Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Κεντρική Σελίδα

Πατερικά και Ψυχοθεραπευτικά

Γνώση Θεού - Θεολογία και "αυτοπτικό όμμα" * Πώς γίνεται η γνωριμία του Θεού * Θεοπτία θεολογία των θεουμένων * Ο άνθρωπος συνδέει το ορατό με το αόρατο και θεώνεται δια τής Ακτίστου Χάριτος

Η συνέργεια τής Χάριτος

στη μετάδοση τής γνώσης τού Θεού

Οσίου Σωφρονίου (Σαχάρωφ)

 

Πηγή: "Περί Προσευχής" Αρχιμανδρίτου ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ (Σαχάρωφ). Μετάφρασις εκ του Ρωσικού Ιερομονάχου Ζαχαρίου. Ιερά Πατριαρχική και Σταυροπηγιακή Μονή Τιμίου Προδρόμου. Έσσεξ Αγγλίας 1993.

 

Και εις ημάς, εάν όντως τηρώμεν τον λόγον του Χριστού, θα επαναληφθή παν ό,τι Ούτος διήλθεν, έστω και μετά μικροτέρας δυνάμεως.

 

Το βάθος των παθημάτων του Χριστού είναι ανεξιχνίαστον. Καθιστάμενοι κοινωνοί των παθημάτων Αυτού λαμβάνομεν την δυνατότητα της γνώσεως του ύψους του περί ημών Θείου σχεδίου και της αποκτήσεως της τελείας αγάπης. Μετά τον θάνατον ημών τα παθήματα παύουν να είναι θανατηφόρα, ως τούτο συμβαίνει εις την επίγειον ημών «σύστασιν»: Δεν θα δυνηθούν πλέον ταύτα να προξενήσουν απώλειαν της νέας ζωής, ήτις αφθόνως εδωρήθη εις ημάς ως αναφαίρετος κληρονομία.

Το πνεύμα του ανθρώπου κατέχει την ικανότητα να συλλυπήται μετά πάντων των εστερημένων της δόξης του Θεού –αληθώς συμπάσχη–, αλλά τούτο θα είναι μόνον ως πολυμερής εκδήλωσις της τα πάντα περιπτυσσομένης αγάπης: Ο θάνατος δεν κυριεύει των εν Χριστώ σεσωσμένων. Ενταύθα επί της γης, οι πνευματικοί άνδρες οδηγούν ημάς μέχρι των προθύρων του θανάτου· συχνάκις όμως ως απάντησις εις την προσευχήν κατέρχεται εφ’ ημάς η δύναμις της χάριτος και επανορθοί τα κατεστραμμένα. Ενίοτε μάλιστα πληθύνει αύτη την εν ημίν ενέργειαν ζωής. Εάν ήμεθα ικανοί, έστω και εις μικρόν βαθμόν, να διεισδύσωμεν εις την άμετρον θλίψιν της Θεομήτορος παρά τω σταυρώ, θα εγίνετο εις ημάς εμφανές ότι άνευ της Άνωθεν συνεργίας θα ήτο αδύνατον δια το γήινον σώμα να υπομείνη τοιαύτην θλίψιν. Η αγάπη όμως του Πνεύματος του Αγίου, διαμένουσα εν Αυτή από της ημέρας του Ευαγγελισμού, υπερενίκησε τον θανάσιμον πόνον Αυτής: Παρέμεινε ζώσα, είδε τον Αναστάντα Υιόν Αυτής αναλαμβανόμενον εις τον ουρανόν και το Πνεύμα το Άγιον το αποσταλέν παρά του Πατρός εις την δια του Αίματος Αυτού γεννηθείσαν Εκκλησίαν.

Πάντες όσοι είναι οικείοι της Ιστορίας της Εκκλησίας του Χριστού, γνωρίζουν μετά πόσου κόπου εζητούντο ανα τους αιώνας τοιαύται εκφράσεις της δογματικής συνειδήσεως –είτε περί του Θεού είτε περί αυτής ταύτης της Εκκλησίας– αίτινες θα διεφύλαττον από των διαφόρων ειδών παρεκκλίσεων, και δεν θα διέστρεφον την πνευματικήν ζωήν ενός εκάστου των μελών αυτής και της υπάρξεως αυτής εν τω συνόλω.

Είναι φυσική εις ημάς η πεποίθησις, η απορρέουσα εκ της αιωνοβίου πείρας, ότι εις έκαστον μέλος της Εκκλησίας θα αποκαλυφθή η οδός προς τους τελειοτέρους δυνατούς επί της γης και εν τω ουρανώ βαθμούς θεογνωσίας. Και τούτο ανεξαρτήτως οιασδήποτε κοινωνικής προελεύσεως ή ιεραρχικής θέσεως. Ας λάβωμεν ως παράδειγμα τους χρονικώς εγγύτερον προς ημάς Αγίους Σεραφείμ του Σαρώφ, Σιλουανόν τον Αθωνίτην, Μητροπολίτην Μόσχας Φιλάρετον και Ιωάννην της Κρονστάνδης. Θα ηδυνάμεθα να αναχθώμεν εις αυτήν ταύτην την αρχήν της Εκκλησίας ημών, εις τους Αποστόλους, οίτινες υπήρξαν πτωχοί αλιείς. Και εάν τούτο αλλέως είχε, τότε θα έπρεπεν αι αναβάσεις ημών εις τας Θείας σφαίρας να εξηρτώντο εκ της ανθρωπίνης παιδείας.

Ο Κύριος κατέδειξεν εν Εαυτώ ότι ο Θεός-Πατήρ είναι συχνάκις πλησιέστερον προς τους «μικρούς» και δυστυχείς ανθρώπους: «Υπέστρεψαν δε οι εβδομήκοντα (μαθηταί) μετά χαράς λέγοντες· Κύριε, και τα δαιμόνια υποτάσσεται ημίν εν τω Ονόματι Σου. Είπε δε αυτοίς· εθεώρουν τον σατανάν ως αστραπήν εκ του ουρανού πεσόντα. Ιδού δίδωμι υμίν την εξουσίαν του πατείν επάνω όφεων και σκορπίων και επί πάσαν την δύναμιν του εχθρού, και ουδέν υμάς ου μη αδικήση. Πλην εν τούτω μη χαίρετε, ότι τα πνεύματα υμίν υποτάσσεται· χαίρετε δε ότι τα ονόματα υμών εγράφη εν τοις ουρανοίς. Εν αυτή τη ώρα ηγαλλιάσατο τω πνεύματι ο Ιησούς και είπεν· εξομολογούμαι Σοι, Πάτερ, Κύριε του ουρανού και της γης, ότι απέκρυψας ταύτα από σοφών και συνετών, και απεκάλυψας αυτά νηπίοις· ναι, ο Πατήρ, ότι ούτως εγένετο ευδοκία έμπροσθεν Σου. Και στραφείς προς τους μαθητάς είπε· πάντα μοι παρεδόθη υπό του Πατρός Μου· και ουδείς επιγινώσκει τίς εστιν ο Υιός, ει μη ο Πατήρ, και τίς εστιν ο Πατήρ (ουδείς γινώσκει), ει μη ο Υιός και ώ εάν βούληται ο Υιός αποκαλύψαι» (Λουκ. 10,17-22). «Και εθαύμαζον οι Ιουδαίοι λέγοντες· πώς Ούτος γράμματα οίδε μη μεμαθηκώς; Απεκρίθη ουν αυτοίς ο Ιησούς και είπεν· η Εμή διδαχή ουκ έστιν Εμή, αλλά του πέμψαντος Με· εάν τις θέλη το θέλημα Αυτού ποιείν, γνώσεται περί της διδαχής, πότερον εκ του Θεού εστιν ή Εγώ (ως άνθρωπος) απ’ Εμαυτού λαλώ» (Ιωάν. 7,15-17).

Η ανθρωπίνη επιστήμη παρέχει το μέσον δια την έκφρασιν της εμπειρίας, αλλά είναι αδύνατον να μεταδώση την γνώσιν, ήτις αληθώς σώζει άνευ της συνεργίας της χάριτος. Η γνώσις του Θεού είναι γνώσις οντολογική και ουχί αφηρημένη-θεωρητική. Χιλιάδες και χιλιάδες επαγγελματιών θεολόγων λαμβάνουν τα ανώτατα πτυχία, ενώ εν τη σφαίρα του Πνεύματος παραμένουν κατ’ ουσίαν εις βαθείαν άγνοιαν. Και τούτο διότι δεν ζουν συμφώνως προς τας εντολάς του Χριστού· ένεκα δε τούτου στερούνται του φωτός της Θεογνωσίας. Ο Θεός είναι αγάπη. Και η αγάπη αύτη αποκτάται δια της οδού της μετανοίας –ήτις συντρίβει οστά– και του φόβου του Θεού: «Μη φοβηθήτε από των απεκτεννόντων το σώμα, και μετά ταύτα μη εχόντων περισσότερον τι ποιήσαι … φοβήθητε τον μετά το αποκτείναι έχοντα εξουσίαν εμβαλείν εις την γέενναν· ναι, λέγω υμίν, τούτον φοβήθητε» (Λουκ. 12,4-5).

Οι Πατέρες της Εκκλησίας βεβαιούν ότι εάν τις δεν διέλθη δια μέσου της καμίνου του πυρός του φόβου του Θεού, η Θεία αγάπη δεν σκηνοί εν τη ψυχή. Η Αγάπη αύτη περιβάλλει όλην την κτίσιν· συνδέει τα πάντα μετά του Παντοκράτορος Δεσπότου του Θεού της Αγάπης· είναι Φως, θησαυρός ασύγκριτος. Είναι  φοβερόν δια την ψυχήν να απολέση τον «μαργαρίτην» τούτον (βλ. Ματθ. 12,46). Η φύσις του Θείου φόβου είναι απερίγραπτος καθώς απερίγραπτα είναι πάντα τα εν τω Θεώ ημών.

Είναι δυνατόν, τρόπον τινά, να ομιλήσωμεν περί «κόμβου» πνευματικής καταστάσεως του ανθρώπου: Η πίστις εν Χριστώ είναι η αρχή της αγάπης, αλλά και η αρχή της αυγής του Φωτός. Η πίστις αύτη εμπνέει βαθείαν μετάνοιαν εντός ημών και φόβον τινα, μήπως απολέσωμεν τον ευρεθέντα θησαυρόν, τουτέστι τον Θεόν. Δια του ευκτικού θρήνου της μεταμελείας καθαίρεται η φύσις ημών και γεννάται η ελπίς. Η ελπίς, ως μεγαλύτερος βαθμός αγάπης προς τον Θεόν, αυξάνει τον φόβον μήπως αποδειχθώμεν ανάξιοι της αιωνίου μετ’ Αυτού διαμονής. Εκάστη ανάβασις του πνεύματος ημών προς μείζονα αγάπην αυξάνει αναποφεύκτως τον φόβον. Όταν δε η μεγάλη Αγάπη του Χριστού εγγίση την καρδίαν και τον νουν, τότε εν τη φλογί της αγίας ταύτης Αγάπης το πνεύμα ημών περιπτύσσεται άπασαν την κτίσιν δι’ αγάπης, μεγάλης ευσπλαχνίας, και η αίσθησις της μεταβάσεως εις την Θείαν αιωνιότητα αποκτά ακατανίκητον δύναμιν. Το γεγονός τούτο είναι το μεγαλειωδέστερον όλων των γεγονότων εν τη ιστορία του πεπτωκότος κόσμου: Ο Θεός ενούται μετά του ανθρώπου εις έν.

Δημιουργία αρχείου: 21-11-2019.

Τελευταία μορφοποίηση: 21-11-2019.

ΕΠΑΝΩ