Βρισκόμαστε
στον δέκατο έβδομο π.Χ. αιώνα.
Στην Αίγυπτο, θα
παρακολουθήσουμε ένα περιστατικό που αναφέρεται στις
τελευταίες ήμερες του θεοπροπάτορος Ιακώβ. Χωρίς
αμφιβολία τα γεγονότα πού συνδέονται με το τέλος του
πολύπαθου αυτού Πατριάρχου είναι από τις πιο
συγκινητικές σελίδες της Αγίας Γραφής. Βλέπει κανείς
εδώ τις περισσές ευλογίες πού σκόρπισε ο Θεός στην
πατριαρχική οικογένεια, τις μεγάλες χαρές ύστερα από
τις θλίψεις, αλλά και τις θεοκίνητες ενέργειες του
γηραιού Ιακώβ, πού προκαλούν δέος. Σε κάθε του λόγο,
σε κάθε του κίνηση διακρίνουμε έκτακτο θεϊκό φωτισμό
και παρόρμηση από το Πνεύμα του Θεού. Νοιώθουμε ότι
έχουμε απέναντί μας όχι απλώς προφήτη, αλλά και κάτι
περισσότερο από προφήτη.
Στην ηλικία των εκατόν
τριάντα ετών, πολύχρονος και πολυβασανισμένος,
πιεζόμενος από λιμό, ήρθε στην Αίγυπτο κι ετέθη
αυτός και η πολυμελής
οικογένεια του υπό την προστασία του γιου του Ιωσήφ.
Ο
πολύκλαυστος γιος του δεν είχε κατασπαραχθεί από
θηρία, αλλά με την θαυμαστή συμπαράσταση του Θεού
κυβερνούσε την Αίγυπτο και την έσωζε από την απειλή
της πείνας. Φάνηκε σωτήρας στους Αιγυπτίους, αλλά
και προς τους οικείους του. Υπό την σκιά του ο
γέροντας πατέρας του θα πέραση ειρηνικά στην ξένη γη
το υπόλοιπα δεκαεπτά χρόνια της ζωής του.
Το εκατοστό τεσσαρακοστό
έβδομο έτος ήταν το τελευταίο για τον Πατριάρχη. Κατ'
αυτό επεφύλαξε μία ιδιαίτερη ευλογία στον αγαπημένο
του γιο. Ζήτησε να του παρουσίαση τους δύο γιους του,
για να τους ευλόγηση. Δεν επρόκειτο για μία απλή
ευλογία, αλλά για μία τελετουργία υιοθεσίας. Οι δύο
εγγονοί του θα γίνονταν τέκνα του, πράγμα πού θα
τους παρείχε σπουδαία δικαιώματα. Όταν δηλαδή θα
μοιραζόταν η πατρική
κληρονομιά, ο καθένας από τους δύο εγγονούς θα
έπαιρνε ξεχωριστό μέρος. Αργότερα στην διανομή της
Παλαιστίνης, η φυλή του καθενός θα λάμβανε ιδιαίτερο
τμήμα. Αυτό σήμαινε ότι στον Ιωσήφ
αναλογούσαν δύο μερίδια. Του έπεφτε δηλαδή
κληρονομιά πρωτοτόκου, παρ'
όλο πού άλλος ήταν πρωτότοκος.
Τα παιδιά του Ιωσήφ ονομάζονταν
Μανασσής
και Εφραίμ. Δεδομένου ότι τα
απέκτησε ο Ιωσήφ, πριν από τον ερχομό του πατέρα
του, η ηλικία τους περνούσε
τα δεκαεπτά έτη.
Ό Πατριάρχης, κατάκοιτος, ετοιμοθάνατος και με
ασθενική κράση. Είχε χειροτερέψει η κατάστασίς του,
όταν δέχθηκε την επίσκεψη του Ιωσήφ και των τέκνων
του. Όταν ήταν να μπουν στο δωμάτιο του, συγκέντρωσε
την δύναμή του κι ανασηκώθηκε στην κλίνη του.
Τα λόγια του, προφητικώτατα. Το
στόμα του πρόφερε χρησμούς, Ή γη της Παλαιστίνης θα
έπεφτε στα χέρια των απογόνων του. Ο
ίδιος ο Θεός του το είχε προαναγγείλει:
«Αυτήν την γη θα την δώσω
σε σένα και στους απογόνους σου παντοτινή
ιδιοκτησία» (Γεν. 48,4 και 35,12).
Και προχωρεί:
«Τώρα λοιπόν, υιοθετώ τους δύο
γιους σου πού απέκτησες στην Αίγυπτο, πριν έρθω εδώ.
Ο Εφραίμ και ο Μανασσής θα
είναι για μένα σαν τον Ρουβήμ και των Συμεών».
Ήδη εκδηλώθηκε μία
πρώτη προφητική ενέργεια
του Πατριάρχου.
Αντί για τον Μανασσή, τον
πρωτότοκο, ανέφερε πρώτο τον μικρότερο γιο. Όπως θα
φανεί στην συνέχεια, αυτό δεν ήταν καθόλου τυχαίο.
Ή πρόταξις του Εφραίμ έκρυβε μεγάλες αλήθειες που
αφορούσαν μάκρυνα μελλοντικά γεγονότα. Κατόπιν
διευκρίνισε ότι ή υιοθεσία ισχύει
μόνο γι' αυτά τα δύο παιδιά, οχι για άλλα πού τυχόν θα αποκτούσε ο Ιωσήφ. Αν συνέβαινε να
γινόταν πατέρας άλλων παιδιών, αυτά και οι απόγονοι
τους θα εντάσσονταν στην φυλή του Εφραίμ ή του
Μανασσή. Δεν θ’αποτελούσαν ξεχωριστή φυλή. Και αυτοί
οι προσδιορισμοί είχαν βάρος θεολογικό.
Ό αριθμός των παιδιών πού θα
έκανε δικά του ήταν δύο. Δύο παιδιά, δύο
λαοί, δύο κόσμοι, δύο Διαθήκες.
Πιο κάτω θα γίνουμε σαφέστεροι.
Αυτά ειπώθηκαν μόλις μπήκαν οι τρεις επισκέπτες στο
δωμάτιο. Αναφέρθηκε ακόμη σ'
ένα συγκινητικό και για τον ίδιο και για τον Ιωσήφ
περιστατικό, στον θάνατο δηλαδή της αγαπημένης δικής
του συζύγου και μητέρας του Ιωσήφ, της Ραχήλ:
«Όταν ερχόμουν από την
Μεσοποταμία, πέθανε η μητέρα
σου η Ραχήλ στην γη Χαναάν,
όταν πλησίαζα στην λεωφόρο των ίππων Χαβραθά
πηγαίνοντας προς την Εφραθά (δηλαδή την Βηθλεέμ) και
την έθαψα εκεί σ' αυτόν τον δρόμο» (48,7).
Είναι πολύ ψυχολογημένο, ένας άνθρωπος πού φεύγει
από αυτή τη ζωή κι έχει απέναντι του κάποιον
νεώτερο, ν' αναρριπίσει στην μνήμη του δεύτερου
πρόσωπα και γεγονότα πού έπαιξαν μεγάλο ρόλο στην
προσωπική ζωή και των δύο. Ήξερε ό ετοιμοθάνατος
γέροντας ποιες χορδές έπρεπε να θίξει. Μ' αυτόν τον
τρόπο η ατμόσφαιρα γινόταν
πιο ευαίσθητη, πιο συγκινητική και πιο κατάλληλη να
υποδεχθεί και τις επόμενες πνευματοκίνητες
ενέργειες.
Επακολούθησε σιωπή. Τα ασθενικά μάτια του παππού
ξεχώρισαν τα δύο παιδιά. Και ρώτησε τον Ιωσήφ:
«Ποιοί
είναι αυτοί εδώ»; «Είναι οι
γιοι που μου έδωσε ο Θεός» αποκρίθηκε εκείνος.
«Πλησίασε τους κοντά μου να τους ευλογήσω».
Ό Ιωσήφ τους πλησίασε, ενώ ο
Πατριάρχης ήταν ανακαθισμένος στο κρεββάτι και τα
πόδια του κρέμονταν στο πάτωμα. Μπήκαν ανάμεσα στα
πόδια του. Εκείνος άνοιξε τα χέρια του, τους
αγκάλιασε και τους φίλησε. «Εφίλησεν αυτούς και
περιέλαβεν αυτούς»
(48,10).
Πολύ συγκινητική εικόνα.
Ο
θεοφορούμενος γέροντας κρατάει σφιχτά στην αγκαλιά
τους γιους του πιο αγαπημένου παιδιού του. Ή καρδιά
του πλημμύρισε χαρά. Και η χαρά μετατράπηκε σε δοξολογία:
«Να, πού αξιώθηκα να σε
δω, Να πού ο Θεός μου έδειξε και τους απογόνους σου»
(48,11). «Σε
είχα νεκρό και σε έκλαιγα. Και να, πού σε βρήκα
ζωντανό και περίβλεπτο. Ας έχει δόξα ο Θεός. Δεν
έλπιζα ποτέ να σε δω. Και να, πού ο Θεός με αξιώνει
να σε αντικρίσω με παιδιά. Δοξασμένο το όνομα του
Παντοδυνάμου»!
Η Γραφή κρύβει μυστηριώδη
βάθη. «Βάθος σοφίας θεϊκής». Ωκεανοί μυστηρίων κρύβονται πίσω από τα διάφορα
εξιστορούμενα περιστατικά.
Ο Πατριάρχης Ιακώβ και οι δύο
εγγονοί του. «Περιέλαβεν
αυτούς». Ο Εφραίμ και
ο Μανασσής με τον εναγκαλισμό του παππού
λες κι έγιναν ένας άνθρωπος.
Τα γεροντικά χέρια τους περικυκλώνουν και τους
δένουν. Χτυπητή εικόνα
συμφιλιώσεως δύο λαών πού ήταν αδιανόητο να
συμφιλιωθούν. Μη βλέπετε Ιακώβ, ούτε Μανασσή και
Εφραίμ, αλλά στην θέση του πρώτου αντικρίστε τον
Θεόν, στην θέση του Μανασσή τον Ισραηλιτικό λαό της
Π. Διαθήκης και στην θέση του Εφραίμ τον εξ εθνών
Χριστιανικό λαό της Κ. Διαθήκης.
Στην περίοδο της Π. Διαθήκης στην αγκαλιά του Θεού
βρισκόταν μόνο ο Ισραήλ, ο «περιούσιος» λαός —
περιουσία και κτήμα του Θεού.
Για τους Ισραηλίτες οι απερίτμητοι —οι αβάπτιστοι θα
λέγαμε σήμερα—εθνικοί λογίζονταν βέβηλοι και
ακάθαρτοι. Δεν μπορούσαν ν' αναπτύξουν σχέσεις με
τον θεό, και δεν δικαιούνταν να κληρονομήσουν τ'
αγαθά του. θα ερχόταν όμως εποχή πού οι απερίτμητοι
εθνικοί θα γίνονταν πρόβατα της ίδιας ποίμνης και θα
έμπαιναν κι αυτοί στην αγκάλη του Θεού.
Αποτράβηξε ο Ιωσήφ τα παιδιά από τον πατέρα του.
Εκείνα κατόπιν έκαναν εδαφιαία προσκύνηση.
Γονατισμένα όπως ήταν,
με το πρόσωπο στο έδαφος, δήλωναν προφητικά ότι
κάποτε οι δύο λαοί, ο εξ Ιουδαίων και ο εξ εθνών θα
στέκονταν πλάι-πλάι και θα ομολογούσαν κοινή πίστη
και υποταγή στον Θεό των Πατέρων.
Ο Μανασσής και ο Εφραίμ έχουν
λίγο απομακρυνθεί. Ο Ιωσήφ
ετοιμάζεται να τους πλησίαση πάλι στον πατέρα
του για την ευλογία της υιοθεσίας. Στιγμή,
εκτάκτως ιερή και συγκινητική. Ό Ιωσήφ
προσέχει την ακρίβεια των κινήσεων.
Πήρε και τους δύο από το χέρι έχοντας δεξιά του τον
Εφραίμ και αριστερά του τον Μανασσή και τους πήγε
στον πάππου. Είχε κανονίσει ώστε απέναντι στο δεξιό
χέρι του γέροντα να βρίσκεται ο μεγαλύτερος και στο
αριστερό του ο μικρότερος.
Ό υπέργηρος Ιακώβ πήρε δύναμη από τον Θεό
και άρχισε την τελετουργία. Θα ενεργούσε και με τα
χέρια και με λόγια. Όλα είχαν κάποια ιδιαίτερη
επισημότητα και βαρύτητα, όσο κι αν εξωτερικά
φαίνονταν απλά:
Άπλωσε το
δεξιό του χέρι, το έστρεψε αριστερά και το έβαλε
πάνω στο κεφάλι του Εφραίμ. Κατόπιν άπλωσε το
αριστερό, το έστρεψε δεξιά και το ακούμπησε στο
κεφάλι του Μανασσή. Τα δυο χέρια σχημάτιζαν κάποιο
σχήμα. Το πιο ευλογημένο απ’ όλο τα σχήματα του
κόσμου, έστω κι αν τότε ήταν ενωρίς για να
κατανοηθεί. Σχημάτιζαν σταυρό. Σε λίγο θα ακούγονταν
και τα λόγια της σταυροειδούς ευλογίας. Ήταν η πρώτη
ευλογία πού δινόταν με των τύπο του σταυρού.
Γεμάτος Ιεροπρέπεια αναφώνησε:
«Ο
Θεός στον όποιο ευαρέστησαν
οι Πατέρες μου Αβραάμ και Ισαάκ,
ο Θεός που με τρέφει από την νεότητα μου μέχρι τούτη
την ήμερα,
ο Άγγελος που με σώζει από κάθε κακό
είθε να ευλόγηση αυτά το παιδιά».
Πήρε μια αναπνοή και συνέχισε με τόνο Ιερό και
επιβλητικό:
«Και ας
τοποθετηθεί πάνω τους τ' όνομά μου
και τ' όνομα των πατέρων μου Αβραάμ και Ισαάκ,
κι ας γίνουν πολυπληθείς οι απόγονοί τους πάνω στην
γη» (48, 15-16).
Ο Ιωσήφ βλέποντας την θέση
των χεριών του Πατριάρχου ανησύχησε. Κατάλαβε ότι
κάτι δεν πήγαινε καλά. Παραφωνία!
Του φάνηκε άσχημα πού το δεξιό του χέρι ακουμπούσε
στο κεφάλι του μικρότερου. Επεχείρησε να το
μετακίνηση στο κεφάλι του πρωτότοκου Μανασσή.
«Πατέρα», του λέγει, όχι έτσι τα χέρια.
Τούτος είναι ο πρωτότοκος. Σ' αυτόν βάλε το δεξιό
σου χέρι». Ο
Ιωσήφ σκεπτόταν και ενεργούσε σύμφωνα με όσα του
υπαγόρευε η ανθρώπινη αντίληψις. Αλλά
ο πατέρας του εκείνη την Ιερή στιγμή είχε γίνει
όργανο του Αγίου Πνεύματος. Είχε μεν αμβλείς τους
σωματικούς οφθαλμούς, αλλά τα μάτια της ψυχής του
μπορούσαν να διασχίζουν τα σκοτεινά πέπλα των
μελλοντικών αιώνων. Ενεργούσε σαν άνδρας
πνευματοφόρος, και όλες του οι εκδηλώσεις ήταν
φορτισμένες με προφητικό νόημα. Και το
συναισθανόταν. Οι γνήσιοι προφήτες γνωρίζουν τί
γίνεται την ώρα της επιπνοίας του Πνεύματος. Γι'
αυτό, δεν δέχθηκε τις υποδείξεις του γιου του.
«Το
γνωρίζω, παιδί μου», είπε. «Το γνωρίζω».
Κι απ’ αυτόν θα προέλθει λαός, κι αυτός θα
δοξαστεί, μα ο μικρότερος
αδελφός του θα τον ξεπεράσει και οι απόγονοί του θα’ναι έθνη πολλά (48, 19).
Ευλόγησε ολόψυχα τα δυο παιδιά. Και προείπε ότι
η ευλογία αυτή
θα γίνει παροιμία στα χείλη των Ισραηλιτών. «Με
σας με τα δικά σας ονόματα,
οι Ισραηλίτες θα δίνουν ευχές και ευλογίες και θα
λένε· «ο Θεός να σέ κάνη σαν
τον Εφραίμ και σαν το Μανασσή» (48, 20). Πάλι
έβαλε πρώτο το
όνομα του νεώτερου. «Έθηκε
τον Εφραίμ έμπροσθεν του
Μανασσή» (48, 20).
Ενθυμούμαι, κάποτε μια γιαγιά σε κάποιο χωριό της
Στερεάς Ελλάδος έλεγε σ' ένα εγγονάκι της: «Ο
Θεός να σου δώσει τα αγαθά του Αβραάμ, του Ισαάκ και
του Ιακώβ». Κατά ένα ανάλογο τρόπο, ένας πατέρας του
11ου ή 12ου λ.χ. π.Χ. αιώνος στην Παλαιστίνη θα
έλεγε στους γιους του: «Ο Θεός να σας ευλόγηση σαν
τον Εφραίμ και σαν τον Μανασσή». Βέβαια όταν
δίνονταν ευχές σε θυγατέρες, οι διατυπώσεις ήταν
διαφορετικές. Οι κάτοικοι της Βηθλεέμ ευχήθηκαν
κάποτε για την Ρουθ να μοιάσει με την Ραχήλ και την
Λεία (Ρουθ 4, 11). Αυτές οι δύο γυναίκες γέννησαν
τους δώδεκα πατριάρχες του Ισραήλ.
«Και οι απόγονοί του (του
Εφραίμ) θα’ ναι έθνη πολλά». Αυτά τα
πολλά έθνη δηλώνουν εκείνα πού επρόκειτο να
γνωρίσουν τον Χριστό και να μπουν μέσα στην
Χριστιανική Εκκλησία. Τέτοιο λόγο δεν πρόφερε ο
Ιακώβ για τον Μανασσή, γιατί αυτός εξεικονίζει την
Ιουδαϊκή συναγωγή η οποία πάσχει από κακομοιριά, από
την νόσο του ρατσισμού και παραμένει ακόμη
στενόκαρδη και κλειστή.
Είχε βέβαια και
η κατά γράμμα
φυλή του Εφραίμ κάποιες ευλογίες. Οι Εφραιμίτες
είχαν φήμη πολεμικών και γενναίων ανδρών. Επί
τριακόσια περίπου έτη στην Σηλώ, πόλη της φυλής
Εφραίμ, διέμενε η Σκηνή του Μαρτυρίου.
Ή περιοχή πού έλαβε η φυλή εκτεινόταν από τον
Ιορδάνη μέχρι την Μεσόγειο και ήταν από τις
ευφορώτερες της Παλαιστίνης. Ο
«κραταιός εν πολέμοις Ιησούς Ναυή και διάδοχος Μωϋσή
εν προφητείαις» (Σ. Σειρ. 46, 1) ανήκε στους
απογόνους του Εφραίμ. Στα χρόνια της διαιρέσεως των
Εβραίων σε βασίλειο Ιούδα και βασίλειο Ισραήλ, το
δεύτερο παρ’ όλο πού απετελείτο από δέκα φυλές,
πολλές φορές ονομαζόταν και προσδιοριζόταν από την
φυλή του Εφραίμ.
Αλλά οι μεγάλες ευλογίες αφορούν τον κατά πνεύμα
Εφραίμ, τον νεώτερο γιο του Θεού, δηλαδή τον νεώτερο
λαό, τον λαό της Χριστιανικής Εκκλησίας. Και ο
Ιησούς του Ναυή εικόνιζε τον άλλον Ιησού, τον αρχηγό
της χριστιανικής πίστεως. Και η πρωτεύουσα
Σηλώ
(=τόπος αναπαύσεως) προτυπώνει την
Εκκλησία
όπου βρίσκουν οι φυλές την πραγματική ανάπαυση.
Όλα τα λόγια του υπέργηρου Ιακώβ λυγίζουν κάτω από
βάθος και βάρος νοημάτων. Χωρίς ερμηνεία και ανάλυση
μας διαφεύγουν. Και εκείνη η φράσις,
«Ο Ά γ γ ε λ ο ς
ο ρ υ ό μ ε ν ό ς μ ε ε κ
π ά ν τ ω ν τ ω ν κ α κ ώ ν », τι
δεν κρύβει; Ποιος είναι αυτός ο Άγγελος
πού σώζει από κάθε κακό και καλείται όμοια
και εξ ίσου με τον Θεό του
Αβραάμ και Ισαάκ να ευλόγηση τους δύο νεαρούς; Δεν
έφθανε η ευλογία του Θεού;
Χρειαζόταν κι αυτός να συνεργήσει;
Εδώ δεν πρόκειται για πρόσωπο πού ανήκει στην
αγγελική φύση, αλλά για πρόσωπο της ακτίστου
θεότητος. Είναι όχι απλώς ένας άγγελος, αλλά ο
Άγγελος του Θεού,
ο περίφημος
Άγγελος της Διαθήκης, δηλαδή ο Υιός του Θεού,
ο Λόγος του Θεού πού στον χώρο της Π. Διαθήκης δρα
άσαρκος, ενώ στην Κ. Διαθήκη φέρει και το ένδυμα της
ταπεινοφροσύνης, δηλαδή την ανθρώπινη σάρκα, Αυτός ο
Άγγελος καθώς παρουσιάζεται στους αγίους της Π.
Διαθήκης, ενώ ονομάζεται άγγελος, συγχρόνως ονομάζεται και Θεός και κινείται
και ενεργεί με όλο τα θεϊκό κύρος.
Παρουσιάζεται λ.χ. στον Μωϋσή, ενώ έβοσκε στο Χωρήβ
τα πρόβατα, σαν φλόγα φωτιάς, «εν πυρί φλογός εκ του
βάτου» (Εξ. 3, 2).
Και εδώ αρχίζουν τα μυστήρια. Σε άλλο στίχο
εμφανίζεται σαν άγγελος και σε άλλο
σαν Θεός. Όλα μυστηριώδη,
αινιγματικά και συνεσκιασμένα. Και όλα ξεκινούν από
την αγάπη του Θεού, ο οποίος γνώριζε ότι δεν ήταν
ώριμος ο λαός του να του αποκαλυφθεί το μυστήριο της
Αγίας Τριάδος· δεν ήταν σε θέση να νιώσει αυτό το
μυστήριο, και συγχρόνως να παραμείνει στην μονοθεΐα.
Στον στίχο 2 ο Άγγελος της Διαθήκης ονομάζεται
Άγγελος Κυρίου, Άγγελος του Γιαχβέ. Στον στίχο 4
ονομάζεται Κύριος και Θεός, Γιαχβέ και Έλοχίμ. Στον
στίχο 6 παρουσιάζεται ως Θεός του Αβραάμ, του Ισαάκ
και του Ιακώβ.
Επίσης στον Γεδεών
εμφανίζεται το ίδιο θεϊκό πρόσωπο για να του
αναθέσει την σωτηρία του λάου από την καταδυνάστευση
των Μαδιανιτών (Κριταί, κεφ. 6ον). Στον στίχο 11
καθώς και στον 12 ονομάζεται Άγγελος Κυρίου. Στον
στίχο 20 Άγγελος του Θεού. Στον στίχο 21, όπως και
στον 22 πάλι Άγγελος Κυρίου. Παράλληλα στους στίχους
14 και 16 (κατά το εβραϊκό) χαρακτηρίζεται σαν
Κύριος, Γιαχβέ, και συμπεριφέρεται σαν Θεός. Οι
στίχοι 22 και 23 είναι πολύ χαρακτηριστικοί, διότι
εναλλάσσονται τα ονόματα Κύριος, Θεός και Άγγελος
Κυρίου. Ό Γεδεών αισθάνεται ότι αυτός πού του
εμφανίσθηκε σαν άγγελος είναι πρόσωπο της
Θεότητας, και
καταλαμβάνεται από τρόμο, διότι σύμφωνα με την πίστη
των Εβραίων όποιος θα έβλεπε τον Θεό,
οπωσδήποτε θα θανατωνόταν. «Και είπεν αυτώ Κύριος·
ειρήνη σοι, μη φόβου, ου μη αποθάνης» (στ. 23).
Αλλά
και στον προφήτη Μαλαχία διαβάζουμε σχετικώς: «Και
ξαφνικά θα’ ρθή στον ναό του ο Κύριος πού σεις
ζητείτε, ο Άγγελος της Διαθήκης πού σεις θέλετε»
(3,1). Τον Μεσσία πού ζητούσαν και ήθελαν οι
Ισραηλίτες, και ο Οποίος επισκέφθηκε αρκετές φορές
τον Ιεροσολυμιτικό ναό,
τον χαρακτηρίζει εδώ ο
Μαλαχίας και Κύριο, αλλά και Άγγελο της Διαθήκης.
Πρόκειται για τον Υιό του Θεού πάλι.
Αυτός πού άλλοτε σαν άσαρκος Λόγος σύναψε την πρώτη
διαθήκη, έπειτα σαν ενσαρκωμένος Λόγος σύναψε την
νέα. Όλα δια μέσου αυτού έγιναν.
Πάντα δι' αυτού εγένετο. Όλα όσα θέλει να πει
ο Πατήρ, αυτός τα εξαγγέλλει και τα αναγγέλλει,
διότι είναι ο «μεγάλης βουλής Άγγελος» (Ήσ. 9, 6), ο
αναγγέλλων την πατρική βουλή. «Όλα όσα άκουσα από
τον πατέρα μου σας τα εγνώρισα» είπε κάποτε ο
Χριστός στους μαθητές του» (Ίωάν. 15, 15).
Ορισμένοι ερμηνευτές
σημειώνουν ότι ο Άγγελος της Διαθήκης είναι ο Θεός.
Το σωστό όμως είναι να λέγουν ότι πρόκειται για το
δεύτερο πρόσωπο της Θεότητος.
Άλλωστε οι έννοιες «άγγελος» και «λόγος»
συσχετίζονται. Ό άγγελος αγγέλλει λόγους. Όπως
λοιπόν ο Λόγος διαφέρει σαν πρόσωπο από τον Πατέρα,
έτσι και ο Άγγελος της Διαθήκης διαφέρει και είναι
ο Ίδιος ο Λόγος.
Δεν λέμε «άγγελος του Θεού» αλλά «ο Άγγελος του
Θεού» ή «ο Άγγελος της Διαθήκης», Αυτό το θειο
πρόσωπο διακρίνεται και στο περιστατικό της θυσίας
του Ισαάκ, όπως επίσης και της περιπλανήσεως της
Άγαρ στην έρημο. Επίσης συνδυασμένο με την έννοια
της διαθήκης εμφανίζεται και στην αρχή του δευτέρου
κεφαλαίου του βιβλίου των Κριτών. (Στο εβραϊκό
κείμενο φαίνεται καλύτερα το πράγμα).
Άλλα πριν κλείσουμε αυτή την παρέκβαση ας δώσουμε
λίγο τον λόγο στον Μ. Βασίλειο, ο
οποίος αντιμετωπίζοντας τον αιρετικό Ευνόμιο, αρχηγό
των Ανομοίων, ακραίας αρειανικής παρατάξεως, γράφει
και τα εξής:
«Δεν θα πάψης, άθεε άνθρωπε, να ονομάζεις
«μη όντα» αυτόν πού πραγματικά είναι «ο ων», πού
είναι η πηγή της ζωής, πού παρέχει την ύπαρξη σε όλα
τα όντά; Αυτόν πού όταν μιλούσε με τον δούλο του
Μωϋσή βρήκε και παρουσίασε σαν όνομα του ό,τι του
ανήκε και του ταίριαζε, την ονομασία «ο ων»; Διότι
λέγει, «εγώ είμαι ο ων» (Έξοδ. 3,14). Κανείς δεν θ'
αντειπεί ότι αυτά τα λόγια δεν ειπώθηκαν από τον
Κύριο· κανείς, πού διαβάζοντας Μωϋσή δεν έχει πάνω
στην καρδιά του το Ιουδαϊκό
κάλυμμα. Διότι είναι γραμμένο ότι «εμφανίσθηκε στον
Μωϋσή Άγγελος Κυρίου επάνω στην βάτο σαν φλόγα
φωτιάς». Λοιπόν, ενώ η διήγησις της Γραφής τον
παρουσιάζει πρώτα σαν Άγγελο, έπειτα την φωνή του
την παρουσιάζει φωνή Θεού. Διότι λέγει, «είπε στον
Μωϋσή· εγώ είμαι ο Θεός του πατέρα σου Αβραάμ... Και
μετά από λίγο πάλι· εγώ είμαι ο ων». Ποιος λοιπόν
είναι αυτός πού Ο ίδιος είναι και Άγγελος και Θεός;
Άραγε δεν είναι αυτός για τον οποίο μάθαμε ότι
«καλείται το όνομα του μεγάλης βουλής Άγγελος»; Εγώ
νομίζω ότι δεν χρειάζονται περισσότερα για να το
αποδείξουμε. Στους φίλους του Χρίστου αρκεί και μία
υπενθύμισης, Σ' αυτούς όμως πού έχουν ανίατη
ασθένεια τίποτε δεν θα ώφελήση πλήθος λόγων. Παρ'
όλο πού αργότερα έγινε μεγάλης βουλής Άγγελος, άλλο
ούτε τον παλαιό καιρό απαξιούσε να ονομάζεται
άγγελος.
»Όχι βέβαια μόνο εδώ θα βρούμε να ονομάζει η Γραφή
τον Κύριο μας και Άγγελο και Θεό, αλλά και σε κάποια
περίπτωση με τον Ιακώβ. Όταν ο Ιακώβ διηγείται την
οπτασία στις γυναίκες, λέγει· «και μου είπε ο
Άγγελος του Θεού» (Γεν. 31, 11). Και μετά από λίγο·
«εγώ είμαι ο Θεός πού εμφανίσθηκα σε σένα στον τόπο
όπου έστησες για μένα στήλη και την άλειψες με λάδι»
(31, 13)· αν και εκεί στον τόπο
πού στήθηκε ή στήλη, στον Ιακώβ ελέχθησαν το λόγια:
«Εγώ είμαι ο Θεός του πατερό σου Αβραάμ και ο Θεός
του Ισαάκ» (28, 13). Αυτός λοιπόν πού εδώ
χαρακτηρίζεται Άγγελος, αυτός είχε τότε εμφανιστεί
εκεί στον Ιακώβ.
»Στον καθένα λοιπόν γίνεται φανερό ότι σε όποια
χωρία, το ίδιο πρόσωπο έχει ονομασθεί και Άγγελος
και Θεός, δηλώνεται ο Μονογενής, ο οποίος σε κάθε
γενεά εμφανίζει τον εαυτό του στους ανθρώπους, και
διαγγέλλει στους αγίους του το θέλημα του Πατρός.
Ώστε και στην περίπτωση του Μωϋσή αυτός πού ονόμασε
τον εαυτό του «ο ων», δεν θα νοηθεί άλλος παρά ο
Θεός Λόγος πού ήταν εν αρχή «ό ων» προς τον Θεόν
(Πρβλ. Ίωάν. 1,1)» (Κατά Ευνομίου, β', 18).
Και ο
άγιος Ειρηναίος, για να πάμε
και σε αρχαιότερες ερμηνευτικές μαρτυρίες, (2ος μ.Χ.
αι.), αναφερόμενος στον
Άγγελο πού ήλεγξε και απείλησε τον μάντη Βαλαάμ
(Αριθμ. 22, 22-35) σημειώνει ότι είναι ο Υιός του
Θεού (Βλ. ΒΕΠ, 5, 178).
Ό λόγος πήρε αυτή την τροπή, με αφορμή την ωραία
φράση, «ο Άγγελος ο ρυόμενος εκ πάντων των κακών».
Κλείνουμε εδώ την παρένθεση κι επανερχόμαστε στο
θέμα μας.
Στην συνέχεια ο πολιός γέροντας στρέφεται προς τον
Ιωσήφ.
«Τώρα εγώ πεθαίνω» του λέγει, «αλλά ο Θεός θα είναι
μαζί σας και θα σας επαναφέρει στην γη των πατέρων
σας» (Γεν. 48, 21). Βέβαια αυτό είχε γενικό
χαρακτήρα κι αφορούσε ολόκληρο το έθνος.
Έχει όμως να προσφέρει και κάτι
προσωπικό στον αγαπημένο του γιο: Τα
Σίκιμα, δηλαδή
την Συχέμ, το κτήμα οπού και το γνωστό φρέαρ του
Ιακώβ. Σύμφωνα με το
εβραϊκό κείμενο, στα λόγια του Πατριάρχου γίνεται
κάποιο λογοπαίγνιο, διότι η λέξις «σεκέμ» σημαίνει
ώμος και κατ' επέκταση εκλεκτή μερίδα. Δηλαδή
μοιάζει ο Ιακώβ σαν προεξάρχων σε οικογενειακό
θρησκευτικό δείπνο και μοιράζοντας το ιερό σφάγιο
στα μέλη της οικογενείας του
προσφέρει στον Ιωσήφ την εκλεκτή μερίδα του ώμου.
«Εγώ δίνω σε σένα μία μερίδα ανώτερη από των αδελφών
σου, αυτήν πού έλαβα από τους Αμορραίους με το τόξο
μου και το μαχαίρι μου» (48, 22).
Τα λόγια του Ιακώβ για μελλοντική επαναφορά του λάου
στην γη Χαναάν είχαν βαρύνουσα σημασία. Αργότερα πού
η παραμονή στην Αίγυπτο θ' αποτελούσε βαρεία και
εξοντωτική σκλαβιά, και ο Φαραώ θα τους έκαιγε σαν
καυστικός λίβας, αυτή η κουβέντα έμοιαζε με ζωογόνο
αύρα. Μάλιστα, «αποστρέψει υμάς (ο Θεός) εις την γήν
των πατέρων υμών» (48, 21). Εκεί, δηλαδή πού πέρασαν
την ζωή τους βόσκοντας τα ποίμνια τους ο Αβραάμ και
ο Ισαάκ, άλλο και ο ίδιος ο Ιακώβ.
«Κουράγιο», έλεγαν οι καταδυναστευόμενοι Ισραηλίτες.
«θυμηθείτε τι είπε ο πατέρας μας Ιακώβ πριν πεθάνει.
Δεν θα μας αφανίσει ή Αίγυπτος και ο Φαραώ, θαρθη
κάποια ώρα πού θα βρεθούμε στ' αγία χώματα πού
βάδισαν οι Πατέρες μας».
«Εγώ δε δίδωμί σοι Σίκιμα εξαίρετον υπέρ τους
αδελφούς σου». Αλλά θα
προλάβαινε ο Ιωσήφ να απόλαυση αυτή την μερίδα; Όχι,
γιατί ο θάνατος τον βρήκε στην Αίγυπτο, στην ηλικία
των εκατόν δέκα ετών. Σ' αυτήν πέρασε τα τελευταία
ενενήντα χρόνια του. Βέβαια, αφού αυτός δε θα ζούσε,
θα κληρονομούσαν το κτήμα οι απόγονοι του.
Δεν εννοούσε όμως μόνο αυτό ο Ιακώβ. Αν δεν θ'
απολάμβανε ζωντανός την μερίδα στην Συχέμ, θα την
απολάμβανε, αν μπορούμε να το πούμε έτσι, πεθαμένος.
Διαβάζουμε σχετικά στο βιβλίο «Ιησούς του Ναυή»;
«Και τα οστά του Ιωσήφ εκόμισαν οι Ισραηλίτες από
την Αίγυπτο και τα έθαψαν στην Συχέμ, σε μέρος του
αγρού πού απέκτησε ο Ιακώβ από τους Αμορραίους πού
κατοικούσαν την Συχέμ, δίνοντας εκατό αμνάδες στον
αγρό πού δόθηκε κλήρος στον Ιωσήφ» (24, 32).
Όπως φαίνεται από την διήγηση του ίδιου
βιβλίου η ταφή των οστών έγινε με την πιο μεγάλη
επισημότητα παρουσία όλων των Ισραηλιτικών
φυλών (κεφ. 24ο).
Ας επανέλθουμε όμως στην περίφημη σταυροειδή ευλογία
του Πατριάρχου, αυτήν πού προεικόνιζε τις
αναρίθμητες σταυρικές ευλογίες και σφραγίσεις στον
Χριστιανικό χώρο.
Στην υμνολογία της Εκκλησίας μας
όλα σχεδόν τα γεγονότα της Π. Διαθήκης έχουν γίνει
ποίημα και μελωδικό τραγούδι. Ας δούμε πώς εξύμνησε
το εν λόγω περιστατικό ο Κοσμάς ο Μελωδός,
απαράμιλλος υμνογράφος του 8ου μ.Χ. αιώνος:
«Νεαζούσαις θείς
παλάμας ό θειος Ισραήλ σταυροειδώς κάραις,
εδήλου ως πρεσβύτερον κλέος ό νομολάτρης λαός.
Υποπτευθείς όθεν ούτως έξηπατήσθαι ουκ ήλλοίωσε τον
ζωηφόρον τύπον
υπερέξει λαός γαρ Χρίστου του Θεού νεοπαγής, ανεβόα
σταυρώ τειχιζόμενος».
«Ό θεϊκός Ιακώβ, δηλαδή, ακούμπησε σε σχηματισμό
σταυρού τις παλάμες του στις νεάζουσες κάρες, στο
νεαρά κεφάλια των εγγόνων του, για να δήλωση έτσι
ότι ο λαός πού λάτρευε τον Θεό
σύμφωνα με τον Μωσαϊκό νόμο κατάντησε πια
«πρεσβύτερον κλέος», δόξα απηρχαιωμένη, του παλιού
καιρού.
Υποπτεύθηκε από τον Ιωσήφ ότι
έκανε λάθος, αλλά εκείνος δεν άλλαξε τον ζωηφόρο
τύπο του σταυρού, διότι πίστευε ότι θα υπερίσχυση ο
νεοπαγής λαός του Θεού.
Και
το κήρυττε δυνατά: Ό καινούργιος λαός θα υπερίσχυση
διότι προστατεύεται με το
τείχος του σταυρού». Ωραίες διατυπώσεις; «Ζωηφόρος
τύπος» το σχήμα του σταυρού,
«νομολάτρης λαός» ο λαός της Π. Διαθήκης,
«νεοπαγής λαός» Ο λαός της Κ. Διαθήκης.
Αν ο Ιακώβ δεν τοποθετούσε σε σχήμα σταυρού τα
χεριά, δεν υπήρχε περίπτωσις να προτιμηθεί και να
ευλογηθεί ιδιαίτερα η νεάζουσα κάρα του Εφραίμ. Δεν
θα ακουμπούσε επάνω της το δεξιό χέρι του
Πατριάρχου, θα κάνουμε και μία άλλη παρατήρησι:
Καθώς ο Ιωσήφ οδηγούσε
τα παιδιά του για την ευλογία, το δεξιό του χέρι
ήταν επάνω στον Εφραίμ. Δηλαδή πήρε όχι μόνο από τον
πάππου, αλλά και από τον πατέρα ευλογία. Άλλα και κάτι άλλο να προσέξουμε:
Όταν την πρώτη φορά, πριν από την τελετή της
υιοθεσίας, ασπάσθηκε ο Πατριάρχης και αγκάλιασε τα
δύο παιδιά, κατά τον εναγκαλισμό ακουμπούσε πάλι
πάνω στην πλάτη του Εφραίμ το δεξιό του χέρι.
Και σ'
αυτήν την περίπτωση σχηματιζόταν πάλι το σχήμα του
σταυρού.
Όλα
έδειχναν ότι οι ευλογίες και οι εύνοιες
κατευθύνονταν προς το νεώτερο παιδί. Όλα
προανήγγελλαν ότι ο νεοπαγής λαός του Θεού θα
δεχόταν τις μεγάλες ευλογίες.
Και έρχεται στον νου μας ένας
στίχος από τον θεσπέσιο πρόλογο της προς Εφεσίους
επιστολής: «Ευλογητός ο Θεός και πατήρ του Κυρίου
ημών Ιησού Χριστού, ο ευλογήσας ημάς εν πάση ευλογία
πνευματικό εν τοις επουρανίοις εν Χριστώ» (1. 3).
Όχι ευλογίες πού σχετίζονται με επίγεια, αλλά με
επουράνια αγαθά.
Είπαμε ότι το σχήμα
του σταυρού στα
χέρια του Ιακώβ έκανε το δεξιό του χέρι να
τοποθετηθεί πάνω στο κεφάλι του Εφραίμ. Ή εύνοια σ’
αυτόν, οφείλεται στον σταυρό. Άλλα και ο Μανασσής
και κατ' επέκτασιν ο νομολάτρης λαός της Π.
Διαθήκης, αν έχασε τα πρωτεία του, αιτία είναι πάλι
ο σταυρός. Ό σταυρός και ο Γολγοθάς
πού προσέφεραν στον Μεσσία έκρινε την τύχη τους. Αν
δεν απεκήρυτταν τον Απεσταλμένο Λυτρωτή, δεν θα
έπαιρναν την κάτω βόλτα.
Ό Ιακώβ, σαν αρχηγέτης του Εβραϊκού λάου, δεν το
ήθελε φυσικά να μείνει πίσω
το δικό του έθνος και να προηγηθούν άλλοι. Ποτέ δεν
επιθυμούσε να οδηγηθεί στην σταύρωση ο Μεσσίας από
τους απογόνους του. Γι' αυτό και δεν το ήθελε με την
καρδιά του να βάλει σταυροειδώς τα χέρια του στις
δύο κάρες. Εκείνο πού ζητούσε ήταν να πέσει η
ευλογία στον Μανασσή, αφού αυτός εκπροσωπούσε, τους
σαρκικούς του επιγόνους, τον δικό του λαό πού είχε
και το όνομα του.
Αλλά,
τι διδακτική περίπτωσις! Οι πιστοί δούλοι του Κυρίου
ξεπερνούν τις προσωπικές τους ορέξεις και
ιδιοτέλειες. Διαρρηγνύουν τα δεσμά του εαυτού των
και με πλήρη ελευθερία υπηρετούν την αλήθεια, όσο
πικρή κι αν είναι αύτη. Δεν εγκλωβίζονται στα
προσωπικά τους γούστα. Δεν ηττώνται από
προσωποληψίες. Πάνω απ’ όλα η αλήθεια. Δεσμεύονται
μόνο από το καθαρό φως του αληθινού Θεού.
Ό μικρός Εφραίμ για
ένα διάστημα ένοιωθε μειωμένος απέναντι στον αδελφό
του, αφού εκείνος διέθετε τα προνόμια του
πρωτοτόκου. Μεσολάβησε όμως
κάποιος σχηματισμός και τα πράγματα άλλαξαν.
Σχηματισμός σταυρού. Το χωράφι πού φαινόταν άγονο
έγινε γόνιμο. Άλλωστε και το όνομα Εφραίμ σημαίνει
γονιμότητα. Έτσι έγινε με τον νεώτερο λαό του Θεού.
Κάποτε βωλόδερνε μέσα στην άγονη γη της
ειδωλολατρίας. Αισθανόταν κατώτερος απέναντι στον
περιούσιο λαό και δεν γνώριζε Πατριάρχες και
Προφήτες, θαυματουργίες και θεϊκές προστασίες. Δεν
είχε δικαίωμα να τρώει υπό το ψωμί πού έτρωγαν τα
παιδιά του Θεού. Κάθε εθνικός για τους απογόνους του
Αβραάμ ήταν ακάθαρτος σκύλος,
πηγή ακαθαρσίας και εστία μολύνσεως.
Μεσολάβησε όμως ο σταυρός του Χρίστου και τα
πράγματα μεταβλήθηκαν. Οι Εβραίοι λησμόνησαν τις
προφητείες, λησμόνησαν τα θαύματα και τα ιάματα του
Χριστού, Έγιναν Μανασσήδες.
Μανασσής θα πει «αυτός που
λησμονεί». Χάλασε το μυαλό τους,
τυφλώθηκε η ψυχή τους, όπως το είπε ο προφήτης
Ησαΐας και οδήγησαν στον θάνατο τον Χριστό, κι έτσι
απέρριψαν τις επουράνιες ευλογίες. Το αμπέλι πού
τους ανέθεσε ο Θεός να καλλιεργούν, το παραμέλησαν.
Γέμισε αγκάθια. Γι' αυτό και δόθηκε σ' άλλους
γεωργούς. Το λέγει και η παραβολή:
«Τους κακούς γεωργούς ο Κύριος του αμπελώνας με κακό
τρόπο θα τους απολέσει. και τον αμπελώνα θα τον
δώσει σε άλλους γεωργούς πού θα του παραδώσουν τους
καρπούς στον καιρό τους» (Ματθ. 21,41).
Κοιτάξτε το κεφάλι του Μανασσή. Σ' αυτό μεταξύ άλλων
διακρίνονται και όλοι οι κακοί γεωργοί πού κατά
καιρούς φόνευσαν τους απεσταλμένους του Θεού πού
απαιτούσαν καρπούς. Ακόμη και τον γιο του
Αμπελουργού φόνευσαν. Ένα τέτοιο κεφάλι δεν μπορούσε
να δεχθεί πάνω του το δεξιό χέρι του θεοφόρου
Πατριάρχου. Αυτό άρμοζε στην κάρα του Εφραίμ πού
δήλωνε τους καλούς γεωργούς, την
γονιμότητα και την καρποφορία.
Αντικρίστε τα σταυρωμένα χέρια του δικαίου
Προπάτορος πάνω στα δύο κεφάλια. Αυτό το σταυρικό
σχήμα όσο καλό απέβη για τον
Εφραίμ, τόσο ζημίωσε τον Μανασσή. Τον έναν τον
ανέβασε και τον άλλο τον κατέβασε. Έκανε τον κόσμο
ν' αναφωνεί «ο Εφραίμ και ο Μανασσής», προτάσσοντας
τον δευτερότοκο. «Έσονται οι έσχατοι πρώτοι» (Ματθ.
20, 16). Έδωσε τα πρωτεία στον νεώτερο.
Ό
σταυρός άλλους τους πηγαίνει ψηλά κι άλλους τους
ρίχνει κάτω.
Συμβαίνει με τον σταυρό
ο,τι και με τον Εσταυρωμένο. Ό πρεσβύτης Συμεών το
υπογράμμισε: «Αυτός είναι προορισμένος για την πτώση
και ανύψωση πολλών» (Λουκ. 2, 34). Όσοι νοιώθουν το
σταυρό με το δεξιό χέρι όπως ο Εφραίμ, όσοι δηλαδή
στραφούν στον σταυρό με όρεξη και αγαπήσουν το
πνεύμα του πού είναι πνεύμα αγάπης, υπομονής και
θυσίας, αυτοί αργά ή γρήγορα θ' ανυψωθούν και θα
αισθανθούν την πνευματική γονιμότητα και
καρποφορία. Αυτοί μετά την
ομίχλη και το σκοτάδι της Μ. Παρασκευής θ'
αντικρίσουν την αιθρία και την λαμπρότητα του Πάσχα.
ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ "ΠΕΡΙΠΑΤΟΙ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ"
Αρχ. ΔΑΝΙΗΛ ΓΟΥΒΑΛΗ
ΑΓΟΡΑΣΤΕ ΟΝ LINE
ΤΟ
ΒΙΒΛΙΟ
Αναδημοσίευση από