Ελληνικός Παρατηρητής τής Σκοπιάς

Φραγμός στην εκμετάλλευση της απειρίας των άλλων

Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Εσχατολογικά, Σωτηριολογικά και Άλλο Ευαγγέλιο

Ανάσταση δικαίων και αδίκων χωρίς εξαίρεση * Οι δύο αναστάσεις * Το Χριστιανικό Ευαγγέλιο και το ανάθεμα της Σκοπιάς * Οι δύο θάνατοι και οι δύο αναστάσεις και η μέση κατάσταση τών ψυχών * Πώς θα αλλάξουν τα αναστημένα σώματα κατά την Δευτέρα Παρουσία; * Τι πιστεύουν οι Ορθόδοξοι για τη μετά θάνατον ζωή και την ανάσταση; * Ο ποταμός τής φωτιάς * Παράδεισος και Κόλαση * Παράδεισος και Κόλαση στην Ορθόδοξη Παράδοση * Ο γέροντας Παϊσιος εξηγεί την Κόλαση * Είναι η Κόλαση πραγματική;

Ανάσταση Νεκρών Μέρος 2ο

Η καθολικότητα  τής αναστάσεως και η αιωνιότητα τής κολάσεως

Η Χριστιανική κλήση και η ανάσταση των νεκρών

Ομιλία Νο 17

Μιχάλης Μαυροφοράκης

 

 
Απομαγνητοφώνηση από εκπομπή της Πειραϊκής Εκκλησίας, της σειράς εκπομπών: "Ορθοδοξία και Αίρεση", του Β΄ Βιβλικού και των συνεργατών του.
 

Ομιλία Νο 17. (ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗ // ΕΠΟΜΕΝΗ).

(Εκφωνήθηκε για πρώτη φορά: 15-11-1991).

Ακούστε την από την ΟΟΔΕ και σε ηχητικό Αρχείο MP3

 

Στα πλαίσια της μελέτης μας περί της Χριστιανικής κλήσεως ξεκινήσαμε την προηγούμενη φορά να εξετάζουμε το θεμελιώδες κεφάλαιο της πίστεώς μας που περικλείει την βασική Χριστιανική ελπίδα δηλαδή την ανάσταση των νεκρών. Όπως είναι φυσικό δεν εξαντλήσαμε το ενδιαφέρον και σημαντικό αυτό θέμα στην προηγούμενη εκπομπή κι έτσι θα το συνεχίσουμε με τη βοήθεια του Θεού σήμερα. Επομένως ο τίτλος της σημερινής μας εκπομπής είναι: "Η Χριστιανική κλήσις και η ανάσταση των νεκρών μέρος 2ο". Πριν όμως προχωρήσουνε στη μελέτη μας, ας μας επιτρέψετε μία πολύ σύντομη αναφορά των όσων ελέχθησαν στο πρώτο μέρος, έτσι ώστε να τα συνδέσουμε με όσα θα αναφέρουμε στη συνέχεια.

 

 

1. Γιατί εξετάζουμε αυτό το ζήτημα;

Η αιτία που εξετάζουμε το ζήτημα της αναστάσεως των νεκρών στα πλαίσια της γενικότερης μελέτης μας περί της Χριστιανικής κλήσεως είναι διπλή. Κατ' αρχήν, επειδή η ανάστασις είναι κεντρική Χριστιανική ελπίδα και επομένως αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της Χριστιανικής πίστεως και κλήσεως. Διότι όπως έγραφε ο απόστολος Παύλος στους Χριστιανούς της Κορίνθου, "Εάν δεν υπάρχει ανάσταση νεκρών, άρα ούτε και ο Χριστός αναστήθηκε, επομένως καταργείται όλη η ένσαρκος οικονομία, εμείς είμαστε ακόμα πνιγμένοι στις αμαρτίες μας, και τελικώς είμαστε και ελεεινότεροι πάντων των ανθρώπων, διότι ούτε τα παρόντα αγαθά απολαμβάνουμε, ούτε και τα μέλλοντα". Α΄ Κορινθίους ιε: 13-19.

Η δεύτερη αιτία όμως που εξετάζουμε το ζήτημα της αναστάσεως τώρα, είναι επειδή ο διάβολος υποκίνησε πολλούς εναντίον της, οι οποίοι κατά καιρούς προωθούν διάφορες αιρετικές θεωρίες, και άλλοτε απορρίπτουν τελείως την ανάσταση, και άλλοτε πάλι παραποιούν το περιεχόμενό της.

 

2. Οι τρεις ομάδες κακοδοξιών περί τής αναστάσεως

Χωρίσαμε το σύνολο των αιρετικών κακοδοξιών εναντίον της αναστάσεως σε τρεις μεγάλες κατηγορίες:

Η πρώτη που έχει σαν κύριο χαρακτηριστικό την πλήρη άρνηση της αναστάσεως, δηλαδή που προωθεί την άποψη ότι δεν θα γίνει ανάσταση των νεκρών. Σε αυτή την κατηγορία εντάξαμε και τις αντιλήψεις περί μετεμψύχωσης. Με το συγκεκριμένο αυτό πρόβλημα θα ασχοληθούμε στην επόμενη εκπομπή.

Η δεύτερη κατηγορία χαρακτηρίζεται από την διδασκαλία ότι το ανθρώπινο σώμα είναι ένα κατώτερο συστατικό τού ανθρώπου, και αποτελεί δεσμά και φυλακή της ψυχής. Έτσι κατά την ανάσταση δεν θα αναστηθεί το σώμα, αλλά η ψυχή θα ενδυθεί νέες, τέλειες ιδιότητες.

Η τρίτη κατηγορία, σε αντίθεση με την προηγούμενη, δίνει υπερβολική σημασία στο σώμα του ανθρώπου, και μάλιστα σε αυτό το φθαρτό και θνητό σώμα. Έτσι υποστηρίζουν ότι αυτό το ίδιο σώμα, με τις ίδιες ατελείς ιδιότητες, φυσικές ανάγκες και φυσικούς περιορισμούς, θα είναι εκείνο που θα αναστηθεί.

Ξεκινήσαμε λοιπόν την ανάλυση και αναίρεση αυτών των κακοδοξιών, κάνοντας τη διαπίστωση ότι οι αυτοαποκαλούμενοι Μάρτυρες του Ιεχωβά, έχουν καταφέρει στη θεωρία τους περί Αναστάσεως, να υιοθετήσουν και τις τρεις αυτές κακοδοξίες.

Την πρώτη, ότι δηλαδή δεν θα υπάρχει ανάσταση, την εφαρμόζουν αυθαίρετα σε μία μερίδα ανθρώπων, τους πολύ αδίκους, για τους οποίους λέγουν ότι ο θάνατος τους, σήμανε και την οριστική τους ανυπαρξία, και κατά συνέπεια δεν θα αναστηθούν ποτέ.

Την δεύτερη κακοδοξία, ότι το ανθρώπινο σώμα δεν αξίζει ενδόξου αναστάσεως, ως ατελές και περιοριστικό, την εφαρμόζουν στους εκλεκτούς, δηλαδή στους 144.000 για τους οποίους λένε ότι δεν θα αναστηθούν με τα ανθρώπινα σώματά τους, αλλά με άλλα αγγελικά σώματα, προκειμένου να κυβερνήσουν ολόκληρη την ορατή και αόρατη δημιουργία.

Την τρίτη κακοδοξία, ότι τα σώματα της αναστάσεως θα είναι ίδια με τα ατελή σώματα που τώρα  ως φθαρτοί και θνητοί φέρουμε, την εφαρμόζουν στην υπόλοιπη ανθρωπότητα, που περιλαμβάνει από τους δικαίους της Παλαιάς Διαθήκης, μέχρι τους αδίκους και ανόμους,  και από τους καλύτερους χριστιανούς (που όμως δεν ανήκουν στην τάξη των 144.000), μέχρι τους ειδωλολάτρες και αμαρτωλούς.

 

3. Γιατί κάποιοι αμφισβητούν τα περί αναστάσεως δόγματα

Στην προηγούμενη εκπομπή ασχοληθήκαμε με την αναίρεση της πρώτης κατηγορίας, δηλαδή ότι έστω και για μερικούς, δεν θα υπάρξει καθόλου ανάσταση νεκρών. Είδαμε αναλυτικά ότι η άποψη τών αυτοαποκαλουμένων Μαρτύρων του Ιεχωβά, όχι μόνο δεν υποστηρίζεται από την Αγία Γραφή και βέβαια τη λοιπή Παράδοση της Εκκλησίας, όχι μόνο δεν υπάρχει κανένα χωρίο της Βίβλου που να υποστηρίζει ότι για μερικούς δεν θα υπάρξει ανάσταση, αλλά αντίθετα ολόκληρη η Αγία Γραφή στο σύνολό της, διδάσκει ότι θα γίνει ανάσταση δικαίων και αδίκων, αγαθών αλλά και πονηρών, έτσι ώστε έκαστος να λάβει κατά τα έργα αυτού, άλλοι αιώνια, και άλλοι αιώνια καταδίκη.

Αφού λοιπόν είδαμε αρκετά χωρία τής Βίβλου, όπου φαίνεται καθαρά και σαφέστατα, ότι θα υπάρξει γενική ανάσταση όλων των ανθρώπων, χωρίς βεβαίως να υπάρχει εξαίρεση για τους πολύ ασεβείς και αδίκους, είχαμε κλείσει την προηγούμενη εκπομπή με ένα ερώτημα στο οποίο δεν προλάβαμε να δώσουμε απάντηση. Το ερώτημα,  το οποίο απορρέει λογικά από τη μελέτη που κάναμε, είναι το εξής: Γιατί ενώ η Αγία Γραφή είναι τόσο ξεκάθαρη και σαφής στο ζήτημα αυτό, ότι δηλαδή θα γίνει ανάσταση δικαίων και αδίκων, ανεξαρτήτως τού βαθμού τής αδικίας των, ωστόσο οι αυτοαποκαλούμενοι Μάρτυρες Ιεχωβά, (και μαζί με αυτούς και άλλοι αιρετικοί), αρνούνται τόσο επίμονα να το παραδεχτούν, και κηρύττουν ότι θα υπάρξουν άνθρωποι που δεν θα αναστηθούν ποτέ;

Η απάντηση στο ερώτημα αυτό, σε αντίθεση με την αναίρεση αυτής της εσφαλμένης διδασκαλίας, είναι αρκετά δύσκολη και περίπλοκη. Βέβαια μία πρώτη προσέγγιση στο πρόβλημα είναι αυτή που ταιριάζει σε κάθε κακοδοξία και σε πλάνη που αντιστρατεύεται τις αλήθειες της Χριστιανικής πίστεως. Κάθε πλάνη, προέρχεται από τον εχθρό τού ανθρώπου. Ο απόστολος Ιωάννης, στο βιβλίο της Αποκαλύψεως, στίχο ιβ: 9, μας δίνει την ταυτότητά του:

"Ο δράκων ο μέγας, ο Όφις ο αρχαίος, ο καλούμενος διάβολος και σατανάς, ο πλανών την οικουμένην όλην". Ο ίδιος απόστολος και ευαγγέλιό του, στίχο η: 44, μάς δίνει για τον διάβολο μία διαφορετική όψη της προσωπικότητάς του, αναφέροντας τα λόγια του Κυρίου προς τους Ιουδαίους που δεν επίστευαν σ' Αυτόν: "Σεις είστε εκ πατρός του διαβόλου και τας επιθυμίας του πατρός σας θέλετε να πράττητε. Εκείνος ήτο απ' αρχής ανθρωποκτόνος και δεν μένει εν τη αλήθεια, διότι αλήθεια δεν υπάρχει εν αυτώ. Όταν λαλεί το ψεύδος, εκ των ιδίων λαλεί. Διότι είναι ψεύστης και ο πατήρ αυτού του ψεύδους".

Αλλά αν και ο διάβολος είναι ο πατέρας κάθε ψεύδους, και ο υπαίτιος κάθε πλάνης, ωστόσο δεν θα μπορούσε να πλανήσει κανέναν, αν δεν υπήρχε η δική μας συγκατάθεση και έλλειψη της χάρης του Αγίου Πνεύματος, του πνεύματος της αληθείας. Αυτή τη διάσταση μάς τη δίνει η Αγία Γραφή σε πολλά σημεία. Εμείς όμως θα αρκεστούμε λόγω έλλειψης χρόνου σε δύο μόνον.

Το πρώτο βρίσκεται στην Β΄ προς Κορινθίους δ΄ 3 και 4: "Εάν δε και είναι το ευαγγέλιον ημών κεκαλυμμένον, εις τους απολυμένους είναι κεκαλυμμένον, των οποίων, απίστων όντων, (δηλαδή επειδή ήταν άπιστοι), ο θεός του αιώνος τούτου ετύφλωσε τον νουν, δια να μη επιλάμψει εις αυτούς ο φωτισμός του ευαγγελίου της δόξης του Χριστού, όστις είναι εικών του Θεού".

Ο απόστολος Παύλος λοιπόν, θεωρεί σαν πρωταρχική αιτία της πλάνης και τού σκοτισμού, την απιστία, δηλαδή την ηθελημένη και εκούσια απόφαση των ανθρώπων να αντιταχθούν στο Θεό και να μην πιστέψουν σε Αυτόν. Βλέποντας ο Θεός την διάθεση απιστίας που έχουν, επιτρέπει στον σατανά να πέμψει σ' αυτούς ενέργεια πλάνης.

Ας το δούμε όμως και στο δεύτερο χωρίο, που βρίσκεται στην Β΄ προς Θεσσαλονικείς επιστολή, β: 9-12, όπου ο απόστολος Παύλος αναφέρεται βέβαια στην εποχή την αμέσως προ της Δευτέρας Παρουσίας, δηλαδή στην εποχή του Αντιχρίστου, αλλά το ίδιο εφαρμόζεται (σε μικρότερη όμως έκταση) σε κάθε εποχή. Διαβάζουμε:

"όστις, (δηλαδή ο άνθρωπος της αμαρτίας, ο υιός της απώλειας, με άλλα λόγια ο Αντίχριστος), θέλει ελθεί κατ' ενέργειαν του σατανά εν πάση δυνάμει και σημείοις και τέρασι ψεύδους και εν πάση απάτη της αδικίας, μεταξύ των απολυμένων. Διότι δεν εδέχθησαν την αγάπην της αληθείας για να σωθώσι. Και διά τούτο θέλει πέμψει επ' αυτούς ο Θεός ενέργειαν πλάνης, ώστε να πιστεύσωσιν εις το ψεύδος. Διά να κατακριθώσι πάντες οι μη πιστεύσαντες εις την αλήθειαν, αλλά ευαρεστηθέντες εις την αδικίαν".

 

4. Αίτια και συνέπειες τής πλάνης τής αιώνιας ανυπαρξίας

Μέχρι στιγμής, διαπιστώσαμε την πλάνη, δηλαδή την άποψη των Μαρτύρων του Ιεχωβά και άλλων αιρετικών ότι μία τουλάχιστον μερίδα ανθρώπων, και μάλιστα οι πολύ ασεβείς και άδικοι, δεν θα αναστηθούν ποτέ, αλλά ο φυσικός τους θάνατος σήμανε και την οριστική τους ανυπαρξία. Διαπιστώσαμε επίσης και ποιος είναι ο κύριος και γενικός υποκινητής αυτής της κακοδοξίας όπως και κάθε πλάνης. Αυτός δεν είναι άλλος από τον διάβολο, που στην Αγία Γραφή χαρακτηρίζεται ως "ο πλανών την οικουμένην όλην". Ήρθε λοιπόν η ώρα να εξετάσουμε και τον στόχο αυτής της συγκεκριμένης πλάνης, δηλαδή ποια είναι η βαθύτερη σημασία της, και ποιες οι συνέπειές της

Ο Χρυσορήμων πατήρ της Εκκλησίας, ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, αναφέρει χαρακτηριστικά, ότι αυτού του είδους οι απόψεις και οι λογισμοί, ότι δηλαδή δεν πρόκειται να αναστηθούν ορισμένοι προς κρίση, αλλά ότι ο θάνατος απετέλεσε και την τελική τους καταδίκη στην ανυπαρξία, είναι σατανική, και αποτελούν υποβολή του μισοκάλου διαβόλου διότι έχουν σαν αποτέλεσμα να μας καταστήσουν ραθύμους εις τα έργα της αρετής

Η κακοδοξία λοιπόν ότι οι ασεβείς και ακραίοι αμαρτωλοί, δεν πρόκειται να αναστηθούν για να κριθούν και να τιμωρηθούν, καλλιεργεί στην ψυχή την αφοβία, ούτως ώστε να μην οδηγηθούμε στην οδό της αρετής, για να αποφύγουμε τα βάσανα της κολάσεως. Είναι εφεύρημα του πονηρού, για να αμελήσουμε εδώ τη σωτηρία μας, και έτσι να ρίξουμε τους εαυτούς μας στον πυθμένα του Άδου.

Παρατηρούμε ότι ο Κύριος άλλοτε παρότρυνε τους όχλους που άκουγαν τη διδασκαλία του με τα αιώνια αγαθά της βασιλείας των ουρανών, και άλλοτε πάλι τους απειλούσε, σε περίπτωση ανυπακοής και αδιαφορίας, με τις αιώνιες τιμωρίες της κολάσεως. Άραγε οι απειλές αυτές ήταν ψεύτικες και μόνο σκοπό είχαν τον εκφοβισμό του πλήθους; Αλλά αν δεχθούμε κάτι τέτοιο η βλασφημία μας είναι μεγάλη, λέγοντας έμμεσα ότι ο Κύριος, η πηγή της αλήθειας, έγινε διάκονος του ψεύδους.

 

5. Η κρίση δεν γίνεται κατά τον θάνατο τού ασεβούς

Αλλά τι θα πούμε; Ότι η αιώνια κόλασις που αναφέρει ο Κύριος είναι η αιώνια ανυπαρξία που ακολουθεί τον θάνατο για ορισμένους; Αυτό είδαμε ξεκάθαρα και σαφέστατα ότι όχι μόνο δεν είναι η διδασκαλία της Αγίας Γραφής, αλλά είναι ολωσδιόλου αντίθετη μ' αυτήν. Διότι ανεξάρτητα από τα πάμπολλα εδάφια της Αγίας Γραφής, που ορίζουν ρητά το αντίθετο, γεννάται εύλογα και το εξής ερώτημα: Άραγε η τελική κρίση δεν θα γίνει για όλους την ίδια στιγμή; Αλλά για ορισμένους πολύ αδίκους και ασεβείς, η τελική κρίσις λαβαίνει χώρα την ώρα του θανάτου τους;

Οι ίδιοι οι λόγοι του Κυρίου στο κατά Ματθαίον ευαγγέλιο κεφάλαιο κε: 31-46, δίνουν σαφώς αρνητική απάντηση στο ερώτημα αυτό. Εκεί, ο Κύριος λέγει σαφώς ότι "όταν δε έλθει ο Υιός του Ανθρώπου εν τη δόξη αυτού", (δηλαδή κατά την Δευτέρα του Έλευση στην Δευτέρα Παρουσία), "και πάντες οι άγγελοι μετ' αυτού, τότε καθίσει επί θρόνου δόξης αυτού. Και συναχθήσονται έμπροσθεν αυτού πάντα τα έθνη, και αφορίσει αυτούς απ' αλλήλων, ώσπερ αφορίζει ο ποιμήν τα πρόβατα από τών εριφίων και στήσει τα μεν πρόβατα εκ δεξιών αυτού, τα δε ερίφια εξ ευωνύμων. Τότε ερεί ο βασιλεύς τοις εξ δεξιών αυτού: "Δεύτε οι ευλογημένοι τού Πατρός μου. Κληρονομήσατε την ητοιμασμένην ημίν βασιλείαν, από καταβολής κόσμου". Τότε ερεί και τοις εξ ευωνύμων: "Πορεύεστε απ' εμού οι κατηραμένοι εις το πυρ το αιώνιον, το ητοιμασμένον τω διαβόλω και τοις αγγέλοις αυτού". Και απελεύσονται ούτοι εις κόλασιν αιώνιον, οι δε δίκαιοι εις ζωήν αιώνιον".

Παρατηρούμε λοιπόν ότι η κρίσις δεν γίνεται κατά το θάνατο κάθε ασεβούς, αλλά την ίδια στιγμή για όλο το ανθρώπινο γένος. Και αυτή η στιγμή είναι η Δευτέρα Παρουσία. Τότε, (λέγει), συνάγονται όλοι οι άνθρωποι, πάντα τα έθνη ενώπιον του κριτού, και γίνεται το ξεκαθάρισμα σε πρόβατα και ερίφια. Εάν ασεβείς και άδικοι έχουν οδηγηθεί με τον θάνατό τους στην ανυπαρξία, τότε, ποιοι, αλήθεια, είναι τα ερίφια, οι κατηραμένοι που πορεύονται στο πυρ το αιώνιο, που έχει ετοιμασθεί πρωτίστως και κυρίως για τον διάβολο και τους δαίμονες; Και όταν ο Κύριος αναφέρει ότι "αυτοί απέρχονται εις κόλασιν αιώνιον", άραγε εννοεί την ανυπαρξία; Ασφαλώς όχι! Βεβαίως εννοεί τον θάνατο, τον πνευματικό θάνατο, επειδή η απομάκρυνση των δημιουργημάτων από τον Δημιουργό, τον δοτήρα της ζωής, επιφέρει τον πνευματικό θάνατο, όπως και η απομάκρυνση από τον Πατέρα τών φώτων, οδηγεί στο σκοτάδι όπου είναι ο κλαυθμός και ο βρυγμός τών οδόντων. Αλλά σίγουρα δεν εννοεί την ανυπαρξία.

 

6. Η ανευθυνότητα τής ανυπαρξίας

Αυτή λοιπόν η σατανική διδασκαλία περί της μη υπάρξεως αιωνίου κολάσεως και τιμωρίας, οδηγεί αναπόφευκτα τον άνθρωπο στην ανευθυνότητα και σίγουρα προωθεί και αντιλήψεις και σκέψεις του τύπου: "Αφού η μόνη μου τιμωρία θα είναι η ανυπαρξία μου μετά το θάνατό μου, άρα ας ζήσω αυτή τη ζωή που τη βλέπω, που την κρατώ τώρα στα χέρια μου, όπως την θέλω, και μετά ας πεθάνω. Γιατί να αγωνιστώ και να θλιβώ τώρα για τα μελλοντικά και αβέβαια; Ας επιλέξω αυτή την ζωή και αυτές τις αισθητές απολαύσεις και τα πρόσκαιρα αγαθά. Ας αδικήσω, ας κλέψω, ας σκοτώσω, προκειμένου τώρα να περάσω όσο καλυτέρα μπορώ. Ούτως ή άλλως τιμωρία δεν θα υπάρξει". Ή (όπως χαρακτηριστικά λέει ο απόστολος Παύλος),  "Ει, (δηλαδή εάν) νεκροί ου εγείρονται, φάγομεν και πίωμεν, αύριον γαρ αποθνήσκομεν". (Α΄ προς Κορινθίους ιε: 32).

Τέτοιες λοιπόν τρομερές σκέψεις μπορούν να καλλιεργηθούν κάτω από ένα κλίμα ατιμωρησίας, που οδηγούν κατ' ευθείαν στην χαύνωση και στην ηθική αναλγησία. Και αυτές είναι μόνο μία μικρή γεύση των ηθικών συνεπειών που ακολουθούν μία τέτοια κακοδοξία. Αλλά ας προχωρήσουμε λίγο περισσότερο στη διερεύνηση των αιτίων που οδήγησαν τους Μάρτυρες του Ιεχωβά αλλά και άλλους αιρετικούς, να υιοθετήσουν μία τέτοια τόσο εσφαλμένη, αντίθετη με την Αγία Γραφή και τη λοιπή Παράδοση της Εκκλησίας μας και ηθικά επιζήμια άποψη.

 

7. Αυτοί που συστήνουν τη δική τους "δικαιοσύνη"

Μία βασική αιτία είναι η απιστία όπως είδαμε και στην αρχή. Η απιστία όμως τον Θεόν και τον λόγο του οδηγεί τον άνθρωπο στην αμφισβήτηση των θείων κρίσεων και αποφάσεων, στην περαιτέρω επεξεργασία τους από το πεπερασμένο λογικό του, στο φιλτράρισμά τους από την περιορισμένη και πρωτόγονη αντίληψη περί δικαιοσύνης που ο φυσικός άνθρωπος διαθέτει, και τέλος στην αλλοίωσή τους ώστε να ταιριάζουν με τις απόψεις του. Ο άνθρωπος λοιπόν ο οποίος δεν είναι διατεθειμένος να υποταχθεί στο σαφώς εκπεφρασμένο θέλημα του Θεού, αλλά έχοντας απολυτοποιήσει και σχεδόν θεοποιήσει τις πεπερασμένες του ικανότητες της κρίσεως και της λογικής, δεν ανέχεται δογματισμούς και αυθεντίες κι έτσι δημιουργεί προσωπικές θέσεις και απόψεις.

Βέβαια κάτι τέτοιο συνεπάγεται και την σιωπηρή έκπτωση του ανθρώπου αυτού από το σώμα του εκκλησιαστικού πληρώματος. Το πράγμα όμως συνήθως δεν σταματά εδώ, αλλά προχωρεί με την προσπάθεια που κάνει ο άνθρωπος να ντύσει με θεολογικό επένδυμα την προσωπική του κρίση που είναι αντίθετη με το θείο θέλημα, και να την παρουσιάσει σαν δόγμα της Αγίας Γραφής. Αυτό συμβαίνει κυρίως εξαιτίας της ανάγκης που έχει ο άνθρωπος να καθησυχάσει τη θρησκευτική του συνείδηση, και υποκινείται από την προσωπική του φιλοδοξία και υπερεκτίμηση ενώ βεβαίως έχει σιωπηρό καθοδηγητή το πνεύμα της πλάνης. Όμως τότε ο άνθρωπος αυτός γίνεται αιρετικός, και μάχεται πλέον την αλήθεια του ευαγγελίου, παρασύροντας ίσως και άλλους στον πνευματικό του κατήφορο.

Αυτή όλη τη διαδικασία μας την περιγράφει με πολύ λίγα λόγια ο απόστολος Παύλος στην προς Ρωμαίους επιστολή κεφάλαιο ι: 2,3, αιτιολογώντας τρόπον τινά, τον πνευματικό κατήφορο των συγχρόνων του ιδεών: "Διότι μαρτυρώ περί αυτών, ότι έχουσι ζήλον Θεού, αλλ' ουχί κατ' επίγνωσιν. Επειδή μη γνωρίζοντες την δικαιοσύνην του Θεού και ζητούντες να συστήσσωσι την ίδια αυτών δικαιοσύνη, δεν υπετάχθησαν εις την δικαιοσύνη του Θεού" Ο απόστολος λέγει ότι δυστυχώς τελικά οι Ιουδαίοι δεν υπετάχθησαν στην δικαιοσύνη του Θεού και αυτό είναι φανερό διότι αρνήθηκαν τον Χριστό που είναι η μοναδική οδός δικαιώσεως που παρέχει ο Θεός στον άνθρωπο, όπως αναφέρεται στον επόμενο στίχο.

 

8. Αιτίες που οδηγούν σε αιρέσεις

Εύλογα όμως θα ρωτήσει κάποιος: Γιατί δεν υπετάχθησαν οι Ιουδαίοι την δικαιοσύνη του Θεού;

Ο απόστολος μάς αναφέρει δύο αιτίες που έχουν κοινή ρίζα:

Η πρώτη είναι η άγνοια της δικαιοσύνης του Θεού. Όμως πώς είχαν οι Ιουδαίοι άγνοια της δικαιοσύνης του Θεού; Σ' αυτούς δεν είχε εμπιστευτεί τον νόμο; Σ' αυτούς δεν είχε στείλει προφήτες; Αυτοί δεν είχαν τα ιερά κείμενα επί τόσα χρόνια;

Η απάντηση είναι ότι πράγματι τα είχαν, αλλά "έκειτο κάλυμμα επί της καρδίας αυτών" όταν διάβαζαν τις Γραφές, όπως μας φανερώνει ο ίδιος απόστολος στην Β Κορίνθιους γ΄ 14, 15 διότι οι Γραφές δεν ερμηνεύονται, ειμί δια Πνεύματος Αγίου, που κατοικεί στους ταπεινούς δούλους του Θεού.

Η δεύτερη και σπουδαιότερη αιτία της ανυποταγής τους στην δικαιοσύνη του Θεού, είναι η επιθυμία τους "να συστήσουν την ιδίαν αυτών δικαιοσύνη", όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται. Η υψηλοφροσύνη λοιπόν και η εμπιστοσύνη στον εαυτό τους και όχι στον Θεό, τους έκανε να μην αποδεχθούν τη δικαιοσύνη του Θεού ως σκάνδαλο, για να φτιάξουν το δικό τους σύστημα δικαιώσεως, νομίζοντας ότι είναι πιο σωστό και πιο πλήρες. Ταυτόχρονα όμως, το έντυναν και με θεολογικό μανδύα και αυτοχαρακτηρίζονταν ως οι αυθεντικοί ερμηνευτές των Γραφών και οι μόνοι εκπρόσωποι του Θεού στη γη.

Οι ίδιες αυτές αιτίες ισχύουν διαχρονικά, και βεβαίως δεν γίνεται εξαίρεση ούτε σήμερα. Έχουμε λοιπόν τους αιρετικούς να πολυπραγμονούν γύρω από τα δόγματα της πίστεως, γύρω από τα ζητήματα της σωτηρίας, και ό,τι τους φαίνεται παράξενο ή ακόμα χειρότερα ακατανόητο, χωρίς πολλούς ενδοιασμούς, το αλλάζουν, και το σερβίρουν σαν την καινούργια αποκάλυψη του Θεού.

Ας δούμε όμως αναλυτικά, πώς οι γενικές παρατηρήσεις που κάναμε βρίσκουν εφαρμογή στο θέμα που εξετάζουμε.

Όπως μέχρι τώρα διαπιστώσαμε, το ζήτημα της καθολικής αναστάσεως των νεκρών και της τελικής κρίσης των ζώντων και των νεκρών, κατά την Δευτέρα Παρουσία, ούτως ώστε έκαστος να λάβει κατά τα έργα του, είναι σαφής, ξεκάθαρη, και ρητή κεντρική διδασκαλία της Αγίας Γραφής, γι' αυτό και αποτελεί δόγμα της Χριστιανικής Εκκλησίας από πολύ παλιά.

 

9. Γιατί μερικοί αρνούνται την αιώνια κόλαση;

Διαβάσαμε την προηγούμενη φορά, την προφητεία τού Ενώχ από την επιστολή του Ιούδα. Αυτό το δόγμα είναι αναπόσπαστο τμήμα της πίστεως των Χριστιανών όλων των αιώνων, όπως η Αγία Γραφή μαρτυρά, αλλά και οι πάμπολλες μαρτυρίες των πατέρων της Εκκλησίας όπως διασώζονται από την Ιερά Παράδοση. Άλλωστε συμπεριλαμβάνεται ρητά και στο Σύμβολο της Πίστεως σε δύο διαφορετικά άρθρα ως εξής: "Και ανελθόντα εις τους ουρανούς,  και καθεζόμενον εκ δεξιών του Πατρός και πάλιν ερχόμενον μετά δόξης κρίναι ζώντας και νεκρούς". Και στο τελευταίο άρθρο δηλώνουμε: "Προσδοκώ ανάστασιν νεκρών και ζωήν του Μέλλοντος Αιώνος".

Τότε γιατί μια κατηγορία αιρετικών, με αντιπροσωπευτικό δείγμα τους Μάρτυρες του Ιεχωβά, έρχονται σε ευθεία σύγκρουση με την Αγία Γραφή και την Εκκλησία, απορρίπτοντας αλλοιώνοντας αυτό το θεμελιώδες δόγμα; Η απάντήσις είναι ίδια και εδώ όπως και προηγουμένως: "Δεν θέλησαν να υποταχθούν στην δικαιοσύνη του Θεού, αλλά θέλησαν να συστήσουν τη δική τους δικαιοσύνη, η οποία τους φαίνεται πιο λογική και συνεπής από την δικαιοσύνη του Θεού. Πώς δηλαδή;

Σκέφτονται ότι η κόλασις δεν μπορεί να είναι αιώνια τιμωρία, διότι (λένε), αυτό έρχεται σε αντίθεση με την αγαθότητα του Θεού. Προχωρώντας λίγο περισσότερο αυτή τους την σκέψη, την διανθίζουν με τα ακόλουθα ερωτηματικά: "Είναι ποτέ δυνατόν ο Θεός που είναι γεμάτος αγάπη για τα πλάσματά του, να ανέχεται ορισμένα από αυτά να βασανίζονται οικτρά και ανελέητα, στους ατελεύτητους αιώνες; Πώς, αφού είναι αγαθός και πάνσοφος και παντοδύναμος, θα επιτρέψει την διαιώνιση του κακού σ' έναν εσχατολογικό δυϊσμό; Επιδοκιμάζει, επικροτεί ή αρέσκεται ο Θεός, στα μετά θάνατον φρικτά κολαστήρια τών αμαρτωλών; Κι αν όχι, τότε γιατί τα επιβάλλει;

Όλες όμως αυτές οι σκέψεις, είναι καθαρά ανθρώπινες και προέρχονται από έναν έντονο θρησκευτικό προβληματισμό. Κι ενώ παρουσιάζουν μια εξωτερική λογικοφάνεια, ωστόσο είναι παραπλανητικές και επικίνδυνες. Είναι παραπλανητικές καταρχήν, διότι θέτουν τα ανθρώπινα κριτήρια, πιο πάνω από τα κριτήρια του δογματικού λόγου της πίστεως.

Όπως είδαμε αναλυτικά στην προηγούμενη εκπομπή αλλά και σήμερα, περί καθολικής αναστάσεως δικαίων και αδίκων, περί τελικής κρίσεως και περί αιωνίου κολάσεως, ομιλεί σαφώς η Εκκλησία η οποία την δογματική της διδασκαλία, την στηρίζει πάντοτε στην αυθεντία των πηγών της θείας αποκαλύψεως. Και αυτό είναι αναμφισβήτητο. Οποιοσδήποτε και αν είναι ο προβληματισμός μας, οποιεσδήποτε και αν είναι οι δυσκολίες που συναντούμε στην κατανόηση του δογματικού λόγου της πίστεως, σε τελευταία ανάλυση τον κύριο λόγο έχει η αυθεντία του Θεού, στην οποία ο άνθρωπος με απλότητα, εμπιστοσύνη και αγάπη, καλείται και πρέπει να συγκατατεθεί. Και αυτό θα το κάνει δια της πίστεως. Όπου υπάρχει δογματική σαφήνεια, δεν χωρεί η έκφραση θεολογικών και φιλοσοφικών απόψεων, που πολλές φορές έρχονται τελικά σε σύγκρουση με τα παραδεδομένα δόγματα της πίστεως.

Ας θυμηθούμε τους Κορινθίους, που επειδή τους φαινόταν λογικά αδύνατη η ανάσταση των νεκρών, είχαν φθάσει στο σημείο να την απορρίπτουν. Αλίμονο αν με τα δικά μας κριτήρια θελήσουμε να σταθμίσουμε τις υπερφυσικές αλήθειες της πίστεως. Τίποτε τότε δεν πρόκειται να μείνει όρθιο από το οικοδόμημα της δογματικής μας πίστεως, διότι το μέτρο της ανθρώπινης λογικής, είναι πολύ μικρό για να μετρήσει, να κατανοήσει και να ερμηνεύσει το βάθος τής υπερφυσικής θείας αλήθειας.

Αυτή κατά κανόνα η απόπειρα, (όπως και προηγουμένως είπαμε), εγέννησε τις αιρέσεις, στη διαδρομή της ιστορικής ζωής της Εκκλησίας. Όμως οι λογικοφανείς αυτές σκέψεις, είναι παραπλανητικές και για έναν ακόμη λόγο. Διότι υπερτονίζουν το γεγονός ότι ο Θεός είναι αγαθός και γεμάτος αγάπη, ενώ παραβλέπουν ότι είναι άγιος και δίκαιος. Ως άγιος αποστρέφεται την αμαρτία, δηλαδή την ελεύθερη παράβαση του νόμου του, και ως δίκαιος επιβραβεύει το αγαθό και τιμωρεί το κακό. Αλήθειες που είναι διάχυτες στις πηγές της θείας αποκαλύψεως.

Εκτός όμως από παραπλανητικές αυτές οι σκέψεις είναι και επικίνδυνες, διότι όπως προηγουμένως με λεπτομέρεια αναφέραμε, μπορεί να έχουν σοβαρό αντίκτυπο στην ηθική εξέλιξη των ανθρώπων, οδηγώντας τους στην ηθική αναλγησία και χαύνωση, εφ' όσον προωθούν έναν Θεό αδύναμο να τιμωρήσει το κακό.

Παρ' όλα αυτά, ας προσπαθήσουμε να δώσουμε ορισμένες απαντήσεις στα ερωτήματα αυτά, αν και δεν είναι αναγκαίο, όπως είπαμε.

 

10. Συμβιβάζεται η κόλαση με έναν Θεό αγάπης;

Και ας ξεκινήσουμε από το πρώτο ερώτημα που τίθεται, δηλαδή το πώς μπορεί να συμβιβαστεί η αιώνια κόλαση με έναν Θεό αγαθό και γεμάτο αγάπη.

Πράγματι, ο Θεός είναι συγχωρητικός και μακρόθυμος απέναντι σ' αυτούς που αμαρτάνουν σ' αυτή τη ζωή επειδή μόνο τώρα υπάρχει καιρός διορθώσεως, ενώ η απόκτηση συγχωρήσεως εκ μέρους του Θεού, εξαρτάται από τη δική μας μετάνοια. Στη ζωή πέραν του τάφου όμως, δεν μπορούμε πλέον να μετανοήσουμε. "Ημάς δει εργάζεσθαι τα έργα τού πεμψαντός με, έως ημέρα εστίν. Έρχεται νυξ, ότε ουδείς δύναται εργάζεσθαι". Ιωάννης η: 4. Εκεί λοιπόν, ο Θεός δεν θα κρίνει κατά την παντοδυναμία του και αγαθότητά του, αλλά κατά την δικαιοσύνη του, αποδίδοντας στον καθένα κατά τα έργα του. Ματθαίος κε: 35, και ι: 41.

Εάν ο Θεός συγχωρούσε όλες τις αμαρτίες των ανθρώπων, τι νόημα θα είχε να μας απειλεί και να μας φοβίζει συνεχώς με την φρίκη των αιωνίων βασάνων, εάν αυτά δεν υπήρχαν; Και αν τα απορρίψουμε οδηγούμαστε σε βλασφημία, αποκαλώντας έμμεσα τον Θεό ψεύστη.

Εάν λοιπόν στην Πρώτη Παρουσία μέσω της άφατης κένωσης του Υιού και Λόγου του Θεού, εκφράζεται η βούληση του Θεού να λυτρώσει το απολολώς, να λυτρώσει το αποστατημένο πλάσμα του από το κράτος τής φθοράς και τού αιώνιου πνευματικού θανάτου, και αν στη σταυρική θυσία του Χριστού, στην ταπείνωση, τα πάθη και τη νέκρωση, εκφράζεται η απειρία της θείας αγάπης, στη θέλησή της να σώσει τον άνθρωπο από την αρπάγη της αμαρτίας, στην πράξη της θείας κρίσεως κατά την Δευτέρα Παρουσία θα εκφρασθεί μεγαλόπρεπη η δικαιοσύνη του βασιλέως Χριστού, η οποία με κανέναν τρόπο δεν πρέπει να παραγνωρίζεται.

Ο Θεός δεν επιθυμεί την κόλαση των όντων. Το κακό δεν επλάσθη από τον Θεό. Έτσι κανένα πλάσμα δεν επλάσθη κακό, αλλά γίνεται καλό ή κακό, σύμφωνα με την προσωπική του ελεύθερη επιλογή. Κι αν προς στιγμήν ξεχάσουμε την δικαιοσύνη του Θεού που απαιτεί την επιβράβευση των δικαίων και την τιμωρία των αμαρτωλών, δεν μπορούμε να αγνοήσουμε ότι η αμαρτία από μόνη της, επιφέρει στον αμαρτωλό μια αλλοίωση και συσφίγγει γύρω του τον κλοιό του πνευματικού θανάτου, με επακόλουθα την αθλιότητα, την εσωτερική ταραχή, τη δυστυχία και τόσα άλλα.

Εάν λοιπόν ο αμαρτωλός δεν χρησιμοποιήσει σε αυτή τη ζωή το φάρμακο της μετανοίας που μας παρέχεται χάριν του λυτρωτικού έργου του Χριστού, τότε η αλλοίωση της αμαρτίας γίνεται μόνιμη και τον ακολουθεί και μετά θάνατον. Δεν μπορεί πλέον να αφανιστεί αλλά αποτελεί τρόπο ύπαρξης.

 

11. Μαρτυρίες τής Αγίας Γραφής για την αιώνια κόλαση

Ας δούμε όμως στο σημείο αυτό εν συντομία, ποια είναι η έννοια της κολάσεως:

Όπως έχουμε επισημάνει πολλές φορές, αποτελεί (μαζί με την έννοια του παραδείσου), μία υπερφυσική θεία αλήθεια, που κινείται αποκλειστικά στον μυστηριακό χώρο της πίστεως, όπου ο νους πέφτει σε εκστατική σιγή, όπου ο λόγος παραμένει άφωνος. Ακόμα όμως και σε αυτές τις περιπτώσεις, υπάρχει κάποιος εξωτερικός τρόπος για να προσεγγιστεί το ιδεολογικό μυστήριο, και αυτός είναι η αναλογία, ή με άλλα λόγια η παραβολή, η εικόνα, το σύμβολο.

Αυτή τη συμβολική και μεταφορική γλώσσα χρησιμοποιεί η Αγία Γραφή όταν περιγράφει τις ποινές και τα βάσανα της κολάσεως. Έτσι μάς την περιγράφει σαν το πυρ το αιώνιο", (Ματθαίος κε΄ 46), "εκεί όπου ο σκώληξ ου τελευτά και το πυρ ου σβέννυται", (Μάρκος θ: 43-49),  την "γέενα τού πυρός", (Ματθαίος ιη: 8,9), "την κάμινον του πυρός", (Ματθαίος ιγ: 42), "το σκότος το εξώτερον όπου είναι ο κλαυθμός και ο βρυγμός των οδόντων", (Ματθαίος κε: 30), και πολλά αλλά. Παράλληλα ας θυμηθούμε και την εικόνα που έδωσε ο Κύριος στην παραβολή του Πλούσιου και του Λάζαρου. (Λουκάς ις: 19-31).

 

12. Κίνδυνοι παρανόησης τής έννοιας τής κολάσεως

Αυτή όμως η γλώσσα της αναλογίας και του συμβολισμού που τόσο σοφά και διδακτικά έχει υιοθετήσει και χρησιμοποιεί η Εκκλησία, εγκυμονεί δύο σοβαρούς κινδύνους που γεννώνται αν εκλάβουμε και ερμηνεύσουμε τις συμβολικές αυτές εικόνες κατά γράμμα.

Ο πρώτος κίνδυνος είναι να εκλάβουμε τις διηγήσεις αυτές της Αγίας Γραφής ως φανταστικές, που δεν έχουν κανένα πραγματικό περιεχόμενο, δηλαδή με άλλα λόγια ότι είναι παραμύθια, πράγμα βεβαίως δύσκολο για έναν άνθρωπο πιστό.

Ο δεύτερος κίνδυνος, που αφορά κυρίως πολλούς απλοϊκούς χριστιανούς, είναι να ταυτίσουν την παραβολική εικόνα με το ουσιαστικό περιεχόμενο του πράγματος, λόγω ελλείψεως της απαιτούμενης διάκρισης και πληροφόρησης, και να φανταστούν το "πυρ της κολάσεως" σαν υλική φωτιά, όπως τη γνωρίζουμε τώρα στη φυσική μας ζωή, και τον "ακοίμητο σκώληκα" που θα κατατρώγει τους αμαρτωλούς, σαν το φυσικό σκουλήκι που βλέπουμε σήμερα.

Μια τέτοια πραγματιστική εκδοχή είναι πολύ επικίνδυνη, και μπορεί να προξενήσει πολλές παρεξηγήσεις και σκάνδαλα στην θρησκευτική συνείδηση πολλών, ενώ ταυτόχρονα τροφοδοτεί και τον χλευασμό των πολεμίων της πίστεως, όπως του αρχαίου φιλοσόφου Κέλσου και πολλών συγχρόνων αιρετικών.

Και σύμφωνα με αυτές τις συμβολικές εικόνες με τι θα μοιάζουν οι ποινές της κολάσεως;

Κατ' αρχήν η εκδήλωση τής θείας δυσμένειας, και η στέρησις της θείας δόξας, συνιστούν βαριά και ανυπολόγιστη ποινή. Η απώλεια των αφράστων αγαθών, προξενεί τόσο μεγάλη οδύνη και στεναχώρια, ώστε και αν δεν επεφυλάσσετο καμία άλλη τιμωρία για τους αμαρτωλούς, αυτή θα ήταν αρκετή για να τους ποτίζει με αφάνταστη πίκρα. Έπειτα όλος αυτός ο ονειδισμός και η εντροπή που θα νιώσουν οι αμαρτωλοί, όταν ελεγχθούν ενώπιον πάντων των ανθρώπων και των αγγέλων για τα πονηρά τους έργα, και όταν θα ακούσουν την ετυμηγορία του κριτή, ο Οποίος θα απευθυνθεί προς αυτούς με ατιμωτικό τρόπο και θα τους πει: "πορεύεσθε απ' εμού", άραγε αποτελεί μικρή τιμωρία;

Αλλά οι ποινές δεν σταματούν εδώ. Ο αμετανόητος αμαρτωλός, θα ευρίσκεται παντοτινά συντροφευμένος, με εκείνους τους ίδιους τους εχθρούς του, τον διάβολο και τους δαίμονες, και αυτό είναι χειρότερο από όλα τα είδη της κολάσεως.  Διότι αν εδώ οι δυστυχείς δαιμονισμένοι υποφέρουν και βασανίζονται τόσο, πόσο μάλλον εκεί που δεν θα υπάρχει καθόλου η θεϊκή παρέμβαση, και η οικείωση με τους δαίμονες θα είναι στενωτάτη και αιώνια; Και βέβαια μέσα σε όλα αυτά, θα υπάρχει και το βαθύ σκοτάδι από το θείο φως, και θα λείπει παντελώς η θεία παρηγοριά για να απαριθμήσουμε μερικά μόνο. Άραγε όλα αυτά δεν είναι πολύ χειρότερα από τους φυσικούς πόνους που προξενεί η φωτιά, και δεν κατατρώγουν την ψυχή χειρότερα απ' ό,τι το σκουλήκι;

 

13. Αιώνια τιμωρία για πεπερασμένα αδικήματα;

Αλλά ας σταματήσουμε τον λόγο περί κολάσεως εδώ, και ας εκμεταλλευτούμε τον λίγο χρόνο που μας απομένει, για να εξετάσουμε και μία άλλη λογικοφανή ερώτηση που συνήθως προβάλλεται σαν αντεπιχείρημα, εναντίον της αιωνιότητας της κολάσεως. Λέγουν λοιπόν: Πώς γίνεται για μερικές αμαρτίες που διαπράχθηκαν την πρόσκαιρη αυτή ζωή, ο αμαρτωλός να βασανίζεται αιωνίως και χωρίς τέλος; Μία πεπερασμένης διάρκειας αμαρτία, δεν θα ήταν άδικο να τιμωρείται με χρονικά άπειρης διάρκειας τιμωρία;

Η απάντηση στα ερωτήματα αυτά έχει δύο σκέλη:

1. Αν παίζει ρόλο η διάρκεια κατά την οποία διαπράχθηκε η πράξη, τότε κατά την ίδια λογική, ούτε και οι δίκαιοι θα πρέπει να απολαύσουν αιώνιας μακαριότητας, διότι και αυτών η ευσέβεια και η δικαιοσύνη δεν είναι αιώνια, αλλά διήρκεσε για λίγο σε αυτή τη ζωή. Ή είναι δυνατόν, ο μισθός και η μακαριότης τών δικαίων να είναι αιώνια, ενώ τα βάσανα και η τιμωρία των αμετανόητων αμαρτωλών να είναι προσωρινή;

Ο Θεός προσφέρει αιώνια χαρά για τους δικαίους που εργάστηκαν εδώ στη γη τα αγαθά έργα προσωρινά, αλλά ως δίκαιος Θεός, παιδεύει επίσης αιωνίως τους αμαρτωλούς που αμάρτησαν εδώ προσωρινά. Διότι τα τραύματα της αμαρτίας που δεν θεραπεύτηκαν στην εδώ ζωή με την κατάλληλη μετάνοια, παραμένουν αθεράπευτα αιωνίως, ενώπιον του Θεού.

2. Αλλά για να αποδείξουμε το παράλογο αυτών των ερωτήσεων, θα κάνουμε και μία αντιστοίχηση με την σημερινή ανθρώπινη δικαιοσύνη: Άραγε οι αξιόποινες πράξεις δικάζονται και καταδικάζονται σύμφωνα με τη διάρκεια στην οποία τελέσθηκαν; Εάν ένας με ένα αυτόματο όπλο θερίσει 100 ανθρώπους μέσα σε ένα λεπτό, θα καταδικαστεί γι' αυτή την εγκληματική του ενέργεια μόνο για ένα λεπτό, ή για ολόκληρη την υπόλοιπη ζωή του; Πρέπει να επαναλάβουμε ότι αυτός που πεθαίνει μέσα στις θανάσιμες αμαρτίες του, είναι χωρισμένος για πάντα από τον Θεό, και στην άλλη ζωή δεν μπορεί πλέον να διορθωθεί. Εκεί οι αμαρτίες του θα μένουν αιώνιες, και τα βάσανα θα είναι επίσης αιώνια.

Ο χρόνος όμως και της σημερινής εκπομπής έφτασε ήδη στο τέλος του. Σας ευχαριστούμε που μας παρακολουθήσατε, ευχαριστούμε και τον πατέρα Δημήτριο Παπαγιάννη που φρόντισε με επιμέλεια τον ήχο. Χαίρετε και ο Θεός μαζί μας!

Απομαγνητοφώνηση: Ν. Μ.

Δημιουργία αρχείου: 18-6-2019.

Τελευταία μορφοποίηση: 18-4-2023.

ΕΠΑΝΩ