Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Κεντρική Σελίδα

Πατερικά και Αγία Γραφή

Περί της αγωγής των παιδιών // Ο π. Παϊσιος για την παιδεία

Περί τής Άννας Ομιλία Πρώτη

4ο Μέρος

Η αρετή τής Άννας

Η προσευχή τής μητέρας τού προφήτη Σαμουήλ

Αγίου Ιωάννη τού Χρυσοστόμου

 

Πηγή: "Ιωάννου τού Χρυσοστόμου έργα". Κείμενον Μετάφρασις. Τόμος Έβδομος Ερμηνευτικά Β. Εκδόσεις "Ο Λόγος" Αθήνα 1972. (Στην οποία στηρίξαμε κυρίως και τη μετάφραση).

 

Κείμενο Μετάφραση

Ε΄. Ίδωμεν τοίνυν και επί ταύτης της γυναικός ει τούτο συνέβαινεν. Αν μεν γαρ ίδης αυτήν καταφρονουμένην, ατιμαζομένην, υβριζομένην, παρρησίαν ουκ έχουσαν προς τον άνδρα, ουδέ πολλής απολαύουσαν της ευνοίας, δυνήση στοχάσασθαι, ότι δια τούτο επεθύμει παιδίου, ίνα παρρησίαν έχη και ελευθερίαν πολλήν, και ποθεινοτέρα γένηται τω ανδρί. Αν δε τουναντίον άπαν εύρης, αυτήν της τα παιδία εχούσης μάλλον αγαπωμένην, και πλείονος απολαύουσαν ευνοίας, εύδηλον ότι ου δι' ανθρώπινόν τι, ουδ' ίνα τον άνδρα επισπάσηται μάλλον, επεθύμει παιδίου, αλλά δια την ειρημένην αιτίαν.

Πόθεν ουν τούτο δήλον; Άκουσον αυτού του συγγραφέως αυτό λέγοντος· ουδέ γαρ απλώς αυτό τέθεικεν, αλλ' ίνα της γυναικός μάθης την αρετήν. Τι ουν ούτος φησιν; «Ηγάπα γαρ ο Ελκανά την Άνναν υπέρ την Φενάνναν» (Α' Βασ. 1, 5).

Είτα μετά ταύτα ιδών αυτήν ουκ εσθίουσαν, αλλά κλαίουσαν, φησί· «Τι εστί σοι, ότι κλαίεις; και ίνα τι ουκ εσθίεις; και ίνα τι τύπτει σε η καρδία σου; ουκ αγαθός εγώ σοι υπέρ δέκα τέκνα;»(ε.α.8)

Οράς πώς αυτής εξήρτητο, και υπέρ εκείνης ήλγει πλέον, ου δια το μη έχειν παιδία, αλλά δια το οράν αθυμούσαν αυτήν και περιοδυνία κατεχομένην; Αλλ' όμως ουκ έπεισεν αυτήν αποστήναι της αθυμίας. Ου γαρ δι' αυτόν εζήτει το παιδίον, αλλ' ίνα τινά καρπόν επιδείξηται τω Θεώ.

«Και ανέστη», φησί, «μετά το φαγείν αυτούς εν Σηλώμ, και μετά το πιείν, και κατέστη ενώπιον Κυρίου» (ε. α. 9). Ουχ απλώς ουδέ τούτο είρηται, ότι «Μετά το φαγείν και πιείν»· αλλ' ίνα μάθης, ότι τον καιρόν, ον ανέσεως έτεροι και αδείας ποιούνται, τούτον ευχής και δακρύων εποιείτο καιρόν, δια το σφόδρα νήφειν και εγρηγορέναι.

«Και κατέστη ενώπιον Κυρίου· και Ηλεί ο ιερεύς», φησίν, «εκάθητο επί του δίφρου επί των φλιών ναού Κυρίου».

Ουδέ τούτο απλώς είρηται, ότι «ο Ηλεί ο ιερεύς εκάθητο επί των φλιών ναού Κυρίου»· αλλ' υπέρ του δείξαι την θερμότητα της γυναικός. Καθάπερ γαρ χήρα πολλάκις γυνή απροστάτευτος ούσα και έρημος, επηρεαζόμενη, πολλά αδικουμένη, βασιλέως εισελαύνειν μέλλοντος, δορυφόρων, ασπιδηφόρων, ιππέων, ετέρας πολλής θεραπείας προαπαντώσης ου καταπλήττεται, ουδέ προστάτου δείται, αλλά πάντας αυτούς διατεμούσα μετά πολλής εντυγχάνει τω βασιλεί παρρησίας, την οικείαν εκτραγωδούσα συμφοράν, της ανάγκης αυτήν χειραγωγούσης· ούτω δη και αύτη η γυνή ουκ ηρυθρίασεν, ουκ ησχύνθη, του ιερέως καθημένου, αυτή δι' εαυτής αιτήσαι και μετά πολλής της παρρησίας τω βασιλεί προσελθείν· αλλ' υπό του πόθου πτερωθείσα, και προς τον ουρανόν αναβάσα τη διανοία, ως αυτόν ορώσα τον Θεόν, ούτω μετά πάσης αυτώ θερμότητος διελέγετο.

Και τι φησί; Μάλλον δε ουδέν φθέγγεται πρότερον, αλλ' απ' οδυρμών ποιείται τα προοίμια, και θερμάς αφίησι πηγάς δακρύων. Και καθάπερ, όμβρων καταφερομένων, και η σκληρότερα γη καταβρεχθείσα και καταμαλαχθείσα, ραδίως εαυτήν προς τας των καρπών διεγείρει γονάς, ούτω και επί της γυναικός ταύτης εγένετο. Καθάπερ γαρ υπ' όμβρων των δακρύων η μήτρα μαλαττομένη, και δια της οδύνης διαθερμαινομένη, προς την καλήν εκείνην τεκνογονίαν ήρχετο διεγείρεσθαι.

Ακούσωμεν δε και αυτών των ρημάτων, και της καλής ταύτης ικετηρίας: «Κλαίουσα έκλαυσεν», φησί, «και ηύξατο ευχήν τω Κυρίω, λέγουσα· Αδωνάι Κύριε Ελωί Σαβαώθ» (Α' Βασ. 1, 10-11).

Φοβερά τα ρήματα, και φρίκης γέμοντα· και καλώς εποίησεν ο συγγραφεύς μη μετενεγκών αυτά προς την ημετέραν φωνήν· ου γαρ ίσχυσε μετά της οικείας αυτά αρετής μεταθείναι προς την Ελλάδα γλώτταν. Ουκ αφ' ενός δε αυτόν εκάλεσε ρήματος η γυνή, αλλ' από πολλών των προσόντων αυτώ, τον περί αυτόν πόθον ενδεικνυμένη, και την θερμήν διάθεσιν. Και καθάπερ οι τας δεήσεις γράφοντες τω βασιλεί, ουκ αντιθέασιν έν όνομα μόνον, αλλά τον τροπαιούχον, τον αύγουστον, τον αυτοκράτορα, και πολλά έτερα τούτων άνω προθέντες, τότε ποιούνται την ικετηρίαν· ούτω και αύτη δέησίν τίνα αναφέρουσα τω Θεώ, πολλά τίθησιν εν τω προοιμίω της δεήσεως ονόματα, την τε οικείαν διάθεσιν ενδεικνυμένη, καθάπερ έφθην ειπών, και την εις τον παρακαλούμενον τιμήν. Και την δέησιν αυτήν υπηγόρευσεν η οδύνη· διό και ταχέως ηκούετο μετά πολλής αυτήν γράψασα τής συνέσεως.

Τοιαύται γαρ αι εξ οδύνης ψυχής γινόμεναι ευχαί. Και γαρ αντί χάρτου μεν ην αυτής η διάνοια, αντί καλάμου δε η γλώττα, τα δάκρυα δε αντί μέλανος· διό και μέχρι της σήμερον ημέρας η δέησις έμεινεν. Ανεξάλειπτα γαρ τα τοιαύτα γίνεται γράμματα, άπερ αν εκείνω βαφή τω μέλανι.

Και τα μεν προοίμια της δεήσεως τοιαύτα· τα δε εξής τίνα; «Εάν επιβλέπων επιβλέψης», φησίν, «επί την ταπείνωσιν της δούλης σου» (Α' Βασ. 1, 11). Ούτω ουδέν έλαβε, και εξ υποσχέσεως την αρχήν εποιήσατο της ευχής. Αμείβεται τον Θεόν ήδη, μηδέν εν χερσί κατέχουσα. Ούτως έζεε και ώδινε προς τούτο μάλλον, ή προς εκείνο, και δια τούτο ηύξατο λαβείν το παιδίον. «Εάν επιβλέπων επιβλεψης επί την ταπείνωσιν της δούλης σου». Δύο δικαιώματα, φησίν έχω, την δουλείαν, και την συμφοράν. «Και δος μοι τη δούλη σου σπέρμα ανδρός· δώσω αυτό ενώπιον σου δοτόν».

Τι εστίν, «Ενώπιον σου δοτόν;» έκδοτον και ολόκληρον δούλον. "Αφίσταμαι της εξουσίας απάσης. Τοσούτον γαρ βούλομαι γενέσθαι μήτηρ μόνον, όσον την αρχήν παρ' εμού λαβείν τα παιδίον, και λοιπόν εξίσταμαι και παραχωρώ".

5. Ας δούμε λοιπόν αν αυτό συνέβαινε και σ' αυτή τη γυναίκα. Γιατί αν μεν τη δεις να καταφρονείται, να μη τιμάται, να υβρίζεται, να μην έχει παρρησία προς τον άνδρα, ούτε να χαίρεται πολλή εύνοια, θα μπορέσεις να στοχαστείς ότι γι' αυτό επιθυμούσε παιδί, για να έχει παρρησία πολλή κι ελευθερία και για να γίνει πιο αγαπητή στον άντρα. Αν όμως τα βρεις όλα αντίθετα, αυτήν να είναι αγαπητή περισσότερο από εκείνη που έχει τα παιδιά και να χαίρεται περισσότερη εύνοια, είναι προφανές ότι επιθυμούσε παιδί, όχι για κάποιο ανθρώπινο λόγο, ούτε για ν' αποσπάσει περισσότερο τον άντρα, αλλά για την αιτία που είπαμε.

Από πού λοιπόν είναι αυτό φανερό; Άκου τον ίδιο το συγγραφέα να λέει το εξής· (γιατί δεν το είπε αυτό επιπόλαια αλλά για να γνωρίσεις την αρετή της γυναίκας). Τι λοιπόν λέει αυτός; "Επειδή ο Ελκανά αγαπούσε την Άννα περισσότερο από τη Φενάννα".

Ύστερα, μετά από αυτά, βλέποντάς τη να μη τρώει αλλά να κλαίει, λέει: "Γιατί κλαις; και γιατί δεν τρως; και γιατί η καρδά σου είναι θλιμμένη; δεν είμαι εγώ σ' εσένα καλύτερος από δέκα γιούς;"

Βλέπεις πώς ήταν συνδεδεμένος μ' αυτή, και για κείνη υπόφερε περισσότερο, όχι επειδή δεν έχει παιδιά, αλλά επειδή την έβλεπε ν' αθυμεί και να κατέχεται από βαθειά θλίψη; Αλλ' όμως δεν την έπεισε να πάψει ν' αθυμεί. Γιατί δεν επιζητούσε το παιδί γι' αυτόν, αλλά για να επιδείξει κάποιο καρπό στον Θεό.

"Και σηκώθηκε", λέει, "αφού αυτοί έφαγαν στο Σηλώμ, και αφού ήπιαν, και στάθηκε μπροστά στον Κύριο". Ούτε κι αυτό ειπώθηκε έτσι απλά, ότι "αφού έφαγαν και αφού ήπιαν" αλλά για να μάθεις, ότι τον καιρό που άλλοι χρησιμοποιούν για άνεση και σχόλη, τον ίδιο αυτό καιρό, αυτή τον έκανε καιρό προσευχής και δακρύων, για μεγάλη νήψη και εγρήγορση.

"Και στάθηκε μπροστά στον Κύριο· Και ο Ηλεί ο ιερέας, (λέει), καθόταν σε καθέδρα κοντά στον παραστάτη της πύλης του ναού του Κυρίου".

Ούτε αυτό ειπώθηκε απλά, ότι "ο Ηλεί ο ιερεύς καθόταν κοντά στην πύλη του ναού του Κυρίου"· αλλά για να δείξει τη θέρμη της γυναίκας. Γιατί όπως ακριβώς χήρα γυναίκα πολλές φορές υπάρχοντας απροστάτευτη κι έρημη, επηρεαζόμενη, κακομεταχειρισμένη, σε πολλά αδικούμενη, ενώ πρόκειται να μπει   ορμητικά βασιλιάς, ενώ συναντάει μπροστά της δορυφόρους, ασπιδοφόρους, καβαλλάρηδες και πολλή άλλη συνοδεία, δεν καταπλήσσεται, ούτε έχει ανάγκη από προστάτη· αλλά αφού διασχίσει όλους αυτούς με πολλή παρρησία συναντά το βασιλιά, με την ανάγκη που την χειραγωγεί, να διεκτραγωδεί τη συμφορά της. Έτσι λοιπόν κι αυτή η γυναίκα δεν κοκκίνισε, δε ντράπηκε, ενώ ο Ιερέας καθόταν, να ζητήσει αυτή για τον εαυτό της και να προσέλθει στο βασιλιά με πολλή παρρησία. Αλλά έχοντας αναπτερωθεί από τον πόθο, κι έχοντας με τη διάνοια ανέβει προς τον ουρανό, σαν αυτή να βλέπει τον Ίδιο τον Θεό, έτσι συνομιλούσε μ' Αυτόν με κάθε θερμότητα.

 

Και τι λέει; Μάλλον τίποτα δεν λέει νωρίτερα, αλλ' αρχίζει από οδυρμούς κι αφήνει (να χυθούν) θερμές πηγές δακρύων. Κι όπως, ενώ πέφτουν βροχές δυνατές, και η πιο σκληρή γη αφού καταβραχεί και γίνει εντελώς μαλακή, εύκολα γίνεται γόνιμη για τους καρπούς, έτσι έγινε και για τη γυναίκα αυτή. Γιατί απ' τη βροχή των δακρύων μαλαζόταν η μήτρα, και θερμαινόταν από την οδύνη, κι ετοιμαζόταν για κείνη την καλή τεκνογονία.

Ας ακούσουμε όμως κι αυτά τα λόγια κι αυτή την καλή ικεσία. "Κλαίγοντας έκλαψε" (λέει), "και ευχήθηκε ευχή στον Κύριο, λέγοντας: " "Αδωνάι Κύριε Ελωί Σαβαώθ (Κύριε, Κύριε Θεέ τών δυνάμεων)". (Α' Βασ. 1, 10-11).

Τα λόγια φοβερά και γεμάτα φρίκη· κι έκανε καλά ο συγγραφέας μη μεταγράφοντάς τα στη δική μας γλώσσα· γιατί δεν μπόρεσε με τη δική τους έννοια να τα μεταφέρει στην Ελληνική γλώσσα. Και δεν Τον φώναξε η γυναίκα με μια λέξη αλλά με τα πολλά προσόντα γι' Αυτόν, δείχνοντας τον πόθο γι' Αυτόν και την θερμή διάθεση. Κι όπως εκείνοι που γράφουν τις αιτήσεις στο βασιλιά, δεν βάζουν μέσα μονάχα ένα όνομα, αλλά τον τροπαιούχο, τον αύγουστο, τον αυτοκράτορα κι αφού προτάξουν πάνω και άλλα τέτοια πολλά, τότε διατυπώνουν το αίτημα. Έτσι κι αυτή αναφέροντας στον Θεό κάποια δέηση, βάζει στο προοίμιο της δέησης πολλά ονόματα, και τη δική της διάθεση δείχνοντας, όπως ακριβώς είπα πιο πάνω, και την τιμή προς Εκείνον στον Οποίο απευθύνεται η παράκληση. Κι αυτή τη δέηση υπαγόρευσε η οδύνη· γι' αυτό, κι επειδή τη σύνθεσε με πολλή σύνεση, γινόταν αμέσως εισακουστή.

Επειδή τέτοιες είναι οι προσευχές που γίνονται απ' οδύνη ψυχής. Γιατί, αντί για χαρτί μεν ήταν η διάνοια της, αντί για κοντύλι δε η γλώσσα, αντί για μελάνι τα δάκρυα· για τούτο κι ως σήμερα έμεινε η δέηση. Γιατί τα τέτοια γράμματα γίνονται ανεξάλειπτα αν βέβαια γραφούν με κείνο το μελάνι.

Και τέτοια είναι τα προοίμια της δέησης· ποια όμως είναι τα επόμενα; "Εάν επιβλέψεις πράγματι, (λέει), στην ταπείνωση της δούλης σου". Έτσι τίποτα δεν έλαβε, κι άρχισε την προσευχή με υπόσχεση. Προσφέρει αμοιβή στον Θεό, ενώ δεν έχει τίποτα στα χέρια. Έτσι φλεγόταν κι υπόφερε περισσότερο γι' αυτό παρά για κείνο, και για τούτο προσευχήθηκε να αποκτήσει το παιδί. "Εάν επιβλέψεις πράγματι, (λέει), στην ταπείνωση της δούλης σου". Δυο δικαιώματα έχω, λέει, την δουλεία και τη συμφορά. "Και δώσε σ' εμένα τη δούλη σου σπέρμα ανδρός·  και θα το δώσω μπροστά Σου δοτό".

Τι σημαίνει "μπροστά Σου δοτό"; Παραδομένο κι ολόκληρο δούλο. "Παραιτούμαι από κάθε εξουσία. Γιατί τόσο πολύ θέλω μόνο μητέρα να γίνω, όσο το να λάβει την αρχή του από μένα το παιδί, κι όλα τ' άλλα τα απομακρύνω και τα παραχωρώ".  

Δημιουργία αρχείου: 2-6-2015.

Τελευταία ενημέρωση: 4-6-2015.

ΕΠΑΝΩ