Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας Κοινωνικο - Πολιτικά

Ο Καπιταλισμός ως γέννημα της Δυτικής Μεταφυσικής // Ο Αντικαπιταλιστικός χαρακτήρας του Χριστιανισμού // Η ιδεολογία του καπιταλισμού // Η πλάνη του "ευαγγελίου της Ευημερίας"

Τόκοι, τοκογλυφία, καπιταλισμός

Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου

http://www.parembasis.gr/2008/08_10_13.htm

 

Στην εποχή μας επικρατεί η θεοποίηση του χρήματος, της ηδονής και της ευμάρειας.

Η αξιοποίηση και η εκμετάλλευση του χρήματος αναπτύχθηκε μέσα σε προτεσταντικούς κύκλους, μέσα σε μια ηθική ότι το χρήμα είναι ευλογία Θεού, και ο πλούσιος είναι από τον Θεό ευλογημένος. Αυτό το θέμα το αναπτύσσει διεξοδικά ο Max Weber στο γνωστό του κλασσικό βιβλίο «η προτεσταντική ηθική και το πνεύμα του καπιταλισμού». Υποστηρίζει ότι ο καπιταλισμός, η ορθολογιστική αξιοποίηση του χρήματος και της ζωής είναι απόρροια όλων των αρχών που αναπτύχθηκαν από τις διάφορες προτεσταντικές ομάδες στην Ευρώπη.

Ειδικά για την αξία του χρήματος ο Max Weber αναφέρεται στις οδηγίες που δίνει ο Benzamin Franklin, τις οποίες συναντούμε στα βιβλία του «Αναγκαίες νύξεις σε κείνους που θα ήθελαν να γίνουν πλούσιοι» και «Συμβουλή σε ένα νέο έμπορο». Στα βιβλία αυτά ο Franklin συμβουλεύει:

«Να θυμάσαι ότι ο χρόνος είναι χρήμα… Να θυμάσαι ότι η πίστωση είναι χρήμα… Να θυμάσαι ότι το χρήμα έχει αναπαραγωγική και καρποφόρα φύση. Το χρήμα μπορεί να παράγει χρήμα και τα γεννήματά του μπορούν να παράγουν περισσότερα… Να θυμάσαι ότι –κατά το ρητό– ο καλός πληρωτής είναι ο κύριος του πορτοφολιού του άλλου. Όποιος είναι γνωστός ότι πληρώνει ακριβώς στον χρόνο που υποσχέθηκε, μπορεί οποιαδήποτε στιγμή να σηκώσει όλο το χρήμα που οι φίλοι του μπορούν να αποταμιεύσουν».

Αυτή είναι η βασική αρχή της χρηματοπιστωτικής αγοράς που σήμερα διέρχεται κρίση.

Ο Max Weber σχολιάζει ότι «ο άνθρωπος κυριαρχείται από τη δίψα για απόκτηση χρήματος, απόκτηση που εκφράζεται σαν τελικός σκοπός της ζωής του». Και ρωτώντας ο Max Weber «γιατί πρέπει να βγαίνουν λεφτά από τους ανθρώπους;», σχολιάζει την συμβουλή που έδωσε στον Benzamin Franklin ο αυστηρός καλβινιστής πατέρας του, χρησιμοποιώντας το χωρίο από τις Παροιμίες «είδες άνθρωπον επιτήδειον εις τα έργα αυτού; αυτός θέλει εμφανισθεί ενώπιον βασιλέων» (Παροιμ. κβ', 29): «Η απόκτηση χρήματος μέσα στην σύγχρονη οικονομική τάξη είναι –εφόσον γίνεται νόμιμα– το αποτέλεσμα και η έκφραση της αρετής και προκοπής σ' ένα επάγγελμα και η αρετή και η προκοπή αυτή είναι, όπως είναι εύκολο να αντιληφθούμε, το πραγματικό άλφα και το ωμέγα της ηθικής του Franklin».

Αυτή η νοοτροπία του συγχρόνου ανθρώπου είναι καπιταλιστική και παρατηρείται στην Δύση και επηρέασε πολλούς σε όλον τον πλανήτη. Αυτό βλέπουν σύγχρονοι ξένοι θεολόγοι και αναλύουν την διδασκαλία των αγίων Πατέρων της Εκκλησίας.

* * *

Η Καθηγήτρια στο Λουθηρανικό Πανεπιστήμιο της Τακόμα Brenda Ihssen έγραψε δύο κείμενα στα οποία αναλύει αυτό το θέμα.

Το πρώτο έχει τίτλο: «Η τοκογλυφία, η ελληνική Πατρολογία και η καθολική Κοινωνική διδασκαλία», στο οποίο θίγει θέματα όπως: «τι λένε οι πατερικοί συγγραφείς για την κοινωνική ηθική», «ποιοί είναι οι τοκογλύφοι», «ποιές είναι οι σημαντικές ερωτήσεις που πρέπει να τεθούν και τις οποίες πρέπει να γνωρίζη ο ερευνητής όταν προσεγγίζει ένα πατερικό κοινωνικό-ηθικό κείμενο», «υπό ποιές προϋποθέσεις ή μέχρι ποιο όριο μπορούν οι πατερικές πηγές να θεωρηθούν ότι συνεισφέρουν στην δημιουργία της Καθολικής Κοινωνικής διδασκαλίας». Μέσα στα κεντρικά αυτά κεφάλαια ανευρίσκουμε πολλές υποδιαιρέσεις, όπως «η απαγόρευση της τοκογλυφίας στη Γραφή», «ο τοκογλύφος ως απειλή για την κοινότητα (κακός, άγριο θηρίο, ψεύτης, ακόμη και φονιάς)», «η πνευματική πτωχεία του τοκογλύφου», οι τοκογλύφοι ως «μέλη της κοινότητας», «αν υπάρχουν εξαιρέσεις στον δανεισμό». Επίσης, απαντά σε τρία βασικά ερωτήματα όπως: «έχουν σχέση με την πραγματικότητα τα κείμενα των Ελλήνων Πατέρων;». «Τους ενδιαφέρει να έχουν σχέση με την πραγματικότητα;», «αν η παρουσία των ελληνορωμαϊκών θεμάτων είναι αναμφισβήτητη».

Το δεύτερο κείμενό της έχει τίτλο: «Τα κηρύγματα του Βασιλείου και του Γρηγορίου (Νύσσης) για την τοκογλυφία». Σε αυτό εξετάζει τα κίνητρά τους, να ασχοληθούν με το θέμα της τοκογλυφίας, οι επιρροές που δέχθηκαν από φιλοσόφους, η χρησιμοποίηση της Αγίας Γραφής με αναφορά στους τόκους, η τοκογλυφία ως κλοπή, η ταραχή που δημιουργεί η τοκογλυφία, οι εικόνες που χρησιμοποιούνται για να περιγράψουν τον τοκογλύφο και την τοκογλυφία, και για τον ουράνιο τόκο.

Στο σημείο αυτό θα ήθελα να παρουσιάσω την εισαγωγή της Brenda Ihssen, το συμπέρασμα της πρώτης μελέτης της, και ένα βασικό απόσπασμα από το κεντρικό θέμα. Και το θεωρώ αυτό καλό γιατί είναι γεννημένη, μεγαλωμένη και διδάσκει σε Πανεπιστήμιο στην Αμερική όπου η εκμετάλλευση του χρήματος είναι μια ολόκληρη επιστήμη. Θυμηθήτε όλη την ιστορία των ομολόγων και μάλιστα των δομημένων ομολόγων.

Στην εισαγωγή της γράφει:

«Αποτελεί αναμφισβήτητη διαπίστωση ότι η συζήτηση για τις ηθικές επιπτώσεις του τόκου ή της τοκογλυφίας δεν προκαλεί πια το ενδιαφέρον του μέσου πολίτη. Ο τόκος θεωρείται όχι πρόβλημα αλλά κανονικό στοιχείο της ζωής. "Είμαστε ευτυχείς να πληρώνουμε 4% αρκεί να μπορούμε να αγοράσουμε τα μαξιλάρια των διακοπών τα οποία μας λένε οι ειδικοί του μάρκετινγκ ότι τα έχουμε ανάγκη". "Δυστυχώς, εκατομμύρια άνθρωποι στον πλανήτη υποφέρουν στα χέρια άλλων που ευχαρίστως τους διατηρούν στη φτώχεια μέσω υπερβολικών και εξοντωτικών επιτοκίων".

Στην τάξη μου, οι φοιτητές αναρωτιούνται ποιο είναι το πρόβλημα αν κάποιοι δανείζονται και αποπληρώνουν με τόκο, εφόσον είναι ενήλικες και γνωρίζουν τι κάνουν. Πιστεύω ότι το πρόβλημα είναι ότι στον 21ο αιώνα υπάρχει θλιβερή φτώχεια, πείνα, άστεγοι και θάνατοι για τους οφειλέτες και τις οικογένειές τους. Επίσης το πρόβλημα είναι η σωτηρία του τοκογλύφου, του οποίου οι πράξεις τον αποκόβουν από τη θέα του Θεού.

Στην αρχαιότητα ο τόκος σε δάνεια καταδικαζόταν στην εβραϊκή κοινωνία, ενώ ήταν κανονικό μέρος των συναλλαγών στο ελληνικό και ρωμαϊκό σύστημα (αν και στο ελληνικό σύστημα δεν είχε γίνει καθολικά αποδεκτός). Έτσι, παρ’ ό,τι καταδικαζόταν από τον Πλάτωνα (που τον θεωρούσε «χυδαίο») και τον Αριστοτέλη (που τον θεωρούσε «παρά φύση»), ο τόκος εθεωρείτο δίκαιη αποζημίωση για το χρόνο και το ρίσκο που αναλάμβανε ο δανειστής. Καθώς ο δανειστής δεν μπορεί να χρησιμοποιήση τα χρήματα που έχει δανείσει, ο τόκος αποτελεί «ευγνωμοσύνη» για το χρόνο που χρειάζεται να επιστραφούν. Το ρίσκο σχετίζεται με το ότι ο δανειστής μπορεί να μη λάβει ποτέ πίσω τα χρήματά του, συνεπώς όσο μεγαλύτερος ήταν αυτός ο κίνδυνος τόσο μεγαλύτερο το επιτόκιο.

Ωστόσο για την ελληνική πατρολογία, ο χρόνος και το ρίσκο δεν μετρούσαν. Οποιαδήποτε εγγύηση για χρήματα που δανείστηκαν ήταν ασυνείδητη, οποιοδήποτε ποσοστό πάνω από το κεφάλαιο δανεισμού αποτελούσε τοκογλυφία. Ακόμη και ένα τοις εκατό επιθυμία για κέρδος έβαζε σε κίνδυνο τη σωτηρία».

Σε ένα σημείο του κειμένου της κάνει λόγο για το κατά πόσον η διδασκαλία των Πατέρων της Εκκλησίας εναντίον της τοκογλυφίας έχει σχέση με την πραγματικότητα. Γράφει:

«Τα αποσπάσματα που δείχνουν ότι οι θεολόγοι μας απευθύνονται σε γνωστούς ανθρώπους της κοινότητάς τους μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι αναφέρονται σε ένα πρόβλημα το οποίο έχει μεγάλη σχέση με την πραγματικότητα γύρω τους. Σε ό,τι αφορά την εποχή μας, ομολογώ ότι πιστεύω πως εξακολουθούν να έχουν σχέση με την πραγματικότητα για τον εξής λόγο: κάθε κοινότητα εξακολουθεί να περιλαμβάνη ανθρώπους που είναι διατεθειμένοι να κερδίσουν σε βάρος άλλων. Επομένως πιστεύω ότι μπορούμε να μάθουμε από αυτούς τους συγγραφείς τι είχαν να πούν για τα αποτελέσματα της απληστίας σε μια κοινότητα. Τα γραπτά τους επίσης αποτελούν αντανάκλαση του ασκητικού ιδεώδους των θεολόγων για τους οποίους η κύρια σπουδαιότητα του κειμένου ήταν η εξαγωγή ηθικού νοήματος για εφαρμογή στις τρέχουσες καταστάσεις.

Τελικά όλοι αυτοί οι θεολόγοι πιστεύουν ότι το χρήμα –είτε κάποιος το έχει είτε δεν το έχει, είτε το δανείζει είτε το χαρίζει– αποτελεί εμπόδιο για μια αποτελεσματική σχέση με το Θεό» (σελ. 5).

Στο συμπέρασμα γράφει:

«Η αρετή της προσφοράς είναι μια διαρκής πορεία που ποτέ δεν τελειούται. Σύμφωνα με τους θεολόγους μας, αυτός που δίνει, αντί να δανείζει, απομακρύνει εμπόδια που δημιούργησε η αμαρτία, εμπόδια τα οποία δεν αφήνουν τους ανθρώπους να έχουν υγιείς και διατηρήσιμες σχέσεις μεταξύ τους. Η αληθινή αγάπη επιθυμεί να μοιράζεται το δικό της, ενώ η αληθινή απληστία επιθυμεί μόνο το συμφέρον της. Η τοκογλυφία αντιπροσωπεύει το ακριβώς αντίθετο της αγάπης, και μάλιστα με αγαθό προσωπείο. Ο συμφεροντολόγος χριστιανός μπορεί να ισχυρισθή ότι έχει δικαίωμα να δανείζει με τόκο –ακόμη και με υπερβολικό επιτόκιο– πρώτον διότι είναι νόμιμο και δεύτερον διότι ο Χριστιανός έχει ελευθερωθή από το νόμο. Την ίδια λογική συνάντησε ο Απ. Παύλος στην Κόρινθο και η απάντησή του ήταν ότι «όλα είναι νόμιμα για μένα, αλλά δεν είναι όλα ωφέλιμα».

Συνοψίζοντας, οι Έλληνες Πατέρες θεωρούσαν ότι η τοκογλυφία δεν είναι ηθική, δεν μπορεί να δικαιολογηθή και δεν είναι ωφέλιμη. Οι σύγχρονοι συγγραφείς υποστηρίζουν ότι το ζήτημα της τοκογλυφίας είναι νεκρό στην εποχή μας, καθώς όλοι δανείζουν και δανείζονται με τόκο χωρίς να το σκέφτονται. Ελπίζω ότι κάνουν λάθος. Η παγκόσμια φτώχεια είναι τόση που το θέμα της τοκογλυφίας είναι σημαντικό για όσους στοχάζονται για τις σύγχρονες οικονομικές καταστροφές τις οποίες επιφέρουν άδικες πρακτικές δανεισμού. Ο καπιταλισμός έχει υποτάξει για πάρα πολύ καιρό την ανθρώπινη υγεία και αξιοπρέπεια σε οικονομικούς σκοπούς. Ως θέμα η τοκογλυφία δεν προκαλεί συζητήσεις, αλλά η φτώχεια προκαλεί. Θα πρέπει να προβληματιζόμαστε βαθιά για το κακό που επιφέρει ο τόκος των δανείων σε άτομα, σε οικογένειες, σε κοινότητες, σε χώρες και –αν οι θεολόγοι μας έχουν δίκαιο– ακόμη και στη σωτηρία του καθενός μας» (σελ. 8).

* * *

Ζούμε σε μια εποχή στην οποία κυριαρχεί ο δανεισμός, ο επίσημος και νόμιμος με τις Τράπεζες και κατά κάποιον τρόπο θεωρείται και ηθικός. Πολλοί παίρνουν δάνεια για να αποκτήσουν σπίτι, να σπουδάσουν τα παιδιά τους, να κάνουν τις διακοπές τους κλπ. Σε μερικές περιπτώσεις, όπως την απόκτηση οικίας, μπορεί κανείς να πή ότι είναι ωφέλιμος ο δανεισμός. Σε αυτές τις περιπτώσεις μια κοινωνία δίκαιη μπορεί να ωφελήση τους μη έχοντας, χωρίς, βέβαια, να χάσουν και οι κατέχοντες. Η επιστήμη της πολιτικής οικονομίας μπορεί να εξισορροπήση τα πράγματα, ώστε και οι Τράπεζες να ωφελούνται με μέτρο, νόμιμα, αλλά και οι μη έχοντες να βοηθούνται να αντιμετωπίζουν τα προβλήματα της ζωής τους, χωρίς να χάνουν την ελευθερία τους. Αν αυτό λειτουργή με νόμιμο και δίκαιο τρόπο, τότε μπορεί να λειτουργήση με την αρχή της φιλαδελφίας.

Όμως, ο δανεισμός όταν συνδέεται με την ηδονή, την ευδαιμονία, την καλοπέραση, την ευμάρεια, την προσπάθεια για πλουτισμό κλπ, δεν μπορεί να γίνη αποδεκτός. Πρέπει να αντιμετωπίζουμε το θέμα και στα πάθη που καλλιεργεί, καθώς επίσης και στην όλη νοοτροπία που αναπτύσσει, όταν ο νους μας είναι κολλημένος μόνον στα χρήματα και τα κτήματα, και δεν τον αφήνουμε να ασχολήται και με άλλα σοβαρότερα θέματα.

Πρέπει να στιγματίζουμε και να καυτηριάζουμε τους τοκογλύφους που εκμεταλλεύονται τον πόνο των συνανθρώπων τους και μένουν ασυγκίνητοι μπροστά στην δυστυχία τους. Οι χαρακτηρισμοί των Πατέρων γι’ αυτούς είναι πολύ βαρείς. Στις περιπτώσεις αυτές, όσοι έχουν χρήματα πρέπει να ασκούν φιλανθρωπία και να δίνουν άτοκο δανεισμό σε αυτούς που χρειάζονται χρήματα για να αντιμετωπίσουν τις δυσκολίες της ζωής.

Επίσης, στα σύγχρονα δεδομένα η αποταμίευση των χρημάτων στις Τράπεζες θεωρείται κάτι το απαραίτητο και ο τόκος δίκαιος και νόμιμος. Δεν μπορεί κανείς να αρνηθή μια τέτοια λελογισμένη δυνατότητα, ιδίως για τους οικογενειάρχες, αλλά το κρίσιμο θέμα είναι ότι η αποταμίευση όταν εντάσσεται μέσα στην προοπτική του πάθους της φιλοκτημοσύνης και της φιλαργυρίας, και μάλιστα όταν αναστέλλεται η ελεημοσύνη και η φιλανθρωπία, καθώς επίσης όταν στηρίζεται η ελπίδα του ανθρώπου στα χρήματα, και αποβάλλεται η πίστη στην Πρόνοια του Θεού, τότε αυτό δεν μπορεί να δικαιωθή από την εκκλησιαστική ηθική.

Γενικά, δεν πρέπει να αυξάνουμε τις ανάγκες μας, δεν πρέπει να επιδιώκουμε να ζούμε πλουσιoπάροχα, ώστε να μην εξαναγκαζόμαστε να δανειζόμαστε χρήματα, γιατί έτσι χάνουμε την ελευθερία μας. Η ολιγαρκής ζωή είναι μια αξιοπρεπής ζωή. Άλλωστε, πτωχός δεν είναι εκείνος που δεν έχει χρήματα, αλλά κυρίως εκείνος που δημιουργεί την ανάγκη των πολλών αναγκών και εξαναγκάζεται να δανείζεται από Τράπεζες και από ανθρώπους, με αποτέλεσμα να χάνη την ελευθερία του. Έρχονται συχνά στην Ιερά Μητρόπολη άνθρωποι που έχασαν τις περιουσίες τους, τα σπίτια τους από τέτοιους δανεισμούς.

Η ασκητική ζωή, που συνίσταται και στην αποφυγή της πολυτέλειας και της ευδαιμονίας μπορεί να μας ωφελήση και στο θέμα αυτό, για να διαφυλάττουμε την πνευματική μας ελευθερία και την ανεξαρτησία μας από καταστάσεις που μας υποδουλώνουν κυριολεκτικά. Σε μια καπιταλιστική κοινωνία που όλοι ζουν με το όνειρο του χρήματος και τα τηλεοπτικά παιχνίδια, καθώς επίσης εκεί αποβλέπουν και τα ποικίλης φύσεως λαχεία, έχουμε καθήκον να ζούμε ασκητικά και να εργαζόμαστε τίμια και με αυτόν τον τρόπο εφαρμόζουμε τον ευαγγελικό λόγο. Και πάντοτε ο νους μας πρέπει να είναι εστραμμένος στην προπτωτική ζωή των Πρωτοπλάστων και την εσχατολογική ζωή, να αποβλέπουμε, κατά τον λόγο του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, όχι στην μετέπειτα διαίρεση, αλλά στην αρχική ισονομία-ισότητα.–

Δημιουργία αρχείου: 10-11-2008.

Τελευταία ενημέρωση: 11-11-2008.

ΕΠΑΝΩ