτο το πρόσωπον (του Θεού Λόγου) είναι ο τρόπος υπάρξεως της ανθρώπινης φύσεως: «Πάσα γαρ καθόλου φάναι καινοτομία» λέγει ο άγιος Μάξιμος αναφερόμενος εις την σάρκωσιν του Υιού, «περί τον τρόπον του καινοτομουμένου πράγματος πέφυκεν, αλλ' ου περί τον λόγον της φύσεως γίνεσθαι, διόπερ ο μεν λόγος καινοτομούμενος φθείρει την φύσιν, ουκ έχουσαν τον καθ' ον εστί λόγον αραδιούργητον, ο δε τρόπος καινοτομούμενος φυλαπομένου δηλαδή του κατά φύσιν λόγου θαύματος ενδείκνυται δύναμιν»92. Προσέτι δ' ουδέ το αναμάρτητον του Χριστού αναιρεί το ομοούσιον αυτού προς ημάς, διότι η αμαρτία ανήκει εις το πρόσωπον και όχι εις την φύσιν, δηλαδή είναι η άρνησις του προσώπου του Αδάμ να κοινωνή μετά του Θεού, όπερ δεν ισχύει δια τον Χριστον93. Ούτω λοιπόν, ο Χριστός, το μυστήριον δηλαδή του Χριστού ως ύπαρξις της καθόλου ανθρώπινης φύσεως εν τω προσώπω του Θεού Λόγου, υπάρχει έκτος της αμαρτίας. Τούτο σημαίνει ότι η καθόλου κτιστή φύσις εν αυτώ, ως Σώμα Χριστού, καθίσταται αγία94.

Επομένως, μετά την σάρκωσιν του Υιού του Θεού, η κτίσις εισέρχεται δια του προσώπου αυτού εις την αιώνιον σχέσιν μετά του Θεού χωρίς καμμίαν αλλαγήν, τόσον ως προς την φύσιν του Θεού, όσον και ως προς την κτιστήν.

Πλην ότι ο Θεός Πατήρ βλέπει πλέον όλην την κτίσιν εν τω Υιώ αυτού και ως τον Υιόν Του (Ματθαίος 3, 16-17)95 και ταύτην την κτίσιν ως συναπτόμενην εν τω τελείω ανθρώπω96, τον οποίον θεωρεί «καλόν λίαν» και άγιον97.

Περαίνοντες την παράγραφον ταύτην δέον όπως σημειώσωμεν ότι δια τον άγιον Μάξιμον η σάρκωσις του Θεού Λόγου καθιστά τον άνθρωπον κεντρικόν κτίσμα όλης της δημιουργίας. Η σάρκωσις του Υιού του Θεού απετέλεσε το «καινόν μυστήριον»98, δηλαδή την ένωσιν του Θεού μετά της δημιουργίας δια του ανθρώπου εν τω προσώπω του Υιού του Θεού, δηλαδή την Εκκλησίαν. Όμως, ο Χριστός (ως τέλειος Θεός, Υιός του Θεού και τέλειος άνθρωπος), αφ' ενός μεν δεν δύναται να υπάρχη εκτός της κοινωνίας μετά του Πατρός και του Αγίου Πνεύματος, αφ' ετέρου δε ούτε και εκτός της κοινωνίας μετά των ανθρώπων, μετά του κόσμου. Τούτο σημαίνει ότι η Εκκλησία, ως Σώμα Χριστού, όσον αφορά εις τον τρόπον υπάρξεώς της (εν τω προσώπω του Υιού του Θεού), είναι η σωτηρία καθόλου μεν της κτιστής φύσεως, υπάρχει δε ως κοινωνία προσώπων - ανθρώπων, των ηνωμένων μετά του Θεού εν Χριστώ δια του Αγίου Πνεύματος99.

Βάσει της σαρκώσεως του Δευτέρου προσώπου της Αγίας Τριάδος, όλη η φύσις αποτελεί το σώμα του ανθρώπου εν Χριστώ — το Σώμα του Χριστού.

Επειδή, όμως, εις το πρόσωπον έγκειται η ύπαρξις της φύσεως, έπεται ότι η φύσις, τουτέστιν το Σώμα του Χριστού, προσλαμβάνει —κατά χάριν— πάσας τας ιδιότητας εκ του προσώπου του Θεού Λόγου, ως Κεφαλής αυτής. Δια τούτο η Εκκλησία, ως Σώμα Χριστού, είναι Μία, αγία, Καθολική και Αποστολική, όσον αφορά την υπόστασίν της (ως προς τον Θεόν Λόγον)100. Όσον αφορά όμως εις τον τρόπον υπάρξεώς της, αυτή υπάρχει ως ελευθέρα κοινωνία των ανθρώπων εν Χριστώ, ως Νέα Ανθρωπότης101, νέα κοινότης, κοινωνία Αποστόλων μετά του Χριστού (εν τη έννοια ότι η Εκκλησία είναι και Αποστολικής ως προς τον Χριστόν και μόνον, ως του κατ' εξοχήν Αποστόλου και εν τη ενώσει αυτών μετ' αυτού) ως σχέσις ελευθερίας και αγάπης (βλέπε Ιωάν. 21, 15-19)102.

Ανάγκη δε να τονισθη ότι εις το μυστήριον του Χριστού (εις την Εκκλησίαν) φανερούται και πληρούται ο σκοπός της δημιουργίας του ανθρώπου, όστις είναι η ένωσις δια του ανθρώπου όλης της φύσεως μετά του Θεού, «κατ' εικόνα και καθ' ομοίωσιν» του Θεού103. Η καθ' όλου δημιουργία αναδεικνύεται εν Χριστώ εις «ένα άνθρωπον» Χριστόν, τον Υιόν του Θεού. Δηλαδή η Εκκλησία, ως το μυστήριον του Χριστού, είναι η θέωσις των ανθρώπων. «Ει δια τούτο γέγονεν Υιός ανθρώπου και άνθρωπος ο του Θεού και Πατρός Υιός Θεός Λόγος, ίνα ποιήση θεούς και υιούς Θεού τους ανθρώπους, εκεί γενήσεσθαι πιστεύσωμεν, ένθα νυν αυτός εστίν ο Χριστός ως κεφαλή του όλου σώματος, και υπέρ ημών γενόμενος πρόδρομος προς τον Πατέρα, το καθ' ημάς»104, γράφει ο άγιος Μάξιμος.

Εν τούτοις η σάρκωσις του Θεού Λόγου εκ Πνεύματος Αγίου και Μαρίας της Παρθένου, ως «άνωθεν γέννησις», είναι η αρχή της σωτηρίας της κτίσεως δια του ανθρώπου (διότι ο Θεός Λόγος εγένετο τέλειος άνθρωπος δια να εκτελέση την λειτουργίαν του ανθρώπου εις τον κόσμον). Το μυστήριον τούτο κατ' αρχήν φανερούται εν τω θείω Βαπτίσματι και εν συνεχεία τελειούται εις την θείαν ευχαριστίαν, δηλαδή εις τον Σταυρόν και την ανάστασιν του Χριστού105.

Δηλαδή, η λειτουργία του ανθρώπου προς την σωτηρίαν του κόσμου γίνεται κατά τον τρόπον του Χριστού μόνον, όστις είναι η ευχαριστιακή αναφορά όλης της φύσεως, του σώματος αυτού εις τον Θεόν δια του Αγίου Πνεύματος106.

Υπό άλλην άποψιν, δια της γεννήσεως του Χριστού ως τελείου ανθρώπου (ως και η εν τω θείω Βαπτίσματι λαμβάνουσα χώραν «άνωθεν» γέννησις εκάστου ανθρώπου) αρχίζει η ιστορία της Εκκλησίας, η πραγμάτωσις του μυστηρίου της σωτηρίας του κόσμου, ο νέος τρόπος υπάρξεως της φύσεως δια του ανθρώπου εν Χριστώ, ο Σταυρός, τελειουμένη εις την ανάστασιν, σωτηρίαν, δια την οποίαν σωτηρίαν και επλάσθη ο πρώτος άνθρωπος, Αδάμ κατ' εικόνα και καθ' ομοίωσιν του Θεού. «Επειδή ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, Θεός ων φύσει, σάρκα αναλαβών την ημετέραν κατ' αλήθειαν γέγονεν μόνος άνθρωπος, μόνος τον του Θεού σκοπόν εν Εαυτώ φυλάξας, όνπερ είπεν 'ποιήσωμεν άνθρωπον κατ' εικόνα ημετέραν και ομοίωσιν', καθάπερ ο πρώτος άνθρωπος ταις θείαις χερσίν διεπλάσθη, ούτως και τον υπέρ αυτού θάνατον αποθνήσκων ο Κύριος μόνος και πρώτος ταις πατρικαίς παλάμαις την αυτού ψυχήν εναπέθετο. Και ώσπερ ην και εγένετο μονογενής και πρωτότοκος εν πολλοίς αδελφοίς, ούτως, και τον αναιρέτην του θανάτου θάνατον μόνος και πρώτος υπομείναι κατεδέξατο, ίνα γένηται και πρωτότοκος εκ νεκρών και εν πάσιν Αυτός πρωτεύων»107, γράφει ο ιερός ομολογητής. Τούτο δηλαδή το άρρητον μυστήριον της σαρκώσεως του Υιού του Θεού, ως μυστήριον της Εκκλησίας, αποτελεί το έσχατον γεγονός, το οποίον είναι η σωτηρία παντός κτιστού εν τω ανθρώπω, ήτις έγκειται εν τη ενώσει αυτού μετά του Θεού εν τω προσώπω του Υιού αυτού δια του Πνεύματος του Αγίου. Τούτο υπάρχει ως το θείον Βάπτισμα και η θεία ευχαριστία εις την ιστορίαν ως προσφορά της φύσεως εις τον Θεόν δια του Χριστού ως ανθρώπου.

Όμως, ποιος είναι ο νέος τρόπος υπάρξεως των ανθρώπων και δι' αυτών και της κτιστής φύσεως, η οποία ούτω σώζεται, δύναται να εννοήση τις εκ του μυστηρίου του θανάτου του Χριστού και της αναστάσεως αυτού.

 

Σημειώσεις


82. Θεοτοκίον ήχου Α΄ εσπερινού του Σαββάτου.

83. Βλέπε Γρηγορίου Θεολόγου, επιστολαί 101 (ΒΕΠΕΣ), τόμ. 60, σελ. 264.

84. Εις την προσευχήν του Πάτερ ημών (PG 90, 876ΑB).

85. Βλέπε Γ. Φλωρόφσκυ, Ανατομία προβλημάτων…, σελ. 53.

86. Περί θεολογίας Π, 28 (PG 90, 1137BC).

87. Γρηγορίου Νυσσης, επιστολαί (PG 46,1004CD 1005Α). Παράβαλλε Κ. Σκουτέρη, μνημ. έργον, σελ. 23-24. Βλέπε Η. Μουτσουλα, Η σάρκωσις του Λόγου και η θέωσις του ανθρώπου κατά την διδασκαλίαν Γρηγορίου του Νυσσης, Αθήναι 1965.

88. Εις την προσευχήν του Πάτερ ημών (PG 90, 876CD).

89. Περί διαφόρων αποριών (PG 91, 1309C και εξής) «… Θεοπρεπώς τα πάντα εις εαυτόν ανακεφαλαιώσατο, μίαν υπάρχουσαν την άπασαν κτίσιν δείξας, καθάπερ άνθρωπον άλλον».

90. Παράβαλλε Περί διαφόρων αποριών (PG 91, 1325AD), Ιωάννου Δαμασκηνου, έκδοσις ακριβής της Ορθοδόξου πίστεως (PG 94, 1032BC).

91. Παράβαλλε Περί διαφόρων αποριών (PG 91, 1097ABC), (PG 91, 1040BC).

92. Περί διαφόρων αποριών (PG 91, 1341D και εξής).

93. Κεφάλαια διάφορα (PG 90, 1321BC) «Θεός υπάρχων τέλειος κατά φύσιν ο του Θεού Λόγος, γίνεται τέλειος άνθρωπος εκ ψυχής νοεράς και σώματος παθητού κατά φύσιν παραπλήσιος ημών, χωρίς μόνης αμαρτίας». Περί της σαρκώσεως του Υιού του Θεού και του νέου τρόπου υπάρξεως της ανθρώπινης φύσεως εν αυτώ βλέπε Περί διαφ. απ. (PG 91, 1341D και εξής) Ιδιαιτέρως δε (PG 91, 1344D 1345Α).

94. Περί διαφόρων αποριών (PG 91, 1276C), Περί Θεολογίας (PG 90, 1164C) II, 84.

95. Βάσει του Βαπτίσματος του Χριστού, ο κάθε βαπτιζόμενος εν κοινωνία μετά του Θεού εν Χριστώ δια του Αγίου Πνεύματος, γίνεται Υιός του Θεού κατά χάριν. Βλέπε Ρωμαίους 8, 15.

96. Βλέπε Περί διαφόρων αποριών (PG 91, 1304D και εξής)· (PG 91, 1312Β 1313Β).

97. Βλέπε Γεν. 1, 31. Προφανώς ο Θεός κτίζων τον κόσμον είδε τούτον ως τον σεσαρκωμένον Υιόν Του.

98. Παράβαλλε Περί διαφόρων αποριών (PG 91, 1037Α).

99. Βλέπε Μυσταγωγία (PG 91, 664D 668C). Παράβαλλε Α. Jevtic, Ìsus Hristos jedinj spasitelj sveta u pravoslavnoj misli danas εν Teoloski pogledi 1-2, Beograd 1984, σελ. 61.

100. Βλέπε Μυσταγωγία (PG 91, 665C 668Α). «Κατά τον αυτόν τρόπον και η αγία του Θεού Εκκλησία,… το από Χριστού και είναι και ονομάζεσθαι». Όλο το Σώμα του Χριστού, όλη η Εκκλησία αντλεί το είναι της εκ της Κεφαλής της, εκ του προσώπου του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Παράβαλλε Ι. Ζηζιούλα, Η ευχαριστιακή θεώρησις του κόσμου και ο σύγχρονος άνθρωπος, εν «Χριστιανικόν Συμπόσιον», Αθήναι 1967 εκδ. «Εστίας», σελ. 187. Του αυτού, Η ενότης της Εκκλησίας, Αθήναι 1965, σελ. 13-14. Επίσης Ν. Ε. Μητσοπουλου, Θέματα Ορθοδόξου δογματικής θεολογίας, Αθήναι 1983, «Εννοείται ότι αι ιδιότητες αύται (Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική) της Εκκλησίας ευρίσκονται εις στενήν σχέσιν προς αλλήλας, οφειλομένην κυρίως εις το εν πρόσωπον του Θεανθρώπου, της Κεφαλής της Εκκλησίας», σελ. 245 και εξής.

101. Παράβαλλε Προς Θαλάσσιον, 63 (PG 90, 685BC), Γ. Φλωροφσκυ, Το κοινωνικόν πρόβλημα εις την Ορθόδοξον Εκκλησίαν, εν «Χριστιανικόν Συμπόσιον», Αθήναι 1967, σελ. 243.

102. Εβραίους 3, 1. Παράβαλλε Ι. Ζηζιούλα, Η ενότης της Εκκλησίας, σελ. 48,1. Καρμίρη, Ορθόδοξος εκκλησιολογία, Αθήναι 1973, σελ. 314 και εξής, Ν. Ε. Μητσόπουλου, Θέμ. Ορθ. Δογματ., σ. 252 και εξής, Κ. Σκουτερη, μνημ. Έργον, σελ. 86.

103. Προς Θαλάσσιον (PG 90, 520CD) «Δευτέραν γαρ κοινωνίαν ο Λόγος εκοινώνησε τη φύσει, πολύ της προτέρας παραδοξοτέραν· όσω πρώτον του κρείττονος μεταδούς, ύστερον μετέλαβε θέλων του χείρονος, ίνα και την εικόνα σώση και την σάρκα αθανατίση… ».

Βλέπε Μυσταγωγία (PG 91, 672ΒE), Παράβαλλε G. D. Dragas, The Church in St. Maximus' Mystagogy, εν «Θεολογία», τόμος ΝΣΤ', τεύχ. 2, σελ. 395.

104. Κεφάλαια θεολογικά (PG 90, 1136BC). Δηλαδή ο Χριστός είναι ο πρόδρομός μας προς τον Πατέρα και ως άνθρωπος, «το καθ' ημάς».

105. Βλέπε την ερμηνείαν του Σταυρού του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού υπό του Αγίου Μαξίμου, Περί διαφόρων αποριών (PG 91,1284 BCD). Είναι σαφές ότι η γέννησις του Χριστού, ως τελείου ανθρώπου, υπήρξε κατ' αρχήν η αλλαγή του παλαιού τρόπου γεννήσεως του ανθρώπου εξ ανδρός και γυναικός. Υπήρξε δηλαδή η γέννησις του Χριστού, ο νέος τρόπος υπάρξεως της ανθρώπινης φύσεως δια του οποίου «καινοτομείται» αυτή χωρίς να καταστρέφεται. «Πάσα γαρ καθόλου φάναι καινοτομία περί τον τρόπον του καινοτομουμένου πράγματος πέφυκεν, αλλ' ου περί τον λόγον της φύσεως γίνεσθαι διόπερ ο μεν λόγος καινοτομούμενος φθείρει την φύσιν, ουκ έχουσαν τον καθ' όν εστί λόγον αραδηούργητον, ο δε τρόπος καινοτομούμενος φυλαττομένου δηλαδή του κατά φύσιν λόγου θαύματος ενδείκνυται δύναμιν, ως την φύσιν ενεργουμένην τε και ενεργούσαν υπέρ τον εαυτής αποδεικνύς δηλονότι θεσμόν. Λόγος δε φύσεως ανθρώπινης εστί το ψυχήν και σώμα και εκ ψυχής και σώματος είναι την φύσιν του σώματος, τρόπος δε η εν τω ενεργείν και ενεργείσθαι φυσικώς τάξις εστίν, αμειβομένη τε πολλάκις και αλλοιουμένη, την δε φύσιν εαυτή παντελώς ου συναμείβουσα». Περί διαφόρων αποριών (PG 91,1341D) βλέπε όλην την παράγραφον έως 1345Α. Επίσης (PG 91, 1313CD). Ως εκ τούτου κάθε βαπτιζόμενος υπάρχει πλέον κατά τον τρόπον του Χριστού, ούτως ώστε ο βαπτιζόμενος να «ενδύεται» τον Χριστόν (βλέπε Το θείον βάπτισμα), και να υπάρχη ως Υιός του Θεού κατά χάριν (βλέπε Ματθαίος 3,16-17), χωρίς να παύη να είναι ο άνθρωπος κατά φύσιν.

Συμφώνως προς αυτήν την θεώρησιν η ανθρώπινη φύσις εν τω βαπτιζομένω ανθρώπω υπάρχει κατά τρόπον διαφορετικόν από ό,τι είναι η γέννησις του ανθρώπου εξ ανδρός και γυναικός, η οποία γέννησις θεωρείται, υπό του Αγίου Μαξίμου, ως συνέπεια της αμαρτίας των πρωτοπλάστων. Βλέπε Περί διαφόρων αποριών (PG 91, 1345D 1349A). Γρηγορίου Νύσσης, Περί κατ. άνθρ. (PG 44, 177 και εξής). Ένεκα τούτου, ο Υιός του Θεού σαρκούται δια να αλλάξη τον παλαιόν τρόπον συστάσεως του ανθρώπου, όστις είναι η Εκκλησία. Παράβαλλε Περί διαφόρων αποριών (PG 91, 1317D 1321ΑB), επίσης Π. Νέλλα, μνημ. έργ., σελ. 87. Σημειωτέον ότι η γέννησις του Χριστού, ως ένωσις του ανθρώπου μετά του Θεού εν Χριστώ, είναι ο σκοπός της δημιουργίας του ανθρώπου, όμως και η αρχή αυτού.

106. Παράβαλλε Λουκάς 22, 15-20.

107. Η. Declerck, Maxim confessoris quaestiones et dubia, Corpus Christianorum (Series Graeca), τόμ. 10, Brepols 1982, σελ. 86. Τούτο το κείμενο δεν υπάρχει εις την Πατρολογίαν του J. P. Migne. Εν τούτοις δεν υπάρχει λόγος να μη το θεωρώμεν γνήσιον κείμενον του Αγίου Μαξίμου, διότι αποδίδει γενικώς την θεολογίαν του ιερού Πατρός. Παράβαλλε περί αυτού το άλλο χωρίον, Λόγος ασκητικός (PG 90, 920ΑB, όπως και 921ABC).

Δημιουργία αρχείου: 23-1-2014.

Τελευταία ενημέρωση: 23-1-2014.