Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας | Αγ. Γραφή και Αγ. Γραφή Παγαν. |
Πίνακας τών γεγονότων τής αναστάσεως στα 4 Ευαγγέλια // Αληθώς Ανέστη! // Η αμφισβήτηση των αφηγήσεων στην Καινή Διαθήκη
Πότε
έφτασαν οι μυροφόρες στο μνήμα του Κυρίου; Ερμηνεία των εδαφίων Μαρκ. 16,2· Ματθ. 28,1· Λουκ. 24,1· Ιωαν. 20,1. Papyrus 52 |
Όταν κάποιος δείχνει το φεγγάρι, ο ανόητος κοιτάζει το δάχτυλο!
Το «ερώτημα» της αντιχριστιανικής απολογητικής Το ευφυολόγημα με το οποίο θα ασχοληθούμε εδώ, το βρίσκουμε σε ένα αθεο-νέο-παγανιστικό[1] κείμενο που βρίσκεται στο διαδίκτυο και ειρωνεύεται τις μετά την Ανάσταση ευαγγελικές διηγήσεις. Το κείμενο αυτό με τη μορφή «ερωτηματολογίου», περιέχει μια σειρά από διάφορες δήθεν «αντιφάσεις των ευαγγελιστών», μία από τις οποίες είναι η εξής: Πότε πήγε (πήγαν) στο μνήμα η γυναίκα(ες); α. Όταν ήταν ακόμα σκοτάδι. β. Αφού είχε ανατείλλει (sic) ο Ήλιος. […] Όλες οι απαντήσεις είναι σωστές.
Με το παραπάνω, αναφέρονται φυσικά στα εδάφια που ήδη καταγράψαμε στον τίτλο του άρθρου: Μαρκ. 16,2 «Και λίαν πρωί της μιας σαββάτων έρχονται επί το μνημείον, ανατείλαντος του ηλίου» (Ήρθαν στο μνήμα πολύ πρωί την επομένη του Σαββάτου, μόλις ανέτειλε ο ήλιος[2].)· Ματθ. 28,1 «Οψέ δε σαββάτων, τη επιφωσκούση εις μίαν σαββάτων,… θεωρήσαι τον τάφον» (Μετά το Σάββατο, τα ξημερώματα της επόμενης ημέρας…. να δουν τον τάφο [του Ιησού])· Λουκ. 24,1 «Τη δε μια των Σαββάτων, όρθρου βαθέως, ήλθον επί το μνήμα» (Την επόμενη μέρα όμως μετά το Σάββατο, από τα βαθιά χαράματα, ήρθαν [οι γυναίκες] στον τάφο)· Ιωαν. 20,1 «Τη δε μια των Σαββάτων Μαρία η Μαγδαληνή έρχεται πρωί, σκοτίας έτι ούσης, εις το μνημείον» (Την πρώτη μέρα μετά το Σάββατο, το πρωί, κι ενώ ήταν ακόμη σκοτεινά, έρχεται η Μαρία η Μαγδαληνή στο μνήμα). Ας δούμε προσεκτικά, ένα -συντομευμένο κατά το δυνατόν- απόσπασμα από εκτενή μελέτη του καθ. Λουκά Φίλη ακριβώς επάνω στο θέμα αυτό, και θα διαπιστώσουμε ότι αλλού βρίσκεται η ουσία της απάντησης και όχι σε κάποια δήθεν αντίφαση των τεσσάρων ευαγγελιστών: «Η έκφραση αυτή του Μάρκου ‘’λίαν πρωί’’ τον φέρνει σε συμβιβασμό και τον εναρμονίζει με τους άλλους ιερούς συγγραφείς, διότι η έκφραση αυτή δε δηλώνει παρά το ‘’βαθύ όρθρο’’, τα βαθιά χαράματα. […] Εάν μεταβούμε από το Μάρκο στο Ματθαίο, θα διαπιστώσουμε, ότι η έκφρασή του ‘’οψέ σαββάτων’’ (28,1) […] συμπίπτει, ουσιαστικά, με αυτόν. […] Όπως… ο χρονικός προσδιορισμός του Μάρκου ‘’πρωί’’ δεν είναι μόνος, αλλά προηγείται αυτού κάποιος προσδιορισμός, ήτοι το επίρρ. ‘’λίαν’’, έτσι και το επίρρ. ‘’οψέ’’… συνοδεύεται από κάποιο άλλο προσδιορισμό κατά γενική πτώση, ήτοι τη γεν. ‘’σαββάτων’’. Ο προσδιορισμός αυτός μεταβάλλει την κυριολεκτική έννοια του ‘’οψέ’’ και μεταθέτει τα χρονικά όριά του […] [και έτσι] δηλώνεται το ‘’αργά’’, ή προχωρημένη ώρα της νύκτας του Σαββάτου προς την Κυριακή. […] Την ερμηνεία αυτή ενισχύει η προσθήκη… ‘’τη επιφωσκούση εις μίαν σαββάτων’’ […] οπότε δηλώνεται το λυκαυγές, τα χαράματα, ο όρθρος της Κυριακής […] Εάν μεταβούμε από τους Μάρκο και Ματθαίο στον τρίτο των Συνοπτικών, ήτοι το Λουκά, θα διαπιστώσουμε κάτι το θετικότερο, κάτι το ακριβέστερο. Ο ιερός Λουκάς φαίνεται ακριβέστερος των άλλων, διότι ανταποκρίνεται καλύτερα στις απαιτήσεις της γλωσσικής ιδιομορφίας της Ελληνικής γλώσσας […] Κατά τον ιερό Λουκά, οι μυροφόρες γυναίκες έφθασαν στο μνήμα ‘’όρθρου βαθέος’’ (24,1) […] [δηλαδή] ενισχύει το ουσ. ‘’όρθρος’’ με το επίθετο ‘’βαθύς’’, όπως έπραξαν και οι Μάρκος και Ματθαίος […] Έτσι, η έκφραση του Λουκά ‘’όρθρου βαθέος’’ σημαίνει ‘’βαθιά χαράματα’’[…] Εάν μεταβούμε, τέλος, από τους Συνοπτικούς στον τέταρτο των ιερών Ευαγγελιστών, ήτοι στον Ιωάννη, θα διαπιστώσουμε, ότι και η έκφραση αυτού ‘’πρωί σκοτίας έτι ούσης’’ (20,1) εκφράζει το ίδιο εννοιολογικό και χρονικά ταυτόσημο περιεχόμενο. Ταυτίζεται δηλ. προς τις εκφράσεις ‘’λίαν πρωί’’, ‘’οψέ σαββάτων τη επιφωσκούση εις μίαν σαββάτων’’ και ‘’όρθρου βαθέος’’ των Μάρκου, Ματθαίου και Λουκά, αντίστοιχα. Έτσι, και κατά τον Ιωάννη επικρατεί μεν ακόμα το σκότος της νύκτας, αλλ’ αρχίζει να υποχωρεί το σκοτάδι και προαγγέλλεται το πρώτο λυκόφως της ανατολής του ηλίου»[3]. Από την παραπάνω τοποθέτηση, αφήσαμε έξω μόνο μία φράση, το «ανατείλαντος του ηλίου» του Μάρκου, η οποία αποτελεί και το «κλειδί» της συνολικής ερμηνείας. Και θα δούμε παρακάτω, για ποιο λόγο οι αθεο-νέο-παγανιστές πάσχισαν να αποσιωπήσουν ότι η φράση αυτή δεν είναι μόνη της, αλλά παρατίθεται από τον Μάρκο μαζί με την έκφραση «λίαν πρωί».
Το πραγματικό ερώτημα Για να βγάλουν λοιπόν «ζουμί» από την υπόθεση των τεσσάρων εδαφίων οι γνωστοί πλαστογράφοι, έχουν αποκρύψει ότι το κλειδί της ερμηνείας των περικοπών είναι μια εντελώς παράδοξη «διαφωνία» του Μάρκου με τον …εαυτό του, ο οποίος μέσα σε μία πρόταση, αναφέρει δύο χρονικούς προσδιορισμούς οι οποίοι αν ερμηνευτούν κατά γράμμα δεν μπορούν να συσχετιστούν. Στο μυαλό τους, τα «λίαν πρωί» και «ανατείλαντος του ηλίου», ταιριάζουν απόλυτα διότι τα μεταφράζουν με τον τρόπο που τα κατανοούμε εμείς σήμερα. Αν όμως διάβαζαν περισσότερο, θα έβλεπαν πως όταν γράφονταν τα ευαγγέλια, οι δύο αυτές έννοιες, αν λαμβάνονταν κατά κυριολεξία, προσδιόριζαν διαφορετικούς χρόνους της ημέρας. Έτσι, σύμφωνα με πολλούς έγκυρους μελετητές αλλά και Πατέρες της Εκκλησίας, το κυρίως ζήτημα της υπόθεσης αυτής βρίσκεται στο εδάφιο 16,2 και στα «λίαν πρωί» και «ανατείλαντος του ηλίου», που διατυπώνει ο Μάρκος. Γράφει για παράδειγμα ο εκκλησιαστικός συγγραφέας και ερμηνευτής Ευθύμιος Ζιγαβηνός (11ος αι.): «Και εάν ήν ‘λίαν πρωί’, πώς είπεν, ότι ‘ανατείλαντος του ηλίου’;»[4]. Όπως εξηγεί ο Νικόλαος Δαμαλάς: «‘ανατείλαντος του ηλίου’ τούτο εν τη κυρία σημασία πάντη ασύμφωνον και ασυμβίβαστον τω ‘λίαν πρωί’, όπερ νοείται πάντοτε περί του λυκόφωτος»[5]. Παρόμοια, ο καθηγητής Λουκάς Φίλης, γράφει: «…δημιουργείται η εντύπωση της αντιθέσεως και αντιφάσεως του ιδίου [του Μάρκου] προς τον ίδιο τον εαυτό του, γιατί μνημονεύει ταυτόχρονα και τα δύο χρονικά σημεία, ήτοι ‘λίαν πρωί’ και ‘ανατείλαντος του ηλίου’»[6]. Ας δούμε λοιπόν για ποιο λόγο η «ασυμφωνία» του Μάρκου με τον εαυτό του (και κατά προέκταση του Μάρκου με τους άλλους τρεις), είναι «φαινομενική»[7].
Η συμφωνία των τεσσάρων ευαγγελιστών Η απάτη βρίσκεται στην πλαστή μετάφραση του Μάρκου. Και κάνουν πλαστή μετάφραση επειδή τους συμφέρει να αναδείξουν «αντιφάσεις» μεταξύ των τεσσάρων, καθώς αυτό εξυπηρετεί το σκοπό τους. Αν όμως φανεί ότι ο Μάρκος με την ερμηνεία αυτή διαφωνεί με τον εαυτό του, αυτό δύσκολα μπορεί να γίνει αποδεκτό και αυτομάτως μας παρουσιάζεται και η λύση του «προβλήματος». Διότι, αν δεν πρόκειται για λάθος αντιγραφέων, είμαστε υποχρεωμένοι ή να πούμε ότι ο Μάρκος δεν ήξερε τι του γινόταν, ή ότι το «ανατείλαντος του ηλίου» θα μπορούσε να μην εκληφθεί κατά γράμμα, αλλά να το «τραβήξει» χρονικά κοντά του ο προσδιορισμός «λίαν πρωί» και έτσι να μην εννοεί πλήρη ανατολή του ηλίου. Δηλαδή, σύμφωνα και με την ερμηνεία του Ζιγαβηνού την οποία μας εξηγεί ο καθ. Παν. Τρεμπέλας: «είναι πιθανόν, ότι ο Μάρκος ενταύθα εννοεί ουχί πλήρη ανατολήν του ηλίου, αλλά το λυκαυγές το μαρτυρούν την εμφάνισίν του»[8]. Αυτή η ερμηνεία μπορεί να γίνει δεκτή είτε μόνη της, είτε και σε συνδυασμό με μια άλλη ερμηνευτική πρόταση της Παράδοσης, που μας λέει ότι οι δύο χρονικοί προσδιορισμοί του Μάρκου αναφέρονται σε χρόνο εκκίνησης και χρόνο άφιξης της ομάδας των μυροφόρων, χωρίς όμως αυτό να δηλώνει και μεγάλη χρονική απόσταση μεταξύ τους αφού «στην Ιουδαία το μεταξύ ανατολής ηλίου και βαθέος σκότους χρονικό διάστημα είναι βραχύτατο»[9]. Ερχόμενος λοιπόν κοντά στην ερμηνεία του Ζιγαβηνού, ο καθ. Λουκάς Φίλης σημειώνει ότι η μαρτυρία των τριών ευαγγελιστών και του Μάρκου, παρά την φαινομενική αντίθεση των φράσεων «λίαν πρωί» και «ανατείλαντος του ηλίου», μπορούν να εξηγηθούν ως μια «διαφορετική εκτίμηση του λυκαυγούς»: «Αν λάβουμε υπόψη μας, ότι στην Ιουδαία το μεταξύ ανατολής ηλίου και βαθέος σκότους χρονικό διάστημα είναι βραχύτατο, αντιλαμβανόμαστε, ότι η διαφορά δεν είναι ουσιαστική, αλλά φαινομενική, οφειλόμενη μάλλον στη διαφορετική εκτίμηση του λυκαυγούς και την αβασάνιστη διατύπωση των σχετικών εκφράσεων»[10]. Άλλωστε, όπως σημειώνει ο καθ. Ιω. Καραβιδόπουλος, η «αβασάνιστη διατύπωση» σχετίζεται με τον σκοπό, τις προτεραιότητες και τον τρόπο με τον οποίο τα ιερά κείμενα εξιστορούν τα γεγονότα: «α) Η μέτρηση του χρόνου κατά την εποχή εκείνη δεν γινόταν βέβαια με τα σύγχρονα μας ωρολόγια ακριβείας [...] και συνεπώς δεν πρέπει να αναζητεί κανείς αυστηρή ακρίβεια στους χρονικούς προσδιορισμούς της Κ.Δ. αλλά την κατά προσέγγιση τοποθέτηση των γεγονότων. Άλλωστε και οι ευαγγελιστές συνοδεύουν τη μνεία της ώρας με προσδιορισμούς που δηλώνουν το περίπου (π.χ. ωσεί, περί, ως κλπ.), β) Οι ευαγγελιστές είναι κατά πρώτο και κύριο λόγο θεολόγοι [...] και κατά δεύτερο λόγο ενδιαφέρονται για την αυστηρή και λεπτομερή χρονική τοποθέτηση των γεγονότων που αφηγούνται»[11]. Ο Ιω. Καραβιδόπουλος, αναλύοντας τις περίφημες «αντιφάσεις» για την ώρα της Σταύρωσης αλλά και της ώρας προσέλευσης των μυροφόρων, μας θυμίζει, όπως είναι φυσικό, ότι δομικό στοιχείο των ευαγγελικών διηγήσεων είναι η απουσία λεπτομερούς χρονικής τοποθέτησης των γεγονότων. Σε αυτό συμφωνεί και ο Λουκάς Φίλης: «Οι Ιεροί Ευαγγελιστές δεν ενδιαφέρονται να γράψουν ιστορία και να δώσουν, κατά συνέπεια, απόλυτο, ακριβή και αυστηρά ελεγμένο χρονικό προσδιορισμό, αλλά να εξάρουν το μέγα γεγονός της Αναστάσεως»[12]. [Σημείωση: Γι’ αυτό καταντούν κουραστικοί οι αθεο-νέο-παγανιστές: βαφτίζουν με το ζόρι τα ευαγγελικά κείμενα ως «λεπτομερή ιστοριογραφία», και επάνω σε αυτό το ανύπαρκτο δεδομένο χτίζουν όσες «αντιφάσεις» θέλουν. Αν έκαναν τον κόπο πρώτ’ απ’ όλα να ρωτήσουν τα κείμενα αυτά τι ακριβώς είναι και ποιος είναι ο σκοπός τους θα έπαιρναν την απάντηση: τα Ιερά κείμενα δεν είναι κλασική ιστοριογραφία αλλά μια σειρά από επιλογές γεγονότων, είτε από προσωπικά βιώματα, είτε από βιώματα της πρώτης Εκκλησίας, τοποθετημένα όχι πάντα κατά απόλυτη χρονολογική σειρά, και έχουν έναν σκοπό: «Αυτό που είδαμε κι ακούσαμε, το αναγγέλλουμε σ’ εσάς, για να συμμετάσχετε κι εσείς μ’ εμάς στην ίδια κοινωνία, που είναι η κοινωνία με τον Πατέρα και με τον Υιό του τον Ιησού Χριστό» (Α΄ Ιωάν. 1,3). Έτσι φαίνεται η αυθαιρεσία, του να μιλούν κάποιοι για «αντιφάσεις», ενώ το μόνο λογικό που θα μπορούσε κάποιος να πει είναι: «κρίμα που δεν θεωρούσαν σημαντικό να επιμείνουν λεπτομερώς σε αυτή την πληροφορία» (π.χ. στην ακριβή ώρα). Παρόμοιες χαλαρές περιγραφές και «αβασάνιστες διατυπώσεις των σχετικών εκφράσεων» βλέπουμε και αλλού. Γράφει π.χ. ένας ευαγγελιστής ότι «οι άγγελοι είπαν» (Λουκ. 24,2). Μήπως στην περίπτωση αυτή, εμείς θα πρέπει να εννοήσουμε ότι όσα ειπώθηκαν, καμιά 40ρια λέξεις συνολικά, τα είπαν και οι δύο μαζί, μιλώντας ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΑ σα να έλεγαν ποίημα στο σχολείο;! Φυσικά όχι! Σίγουρα ο ένας από τους δύο θα τα είπε. Άρα, που είναι η «αντίφαση» όταν ο άλλος ευαγγελιστής αποφάσισε να αναφέρει μόνο τον εκ δεξιών άγγελο ο οποίος προφανώς πρωταγωνιστούσε στο συμβάν, και ήταν αυτός που μίλησε; (Μαρκ. 16,5). Τα Ιερά κείμενα έχουν περιεχόμενο Σωτηριολογικό και όχι ιστοριογραφικό, κάτι που θεωρείται δεδομένο εδώ και πολλά χρόνια σε όλες τις «Εισαγωγές της Καινής Διαθήκης». ]
Θα πρέπει όμως να θυμόμαστε επιπλέον, ότι τα ευαγγελικά κείμενα, τα επέλεξε μια ζωντανή κοινότητα, η πρώτη Εκκλησία, επειδή ήταν σύμφωνα με την αλήθεια που μαρτυρούσαν οι ζώντες ακόμη φίλοι αλλά και εχθροί. Ο Λουκάς μας διηγείται το εκπληκτικό, ότι οι μαθητές ήταν τόσο βέβαιοι για την αλήθεια που γνώριζαν, ώστε επικαλούνταν ως μάρτυρες ακόμα και τους εχθρούς της πίστεώς τους: «Ισραηλίτες, ακούστε αυτά που θα σας πω: Ποιος ήταν ο Ιησούς ο Ναζωραίος σας το απέδειξε ο Θεός με τα θαύματα και τα καταπληκτικά έργα που έκανε μέσω αυτού ανάμεσά σας. Αυτά τα ξέρετε εσείς οι ίδιοι πολύ καλά» (Πράξ. 2,22). Η ίδια αυτή Εκκλησιαστική κοινότητα εμπόδισε να εισαχθούν στην παράδοσή της ΕΚΑΤΟΝΤΑΔΕΣ κείμενα (τα γνωστά «απόκρυφα»), επειδή έγραφαν αυθαιρεσίες και πράγματα αντίθετα από την αλήθεια που είχε βιωθεί εξαρχής. Αυτή η ίδια κοινότητα, λέτε να μην είδε αυτά που οι αθεο-νέο-παγανιστές ονομάζουν «αντιφάσεις»; Έλεγξε και απέρριψε χιλιάδες απόκρυφα παραμύθια, και δεν είδε τόσο προφανή «ψέματα»; Όταν μάλιστα ήταν τόσο αυστηρή, που απέκοψε από τον Κανόνα της ακόμη και κείμενα με σοβαρή εκκλησιαστική μαρτυρία αλλά με θεολογικές ελλείψεις, όπως τον «Ποιμένα του Ερμά», την «Επιστολή Βαρνάβα» ή τη «Διδαχή των 12 Αποστόλων»; Θα ήταν δυνατόν να την «ξεγελάσουν» τόσο προφανείς «αντιφάσεις» που τις ανακάλυψε μέχρι και ο … Καλόπουλος; Άρα λοιπόν, για να επιλεγούν τα κείμενα αυτά ανάμεσα σε εκατοντάδες άλλα, σημαίνει ότι για τη σκέψη της εποχής το περιεχόμενό τους ήταν απολύτως σύμφωνο με την παραδεδομένη αλήθεια, και άρα μπορούσαν να υπηρετήσουν όχι φυσικά την ιστοριογραφία, αλλά τον σκοπό της Σωτηρίας και της μετάδοσης του Ευαγγελίου, δηλ. του μηνύματος χαράς για την ανθρωπότητα (το οποίο φυσικά δεν εξαρτάται ούτε από την λεπτομέρεια του ενός ή δύο αγγέλων, ούτε από τη λεπτομερή χρονική τοποθέτηση της άφιξης των μυροφόρων). Αν λοιπόν, επανερχόμενοι στο θέμα μας, δεν αποδεχτούμε ότι ο Μάρκος είναι δυνατόν να αντιφάσκει με τον εαυτό του, και έτσι θεωρήσουμε ότι με το «ανατείλαντος του ηλίου» δεν εννοεί παρά το λυκαυγές, τότε κοιτάξτε πόσο ταιριάζουν οι τέσσερις μαρτυρίες, ακόμη κι αν τις τοποθετήσουμε ΟΛΕΣ μαζί σε μια δική μας σύνθεση: «Ήρθαν την επομένη ημέρα απ' το Σάββατο. Ήταν ‘’βαθιά χαράματα’’ [Λουκ. 24,1], τα ‘’ξημερώματα της επόμενης ημέρας’’ [Ματθ. 28,1]. Έφτασαν ‘’μόλις ανέτειλε ο ήλιος’’. Ήταν πάντως ‘’πολύ πρωί’’ ακόμα [Μαρκ. 16,2], και ‘’ήταν ακόμη σκοτεινά’’ [Ιωάν. 20,1]». Όσο άχαρη κι αν είναι η ένωση τεσσάρων εδαφίων που λένε το ίδιο πράγμα, εντούτοις γίνεται φανερό ότι ακόμα και με μια ερασιτεχνική προσπάθεια μπορούν να ταιριάξουν. Με μια τοποθέτηση κατάλληλη για τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνεται τη γλώσσα ένας άνθρωπος σήμερα, η φράση ‘’μόλις ανέτειλε ο ήλιος’’ αυτομάτως παίρνει την χροιά του λυκαυγούς και όχι την έννοια της κατά κυριολεξία ανατολής όπου τα πάντα πλέον έχουν φωτιστεί. Έτσι αποφεύγεται και η παράδοξη περίπτωση να σημειώνει ο Μάρκος ΔΥΟ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΕΣ ΧΡΟΝΙΚΕΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥΣ μέσα σε μία μόνο πρόταση του κειμένου του, πράγμα που θα ήταν και παράλογο. Όποιος διαβάσει με ουδέτερη σκέψη τους προσδιορισμούς των τεσσάρων ευαγγελίων, θα δει πως όλοι οι ευαγγελιστές αναφέρονται στο ίδιο χρονικό πλαίσιο: δεν πρόκειται για πλήρη ανατολή του ηλίου, αλλά για το πρώτο-πρώτο φως, το οποίο ξέρουμε ότι αποτελεί μεν ώρα πρωινή, έξω όμως είναι «ακόμη σκοτεινά». Και θα πρέπει να σημειώσουμε ότι ο ίδιος ο Μάρκος μας «υποχρεώνει» για έναν ακόμη λόγο να φέρουμε πιο πίσω χρονικά το «ανατείλαντος του ηλίου», καθώς στο εδάφιο 16,2 χρησιμοποιεί συντομευμένη, μια έκφραση που χρησιμοποιεί και στο 1,35: «πρωί έννυχα λίαν». Αν λοιπόν το «λίαν πρωί» ερμηνευτεί με βάση την παρόμοια έκφραση του Μάρκου «πρωί έννυχα λίαν» που σημαίνει «το πρωί, πολύ πριν ακόμα φέξει», φράση που ταυτίζεται με το «όρθου βαθέως»[13], τότε βγαίνει ένα πλήρες νόημα και έτσι, οι γυναίκες έφτασαν όταν «είχε αρχίσει να διαφαίνεται το λυκόφως της ημέρας» όπως γράφει ο καθ. Φίλης[14]. Ο ίδιος σημειώνει επίσης: «Η έκφραση του Μάρκου ‘λίαν πρωί’ πρέπει να συσχετισθεί προς την αντίστοιχη του ίδιου έκφραση στο 1,35 ‘πρωί έννυχα λίαν’. Και οι δύο αυτές εκφράσεις προσιδιάζουν στην αρχή της ‘πρωίας’ και όχι στην αρχή της ανατολής. Θα μπορούσε ο Μάρκος και εδώ να χρησιμοποιήσει την έκφραση ‘πρωί έννυχα λίαν’, αλλά προτιμά την απλούστερη ‘λίαν πρωί’ […] Η έκφραση αυτή του Μάρκου ‘λίαν πρωί’ τον φέρνει σε συμβιβασμό και τον εναρμονίζει με τους άλλους ιερούς συγγραφείς, διότι η έκφραση αυτή δε δηλώνει παρά τον ‘βαθύ όρθρο’, τα βαθιά χαράματα»[15].
Επίλογος Είδαμε λοιπόν, ότι δεν υπάρχουν «αντιφάσεις», διότι τα κείμενα δεν έχουν άλλη πρόθεση από το να παραδώσουν μόνο τα σημαντικά γεγονότα της Θείας Αποκάλυψης, με χαλαρούς όμως χρονικούς προσδιορισμούς. Η απόδειξη των παραπάνω γίνεται προφανής, όταν εξετάσουμε τα σημεία που η πρώτη Εκκλησία θεωρεί σημαντικά και τα κρατάει λεπτομερώς στην Παράδοσή της. Τα παρακάτω, αποτελούν την ισχυρότερη και ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΟΤΕΡΗ συμφωνία των Ευαγγελίων επάνω στην οποία στηρίζεται όλη η ιστορική πίστη της Εκκλησίας: 1. Ο Ιησούς πέθανε πραγματικά (Μαρκ. 15,37· Ματθ. 27,50· Λουκ. 23,46· Ιωαν. 19,33). 2. Όλοι γνωρίζουν την ακριβή θέση του τάφου και τον τόπο ταφής Του (Μαρκ. 15,46-47· Ματθ. 27,60-61· Λουκ. 23,53· Ιωαν. 19,41-42). 3. Όλοι γνωρίζουν για τον Κενό Τάφο (Μαρκ. 16,7· Ματθ. 28,6· Λουκ. 24,3· Ιωαν. 20,2.6). Μάλιστα, ο Ματθαίος δεν διστάζει να φέρει ως μάρτυρες για τον Κενό Τάφο ακόμη και τους εχθρούς του Ιησού (Ματθ. 28,11-15). 4. Όλοι γνωρίζουν ότι ο Ιησούς Αναστήθηκε (Μαρκ. 16,6· Ματθ. 28,7· Λουκ. 24,6· Ιωαν. 20,9), και αυτό ξεπερνά τα όρια της απλής δήλωσης, αλλά αποτελεί πανίσχυρη βεβαιότητα, σε σημείο ο Απ. Παύλος να δηλώνει: «Ει δε Χριστός ουκ εγήγερται, ματαία η πίστις υμών» (Α΄ Κορ. 15,17). Η πεποίθηση αυτή μάλιστα της πρώτης Εκκλησίας, αποτελεί παράδοση ακόμη παλαιότερη των Ευαγγελίων, και προέρχεται από το αμέσως επόμενο μετά την Ανάσταση χρονικό διάστημα (Ρωμ. 6,4· Α΄ Κορ. 15,4· Α΄ Θεσ. 4,14). Και επίσης όλοι γνωρίζουν ότι: η Ανάσταση έγινε την τρίτη από το Πάθος ημέρα, σε πολύ πρωινή ώρα της μίας των Σαββάτων. Υπήρξε παρουσία των μυροφόρων και σίγουρα της Μαγδαληνής, υπήρξε Αγγελοφάνεια, οι γυναίκες ανακοίνωσαν την ανάσταση στους μαθητές οι οποίοι δυσπιστούσαν. Ο Ιησούς εμφανίζεται μπροστά τους, το φρόνημα των μαθητών μεταβάλλεται. Αυτό είναι το κοινό μήνυμα στο οποίο επιμένουν τα Ευαγγέλια με τις διηγήσεις της Ανάστασης. Αυτό ΘΕΛΟΥΝ να μεταφέρουν και όχι να κάνουν ιστοριογραφία. Έρχονται λοιπόν οι αθεο-νέο-παγανιστές μετά από 2.000 χρόνια, στην εποχή των ρολογιών, της φωτογραφίας και του βίντεο, και απαιτούν από ένα κείμενο του 1ου αιώνα μ.Χ. που γράφτηκε για άλλο λόγο, να τους δώσει λεπτομερείς ιστοριογραφικές απαντήσεις για κάθε τι που τους έρχεται στο μυαλό και με όση λεπτομέρεια απαιτήσει ο καθένας. Πάντως, στην περίπτωση των εδαφίων που εξετάσαμε, τι τους χρειάζεται η μεγαλύτερη ακρίβεια; Μιλάνε οι τέσσερις ευαγγελιστές για την επομένη του Σαββάτου, την ώρα που εμφανιζόταν το πρώτο-πρώτο φως στον ορίζοντα, ήταν όμως ακόμη σκοτεινά. Δηλαδή τι άλλο θέλουν; Ακρίβεια δευτερολέπτου; Ας βρούνε λοιπόν κανένα άλλο παιχνίδι για να παίξουν και ας το καταλάβουν ότι ημέρα με την ημέρα το πεδίο των ψεμάτων τους μειώνεται δραστικά. Σημειώσεις [1] Τους εντάσσουμε σε μία ομάδα ως «αθεο-νέο-παγανιστές», λόγω της αντιχριστιανικής συμμαχίας τους (αρκεί ένα κείμενο να είναι αντιχριστιανικό και το προσυπογράφουν όλοι παρά τις διαφορές τους…) και της απόκρυψης των ιδεολογικών τους ταυτοτήτων. Μετά την αντίδραση μας να μην μένουμε μόνο στην άμυνα αλλά να προχωρούμε και σε αποκάλυψη των βαρύτατων ελαττωμάτων της κοινωνίας και της θρησκείας του παγανιστικού παρελθόντος των προγόνων μας, πολλοί νέο-παγανιστές έχουν αρχίσει να αισθάνονται ευάλωτοι αλλά και να ντρέπονται να δηλώνουν πίστη στον Ομηρικό και Ησιόδιο Δία και τις λοιπές θεότητες, και πολύ συχνά πλέον κρύβονται πίσω από την τεμπέλα του «άθεου». Βεβαίως, και οι «άθεοι» έχουν αρχίσει πλέον να μην ομολογούν ουδεμία ιδεολογική ταυτότητα, από τότε που άρχισαν οι καταιγιστικές υπενθυμίσεις ότι η αθεΐα εφαρμόστηκε κανονικότατα ως επίσημο σύστημα αντιθρησκευτικών αξιών στις ανατολικές δικτατορίες (Κίνα, Ρωσία, Καμπότζη, Αγκόλα, Βιετνάμ, Ρουμανία κ.λπ.), και έτσι οι αμέτρητες σφαγές στο όνομα της αθεΐας τους έφεραν σε εξίσου δύσκολη θέση με τους νέο-παγανιστές. [2] Οι μεταφράσεις των εδαφίων από το: «Η Αγία Γραφή (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) - Μετάφραση από τα πρωτότυπα κείμενα», Βιβλική Εταιρεία, Αθήνα 1997. [3] Λουκάς Φίλης, «Το εννοιολογικό περιεχόμενο των παράλληλων χωρίων Μαρκ 16,2. Ματθ 28,1. Λουκ 24,1. Ιωαν 20,1», στο: Συλλογικό έργο, «Η Μετάφραση της Αγίας Γραφής στην Ορθόδοξη Εκκλησία», Εισηγήσεις Δ΄ Συνάξεως Ορθοδόξων Βιβλικών Θεολόγων (Θες/νίκη, 25-28 ΟΚΤ 1986), Θεσσαλονίκη 1987, σελ. 176-178. [4] PG 129,748 B: [5] Δαμαλάς Νικόλαος, «Ερμηνεία εις την Καινήν Διαθήκην», τόμ. Γ΄, εν Αθήναις 1892, σελ. 744. [6] Λουκάς Φίλης, «Το εννοιολογικό περιεχόμενο…», ό.π., σελ. 175. [7] Λουκάς Φίλης, «Το εννοιολογικό περιεχόμενο…», ό.π., σελ. 180. [8] Τρεμπέλας Ν. Παν., «Υπόμνημα εις το Κατά Μάρκον Ευαγγέλιον», 4η έκδ., «Ο Σωτήρ», Αθήνα 1993, σελ. 313β. [9] Λουκάς Φίλης, «Το εννοιολογικό περιεχόμενο…», ό.π., σελ. 176. [10] Λουκάς Φίλης, «Το εννοιολογικό περιεχόμενο…», ό.π. [11] Καραβιδόπουλος Δ. Ιωάννης, «Το κατά Μάρκον Ευαγγέλιο», Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1988, σελ. 493. [12] Λουκάς Φίλης, «Το εννοιολογικό περιεχόμενο…», ό.π., σελ. 180. [13] Βλ. λήμμα «Έννυχον» στο: Spiros Zodhiates, «The Complete Wordstudy Dictionary: New Testament», AMG Publishers, 1992: «έννυχον ennuchon [...] (Mark 1:35), very early, yet in the night, the same as orthrou batheos... Luke 24:1». [14] Λουκάς Φίλης, «Το εννοιολογικό περιεχόμενο…», ό.π., σελ. 180. [15] Λουκάς Φίλης, «Το εννοιολογικό περιεχόμενο…», ό.π., σελ. 175-176.
|
Δημιουργία αρχείου: 30-8-2010.
Τελευταία ενημέρωση: 2-12-2010.