Η πορεία μου στην Ορθοδοξία
ΠΛΑΚΙΔΑΣ DESEILLE
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ: Η ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ Η ΔΥΣΗ
Έχοντας σκοπό να σας μιλήσω αυτό το βράδυ για την Ορθόδοξη Εκκλησία στη Δύση, θ’ αναφερθώ κυρίως - όχι όμως αποκλειστικά - στη Γαλλία, επειδή γνωρίζω λιγότερο την κατάσταση που επικρατεί στις άλλες χώρες της δυτικής Ευρώπης.
Παρά τα φαινόμενα, η παρουσία της Ορθοδοξίας στη Δύση δεν είναι ούτε κάτι το καινούριο, ούτε κάτι που μεταφέρθηκε απ’ έξω. Η Ορθόδοξη Εκκλησία, εξάλλου, δεν είναι άγνωστη πουθενά, επειδή είναι η Εκκλησία του Χριστού, καθολική από την ουσία της. Επιπλέον, οι Ορθόδοξοι της Γαλλίας και της Δύσεως έχουν βαθιά συνείδηση ότι επανασυνδέονται με τις ίδιες τις ρίζες του τόπου τους και του πολιτισμού τους.
Πράγματι, δεν πρέπει ποτέ να μας διαφεύγει ότι η Δύση υπήρξε Ορθόδοξη για μια χιλιετία, μέχρι το θλιβερό χωρισμό, τους προδρόμους του οποίου διακρίνουμε στην εποχή του Καρόλου του Μεγάλου, και ο οποίος ολοκληρώθηκε τον ΙΑ’ αιώνα.
Αναρίθμητοι ορθόδοξοι Άγιοι έζησαν στη Δύση, από την αποστολική εποχή μέχρι το κατώφλι του Μεσαίωνα. Πολλά γαλλικά χωριά φέρουν το όνομα Αγίων που, ενώ δεν υπήρξαν απόστολοι ή μάρτυρες καθολικά τιμώμενοι στο χριστιανικό κόσμο, σχεδόν όλοι έζησαν στη Γαλλο-ρωμαϊκή ή στη Μεροβίγκεια εποχή και επομένως είναι προγενέστεροι του ΙΑ’ αιώνα. Η ζωή αυτών των Αγίων είναι ακριβώς όμοια μ’ εκείνη όλων των ορθοδόξων Αγίων, που μας είναι πολύ γνωστοί. Επίσης η Δύση είχε και Πατέρες της Εκκλησίας, αναγνωρισμένους από ολόκληρη την Ορθόδοξη Εκκλησία: για να μην αναφέρουμε παρά τους μεγαλύτερους, στην Ιταλία και τη Ρώμη βρίσκουμε τους πάπες Άγιο Λέοντα τον Μέγα και Άγιο Γρηγόριο τον Μέγα (Διάλογο), τον Άγιο Αμβρόσιο Μεδιολάνων και τον Άγιο Ιερώνυμο. Οι Γαλάτες είχαν τον Άγιο Ειρηναίο Λουγδούνου, τον Άγιο Ιλάριο Πικταβίου και τον Άγιο Κασσιανό Μασσαλίας. Δυστυχώς, στη συνέχεια, η Δύση τους ξέχασε κάπως για να τοποθετηθεί σχεδόν αποκλειστικά στη σχολή του Αγίου Αυγουστίνου, του μεγάλου διδασκάλου της χριστιανικής Αφρικής. Ο Αυγουστίνος ήταν ένας εξαίσιος Άγιος και μια από τις πιο ισχυρές μεγαλοφυΐες του χριστιανισμού. Όμως η σκέψη του, έντονα προσωπική μερικές φορές, θα έπρεπε να είχε εξισορροπηθεί και συμπληρωθεί με την εισφορά και όλων των άλλων Πατέρων, ιδιαίτερα των Eλλήνων Πατέρων. Η υπερβολικά αποκλειστική αναφορά στον Άγιο Αυγουστίνο είναι ασφαλώς μια από τις αιτίες που συνετέλεσαν περισσότερο στο να αποκοπεί αργότερα η Δύση από τον υπόλοιπο χριστιανικό κόσμο. Μπορούμε να πούμε πως, κατά ένα σημαντικό μέρος, ο ρωμαϊκός Καθολικισμός και ο Προτεσταντισμός είναι αυγουστινισμοί.
Οι Ορθόδοξες ρίζες της Δύσεως μας υπενθυμίζονται από τα πολυάριθμα μνημεία που φτάνουν, το λιγότερο μερικά, σ’ αυτή την εποχή. Τα μνημεία αυτά αφθονούν στην Ιταλία και αποτελούν προσκυνήματα που υπενθυμίζουν περισσότερο τον αρχαίο αυτό χριστιανισμό παρά εκείνον που μπορούμε να πιστοποιήσουμε στις κατακόμβες και στα απομεινάρια των αρχαίων ρωμαϊκών βασιλικών. Η Γαλλία κατέχει ακόμη βαπτιστήρια και τόπους λατρείας του Ε’ αιώνα, Όπως τα παρεκκλήσια της νήσου του Λερίνου ή τα λείψανα του ναϊδρίου του Αγίου Κασσιανού στον Άγιο Βίκτωρα Μασσαλίας. Η Ισπανία διαφύλαξε θαυμάσια κτίσματα της εποχής των Βισιγότθων, και στη Γερμανία ολόκληρη η περιοχή της Ρηνανίας είναι πλούσια από κατάλοιπα που χρονολογούνται σ’ αυτή την αρχαία περίοδο.
Μια βαθιά ρήξη πραγματοποιήθηκε τον ΙΑ’ αιώνα. Οι συνέπειές της εκδηλώθηκαν αρκετά γρήγορα. Χωρίς υπερβολή μπορούμε να πούμε πως ένας Γάλλος χριστιανός των αρχών του ΙΑ’ αιώνα θα αισθανόταν πιο κοντά μ’ ένα Χριστιανό της Μικράς Ασίας του Ε’ αιώνα παρά μ’ έναν άλλο Γάλλο χριστιανό του ΙΓ΄ αιώνα. Εάν η ρωμαϊκή αρχιτεκτονική και οι τοιχογραφίες του ΣΤ’ και του Ζ’ αιώνα είναι ακόμη αρκετά κοντά μ’ εκείνες του ορθοδόξου κόσμου, η γοτθική τέχνη του ΙΓ’ αιώνα μηνύει πολύ διαφορετικούς δρόμους. Εάν η θεολογία και η πνευματική διδασκαλία των Βενεδικτίνων και των Σιστερσιανών του ΙΑ’ και IB’ αιώνα ανήκουν ακόμη, σ’ ένα σημαντικό μέτρο, στη σφαίρα των Πατέρων της Εκκλησίας, η σχολαστική θεολογία και η νέα πνευματικότητα που τις αντικαθιστά κατά τη διάρκεια της δεύτερης περιόδου του Μεσαίωνα διαφέρει πολύ απ’ αυτές.
Ωστόσο, η μεταβολή δεν είναι πλήρης. Ένας Θωμάς Ακινάτος επιθυμεί να είναι πολύ περισσότερο μαθητής των Πατέρων παρά του Αριστοτέλη: πραγματική γνώση του Αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτη, του Αγίου Γρηγορίου Νύσσης και άλλων ελληνικών πατερικών κειμένων του επιτρέπει να εκφράσει σε σημαντικά θέματα διαφορετικά τον σχεδόν αποκλειστικό αυγουστινισμό των προγενεστέρων του, παρ’ όλο που παραμένει, από άλλες επόψεις, πολύ εξαρτημένος απ’ αυτόν. Από τα τέλη του ΙΓ’ αιώνα οι Ρηνο-φλαμανδοί πνευματικοί, στο ρεύμα των οποίων θα τοποθετηθεί ο Ισπανός Ιωάννης του Σταυρού, διαμορφώνουν μια μυστική διδασκαλία σημαντικά εμπνευσμένη από τα έργα του Αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτη. Ένας Βλαδίμηρος Lossky θα ενδιαφερθεί ιδιαίτερα για τον Maitre Eckhart. Τον ΙΖ’ αιώνα στη Γαλλία, γύρω από τον καρδινάλιο de Berulle, θα διαμορφωθεί μια πνευματική σχολή, η οποία θα ξαναβρεί εν μέρει τη διδασκαλία της θεώσεως του χριστιανού που δίδαξαν οι Έλληνες Πατέρες. Την ίδια εποχή, στη Γαλλία επίσης, ο π. Lallemant και οι μαθητές του θα διαδώσουν μια διδασκαλία για «τη φυλακή της καρδίας» και την ευπείθεια στο Άγιο Πνεύμα, η οποία συγγενεύει με την ησυχαστική παράδοση. Επίσης ο ΙΖ’ αιώνας θα γνωρίσει μια πελώρια εκδοτική και μεταφραστική προσπάθεια των Πατέρων της Εκκλησίας, η οποία θα παραταθεί δια μέσου του ΙΘ’ αιώνα με τη γιγαντιαία έκδοση των δυο Πατρολογιών, ελληνικής και λατινικής, από τον αββά Migne, και η οποία συνεχίζεται μέχρι τον Κ’ αιώνα με τους τριακόσιους τόμους της συλλογής «Χριστιανικές πηγές» (Sources chretiennes). Μερικοί από τους καλύτερους γνώστες της σκέψεως ενός από τους πιο μεγάλους Γάλλους ποιητές των αρχών αυτού του αιώνα, του Καρόλου Peguy, υπογράμμισαν τη συγγένεια της σκέψεώς του με την Ορθόδοξη διδασκαλία. Θα μπορούσαμε να πολλαπλασιάσουμε αυτά τα παραδείγματα.
Βέβαια, δεν πρέπει να υπερτιμούμε τις αναλογίες. Κανένας από αυτούς τους συγγραφείς, κανένα από αυτά τα έργα δεν είναι πραγματικά ορθόδοξα. Όμως όλα αυτά μαρτυρούν για μερικά στοιχεία που επέζησαν και για ένα είδος νοσταλγίας της αρχέγονης Ορθοδοξίας. Για τον καθολικισμό, με βάση τη θεωρία του για τη δογματική εξέλιξη, οι Πατέρες της Εκκλησίας και ο χριστιανισμός των πρώτων αιώνων αντιπροσωπεύουν ένα στάδιο ενδιαφέρον αλλά «ξεπερασμένο» της ζωής της Εκκλησίας. «Τα κείμενα των Πατέρων είναι η εφημερίδα της Εκκλησίας, όταν αυτή ήταν δεκαεφτά ετών», έλεγε ποιητικά ο π. Von Balthasar.
Ωστόσο, οι Γάλλοι Ορθόδοξοι μπορούν να ερμηνεύσουν τα στοιχεία αυτά που επιβίωσαν κατά έναν άλλο τρόπο. Ξαναφυτεύοντας στη Δύση την Ορθόδοξη Εκκλησία, έχουν συνείδηση συγχρόνως ότι επανασυνδέονται με τις ρίζες τους και ότι οδηγούν στην πλήρη ανάπτυξή του ένα σπέρμα που παρέμενε μυστικά παρόν μέσα σε ό,τι καλύτερο παρήγαγε η πνευματική ζωή της Δύσεως.
Η αναγέννηση έτσι της Ορθοδοξίας στη δυτική Ευρώπη προκλήθηκε και ετοιμάστηκε από το ίδιο το παρελθόν αυτών των περιοχών. Συγκεκριμένα όμως υπήρξε η συνέπεια, που κατηύθυνε η πρόνοια του Θεού, δύο δραμάτων από τα πιο μεγάλα του Κ’ αιώνα, της ρωσικής επαναστάσεως και της εξόδου των Ελλήνων της Μικράς Ασίας το 1922.
Πριν απ’ αυτά τα γεγονότα, στη δυτική Ευρώπη δεν υπήρχε παρά ένας πολύ μικρός αριθμός ορθοδόξων Εκκλησιών, για τη χρήση των μελών του διπλωματικού σώματος και των πολύ μικρών ξένων παροικιών. Η περίπτωση του π. Guettee, αξιόλογου καθολικού ιερέα, που έγινε ορθόδοξος μετά την Α’ Βατικανή σύνοδο, ήταν εντελώς εξαιρετική.
Μετά τη ρωσική μετανάστευση, ιδρύθηκε μια ρωσική αρχιεπισκοπή για τη δυτική Ευρώπη. Έχει την έδρα της στον καθεδρικό ναό της οδού Dary. Μετά από μια κάποια ταλάντευση ανάμεσα σε διάφορες δικαιοδοσιακές προσχωρήσεις, το 1970 προσαρτήθηκε στο οικουμενικό Πατριαρχείο δια μέσου του Έλληνα Μητροπολίτη Γαλλίας.
Παράλληλα συστήθηκαν δυο άλλες ομάδες Ρώσων μεταναστών, που ενδιαφέρθηκαν περισσότερο να προσαρτηθούν στην τοπική Εκκλησία της Ρωσίας. Η μια από αυτές υπήχθη στη δικαιοδοσία του Πατριάρχη Μόσχας, ενώ η άλλη, που έκρινε ότι το πατριαρχείο υπό τις σημερινές συνθήκες ήταν στενά εξαρτημένο από τη σοβιετική εξουσία, εξαρτάται από μια σύνοδο επισκόπων που θέλει να συνεχίσει στην εξορία την προεπαναστατική ρωσική συνοδική Εκκλησία και έχει την έδρα της στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Τη ρωσική μετανάστευση κατέστησαν διάσημη θεολόγοι και θρησκευτικοί συγγραφείς μεγάλης αξίας, ακόμη κι αν μερικές φορές η σκέψη του ενός ή του άλλου προκαλεί επιφυλάξεις ή απαιτεί συμπληρώσεις. Τα ονόματα των πατέρων Boulgakoff, Afanasieff, Florovsky, Schmemann, Meyendorff, του Παύλου Evdokimov, είναι γνωστά σε όλο τον ορθόδοξο κόσμο. Ο Βλαδίμηρος Lossky, ο αρχιεπίσκοπος Βασίλειος Krivoscheine και ο π. Κυπριανός Kern μετριούνται ανάμεσα στους πρωτοπόρους της ανανεώσεως της Ορθόδοξης θεολογίας πατερικής και παλαμικής εμπνεύσεως. Δυο μεγάλοι εικονογράφοι, ο Λεωνίδας Ouspensky και ο π. Γρηγόριος Kroug, συνεισέφεραν σημαντικά στην ανανέωση της εικονογραφίας και της θεολογίας της εικόνας. Ένας μεγάλος Ρώσος πνευματικός, που είχε ζήσει πολλά χρόνια στο Άγιον Όρος, ο Αρχιμανδρίτης Σωφρόνιος, έκανε γνωστό το γέροντα Σιλουανό και ασκεί μια μεγάλη επίδραση από το μοναστήρι του, εγκαταστημένο τώρα στην Αγγλία. Στο Παρίσι, το Ινστιτούτο Ορθόδοξης Θεολογίας του Αγίου Σεργίου έπαιξε ένα ρόλο πολύ σημαντικό, εδώ και περισσότερο από μισό αιώνα, στην εκπαίδευση του κλήρου και επίλεκτων λαϊκών της Ορθόδοξης Εκκλησίας στη Δύση.
Η ελληνική μητρόπολη Γαλλίας ιδρύθηκε το 1963 περιλαμβάνοντας όλες τις ελληνικές ενορίες που σχηματίστηκαν μετά από την έξοδο του 1922. Ανάλογες μητροπόλεις συστήθηκαν στα περισσότερα κράτη της δυτικής Ευρώπης. Οι ελληνικές κοινότητες διατηρούν σχολεία, όπου διδάσκεται η ελληνική γλώσσα, φοιτητικά οικοτροφεία και γηροκομεία και ενδιαφέρονται να μείνουν πιστές στις πολιτιστικές παραδόσεις του τόπου τους, από τον όποιο προήλθαν.
Τέλος, στη Δύση υπάρχουν ομάδες ορθοδόξων Ρουμάνων, Σέρβων και Αράβων. Οι τελευταίοι έχουν στο έξης έναν επίσκοπο που εδρεύει στο Παρίσι. Συνολικά μπορούμε να υπολογίσουμε γύρω στις διακόσιες χιλιάδες τον αριθμό των Ορθοδόξων που διαμένουν στη Γαλλία. Δυο με τρεις χιλιάδες είναι καθαρά γαλλικής εθνικότητας.
Από τις αρχές της ρωσικής μεταναστεύσεως η Ορθόδοξη Εκκλησία άσκησε στη Δύση και ιδιαίτερα στη Γαλλία μια σημαντική ακτινοβολία, χωρίς αναλογία με την αριθμητική αδυναμία των αποτελεσμάτων της. Η ακτινοβολία αυτή είναι πολύ αισθητή ακόμη και σήμερα σε μερικούς καθολικούς κύκλους (οι όποιοι, ωστόσο, είναι πολύ μακριά από το να αντιπροσωπεύουν ολόκληρο το γαλλικό καθολικισμό). Δεν υπάρχουν μαγαζιά με είδη ευσέβειας, όπου να μη βρίσκουμε εικόνες. Στη Γαλλία μεταξύ των καθολικών οι εικόνες αντικατέστησαν σχεδόν εντελώς τα αγάλματα και την παραδοσιακή κατασκευή εικόνων. Ένα καθολικό μοναστήρι, το Αββαείο της Beliefontaine, εκδίδει μια συλλογή πατερικών και ορθοδόξων κειμένων, που έχει ευρεία διάδοση. Πολλές καθολικές μοναστικές κοινότητες ή ακόμη ομάδες λαϊκών, υιοθέτησαν τη βυζαντινή λειτουργία ή δανείστηκαν από αυτή στοιχεία για να εμπλουτίσουν τη δική τους λατινική λειτουργία. Βέβαια, όλα αυτά είναι δυνατό να εκθρέψουν βαριές παρεξηγήσεις στο χώρο της εκκλησιολογίας. Μερικές φορές ακούμε καθολικούς μοναχούς, που υιοθέτησαν το βυζαντινό ρυθμό, να λένε: «Δεν έχω ανάγκη να γίνω ορθόδοξος. Είμαι ήδη, παραμένοντας, ωστόσο, καθολικός». Η αποδοχή στοιχείων της Ορθόδοξης παραδόσεως, αποσυνδεδεμένων από το εκκλησιαστικό πλαίσιο, όπου βρίσκουν την πραγματική τους σημασία, μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρές πνευματικές αυταπάτες. Ο Θεός όμως μπορεί να μεταχειριστεί όλα αυτά για να φέρει καλοπροαίρετες ψυχές πιο κοντά στο πλήρωμα της Εκκλησίας Του. Ποιος μπορεί να εξιχνιάσει τα σχέδια Του;
Το γεγονός ότι η Ορθόδοξη παρουσία στη δυτική Ευρώπη οφείλει επί του παρόντος την προέλευση της στις μεγάλες μεταναστεύσεις, ελληνική και ρωσική, και ότι οι κανονικές δομές της διαμορφώθηκαν για την εξυπηρέτηση των αναγκών αυτών των μεταναστών, θα μπορούσε να μας κάνει να σκεφθούμε ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία εδώ δεν αντιπροσωπεύει παρά μια ξένη Εκκλησία, άσχετη με την ίδια την πραγματικότητα των χωρών, οι όποιες της δίνουν άσυλο.
Όμως οφείλουμε να λάβουμε υπόψη μας δύο γεγονότα:
Κατ’ αρχάς τα παιδιά και τα εγγόνια των μεταναστών της γενιάς του 20 είναι τώρα πλήρως ενταγμένα στη ζωή της καινούριας τους πατρίδας. Πιο συχνά, δεν έχουν πια την επιθυμία, ούτε τη δυνατότητα, να γυρίσουν στην πατρίδα των προγόνων τους. Ακόμη δεν έχουν πια - και δεν θα έχουν ασφαλώς και στην προσεχή γενιά - το ενδιαφέρον να διατηρήσουν τις πολιτιστικές τους παραδόσεις. Ωστόσο, πρέπει να εγκαταλείψουν την Ορθόδοξη πίστη;
Επιπλέον, στο τέρμα διαφόρων πνευματικών αναζητήσεων, μερικές χιλιάδες Δυτικών έγιναν ορθόδοξοι επειδή αναγνώρισαν στο πρόσωπο της Ορθόδοξης Εκκλησίας τη μοναδική Εκκλησία του Χριστού, της οποίας οι άλλες χριστιανικές κοινότητες είναι μέλη χωρισμένα. Γι’ αυτούς το να εισέλθουν σε κοινωνία με την Ορθόδοξη Εκκλησία ήταν ζήτημα πνευματικής ζωής ή πνευματικού θανάτου. Όμως οφείλουν γι’ αυτό να γίνουν Έλληνες ή Ρώσοι;
Μια απάντηση στη διπλή αυτή ερώτηση επιχειρήθηκε από την ομάδα που τιτλοφορείται «Ορθόδοξη καθολική Εκκλησία της Γαλλίας» και η οποία υπήχθη στη δικαιοδοσία της Ρουμανικής Εκκλησίας. Η ομάδα αυτή, που σχηματίστηκε γύρω από τον διακεκριμένο Ρώσο μετανάστη Evgraf Kovalevsky, ίδρυσε μια επισκοπή που δεν είναι «ούτε ρωσική, ούτε ελληνική, ούτε ρουμανική» και η οποία θέλει να είναι η ανασύσταση της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Δύσεως, προγενέστερης του σχίσματος. Η λειτουργία της είναι μια διασκευή της αρχαίας δυτικής λειτουργίας των Γαλατών, που υπήρχε πριν από την εξάπλωση της ρωμαϊκής λειτουργίας στη Δύση. Η προσάρτηση της στη Ρουμανική Εκκλησία έχει δικαιοδοσιακό χαρακτήρα και δεν περιλαμβάνει κανένα στοιχείο δανεισμένο από τη λειτουργική παράδοση και τη θρησκευτική κουλτούρα αυτής της χώρας.
Η πρωτοβουλία ήταν ενδιαφέρουσα. Ενθουσίασε αξιόλογους ανθρώπους, οι όποιοι αφιέρωσαν σ’ αυτήν πολύ ταλέντο και διάθεση. Ωστόσο, οφείλω να πω, παρά τη φιλία που με συνδέει με μερικά από τα μέλη αυτής της Εκκλησίας, ότι η πρωτοβουλία αυτή μου φαίνεται πως οδήγησε σε μια αποτυχία. Οι μοναχοί του Άγιου Όρους δέχτηκαν κατ’ επανάληψη μέλη αυτής της ομάδας, που παρέμειναν στο Όρος για αρκετό χρόνο. Η εμπειρία τους έδειξε ότι αυτοί οι νέοι άνθρωποι, παρά την προσωπική τους αξία και την καλή τους διάθεση, είχαν μείνει σε σημαντικό βαθμό ξένοι προς το πνεύμα της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Επίσης ο επίσκοπος αυτής της επισκοπής για σοβαρές δογματικές και ποιμαντικές αιτίες δεν έγινε δεκτός να μετέχει στη Διεπισκοπική Επιτροπή, η οποία συγκεντρώνει τους επισκόπους των διαφόρων ορθοδόξων δικαιοδοσιών στη Γαλλία.
Δεν είναι, λοιπόν, αυτή η κατεύθυνση προς την οποία οφείλουμε να αναζητήσουμε λύση. Ορθόδοξη Εκκλησία αυτόνομη και ενωμένη δεν θα μπορέσει να γεννηθεί στη Γαλλία παρά μόνο με μια οργανωμένη προσπάθεια των διαφόρων δικαιοδοσιών, όμως δεν έχει έρθει ακόμη η στιγμή. Για την ώρα, συμφέρει να αρκεστούμε στο παρόν σύστημα της συνυπάρξεως των διαφόρων δικαιοδοσιών. Το σύστημα αυτό, κάτω από τις παρούσες συνθήκες της Δύσεως, παρουσιάζει αρκετές δυσχέρειες.
Οι δυσχέρειες αυτές, πράγματι, είναι φανερές. Αναμφίβολα η πιο σημαντική είναι ότι οι δικαιοδοσίες αυτές αποτελούν επισκοπές που βρίσκονται η μια δίπλα στην άλλη στην ίδια περιοχή, και συγκεντρώνουν τα μέλη τους κυρίως με βάση την εθνική τους προέλευση. Εδώ υπάρχει μια διπλή ανωμαλία, επειδή η ενότητα του επισκόπου για κάθε επισκοπική περιοχή είναι ένα θεμελιώδες δεδομένο της χριστιανικής εκκλησιολογίας και επειδή η εξάρτηση από την τάδε ή την τάδε εκκλησία δεν μπορεί να καθορίζεται με εθνικά χαρακτηριστικά (ο «εθνοφυλετισμός» καταδικάστηκε από τον Οικουμενικό Θρόνο).
Μια τέτοια κατάσταση, λοιπόν, δεν μπορεί να διατηρηθεί σαν οριστική αλλά, από «οικονομία», μπορεί κατά κάποιο τρόπο να γίνει δεκτή για την ώρα, αν λάβουμε υπόψη μας δύο πράγματα.
Εν πρώτοις, πρέπει να πούμε ότι, εάν ξεπεράσουμε την εμπειρική άποψη, εάν προχωρήσουμε πέρα από τα φαινόμενα, αυτό το κομμάτιασμα σε δικαιοδοσίες δεν θίγει την ουσία της Εκκλησίας. Σε κάθε ενορία, όπου τελείται η θεία Λειτουργία, η Εκκλησία του Θεού είναι παρούσα. Όταν ο Άγιος Ειρηναίος λειτουργούσε στη Λυών, δεν ήταν η Εκκλησία της Σμύρνης που αντιπροσωπευόταν. Η συναγμένη κοινότητα, που συνέθεταν Έλληνες έμποροι και Γαλάτες νεόφυτοι, ήταν απλώς η Εκκλησία του Θεού στη Λυών. Το ίδιο συμβαίνει και σήμερα. Η Ορθόδοξη Εκκλησία, όπως είναι σήμερα στη Γαλλία, είναι ήδη πραγματικά η Εκκλησία της Γαλλίας ή, καλύτερα, η Εκκλησία του Θεού στη Γαλλία. Η προσάρτηση σε μια Εκκλησία - μητέρα, ελληνική ή ρωσική, είναι παροδική και δεν αφορά παρά το ανθρώπινο στοιχείο της εκκλησιαστικής οργανώσεως. Και ένας Γάλλος που ανήκει σε μια ενορία, της οποίας ο ιερεύς εξαρτάται από το οικουμενικό Πατριαρχείο ή από το Πατριαρχείο της Μόσχας, δεν γίνεται γι’ αυτό Έλληνας ή Ρώσος.
Εάν έρθει μια μέρα που θα ενωθούν όλες οι Ορθόδοξες ενορίες της Γαλλίας υπό την εξουσία ενός και μόνον αρχιεπισκόπου και θα συσταθούν επισκοπές με ιδιαίτερες δικαιοδοσιακές περιοχές, αυτό θα είναι καθαυτό καλό, διότι η κατάσταση θα ξαναγινόταν έτσι σύμφωνη προς τους ιερούς κανόνες. Όμως, σε ό,τι άφορα την ουσία, αυτή η ενωμένη Εκκλησία στη δομή της δεν θα είναι περισσότερο η Εκκλησία της Γαλλίας από το παρόν δικαιοδοσιακό μωσαϊκό.
Δεύτερον πρέπει να πούμε πως ο δεσμός με την ελληνική και τη ρωσική Εκκλησία απέχει πολύ από το να είναι επιβλαβής. Στην παρούσα κατάσταση των πραγμάτων μάλιστα είναι απαραίτητος, αν δεν θέλουμε ν’ αυτοσχεδιάζουμε και να προχωρούμε στην τύχη.
Πραγματικά εδώ και χίλια χρόνια η Δυτική Εκκλησία έπαυσε να είναι Ορθόδοξη. Δεν μπορούμε να αρνηθούμε αυτό το γεγονός, ούτε να ενεργούμε σαν να μην υπήρχε. Η Παράδοση περικλείει τη συνέχεια της ζωής και δεν γνωρίζει άλματα. Η Ορθοδοξία δεν συνίσταται μόνο στην ομολογία ορθής πίστεως. Έχει πολλές συνέπειες στη ζωή και τη συμπεριφορά. Προϋποθέτει ένα «πνεύμα» των χριστιανικών πραγματικοτήτων, το όποιο δεν αυτοσχεδιάζεται. Από τους σημερινούς Γάλλους ορθοδόξους - από εκείνους που μεταστράφηκαν τελευταία ή από τα εγγόνια μεταναστών, που δεν έχουν πλέον παρά μια μακρινή σχέση με την εθνική τους προέλευση - απουσιάζουν συχνά οι ρίζες και η παράδοση. Συνήθως πρόκειται για διανοουμένους, οι οποίοι ρέπουν ελαφρά στο να συγχέουν το στοχασμό και τη ζωή. Τους είναι απαραίτητο να κρατηθούν σε επαφή με τις Εκκλησίες που παρέμειναν πάντοτε Ορθόδοξες, όπου ένας ολόκληρος λαός είναι φορέας της Παραδόσεως και ζει από αυτήν. Τους είναι αδύνατο ν’ αφομοιώσουν γόνιμα τον πλούτο της Ορθοδοξίας, εάν δεν μαθητεύσουν ταπεινά στη σχολή των ορθοδόξων χωρών, κυρίως της Ελλάδας, που είναι η πιο προσιτή για μας.
Η παρούσα δικαιοδοσιακή ποικιλία μπορεί, λοιπόν, να διατηρηθεί προσωρινά, πιθανόν για αρκετό καιρό ακόμη, όμως υπό τρεις προϋποθέσεις:
1) Κατ’ αρχάς πρέπει οι Ορθόδοξοι να έχουν μια ξεκάθαρη εκκλησιολογική προοπτική. Οφείλουν να έχουν πλήρη συνείδηση του γεγονότος ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι η μοναδική Εκκλησία του Χριστού και όχι ένα «ανατολικό» σχήμα του χριστιανισμού. Η Ορθόδοξη Εκκλησία, λοιπόν, δεν μπορεί να δεχτεί να είναι στη Δύση ένα σύνολο υπηρεσιών ποιμαντικής συμπαραστάσεως σε ξένους, που υπάγονται σε εθνικές δικαιοδοσίες. Ακόμη περισσότερο δεν μπορεί να θεωρεί τις καθολικές και προτεσταντικές Εκκλησίες των δυτικών χωρών ως τις νόμιμες και αυθεντικές τοπικές Εκκλησίες αυτών των χωρών. Χωρισμένες από τον κορμό της Ορθοδοξίας, οι Εκκλησίες αυτές δεν είναι πια, σε σχέση με την Ορθόδοξη πίστη, η μία, αγία, καθολική και αποστολική Εκκλησία του Χριστού, παρούσα σ’ αυτές τις χώρες.
Βέβαια, δεν είναι στο πνεύμα της Ορθόδοξης Εκκλησίας να επιδίδεται σ’ έναν επιθετικό προσηλυτισμό, ούτε και σε μια οργανωμένη και κατευθυνόμενη ιεραποστολική δραστηριότητα. Η ιεραποστολική της αποτελεσματικότητα εξαρτάται από την ειρηνική ακτινοβολία της λατρείας της, από την ίδια τη ζωή των ιερέων της, των μοναχών και των πιστών της. Αυτή δεν επιδιώκει θεαματικά αποτελέσματα. Ωστόσο, δεν μπορεί να περιορίσει το ρόλο της σ’ εκείνον του να φυλάγει στους κόλπους της τους «εκ γενετής ορθοδόξους»: αυτό θα σήμαινε ότι προδίδει την αποστολή, που της εμπιστεύτηκε ο Χριστός. Έχει το καθήκον να δεχτεί όλους εκείνους οι οποίοι, ελεύθερα και παρακινημένοι από λόγους καθαρά πνευματικούς, ζητούν να γίνουν δεκτοί σε κοινωνία μαζί της.
Ένας ψεύτικος οικουμενισμός δεν πρέπει να μας εξαπατήσει σ’ αυτό το σημείο. Η επιθυμία της ενότητας των χριστιανών είναι υγιής και κατά Θεόν, αν οδηγεί στην επικράτηση ανάμεσα στους χριστιανούς διαφορετικής ομολογίας του σεβασμού των προσώπων, μέσα σ’ ένα κλίμα ελευθερίας των συνειδήσεων και αγάπης, και αν τείνει να τους ενώσει μέσα στην καθολική ομολογία - χωρίς τίποτε να προσθέτει και τίποτε να αφαιρεί - εκείνων που έγιναν πιστευτά «πάντοτε, παντού και από όλους» πριν τα σχίσματα και τις αιρέσεις της δεύτερης χιλιετίας. Όμως ο οικουμενισμός γίνεται, στα μάτια της Ορθόδοξης πίστεως, μια ολέθρια αίρεση, εάν συνίσταται στην άρνηση της ορατής ενότητας της Εκκλησίας, που ομολογείται στο σύμβολο της πίστεως, και εάν διατείνεται ότι η μία Εκκλησία του Χριστού είναι τώρα διηρημένη ανάμεσα σε διάφορες χριστιανικές ομολογίες. Σύμφωνα μ’ αυτούς τους «οικουμενιστές» η ορατή ενότητα της Εκκλησίας δεν υπάρχει πια και θα πρέπει να «ανασυσταθεί» αρχίζοντας από την παρούσα ποικιλία. Κατά την Ορθόδοξη πίστη, η ορατή ενότητα της Εκκλησίας μας είναι δοσμένη μέσα στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Μερικές ομάδες χριστιανών αποχωρίστηκαν από την Εκκλησία, όμως εκείνη ποτέ δεν διαιρέθηκε.
2) Στη Δύση οι Ορθόδοξοι οφείλουν να επαγρυπνούν με μεγάλη φροντίδα στο συμπνευματισμό ανάμεσα στις διάφορες δικαιοδοσίες. Αυτή η συνεργασία είναι απαραίτητη, χωρίς, ωστόσο, να πρέπει να καταλήξει σε μια υπερβολικά συγκεντρωτική οργάνωση που δεν 0α σεβόταν τη νόμιμη ποικιλία και την ελευθερία των προσώπων. Το έργο αυτό της συνεργασίας είναι το καθήκον, στο όποιο αφιερώθηκε η διεπισκοπική επιτροπή, στην οποία προεδρεύει ο Μητροπολίτης Μελέτιος, αντιπρόσωπος του Οικουμενικού Πατριαρχείου, τον οποίο αγαπούν και σέβονται οι πάντες στη Γαλλία. Ο Μητροπολίτης είναι τόσο περισσότερο ενδεδειγμένος γι’ αυτό το καθήκον όσο ο οικουμενικός Θρόνος έχει την ιστορική αποστολή να ενθαρρύνει όλους εκείνους που μπορούν να ενισχύσουν την ενότητα των τοπικών Εκκλησιών. Στη διάρκεια ενός ταξιδιού στην Κωνσταντινούπολη πριν από δεκαοχτώ μήνες, μπόρεσα να εκτιμήσω πόσο το Πατριαρχείο είχε λεπτή αίσθηση αυτής της ενότητας και της καθολικότητας της Εκκλησίας, πόσο ήταν ενημερωμένο για τα προβλήματα σε κάθε χώρα και πόσο επιθυμούσε να καταθέσει τη γνήσια μαρτυρία της Ορθόδοξης πίστης στο διάλογο με τους ετεροδόξους.
Στη Γαλλία κυρίως, διάφοροι διαδικαιοδοσιακοί οργανισμοί συνεργούν σ’ αυτόν τον αμοιβαίο συμπνευματισμό, βασικά η Ορθόδοξη Αδελφότητα (Fraternite Οrthodoxe), η οποία προσφέρει πολλές υπηρεσίες και συγκαλεί κάθε τρία χρόνια συνέδρια που συγκεντρώνουν εφτακόσια ή οχτακόσια πρόσωπα.
Από το 1978 στη Γαλλία ιδρύθηκαν δύο μοναστήρια, που εξαρτώνται από το Άγιον Όρος ως μετόχια της μονής Σίμωνος Πέτρας. Με τον τρόπο αυτό βρίσκονται τοποθετημένα έξω από τους δικαιοδοσιακούς ανταγωνισμούς. Έτσι η παρουσία αθωνιτών μοναχών στη Γαλλία μπορεί να είναι ένας παράγοντας ενότητας και πνευματικής προσεγγίσεως ανάμεσα στους Ορθοδόξους διαφορετικής εθνικότητας.
3) Η χρήση των δυτικών γλωσσών πρέπει να εισαχθεί προοδευτικά. Ωστόσο, στη σημερινή κατάσταση των πραγμάτων, η χρήση αυτή δεν μπορεί να είναι αποκλειστική. Πράγματι, από τη μια μεριά οι Ορθόδοξες κοινότητες περιλαμβάνουν ένα σημαντικό αριθμό πρόσφατα εγκατεστημένων μεταναστών ή, αντίστροφα, γέροντες, για τους οποίους η χρησιμοποίηση της σλαβωνικής ή της ελληνικής αποτελεί μια αναγκαιότητα. Από τη άλλη - και αυτό πιθανόν είναι ένας λόγος ακόμη πιο βασικός - η γνώση των πρωτοτύπων κειμένων και των ελληνικών ή σλαβωνικών μελωδιών που τα συνοδεύουν είναι και θα παραμείνει ακόμη για πολύ καιρό μια αναγκαία προϋπόθεση, ώστε η μεταφορά τους στα γαλλικά να είναι πιστή στο πνεύμα της παραδοσιακής λειτουργίας. Μια λειτουργία στα γαλλικά δεν μπορεί ν’ αποτελεί αντικείμενο αυτοσχεδιασμών. Πρέπει να διαμορφωθεί μέσα σε μια στενή επαφή με τις πηγές.
Ωστόσο, η εισαγωγή των δυτικών γλωσσών είναι απαραίτητη, αν λάβουμε υπόψη μας συγχρόνως τις ανάγκες των καινούριων γενεών παιδιών των παλαιών μεταναστών, που θα ξεκόψουν από την Ορθοδοξία αν την βλέπουν μόνο σαν μια γραφική παράδοση των παππούδων τους, όμως ακατάληπτη γι’ αυτούς, και τις απαιτήσεις των ορθοδόξων γαλλικής εθνικότητας. Δεν υπάρχει τρόπος πιο αποτελεσματικός για να διαποτιστεί κάποιος από τη διδασκαλία και το πνεύμα της Ορθόδοξης Εκκλησίας, προκειμένου ν’ αποκτήσει Ορθόδοξη ευαισθησία και σκέψη, παρά αν συμμετέχει στη Λειτουργία και τις ακολουθίες αυτής της Εκκλησίας. Γι’ αυτό, όμως, πρέπει να είναι προσιτές στους μετέχοντες. Οι δυτικοί έχουν ακόμη μεγαλύτερη ανάγκη αυτής της κατανοήσεως που σχετίζεται με τα κείμενα παρά οι Έλληνες ή οι Ρώσοι, που είναι λιγότερο «εγκεφαλικοί» και οι οποίοι είναι εμποτισμένοι με την Ορθόδοξη παράδοση από την παιδική τους ηλικία.
Από όσα προηγήθηκαν, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι η παρουσία της Ορθοδοξίας στη Δύση είναι μια ζωτική αναγκαιότητα, κατ’ αρχήν επειδή η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι η αληθινή Εκκλησία του Χριστού. Όπως μας το διδάσκει ολόκληρη η Παράδοση, η Εκκλησία είναι η πραγματική κιβωτός της σωτηρίας για ολόκληρη την ανθρωπότητα, ο τρόπος που ο Θεός καθόρισε, προκειμένου οι άνθρωποι να αποκτούν τη σωτηρία και την αιώνια ζωή. Για το λόγο αυτό πρέπει να είναι παντού παρούσα και να ακτινοβολεί μέσα στον κόσμο. Οι καρποί που θα αποφέρει αυτή η παρουσία θα εξαρτηθούν στη συνέχεια από την ελεύθερη απάντηση των ανθρώπων.
Εξάλλου η Δύση είναι οδυνηρά διηρημένη, από τον ΙΣΤ’ αιώνα κι εδώθε, ανάμεσα στο ρωμαϊκό καθολικισμό και τις ομολογίες που προήλθαν από την προτεσταντική Μεταρρύθμιση. Καλοί ιστορικοί πιστεύουν ότι η Μεταρρύθμιση δεν θα είχε γίνει ποτέ, αν δεν είχε δημιουργηθεί η μεγάλη ρήξη. Οι Μεταρρυθμιστές θέλησαν να αντιδράσουν εναντίον των καταχρήσεων και των παρεκκλίσεων, που ανήκαν κατά μεγάλο μέρος στο δυτικό Χριστιανισμό, και οι όποιες διαμορφώθηκαν επωφελούμενες από το χωρισμό με τον υπόλοιπο χριστιανικό κόσμο. Όμως οι ίδιοι οι Μεταρρυθμιστές ζούσαν μέσα σ’ έναν κόσμο αποκομμένο ήδη από την αρχαία παράδοση και ήταν οι ίδιοι εμποτισμένοι από τον αυγουστινισμό. Είναι αυτός ο λόγος ακριβώς για τον οποίο δεν μπόρεσαν να επανεύρουν το πλήρωμα του αρχέγονου χριστιανισμού. Σ’ ένα τέτοιο πλαίσιο η παρουσία της Ορθόδοξης Εκκλησίας - πολύ μακριά από του να είναι ένας παράγοντας νέων διαιρέσεων - μπορεί να είναι ένα δυνατό προζύμι για την ανασύσταση της πνευματικής ενότητας της Ευρώπης. Ενότητα που, όπως υπενθύμιζα λίγο πιο μπροστά, δεν μπορεί να στηριχτεί παρά πάνω στην πίστη, την οποία ομολόγησαν όλοι οι χριστιανοί μαζί κατά τη διάρκεια μιας χιλιετίας.
Τέλος, εδώ και πολύ καιρό ήδη, η Δύση είναι υποταγμένη σε μια πορεία αποχριστιανοποίησης, που ναρκοθετεί ακόμη και τα θεμέλια του πολιτισμού της, και η οποία τείνει να την οδηγήσει στις δεκαετίες που έρχονται σε αθεράπευτη παρακμή. Αυτό είναι ιδιαίτερα αισθητό στη Γαλλία, όπου η πορεία αυτή είναι έμμεση συνέπεια της Μεταρρυθμίσεως του ΙΣΤ’ αιώνα, καθώς επίσης και της έντονα κληρικαλιστικής και αυταρχικής αντιδράσεως του καθολικισμού της Αντιμεταρρυθμίσεως. Είναι ακόμη στενά συνδεδεμένη με μερικές πλευρές της γαλλικής Επαναστάσεως και με τις προϋποθέσεις μέσα στις όποιες γεννήθηκαν τόσο ο οικονομικός φιλελευθερισμός όσο και ο μαρξισμός. Πολλοί από τους Δυτικούς, μπροστά στον κίνδυνο πνευματικής ασφυξίας που τους απειλεί, έρχονται ν’ αναζητήσουν λίγο οξυγόνο στις αιρέσεις, λιγότερο η περισσότερο περιθωριακές, οι όποιες πολλαπλασιάζονται ή στις σοφίες της Άπω Ανατολής.
Ωστόσο, ακόμη κι ανάμεσα σ’ αυτούς, υπάρχουν άνθρωποι που τελικά ανακαλύπτουν στην Ορθόδοξη Εκκλησία μια πνευματική πηγή συνεχώς αναβλύζουσα και η οποία παρέμεινε σημαντικά ξένη στους περισσότερους από τους ανταγωνισμούς που προετοίμασαν την έκρηξη του δυτικού κόσμου, και η οποία προσφέρει την ελπίδα της ζωής για τον κόσμο μας.
Σας ευχαριστώ για την προσοχή σας και νομίζω ότι μπορούμε τώρα να περάσουμε σε ερωτήσεις.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Μπορείτε να μας δώσετε μερικές πληροφορίες για το περιοδικό «CONTACTS» και τις προσπάθειες του Ολιβιέ Κλεμάν στη Γαλλία;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Το περιοδικό «CONTACTS» είναι ένα ορθόδοξο περιοδικό που δημοσιεύει θεολογικά άρθρα, όπως επίσης και άρθρα πληροφοριακά γύρω από τις διάφορες δραστηριότητες της Ορθόδοξης Εκκλησίας στη Δύση, καθώς και στις κατά παράδοση Ορθόδοξες χώρες. Είναι ένα πολύ καλό όργανο Ορθόδοξης κουλτούρας για τους γαλλόφωνους δυτικούς. Το περιοδικό διευθύνεται από τον κ. Ολιβιέ Κλεμάν, που είναι Γάλλος ορθόδοξος, γαλλικής καταγωγής, και υπήρξε μαθητής του Βλαδίμηρου Λόσσκυ. Δημοσίευσε αρκετά έργα μεγάλου ενδιαφέροντος, τα οποία έχουν μεγάλη απήχηση κυρίως στους γαλλικούς καθολικούς κύκλους. Συνετέλεσε πολύ στην προσπάθεια γνωριμίας και ακτινοβολίας της Ορθοδοξίας στη Γαλλία και βασικά μεταξύ των καθολικών και προτεσταντικών κύκλων. Ο Ολιβιέ Κλεμάν είναι ομιλητής που εκτιμάται πολύ και συμμετέχει πολύ συχνά σε συγκεντρώσεις και συνέδρια.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Το μετόχι της μονής Σίμωνος Πέτρας στη Γαλλία είναι επανδρωμένο και από Έλληνες μοναχούς;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Όχι. Στο μετόχι μας της Σίμωνος Πέτρας δεν υπάρχουν Έλληνες μοναχοί. Είμαστε δύο Αθωνίτες μοναχοί, οι όποιοι βέβαια έχουμε την ελληνική ιθαγένεια. Όπως γνωρίζετε, όλοι οι μοναχοί του Άθωνα από τη στιγμή που λαμβάνουν τη μοναχική κουρά, αυτόματα παίρνουν και την ελληνική ιθαγένεια. Ωστόσο, δεν είμαστε Έλληνες από καταγωγή. Περιστασιακά μοναχοί της Σίμωνος Πέτρας και ο ίδιος ο ηγούμενος έχουν έρθει στο μοναστήρι μας, όπως επίσης κι εμείς οι ίδιοι κάθε χρόνο πηγαίνουμε και παραμένουμε ένα διάστημα στη μονή της Σίμωνος Πέτρας. Όμως, επί του παρόντος, δεν υπάρχουν Έλληνες μοναχοί που να παραμένουν στο μοναστήρι μας.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Μελλοντικά θα έχει;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Το πράγμα δεν είναι αδύνατο. Ωστόσο, για την ώρα, δεν υπάρχουν συγκεκριμένα σχέδια.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Είπατε ότι οι Καθολικοί αντιμετώπισαν τα πατερικά κείμενα σαν ημερολόγιο δεκαεπταετούς και έχουν κάποια θεωρία πάνω σ’ αυτό - κάποια ερμηνεία δίνουν. Θα ήθελα μερικές διευκρινίσεις επ’ αυτού.
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Η κοινή τοποθέτηση στην Καθολική Εκκλησία είναι η ακόλουθη: Υπάρχει μέσα στην Εκκλησία, δια μέσου των αιώνων, μια δογματική πρόοδος, την οποία οι καθολικοί θεωρούν ότι κατευθύνει το Άγιο Πνεύμα και η οποία συνεργεί στο να παρουσιάζονται, δια μέσου των αιώνων, καινούρια δόγματα. Αυτά, σύμφωνα μ’ αυτή την υπόθεση, δεν είναι εντελώς καινούρια. Υποθέτουν ότι εμπεριέχονταν περιληπτικά, ότι δεν τα γνώριζαν ξεκάθαρα, όμως υπήρχαν σπερματικά στην εκκλησιαστική ζωή, και τα οποία συνειδητοποιούν σε κάποια εποχή. Έτσι μπορεί να προέλθει μια ολόκληρη εξέλιξη. Ωστόσο, οι καθολικοί θεωρούν ότι τούτο ή εκείνο το σημείο διδασκαλίας, που ήταν άγνωστο σε κάποια εποχή ή ακόμη είχε απορριφθεί από μερικούς πατέρες ή αγίους, μπορεί μια μέρα να γίνει η επίσημη διδασκαλία της Καθολικής Εκκλησίας, Εάν οι θεολόγοι της σε μια δεδομένη εποχή κρίνουν ότι ανταποκρίνεται στη αλήθεια. Π.χ.: Η διδασκαλία για την αμίαντη σύλληψη είχε απορριφθεί ακόμη και τον IB’ και τον ΙΓ’ αιώνα από πολύ μεγάλους καθολικούς θεολόγους, όπως ο Βερνάρδος του Κλαιρβώ ή ο Θωμάς Ακινάτος. Όμως αργότερα άλλοι θεολόγοι σιγά-σιγά έγιναν οπαδοί της και τον ΙΘ’ αιώνα ο πάπας της Ρώμης την αναγνώρισε ως δόγμα πίστεως που αποτελεί μέρος της καθολικής πίστεως. Το ίδιο πράγμα ισχύει και για την αντίληψη για το παπικό πρωτείο. Είναι βέβαιο ότι κατά την πατερική εποχή κανείς δεν πίστευε, ότι ο πάπας ήταν αλάθητος στη δογματική του διδασκαλία. Εν τούτοις η εξέλιξη στην καθολική σκέψη προχωρεί προοδευτικά και τον ΙΘ’ αιώνα ένας πάπας αναγνώρισε ότι το παπικό αλάθητο ήταν ένα δόγμα πίστεως. Συνέπεια αυτού τον πράγματος είναι ότι για τους καθολικούς θεολόγους η σκέψη των Πατέρων της Εκκλησίας αντιπροσωπεύει ένα στάδιο της χριστιανικής σκέψεως αρχαίο αλλά ξεπερασμένο. Οι Πατέρες της Εκκλησίας κατά τους ρωμαιοκαθολικούς είναι πολύ ενδιαφέροντες, αλλά δεν αποδέχονται ότι η διδασκαλία τους εκφράζει το σύνολο της καθολικής πίστεως για σήμερα.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Πόσοι ορθόδοξοι μοναχοί υπάρχουν αυτή τη στιγμή στη Γαλλία;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Στη Γαλλία σήμερα υπάρχει ένας πολύ μικρός αριθμός ορθοδόξων μοναχών. Ως μοναστήρια υπάρχουν τα δύο δικά μας αγιορείτικα μετόχια, αλλά στα μετόχια αυτά δεν είμαστε παρά τρεις μοναχοί, οι όποιοι ταυτόχρονα είμαστε πνευματικοί πατέρες δύο μικρών αδελφοτήτων γυναικών μοναχών. Σήμερα τα δύο αυτά μετόχια είναι πιο πολύ πνευματικά κέντρα, στα οποία συναθροίζονται διάφοροι λαϊκοί, προκειμένου να έχουν μια επαφή με τη μοναστική ζωή και να ζητήσουν πνευματική καθοδήγηση.
Υπάρχουν άλλα δύο ανδρικά μοναστήρια στη Γαλλία. Το ένα βρίσκεται στην ίδια περιοχή μ’ εμάς και σε απόσταση εκατό περίπου χιλιομέτρων και εξαρτάται από την ελληνική Ορθόδοξη μητρόπολη της Γαλλίας. Αυτή τη στιγμή έχει ένα μοναχό και πέντε δοκίμους. Το μοναστήρι αυτό ξεκίνησε εδώ και δύο χρόνια. Υπάρχει ένα άλλο μοναστήρι πιο παλιό στα νότια της Γαλλίας κοντά στο Μομπελιέ. Ονομάζεται μοναστήρι της Νταλμερύ. Δεν γνωρίζω τον ακριβή αριθμό μοναχών αυτού του μοναστηρίου. Νομίζω πάντως πως πρέπει να έχει εφτά με οχτώ μοναχούς.
Ένα μικρό μοναστήρι - ερημητήριο μάλλον - υπάρχει κοντά στο Παρίσι, το όποιο έχει τρεις μοναχούς και εξαρτάται από το Πατριαρχείο της Μόσχας. Επιπλέον υπάρχουν δύο πιο σημαντικά γυναικεία μοναστήρια. Όμως και τα δύο είναι ρωσικής προελεύσεως, οι ακολουθίες γίνονται στα σλαβωνικά και το μεγαλύτερο μέρος των μοναχών είναι ρωσικής καταγωγής. Επίσης υπάρχουν μερικοί μοναχοί ή μοναχές που εξαρτώνται απευθείας από τους επισκόπους και διακονούν σε διάφορες ενορίες.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Για τους Πατέρες η ιδέα που έχουν οι Καθολικοί είναι ότι αντιπροσωπεύουν την ηλικία της Εκκλησίας, όταν αυτή ήταν δεκαεφτά ετών. Τι ιδέα έχουν για τους ορθοδόξους μοναχούς;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Στο σύνολο του ο ρωμαιοκαθολικός μοναχισμός εκδηλώνει μεγάλο ενδιαφέρον για τον ορθόδοξο μοναχισμό και σε πολλά καθολικά μοναστήρια διαβάζουν τα έργα των Πατέρων, των ασκητικών Πατέρων των πρώτων αιώνων, και ορθόδοξα βιβλία. Πριν από μερικούς μήνες οι ηγούμενοι δύο μεγάλων καθολικών μοναστηριών της Γαλλίας επισκέφθηκαν το Άγιον Όρος και ενθουσιάστηκαν πραγματικά με όσα είδαν εκεί. Ένας απ’ αυτούς φεύγοντας είπε στους μοναχούς του Αγίου Όρους: «Βλέπουμε ότι σεις είστε πράγματι η Εκκλησία των Πατέρων». Πολλοί καθολικοί μοναχοί πιστεύουν πως ο ρόλος των μοναχών μέσα στην Καθολική Εκκλησία είναι να συμβάλλει στο να γίνει περισσότερο γνωστή η κοινή παράδοση, ο ορθόδοξος και συγχρόνως ο αρχαίος δυτικός μοναχισμός, δηλαδή να είναι κατά κάποιο τρόπο ένας σύνδεσμος μεταξύ Ανατολής και Δύσεως. Αυτό που τους λείπει, κατά τη δική μας Ορθόδοξη άποψη, είναι μια σωστή αντίληψη της Εκκλησίας, της ενότητας της Εκκλησίας.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Τι γνώμη έχετε για το μικτό μοναστήρι του π. Σωφρονίου στην Αγγλία;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Το μοναστήρι του π. Σωφρονίου είναι δυνατό να μας θέσει κάποιο πρόβλημα. Για την ακρίβεια δεν είναι μικτό μοναστήρι, αλλά δύο μοναστικές αδελφότητες, μια ανδρική και μια γυναικεία, οι όποιες ζουν κοντά, όχι στο ίδιο κτίριο αλλά στο ίδιο μοναστηριακό σύνολο. Αυτός άλλωστε είναι και ο λόγος για τον οποίο μόνο το ανδρικό μοναστήρι υφίσταται ως κανονική μονή. Οι αδελφές είναι απλώς μια ομάδα από μοναχές που ζουν κοντά στο μοναστήρι, οι όποιες, ωστόσο, αποτελούν ένα πραγματικό μοναστήρι. Την πνευματική τους καθοδήγηση έχει προσωπικά ο π. Σωφρόνιος. Είναι μια κατάσταση που πράγματι παρουσιάζει δυσκολίες και δεν είναι απολύτως σύμφωνη προς τη μοναχική παράδοση και τους ιερούς κανόνες. Μόνο που πρέπει να σκεφτούμε ότι στη Δύση συναντούμε μεγάλα εμπόδια στην εμφύτευση της Ορθόδοξης Εκκλησίας, και στη σκέψη του π. Σωφρονίου είναι μια κατάσταση που μπορεί να είναι προσωρινή και η οποία του φαίνεται πως, κάτω από την προσωπική του καθοδήγηση, δεν παρουσιάζει για την ώρα μεγάλες δυσκολίες. Είναι βέβαιο ότι το μοναστήρι του π. Σωφρονίου έχει μια μεγάλη πνευματική ακτινοβολία στον ορθόδοξο κόσμο.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Θα μπορούσατε να μας πείτε πως γίνατε ορθόδοξος, ενώ προηγουμένως ήσαστε καθολικός μοναχός;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Το θέμα τούτο είναι απέραντο και γι’ αυτό μόνο θα χρειαζόταν μια ολόκληρη διάλεξη, που ασφαλώς δεν μπορώ να κάνω αυτή τη στιγμή. Θα έλεγα πολύ απλά ότι αυτό που με οδήγησε στην Ορθοδοξία είναι η σπουδή των ίδιων των πηγών του λατινικού μοναχισμού, μια ζωή προσευχής και συγχρόνως μελέτης θεμελιωμένης πάνω στους Πατέρες της Εκκλησίας και σ’ ολόκληρη τη μεγάλη Πατερική παράδοση. Έτσι σιγά - σιγά απόκτησα την εσωτερική βεβαιότητα ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι πράγματι η Εκκλησία του Χριστού, αληθινή και αυθεντική σ’ ολόκληρο το πλήρωμα της.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Μπορείτε να μας πείτε, αν γνωρίζετε, ποια είναι η επιρροή που ασκούν ή η ανταπόκριση που βρίσκουν οι δοξασίες της Άπω Ανατολής στη Γαλλία και γενικότερα στο Δυτικό κόσμο;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Μάλιστα. Υπάρχει σήμερα στη Γαλλία και γενικά στη Δύση μια κάποια ανάπτυξη διδασκαλιών ανατολικής προελεύσεως και κυρίως βουδιστικής. Αυτό κατ’ αρχάς οφείλεται σε μερικούς Γάλλους που είχαν την ευκαιρία να πάνε στις Ινδίες, είτε για να κάνουν αποκλειστικά ορειβασίες στις οροσειρές των Ιμαλαΐων, είτε παρακινημένοι ήδη από μια πνευματική αναζήτηση. Οι Γάλλοι αυτοί ανακάλυψαν εκεί το βουδισμό, σε μερικές περιπτώσεις το βουδισμό του Θιβέτ, και ζήτησαν να έρθουν στη Γαλλία πνευματικοί διδάσκαλοι βουδιστές ή Θιβετιανοί. Έτσι ακριβώς ιδρύθηκαν πολλά θιβετιανά μοναστήρια στη Γαλλία, τα οποία απόκτησαν και Γάλλους μαθητές. Στη Γκρενόμπλ π.χ. υπάρχουν κάπου πενήντα Γάλλοι που έγιναν βουδιστές, μαθητές ενός θιβετιανού διδασκάλου. Επικεφαλής αυτής της ομάδας είναι ο διευθυντής του ψυχιατρικού νοσοκομείου της Γκρενόμπλ, ένας διακεκριμένος γιατρός. Ωστόσο, αυτοί οι βουδιστές, που έχουν μια διδασκαλία ξένη προς τη δική μας τη χριστιανική, είναι σοβαροί άνθρωποι και πριν από ένα περίπου χρόνο μου ζήτησαν, σ’ ένα βουδιστικό μοναστήρι που βρίσκεται εκατό χιλιόμετρα μακριά από τη δική μας αδελφότητα, να τους κάνω μια παρουσίαση της Ορθόδοξης πνευματικότητας, Στη συνάντηση αυτή παραβρέθηκαν κάπου εκατό με εκατον-πενήντα άνθρωποι καθολικής προελεύσεως. Μετά από την ομιλία μου ο βουδιστής διδάσκαλος τους που ήταν εκεί, είπε στην ομήγυρη: «Εάν γνωρίζατε το βάθος του χριστιανισμού, ο βουδισμός δεν θα είχε πλέον τίποτε να σας προσφέρει». Από τότε πολλά πρόσωπα, που είχαν παραβρεθεί στη διάλεξη μου, ήρθαν για να με δουν, κι ένας απ’ αυτούς συγκεκριμένα, ένας πολύ αξιόλογος άνθρωπος, έγινε ήδη Ορθόδοξος.
Διαμόρφωση σελίδας: 25-6-2007.
Τελευταία ενημέρωση: 24-10-2007