Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας Ψυχοθεραπευτικά

Η Χριστιανική αγάπη και η ελευθερία του προσώπου // Αγάπη και ανθρώπινη κοινωνία

Περί της Αγάπης προς τον Πλησίον

Απόσπασμα από το βιβλίο: Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, "Βίος και Λόγοι" Έκδ. Ι.Μ. Χρυσοπηγής, Χανιά, Κρήτη, 2003.

«Αγάπη στον Θεό και στον πλησίον. Αυτό είναι ζευγάρι, δεν χωρίζει»

1. Η αγάπη προς τον αδελφό καλλιεργεί την αγάπη προς τον Θεό

2. Ας σκορπίζομε σε όλους την αγάπη μας ανιδιοτελώς

3. «... μηδενί μηδέν οφείλομεν, ει μη το αγαπάν αλλήλους»

4. Ν’ αγωνιζόμαστε να στέλνομε την αγαθή μας διάθεση

5. Με τη σιωπή, την ανοχή και την προσευχή ωφελούμε τον άλλον μυστικά

6. Η καλύτερη ιεραποστολή γίνεται με το καλό παράδειγμα, την αγάπη μας, την πραότητά μας

7. Η αγάπη είναι πάνω απ’ όλα

 

 

Η αγάπη προς τον αδελφό καλλιεργεί την αγάπη προς τον Θεό

          Ένα είναι το ζητούμενο στη ζωή μας, η αγάπη, η λατρεία στον Χριστό και η αγάπη στους συνανθρώπους μας. Να είμαστε όλοι ένα με κεφαλή τον Χριστό. Έτσι μόνο θ’ αποκτήσομε την χάρι, τον ουρανό, την αιώνια ζωή.

          Η αγάπη προς τον αδελφό καλλιεργεί την αγάπη προς τον Θεό. Είμαστε ευτυχισμένοι, όταν αγαπήσομε όλους τους ανθρώπους μυστικά. Θα νιώθομε τότε όλοι μας αγαπούν. Κανείς δεν μπορεί να φθάσει στον Θεό, αν δεν περάσει απ’ τους ανθρώπους. Γιατί, «ο μη αγαπών τον αδελφόν αυτού, ον εώρακε, τον Θεόν, ον ουχ εώρακε, πως δύναται αγαπάν;»[i]. Ν’ αγαπάμε, να θυσιαζόμαστε για όλους ανιδιοτελώς, χωρίς να ζητάμε ανταπόδοση. Τότε ισορροπεί ο άνθρωπος. Μια αγάπη που ζητάει ανταπόδοση είναι ιδιοτελής. Δεν είναι γνήσια, καθαρή, ακραιφνής.

          Να τους αγαπάτε και να τους συμπονάτε όλους. «Και είτε πάσχει εν μέλος, συμπάσχει πάντα τα μέλη· υμείς δε εστε μέλη Χριστού και μέλη εκ μέρους»[ii]. Αυτό είναι Εκκλησία· εγώ, εσύ, αυτός, ο άλλος να αισθανόμαστε ότι είμαστε μέλη Χριστού, ότι είμαστε ένα. Η φιλαυτία είναι εγωισμός. Να μη ζητάμε, «εγώ να σταθώ, εγώ να πάω στον Παράδεισο», αλλά νιώθομε για όλους αυτή την αγάπη. Καταλάβατε; Αυτό είναι ταπείνωση.

          Έτσι, αν ζούμε ενωμένοι, θα είμαστε μακάριοι, θα ζούμε στον Παράδεισο. Ο κάθε διπλανός μας, ο κάθε πλησίον μας είναι «σαρξ εκ της σαρκός μας»[iii]. Μπορώ ν’ αδιαφορήσω γι’ αυτόν, μπορώ να τον πικράνω, μπορώ να τον μισήσω; Αυτό είναι το μεγαλύτερο μυστήριο της Εκκλησίας μας. Να γίνομε όλοι ένα εν Θεώ. Αν αυτό κάνομε, γινόμαστε δικοί Του. Τίποτα καλύτερο δεν υπάρχει απ’ αυτή την ενότητα. Αυτό είναι η Εκκλησία. Αυτό είναι η Ορθοδοξία. Αυτό είναι ο Παράδεισος. Ας διαβάσομε απ’ τον Ευαγγελιστή Ιωάννη την Αρχιερατική Προσευχή. Προσέξτε τους στίχους: «ίνα ώσιν εν, καθώς ημείς.... ίνα πάντες εν ώσι, καθώς συ, Πάτερ, εν εμοί καγώ εν σοι... ίνα ώσιν εν, καθώς ημείς εν εσμέν... ίνα ώσι τετελειωμένοι εις εν... ίνα όπου ειμί εγώ κακείνοι ώσι μετ’ εμού»[iv].

          Βλέπετε; Το λέει και το ξαναλέει. Τονίζει την ενότητα. Να είμαστε όλοι ένα, ένα με κεφαλή τον Χριστό! Όπως ένας είναι ο Χριστός με τον Πατέρα και τον Υιό. Εδώ κρύβεται το μεγαλύτερο βάθος τους μυστηρίου της Εκκλησίας μας. Καμία θρησκεία δεν λέγει κάτι τέτοιο. Κανείς δεν ζητάει αυτή τη λεπτότητα που ζητάει ο Χριστός, να γίνομε όλοι ένα συν Χριστώ. Εκεί βρίσκεται το πλήρωμα. Σ’ αυτή την ενότητα, σ’ αυτή την αγάπη, την εν Χριστώ. Καμία διάσπαση εκεί δεν χωράει, κανείς φόβος. Ούτε θάνατος, ούτε διάβολος, ούτε κόλαση. Μόνο αγάπη, χαρά, ειρήνη, λατρεία Θεού. Μπορείς να φθάσεις να λες τότε με τον Απόστολο Παύλο: «Ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός»[v].

          Μπορούμε πολύ εύκολα να φθάσομε  σ’ αυτό το σημείο. Αγαθή προαίρεση χρειάζεται κι ο Θεός είναι έτοιμος να έλθει μέσα μας. «Κρούει την θύραν» και «καινά ποιεί πάντα», όπως λέγει στην Αποκάλυψη του Ιωάννου[vi]. Μεταβάλλεται η σκέψη μας, απαλλάσσεται από την κακία, γίνεται πιο καλή, πιο αγία, πιο εύστροφος. Αν, όμως, δεν ανοίξομε του κρούοντος την θύραν, αν δεν έχομε εκείνα που θέλει Αυτός, αν δεν είμαστε άξιοί Του, τότε δεν μπαίνει στην καρδιά μας. Για να γίνομε όμως άξιοί Του, πρέπει ν’ αποθάνομε κατά τον παλαιό άνθρωπο, για να μην αποθάνομε ποτέ πλέον. Τότε θα ζούμε εν Χριστώ ενσωματωμένοι με όλο το σώμα της Εκκλησίας. Έτσι θα έλθει η θεία χάρις. Και άμα θα έλθει η χάρις, θα μας τα δώσει όλα.

          Στο Άγιον Όρος είδα κάποτε κάτι που μου άρεσε πολύ. Μέσα σε μία βάρκα στη θάλασσα μοναχοί κρατούσαν διάφορα ιερά αντικείμενα. Καταγόταν ο καθένας από διαφορετικό τόπο, εν τούτοις έλεγαν, «αυτό είναι δικό μας» και όχι «δικό μου».

 

Ας σκορπίζομε σε όλους την αγάπη μας ανιδιοτελώς

          Υπεράνω όλων η αγάπη. Εκείνο που πρέπει να μας απασχολεί, παιδιά μου, είναι η αγάπη για τον άλλο, η ψυχή του. Ό,τι κάνομε, προσευχή, συμβουλή, υπόδειξη, να το κάνομε με αγάπη. Χωρίς την αγάπη η προσευχή δεν ωφελεί, η συμβουλή πληγώνει, η υπόδειξη βλάπτει και καταστρέφει τον άλλον, που αισθάνεται αν το αγαπάμε ή δεν τον αγαπάμε και αντιδρά αναλόγως. Αγάπη, αγάπη, αγάπη! Η αγάπη στον αδελφό μας προετοιμάζει ν’ αγαπήσομε περισσότερο τον Χριστό. Ωραίο δεν είναι;

          Ας σκορπίζομε σε όλους την αγάπη μας ανιδιοτελώς, αδιαφορώντας για τη στάση τους. Όταν έλθει μέσα μας η χάρις του Θεού, δεν θα ενδιαφερόμαστε αν μας αγαπάνε ή όχι, αν μας μιλάνε με καλοσύνη. Θα νιώθομε την ανάγκη εμείς να τους αγαπάμε όλους. Είναι εγωισμός να θέλομε οι άλλοι να μας μιλάνε με καλοσύνη. Ας μη μας στενοχωρεί το αντίθετο. Ας αφήσομε τους άλλους να μας μιλάνε όπως αισθάνονται. Ας μη ζητιανεύομε την αγάπη. Επιδίωξή μας να είναι ν’ αγαπάμε και να προσευχόμαστε με όλη μας την ψυχή για κείνους. Τότε θα προσέξομε ότι όλοι θα μας αγαπάνε χωρίς να το επιδιώκομε, χωρίς καθόλου να ζητιανεύομε την αγάπη τους. Θα μας αγαπάνε ελεύθερα και ειλικρινά από τα βάθη της καρδιάς  τους χωρίς να τους εκβιάζομε. Όταν αγαπάμε χωρίς να επιδιώκομε να μας αγαπάνε, θα μαζεύονται όλοι κοντά μας σαν τις μέλισσες. Αυτό ισχύει για όλους μας.

          Αν ο αδελφός σου σ’ ενοχλεί, σε κουράζει, να σκέπτεσαι: «Τώρα με πονάει το μάτι μου, το χέρι μου, το πόδι μου· πρέπει να το περιθάλψω μ’ όλη μου την αγάπη»[vii]. Να μη σκεπτόμαστε, όμως, ούτε ότι θα αμειφθούμε για τα δήθεν καλά, ούτε ότι θα τιμωρηθούμε για τα κακά που διαπράξαμε. Έρχεσαι εις επίγνωσιν αληθείας, όταν αγαπάεις με την αγάπη του Χριστού. Τότε δεν ζητάεις να σ’ αγαπάνε· αυτό είναι το σωστό. Από μας εξαρτάται να σωθούμε. Ο Θεός το θέλει. Όπως λέει η Αγία Γραφή: «... πάντας θέλει σωθήναι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν»[viii].

 

«... μηδενί μηδέν οφείλομεν, ει μη το αγαπάν αλλήλους»

          Όταν κάποιος μας αδικήσει μ’ οποιονδήποτε τρόπο, με συκοφαντίες, με προσβολές, να σκεπτόμαστε ότι είναι αδελφός μας που τον κατέλαβε ο αντίθετος. Έπεσε θύμα του αντιθέτου. Γι’ αυτό πρέπει να τον συμπονέσομε και να παρακαλέσουμε τον Θεό να ελεήσει κι εμάς κι αυτόν· κι ο Θεός θα βοηθήσει και τους δύο. Αν, όμως, οργισθούμε  εναντίον του, τότε ο αντίθετος από κείνον θα πηδήσει σ’ εμάς και θα μας παίζει και τους δύο. Όποιος κατακρίνει τους άλλους, δεν αγαπάει τον Χριστό. Ο εγωισμός φταίει. Από κει ξεκινάει η κατάκριση. Θα σας πω ένα μικρό παράδειγμα.

          Ας υποθέσουμε ότι ένας άνθρωπος βρίσκεται μόνος του στην έρημο. Δεν υπάρχει κανείς. Ξαφνικά ακούει κάποιον από μακριά να κλαίει και να φωνάζει. Πλησιάζει κι αντικρίζει ένα φοβερό θέαμα: μία τίγρις έχει αρπάξει έναν άνθρωπο και τον καταξεσχίζει με μανία. Εκείνος απελπισμένος ζητάει βοήθεια. Σε λίγα λεπτά θα τον κατασπαράξει. Τι να κάνει, για να τον βοηθήσει; Να τρέξει κοντά του; Πως; Αυτό είναι αδύνατον. Να φωνάξει; Ποιον; Κανείς άλλος δεν υπάρχει. Μήπως θα πάρει καμιά πέτρα να τήνε ρίξει στον άνθρωπο και να τον αποτελειώσει; «Όχι, βέβαια!», θα πούμε. Κι όμως αυτό είναι δυνατόν να γίνει, όταν δεν καταλαβαίνομε ότι ο άλλος που μας φέρεται άσχημα κατέχεται από τον διάβολο, την τίγρη. Μας διαφεύγει ότι, όταν κι εμείς τον αντιμετωπίζομε χωρίς αγάπη, είναι σαν να του ρίχνομε πέτρες πάνω στις πληγές του, οπότε του κάνομε πολύ κακό και η «τίγρις» μεταπηδάει σ’ εμάς και κάνομε κι εμείς ό,τι εκείνος και χειρότερα. Τότε, λοιπόν, ποια είναι η αγάπη που έχομε για τον πλησίον μας και, πολύ περισσότερο, για τον Θεό;

          Να αισθανόμαστε την κακία του άλλου σαν αρρώστια που τον βασανίζει και υποφέρει και δεν μπορεί να απαλλαγεί. Γι’ αυτό να βλέπομε τους αδελφούς μας με συμπάθεια και να τους φερόμαστε με ευγένεια λέγοντας μέσα μας με απλότητα το «Κύριε Ιησού Χριστέ», για να δυναμώσει με τη θεία χάρι η ψυχή μας και να μην κατακρίνομε κανένα. Όλους τους αγίους να τους βλέπομε. Όλοι μας μέσα φέρομε τον ίδιο παλαιό άνθρωπο. Ο πλησίον, όποιος κι αν είναι, είναι «σαρξ εκ της σαρκός μας», είναι αδελφός μας και «μηδενί μηδέν οφείλομεν, ει μη το αγαπάν αλλήλους», σύμφωνα με τον Απόστολο Παύλο[ix]. Δεν μπορούμε ποτέ να κατηγορήσομε τους άλλους, γιατί «ουδείς την εαυτού σάρκα εμίσησεν»[x].

          Όταν κάποιος έχει ένα πάθος, να προσπαθούμε να  του ρίχνομε ακτίνες αγάπης και ευσπλαγχνίας, για να θεραπεύεται και να ελευθερώνεται. Μόνο με την χάρι του Θεού γίνονται αυτά. Να σκέπτεσθε ότι αυτός υποφέρει περισσότερο από εσάς. Στο κοινόβιο, όταν κάποιος φταίει, να μην του πούμε ότι φταίει. Να στεκόμαστε με προσοχή, σεβασμό και προσευχή. Εμείς να προσπαθούμε να μην το κάνομε το κακό. Όταν υπομένομε την αντιλογία του αδελφού, λογίζεται μαρτύριο. Να το κάνομε με χαρά.

          Ο χριστιανός είναι ευγενής. Να προτιμάμε ν’ αδικούμαστε. Άμα έλθει μέσα μας το καλό, η αγάπη, ξεχνάμε το κακό που μας κάνανε. Εδώ κρύβεται το μυστικό. Όταν το κακό έρχεται από μακριά, δεν μπορείτε να το αποφύγετε. Η μεγάλη τέχνη είναι, όμως, να το περιφρονήσετε. Με την χάρι του Θεού, ενώ θα το βλέπετε, δεν θα σας επηρεάζει, διότι θα είστε πλήρεις χάριτος.

          Στο Πνεύμα του Θεού όλα είναι αλλιώτικα. Εκεί κανείς τα δικαιολογεί στους άλλους όλα. Όλα! Τι είπαμε; «Ο Χριστός βρέχει επί δικαίους και αδίκους»[xi]. Εγώ εσένα βγάζω φταίχτη, έστω κι αν μου λες ότι φταίει ο τάδε ή η τάδε. Τελικά σε κάτι φταίεις και το βρίσκεις, όταν σου το πω. Αυτή τη διάκριση ν’ αποκτήσετε στη ζωή σας. Να εμβαθύνετε στο καθετί και να μην τα βλέπετε επιφανειακά. Αν δεν πάμε στον Χριστό, αν δεν υπομένομε, όταν πάσχομε αδίκως, θα βασανιζόμαστε συνέχεια. Το μυστικό είναι ν’ αντιμετωπίζει κανείς τις καταστάσεις με πνευματικό τρόπο. Κάτι παρόμοιο γράφει ο Άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος:

          «’’Όλους τους πιστούς οφείλομε να τους βλέπομε σαν ένα και να σκεπτόμαστε ότι στον καθένα από αυτούς είναι ο Χριστός. Και να έχομε για τον καθένα τέτοια αγάπη, ώστε να είμαστε έτοιμοι να θυσιάσομε για χάρη του και τη ζωή μας. Γιατί οφείλομε να μη λέμε, ούτε να θεωρούμε κανένα άνθρωπο κακό, αλλά όλους να τους βλέπομε ως καλούς. Κι αν δεις έναν αδελφό να ενοχλείται από πάθη, να μην τον μισήσεις αυτόν· μίσησε τα πάθη που τον πολεμούν. Κι αν τον δεις να  τυραννείται από επιθυμίες και συνήθειες προηγουμένων αμαρτιών, περισσότερο σπλαγχνίσου τον, μην τυχόν δοκιμάσεις και συ πειρασμό, αφού είσαι από υλικό που εύκολα γυρίζει από το καλό στο κακό’’. Η αγάπη προς τον αδελφό σε προετοιμάζει ν’ αγαπήσεις περισσότερο τον Θεό. Το μυστικό, λοιπόν, της αγάπης προς τον Θεό είναι η αγάπη προς τον αδελφό. Γιατί, αν δεν αγαπάεις τον αδελφό σου που τον βλέπεις, πως είναι δυνατόν ν’ αγαπάεις τον Θεό που δεν Τον βλέπεις; ‘’Ο γαρ μη αγαπών τον αδελφόν αυτού, ον εώρακε, τον Θεόν, ον ουχ εώρακε, πως δύναται αγαπάν;’’»[xii].

 

Ν’ αγωνιζόμαστε να στέλνομε την αγαθή μας διάθεση

          Να έχομε αγάπη, πραότητα, ειρήνη. Έτσι βοηθάμε τον συνάνθρωπό μας, όταν κυριεύεται απ’ το κακό. Μυστικά ακτινοβολεί το παράδειγμα, όχι μόνον όταν ο άλλος είναι παρών, αλλά κι όταν δεν είναι. Ν’ αγωνιζόμαστε να στέλνομε την αγαθή μας διάθεση. Ακόμη και λόγια όταν λέμε για τη ζωή του άλλου, που δεν την εγκρίνομε, αυτός το καταλαβαίνει και τον απωθούμε. Ενώ αν είμαστε ελεήμονες και τον συγχωρούμε, τον επηρεάζομε – όπως τον επηρεάζει το κακό – κι ας μη μας βλέπει.

          Να μην αγανακτούμε μ’ εκείνους που είναι βλάσφημοι, αντίθεοι, διώκτες κ.λπ. Η αγανάκτηση  κάνει κακό. Τα λόγια τους, την κακία τους να μισήσομε, τον άνθρωπο, όμως, που τα είπε να μην τον μισήσομε, ούτε ν’ αγανακτήσομε εναντίον του. Να προσευχηθούμε γι’ αυτόν. Ο χριστιανός έχει αγάπη και ευγένεια και φέρεται ανάλογα.

          Όπως ένας ασκητής, χωρίς να τον βλέπει κανείς, ωφελεί τον κόσμο, διότι το κύμα της προσευχής του επηρεάζει τον άλλο, μεταφέρει το Πνεύμα το Άγιον στον κόσμο, έτσι κι εσείς να σκορπάτε την αγάπη σας, χωρίς να περιμένετε ανταπόδοση· με την αγάπη, την υπομονή, το μειδίαμα....

          Η αγάπη πρέπει να είναι ακραιφνής. Και μόνον η αγάπη του Θεού είναι η ακραιφνής αγάπη. Στο πρόσωπο που μας κουράζει και μας δυσκολεύει η αγάπη πρέπει να προσφέρεται με απαλό τρόπο, χωρίς ο άλλος να καταλαβαίνει  ότι κάνομε προσπάθεια για να τον αγαπήσομε. Και να μην πολυεκδηλωνόμαστε εξωτερικά, γιατί τότε τον κάνομε ν’ αντιδρά. Η σιωπή σώζει απ’ όλα τα κακά. Εγκράτεια της γλώσσης – μέγα πράγμα! Κατά ένα μυστικό τρόπο, η σιωπή ακτινοβολεί στον πλησίον. Να σας διηγηθώ μια ιστορία.

          Μία μοναχή, που ήθελε πολύ την τάξη, είπε στον Γέροντα της αγανακτισμένη:

-         Η τάδε αδελφή μας αναστατώνει στο μοναστήρι με τις δυσκολίες της και το χαρακτήρα της. Δεν μπορούμε να την υποφέρομε.

Κι ο Γέροντας απάντησε:

-         Εσύ είσαι χειρότερη απ’ αυτήν.

Η μοναχή στην αρχή αντέδρασε και εξεπλάγη, αλλά μετά τις εξηγήσεις του Γέροντα το κατάλαβε και ευχαριστήθηκε πολύ. Της είπε, δηλαδή, ο Γέροντας:

- Ενώ εκείνη την κυριεύει το κακό πνεύμα και φέρεται άσχημα, κυριεύει κι εσένα, που είσαι τάχα σε καλύτερη κατάσταση, και σας παίζει και τις δύο. Η αδελφή έρχεται σ’ αυτή την κατάσταση χωρίς να το θέλει, αλλά κι εσύ με την αντίδρασή σου και την έλλειψη της αγάπης σου κάνεις το ίδιο. Έτσι ούτε κι αυτήν ωφελείς κι εσύ βλάπτεσαι.

 

Με τη σιωπή, την ανοχή και την προσευχή ωφελούμε τον άλλον μυστικά

          Όταν βλέπομε τους συνανθρώπους μας να μην αγαπούν τον Θεό, στενοχωρούμαστε. Με τη στενοχώρια δεν κάνομε απολύτως τίποτα. Ούτε και με τις υποδείξεις. Ούτε αυτό είναι σωστό. Υπάρχει ένα μυστικό· αν το καταλάβομε, θα βοηθήσομε. Το μυστικό είναι η προσευχή μας, η αφοσίωσή μας στον Θεό, ώστε να ενεργήσει η χάρις Του. Εμείς, με την αγάπη μας, με τη λαχτάρα μας στην αγάπη του Θεού, θα προσελκύσομε την χάρι, ώστε να περιλούσει τους άλλους, που είναι πλησίον μας, να τους ξυπνήσει, να τους διεγείρει προς το θείο έρωτα. Ή, μάλλον, ο Θεός θα στείλει την αγάπη Του να τους ξυπνήσει όλους. Ό,τι εμείς δεν μπορούμε, θα το κάνει η χάρις Του. Με τις προσευχές μας θα κάνομε όλους άξιους της αγάπης του Θεού.

          Να γνωρίζετε και το άλλο. Οι ψυχές οι πεπονημένες, οι ταλαιπωρημένες, που ταλαιπωρούνται από τα πάθη τους, αυτές κερδίζουν πολύ την αγάπη και την χάρι του Θεού. Κάτι τέτοιοι γίνονται άγιοι και πολλές φορές εμείς τους κατηγορούμε. Θυμηθείτε τον Απόστολο Παύλο, τι λέγει: «Ου δε επλεόνασεν η αμαρτία, υπερεπερίσσευσεν η χάρις»[xiii]. Όταν το θυμάστε αυτό, θα αισθάνεσθε ότι αυτοί είναι πιο άξιοι κι από σας κι από μένα. Τους βλέπομε αδύνατους, αλλά όταν ανοίξουμε στον Θεό, γίνονται πλέον όλο αγάπη κι όλο θείο έρωτα. Ενώ είχανε συνηθίσει αλλιώς, τη δύναμη της ψυχής τους τη δίδουν μετά όλη στον Χριστό και γίνονται φωτιά από αγάπη Χριστού. Έτσι λειτουργεί το θαύμα του Θεού μέσα σε τέτοιες ψυχές, που λέμε «πεταμένες».

          Να μην αποθαρρυνόμαστε, ούτε να βιαζόμαστε, ούτε να κρίνομε από πράγματα επιφανειακά κι εξωτερικά. Αν, για παράδειγμα, βλέπετε μια γυναίκα γυμνή ή άσεμνα ντυμένη, να μη μένετε στο εξωτερικό, αλλά μπαίνετε στο βάθος, στη ψυχή της. Ίσως είναι πολύ καλή ψυχή κι έχει υπαρξιακές αναζητήσεις, που τις εκδηλώνει με την έξαλλη εμφάνιση. Έχει μέσα της δυναμισμό, έχει τη δύναμη της προβολής, θέλει να ελκύσει τα βλέμματα των άλλων. Από άγνοια, όμως, έχει διαστρέψει τα πράγματα. Σκεφθείτε αυτή να γνωρίσει τον Χριστό. Θα πιστέψει, κι όλη αυτή την ορμή θα την στρέψει στον Χριστό. Θα κάνει το παν, για να ελκύσει την χάρι του Θεού. Θα γίνει αγία.

          Είναι ένα είδος προβολής του εαυτού μας να επιμένομε να γίνουν οι άλλοι καλοί. Στην πραγματικότητα, θέλομε εμείς να γίνομε καλοί κι επειδή δεν μπορούμε, το απαιτούμε απ’ τους άλλους κι επιμένομε σ’ αυτό. Κι ενώ όλα διορθώνονται με την προσευχή, εμείς πολλές φορές στενοχωρούμεθα κι αγανακτούμε και κατακρίνομε.

          Πολλές φορές με την αγωνία μας και τους  φόβους μας και την άσχημη ψυχική μας κατάσταση, χωρίς να το θέλομε και χωρίς να το καταλαβαίνομε, κάνομε κακό στον άλλον, έστω κι αν το αγαπάμε πάρα πολύ, όπως, παραδείγματος χάριν, η μάνα το παιδί της. Η μάνα μεταδίδει στο παιδί όλο το άγχος της για τη ζωή του, για την υγεία του, για την πρόοδό του, έστω κι αν δεν του μιλάει, έστω κι αν δεν εκδηλώνει αυτό που έχει μέσα της. Αυτή η αγάπη, η φυσική αγάπη δηλαδή, μπορεί κάποτε να βλάψει, δεν συμβαίνει, όμως, το ίδιο με την αγάπη του Χριστού, που συνδυάζεται με την προσευχή και με την αγιότητα του βίου. Η αγάπη αυτή κάνει άγιο τον άνθρωπο, τον ειρηνεύει, διότι αγάπη είναι ο Θεός.

          Η αγάπη να είναι μόνον εν Χριστώ. Για να ωφελήσεις τους άλλους, πρέπει να ζεις μέσα στην αγάπη του Θεού, αλλιώς δεν μπορείς να ωφελήσεις τον συνάνθρωπό σου. Δεν πρέπει να βιάζεις τον άλλο. Θα έλθει η ώρα του, θα έλθει η στιγμή, αρκεί να προσεύχεσαι γι’ αυτόν. Με τη σιωπή, την ανοχή και κυρίως την προσευχή ωφελούμε τον άλλον μυστικά. Η χάρις του Θεού καθαρίζει τον ορίζοντα του νου του και τον βεβαιώνει για την αγάπη Του. Εδώ είναι το λεπτό σημείο. Άμα δεχθεί ότι ο Θεός είναι αγάπη, τότε ένα άπλετο φως θα έλθει πάνω του, που δεν το έχει δει ποτέ. Θα βρει έτσι τη σωτηρία.

 

Η καλύτερη ιεραποστολή γίνεται με το καλό παράδειγμα, την αγάπη μας, την πραότητά μας

          Να είμαστε ζηλωταί. Ζηλωτής είναι εκείνος που αγαπάει ολόψυχα τον Χριστό και στο όνομά Του διακονεί τον άνθρωπο. Αγάπη στον Θεό και στους ανθρώπους· αυτό είναι ζευγάρι, δεν χωρίζει. Πάθος, πόθος, δάκρυα, με κατάνυξη, όχι σκόπιμα. Όλα από καρδιά!

          Ο φανατισμός δεν έχει σχέση με τον Χριστό. Να είσαι χριστιανός αληθινός. Τότε κανένα δεν θα παρεξηγείς, αλλά «η αγάπη σου πάντα θα στέγει»[xiv]. Και στον αλλόθρησκο, χριστιανός. Δηλαδή να τον τιμάεις άσχετα με τη θρησκεία του με έναν ευγενικό τρόπο. Μπορείς να περιποιηθείς έναν οθωμανό, όταν έχει ανάγκη, να του μιλήσεις, ν’ αναστραφείς μαζί του. Να υπάρχει σεβασμός της ελευθερίας του άλλου. Όπως ο Χριστός «ίσταται επί την θύραν και κρούει», χωρίς να την παραβιάζει, αλλά περιμένει την ψυχή μόνη της κι ελεύθερα να Τον δεχθεί, έτσι κι εμείς να στεκόμαστε μπροστά στην κάθε ψυχή.

          Στην ιεραποστολική προσπάθεια να υπάρχει λεπτός τρόπος, ώστε οι ψυχές να δέχονται ό,τι προσφέρομε, λόγια, βιβλία, χωρίς ν’ αντιδρούν. Και κάτι ακόμη. Λίγα λόγια. Τα λόγια ηχούν στ’ αυτιά και εκνευρίζουν πολλές φορές. Η προσευχή και η ζωή έχουν απήχηση. Η ζωή συγκινεί, αναγεννά και αλλοιώνει, ενώ τα λόγια μένουν άκαρπα. Η καλύτερη ιεραποστολή γίνεται με το καλό μας παράδειγμα, την αγάπη μας, την πραότητά μας. Ακούστε ένα σχετικό παράδειγμα.

          Κάποτε ένας παπάς είχε πάει σε μία ομιλία με μορφωμένους· τον είχε πάρει μαζί του ένας εξάδελφός του. Ο ομιλητής είπε πολλά πάνω σ’ ένα θέμα μαρξιστικό. Οι ακροατές του ενθουσιάσθηκαν και τον εχειροκρότησαν στο τέλος. Αλλά, όπως ήταν ακόμη πάνω στην έδρα, είδε τον παπά και είπε:

          - Έχομε κι έναν παπά στην ομιλία μας. Αν μπορεί, να μας έλεγε το θέμα από θρησκευτικής και φιλοσοφικής πλευράς.

          Το είπε ειρωνικά νομίζοντας ότι θα τον ταπεινώσει και θα εξευτελίσει την Εκκλησία. Ο παπάς σηκώθηκε και είπε:

          - Τι να σου πω εγώ, παιδί μου, δεν ξέρω, αλλά έχω ακούσει· ο τάδε σοφός λέει έτσι κι έτσι στην τάδε σελίδα, ο τάδε λέει έτσι κι έτσι στην τάδε σελίδα, ο τάδε λέει έτσι κι έτσι στην τάδε σελίδα, ο τάδε.... κ.λπ., κ.λπ. Ο Μωυσής λέει έτσι κι έτσι στην τάδε σελίδα, ο Ησαΐας, ο Δαβίδ, ο Χριστός. Συνέχισε λέγοντας αυτό το χωρίο από τον Απόστολο Παύλο: «... που σοφός; που γραμματεύς; που συζητητής του αιώνος τούτου; ουχί εμώρανεν ο Θεός την σοφίαν του κόσμου τούτου;... τα μωρά του κόσμου εξελέξατο ο Θεός, ίνα τους σοφούς καταισχύνη... όπως μη καυχήσηται πάσα σαρξ ενώπιον του Θεού»[xv].

          Έκλεισε το στόμα ο «σοφός», ο ομιλητής. Το σπουδαίο είναι ότι ο παπάς τα είπε με πραότητα και χωρίς εγωισμό. Ήταν δεσπότης του Πατριαρχείου. Όταν τελείωσε, είπε:

          - Εγώ δεν ξέρω τίποτα. Εσείς κρίνετε ποιο είναι το σωστό.

          Είπε στο τέλος ο ομιλητής ντροπιασμένος.

          - Πολύ καλά μας τα είπε ο παπάς! Τ’ αναίρεσε όλα τα δικά μου.

          Είναι σπουδαίο πράγμα η κατάρτιση, όταν συνδυάζεται με την πραότητα, την καλοσύνη και την αγάπη. Αυτά ισχύουν για όλες τις περιπτώσεις. Να μιλάτε, όταν έχετε σχετική κατάρτιση στο θέμα. Αν δεν έχετε, να μιλάτε με το παράδειγμά σας.

          Στις συζητήσεις λίγα λόγια για τη θρησκεία και θα νικήσετε. Αφήστε εκείνον που έχει άλλη γνώμη να ξεσπάσει, να πει, να πει... Να αισθανθεί ότι έχει να κάνει μ’ έναν ήρεμο άνθρωπο. Να επιδράσετε με την καλοσύνη σας και την προσευχή σας κι έπειτα του μιλάτε λίγο. Δεν κάνετε τίποτα, αν τα πείτε έντονα, αν του πείτε, παραδείγματος χάριν, «είπες ψέμα!». Και τι θα βγει; Είστε «ως πρόβατα εν μέσω λύκων»[xvi]. Τι να κάνετε; Ν’ αδιαφορείτε εξωτερικά, αλλά να προσεύχεσθε μέσα σας. Να είστε έτοιμοι, καταρτισμένοι, με παρρησία, αλλά και με αγιότητα, πραότητα, προσευχή. Για να κάνετε αυτό όμως, πρέπει να γίνετε άγιοι.

 

Η αγάπη είναι πάνω απ’ όλα

          Η αγάπη προς τον Χριστό δεν έχει όρια, το ίδιο και η αγάπη προς τον πλησίον. Να εκτείνεται παντού, στα πέρατα της γης. Παντού, σε όλους τους ανθρώπους. Εγώ ήθελα να πάω να ζήσω μαζί με τους χίπηδες στα Μάταλα χωρίς, βέβαια, αμαρτίες, για να τους δείξω την αγάπη του Χριστού, πόσο είναι μεγάλη και πως μπορεί να τους αλλάξει, να τους μεταμορφώσει. Η αγάπη είναι πάνω απ’ όλα. Θα σας το πω μ’ ένα παράδειγμα.

          Ήταν ένας ασκητής κι είχε δύο υποτακτικούς. Προσπαθούσε πολύ να τους ωφελήσει και να τους κάνει καλούς. Είχε, όμως, την ανησυχία αν όντως προχωρούν στην πνευματική ζωή, αν προοδεύουν κι αν είναι έτοιμοι για τη Βασιλεία του Θεού. Περίμενε ένα σημάδι γι’ αυτό απ’ τον Θεό, αλλά δεν έπαιρνε καμία απάντηση. Κάποια ημέρα θα γινόταν αγρυπνία στην εκκλησία μιας άλλης σκήτης, που απείχε πολλές ώρες απ’ τη δική τους. Έπρεπε να γίνει πορεία μες στην έρημο. Έστειλε τους υποτακτικούς του απ’ το πρωί, ώστε να φθάσουν νωρίς, για να τακτοποιήσουν την εκκλησία, κι ο Γέροντας θα πήγαινε τ’ απόγευμα. Οι υποτακτικοί είχαν προχωρήσει αρκετά, όταν ξαφνικά άκουσαν βογγητά. Ήταν ένας άνθρωπος βαριά τραυματισμένος και ζητούσε βοήθεια:

          - Πάρτε με, σας παρακαλώ, τους έλεγε, γιατί εδώ είναι ερημιά, κανείς δεν περνάει, ποιος θα μπορέσει να με βοηθήσει; Εσείς είστε δύο. Σηκώστε με και οδηγήστε με στο πρώτο χωριό.

          - Δεν μπορούμε! του είπαν. Βιαζόμαστε να πάμε για την αγρυπνία, έχομε πάρει εντολή να ετοιμάσομε.

          - Πάρτε με, σας παρακαλώ! Αν μ’ αφήσετε, θα πεθάνω, θα με φάνε τα θηρία.

          - Δεν μπορούμε! Τι να κάνομε, πρέπει να πάμε στο καθήκον μας.

          Κι έφυγαν. Τ’ απόγευμα ξεκίνησε ο Γέροντας για την αγρυπνία. Πέρασε απ’ τον ίδιο δρόμο. Έφθασε και στο μέρος που ήταν ο τραυματισμένος. Τον βλέπει, τον πλησιάζει και του λέει:

          - Τι έπαθες, άνθρωπε του Θεού; Τι έχεις; Από πότε είσαι εδώ; Δεν σε είδε κανείς;

          - Πέρασαν το πρωί δύο μοναχοί και τους παρακάλεσα να με βοηθήσουν, αλλά βιαζόντουσαν να πάνε στην αγρυπνία.

          - Θα σε πάρω εγώ. Μην ανησυχείς! του λέει.

          - Δεν μπορείς εσύ, είσαι γέροντας, δεν μπορείς να με σηκώσεις, αδύνατον!

          - Όχι, θα σε πάρω! Δεν μπορώ να σ’ αφήσω!

          - Μα δεν μπορείς να με σηκώσεις.

          - Θα σκύψω, και συ πιάσου από πάνω μου και λίγο λίγο θα σε πάω σε κανένα κοντινό χωριό. Λίγο σήμερα, λίγο αύριο θα φθάσω.

          Και τον πήρε με μεγάλη δυσκολία κι άρχισε να βαδίζει με το βάρος εκείνο μες στην άμμο πάρα πολύ δύσκολα. Ο ιδρώτας έτρεχε ποτάμι και σκεπτόταν: «Έστω και σε τρεις ημέρες θα φθάσω». Καθώς όμως προχωρούσε, άρχισε να νιώθει το φορτίο του πιο ελαφρό, πιο ελαφρό και σε κάποια στιγμή αισθάνθηκε σαν να μην κρατάει τίποτα. Τότε γυρίζει πίσω να δει τι συμβαίνει και βλέπει με έκπληξη πάνω του έναν άγγελο. Ο άγγελος του είπε:

          - Μ’ έστειλε ο Θεός να σε πληροφορήσω ότι οι δύο υποτακτικού σου δεν είναι άξιοι της Βασιλείας του Θεού, γιατί δεν έχουν αγάπη.[xvii]

 

Παραπομπές
 


[i] Α’ Ιωάν. 4, 20.

[ii] Α’ Κορ. 12, 26-27.

[iii] Πρβλ. Εφ. 5, 30.

[iv] Ιωάν. 17, 11· 21· 22· 23· 24.

[v] Γαλ. 2, 20.

[vi] Πρβλ. Αποκ. 3, 20· 21, 5.

[vii] Πρβλ. Α’ Κορ. 12, 21.

[viii] Α’ Τιμ. 2, 4.

[ix] Ρωμ. 13, 8.

[x] Εφ. 5, 29.

[xi] Ματθ. 5, 45.

[xii] Ο Γέροντας, σχετικά με το παραπάνω κείμενο, το οποίο περιέχει απόσπασμα από τον Άγιο Συμεών και λόγια δικά του, παρακάλεσε: «Να το γράψετε με ωραία, ευανάγνωστα γράμματα, να το βάλετε σε κορνίζα και να το κρεμάσετε στο κελί μου. Να βγάλετε πολλά φωτοαντίγραφα και να τα δίνετε στο κόσμο όλο, προς ωφέλειαν». Πρβλ. Συμεών Νέου Θεολόγου. Κεφάλαια Θεολογικά και Πρακτικά ρ’, SC 51· Α’ Ιωάν. 4, 20.

[xiii] Ρωμ. 5, 20.

[xiv] Πρβλ. Α’ Κορ. 13, 7.

[xv] Α’ Κορ. 1, 20· 27· 29.

[xvi] Ματθ. 10, 16.

[xvii] Πρβλ. Ευεργετινού, τόμ. Δ’, Υπόθεσιν ιγ’, Αθήναι 1988, σ. 281-286.

Δημιουργία αρχείου: 19-7-2005.

Τελευταία ενημέρωση: 19-7-2005.

ΕΠΑΝΩ