Υπάρχει ένα άφατο και άρρητο μυστήριο που εκτυλίσσεται μέσα
στα μυστικά ρείθρα της Ιστορίας και που ονομάζεται
Κωνσταντινούπολη, ή Νέα Ρώμη,
ή άλλη Ρώμη. Αγκαλιάζει τους
αιώνες αλλά και τις Εκκλησίες που ανέδειξε. Γι' αυτό και
υπήρξε μία γόνιμη και πληθωρική μητέρα Εκκλησιών. Η αυθεντία
της θεμελιώθηκε και επιβεβαιώθηκε από εκείνη των κανόνων των
Οικουμενικών Συνόδων (κανόνες 3 της Β' Οικουμενικής Συνόδου,
28 της Δ' Οικουμενικής Συνόδου και 36 της Πενθέκτης
Οικουμενικής Συνόδου της εν Τρούλλω).
Και αυτή η Νέα Ρώμη βρέθηκε πάντοτε στην πρώτη γραμμή των
αγώνων για την διάσωση της αλήθειας εναντίον των αιρέσεων.
Αυτή κράτησε και διατήρησε ανά τους αιώνες την αληθινή Πίστη
και την κρατά στις μέρες μας στους κόλπους της Ορθοδοξίας
όπου γης, αυτή η διαφυλάσσουσα την Αλήθεια και την
εκκλησιαστική τάξη.
Μία Νέα Ρώμη και όχι μία δευτέρα Ρώμη!... Ο χρόνος της
Εκκλησίας δεν υπάρχει κατ' εικόνα του χρόνου του κόσμου
αυτού, όπου κάθε αιώνας που περιδιαβαίνει χαρακτηρίζεται από
σχετικότητα και χρονικότητα, ακριβώς γιατί είναι αλλοιωμένος
από την αδυσώπητη πραγματικότητα της πτώσης του ανθρώπου.
Λόγια όπως π.χ. αυτά της επικείμενης ανάδειξης της Τρίτης
Ρώμης — η οποία σε αυτήν την λογική δεν θα απέκλειε μία
τέταρτη ή μία πέμπτη Ρώμη, κοκ. -, είναι λόγια προορισμένα
για να ικανοποιήσουν αποκλειστικά φιλοδοξίες που δεν έχουν
σχέση με την Εκκλησία του Χριστού, είναι παντελώς ξένες προς
την χριστιανική αποκάλυψη η οποία συνιστά ουσιαστικά μία
αποκάλυψη της εσχατιάς αυτού του κόσμου και τον ερχομό της
Βασιλείας των εσχάτων.
Και αυτό γιατί η Παλαιά Ρώμη, παρά το πληθωρικά εκχυθέν αίμα
των μαρτύρων της και την σημαντική συμβολή της για την
ευστάθεια και τον στηριγμό του Χριστιανισμού, βρέθηκε μία
μέρα από δική της πράξη εκτός του εκκλησιολογικού χώρου των
ορθοδόξως διαγόντων Εκκλησιών, και ο Θεός επέτρεψε να είναι
για αυτούς η Νέα Ρώμη.
Αυτό λέει πολύ καλά αυτό που θέλει να πη. Ούτε το επιχείρημα
της νεωτερικότητας, ούτε αυτό της πλειονότητας, ούτε αυτό
της πολιτιστικής κληρονομιάς, ούτε αυτό του εθνοφυλετισμού,
ούτε οποιοδήποτε άλλο, πυροδοτούμενο από τις εντάσεις που
εγείρει αυτός ο κόσμος, δεν μπορούν να ενταχθούν συσχηματικά
στην ζωή και στις υποθέσεις της Εκκλησίας. Διότι η Εκκλησία
είναι το Σώμα του Χριστού, διότι ο "Χριστός είναι ο ίδιος,
χθες και σήμερα και ο αυτός και στους αιώνες" (Εβρ. 13, 8),
διότι εντός αυτού του Σώματος είναι ο ίδιος ο Θεός που
επιτελεί όλα σε όλους και το ίδιο και το μοναδικό πνεύμα που
διαμοιράζει τα ίδια χαρίσματα στον καθένα (Α' Κορ. 12, 4 και
11), γιατί τίποτα δεν χωρίζει ούτε διακρίνει την Εκκλησία
των πρώτων αιώνων από την Εκκλησία των παρόντων χρόνων: ο
Χριστός που είναι η κεφαλή είναι πάντοτε ο ίδιος, όπως μας
το τονίζει με έμφαση και χωρίς καμιά αμφιβολία ο Απόστολος
Παύλος. Επίσης, οι ιεροί κανόνες, που αποκρυσταλλώνουν και
ορίζουν την θέση και τον ρόλο της Κωνσταντινουπόλεως στους
κόλπους της Ορθοδοξίας, υπάρχουν ακριβώς εδώ όχι για να
τροποποιηθούν σύμφωνα με τις απαιτήσεις των εποχών και τα
συμφέροντα της στιγμής, αλλά για να αντανακλούν την αδιάκοπη
συνέχεια της διηνεκούς εκκλησιαστικής Παραδόσεως κατά το
αρχέτυπο αυτού του ίδιου τριαδικού μυστηρίου, ώστε να
εκπληρωθή, στην μοναδική Αλήθεια, το πλήρωμα της ζωής μας εν
Χριστώ.
Για τον λόγο αυτό, εκτός και εάν η Εκκλησία της
Κωνσταντινουπόλεως εκπέση από αυτόν τον λόγο της Αληθείας,
ουδέν επιχείρημα δεν επιτρέπει σε κάποια άλλη Ορθόδοξη κατά
τόπον Εκκλησία να διεκδικήση την πρωτεύουσα θέση και να
αντιποιηθή υποχρεώσεις, δικαιώματα, τιμές που της έχουν
εκκλησιολογικά αποδοθή. Κάθε φορά που θα ισχύη κάτι
διαφορετικό, ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως οφείλει να
διατηρή την τάξη και τον ρόλο του στους κόλπους της
Ορθοδοξίας και να προΐσταται της κοινωνίας των Εκκλησιών με
την ιδιότητά του ως Οικουμενικός Πατριάρχης.
Είναι σημαντικό ακόμα εδώ να τονισθή ότι η Κανονική Παράδοση
της Εκκλησίας δεν προσφέρει καμμιά άλλη εναλλαγή παρά αυτήν
της ακριβείας σε θέματα εκκλησιολογίας, έστω και εάν αυτή
σήμερα διασπαθίζεται ασταμάτητα, και γι' αυτό επαφίεται στον
Οικουμενικό Πατριάρχη, με την ιδιότητα του διαφυλάσσοντα
αυτήν την ακρίβεια, να την προστατέψη και να επαγρυπνή για
την ακριβή φύλαξή της.
«Ο Οικουμενικός Πατριάρχης είναι ο "πρώτος μεταξύ ίσων"
μόνον για το σύνολο των επισκόπων που ανήκει στην Ορθόδοξη
Εκκλησία, δεν ασκεί μία διοικητική εξουσία, όπως είναι η
περίπτωση του Αρχηγού της Εκκλησίας της Δύσεως. Η
δραστηριότητα του συνίσταται πάνω από όλα στο να συντονίζη
και να διατρανώνη την ενότητα των Ορθοδόξων κατά τόπους
Εκκλησιών. Του ανήκουν επίσης και κάποια πνευματικά προνόμια
και το έκκλητο κάθε φορά που οι άλλες Ορθόδοξες κατά τόπους
Εκκλησίες δεν έχουν την δυνατότητα να επιλέξουν η να θέσουν
σε εκκίνηση τα δικά τους εκκλησιαστικά όργανα εξ αιτίας
διωγμών, λόγω έλλειψης κατάλληλων προσώπων η ακόμη και για
άλλους λόγους» (Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, στο
Περιοδικό Πληροφορία, Αθήνα, Μάϊος-Αύγουστος 1999).
Δυο πρόσφατα και συγκεκριμένα περιστατικά διαλευκαίνουν
αυτόν τον τελευταίο σχολιασμό: η Αλβανία και, έστω και εάν
δεν αρέση αυτό σε μερικούς, η Εσθονία.
Υπάρχει ένα μυστήριο της Κωνσταντινουπόλεως. Προσωπικά το
αποδέχομαι με σεβασμό και εμπιστοσύνη, κάνοντας δικά μου σε
σχέση με αυτό τα λόγια εκείνα του Αγγέλου της Αποκαλύψεως: «Οίδα
σου τα έργα και την αγάπην και την πίστιν και την διακονίαν
και την υπομονήν σου» (Αποκ. 2, 19).
Δημοσιεύθηκε στo περιοδικό "Εκκλησία & Διπλωματία" ,
"CHURCH & DIPLOMACY" τ. 2.