Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Επιστροφή στην Κεντρική σελίδα

Αγία Γραφή

 

Η ανάσταση του γιου της χήρας στη Ναΐν (Λουκά, κεφ. 7, 11-16)

 

Toυ Μιχαήλ Χούλη

Θεολόγου

 

Ο πρώτος μέγιστος ιεραπόστολος των αιώνων υπήρξε ο Χριστός, ο οποίος βάδιζε καθημερινά με τους μαθητές του πολλά χιλιόμετρα, κήρυττε το λόγο του Θεού στο λαό και παράλληλα θεράπευε τα πάθη, τις ασθένειες και τις αδυναμίες τους, εγκαινιάζοντας το νέο κόσμο της χάριτος του Θεού. Κάποτε έφτασε σε μια κωμόπολη της Γαλιλαίας που λεγόταν Ναΐν. Μαζί του ως συνήθως βάδιζαν οι απόστολοι, ένας κύκλος αρκετών μαθητών και πλήθος κόσμου. Την ώρα που πλησίαζαν στην πύλη της πόλης, συνάντησαν μια νεκρική πομπή. Έβγαζαν ένα νεκρό παιδί, το μονάκριβο μάλιστα γιο μιας μάνας, που ήταν και χήρα. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο Κύριος είναι η μοναδικά αληθινή πύλη προς τον Ουρανό και ο μονογενής Υιός του Θεού, που με τα θαύματά του, την αγία ζωή του, την απαράμιλλη διδασκαλία του, το σταυρό και την ανάστασή του, μάς άνοιξε το δρόμο προς τον παράδεισο. Κόσμος πολύς συνόδευε την νεκρική πομπή που έκλαιγε πολύ, όπως παρατηρείται πάντα όταν αναχωρεί μια νεανική ψυχή από την εδώ ζωή.

Όταν είδε τη χήρα ο Κύριος και ένοιωσε τον μεγάλο πόνο της, τη σπλαχνίστηκε, συγκινήθηκε βαθειά, και της είπε: «Μην κλαις». Το κλάμα της μάνας, ήταν από μόνο του μια δυνατή κραυγή προς τον Θεάνθρωπο για βοήθεια. Ο Θεός έγινε άνθρωπος στο πρόσωπο του Χριστού γιατί λυπήθηκε το πλάσμα του, που στέναζε κάτω από το βάρος της σύγχυσης και της αμαρτίας. Και δεν στενοχωρήθηκε που από Θεός έγινε άνθρωπος, ούτε αρνήθηκε να πεθάνει με το χειρότερο τρόπο για να λυτρώσει την ανθρωπότητα που χαροπάλευε. Γι’ αυτό και το πένθος στους πιστούς, πρέπει να συνοδεύεται από την ακλόνητη πεποίθηση ότι η ελπίδα δεν χάνεται, αφού υπάρχει ανάσταση νεκρών και θα συναντήσουμε και πάλι τα προσφιλή μας, κοιμηθέντα προς το παρόν, πρόσωπα.

Έπειτα προχώρησε ο Ιησούς, άγγιξε τη σορό, οι συνοδοί σταμάτησαν και εκείνος, με τον παντοδύναμο λόγο του, έδωσε εντολή στο νεκρό: «Νεαρέ, σε σένα το λέω, σήκω». Ο Κύριος, που είναι η ίδια η Ζωή, απευθύνθηκε στον νεκρό και τον ανέστησε. Το πρώτο προμήνυμα πως πλησιάζει το τέλος της εξουσίας του θανάτου πάνω στον άνθρωπο. Άλλωστε ο θάνατος δεν ήταν μέσα στα σχέδια του Θεού, αλλά ήταν το επακόλουθο μιας ζωής αποξενωμένης από τη μετοχή στο Θεό, φίλαυτης και αποπροσανατολισμένης. Ο Χριστός αποδεικνύει ότι είναι ο Κύριος της ζωής και του θανάτου. Και η Εκκλησία διδάσκει πως την αιώνια και ποιοτική ζωή εγγυώνται η μετοχή στην εκκλησιαστική ζωή και ιδιαίτερα στη Θεία Ευχαριστία.

Και ενώ πολλοί και συχνά μάς παρηγορούν μόνο στα λόγια, ο Ιησούς είναι εκείνος που κάνει αμέσως πράξη το λόγο του. Ο νεκρός ανακάθισε και άρχισε να μιλάει. Απόδειξη πως επέστρεψε στη ζωή. Ο λόγος και οι νοητικές λειτουργίες ισχύουν στον άνθρωπο γιατί και μόνο ο Θεός το θέλει. Είναι αποτέλεσμα των ακτίστων ενεργειών του Θεού. Αλλά και χωρίς τη σχέση με το Θεό, ο άνθρωπος, ακόμη κι αν μιλάει, ίσως δεν έχει να πει τίποτε το σπουδαίο, παρά μόνο, στις περισσότερες περιπτώσεις, ακατάσχετες φλυαρίες. Ο Ιησούς τότε, πιάνοντας το παιδί από το χέρι, το οδήγησε στη μητέρα του. Πράγματι, ο Χριστός είναι ο μόνος αληθινός και έμπιστος οδηγός των ανθρώπων προς το λιμάνι της σωτηρίας. Αλλά και ο μόνος, μέσω του οποίου αποκαθίστανται ουσιαστικά οι ανθρώπινες σχέσεις και τερματίζονται οι διαφορές. Δύσκολα να περιγράψει κανείς την χαρά και τις ευχαριστίες της ταλαίπωρης μάνας μετά την ευεργεσία που της έγινε. Ούτε ο ευαγγελιστής Λουκάς περιγράφει τι επακολούθησε. Είναι κι αυτό μια απόδειξη ότι τα Ευαγγέλια μάς λένε την αλήθεια. Διότι δεν μετατρέπουν την ουσία των θαυμάτων και των λόγων του Κυρίου σε δακρύβρεκτες διηγήσεις, αλλά εμμένουν στο μήνυμα της σωτηρίας και αυτό μόνο μεταδίδουν, χωρίς να ξεπέφτουν σε λογοτεχνικές και συγκινητικές αναλύσεις για να αναγκάσουν τους αναγνώστες να πιστέψουν.

Όλους τότε τούς κυρίεψε δέος, θείος φόβος και θαυμασμός. Και δόξαζαν το Θεό και έλεγαν: «Μεγάλος προφήτης εμφανίστηκε ανάμεσά μας» και ότι «Ο Θεός επισκέφθηκε το λαό του» για να τον σώσει. Ο κατεξοχήν προφήτης και χαρισματούχος και άγιος και αποκαλύπτων το θέλημα του Θεού στους ανθρώπους υπήρξε δηλαδή ο Ιησούς Χριστός, Υιός και Λόγος του Θεού, ο Μεσσίας των επαγγελιών του Ισραήλ. Έτσι, η φήμη για το Χριστό και τα μοναδικά του θαύματα και για την ανάσταση του νεκρού παιδιού που πραγματοποίησε, διαδόθηκε σ’ όλη την Ιουδαία και στα περίχωρα, δηλαδή και στα μέρη των εθνικών, διότι όλοι οι άνθρωποι στενάζουν κάτω από τη μπότα του θανάτου, από τον οποίον μόνο ο Χριστός ελευθερώνει, μέσω της δικής του ανάστασης. Και ο κόσμος άρχισε για τα καλά να σιγουρεύεται ότι απλός άνθρωπος δεν μπορεί να είναι, αφού κάνει τέτοια μοναδικά θαύματα. Παρά μόνο Θεός μπορεί να είναι, έλεγαν, που επισκέφθηκε το λαό του και έγινε άνθρωπος για να μας λυτρώσει.

Είναι ανάγκη να τονίσουμε ότι το παράδειγμα του Κυρίου, που συνέτρεξε και θεράπευσε και παρηγόρησε και συμπαραστάθηκε στις δυστυχίες πολλών, είναι απαραίτητο να συνεχίζεται και από εμάς τους μαθητές του, οι οποίοι δεν λεγόμαστε χωρίς λόγο χριστιανοί. Υπάρχει εξάλλου και πνευματικός θάνατος, ο χωρισμός δηλαδή του ανθρώπου από το θείο θέλημα, και οφείλουμε να υποδείξουμε και στους άλλους, ότι ο μόνος ιατρός που θεραπεύει τελεσίδικα την φθορά, την αλλοτρίωση και την απομόνωση είναι ο Θεάνθρωπος Ιησούς. Η παρηγοριά λοιπόν, η έμπρακτη αγάπη και η αλληλοβοήθεια ανήκει στα δικά μας καθήκοντα. Μέχρις ότου ο κόσμος μετατραπεί, με τη χάρη του Θεού, σε δοξολογικό, ευχαριστιακό και χαρισματικό χώρο της παρουσίας Του.

Δημιουργία αρχείου: 6-10-2012.

Τελευταία ενημέρωση: 6-10-2012.