Περιεχόμενα

 

Οι Καιροί των Εθνών Αναθεωρημένοι

©  Carl Olof Jonsson, Göteborg, Sweden

 

Παράρτημα 1ο

Μέθοδοι Υπολογισμού των ετών Βασιλείας


Συστήματα που περιλαμβάνουν - ή όχι - έτη ενθρόνισης

Τόσο οι Βαβυλώνιοι, όσο και οι ύστεροι Μηδο-Πέρσες, εφάρμοζαν το σύστημα των ετών ενθρόνισης. Δηλαδή, το έτος στο οποίο ένας βασιλιάς αναλάβαινε εξουσία υπολογιζόταν σαν έτος ενθρόνισής του, ενώ το επόμενο έτος που άρχιζε την 1η Νισάν (άνοιξη) υπολογιζόταν ως το πρώτο του έτος. Στην Αίγυπτο εφαρμοζόταν αντίθετη μέθοδος: Το έτος στη διάρκεια του οποίου κάποιος βασιλιάς αναλάβαινε εξουσία μετρούνταν ως το πρώτο του έτος. Υπάρχουν αποδείξεις που δείχνουν ότι η τελευταία μέθοδος, δηλαδή το σύστημα χωρίς έτη ενθρόνισης, εφαρμοζόταν και στο βασίλειο του Ιούδα. Οι αποδείξεις έχουν ως ακολούθως:

1. Η μάχη της Χαρκεμίς, που συνέβηκε το 605 π.Χ., αναφέρεται στο Ιερεμίας μς΄ 2 πως έλαβε χώρα «εν τω τετάρτω έτει του Ιωακείμ». Σύμφωνα με το Ιερεμίας κε΄ 1 αυτό ήταν το «πρώτο έτος του Ναβουχοδονόσορα». Όμως το Βαβυλωνιακό χρονικό (Β.Μ. 21946) αναφέρει ξεκάθαρα πως αυτή η μάχη διεξάχθηκε στη διάρκεια του έτους ενθρόνισης του Ναβουχοδονόσορα, και όχι στο πρώτο του έτος. Ο λόγος για τον οποίο ο Ιερεμίας υπολογίζει το έτος ενθρόνισης του Ναβουχοδονόσορα σαν πρώτο έτος φαίνεται και είναι ότι οι Ιουδαίοι δεν εφάρμοζαν το σύστημα ετών ενθρόνισης. Κατά συνέπεια, ο Ιερεμίας εφάρμοσε το ιουδαϊκό σύστημα χωρίς έτη ενθρόνισης, όχι μόνο για τους Ιουδαίους βασιλείς, αλλά και για τον Ναβουχοδονόσορα.

2. Στο Β΄ Βασιλέων κδ΄ 12, κε΄ 8 και Ιερεμία νβ΄ 12 αναφέρεται πως η εξορία του Ιωαχείν και η καταστροφή της Ιερουσαλήμ έλαβαν χώρα στο όγδοο και στο δέκατο ένατο έτος της βασιλείας του Ναβουχοδονόσορα, ενώ τα τελευταία εδάφια του βιβλίου του Ιερεμία (νβ΄ 28-34) τοποθετούν χρονικά αυτά τα συμβάντα στο έβδομο και στο δέκατο όγδοο έτη, αντίστοιχα. Και στις δύο περιπτώσεις η διαφορά είναι ένα έτος. Το Βαβυλωνιακό χρονικό (Β.Μ. 21946, βλ. επίσης βοήθημα σελ.326) συμφωνεί με το  Ιερεμίας νβ΄ 28 όταν αναφέρει πως ο Ναβουχοδονόσορας κυρίευσε την Ιερουσαλήμ και αιχμαλώτισε τον Ιωαχείν στο έβδομο έτος του. Όπως έχουν υποδείξει ο Κ.Φ. Κάιλ, και άλλοι, το τελευταίο κεφάλαιο του βιβλίου του Ιερεμία είναι προσθήκη από κάποιον άλλο συγγραφέα [1]. Αυτό υποστηρίζεται και από τα τελευταία λόγια του Ιερεμία στο κεφάλαιο να΄: «Μέχρι τούτου είναι οι λόγοι του Ιερεμίου (εδάφιο 64). Σχετικά με τη διαφορά του ενός έτους αναφορικά με τα έτη της βασιλείας του Ναβουχοδονόσορα,  στο Ιερεμίας νβ΄ 28-30 ο καθηγητής Αλβέρτους Πήτερς κατά πάσα πιθανότητα δίνει την ορθή εξήγηση όταν αναφέρει: «Η διαφορά αυτή εξηγείται τέλεια αν υποθέσουμε πως το τμήμα για το οποίο συζητούμε προστέθηκε στις προφητείες του Ιερεμία από κάποιον που βρισκόταν στη Βαβυλώνα και έχοντας πρόσβαση στις επίσημες εκθέσεις και υπομνήματα, στα οποία, φυσικά, η χρονολόγηση θα καταγραφόταν σύμφωνα με το Βαβυλωνιακό τρόπο υπολογισμού των ετών βασιλείας» [2]. Εφόσον ο συγγραφέας κατοικούσε στη Βαβυλώνα, ήταν φυσικό να εφαρμόσει το Βαβυλωνιακό σύστημα, που περιλαμβάνει έτος ενθρόνισης, ενώ ο συγγραφέας του Β΄ Βασιλέων (ο Ιερεμίας) εφάρμοσε το Ιουδαϊκό σύστημα χωρίς έτος ενθρόνισης.

Το συμπέρασμα αυτό επιβεβαιώνεται περαιτέρω από τον τρόπο που ο συγγραφέας του Ιερεμίας νβ΄ 31 αναφέρεται στο έτος της βασιλείας του Εβίλ-Μερωδάχ, κατά το οποίο απελευθέρωσε τον Ιωαχείν από τη φυλακή. Αναφέρει πως ήταν «το έτος καθ΄ ο εβασίλευσεν», όχι το πρώτο του έτος. Σύμφωνα με τον καθηγητή Πήτερς η φράση «το έτος καθ΄ ο εβασίλευσεν» (βλ. Β΄ Βασιλέων κε΄ 27) «από τεχνική άποψη είναι ο ορθός όρος για το έτος της ενθρόνισης του μονάρχη», [3] αφού τα βαβυλωνιακά κείμενα χρησιμοποιούν μια παρόμοια έκφραση όταν αναφέρονται στο έτος ενθρόνισης.

Το ότι ο συγγραφέας του Ιερεμίας νβ΄ 28-34 χρησιμοποιεί το σύστημα έτους ενθρόνισης αντίθετα με το συγγραφέα του βιβλίου Β΄ Βασιλέων είναι το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγουν πολλοί σύγχρονοι λόγιοι της Βίβλου, όπως για παράδειγμα οι Δρ Τζακ Φίνεγκαν και Δρ Τζ. Φίλιπ Χάιαττ [4].

3. Προφανώς και ο προφήτης Δανιήλ στο Δανιήλ α΄ 1 χρησιμοποιεί το σύστημα έτους ενθρόνισης όταν χρονολογεί την πρώτη εκτόπιση των Ιουδαίων εξορίστων στο «τρίτο έτος» του Ιωακείμ, αν και το γεγονός αυτό πρέπει να επακολούθησε της μάχης της Χαρκεμίς, στο «τέταρτο έτος» του Ιωακείμ (Ιερ. μς΄ 2). Κατά συνέπεια, είναι προφανές πως ο Δανιήλ, ζώντας στη Βαβυλώνα και κατέχοντας μια υψηλή θέση στη διοίκησή της, εφάρμοσε το Βαβυλωνιακό ημερολογιακό σύστημα. Μάλιστα το ίδιο έπραξε και για τη βασιλεία του Ιωακείμ. Ακριβώς όπως ο Ιερεμίας, εφάρμοσε το Ιουδαϊκό σύστημα χωρίς έτος ενθρόνισης όταν αναφερόταν στη βασιλεία του Ναβουχοδονόσορα [5].

4. Ακόμη και ως την περσική εποχή, οι Ιουδαίοι που βρίσκονταν στην παροικία της Ελεφαντίνης, στην Αίγυπτο, εξακολουθούσαν να χρησιμοποιούν το σύστημα μη υπολογισμού έτους ενθρόνισης. Στους Αραμαϊκούς παπύρους που ανακαλύφθηκαν σε αυτή τη νήσο, προς το τέλος του δεκάτου ενάτου αιώνα, το έτος ενθρόνισης κάποιων Περσών βασιλέων αναφέρεται ως το πρώτο έτος [6].

Διάφορα δύσκολα προβλήματα στη βιβλική χρονολογία λύνονται εύκολα, αν ληφθούν υπ΄ όψιν τα συστήματα που περιλαμβάνουν ή μη έτη ενθρόνισης, μελέτη των χρονολογικών πινάκων που βρίσκονται στο Παράρτημα «Γ» θα το διασαφήσει αυτό.

 

 Έτη με έναρξη τον Νισάν ή τον Τισρί

Είναι πασίγνωστο πως το Βαβυλωνιακό χρονικό και το περσικό ημερολογιακό έτος άρχιζε από την 1η του Νισάν – την ημέρα αυτή άρχιζαν και τα έτη βασιλείας. Σε μετέπειτα καιρούς, οι Εβραίοι είχαν δύο ενάρξεις για τα ημερολογιακά έτη τους: την1η του Νισάν και την 1η του Τισρί – η 1η του Τισρί ήταν η παλαιότερη πρωτοχρονιά [7]. Αν και το ιερό ημερολογιακό έτος άρχιζε με τον Νισάν και οι μήνες πάντοτε απαριθμούνταν από αυτόν [8], ο Τισρί διατηρήθηκε ως έναρξη του κοσμικού ημερολογιακού έτους. Το πρόβλημα είναι το εξής: Οι βασιλείς του Ιούδα ακολουθούσαν τη συνήθεια της Βαβυλώνας και των άλλων χωρών, να υπολογίζουν τα έτη της βασιλείας από την 1η του Νισάν (άνοιξη) ή τα υπολόγιζαν από την 1η του Τισρί, οπότε άρχιζε το κοσμικό τους έτος; Αν και το βιβλίο βοήθημα (σελ. 338) αναφέρει πως τα βασιλικά έτη ορίζονταν από Νισάν ως Νισάν, υπάρχουν πολλά στοιχεία που δείχνουν πως οι βασιλείς του Ιούδα υπολόγιζαν τα έτη της βασιλείας τους από Τισρί σε Τισρί.

1. Το εδάφιο Ιερεμίας α΄ 3 αναφέρει πως ο Σεδεκίας «εξορίστηκε τον πέμπτο μήνα» (ΜΝΚ) {το οποίο συμφωνεί με την αφήγηση στο Β΄ Βασιλέων κε΄ 8-12}. Ωστόσο, αναφέρεται πως αυτός ο πέμπτος μήνας βρισκόταν στο «τέλος {‘συμπλήρωση’ (ΜΝΚ)} του ενδεκάτου έτους του Σεδεκία». Αν ο υπολογισμός του έτους της βασιλείας του Σεδεκία αρχίσει από τον Τισρί (έβδομο μήνα του ιερού ημερολογίου), τότε ο πέμπτος μήνας (του ιερού ημερολογίου) βρισκόταν προφανώς προς το τέλος του έτους βασιλείας (του Σεδεκία) – που έληξε τον επόμενο μήνα, τον έκτο μήνα Ελούλ.

2. Σύμφωνα με το Β΄ Βασιλέων κβ΄ 3 κλπ, ο βασιλιάς Ιωσίας άρχισε να επισκευάζει τον οίκο του Ιεχωβά στο δέκατο όγδοο έτος του. Κατά τη διάρκεια εκείνων των επισκευών ο Αρχιερέας Χελκίας βρήκε στο ναό το νόμο του Ιεχωβά. Η ανακάλυψη αυτή κατέληξε σε μια εκτεταμένη εκστρατεία ενάντια στην ειδωλολατρία σε όλη τη χώρα. Μετά από αυτό ο Ιωσίας θέσπισε και πάλι το Πάσχα κατά την 14η του Νισάν, δύο εβδομάδες μετά από την έναρξη του νέου έτους, σύμφωνα με το ιερό ημερολόγιο (Β΄ Βασιλέων κγ΄ 23). Είναι πολύ ενδιαφέρον πως αυτό το Πάσχα γιορτάστηκε «κατά το δέκατον όγδοον έτος του Ιωσίου.» Εφόσον, οι επισκευές του Ναού, ο καθαρισμός της γης από την ειδωλολατρία και πολλά άλλα που αναφέρονται στο Β΄ Βασιλέων κβ΄ 3 – κγ΄ 23 δεν θα μπορούσαν λογικά να επιτελεστούν μέσα σε δύο μόνο εβδομάδες, φαίνεται προφανές πως το δέκατο όγδοο έτος της βασιλείας του Ιωσία δεν υπολογίζεται από την 1η Νισάν, αλλά από την 1η Τισρί.

3. Μια άλλη ένδειξη πως τα έτη βασιλείας στον Ιούδα υπολογίζονταν από τον Τισρί, παρέχεται στο Ιερεμίας λς΄: «Εν τω τετάρτω έτει του Ιωακείμ» (εδάφιο 1) ο Ιεχωβά είπε στον Ιερεμία να γράψει σε βιβλίο όλους τους λόγους που είχε λαλήσει κατά του Ισραήλ, κατά του Ιούδα και όλων των εθνών (εδάφιο 2). Ο Ιερεμίας το επιτέλεσε αυτό μέσω του γραμματέα του, Βαρούχ (εδάφιο 4). Όταν ο Βαρούχ τελείωσε το έργο, ο Ιεχωβά του ζήτησε «είσελθε [στον οίκο του Ιεχωβά (ΜΝΚ)] και «ανάγνωσον εν τω τόμω τον οποίον έγραψας εκ στόματός μου τους λόγους του Κυρίου εις τα ώτα του λαού, εν τω οίκω του Κυρίου, εν ημέρα νηστείας» (εδάφια 5,6). Ποιάς νηστείας; Προδήλως, επρόκειτο για μια ειδική νηστεία που κηρύχθηκε για κάποια απροσδιόριστη αιτία. Πολύ πιθανόν, η αιτία να ήταν η μάχη της Χαρκεμίς «εν τω τετάρτω έτει του Ιωακείμ» (Ιερεμ. μς΄ 2) καθώς και τα επακόλουθα συμβάντα, περιλαμβανομένης της πολιορκίας της Ιερουσαλήμ το ίδιο έτος, σύμφωνα με το Δανιήλ α΄ 1 κλπ (βλ. Παράρτημα «Β»). Αν και εξαιτίας του θανάτου του πατέρα του ο Ναβουχοδονόσορ είχε πριν λίγο επιστρέψει στην Βαβυλώνα, οι Ιουδαίοι είχαν σοβαρούς λόγους να φοβούνται πως γρήγορα θα επέστρεφε και θα συνέχιζε τις πολεμικές επιχειρήσεις του στον Ιούδα και στις γύρω περιοχές. Σε ένα τέτοιο ιστορικό φόντο, μπορεί να κατανοηθεί πλήρως η «κήρυξη νηστείας ενώπιον του Ιεχωβά (ΜΝΚ)». Είναι πολύ ενδιαφέρον το γεγονός ότι αυτή η νηστεία, στη διάρκεια της οποίας ο Βαρούχ επρόκειτο να διαβάσει από το ρόλο του βιβλίου που είχε γράψει, έγινε «εν τω πέμπτω έτει του Ιωακείμ, υιού του Ιωσίου, βασιλέως του Ιούδα, εν τω εννάτω μηνί» (εδάφια 9,10). Αν τα έτη της βασιλείας του Ιωακείμ υπολογίζονταν από το Νισάν, τον πρώτο μήνα (του ιερού ημερολογιακού έτους), τότε ο Βαρούχ άρχισε να καταγράφει τις προφητείες του Ιερεμία σχεδόν ένα έτος πριν από αυτή τη νηστεία. Επιπλέον, φαίνεται πως η νηστεία είχε ήδη κηρυχθεί στο τέταρτο έτος του Ιωακείμ (εδάφια 1,6) και συνεπώς εννέα τουλάχιστον μήνες προτού τηρηθεί. Όλο αυτό φαίνεται πολύ απίθανο. Αν όμως η έναρξη κάθε έτους της βασιλείας του Ιωακείμ τοποθετηθεί χρονικά στον Τισρί, τον έβδομο μήνα, τότε το τέταρτο έτος της βασιλείας του Ιωακείμ έληξε με τον Ελούλ, τον έκτο μήνα (του ιερού ημερολογιακού έτους) [που αντιστοιχεί στον Αύγουστο – Σεπτέμβριο του 605 π.Χ.], η δε νηστεία που τηρήθηκε στον ένατο μήνα του ιερού ημερολογιακού έτους [Νοέμβριο – Δεκέμβριο του 605 π.Χ.] έγινε λίγο περισσότερο από δύο μήνες μετά την έναρξη του πέμπτου έτους του Ιωακείμ. Η συγγραφή λοιπόν των προφητειών του Ιερεμία από μέρους του Βαρούχ απαίτησε μόνο λίγους μήνες – πράγμα που είναι πιθανότερο και η νηστεία θα μπορούσε να είχε κηρυχθεί μόνο δύο μήνες πριν από την τήρησή της και όχι πολύ μετά από την μάχη της Χαρκεμίς και τις επακόλουθες Βαβυλωνιακές στρατιωτικές επιχειρήσεις στη Συρία και στην Παλαιστίνη το καλοκαίρι και το φθινόπωρο του 605 π.Χ.

4. Υπάρχουν αποδείξεις πως, τουλάχιστον μερικές φορές, οι Εβραίοι συγγραφείς, όταν αναφέρονταν σε ξένους βασιλείς, υπολόγιζαν τα έτη τους σύμφωνα με το έτος που άρχιζε με το μήνα Τισρί. Για παράδειγμα, αυτό το έκανε ο Νεεμίας. Στο εδάφιο Νεεμίας α΄ 1 αναφέρεται στο μήνα Χισλεύ (Νοέμβριο – Δεκέμβριο) στο εικοστό έτος του Αρταξέρξη. Όμως και ο μήνας Νισάν του επομένου έτους αναφέρεται ως μέρος του εικοστού έτους της εξουσίας του Αρταξέρξη (Νεεμίας β΄ 1). Αν ο Νεεμίας υπολόγιζε τα βασιλικά έτη του Αρταξέρξη από την 1η Νισάν, θα έπρεπε να είχε γράψει εικοστό πρώτο έτος στο εδάφιο β΄ 1. Συνεπώς ο Νεεμίας προφανώς υπολόγιζε τα έτη της βασιλείας του Πέρση βασιλιά Αρταξέρξη σύμφωνα με το Ιουδαϊκό Τισρί έως Τισρί ημερολόγιο και όχι με την Περσική αρίθμηση από Νισάν έως Νισάν. Αυτό υποστηρίζεται και από το βιβλίο βοήθημα προς Κατανόηση της Βίβλου, σελίδα 1216.

Το ότι στον Ιούδα ακολουθούνταν ο από Τισρί σε Τισρί υπολογισμός των ετών βασιλείας είναι συμπέρασμα πολλών από τους καλύτερους σχολιαστές και μελετητές της βιβλικής χρονολογίας, όπως οι Σ. Μόβινγκελ, Μόργκενστερν, Κιένιτζ και Θίηλε [9]. Παρόλο που αυτός ο τρόπος υπολογισμού των βασιλικών ετών περιπλέκει κάπως τους συγχρονισμούς ανάμεσα στον Ιούδα και στην Βαβυλώνα, πολλά προβλήματα διευκρινίζονται με την εφαρμογή του. Στους χρονολογικούς πίνακες του παραρτήματος «Γ» και τα δύο είδη βασιλικών ετών παραλληλίζονται με το σύγχρονο ημερολόγιό μας.


ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1. Carl Friedrich Keil, Biblisher Commentar uder den Propheten Jeremia and die Klagelieder (Leipzig, 1872), σελ. 536-542. Ο Δρ Ι. Α. Τόμσον εξηγεί: «Αυτό το καταπληκτικό κεφάλαιο στο βιβλίο του Ιερεμία βασίζεται στο Β΄ Βασ. κδ΄ 18, κε΄ 30 …. Το τμήμα από το βασιλέων περιλήφθηκε προφανώς για να δείξει πως εκπληρώθηκαν οι προφητείες του Ιερεμία». J. A. Thomson στο Book of Jeremiah (Βιβλίο του Ιερεμία), (Grand Rapids: Wm. B. Eerdman´s Publishing Co., 1980), σελ. 773, 774.

2. Albertus Pieters, The Third Year of Jehoiakim (Το τρίτο έτος του Ιωακείμ), στο έργο From Pyramids to Paul (Από τις Πυραμίδες ως τον Παύλο), (New York: Thomas Nelson and Sons, 1935), σελ.186.

3. Οπ. παρ. σελ. 184.

4. Δρ Jack Finegan, Handbook of Biblical Chronology (Εγχειρίδιο Βιβλικής Χρονολογίας), (Princeton N.J.: Princeton University Press, 1964), σελ. 208. Ο Τζ. Φιλίπ Χάιαττ λέει: «Είναι φανερό πως το βιβλίο των Βασιλέων χρησιμοποιεί ένα σύστημα κατά το οποίο το έτος ενθρόνισης υπολογίζεται ως το πρώτο έτος της βασιλείας ενός βασιλιά, ενώ το Ιερεμίας νβ΄ χρησιμοποιεί το βαβυλωνιακό σύστημα κατά το οποίο δεν μετράται το έτος ενθρόνισης. Σαν πρώτο έτος του βασιλιά θεωρείται το έτος που αρχίζει με την τυπική ενθρόνισή του». J. Philip Hyatt, New Light on Nebuchadnezzar and Judean History (Νέο φως για τον Ναβουχοδονόσορα και την Ιουδαϊκή Ιστορία) στο Journal of Biblical Literature (Περιοδικό Βιβλικής Φιλολογίας), 75 (1956), σελ. 278.

5. Για μια λεπτομερειακή συζήτηση του Δανιήλ α΄ 1 κλπ καθώς και του β΄ 1, βλ. Παράρτημα «Β».

6. Δρ Edwin R. Thiele στο Bulletin of the American Schools of Oriental Research (Δελτίο των Αμερικανικών Σχολών Ανατολικής Έρευνας), Νο 143 (1956), σελ. 22-27.

7. Βοήθημα, σελ. 279.

8. «Στις Εβραϊκές Γραφές οι μήνες αριθμούνται με αφετηρία τον Νισάν, ασχέτως αν ο υπολογισμός του έτους άρχισε από την Άνοιξη ή το Φθινόπωρο». Edwin R. Thiele, The Mysterious Numbers of the Hebrew Kings (Οι Μυστηριώδεις Αριθμοί των Εβραίων Βασιλέων), (Chicago: The University of Chicago Press, 1951), σελ. 31. Στην υποσημείωση 11, σελ. 31 παραθέτει πολλά παραδείγματα τούτου.

9. Βλ. για παράδειγμα την κριτική του έργου Babylonian Chronology 626 B.C. – A.D. 45 (Βαβυλωνιακή Χρονολογία 626 π.Χ. – 45 μ.Χ.) στο Journal of Near Eastern Studies (Περιοδικό των Σπουδών της Εγγύς Ανατολής) των Parker and Dubberstein´s, Τομ. 2, 1943, σελ. 125-130. Πιο πρόσφατα, ο Δρ A. Malamat έχει παρουσιάσει ισχυρή επιχειρηματολογία για το ότι τα έτη της βασιλείας στον Ιούδα υπολογίζονται με αφετηρία το μήνα Τισρί, για παράδειγμα στο άρθρο του The Twilight of Judah: In the Egyptian-Babylonian Maelstrom (Το Λυκόφως του Ιούδα: Στον Αιγυπτο-Βαβυλωνιακό Ανεμοστρόβιλο), που δημοσιεύθηκε σαν Παράρτημα της Vetus Testamentum (Leiden: E. J. Brill, 1975), Τομ. XXVIII, σελ. 124, μαζί με την υποσημείωση 2. Βλ. επίσης K. S. Freedy and D. B. Redforf, The Dates in Ezekiel in Relation to Biblical, Babylonian and Egyptian Sources (Οι Χρονολογίες στον Ιεζεκιήλ σε Συσχετισμό προς τις Βιβλικές, Βαβυλωνιακές και Αιγυπτιακές Πηγές) στο Journal of the American Oriental Society (Περιοδικό της Αμερικανικής Ανατολικής Εταιρίας), Τομ. 90, 1970, σελ. 464, 465.
 

Περιεχόμενα

 

Δημιουργία αρχείου: 15-3-2006.

Τελευταία ενημέρωση: 21-3-2006.

Πάνω