Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας Ενότητες: Ιεραποστολή και Προτεσταντισμός

 

Αποστολή Εξετελέσθη

Ντέιβιντ Χάντσον
 

"Η Βασιλεία του Θεού βιάζεται, και οι βιαστές την αρπάζουν" είπε ο Κύριος. Δεν βιάζει η Βασιλεία του Θεού κανέναν, για να τον εισαγάγει πιεστικά. ΑΥΤΗ είναι που βιάζεται από εκείνους που με ζήλο και επιμονή, με αγώνα και αγωνία για τον Θεό, Τον προσεγγίζουν αναζητώντας την Εκκλησία Του. Άνθρωποι σαν τον πρώην Βαπτιστή Ντέιβιντ Χάντσον και την οικογένειά του, χωρίς καμία προσπάθεια να προσηλυτισθούν, με την κατεύθυνση του Αγίου Πνεύματος, ανακάλυψαν την Εκκλησία του Χριστού που αγνοούσαν. Αυτή είναι και η δύναμη της Εκκλησίας. Η αλήθεια που ελκύει τους δικαίους, όπως το φως τις πεταλούδες.

Λίγο μετά την άφιξή μου στην Ρουμανία ως ευαγγελικός ιεραπόστολος το 1993, ένας Βαπτιστής πάστορας με τον οποίον συνεργαζόμουν μου είπε «Έχεις την εντύπωση πως ήρθες την Ρουμανία να κάνεις κάτι για τον Θεό, αλλά είναι πιθανό να θέλει Αυτός να κάνει κάτι για σένα».

Η αλήθεια είναι πως βρισκόμουν σε ένα συνεχές προσκύνημα, από τότε που ήμουν παιδί με μια περίεργη δίψα για πνευματικά πράγματα, όμως δεν το περίμενα πως η αναζήτησή μου θα τελείωνε στην Ρουμανία.

Ανατράφηκα μέσα στο συντηρητικό κίνημα Wesley, και βαπτίστηκα στην ηλικία των 8. Από παιδί ακόμα, ήμουν διατεθειμένος να υποστηρίζω μόνος μου τις θρησκευτικές πεποιθήσεις μου, και επεδίωκα να βιώνω ένα συνεπή Χριστιανικό βίο. Έμαθα να παίζω πιάνο όταν ήμουν στις πρώτες τάξεις του Γυμνασίου, και σε λίγο καιρό, η ταυτότητά μου κυριεύθηκε ολότελα από την μουσική διακονία.

Στις εκκλησίες των νεανικών μου χρόνων υπήρχε μια έντονη έμφαση στην εσωτερική αλλά και στην εξωτερική αγιότητα. Όμως, απογοητεύθηκα σαν φοιτητής Βιβλικού Κολλεγίου, όταν διαπίστωσα πως  (1) ο «ολοκληρωτικός καθαγιασμός»  που περιμέναμε να λάβουμε αυτόματα δεν λειτουργούσε, όχι μόνο σε μένα, αλλά ακόμα και στους εκκλησιαστικούς ηγέτες που θαύμαζα και (2) βρισκόμουν μέσα σε ένα θρησκευτικό γκέτο και έπρεπε να βρω την αληθινή Εκκλησία. Βρήκα τον δρόμο προς την Αναμορφωμένη πίστη, η οποία φαινόταν να είναι αυτό που ζητούσα: χωρίς συντομεύσεις, χωρίς επιφανειακές δηλώσεις αναμαρτησίας, με μπόλικη «Χριστιανική ελευθερία», και ό,τι δεν μπορούσε να εξηγηθεί αλλιώς, «αρπαζόταν» από την μεγάλη και μυστηριώδη επικυριαρχία του Θεού.  Το γεγονός πως ήταν μια πιο διανοητική μορφή πίστης με γοήτευε επίσης εκείνη την εποχή, καθώς βρισκόμουν σε διαδικασία «ανοδικής κινητοποίησης».

Μετά τον γάμο μου όμως, εντάχθηκα στην ηγεσία ενός ανεξάρτητου ευαγγελικού ποιμνίου, όπου η θεολογία «μου» ήταν ανεκτή, αρκεί να μην εμπόδιζε το έργο της αναπτυσσόμενης εκκλησίας μας. Τα πάντα ήταν υποταγμένα στον ευαγγελισμό, τα πάντα ήταν «φιλικά προς τον χρήστη», ο επισκέπτης ήταν βασιλιάς, και ο αεί συντηρητικός Χριστιανισμός μας εμπορευόταν αποδοτικά, κινούμενος προς τα πάνω, σε αυτό που ονομάζαμε «περιοχή στόχου». Η μουσική διακονία μου μπήκε σε δεύτερη μοίρα, καθώς αναλάμβανα όλο και περισσότερες διοικητικές ευθύνες, ώσπου κατέληξα να υπηρετώ ως Διοικητικός Πάστορας.

Όλη αυτή η δραστηριότητα και επιτυχία με την ατελείωτη πίεση ήταν επιζήμια για τις ψυχές μας, και αισθανθήκαμε πως κάτι λείπει μέσα σ’ όλα αυτά. Καθώς έγινα μεσήλικας, αποφασίσαμε να φρενάρουμε αυτή την υπερταχεία, παμφάγα διακονία-επιχείρηση, και να αρχίσουμε μια δεύτερη καριέρα, με ιεραποστολές. Ονειρευόμουν χρόνια να κάνω μουσική διακονία στην Ευρώπη, και έτσι, αποφασίσαμε πως ήρθε ο καιρός να το κάνουμε. Αφού διαθέσαμε κάποιο σχετικό χρόνο σε επανεκπαίδευση και συγκέντρωση χρηματικής υποστήριξης, φύγαμε για την πανεπιστημιούπολη της Cluj-Napoca, στη Ρουμανία: Η σύζυγός μου Μαρία και εγώ, και οι τρεις κόρες μας, Χάϊντι, Χέδερ και Χάννα.

Παρά τις όποιες δύσκολες προκλήσεις, προσαρμοστήκαμε μια χαρά, και μετά από πολλά χρόνια σημειώσαμε σταθερή πρόοδο. Μάθαμε την γλώσσα, τα κορίτσια πήγαιναν σε δημόσια σχολεία, μάλιστα καταφέραμε να αγοράσουμε ένα διαμέρισμα με σκοπό να μείνουμε μακροπρόθεσμα.  Συνεργαζόμασταν με εκκλησίες Βαπτιστών πάνω στην ανανέωση της λατρείας, προ παντός στον χώρο της μουσικής, και είχα κιόλας αρχίσει να συνθέτω μερικά καλοδεχούμενα τραγούδια στην Ρουμανική γλώσσα.

Τότε ακριβώς, η ζωή μας απότομα αναποδογυρίστηκε ολόκληρη από την Ορθοδοξία, και τόσο σαρωτικά, όσο το χτύπημα ενός κυκλώνα του Κάνσας.

Δεν είχα τίποτε εναντίον της Ορθοδοξίας όταν πρωτοήρθα σαν ευαγγελικός απεσταλμένος σε μια κατ’ εξοχήν Ορθόδοξη χώρα.  Δεν θεώρησα τον εαυτό μου απειλή ή συναγωνισμό στην πίστη της πλειοψηφίας.  Πίστευα όμως πως η Ορθόδοξη Εκκλησία – όπως όλες οι παλαιότερες εκκλησίες άλλωστε – ήταν κατά βάσιν νεκρή. Εγώ όμως ήθελα να πιστεύω πως είχε μέσα της λίγη ζωή και πως «σήκωνε» ανανέωση.  Με μια πλουραλιστική «ανοιχτομυαλοσύνη», ξεκίνησα να ψάχνω για το καλό εκείνο στοιχείο της Ορθοδοξίας,  υποθέτοντας πως οι ρίζες του Ρουμάνικου ευαγγελισμού πρέπει να βρίσκονται μέσα στην Ρουμάνικη Ορθοδοξία.

Κατά σύμπτωση, είχα διαβάσει το βιβλίο «Γενόμενος Ορθόδοξος» όταν εκπαιδευόμουν στην ιεραποστολή, και εντυπωσιάστηκα με όσα διάβασα. Όμως δεν είδα πολλά πράγματα μέσα στη Ρουμανία που να θυμίζουν εκείνη την λαμπερή παρουσίαση του Peter Gilquist.  Η Ορθοδοξία φάνταζε κουρασμένη, μπαγιάτικη, επιφανειακή, δεισιδαίμων, τρομακτικά τυπική, ή – όπως το σχολίασε κάποιος – «φεουδαλική».  Παραχώρηση και διάβρωση, και μια μουσειακού στυλ προσήλωση στο παρελθόν, ήταν οι εντυπώσεις που αποκόμισα από τους μη-Ορθοδόξους ανθρώπους που συναναστράφηκα.  Οι λειτουργίες μέσα στον Καθεδρικό Ναό θύμιζαν όπερα χωρίς πλοκή, και δεν έμοιαζε να έχει σημασία αν μπορούσες να παρακολουθήσεις τι γινόταν εκεί.  Απείχε έτη φωτός από τους υπερκείμενους προβολείς και της διδακτικής έμφασης των εκκλησιών με τις οποίες είχα εξοικειωθεί!  Σε μια άλλη εκκλησία στο άλλο άκρο της πόλης, όπου τρύπωνα μέσα καμμία φορά για να προσευχηθώ,  έβλεπα ανθρώπους να μπαινοβγαίνουν συνεχώς κατά την διάρκεια της Θείας Λειτουργίας – αν μπορούσες να την αποκαλέσεις έτσι – με σχεδόν τον ίδιο τρόπο που ο ιερέας εμφανιζόταν και εξαφανιζόταν συνεχώς πίσω από την κουρτίνα του τέμπλου. Ο ψάλτης έμοιαζε να είναι μεταξύ βαρυεστημάρας και αφηρημάδας: μια ρουτίνα ήταν όλα αυτά για εκείνον.  Γιατί δεν ενδιαφερόταν κανείς τους άραγε, να επικοινωνήσει με τον επισκέπτη;

Όπως μου είπε πρόσφατα ένας Ρουμάνος «ντουχόβνικ», είναι στ’ αλήθεια ένα θαύμα ότι γίναμε Ορθόδοξοι στην Ρουμανία.  Ουδείς ουδέποτε κινήθηκε να μας μεταστρέψει.

Πεπεισμένος ότι πρέπει να υπήρχαν πολλά περισσότερα στην Ορθοδοξία από αυτά, συνέχιζα να θέλω να εξιχνιάσω τι βρισκόταν στο βάθος της, παρ’ ότι ήμουν υπερβολικά απασχολημένος για να διαθέσω πολύχρόνο. 

Η ευκαιρία δόθηκε επί τέλους να γνωρίσω ένα «ευαγγελικό» ιερέα – ακριβώς αυτό που ζητούσα. Ήταν νέος, ακόμα φοιτούσε στην ιερατική σχολή, και ήταν στο τέταρτο έτος της διακονίας του, σε ένα απόμερο, ερειπωμένο χωριό. Ο πατήρ Ιουστινιανός είχε ανατραφεί μέσα σε μία ευλαβή οικογένεια Ορθοδόξων και είχε υποστηρίξει την πίστη του την εποχή του κομμουνισμού σαν έφηβος τότε, και τώρα ήταν μέσα στον κλήρο.  Διόλου τυπολάτρης ή επιφανειακός στην πίστη του, ήταν πεπεισμένος για τις δηλώσεις του Gillquist (και άλλων σήμερα) που είχα διαβάσει.  Μετά από κάμποσες συζητήσεις, τον παρακάλεσα να τελέσει μια Θεία Λειτουργία κατά τρόπον ώστε να την κατανοήσω.  Με οδήγησε μέσα στο ιερό, στην Αγία Τράπεζα, και μου εξήγησε όσα χρειάζονταν, επιτρέποντάς μου να παρακολουθώ την κάθε του κίνηση και να ακούω την κάθε του προσευχή.  Εκείνη ακριβώς την ημέρα, «τρώθηκα» από την Ορθοδοξία.  Ήμουν βέβαιος πως είχα έρθει σε επαφή με μια χάρη και μια δύναμη και μια αγιότητα που δεν είχα βιώσει ποτέ.  Ήταν απροσδόκητο.  Ήταν καθηλωτικό.

Τι να κάνω; Η ιεραποστολική μας καριέρα μόλις απογειωνόταν, και η οικογένειά μας μόλις είχε αρχίσει να νοιώθει βολικά μετά από το τραύμα του εκριζωμού, της μετάθεσης, του πολιτισμικού εγκλιματισμού.  Ήμασταν ολοκληρωμένοι και ενθουσιώδεις για το μέλλον.  Δεν τολμούσα καν να το συζητήσω με την σύζυγό μου. Γνώριζα πως αυτό θα σήμαινε μεγάλη αναστάτωση στη ζωή μας – υπερβολικά μεγάλη.  Εκείνη ακριβώς την χρονική στιγμή, είχαμε επίσης προγραμματίσει την θερινή άδειά μας στην Αμερική.  Όταν γυρίσαμε, συνέχιζε να με στοιχειώνει η Ορθοδοξία, και ένοιωθα αναγκασμένος να κάνω κάποια βήματα να την «κυνηγήσω».  Και όμως, όλα όσα είχαμε κοπιάσει και υποφέρει να οικοδομήσουμε σαν οικογένεια, ήταν τώρα μετέωρα.  Όταν το πήρε είδηση η σύζυγός μου, μου επισήμανε πως κατά την γνώμη της τα κορίτσια δεν θα το άντεχαν αυτό.  Αλλά, καθώς άρχισε να μελετά και να προσεύχεται για αυτό, άρχισε και αυτή να διακρίνει την πραγματικότητα της Ορθοδοξίας.

Κατόπιν συζητήσεως με την ηγεσία της ιεραποστολικής κοινότητας, αποφασίσαμε πως πρέπει να παραιτηθούμε, προκειμένου να ακολουθήσουμε την νεοεμφανισθείσα (και εύθραυστη) ανακάλυψή μας.  Μέχρι τα μέσα του καλοκαιριού του 1995, βρεθήκαμε «μπλεγμένοι» σε μια σπαραξικάρδια σύγκρουση με αγαπημένα μας πρόσωπα, οι οποίοι ένοιωσαν προδομένοι και εξαπατημένοι. Μέχρι το τέλος του καλοκαιριού, η «ιεραποστολική καριέρα» μας είχε τελειώσει. Παραγκωνισθήκαμε και εγκαταλειφθήκαμε.

Εκείνη την στιγμή καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι είχαμε κάνει λάθος με την Ορθοδοξία, η εμπιστοσύνη είχε χαθεί και δεν ήταν δυνατόν να επανέρθουμε στην διακονία μας.

Αποσυρθήκαμε σε ένα έτος «εξορίας», δουλεύοντας σε εργασίες με χαμηλό εισόδημα για να επιβιώσουμε και κάνοντας προσπάθειες να συμμαζέψουμε τα μυαλά μας.  Τι είχε συμβεί;  Τι πήγε στραβά; Πώς ήταν δυνατόν να εκτροχιασθήκαμε τόσο εύκολα, μετά από μια ολόκληρη ζωή Χριστιανικής διδαχής και ενεργούς διακονίας;  Η Ορθοδοξία φάνταζε τότε τόσο όμορφη, τόσο σωστή. Μας είχε δώσει μια νέα προοπτική στα αναπάντητα ερωτήματα και στις ακόρεστες πείνες της πνευματικής μας ζωής.  Ήταν ένα καινό παράδειγμα, το οποίο ξαφνικά τακτοποιούσε τα πάντα στη θέση τους, χωρίς να περισσεύει τίποτε, ούτε να εκτοπίζει τίποτε έξω από το δογματικό της πλαίσιο, όπως  γίνεται στα δογματικά συστήματα τα οποία γνωρίζαμε. Είχε φανεί τόσο αληθινή, τόσο πραγματική, τόσο πιο πνευματική απ’ όσα είχαμε γνωρίσει.  Είναι δυνατόν να ήταν όλα μια φαντασία όπως μας έλεγαν κάποιοι, ή ένα βδέλυγμα όπως μας έλεγαν άλλοι;

Προσπαθήσαμε να μαζέψουμε τα κομμάτια μας και να συνεχίσουμε την ζωή μας.  Τα κορίτσια ήταν συντετριμμένα, και η εμπιστοσύνη τους σε μας και στους άλλους είχε βαθύτατα τραυματισθεί. Νοιώθαμε παράλυτοι και χαμένοι.  Είχαμε αντικρύσει υπερβολικά το νέο φως, για να γυρίσουμε πίσω στον προηγούμενο τρόπο του να είμαστε Χριστιανοί.  Δεν ήταν δυνατόν να ξαναγίνουμε ευαγγελικοί, και μιας και δεν μπορούσαμε να είμαστε ούτε Ορθόδοξοι, προσπαθήσαμε να χαράξουμε δική μας πορεία, συνδυάζοντας τα καλύτερα από τις δύο αυτές πηγές.  Ήταν μια απεγνωσμένη προσπάθεια να βγάλουμε κάποια άκρη από όσα συνέβαιναν, και να ικανοποιείται παράλληλα και η απεγνωσμένη δίψα μας για Ορθοδοξία.

Σε μια τέτοια κατάσταση του νου, επιστρέψαμε στην Ρουμανία μόνοι μας, μετά το «έτος εξορίας».  Ήταν προφανές πως έπρεπε να επιστρέψουμε, για διάφορους λόγους.  Είχαμε αφήσει το διαμέρισμά μας, το αυτοκίνητο, και τα υπάρχοντά μας «μετέωρα».  Είχαμε αφήσει πίσω  φίλους και συνεργάτες χωρίς να τους πούμε αντίο, ή να τους δώσουμε εξηγήσεις.  Η μεγαλύτερή μας κόρη, η Χάϊντι, επρόκειτο να εισαχθεί στο Πανεπιστήμιο του Cluj, έτσι, ανασκουμπωθήκαμε, συγκεντρώσαμε την εύθραυστή μας πίστη και γυρίσαμε πίσω.  Φυσικά, το θέμα που εκκρεμούσε ήταν πάντα η Ορθοδοξία.  Έπρεπε να γυρίσουμε «στον τόπο του εγκλήματος», να πείσουμε τους εαυτούς μας, προς την μία ή την άλλη κατεύθυνση.

Μας ξαναδέχθηκαν ευγενικά στην πρώην μουσική διακονία των Βαπτιστών, και προσπαθήσαμε να βάλουμε σε λειτουργία ένα Προτεσταντικό περιβάλλον με Ορθόδοξα ιδεώδη.  Φαινόταν αρκετά επιτυχές προς τα έξω, αλλά προς τα μέσα δεν ήταν ικανοποιητικό. Ξέραμε πως έπρεπε να δώσουμε άλλη μια ευκαιρία στην Ορθοδοξία. Μια πραγματική ευκαιρία αυτή τη φορά.

Έτσι, το καλοκαίρι του 1997, κάναμε την βουτιά και αρχίσαμε να πηγαίνουμε στην Θεία Λειτουργία τα πρωινά της Κυριακής. Μέσω του πατρός Gordon Walker του Ιερού Ναού Αγίου Ιγνατίου στο Franklin, Tennessee (τον οποίον γνωρίσαμε το 1995)  συνάψαμε φιλία με Αμερικανούς προσήλυτους οι οποίοι είχαν έλθει στο Cluj ως ιεραπόστολοι. Ο Κρέϊγκ και η Βικτόρια Goodwin μας υπέδειξαν μια Ορθόδοξη, ημερήσια έκδοση «ΔΥΝΑΜΙΣ» - μια διακονία της οικείας εκκλησίας τους, ο Καθεδρικός Ναός του Αγίου Γεωργίου στο Wichita (η ιστοσελίδα τους είναι: www.dynamis.cjb.net ).  Έχοντας την «ΔΥΝΑΜΙ» ως μέσον πειθαρχίας για την ημερήσια μελέτη της Αγίας Γραφής, τα πράγματα άρχισαν να μπαίνουν στη θέση τους. Ερωτήσεις άρχισαν να βρίσκουν απαντήσεις.  Επίσης αρχίσαμε να ξεπερνούμε το αίσθημα δέους και να γνωριζόμαστε με περισσότερους ιερείς και λαϊκούς που μας εντυπωσίαζαν με τις πραγματικά Χριστιανικές καρδιές και ζωές τους.  Ο Αρχιεπίσκοπος του Cluj Βαρθολομαίος μας έδωσε την ευλογία του να αρχίσουμε την μετάφραση της «ΔΥΝΑΜΗΣ» στα Ρουμάνικα και να το εκδίδουμε σαν συμπλήρωμα της μηνιαίας έκδοσης της Αρχιεπισκοπής.

Σε όλη αυτή την διαδρομή, κανείς δεν έκανε προσπάθεια να μας προσηλυτίσει πιεστικά, και ακόμα όταν αργότερα ζητήσαμε να μας δεχθούν μέσα στην Εκκλησία μέσω Χρίσματος, κανείς δεν έδειξε βιασύνη.  Μάλλον εμείς αδημονούσαμε για αυτό!

Η Μαρία, η Χάϊντι και εγώ χριστήκαμε το Πάσχα 1998, στο χωριό όπου τώρα υπηρετεί ο πατήρ Ιουστινιανός.  Τι ειρήνη ήταν αυτή που καταστάλαξε πάνω μας, όταν επί τέλους βγήκαμε από την φουρτουνιασμένη θάλασσα της πλουραλιστικής, ιδιότροπης και εκλεκτικής Χριστιανοσύνης και μπήκαμε μέσα στην κιβωτό της ιστορικής, αρχικής, συνεχιζόμενης ζωής της Εκκλησίας!   Η Χέδερ επέλεξε να παραμείνει ενεργό μέλος στο σχολείο και την εκκλησιά των Βαπτιστών, και, έχοντας αντιμετωπίσει τέτοιο τραύμα με την μεταστροφή μας, αισθανθήκαμε πως χρειάζεται την ελευθερία να προσέλθει στην Ορθοδοξία όταν και εάν η ίδια είναι έτοιμη.   Η Χάννα βαπτίσθηκε λίγες εβδομάδες μετά το φετινό Πάσχα (1999), λίγο πριν τα δωδέκατα γενέθλιά της.  Ήταν μια θαυμάσια τελετή, και μια υπέροχη μαρτυρία που πρέπει να μοιρασθεί με όσους έχουν πάρει το βάπτισμα σαν κάτι δεδομένο.  Με αυτόν τον οδοδείκτη, νοιώσαμε πως εισήλθαμε ακόμα ένα βήμα πιο βαθειά στην ειρήνη της Εκκλησίας και πως κλείσαμε άλλο ένα κεφάλαιο στο προσκύνημά μας.

Η μεταστροφή δεν είναι εύκολο πράγμα, είτε πριν είτε μετά το Χρίσμα. Είναι τόσα πολλά που μπορούμε να μάθουμε, και είναι τόσο δύσκολο να ξαναγυρίσουμε στο δημοτικό σχολείο μετά από μια ολόκληρη ζωή αρχηγίας.  Κατά κάποιον τρόπο, είναι σαν να μεταναστεύει κανείς σε μια νέα χώρα. Παίρνεις το εισιτήριό σου και φεύγεις – αυτό είναι σαν όταν είσαι κατηχούμενος. Εν καιρώ, πολιτογραφείσαι – αυτό είναι σαν το Χρίσμα. Όμως πρέπει και να προσαρμοσθείς στον νέο αυτό πολιτισμό, και να βρεις την θέση σου εκεί – αυτό είναι σαν την ενεργό διαδικασία εξεύρεσης της σωτηρίας σου όταν είσαι πια μέσα στην Εκκλησία.  Βολικές απαντήσεις και ταχείες λύσεις δεν είναι μέρος της αληθινής Χριστιανοσύνης.  Προσφέρεται όμως μια πραγματική ευκαιρία σε όσους «αγωνίζονται για το έπαθλο» της απόκτησης του πλούτου που μας προσφέρει η νέα Πατρίδα.

Αυτό σημαίνει πως δεν υπάρχουν εμπόδια και παγίδες μέσα στην Ορθόδοξη Εκκλησία;  Όχι. Προφανώς υπάρχουν πολλοί πολίτες στην νέα αυτή χώρα οι οποίοι μαραζώνουν από πνευματική πενία και ασθένεια, και οι οποίοι – παρά την πολιτογράφηση – δεν καλλιεργούν τα χαρακτηριστικά και τις ευκαιρίες που αυτή τους προσφέρει.  Υπάρχουν όμως και τα εξέχοντα παραδείγματα «επιτυχίας», τα οποία μας δείχνουν τον δρόμο.   Καθώς νεκρωνόμαστε σε όλα όσα είναι κίβδηλα και ανάξια – πρωτίστως μέσα μας – ανακαλύπτουμε τον εαυτόν μας να αναγεννάται κατά τι πιο ανθρώπινος, πιο αληθινός, πιο ειρηνικός, πιο κατασταλαγμένος, πιο επουλωμένος, πιο αγαπητικός, πιο συγχωρητικός, και μάλιστα ενόσω παραμένει αμαρτωλός.  Αυτό είναι η Ορθοδοξία. Μας προσφέρει αληθινή αγιότητα, και την επανάκτηση του «καθ’ ομοίωσιν» του Θεού.  Δεν μας δίνονται θεωρίες, αλλά τα μέσα.

Ο πατήρ Ραφαήλ Noica, εξέχων Ρουμάνος ντουχόβνικ και μεταστραφείς ο ίδιος στην Ορθοδοξία, λέει πως η Ορθοδοξία είναι η αληθινή φύση του ανθρώπου - «ερυθρού, κίτρινου, μαύρου ή λευκού».  Όταν επιστρέφουμε στο σπίτι μας, στην Ορθοδοξία, «ξαναβρίσκουμε» τον εαυτόν μας, γινόμαστε ο πραγματικός μας εαυτός.  Κύριε, πού αλλού θα μπορούσαμε να πάμε;

Τώρα γνωρίζουμε γιατί ο Κύριος μας έφερε στην Ρουμανία. Το έργο μας ήταν να βρούμε την δική μας σωτηρία, με φόβο και με τρόμο, και κάνοντάς το, να γίνουμε λίγα πάρα πάνω κεριά που θα ανάβουν μέσα στην Εκκλησία για αυτούς που – αν και ζούνε σε Ορθόδοξη χώρα – δεν έχουν ακόμα καταλάβει τι σημαίνει η θρησκεία τους.  Ίσως ακόμα και για τους άλλους, που – όπως εμείς – αναζητούν κάτι, αλλά δεν περιμένουν πως θα το βρούνε μέσα στην Ορθοδοξία.

Μετάφραση από τα Αγγλικά: Α.Ν.

Δημιουργία αρχείου: 30-8-2005.

Τελευταία ενημέρωση: 8-9-2005.

ΕΠΑΝΩ