Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Κεντρική Σελίδα

Αγία Γραφή

Ο Ιστορικός Ιησούς και τα κριτήρια αξιοπιστίας * Ερμηνευτική κακοήθεια των εχθρών του Χριστιανισμού * Ημερομηνία γέννησης Χριστού * Αξιοπιστία Αποστόλων * Λάθος Διονυσίου * Η χρονολογία τής γέννησης τού Χριστού και οι απογραφές τού 1ου αιώνα * Υπήρξε η Ναζαρέτ ή πρόκειται για εφεύρεση των ευαγγελιστών; * Πέντε επιχειρήματα που δείχνουν ότι ο Ιησούς Χριστός πράγματι σταυρώθηκε * Μπορεί να αμφισβητηθεί πλέον η ιστορικότητα του Ιησού; * Ιησούς Χριστός και μυθικά αρχέτυπα * Περιεχόμενα και Εισαγωγή στο ψευδοντοκιμαντέρ Ζeitgeist * Σπίτι από την εποχή του Ιησού ανακαλύφθηκε για πρώτη φορά στη Ναζαρέτ

Το πρόβλημα της απογραφής κατά τη γέννηση τού Χριστού

και το ζήτημα της ιστορικής ακρίβειας

 

Πηγή: Μόσχου Γκουτζιούδη: "Ερμηνεία και πρόσληψη Ευαγγελικών κειμένων", σελ. 89-96.

 

Μπορεί το ζήτημα της απογραφής που αναφέρει ο Λουκάς να μην απασχόλησε τους αρχαίους εκκλησιαστικούς συγγραφείς αλλά στους σύγχρονους ερμηνευτές του κατά Λουκάν προκαλεί εδώ και πολλά χρόνια πονοκέφαλο. Η σύνδεση λοιπόν της γέννησης του Ιησού με την απογραφή του Κυρήνιου το 6 μ.Χ. είναι χωρίς αμφιβολία το σημαντικότερο ιστορικό πρόβλημα του ευαγγελίου του Λουκά.

 

Σε όλη τη διάρκεια της έντονης αυτής επιστημονικής συζήτησης έχουν επισημανθεί 5 βασικές δυσκολίες από τον Schürer που προκύπτουν από τη συγκεκριμένη προσπάθεια του ευαγγελιστή να τοποθετήσει τη γέννηση του Ιησού με περισσότερη χρονολογική ακρίβεια[1]:

α. Κατά την εποχή του Οκταβιανού δεν υπάρχει καμία πληροφορία για μία γενικής ισχύος απογραφή στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία.

β. Σύμφωνα με τις απαιτήσεις μιας ρωμαϊκής απογραφής δεν απαιτείτο ο Ιωσήφ να μεταβεί στον τόπο καταγωγής του.

γ. Κατά την εποχή τού Ηρώδη τού Μεγάλου δεν υπήρξε καμία απολύτως απογραφή.

δ. Ο Ιώσηπος που είναι η καλύτερη πηγή μας για τα γεγονότα της εποχής δεν γνωρίζει καμία απογραφή πριν από εκείνη του Κυρήνιου το 6 μ.Χ. Η πληροφορία μάλιστα ότι προκάλεσε εξέγερση δείχνει ότι ήταν η πρώτη φορά που εφαρμοζόταν για τους Ιουδαίους.

ε. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι ο Κυρήνιος δεν μπορεί να είχε αναλάβει τη διακυβέρνηση της Συρίας κατά το διάστημα που ίσως έγινε κάποια άλλη απογραφή πριν από το 6 μ.Χ. Είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε από ιστορικές πηγές τους επάρχους της Συρίας και την ακριβή διαδοχή τους με λεπτομέρειες.

Μετά την παρουσίαση των παραπάνω δυσκολιών οι ερευνητές κινούνται σε πέντε κυρίως κατευθύνσεις. Το πρόβλημα έχει να κάνει με την προσπάθεια να εναρμονιστεί η συνήθης ακρίβεια του Λουκά με τη χρονολόγηση της γέννησης του Ιησού από τον Ματθαίο. Αυτό που μας ενδιαφέρει εδώ είναι αφενός, αν υπήρξε κάποια άλλη απογραφή επί Οκταβιανού Αυγούστου και Ηρώδη του Μεγάλου και αφετέρου, αν υπήρξε περίπτωση να έχει πραγματοποιηθεί με ενέργειες του Κυρήνιου.

Μία από τις βασικότερες προσπάθειες επίλυσης του προβλήματος πρότεινε ότι η απογραφή που αναφέρει ο Λουκάς δεν μπορεί να είναι εκείνη του 6 μ.Χ. και εφόσον στα Ματθαίος. 2: 1 και Λουκάς 1: 5 έχουμε συμφωνία ότι ήταν ακόμη βασιλιάς ο Ηρώδης ο Μεγάλος[2] αναζητήθηκε κάποια άλλη άγνωστη απογραφή που δεν καταγράφηκε στις ιστορικές πηγές της εποχής.

Ο Ηρώδης ο Μεγάλος πέθανε 11 Απριλίου[3] του 4 π.Χ. και επομένως η γέννηση του Χριστού και η απογραφή το αργότερο που μπορεί να συνέβη, είναι πριν από αυτήν την ημερομηνία. Από τον θάνατο του Ηρώδη μέχρι την απογραφή του Κυρήνιου μεσολαβούν 10 χρόνια.

Ο Οκταβιανός πραγματοποίησε τρεις απογραφές προκειμένου να έχει εικόνα του πληθυσμού της αυτοκρατορίας. Ίσως το Λουκάς 2:1 να φανερώνει κάποια από αυτές[4]. Στην απογραφή της διήγησης τού Λουκά, αν δεχτούμε τις λεπτομέρειες σε ιστορική βάση, τότε φαίνεται πως είχε υιοθετηθεί από πλευράς Ρώμης η ιουδαϊκή συνήθεια να απογράφονται οι πολίτες στους τόπους καταγωγής τους. Η παρουσία της μητέρας του Κυρίου όμως, ως εφαρμογή της απαίτησης απογραφής και των συζύγων δεν φαίνεται πιθανή.

Μια άλλη υπόθεση θέλει τον Ηρώδη να έκανε αυτός την απογραφή ως αυτοκρατορικός εκπρόσωπος, αφού ο ίδιος είχε τη δικαιοδοσία να κόβει και να κυκλοφορεί νομίσματα με την προτομή του[5]. Τέτοιου είδους απογραφές συνέβησαν στη Συρία, στην Καππαδοκία και αλλού. Στη Σαμάρεια για παράδειγμα επιβλήθηκαν φορολογήσεις πριν την υπαγωγή της ως ρωμαϊκή επαρχία, όταν αυτή βρισκόταν υπό τη διακυβέρνηση του Ηρώδη του Μεγάλου.

Μια διαφορετική θεωρία προκειμένου να συμβιβαστεί η απογραφή του Κυρήνιου με τη βασιλεία του Ηρώδη πρότεινε κάτι διαφορετικό. Ο Ηρώδης των διηγήσεων της παιδικής ηλικίας του Ιησού είναι ο Ηρώδης ο Αρχέλαος και όχι ο πατέρας του, ο Ηρώδης ο Μεγάλος[6]. Σύμφωνα με αυτήν την υπόθεση ο Ματθαίος είναι εκείνος που έκανε το ιστορικό λάθος και όχι ο Λουκάς.

Εδώ υπάρχει και μια άλλη εναλλακτική ότι ο Ματθαίος προτίμησε τον Ηρώδη εξαιτίας του επεισοδίου της σφαγής των νηπίων. Ο ευαγγελιστής χρειαζόταν έναν αιμοσταγή τύραννο για την ιστορία που ήθελε να διηγηθεί και σίγουρα δεν υπήρχε καταλληλότερος. Έτσι στο Λουκάς 1:5 βασιλιάς της Ιουδαίας τιτλοφορείται ο Αρχέλαος, ο οποίος δεν αναφέρεται ποτέ με το όνομα Ηρώδης στην Κ.Δ. αλλά ούτε και στον Ιώσηπο. Αν και ο ίδιος χρησιμοποιούσε αυτόν τον τίτλο στα νομίσματα, εκείνος που του δόθηκε από τον Οκταβιανό ήταν εθνάρχης.

Η ιστορική αξιοπιστία της πληροφορίας του Ιωσήπου ότι η απογραφή του Κυρήνιου ήταν όντως καινοτομία και δεν συνέβη κάτι αντίστοιχο νωρίτερα, τέθηκε υπό αμφισβήτηση. Ίσως το πραγματικά νέο περιστατικό δεν ήταν η ίδια η απογραφή αλλά η εξέγερση που προκλήθηκε εξαιτίας της πολιτικής εξουσίας των Ρωμαίων.

Το γεγονός ότι οι ιστορικοί της εποχής δεν έχουν καταγράψει άλλη απογραφή νωρίτερα δεν σημαίνει φυσικά ότι δεν θα μπορούσε να έχει συμβεί. Ακόμη και η χρονολόγηση του Ιωσήπου για την απογραφή του Κυρήνιου το 6/7 μ.Χ. αμφισβητήθηκε ως πιθανή λύση του προβλήματος. Ο Λουκάς, όπως έχουμε ήδη σημειώσει, είναι ακριβής σε όλες τις υπόλοιπες περιπτώσεις που δίνει ιστορικές πληροφορίες. Αυτός είναι ο λόγος που οι ερευνητές προσπαθούν να βρουν λύση στην πέμπτη δυσκολία του Schürer χωρίς να αρνούνται την ιστορική ακρίβεια της λουκάνειας διήγησης.

Σε αυτή την περίπτωση η μόνη πιθανή λύση είναι να έγινε μια απογραφή νωρίτερα από τον Κυρήνιο πριν το 6 μ.Χ., αν του είχε ανατεθεί κάποια άλλη μορφή κυβερνητικής εξουσίας, και απλώς δεν το γνωρίζουμε. Μία επιγραφή γνωστή ως Lapis ή Titulus Tiburtinus η οποία ανακαλύφθηκε το 1764 και σήμερα φυλάσσεται στο Μουσείο του Βατικανού, έδωσε την αφορμή για την υπόθεση ότι ο Κυρήνιος είχε τη διακυβέρνηση της Συρίας δύο φορές στην καριέρα του[7]. Την πρώτη (10-7 π.Χ.) ως στρατιωτικός διοικητής δίπλα στον Σατορνίνο. Δεν είναι όμως βέβαιο ότι η επιγραφή αυτή αναφέρεται στον Κυρήνιο, αφού έχουν προταθεί και άλλοι υποψήφιοι. Νωρίτερα είχε ανακαλυφθεί άλλη μία επιγραφή στην Αντιόχεια της Πισιδίας στην οποία αναφερόταν το όνομα του Κυρήνιου[8]. Έπαρχος της Συρίας πάντως νωρίτερα ο ίδιος δεν υπήρξε, καθώς γνωρίζουμε όλους τους προηγούμενους και τις περιόδους που αυτοί είχαν το αξίωμα. Ήδη από τα τέλη του 19ου αι. προτάθηκε[9] ότι ο Κυρήνιος υπήρξε δύο φορές έπαρχος της Συρίας με την πρώτη να περιορίζεται στο 11/10-8/7 π.Χ. Για κάτι τέτοιο όμως δεν μπορούμε να βρούμε αποδείξεις.

Μία παρόμοια εναλλακτική θεωρία[10] θέλει τον Κυρήνιο απεσταλμένο στη Συρία το 4-1 π.Χ. μεταξύ της διακυβέρνησης των Κυντήλιου Βάρου και Γάιου Ουμμίδιου, διότι χρονικά είναι το μόνο κενό που υπάρχει στις πηγές. Η δυσκολία εδώ είναι ότι η πληροφορία για βασιλεία του Ηρώδη του Μεγάλου αναιρείται, αφού το 4 π.Χ. αυτός ήταν νεκρός και η απογραφή, αν πράγματι έγινε, είναι και πάλι μεταγενέστερη.

Άλλη μια εναλλακτική θεωρία σε σύνδεση με την προηγούμενη αφορά μια απογραφή που ενδεχομένως έγινε επί Κυντήλιου Βάρου αλλά τα αποτελέσματά της με σκοπό τη φορολόγηση τέθηκαν σε εφαρμογή επί Κυρήνιου γι’ αυτό και τότε μόνο σημειώθηκαν αντιδράσεις. Έτσι το όνομα του Κυρήνιου ήταν αυτό που συνδέθηκε με την απογραφή. Η λύση αυτή είναι ενδιαφέρουσα[11] αλλά το χρονικό διάστημα μεταξύ της απογραφής και της φορολόγησης είναι υπερβολικά μεγάλο.

Σχεδόν παρόμοια θεωρία είναι και αυτή που δέχεται την απογραφή να έγινε το 6 π.Χ. με έπαρχο της Συρίας έναν από τους προκατόχους[12] του Κυρήνιου, τον Σατορνίνο ή τον Βάρο και τον ίδιο τον Κυρήνιο ως διαχειριστή της προσπάθειας που πραγματοποιήθηκε. Η φράση όμως «ηγεμονεύοντος τής Συρίας Κυρηνίου» του Λουκά 2: 2 είναι αφοπλιστική και για την πρόταση αυτή.

Πέρα από την αντιμετώπιση της απογραφής ως πραγματικό ιστορικό γεγονός δεν έλειψαν και άλλες προτάσεις. Αν ο Λουκάς δεν αναφέρεται σε μια συγκεκριμένη απογραφή, έστω και αν αυτό δείχνει η διήγηση, τότε τι θα μπορούσε να είναι πέρα από λογοτεχνική επινόηση; Υποστηρίχθηκε και μάλιστα από τον Brown ότι θα μπορούσε να αποτελεί ένα μιδράς με μεσσιανικό χρωματισμό[13]. Ο αείμνηστος ρωμαιοκαθολικός κληρικός και ένας από τους σημαντικότερους ερευνητές της Κ.Δ. βρήκε στήριξη σε κάποια κείμενα του Ιουδαϊσμού και στα Εξαπλά του Ωριγένη με αφορμή το Ψαλμό. 86: 6 (Ο') όπου ο μεσσίας συνδέεται με μια απογραφή. Η θεωρία αυτή παρουσιάζει προβλήματα και επικρίθηκε από τον Bock[14], κυρίως διότι τίποτα στο λεξιλόγιο του Λουκά στη συγκεκριμένη διήγηση δεν θυμίζει το κείμενο των Ο'.

Ως ολότελα φανταστική αντιμετωπίζει τη σύνδεση της γέννησης του Ιησού με την απογραφή του Κυρήνιου ο Sanders[15]. Σύμφωνα με αυτόν δεν υπήρχε λόγος να απογραφεί ο Ιωσήφ στο χωριό ενός προγόνου του, ο οποίος έζησε 42 γενιές πριν. Ο Οκταβιανός ήταν ο πλέον λογικός από τους αυτοκράτορες και δεν θα έβαζε να ξεριζωθεί ολόκληρη η αυτοκρατορία. Σύμφωνα με αυτήν την πρόταση ο Λουκάς αποφάσισε να χρησιμοποιήσει το γεγονός της απογραφής του Κυρήνιου που ήταν κοντά στην εποχή του Ηρώδη του Μεγάλου ως αιτία της γέννησης του Ιησού στη Βηθλεέμ. Ο λόγος φυσικά είναι θεολογικός και περιορίζεται στη δαβιδική καταγωγή του μεσσία. Ο Fitzmyer πιστεύει πάλι ότι πρόκειται για μια απλή φιλολογική επινόηση για να δικαιολογηθεί η μετακίνηση[16]. Ο Λουκάς γνώριζε μια παράδοση που μαρτυρούσε ότι ο Ιησούς γεννήθηκε στη Βηθλεέμ και επιβεβαιώνεται από την εκδοχή του Ματθαίου και έτσι ο Fitzmyer πιστεύει ότι μη γνωρίζοντας πώς να αφηγηθεί τη γέννηση του Ιησού εκμεταλλεύτηκε τη μεταγενέστερη απογραφή.

Μια εντελώς διαφορετική πρόταση κάνει λόγο για αντιγραφικό λάθος στο κείμενο της διήγησης του Λουκά σχετικά με τη γραφή του ονόματος στο 2: 2. Έτσι αντί του ονόματος Κυρηνίου θα πρέπει να υπήρχε εκείνο του Σατορνίνου. Παραδόξως ο Τερτυλλιανός[17] είναι ο μόνος τους εκκλησιαστικούς συγγραφείς που λέει ρητά ότι η απογραφή έγινε από τον έπαρχο της Συρίας Σατορνίνο το 9-6 π.Χ. Η πρόταση αυτή δεν έχει καμία πιθανότητα, εφόσον δεν υπάρχει καμία μαρτυρία που να δείχνει κάτι τέτοιο. Η θέση του Brown ότι ο Τερτυλλιανός δεν εννοούσε την απογραφή του Λουκά 2: 2, εφόσον παντού σημειώνει ότι ο Ιησούς γεννήθηκε κατά το 41ο έτος του Αυγούστου είναι διαφωτιστική[18]. Ο υπολογισμός του Τερτυλλιανού αντιστοιχεί στο 3 ή 2 π. Χ. Ακόμη καλύτερα το συγκεκριμένο χωρίο από τον Τερτυλλιανό αποτελεί μέρος της επιχειρηματολογίας του συγγραφέα κατά των Δοκητών θέλοντας να αποδείξει την ανθρώπινη καταγωγή τού Ιησού.

Στην προσπάθεια επίλυσης του προβλήματος μπορούμε να διακρίνουμε και μια κατηγορία φιλολογικών εξηγήσεων. Μια πρώτη προσπάθεια από καθαρή φιλολογική προσέγγιση επιχείρησε να λύσει το δύσκολο πρόβλημα με μια νέα πρόταση. Η λεξιλογική διαφορά μεταξύ τών όρων "απογραφή" του Λουκά και "αποτίμησις" του Ιωσήπου στο κείμενο που έχουμε αναφέρει, διακρίνει σε δύο ενέργειες το γεγονός. Έτσι η απογραφή αποτελεί την καταγραφή των υπηκόων και συνεπώς την προετοιμασία των αρχείων για τη φορολόγηση, ενώ η αποτίμησις είναι η φορολογική εφαρμογή της απογραφής[19]. Σύμφωνα με αυτή τήν προσέγγιση, η διήγηση του Λουκά καταγράφει την πρώτη προσπάθεια, αλλά χρονικά αναφέρεται στη δεύτερη περίπτωση που ήταν η συνέπεια της πρώτης. Η λατινική λέξη census αποδίδεται στα ελληνικά και ως "απογραφή" και ως "αποτίμησις". Ο Λουκάς όμως δεν λέει ότι η απογραφή ολοκληρώθηκε αλλά ότι "εγένετο επί Κυρήνιου". Δυστυχώς όμως η λεξιλογική αυτή θεωρία δεν επιβεβαιώνεται ούτε από τον Λουκά, αλλά ούτε επίσης από τον Ιώσηπο[20].

Μπορούμε στο σημείο αυτό να αναφέρουμε μια διαφορετική, φιλολογική και πάλι λύση, η οποία προτάθηκε για την κατανόηση του Λουκά 2: 2. Σύμφωνα με αυτήν στον παραπάνω στίχο κάτι λείπει μεταξύ του πρώτου μέρους «αύτη απογραφή πρώτη εγένετο» και του δεύτερου «ηγεμονεύοντος τής Συρίας Κυρηνίου» και δεν συνδέεται μια νωρίτερη απογραφή με τον Κυρήνιο. Η λέξη πρώτη εδώ κατανοείται, όπως και σε άλλα σημεία στα ευαγγέλια, με την έννοια της προηγούμενης. Με άλλα λόγια ο Λουκάς λέει εδώ ότι η απογραφή κατά την οποία πήγαν ο Ιωσήφ και η Μαριάμ στη Βηθλεέμ έγινε πριν από εκείνη του Κυρήνιου του 6 μ.Χ. Η πρόταση αυτή δεν φαίνεται πιθανή και η σύνταξη του στίχου δεν συνηγορεί για κάτι τέτοιο. Μία ακόμη προσπάθεια, σχεδόν παρόμοια με την προηγούμενη εστίασε το ενδιαφέρον της και πάλι στη λέξη "πρώτη". Όπως στο Ιωάννης 15: 18 η λέξη πρώτη θα πρέπει να κατανοηθεί με τη σημασία του "πριν από". Με αυτή τη σημασία ο στίχος αποδίδεται ως: η απογραφή αυτή πραγματοποιήθηκε πριν ο Κυρήνιος γίνει έπαρχος της Συρίας[21]. Ο Λουκάς όμως δεν φαίνεται να χρησιμοποιεί έτσι τη λέξη εδώ.

Όλες οι φιλολογικές λύσεις είναι γεγονός ότι διακρίνουν την απογραφή του Λουκά 2: 2 από το πρόσωπο του Κυρήνιου. Καμία από αυτές ωστόσο δεν κατάφερε να γίνει πειστική. Αν ο Λουκάς κυριολεκτεί γράφοντας πρώτη απογραφή όταν ο Κυρήνιος έγινε έπαρχος της Συρίας, ίσως να γνωρίζει ότι και κάποιες άλλες απογραφές έγιναν κατά τη δική του διακυβέρνηση.

Μετά απ’ όσα προηγήθηκαν υπάρχει και μια πολύ πιο απλή λύση που θέλει τον ευαγγελιστή να έκανε απλά ένα ιστορικό λάθος[22]. Συνέπεια μιας τέτοιας αστοχίας από ιστορικής άποψης είναι όλες αυτές οι προσπάθειες που σημειώνονται προκειμένου να λυθεί το πρόβλημα που δημιουργεί στη χρονολόγηση της γέννησης τού Ιησού η απογραφή του Κυρήνιου. Σίγουρα δεν είναι ο μόνος. Ο Ειρηναίος προσδιόρισε τη γέννηση του Ιησού κατά το 42ο έτος της βασιλείας του Αυγούστου (44 π.Χ.- 42 = 2 π.Χ.)[23]. Ο Κλήμης ο Αλεξανδρέας υπολόγισε το 28ο έτος από το θάνατο του Μάρκου Αντώνιου και .της Κλεοπάτρας που δίνει πάλι το ίδιο έτος ή λίγο νωρίτερα. Ο Ιούλιος ο Αφρικανός, ο Ιππόλυτος Ρώμης και ο Ωριγένης με διαφορετικούς υπολογισμούς καταλήγουν στο 3/2 π.Χ. Ο Επιφάνιος διατηρεί δύο χρονολογίες το 4 και το 2 π.Χ. Ο Τερτυλλιανός και ο Ευσέβιος χρησιμοποίησαν και τους δύο συνηθέστερους υπολογισμούς (42ο έτος της βασιλείας του Αυγούστου και 28ο έτος από το θάνατο του Μάρκου Αντώνιου και της Κλεοπάτρας)[24]. Το 2 π.Χ. όμως ο Ηρώδης ήταν ήδη νεκρός και η προτεινόμενη χρονολογία είναι εσφαλμένη. Ασφαλώς δεν χρειάζεται εδώ να αναφέρουμε την περίπτωση του μοναχού Διονυσίου του μικρού στον οποίο οφείλουμε το χρονολογικό σύστημα με τις ενδείξεις π.Χ/μ.Χ. Αυτός τοποθέτησε τη γέννηση του Ιησού εσφαλμένα το 1 μ.Χ. υπολογίζοντας 754 χρόνια από κτίσεως Ρώμης.

Γεγονός πάντως είναι πως χωρίς επιπλέον στοιχεία δεν μπορούμε να καταλήξουμε σε μια απόφαση για το ζήτημα της απογραφής που μνημονεύει ο Λουκάς. Οι διαφορετικοί χρονολογικοί προσδιορισμοί των Λουκάς 1: 5 και 2: 2 δεν μπορούν να εναρμονιστούν. Ο πρώτος του Λουκά 1: 5 όμως, έχει επικρατήσει εδώ και αιώνες στην επιστήμη της Κ.Δ. και εφόσον επιβεβαιώνεται και από τον Ματθαίο είναι σωστός. Ο δεύτερος μπορεί να χρησιμοποιήθηκε και αυτή η χρήση αποδίδεται σίγουρα στον Λουκά, ο οποίος βρήκε πληροφορίες αλλά συγκεχυμένες, για να δικαιολογηθεί απλώς η μετακίνηση του Ιωσήφ και της Μαριάμ στη Βηθλεέμ. Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι το ευαγγέλιο γράφτηκε 70-80 χρόνια μετά τη γέννηση του Ιησού. Έτσι μια ιστορική πληροφορία βοήθησε αποφασιστικά την ενίσχυση μιας θεολογικής αντίληψης.

 

Χρήσιμα ιστορικά στοιχεία

Ο Ιώσηπος, όπως και ο Ευσέβιος, προτιμούν τη γραφή του ονόματός του ως Κυρίνιος. Το μεγάλο πρόβλημα που μας δημιουργεί εδώ ο ευαγγελιστής είναι ότι αν ο Ιησούς γεννήθηκε τη χρονιά της απογραφής, δηλαδή το 6 μ.Χ., η πληροφορία αυτή δεν συμφωνεί με εκείνη του Ματθαίου που την τοποθετεί επί Ηρώδη του Μεγάλου. Ο Ηρώδης ο Μεγάλος[25] πέθανε το 4 π.Χ. Αυτή είναι η χρονιά που θεωρείται από τους περισσότερους ιστορικούς η τελευταία του βίου του. Δεν είναι λίγοι όμως από την άλλη και όσοι θεωρούν εσφαλμένη την πληροφορία του Ιωσήπου[26] σχετικά με το θάνατο του Ηρώδη του Μεγάλου το 4 π.Χ. και προτείνουν το 1 π.Χ. Το πρόβλημα δυσχεραίνει και άλλο, αν κανείς σκεφτεί ότι και ο ίδιος ο Λουκάς τοποθετεί στο 1: 5 τα γεγονότα που σχετίζονται με τη γέννηση του Ιωάννη του Βαπτιστή επί Ηρώδη του Μεγάλου. Στον Λουκά 1: 56 ο ευαγγελιστής μας πληροφορεί επίσης ότι η Μαρία έμεινε τρεις μήνες με την Ελισάβετ, ενώ στον Λουκά 2: 1 με τη φράση «Εγένετο δε εν ταις ημέραις εκείναις» γίνεται ξεκάθαρο ότι ο Λουκάς αφηγείται γεγονότα που συνέβησαν την ίδια περίοδο. Το πρόβλημα που ταλανίζει τους ερευνητές είναι πως ο Λουκάς, ο οποίος δείχνει παντού στις διηγήσεις του ιστορικό ενδιαφέρον[27] και είναι συχνά ενημερωμένος για θέματα πολιτικής διοικήσεως και χρονολογιών, εδώ δίνει δύο χρονολογίες για το ίδιο γεγονός που είναι ασύμβατες μεταξύ τους.

Λουκάς 2: 2: "αύτη απογραφή πρώτη εγένετο ηγεμονεύοντας τής Συρίας Κυρηνίου".

Ο στίχος 2 έχει δημιουργήσει τα περισσότερα προβλήματα στην ενότητα, καθώς εδώ ο Λουκάς επιχειρεί να γίνει πιο συγκεκριμένος και χρονολογεί την απογραφή που διέταξε ο αυτοκράτορας Οκταβιανός, όπως μας είπε στον προηγούμενο στίχο, την εποχή που ήταν έπαρχος της Συρίας ο Κυρήνιος (Quirinius). Το Λουκάς 2: 2 αποτελεί σίγουρα τη συμβολή τού ευαγγελιστή στο υλικό που είχε στη διάθεσή του, στο οποίο πρόσθεσε τη δική του σφραγίδα με το γνώριμο ιστορικό ενδιαφέρον για το διηγούμενο γεγονός. Επιπλέον, ο Λουκάς μας ενημερώνει ότι η απογραφή αυτή ήταν η πρώτη. Αυτό σημαίνει είτε ότι η απογραφή συνέβη για πρώτη φορά στη συγκεκριμένη ρωμαϊκή επαρχία, είτε ότι ήταν η πρώτη και ακολούθησε και άλλη ή άλλες αργότερα. Η δεύτερη σημασία φαίνεται πιθανότερη. Ίσως επίσης ο Λουκάς γνωρίζει μόνο μία απογραφή αυτήν την περίοδο.

Η μετοχή "ηγεμονεύοντος" δεν δείχνει το αξίωμα ή τον τίτλο του Κυρήνιου, αλλά δηλώνει ότι αυτός είχε τη διακυβέρνηση. Οι ρωμαϊκές επαρχίες είχαν διοικητές που έφεραν τον τίτλο τού ανθύπατου. Αυτοί αποκαλούνταν όμως και έπαρχοι ή ύπατοι. Ο Λουκάς το γνωρίζει αυτό, όπως φαίνεται από το Πράξεις 13: 7.

Η Συρία έγινε ρωμαϊκή επαρχία το 64 π.Χ. με διοικητικό κέντρο την Αντιόχεια. Η Ιουδαία είχε ενταχθεί σε αυτήν και παρέμεινε μέχρι το 66 μ.Χ. Ο Πόπλιος Σουλπίκιος Κυρήνιος υπήρξε έπαρχος τής Συρίας (αυτός καλείται άλλοτε έπαρχος και άλλοτε ύπατος στις πηγές) κατά το διάστημα 6-9 μ.Χ., έχοντας νωρίτερα μια λαμπρή καριέρα ως στρατιωτικός και σύμβουλος. Ως απεσταλμένος τού αυτοκράτορα Οκταβιανού στη Συρία το 6 μ.Χ., ανέλαβε τη διοίκησή της. Την ίδια χρονιά ο γιος τού Ηρώδη τού Μεγάλου, ο Αρχέλαος εκθρονίστηκε από τους Ρωμαίους και έτσι η Ιουδαία τέθηκε υπό άμεση ρωμαϊκή διακυβέρνηση και συνδέθηκε με την επαρχία τής Συρίας[28].

Από το 6-41 μ.Χ. την Ιουδαία κυβερνούσε ένας Ρωμαίος απεσταλμένος που είχε τον τίτλο τού επιτρόπου (ο Πιλάτος είναι ο γνωστότερος), και βρισκόταν υπό τον έλεγχο τού εκάστοτε έπαρχου τής Συρίας. Ο Ιώσηπος μας πληροφορεί για την ανάληψη τών καθηκόντων, τη δράση του και την απογραφή και μπορούμε να στηριχτούμε σ την ακρίβεια που μας παρέχει.[29]

 

Σημειώσεις


1. Βλέπε αναλυτικά όλη την προβληματική και τις πηγές πληροφόρησης στην αγγλική έκδοση του Κ. Sohürer, The History of the Jewish people in the Age ot Jesus Christ, τ. 1, αναθεωρημένη έκδοση G. Vermes - F. Millar, T&T Clark, Edinburgh 1073, 407 - 427.

2. R. Ε. Brown, στο ίδιο, 547-548.

3. Αυτό το ξέρουμε χάρη σε μια έκλειψη που αναφέρει ο Ιώσηπος, ("Ιουδαϊκή Αρχαιολογία", 167). Με τη βοήθεια της αστρονομίας μπορεί να προσδιοριστεί με απόλυτη ακρίβεια η ημερομηνία. Βλ. D. L. Bock, στο ίδιο, 904.

4. Ο F. Βονοn. στο ίδιο, 83 είναι αυτής της γνώμης. Βλέπε τον πίνακα με όλες τις απογραφές των Ρωμαίων κατά τον 1ο αι. π.Χ. στο J. Vardaman, «Jesus' Life: A New Chronology», στο Chronos, Kairos, Christos: Nativity and Chronological Studies Presented to Jack Finegan, έκδ. J. Vardaman-E. M. Yamauchi, Eisenbrauns, Winona Lake 1989, 63,

5. Βλ. I. H. Marshall, στο ίδιο, 101 όπου αναφέρονται τρεις διαφορετικές υποθέσεις για κάποια απογραφή που θα μπορούσε να έχει γίνει από τον Ηρώδη τον Μεγάλο για λογαριασμό της Ρώμης.

6. Προτείνεται από τους J. D. Μ. Derrett, «Further Light on the Narratives of the Nativity”, NovT 17 (1975) 83-84 και M. D. Smith, «Of Jesus and Quirinius». CBC 62 (2000) 278-293.

7. J Nolland, στο ίδιο, 100.

8. R, Ε. Brown, στο ίδιο, 551.

9. Βλ. D. L. Bock, στο ίδιο, 907.

10. I. Η. Marshall, The Gospel of Luke, 103.

11. Αυτή προτιμά και ο πρώην πάπας. Βλ. Γ. Ράτσιγκερ (Πάπας Βενέδικτος ΙΣT') στο ίδιο, 77.

12. Βλ. τη διαδοχική σειρά των επάρχων της Συρίας στο υπόμνημα του R. Η. Stein, στο ίδιο, 105 ή στο R. Ε. Brown, στο ίδιο, 550.

13. R. Ε. Brown, The Birth of the Messiah, 417-418.

14. Βλ. D. L. Bock, «Is Matthew Midrash?». BSac 144 (1987) 157-180.

15. Ε. P. Sanders, To Ιστορικό Πρόσωπο του Ιησού, (μτφρ. Γ. Βλάχου), Αθήνα, εκδόσεις Φιλίστωρ, 1996, 155-157.

16. J. A. Fitzmyer, The Gospel according to Luke I-IX, 393.

17. Adversus Marcionem, 4, 19. Βλ. σχετικά I. Η. Marshall, στο ίδιο, 102 και J. A. Fitzmyer, στο ίδιο, 404. Στηριζόμενος στον Τερτυλλιανό μια τέτοια πρόταση για απογραφή και γέννηση του Ιησού κατά το 7/6 π.Χ. πρότεινε ο J. Μ. Rist, «Luke 2: 2: Making Sense of the Date of Jesus’ Birth», JTS 56 (2005) 489-491.

18. Βλ. R. E. Brown, στο ίδιο, 553 και υποσ. 19.

19. Για μια διαφορετική κατανόηση βλ. F. Βονοn, στο ίδιο, 83.

20. Βλ. D, L. Bock. Luke 1: 1-9:50, 908-909.

21. Ο J. A. Fitzmyer, The Gospel according to Luke I-IX, 401 αναφέρει ότι η πρόταση αυτή είχε εμφανιστεί ήδη τον 17ο αι. και αργότερα ενισχύθηκε από νεότερους ερευνητές. Βλ. στο ίδιο, 404-405.

22. J. Nolland, Luke 1-9:20, 99. Πρβλ. επίσης J. A. Fitzmyer, στο ίδιο, 392-393. J. Thorley, «The Nativity Census: What Does Luke Actually Say?», GR 26 (1979) 83.

23. Βλ. αναλυτικά πληροφορίες και πίνακες χρονολογιών στο κλασικό έργο του J, Finegan, Handbook of Biblical Chronology: Principles of Time Reckoning in the Ancient World and Problems of Chronology in the Bible, Princeton University Press, Princeton 1998, 288-291.

24. Εκκλησιαστική Ιστορία, 1, 5, 2.

25. Βλέπε το χρονολόγιο τού βίου τού Ηρώδη τού Μεγάλου στη μονογραφία τού P. Richardson, Herod King of the Jews and Friend of the Romans, University of South Carolina Press, Columbia 1996, xv-xx.

26. Για πρώτη φορά η παραδοσιακή χρονολογία αμφισβητήθηκε το 1966. Βλ. σχετικά H. W. Hoehner, "The Date of the Death of Herod the Great", στο Chronos, Kairos, Christos: Nativity and Chronological Studies Presented to Jack Finegan, έκδ. J. Vardaman-E. M. Yamauchi, Eisenbrauns, Winona Lake 1989, 101. Παράβαλλε επίσης πορίσματα τής νεότερης έρευνας στο R. J. Jachowski, "The Death of Herod the Great and the Latin Josephus: Re-Examining the Twenty-Sekond Year of Tiberius". JGRChJ 11 (2015) 9-18.

27. Βλέπε το άρθρο τού Σ. Δεσπότη, "Ο Λουκάς ως Ιστορικός και Ευαγγελιστής", Σύναξη 107 (2008) 4-16.

28. Βλέπε σχετικά Κ. Ζάρρα, Ιστορία τών Χρόνων τής Καινής Διαθήκης (515 π.Χ. - 135 μ.Χ.), Έννοια, Αθήνα 2012, 547 και Α. H. J. Gunneweg στο ίδιο, 382,383.

29. "τής δ' Αρχελάου χώρας υποτελούς προσνεμηθείσης τη Σύρων πέμπεται Κυρίνιος υπό Καίσσαρος ανήρ υπατικός αποτιμησόμενος τε τα εν Συρία και τον Αρχελάου αποδωσόμενος οίκον". Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, 17, 355. Για τον Κυρήνιο μας πληροφορούν επίσης ο Τάκιτος και ο Στράβωνας.

Δημιουργία αρχείου: 1-4-2021.

Τελευταία μορφοποίηση: 1-4-2021.

ΕΠΑΝΩ