Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Κεντρική Σελίδα

Πατερικά και Ψυχοθεραπευτικά

Το ανικανοποίητο τής "υπέρ τού κόσμου προσευχής" * Η ενότητα τής ανθρώπινης φύσης εν τη υποστατική προσευχή * Η κίνηση προς τον Θεό και ο φόβος τής αμαρτίας * Ο δύσκολος αγώνας τών Ιερέων στους σύγχρονους καιρούς αποστασίας * Η προσευχή με αίσθηση ανεπάρκειας * Η αντιμετώπιση τών απίστων από τους Πνευματικούς τής αγάπης

Η πνευματική τροφή τής Χάριτος

σπουδαιότερη από την κάλυψη τών φυσικών αναγκών

Αγίου Σωφρονίου (Σαχάρωφ)

 

Πηγή: "Περί Προσευχής" Αρχιμανδρίτου ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ (Σαχάρωφ). Μετάφρασις εκ του Ρωσικού Ιερομονάχου Ζαχαρίου. Ιερά Πατριαρχική και Σταυροπηγιακή Μονή Τιμίου Προδρόμου. Έσσεξ Αγγλίας 1993.

 

Συγχωρήσατέ μοι, αδυνατώ να εκφράσω δια λόγων το «περισσόν ζωής», όπερ εχαρίσθη εις ημάς εν Χριστώ. Δεν βλέπω πώς είναι δυνατόν να προσεγγίσω εκείνο όπερ θα εξέφραζε, παρ’ όλον το παράδοξον του χαρακτήρος αυτού, το θαυμαστόν εκείνο βάθος της πληρούσης την καρδίαν ζωής.

 

Ιδού μισώ εμαυτόν ως είμαι. Εκ του αυτομίσους τούτου η προσευχή γίνεται τρόπον τινά παράφρων, καταβροχθίζουσα το παν, και αποσπά εμέ από παντός κτιστού· μεταφέρει το πνεύμα μου εις φωτοφόρον απειρότητα, εις απερίγραπτον άβυσσον. Εκεί επιλανθάνομαι της πικρίας του τυραννικού αυτομίσους: Το παν μεταβάλλεται εις αγάπην Θεού εν τη πλήρει αυτοαπεκδύσει. Τοσούτον παραδόξως συνυφαίνεται το αυτομίσος μετά της αγάπης προς τον Θεόν.

Το αυτό συμβαίνει και μετά του φόβου: Ούτος συνθλίβει εμέ μέχρι μεγάλου πόνου, αλλ’ η Αγάπη θεραπεύει τον πόνον τούτον και δεν ενθυμούμαι αυτόν. Όταν όμως το πνεύμα ημών επιστρέφη εκ της πανηγύρεως ταύτης της Αγάπης του Θεού εν Χριστώ, τότε εκ νέου εισβάλλει ο φόβος της απομακρύνσεως εξ εκείνου του Φωτός, εξ εκείνης της Ζωής: Δεν είναι άρα γε πάντοτε ούτως;

Ο ίδιος ο άνθρωπος δεν επιθυμεί να επιστρέψη εις αυτόν τον κόσμον, αλλ’ η αγάπη προς τον Χριστόν-Θεόν είναι αναπόσπαστος εκ της αγάπης προς τον πλησίον-τον συνάνθρωπον. Δεν είναι δυνατόν να διαμένη τις και να ενεργή εν ταις συνθήκαις της καθ’ ημέραν επιγείου ζωής άλλως, ει μη εν καταστάσει ηλαττωμένης χάριτος. Εν καταστάσει άκρας εντάσεως προσευχής, πώς και περί τίνος να ομιλήση ούτος μετά των ανθρώπων, οίτινες πάσχουν εις τον αγώνα δια την τροφήν και την στέγην, δια την οικογένειαν ή τας συζυγικάς σχέσεις, δια την αποτυχίαν εις τα έργα ή τας ασθενείας αυτών των ιδίων ή των αγαπητών εις αυτούς προσώπων και τα παρόμοια:

Δεν θα βοηθήσης τον άνθρωπον εάν καταφρονήσης των πρωτογόνων αυτού αναγκών. Η χριστιανική διακονία συνεπάγεται ευσπλαγχνίαν αγάπης. Είναι αναγκαίον ή να δεχθώμεν εν τη καρδία ημών τας δυσκολίας και την θλίψιν των προσερχομένων, ή αντιθέτως να εισέλθωμεν εις την καρδίαν, εις τας βασάνους αυτών, να ταυτισθώμεν μετ’ αυτών. Τούτο εκθέτει ημάς εις τον κίνδυνον να έλθωμεν εις ρήξιν μετ’ αυτών, να επηρεασθώμεν υπό των αντιλογιών και της ανυπακοής αυτών, ουχί δε σπανίως και υπό του μίσους αυτών. Υπηρετείς τους ανθρώπους, παραδίδεις εις αυτούς την αποκτηθείσαν μετά δεκαετίας θρήνου αγίαν κληρονομίαν, αυτοί όμως μένουν ανικανοποίητοι. Να απορρίψη τις αυτούς ή να αποθάνη δι’ αυτούς, καθώς απέθνησκον πάντες οι Απόστολοι και οι διαδεχθέντες αυτούς ποιμένες;

«Εν κόπω και μόχθω, εν αγρυπνίαις πολλάκις, εν λιμώ και δίψει, εν νηστείαις πολλάκις, εν ψύχει και γυμνότητι· χωρίς των παρεκτός η επισύστασις μου η καθ’ ημέραν, η μέριμνα πασών των εκκλησιών. Τίς ασθενεί, και ουκ ασθενώ; Τίς σκανδαλίζεται, και ουκ εγώ πυρούμαι;» (Β’ Κορ. 11,27-29). Και πάλιν ο ίδιος λέγει: «Ως πάντοτε, και νυν μεγαλυνθήσεται Χριστός εν τω σώματι μου είτε δια ζωής είτε δια θανάτου. Εμοί γαρ το ζην Χριστός και το αποθανείν κέρδος. Ει δε το ζην εν σαρκί, τούτο μοι καρπός έργου, και τί αιρήσομαι ου γνωρίζω. Συνέχομαι δε εκ των δύο, την επιθυμίαν έχων εις το αναλύσαι και συν Χριστώ είναι· πολλώ γαρ μάλλον κρείσσον· το δε επιμένειν εν τη σαρκί αναγκαιότερον δι’ υμάς. Και τούτο πεποιθώς οίδα ότι μενώ και συμπαραμενώ πάσιν υμίν εις την υμών προκοπήν και χαράν της πίστεως» (Φιλ. 1,20-25).

Εν τοιαύτη διασπάσει ζουν οι πεφορτισμένοι την πνευματικήν διακονίαν. Αφ’ ενός μεν φέρουν καθαράν την συνείδησιν ότι δεν ωφελείται ο άνθρωπος, εάν κερδήση τον κόσμον όλον και ζημιωθή την ψυχήν αυτού (βλ. Μάρκ. 8,36)· αφ’ ετέρου δε έχουν την εντολήν του Κυρίου: «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη βαπτίζοντες αυτούς εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος» (Ματθ. 28,19). «Δωρεάν ελάβετε, δωρεάν δότε» (Ματθ. 10,8). Παραλλήλως προς αυτό πορεύεται η σκέψις: Η πλέον ουσιώδης ανάγκη του ανθρωπίνου γένους είναι η γνώσις του αληθινού Θεού (βλ. Ιωάν. 17,3). Πώς όμως να ανεύρωμεν Αυτόν; Επομένως είναι αναγκαίον, όπως η γνώσις του Θεού παραμείνη επί της γης, ώστε οι άνθρωποι να μη πλανώνται ως πρόβατα μη έχοντα ποιμένα. Η γνώσις αύτη είναι τοσούτον σπουδαία, ώστε ο Όσιος Ισαάκ ο Σύρος να λέγη φοβερόν πράγμα, δυσκόλως εννοούμενον και ουχί άνευ πόνου αντιλαμβανόμενον: «Μη συγκρίνης τους ποιούντας τα σημεία, και τέρατα, και δυνάμεις εν τω κόσμω τοις ησυχάζουσιν εν γνώσει. Αγάπησον την αργίαν της ησυχίας, υπέρ το εμπλήσαι πεινώντας εν κόσμω, και επιστρέψαι πολλά έθνη εις προσκύνησιν του Θεού» (Λόγος κγ’).

Να αγαπήση τις την εξωτερικήν απραγίαν της ησυχίας πλείον του χορτασμού των πεινώντων; Υπάρχουν δύο είδη πείνας: η σωματική και η πνευματική. «Ιδού ημέραι έρχονται, λέγει Κύριος, και εξαποστελώ λιμόν επί την γην, ου λιμόν άρτων ουδέ δίψαν ύδατος, αλλά λιμόν του ακούσαι τον λόγον Κυρίου· και σαλευθήσονται ύδατα από της θαλάσσης έως θαλάσσης, και από βορρά έως ανατολών περιδραμούνται ζηλούντες τον λόγον Κυρίου και ου μη εύρωσιν. Εν τη ημέρα εκείνη εκλείψουσιν αι παρθένοι αι καλαί και οι νεανίσκοι εν δίψει, οι ομνύοντες κατά του ιλασμού Σαμαρείας και οι λέγοντες· ζη ο Θεός σου, Δαν, και ζη ο Θεός σου, Βηρσαβεέ· και πεσούνται και ου μη αναστώσιν έτι» (Αμώς 8,11-14).

Κατά τας ημέρας ημών παρατηρειται πανταχού σύγχυσις πνεύματος και συνεχώς αυξανομένη απόγνωσις. Πλείστα βιβλία εκδίδονται παρά ποτε άλλοτε, αλλά δυστυχώς η πλειονότης αυτών φέρει συγκρητιστικόν χαρακτήρα εν τη αποπείρα να ενωθούν εις έν όλον ετερογενή στοιχεία, άτινα συχνάκις εις αυτόν τούτον τον πυρήνα αυτών είναι αντιφατικά και εν τη πράξει ασυμβίβαστα· εκ τούτου και η αυξανομένη ταραχή. Ο Άγιος Ισαάκ ο Σύρος εξελάμβανε την μετάνοιαν και την συνετήν ησυχίαν ως την πλέον βεβαίαν οδόν προς την βαθείαν γνώσιν του Θεού και της εν Αυτώ ζωής. Και ακριβώς τούτο –πράγμα τοσούτον σπάνιον επί της γης– εθεώρει ούτος ως το πλέον σημαντικόν έργον. Η απώλεια της αληθινής Θεογνωσίαν –Θεογνωσίας ήτις εδόθη εις ημάς δια του Χριστού και του Πνεύματος του Αγίου– θα εσήμαινεν ανεπανόρθωτον ζημίαν δι’ όλον τον κόσμον.

Δημιουργία αρχείου: 29-11-2019.

Τελευταία μορφοποίηση: 30-11-2019.

ΕΠΑΝΩ