Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Κεντρική Σελίδα

Αγία Γραφή

Ο πάπας ως πεσμένο αστέρι τής Αποκάλυψης και το κλειδί τής αβύσσου * Η σύνθεση Ανθρωπολογίας και Εσχατολογίας στην Θεολογία του Ευαγγελιστή Ιωάννη

Ο  Ευαγγελιστής  Ιωάννης  προς  τη  Δυτική  Εκκλησία 

και  τη  σχέση  της  προς  την  Ανατολική

(Η  Β΄  Επιστολή  του)

Παναγιώτης  Ι.  Μπούμης

Ομότ.  Καθηγητής  Παν/μίου  Αθηνών

 

Στη δεύτερη επιστολή του, ο Ευαγγελιστής Ιωάννης, (που την έγραψε σε μία περίοδο κατά την οποία η Εκκλησία τής Ρώμης δεν είχε εκπέσει ακόμα σε αίρεση), δίνει μέσω προσωποποιήσεων κάποιες πολύ ενδιαφέρουσες πληροφορίες για τις πρώτες εκείνες εποχές, όπως πολύ όμορφα τις αναλύει στη συνέχεια ο Παναγιώτης Μπούμης:

 

Στον  πρώτο  στίχο  τής  Β΄  Επιστολής  τού  Ευαγγελιστού  και  αποστόλου  Ιωάννου  διαβάζουμε:  «Ο  πρεσβύτερος  εκλεκτή  κυρία  και  τοις  τέκνοις  αυτής, ους  εγώ  αγαπώ  εν  αληθεία, και  ουκ  εγώ  μόνος, αλλά  και  πάντες  οι  εγνωκότες  την  αλήθειαν».

Διαπιστώσεις

1)  Ο  Ιωάννης  απευθύνεται  σε  μία  κυρία  αορίστως, αφού  παραλείπει  να  βάλει  ακόμη  και  το  οριστικό  άρθρο  τη  και  να  γράψει  τη  εκλεκτή  Κυρία  (αν  και  ήταν  πολύ  γνωστή, όπως  φαίνεται  στη  συνέχεια).

2)  Εκτός  αυτού, ενώ  ήταν  και  εκλεκτή, όμως  παραδόξως  αποφεύγει  να  θέσει  το  όνομά  της. Γιατί;  Μήπως  ήταν  περιττό;

3)  Εκτός  τής  ονομασίας  της  παραλείπει  να  αναφέρει  και  τον  τόπο  που  διέμενε  η  κυρία  αυτή. Δεν  είχε  μία  ορισμένη  κατοικία-διεύθυνση;

4)  Συγχρόνως  απευθύνεται  και  στα  τέκνα  της. «Και  τοις  τέκνοις  αυτής», γράφει. Αλλά  ούτε  τών  τέκνων  της  έχει  τα  ονόματα   ούτε  τη  διαμονή  τους, ώστε  να  μπορούσαμε  με  τη  βοήθεια  αυτών  να  προσεγγίζαμε  και  την  ταυτότητα  τής  μητέρας  τους.

5)  Φυσικά  παρ'  όλα  αυτά  κανείς  δεν  μπορεί  να  ισχυριστεί  ότι  δεν  ήταν  υπαρκτά  πρόσωπα  και  ότι  ο  Ιωάννης  γράφει  την  επιστολή  αυτή  σαν  ένα  είδος  φιλολογικό-λογοτεχνικό.

6)  Ότι  δεν  ήταν  ανύπαρκτα  και  φανταστικά  τα  πρόσωπα, συμπεραίνουμε  και  από  τη  συνέχεια  τού  ίδιου  στίχου  που  λέει  «ους  εγώ  αγαπώ  εν  αληθεία». Ποιούς  αγαπούσε  και  μάλιστα «εν  αληθεία»;  Ανύπαρκτα  πρόσωπα  και  μάς  παραπλανά;  Αδύνατον.

7)  Και  όχι  μόνο  αυτό, αλλά  ενισχύεται  η  άποψη  ότι  ήταν  πραγματικά  πρόσωπα  όταν  γράφει:  Την  «οικογένεια»  αυτήν  την  αγαπούν  και  «πάντες»  (= όλοι)  «οι  εγνωκότες  την  αλήθειαν», όλοι  όσοι  έχουν  γνωρίσει  την  αλήθεια, ασφαλώς  τη  χριστιανική.

8)  Με  τη  διαβεβαίωση  αυτή  συμπεραίνουμε  επίσης  ότι  προφανώς  και  η  κυρία  (και  «η  οικογένεια»)  αυτή  αγαπούσε  ή  και  εκπροσωπούσε  την  αλήθεια, για  να  την  αγαπού(σα)ν  όσοι  γνώριζαν  την  αλήθεια.

9)  Αλλά  το  «πάντες»  μάς  δίδει  και  κάποιο  ιδιαίτερο  στίγμα. Το  πάντες  σημαίνει  ότι  όλοι  οι  γνωρίζοντες  ή  γνωρίσαντες  («εγνωκότες»)  την  αλήθεια  δεν  μπορεί  να  ήταν  περιορισμένοι, συναγμένοι, σε  ένα  τόπο, σε  μια  μόνο  περιοχή  (λίγο  παράδοξο), αλλά  ήσαν  διεσπαρμένοι  σε  πολλούς  τόπους, σε  πολλές  τοπικές  κοινότητες. Άρα  δεν  μιλάει  για  τους  πιστούς  μιας  τοπικής  Εκκλησίας.

10)  Αυτό  το  «πάντες»  εν  συνδυασμώ  με  το  «εγνωκότες»  μάς  δίνει  και  άλλο  προσδιοριστικό  στοιχείο. Το  «εγνωκότες»  είναι  παρακείμενος  και  σημαίνει  «έχουν  γνωρίσει». Έτσι  ο  παρακείμενος  μάς  ανάγει  και  σε  άλλους  χρόνους, προγενέστερους. Δεν  λέει  γνωρίζοντες  τώρα, αυτήν  την  εποχή  μόνο. Και  αυτή  η  χρονική  επέκταση  μπορεί  να  σημαίνει  πολλά  χρόνια, ακόμη  και  πολλούς  αιώνες. Μιλάει  για  χωρίς  όρια  χρονικό  διάστημα. Μιλάει  για  υπερχρονικό  «πρόσωπο».

11)  Επομένως  μάλλον  αποκλείεται  να  πρόκειται  για  ένα  φυσικό  πρόσωπο, έστω  εβδομήντα  ετών, για  μία  κυρία, έστω  υπεραιωνόβια. Τα  ίδια  ισχύουν  και  για  μια  χριστιανική  κοινότητα  ή  τοπική  Εκκλησία. Μάλλον  πρόκειται  για  μια  οντότητα  υπερχρονική  καθώς  και  υπερτοπική  κατά  το  «πάντες», όπως  είδαμε  προηγουμένως.

12)  Πάντως  όλα  αυτά  υπονοούν  ότι  η  «κυρία»  αυτή  ήταν  ή  είναι  ένα  σημαίνον  «πρόσωπο»  ευρύτατα  γνωστό, με  γνωστούς  και  φίλους  σε  όλη  τη  γνωστή  οικουμένη, όπου  υπήρχαν  ή  υπάρχουν  άνθρωποι  γνωρίζοντες  την  αλήθεια.

13)  Ο  προσδιορισμός  αυτός  ενισχύεται  και  από  τον  στίχο  13  εν  συσχετισμώ  βεβαίως  προς  τον  1ο  στίχο. Στον  στίχο  13  διαβάζουμε:  «Ασπάζεταί  σε  τα  τέκνα  τής  αδελφής  σου  τής  εκλεκτής».

14)  Από  τον  ασπασμό  τού  13ου  στίχου  διαπιστώνουμε  και  κάτι  άλλο:  Ο  ασπασμός  στέλνεται  από  τα  τέκνα  τής  αδελφής  της  τής  εκλεκτής, όχι  από  οποιαδήποτε  κυρία-αδελφή  (δεν  ήταν  όποια  και  όποια). Προσδιορίζει  ρητώς  τής  αδελφής  σου  τής  εκλεκτής. Αυτό  μάς  αναγκάζει  να  υποθέσουμε  ότι  η  εκλεκτή  αυτή  αδελφή  δεν  ήταν  μία  τοπική  Εκκλησία. Δεν  μπορεί  να  θεωρεί  μόνο  μία  τοπική  Εκκλησία  ως  εκλεκτή  και  όλες  τις  άλλες  τοπικές  Εκκλησίες  να  μην  τις  θεωρεί  εκλεκτές. Αυτή  η  διάκριση  μάς  οδηγεί  σαφώς  στο  να  καταλήξουμε  ότι  η  εκλεκτή  αδελφή  της  δεν  ήταν  μία  τοπική  Εκκλησία, αλλά  μία  υπερτοπική  Εκκλησία. Και  μια  τέτοια  με  πολλές  μάλιστα  τοπικές-αυτοκέφαλες  Εκκλησίες  (πρβλ.  το  «τέκνα»)  είναι  η  ορθόδοξη  Εκκλησία  γενικώς. Είναι  υπερτοπική  και  υπερχρονική  ασφαλώς.

15)  Κατ'  αναλογία  και  η  πρώτη  κυρία-αδελφή  δεν  είναι  τοπική  Εκκλησία, αλλά  υπερτοπική  και  υπερχρονική. Έτσι  επιβεβαιώνονται  τα  συμπεράσματα  τού  πρώτου  στίχου. Ωστόσο  και  από  το  στίχο  13  μαθαίνουμε  ότι  η  εκλεκτή  αυτή  κυρία, η  παραλήπτρια  τής  επιστολής, είχε  και  μία  άλλη  αδελφή  εκλεκτή  με  τέκνα  και  αυτή, τών  οποίων  όμως  ο  Ιωάννης  πάλι  δεν  δίνει  ονόματα, ώστε  να  έχουμε  ένα  καλλίτερο  προσδιορισμό  με  αυτά  τών  προσώπων. Ίσως  δεν  ήταν  απαραίτητο  ή  θα  έχει  το  λόγο  του. Πάντως  έτσι  τις  εξισώνει.

16)  Περαιτέρω  δημιουργούνται  ερωτηματικά, τα  οποία  αναπηδούν  επίσης  από  την  αντιπαραβολή  τών  δύο  αυτών  στίχων  1  και  13  και  είναι  τα  εξής:  α)  Γιατί  ο  Ιωάννης  στέλνει  ασπασμούς  προς  την  παραλήπτρια  τής  επιστολής  του  μόνο  από  τα  τέκνα  τής  αδελφής  της  και  όχι  από  την  ίδια  την  αδελφή  της;  Είχε  μεσολαβήσει  κάτι;  β)  Επίσης  γιατί  τα  παιδιά  αυτής  τής  αδελφής  δεν  στέλνουν  ασπασμούς  προς  τα  παιδιά  τής  παραλήπτριας  αδελφής  τής  επιστολής, ενώ  η  επιστολή  απευθύνεται  και  προς  τα  παιδιά  αυτής, όπως  είδαμε  στον  1ο  στίχο;  Είχε  συμβεί  κάτι  και  τι;  γ)  Τους  ασπασμούς  που  έστειλε  ο  Ιωάννης  από  τα  τέκνα  τής  αδελφής  που  τα  συνήντησε;  Έμενε  στο  σπίτι  τους  ή  στής  μητέρας  τους  ή  στην  περιοχή  τους;  Και  τότε  γιατί  από  τη  μητέρα  τους  δεν  στέλνει;  Μήπως  δεν  υπήρχε  πια;  Μήπως  δεν  ζούσε;  Πάντως  από  τα  συμφραζόμενα  δεν  συνάγεται  κάτι  τέτοιο:  Εκλεκτή  τη  λέει, όχι  μακαριστή. Κάποιος  άλλος  λόγος  θα  υπάρχει.

17)  Όλα  αυτά  τα  στοιχεία  κάτι  υποκρύπτουν, κάτι  συμβολίζουν. Εμείς  νομίζουμε  ότι  μιλάει  για  τις  δύο  αδελφές  υπερτοπικές  και  υπερχρονικές  Εκκλησίες  τής  Δύσεως  και  τής  Ανατολής. Από  τις  τοπικές  Εκκλησίες  τής  Ανατολής  στέλνει  τους  ασπασμούς  στην  ενιαία  Εκκλησία  τής  Δύσεως. Οι  Εκκλησίες  τής  Ανατολής  είναι  ο  οικείος  τόπος  τού  Ιωάννου. Είναι  η  Ιωάννειος  Εκκλησία.

18)  Νομίζουμε  περαιτέρω  ότι  με  αυτές  τις  αδρές, απλές, αλλά  περιεκτικές  γραμμές  ο  Ιωάννης  προλέγει  και  επιβεβαιώνει  την  ύπαρξη  τών  δύο  μεγάλων  Εκκλησιών, τη  συγκρότησή  τους  και  την  εξέλιξη  τών  πολιτευμάτων  τους, όσον  αφορά  τη  διάρθρωσή  τους.

19)  Ειδικώς  δε  σύμφωνα  με  την  επιστολή  ως  προς  την  εξέλιξη  τής  διάρθρωσής  τους  βλέπουμε  μία  αντιστροφή  στην  πορεία  τους. Η  παραλήπτρια  αδελφή  στην  αρχή  είχε  τα  τέκνα  της  εμφανώς  ως  ιδιαίτερες  τοπικές  Εκκλησίες. Δεν  ήταν  συμπαγής, μονοκρατορική. Στη  συνέχεια  (μεταγενεστέρως)  βλέπουμε  ότι  οι  ασπασμοί  απευθύνονται  (στο  στίχ.  13)  μόνο  σ'  αυτή. Τα  τέκνα  της  αγνοούνται. Είχε  γίνει  πλέον  ενιαία. Η  Ρώμη  «εκάλυπτε»  τα  τέκνα  της, δηλαδή  τις  τοπικές  Εκκλησίες  της.

20)  Αντιθέτως  η  δεύτερη  αδελφή  ήταν  διακλαδωμένη  από  την  αρχή  με  τα  τέκνα  της. Με  αυτά  υφίστατο. Στη  συνέχεια  (μεταγενεστέρως)  «υποχωρεί»  αυτή  ως  «μητέρα»  και  εμφανίζονται  στο  προσκήνιο  εντονότερα  (κατά  τους  ασπασμούς  τού  13ου  στίχου)  τα  τέκνα  της, οι  αυτοκέφαλες  ορθόδοξες  Εκκλησίες. Οι  τοπικές  ορθόδοξες  αυτοκέφαλες  Εκκλησίες  τής  δίνουν  άλλη  μορφή, διαμόρφωση, ίσως  και  πιο  δημοκρατική.

21)  Αυτά  όλα  τα  δεδομένα  κάλλιστα  μάς  οδηγούν  στο  να  εφαρμόσουμε  και  συγχρόνως  να  επιβεβαιώσουμε  το  και  από  την  εκκλησιαστική  ιστορία  ανωτέρω  σχήμα  τής  συστάσεως  ή  και  λειτουργίας  τού  πολιτεύματος  τών  δύο  μεγάλων  τμημάτων  τής  Εκκλησίας, αυτών  τής  Δύσεως  και  τής  Ανατολής .

22)  Έτσι  δικαιολογείται  η  μεγάλη  σημασία  τών  δύο  αυτών  «προσώπων», αδελφών, ώστε  να  ασχοληθεί  ο  Ιωάννης  ειδικώς  και  η  επιστολή  του  να  τεθεί  στην  Αγία  Γραφή  ως  καθολική.

23)  Ο  τιμητικός  χαρακτηρισμός  αυτών  τών  αδελφών  ως  εκλεκτών  —εκλεγμένων  από  τον  Θεό—  και  η  περαιτέρω  προβολή  αυτών  με  αξιόλογα-αξιομνημόνευτα  τέκνα  είναι  διαφωτιστικά-καθοριστικά.

24)  Η  ευρύτατη  σύσταση-προβολή  και  γνωριμία  μέσα  στην  παγκόσμια  κοινωνία  αυτών  τών  υπερτοπικών  και  υπερχρονικών  με  τα  «τέκνα»  τους  Εκκλησιών  τονίζει  με  συντομία  αλλά  και  έμφαση  στην  επιστολή  του  ο  απόστολος  Ιωάννης  τις  υποχρεώσεις  τους  στην  άσκηση  αγάπης  και  κοινωνίας  εν  αληθεία.

Δημιουργία αρχείου: 23-9-2019.

Τελευταία μορφοποίηση: 23-9-2019.

ΕΠΑΝΩ