Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Κεντρική Σελίδα

Δογματικά

Το συνοδικό και ιεραρχικό πολίτευμα της Εκκλησίας ως χάρισμα * Οι Ορθόδοξες προϋποθέσεις των Συνόδων * Ο Συνοδικός Θεσμός * Χαρακτηριστικά Οικουμενικών Συνόδων * Τοπικές και Οικουμενικές Σύνοδοι: Σε τι διαφέρουν και πώς καθιερώθηκαν; * Το λειτουργικό επίπεδο τής Αποκάλυψης

Το πολίτευμα τής Ορθόδοξης Εκκλησίας

Ανασκόπηση τού Συνοδικου θεσμού

Παναγιώτης Ι. Μπούμης

Ομότ. Καθηγητής Παν/μίου Αθηνών

 

Επιγραμματικώς θα λέγαμε ότι το πολίτευμα τής Ορθόδοξης Εκκλησίας και όλων τών αυτοκεφάλων Ορθοδόξων Εκκλησιών είναι συνοδικό-ιεραρχικό.

 

Α. Εν πρώτοις η συνοδικότητα διαφαίνεται και υποδεικνύεται από τις «Πράξεις τών Αποστόλων». Πράγματι εκεί και ιδίως στο κεφάλαιο 15 έχουμε τις εξής χαρακτηριστικές εκφράσεις:

α) «Συνήχθησαν δε οι απόστολοι και οι πρεσβύτεροι ιδείν περί τού λόγου τούτου» (στίχ. 6), που ασχολούσε τότε τους χριστιανούς. Υπογραμμίζουμε το «συνήχθησαν», τ.έ. συγκεντρώθησαν, συναθροίσθησαν επί τω αυτώ.

β) «Πολλής δε συζητήσεως γενομένης αναστάς Πέτρος είπε προς αυτούς» (στ. 7). Τονίζουμε το «πολλής συζητήσεως γενομένης». Ο καθένας έλεγε τη γνώμη του με άνεση.

γ) «Εσίγησε δε παν το πλήθος και ήκουον Βαρνάβα και Παύλου εξηγουμένων όσα εποίησεν ο Θεός σημεία και τέρατα εν τοις έθνεσι δι' αυτών» (στ. 12). Εξαίρουμε τη «σιγή», τη σιωπή, τών συμμετεχόντων και την προσοχή τους (ακρόασή τους) στα λεγόμενα από τους επαίοντες στη σύνοδο.

δ) «Μετά δε το σιγήσαι αυτούς απεκρίθη Ιάκωβος (ο πρώτος Ιεράρχης Ιεροσολύμων) λέγων·» (στ. 13), που σημαίνει μετά πήρε το λόγο ο Ιάκωβος ο αδελφόθεος και είπε: «Συμεών (ο Πέτρος) εξηγήσατο» (στ. 14)... «και τούτω συμφωνούσιν οι λόγοι τών προφητών» (στ. 15)... «λέγει Κύριος ο ποιών ταύτα πάντα» (στ. 17). Εδώ βλέπουμε ότι ο προεξάρχων ιεράρχης επικαλείται και στηρίζεται και στην Αγία Γραφή, που είναι αυθεντικός λόγος τού Θεού. Αυτό είναι απαραίτητο σε κάθε Σύνοδο.

ε) «Τότε έδοξε τοις αποστόλοις και τοις πρεσβυτέροις συν όλη τη εκκλησία» (στ. 22). Στη συνάφεια αυτή υπενθυμίζουμε τους λόγους τού Γρηγορίου τού Θεολόγου: «Εκκλησία συστήματος και συνόδου εστίν όνομα» (Γρηγόριος ο Θεολόγος PG 55,493).

στ) «Έδοξεν ημίν γενομένοις ομοθυμαδόν (= ομοφρόνως και ομοφώνως)» (στ. 25). Πάλιν τονίζεται η συνάθροιση όλων μαζί με μία ψυχή, με μία πίστη και θέληση.

ζ) «Έδοξε γαρ τω Αγίω Πνεύματι και ημίν» (στ. 28). Μετά από αυτήν τη συνοδική διαδικασία είχαν την αίσθηση και την πεποίθηση (αυτομαρτυρία) ότι μαζί τους είχαν και το Άγιον Πνεύμα. Αυτό τους φώτιζε και τους οδηγούσε.

 Όπως βλέπουμε υποδεικνύεται και καθιερώνεται όχι μόνο το συνοδικό πολίτευμα γενικώς, αλλά και ο τρόπος διεξαγωγής τών εργασιών, τής λειτουργίας, τού συνοδικού πολιτεύματος, τού συνοδικού συστήματος.

 

Β. Αυτά ενισχύονται και από τους λόγους τού Αποστόλου Παύλου, τους οποίους απευθύνει προς τους πρεσβυτέρους-επισκόπους τής Εφέσου και όπου τους λέει: «Προσέχετε ουν εαυτοίς και παντί τω ποιμνίω, εν ω υμάς το Πνεύμα το Άγιον έθετο επισκόπους, ποιμαίνειν την Εκκλησίαν τού Κυρίου και Θεού, ην περιεποιήσατο δια τού ιδίου αίματος» (Πράξ. 20,28). Και από αυτούς τους λόγους συμπεραίνουμε ότι η εν λόγω υπεύθυνη διαποίμανση δεν περιορίζεται μόνο στην επαρχία τού καθενός επισκόπου, αλλά επεκτείνεται και σε όλη την Εκκλησία. Και αυτό ασφαλώς πιστοποιείται και πραγματοποιείται με τις Οικουμενικές Συνόδους, όπου καθορίζονται τα δόγματα και οι ιεροί κανόνες, τα οποία αφορούν όχι μόνο τους λαϊκούς πιστούς, αλλά και τους κληρικούς όλων τών βαθμίδων ακόμη και τους Πατριάρχες.

Ο χαρακτηρισμός, λοιπόν, τού πολιτεύματος τής Εκκλησίας ως συνοδικού είναι απολύτως δικαιολογημένος και κατοχυρωμένος από την Αγία Γραφή.

 

Γ. Ακόμη πρέπει να σημειωθεί ότι όχι μόνο δικαιολογημένος και κατοχυρωμένος από την Αγία Γραφή είναι ο συνοδικός θεσμός, αλλά και θεσμοθετημένος και νομοθετημένος είναι, και από τους ιερούς και θείους κανόνες: Έτσι ο λζ΄ (37ος) αποστολικός κανόνας που επικυρώθηκε και από την Πενθέκτη Οικουμ. Σύνοδο ορίζει: «Δεύτερον τού έτους σύνοδος γινέσθω τών επισκόπων, και ανακρινέτωσαν αλλήλως τα δόγματα τής ευσεβείας και τας εμπιπτούσας εκκλησιαστικάς αντιλογίας διαλυέτωσαν· άπαξ μεν... δεύτερον δε... ». Παρόμοιοι κανόνες είναι και οι: κ΄ Αντιοχείας, μ΄ Λαοδικείας, ε΄ τής Α΄ Οικουμενικής, ιθ΄ τής Δ΄, η΄ τής Πενθέκτης, στ΄ τής Ζ΄. Και αυτή η υποχρέωση να συγκαλούνται κάθε χρόνο μία-δύο σύνοδοι δεν αφορά μόνο τους Μητροπολίτες-αρχιεπισκόπους τών τοπικών Εκκλησιών, αλλά και τους Πατριάρχες, όπως αναφέρει και ο ιερός Φώτιος.

Πράγματι ο Μέγας Φώτιος στο Νομοκάνονα (τίτλ. Η΄, κεφ. η΄) γράφει: «Η β΄. και ιζ΄. διάταξις τού α΄. τίτλου τών νεαρών βούλονται, άπαξ ή δις τού έτους τω Ιουνίω, ή τω Σεπτεμβρίω γίνεσθαι συνόδους τών μητροπολιτών παρά τοις πατριάρχαις, και τών επισκόπων παρά τοις μητροπολίταις, και εξετάζεσθαι τας αιτίας, ας οι επίσκοποι, και οι κληρικοί, και οι μοναχοί προς αλλήλους έχουσι, περί τε πίστεως, και κανόνων, και πραγμάτων εκκλησιαστικών, και άλλων, και τα παρά τους κανόνας αμαρτανόμενα διορθούσθαι» (Γ. Ράλλη – Μ. Ποτλή, Σύνταγμα τών θείων και ιερών κανόνων, τόμ. Α΄, Αθήνησιν 1852, σελ. 155). Την άποψη αυτή υιοθετεί και ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, αφού γράφει: «Ο δε Φώτιος τίτλ. και κεφ. η΄... λέγει ότι προς μεν τους Μητροπολίτας, να γίνωνται σύνοδοι τών Επισκόπων, προς δε τους Πατριάρχας, να γίνωνται σύνοδοι τών Μητροπολιτών» («Πηδάλιον», σελ. 41-42, υποσ.).

Επίσης χαρακτηριστικός είναι και ο μ΄ (40ος) καν. τής Λαοδικείας, ο οποίος ορίζει: «Ότι ου δει (= δεν πρέπει) επισκόπους καλουμένους εις σύνοδον καταφρονείν, αλλ' απιέναι (= να πηγαίνουν) και διδάσκειν, ή διδάσκεσθαι (= να διδάσκονται), εις κατόρθωσιν (= πρόοδο) τής Εκκλησίας και τών λοιπών. Ει δε καταφρονήσειεν ο τοιούτος, εαυτόν αιτιάσεται (= ενοχοποιεί), παρεκτός ει μη δι' ανωμαλίαν απολιμπάνοιτο (= απουσιάσει)». Εδώ πρέπει να υπογραμμισθεί το γεγονός ότι οι σύνοδοι γίνονται για να διδάσκονται και οι επίσκοποι.

Έτσι δεν υπάρχει αμφιβολία για το συνοδικό πολίτευμα τής ορθόδοξης Εκκλησίας.

 

Δ. Αλλά δεν επικυρώνεται και δεν κατοχυρώνεται μόνον ο χαρακτηρισμός συνοδικό πολίτευμα, αλλά προβάλλει, διαφαίνεται και ωσαύτως κατοχυρώνεται και ο χαρακτηρισμός ιεραρχικό. Ήδη από ορισμένες εκφράσεις τών προμνημονευθέντων χωρίων τών «Πράξεων τών Αποστόλων» διακρίνεται η αρμοδιότητα και η ευθύνη τών αποστόλων-ιεραρχών για τη λήψη τής συνοδικής αποφάσεως, τ.έ. τής διαποιμάνσεως τής Εκκλησίας. Όπως είδαμε στην αποστολική σύνοδο, αφού κατά πρώτον έγινε «συζήτηση» και μάλιστα «πολλή» από πολλά μέλη τής συνόδου, ίσως και λαϊκά ακόμη, ενδιαμέσως αλλά και τελικώς, παίρνουν το λόγο οι απόστολοι Πέτρος, Παύλος, Βαρνάβας και Ιάκωβος, οι οποίοι θα λέγαμε σήμερα βρίσκονταν στην πυραμίδα τής εκκλησιαστικής ποίμνης και τής συνοδικής συναθροίσεως, ως ποιμενάρχες, ως ιεράρχες. Αλλά και οι λόγοι τού Παύλου στην Έφεσο, καθώς και οι αναφερθέντες ιεροί κανόνες ενισχύουν το χαρακτηρισμό ως ιεραρχικό το πολίτευμα.

 

Ε. Ωστόσο ο χαρακτηρισμός και ως ιεραρχικό το πολίτευμα τής Εκκλησίας μπορεί να εξαρτηθεί και να νοηματοδοτηθεί και από μία άλλη έννοια εκτός τής προηγουμένης: Ότι ο ιεράρχης, ο επίσκοπος φθάνει, προβιβάζεται στην βαθμίδα αυτή, αφού ιεραρχικώς περάσει από τις προηγούμενες βαθμίδες τής ιερωσύνης. Επ' αυτού χαρακτηριστικός και διαφωτιστικός είναι ο ι΄ καν. τής Σαρδικής συνόδου, ο οποίος ορίζει: «Εάν τις από τής αγοράς (π.χ. πλούσιος ή ρήτορας) αξιοίτο επίσκοπος γίνεσθαι, μη πρότερον καθίστασθαι, εάν μη και αναγνώστου, (και υποδιακόνου), και διακόνου, και πρεσβυτέρου υπηρεσίαν εκτελέση, ίνα καθ' έκαστον βαθμόν εάν περ άξιος νομισθείη, εις την αψίδα τής επισκοπής κατά προκοπήν διαβήναι δυνηθείη». Έτσι και εδώ στον κανόνα αυτό διαφαίνεται η ιεραρχική δομή τής ιερωσύνης και τής Εκκλησίας, η βαθμιαία άνοδος στην ιερωσύνη από τον κατώτερο κλήρο στον ανώτερο μέχρι τού βαθμού τού επισκόπου. Φυσικά πάνω από τον επίσκοπο πάλιν ιεραρχικώς είναι η τοπική, η γενική και η Οικουμενική Σύνοδος.

Μετά από όλα αυτά, νομίζουμε ότι διαφαίνεται-διαγράφεται σαφώς το συνοδικό-ιεραρχικό πολίτευμα τής Ορθόδοξης Εκκλησίας. Και αυτό ισχύει και για όλες τις ορθόδοξες Εκκλησίες, για όλες τις υπάρχουσες αυτοκέφαλες και για όλες τις νεοϊδρυόμενες.

Δημιουργία αρχείου: 7-12-2019.

Τελευταία μορφοποίηση: 7-12-2019.

ΕΠΑΝΩ