Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Κεντρική Σελίδα

Πατερικά

Συνομιλία με αιρετικό * Ο Γέροντας Παϊσιος και η Αγία Ευφημία

Οι συναντήσεις μου με τον άγιο Παΐσιο

Εμπειρίες ζωής

Τού σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου

 

Πηγή: Περιοδικό "Εκκλησιαστική Παρέμβαση". Τεύχος 345 - Απρίλιος 2025.

Αναδημοσίευση από: https://www.parembasis.gr

Ο άγιος Παΐσιος ήταν πασίγνωστος όταν κυρίως ασκήτευε στο Άγιον Όρος τα τελευταία χρόνια τής ζωής του. Τον αποκάλυψε ο Θεός, ενώ αυτός προσπαθούσε να κρυφτή και να αποφεύγη την επικοινωνία του με τους ανθρώπους. Χιλιάδες άνθρωποι έχουν να διηγηθούν κάτι από την συνάντηση που είχαν μαζί του. Είχε ένα καταπληκτικό χάρισμα να βλέπη τους λογισμούς τών ανθρώπων και το εκπληκτικότερο να τους αλλάζει με έναν λόγο του, μια έξυπνη πράξη του, ένα ευλογημένο χιούμορ. Και ο άνθρωπος που τον συναντούσε αισθανόταν σαν να τού έκανε μια «πνευματική εγχείρηση» και τού έβγαζε ή τού διόρθωνε τον λογισμό που τον ταλαιπωρούσε.

Με αξίωσε ο Θεός να τον γνωρίσω και να τον συναντώ συχνά ίσως 2-3 φορές κάθε χρόνο, με την ευλογία τού Γέροντός μου αγίου Καλλινίκου, Μητροπολίτου Εδέσσης, Πέλλης και Αλμωπίας. Κάθε συνάντηση μαζί του ήταν μια έκπληξη. Έβλεπα έναν ασκητή τού «Γεροντικού» τού 4ου αιώνος μ.Χ., έναν «πνευματικό γιατρό», έναν «αββά» τής ερήμου. Ήταν κυριολεκτικά «διαφανής», «δοχείο τού Αγίου Πνεύματος». Πέρα από την θεία Χάρη που τον πλούτιζε, ήταν και ευφυής άνθρωπος και γεμάτος αγάπη στον Θεό και τους ανθρώπους.

Αν θα ήθελα να συνοψίσω την άποψή μου για τον άγιο Παΐσιο θα έλεγα ότι μιλούσε για το «χαλασμένο» και υγιές μυαλό (τους κακούς και καλούς λογισμούς), για το «μηχανάκι τής καρδιάς» (νοερά προσευχή), για τις «καραμέλλες» που δίνει ο Θεός στον άνθρωπο για να ψάξη να βρη «το Ζαχαροπλαστείο», για τον «πνευματικό νόμο», το οποίο βλέπουμε να ισχύη στην ζωή μας, για την «αρχοντική αγάπη» τού πνευματικού και το «φιλότιμο» τού υποτακτικού, για τις «παλληκαριές» που πρέπει να κάνουμε στην ζωή μας, για «την θεία παρηγοριά» και «την ανήσυχη ανησυχία», για «την θεία αφηρημάδα», για το «ξεσκούριασμα τών πνευματικών καλωδίων», ώστε να δεχθή ο άνθρωπος «το πνευματικό ρεύμα τού θείου φωτισμού», για «την ομορφιά τής ψυχής», για «την πνευματική ευαισθησία», για τον νου που είναι «το αναρχικό, άτακτο, αδέσποτο παιδί», για την «καρδιά που είναι μουσικοσυνθέτης», «όταν ο νους» πηγαίνει στους ανθρώπους που υποφέρουν, τότε «κεντιέται η καρδιά από τον πόνο και η ευχή γίνεται καρδιακή» κ.α.

Ο άγιος Παΐσιος ήταν ένας θεούμενος και ευφυής άνθρωπος. Έβλεπε «διορατικά» με τον πνευματικό αξονικό τομογράφο του το μυαλό και την καρδιά τού ανθρώπου και θεράπευε τους λογισμούς του με μια «πνευματική μεταμόσχευση». Ο ίδιος ήταν ένα σύγχρονο ζωντανό «Γεροντικό».

Θα ήθελα να ευχαριστήσω τον Ηγούμενο τής Ιεράς Μονής Βατοπαιδίου Αρχιμ. Εφραίμ που είχε την έμπνευση να ετοιμασθή και να προβληθή αυτή η τηλεοπτική σειρά «Άγιος Παΐσιος, από τα Φάρασα στον ουρανό», που όχι μόνον παρουσιάζει την θαυμαστή ζωή του και το έργο του, αλλά προσφέρει τον θεραπευτικό τρόπο ζωής που έχει η Ορθόδοξη Εκκλησία.

Φυσικά, απευθύνουμε πολλές ευχαριστίες στον σεναριογράφο κ. Γιώργο Τσιάκκα, τον σκηνοθέτη και προ παντός τους εκπληκτικούς ηθοποιούς που ζωντανεύουν σε όλους μας, και σε αυτούς που δεν είχαν συναντήσει αυτόν τον ευλογημένο άνθρωπο, τον άγιο Παΐσιο, ο οποίος μάς έδειξε τι σημαίνει «πνευματική λιακάδα».

Ο άγιος Παΐσιος σε δύσκολες περιόδους τής ζωής μου υπήρξε αληθινός «Προφήτης», «Βλέπων», που με τον λόγο του, την αγάπη του και την προσευχή του με βοήθησε αποτελεσματικά μέχρι λεπτομερειών. Μια φορά τού έστειλα επιστολή και τού ζητούσα την συμβουλή του και εκείνος αντί να μού απαντήση ήλθε στην Έδεσσα, κάθησε μια ολόκληρη ημέρα για να με βοηθήση.

Ιδίως μετά την κοίμηση τού Γέροντός μου αγίου Καλλινίκου, υπήρξε πραγματικός προστάτης μου και σε αυτόν οφείλω την εξέλιξή μου στην Εκκλησία. Τότε που «ορφάνευσα» αποδείχθηκε διακριτικός και φωτισμένος Γέροντας!

Η πολλή αγάπη μου προς το αγιασμένο πρόσωπό του με οδήγησε να υποβάλω αίτηση στον Οικουμενικό Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίο για την αγιοκατάταξή του, μόλις δέκα χρόνια μετά την κοίμησή του, το 2004, και ο Πατριάρχης με διαβεβαίωσε με επιστολή του ότι αυτό θα γίνη στον κατάλληλο καιρό, όπως και έγινε.

Έγραψα δύο βιβλία για τον άγιο Παΐσιο, με τίτλους «Ο άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης ως εμπειρικός θεολόγος» (2016) και «ο άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης αυτοβιογραφούμενος» (2018), που τα εξέδωσε η Ιερά Μονή Γενεθλίου τής Θεοτόκου (Πελαγίας) τής Ιεράς Μητροπόλεως Θηβών, Λεβαδείας και Αυλίδος, η Αδελφότητα τής οποίας Ιεράς Μονής οφείλει πολλά στον Άγιο Παΐσιο, δηλαδή την ίδια την συγκρότηση και την ύπαρξή της.

Στην συνέχεια θα δημοσιεύσω δύο κεφάλαια από το πρώτο βιβλίο, ήτοι «Περιστατικά από την επικοινωνία μου με τον π. Παΐσιο» και «Η συνάντησή μου με τον π. Παΐσιο το έτος 1977», πριν 48 χρόνια.

 

1. Περιστατικά από την επικοινωνία μου με τον π. Παΐσιο

Μέ τον π. Παΐσιο είχα αρκετή επικοινωνία. Δεν συγκρατώ, με λεπτομέρειες, πολλά από τα λόγια του, αλλά όμως παραμένουν στην μνήμη μου μερικά περιστατικά και κυρίως η αγία του ύπαρξη. Μέσα μου σχηματίσθηκε η εικόνα ενός οσίου ασκητού-αναχωρητού τού 4ου μ.Χ. αιώνος. Δεν προσπαθούσα να διαφυλάξω φράσεις του, γιατί είχε μείνει μέσα στην καρδιά μου ολόκληρη η ύπαρξή του, οπότε για μένα ο π. Παΐσιος ήταν άγιος, πέρα από όσα έκανε και έλεγε.

Πολλές φορές, όταν τον συναντούσα, αρκούμουν στο να τον βλέπω, να τον αισθάνομαι και να τον αφήνω να εκφράζεται ελεύθερα, να μού λέγη ό,τι έβγαινε από την καρδιά του. Συνήθως δεν κρατούσα σημειώσεις, γιατί τον θεωρούσα σαν ένα ανοικτό βιβλίο, που σιγά-σιγά έμπαινε μέσα στην καρδιά μου. Ένα βιβλίο χωρίς πολλά γράμματα, χωρίς υποσημειώσεις. Αυτή είναι η αίσθηση που έχω έως σήμερα. Γνώρισα έναν ευλογημένο άνθρωπο, έναν διάφανο άνθρωπο, έναν άνθρωπο τού Θεού. Αισθάνθηκα την ποιότητα τής πνευματικής ζωής που εκφράζεται ως πνευματική ενέργεια και πνευματική σχέση.

Θα καταγράψω, όμως, μερικά χαρακτηριστικά περιστατικά που έμειναν πολύ δυνατά χαραγμένα στην μνήμη μου.

* * *

Άκουγα για τον π. Παΐσιο από τα φοιτητικά μου χρόνια, διότι γεννήθηκα και μεγάλωσα στα Γιάννενα και υπήρχαν άνθρωποι που τον γνώριζαν και μιλούσαν για αυτόν.

Το 1967 με την ενθρόνιση τού Μητροπολίτου Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης κυρού Σεβαστιανού, τον ακολούθησα στην Κόνιτσα και έμεινα ένα διάστημα μαζί του, διότι ήταν ο πνευματικός μου πατέρας στα Γιάννενα. Στην Κόνιτσα γνώρισα τον αδελφό τού π. Παϊσίου, τον Λουκά Εζνεπίδη, πολύ σεμνό και ευκατάνυκτο άνθρωπο, ο οποίος μιλούσε με πολύ ενθουσιασμό για τον αδελφό του και έλεγε ότι ο π. Παΐσιος, πέρα από την σεμνότητά του, ήταν και πολύ τολμηρός. Και ο π. Παΐσιος μού έλεγε ότι ο Λουκάς ήταν καλύτερος από αυτόν, αλλά άτολμος για μεγάλες «παλληκαριές».

Τότε επισκέφθηκα την Ιερά Μονή Στομίου στην Κόνιτσα, όπου πριν λίγα χρόνια ζούσε ο π. Παΐσιος. Οι κάτοικοι μιλούσαν με πολύ ενθουσιασμό γι’ αυτόν, διηγούνταν πολλές ιστορίες για την ευλάβειά του, κυρίως για την συντροφιά του με τις αρκούδες. Όλα αυτά τα είδα γραμμένα στο βιβλίο τού ιερομονάχου Ισαάκ με τίτλο Βίος Γέροντος Παϊσίου τού Αγιορείτου.

Αργότερα, όταν έγινα Κληρικός στην Έδεσσα και επισκεπτόμουν το σπίτι μου στα Γιάννενα, ερχόταν να με συναντήση η κ. Καίτη Πατέρα, από την Κόνιτσα, πολύ γνωστή τού π. Παϊσίου και φίλη τής μητέρας μου. Μού έλεγε πολλά για την στενή επικοινωνία που είχε με τον π. Παΐσιο, πολλές ιστορίες από την ζωή του και όλα αυτά μού άναβαν την επιθυμία να τον γνωρίσω.

* * *

Η πρώτη έμμεση γνωριμία μου με τον π. Παΐσιο έγινε το 1974, όταν επισκέφθηκα την Καλύβη του, τον Τίμιο Σταυρό, κοντά στην Ιερά Μονή Σταυρονικήτα και ήλθα σε επαφή με την παρουσία τής απουσίας του! Δηλαδή, προγραμμάτισα ένα προσκύνημα στο Άγιον Όρος με παιδιά τού Κατηχητικού Σχολείου Εδέσσης.

Όταν επισκεφθήκαμε την Καλύβη, την βρήκαμε κλειστή. Έξω από την πόρτα τού φράκτη είδαμε την γνωστή επιγραφή με την οποία μάς προέτρεπε να γράψουμε τα ονόματά μας και θα προσευχόταν για μάς και θα μάς ωφελούσε περισσότερο από ό,τι με τις «πολυλογίες» του, απολαύσαμε το λουκούμι που μάς είχε αφήσει, και κυρίως για ώρα πολλή συζητήσαμε πάνω σε μια φράση που ήταν γραμμένη με κιμωλία σε ένα βραχάκι. Έγραφε περίπου τα εξής, όπως διασώζονται στην μνήμη μου: «Με συγχωρείτε που απουσιάζω, αλλ’ υπάγω ίνα ημερέψω και ύστερα να επιστρέψω στον ζωολογικό μου κήπο». Καταλήξαμε με την συζήτηση ότι εννοούσε ότι οι περισσότεροι που τον επισκέπτονταν το έκαναν από περιέργεια, όπως το κάνουν οι επισκέπτες ενός ζωολογικού κήπου. Πιθανόν να υπήρχε και η έννοια τής αυτομεμψίας, που είναι η μεγάλη αρετή τών αγίων. Από όλο το προσκύνημά μας στο Άγιον Όρος, αυτό μάς έκανε ιδιαίτερη εντύπωση.

* * *

Η πρώτη προσωπική συνάντηση μαζί του έγινε στην Ιερά Μονή Σταυρονικήτα. Τον συναντήσαμε με τον νυν Μητροπολίτη Εδέσσης, Πέλλης και Αλμωπίας Ιωήλ και τού ζητήσαμε να μάς δώση συμβουλές για την ποιμαντική μας διακονία στον κόσμο, αφού βρισκόμασταν στην αρχή τής  ιερατικής μας ζωής.

Μάς οδήγησε στο Κοιμητήριο τής Ιεράς Μονής, δίπλα σε έναν ανοικτό τάφο, που είχε ετοιμάσει ένας μοναχός τής Μονής για τον εαυτό του, και εκεί άρχισε να μάς διδάσκη για το πώς πρέπει να εργαζόμαστε στην Εκκλησία. Δεν ενθυμούμαι πολλές από τις συμβουλές του. Αλλά μού έκανε εντύπωση η ιλαρότητα τής μορφής του, η πραότητά του, η ταπείνωσή του -δεν μάς κοιτούσε στα μάτια- και η αγάπη του για τους ανθρώπους.

Ένας λόγος μού έμεινε ιδιαιτέρως στην μνήμη μου. Σχολίαζε έναν ειλικρινή, αλλά σκληρό λόγο που είχε πη σε κάποια γυναίκα ο Νίκος Πεντζίκης, ο γνωστός πεζογράφος και λογοτέχνης τής Θεσσαλονίκης. Έλεγε: «Ο ευλογημένος δεν γνωρίζει ότι ένα κομμάτι χρυσό έχει πολύ μεγάλη αξία, αλλά με αυτό σκοτώνουμε άνθρωπο. Ενώ το βαμβάκι δεν έχει μεγάλη αξία, αλλά καθαρίζει τις πληγές». Εννοούσε ότι δεν φθάνει να λέμε λόγους αληθινούς και ειλικρινείς, αλλά και ο τρόπος τού ελέγχου πρέπει να είναι κατάλληλος.

* * *

Σε μια άλλη επίσκεψή μου στο Άγιον Όρος τον συνάντησα στην Ιερά Μονή Σταυρονικήτα. Είχαν κτυπήσει οι καμπάνες για την αγρυπνία. Κατέβαινα από το κελλί μου, από τις εσωτερικές σκάλες τής Μονής, και πήγαινα στο Καθολικό για την αγρυπνία. Ενώ βαδίζαμε στους διαδρόμους τής Μονής, υπήρχε μια λάμπα πετρελαίου η οποία φώτιζε πολύ. Ο π. Παΐσιος είπε: «Να την ταπεινώσουμε λίγο», και κατέβασε το φιτίλι. Μού έκανε εντύπωση και η φράση και το ήθος τής φράσεως. Έδειχνε άνθρωπο ταπεινό.

Στην αγρυπνία αυτή κατά την εορτή τών αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου έγινε και η κουρά ενός μοναχού. Έβλεπα τον π. Παΐσιο να κάθεται στο στασίδι του ταπεινά και ευλαβικά, προσευχόμενος όλη την νύκτα. Θα μού μείνη αξέχαστη η σκηνή που τον παρακάλεσαν να ψάλη τον ψαλμό «εξομολογείσθε τω Κυρίω…» (Ψαλμ. ρλε΄). Ακόμη ηχεί στ’ αυτιά μου ο τρόπος τής ψαλμωδίας, σε ήχο τέταρτο, όπως τον έψαλαν στα Φάρασα, και τον έψαλε με την λεπτή και κατανυκτική φωνή του, μια φωνή που δεν έβγαινε από το στόμα του, αλλά από την καρδιά του. Ιδιαιτέρως τότε μια απόλυτη σιωπή και κατανυκτική ατμόσφαιρα επικράτησε στο Καθολικό τής Ιεράς Μονής.

* * *

Κάποια φορά τον επισκέφθηκα στην Καλύβη τού Τιμίου Σταυρού και τον βρήκα να ετοιμάζεται για να επισκεφθή την Ιερά Μονή Σταυρονικήτα για αγρυπνία. Με πήρε μαζί του και στο δρόμο συζητούσαμε διάφορα θέματα πνευματικής ζωής. Τον ρώτησα για την σχέση που υπάρχει μεταξύ Θεού και κτίσεως. Αφού μού είπε μερικά πράγματα, πήγε στην άκρη τού μονοπατιού, έπιασε με το χέρι του τρυφερά και μαλακά ένα πράσινο φύλλο από ένα φυτό και χωρίς να το κόψη έσκυψε και το ασπάσθηκε. Μού είπε: «Ασπαζόμαστε το ράσο τού αγίου Νεκταρίου που ανήκε στον Άγιο και έχει ενέργεια από αυτόν. Πολύ περισσότερο πρέπει να ασπαζόμαστε τα φυλλαράκια και την κτίση που μέσα της έχει την ενέργεια τού Θεού».

Με έναν απλό τρόπο μού έδειξε την θεολογία «τών λόγων τών όντων», τής ουσιοποιού και ζωοποιού ενεργείας τού Θεού που υπάρχει σε όλη την κτίση.

* * *

Σε δύσκολες περιόδους τής ζωής μου πάντοτε επισκεπτόμουν τον π. Παΐσιο για να ζητήσω τις φωτισμένες συμβουλές του. Στο θέμα αυτό με παρότρυνε και ο Γέροντάς μου Μητροπολίτης Εδέσσης, Πέλλης και Αλμωπίας κυρός Καλλίνικος. Μού έλεγε: «Πήγαινε, παιδί μου, στον π. Παΐσιο για να σού πη και εκείνος την άποψή του». Και όταν επέστρεφα από το Άγιον Όρος με ρωτούσε για να βοηθηθή και εκείνος. Ο δε π. Παΐσιος σεβόταν υπερβολικά τον άγιο Καλλίνικο. Όταν τον συνάντησε για πρώτη φορά είπε ότι δεν είχε δη άλλον Δεσπότη σαν τον Καλλίνικο. Αυτό δείχνει την πνευματική σχέση μεταξύ ενός αγίου Επισκόπου και ενός αγίου Μοναχού. Ενθυμούμαι ότι ο π. Παΐσιος έστειλε ένα πνευματικό του παιδί στον αείμνηστο Καλλίνικο για να πάρη την γνώμη του για ένα σοβαρό θέμα και ο Επίσκοπος Καλλίνικος τον συμβούλευσε ουσιαστικά αυτό που ήθελε ο π. Παΐσιος και τον βοήθησε.

Δεν τον ρωτούσα για θεολογικά, κοινωνικά, πολιτικά, εκκλησιαστικά και επιστημονικά θέματα, αλλά πάντοτε τον ρωτούσα για θέματα πνευματικής ζωής που είχαν σχέση με τον εαυτό μου και την ποιμαντική μου διακονία. Ούτε τον ρωτούσα από περιέργεια. Σεβόμουν τον χρόνο του και την ζωή που ζούσε. Και εκείνος πάντοτε μού μιλούσε με απλότητα και με παραδείγματα. Ήταν πολύ πνευματικός άνθρωπος, έμπειρος στην πνευματική ζωή, είχε διάκριση, αλλά και πολύ μεγάλη ταπείνωση. Πολλά από όσα μού είχε πη τα είδα γραμμένα και στο βιβλίο Βίος Γέροντος Παΐσίου τού Αγιορείτου, γι’ αυτό επιβεβαιώνω την γνησιότητα τού βιβλίου αυτού.

Κάποια φορά μού μίλησε για το ότι δεν πρέπει να κατακρίνουμε τους ανθρώπους, αλλά να τους αγαπάμε. Και μού διηγήθηκε το περιστατικό το οποίο, όπως είπε, το έλεγε μόνον σε μερικούς πνευματικούς ανθρώπους που δεν θα τον παρεξηγούσαν, δηλαδή το περιστατικό περί «τής μαρτυρικής αντιμετώπισης πειρασμού», όπου γίνεται λόγος για το ότι προκειμένου να αντιμετωπίση τον σαρκικό πειρασμό, έκοψε επτά κομμάτια κρέας από το πόδι του.

Με την προσθήκη όμως, όπως μού το διηγήθηκε, ότι περιτύλιξε το πληγωμένο πόδι του με διάφορα πανιά, και στην κατάσταση αυτή τον βρήκαν μερικοί Κονιτσιώτες που τον πήγαν στον Νοσοκομείο για θεραπεία. Και όταν τον ρωτούσαν για το τι ακριβώς έγινε, εκείνος, προκειμένου να μην αποκαλύψη το περιστατικό, τους είπε ότι τον έφαγαν οι αρκούδες. Το σημαντικό, όμως, είναι ότι, όταν μού διηγείτο το περιστατικό αυτό, σήκωσε διακριτικά το σκέλος τού παντελονιού του και μού έδειξε τις ουλές που υπήρχαν στο πόδι του. «Και ο εωρακώς μεμαρτύρηκε, και αληθινή αυτού εστιν η μαρτυρία» (Ιω. ιθ΄, 35).

Ομιλώντας ακόμη για τους πειρασμούς τού διαβόλου, μού αποκάλυψε το περιστατικό που συνέβη στο όρος Σινά με το ξυπνητήρι, που περιγράφεται στο ως άνω βιβλίο.

Κάποια φορά που τον ρώτησα πώς πρέπει να ζούμε στην Εκκλησία, μού είπε με απλό και ανεπιτήδευτο τρόπο: «Να αισθανόμαστε τους αγίους και τους αγγέλους δίπλα μας». Και στην συνέχεια είπε: «Πολλές φορές βλέπω δίπλα μου τον άγγελο φύλακά μου και τον φιλάω».

* * *

Σεβόταν τον Γέροντά μου Μητροπολίτη Εδέσσης Καλλίνικο. Όταν κάποια φορά επισκέφθηκα τον π. Παΐσιο και τού είπα για τις συκοφαντίες που έγραφαν εναντίον του, αμέσως είδα να κυλούν δάκρυα από τα μάτια του και μού είπε: «Όσοι αδικούνται αγαπιούνται πολύ από τον Θεό. Αυτοί είναι παιδιά τού Θεού. Αλλοίμονο όμως για τους πνευματικούς ανθρώπους, οι οποίοι δεν λαμβάνουν μέρος και δεν τον υποστηρίζουν. Θα το βρουν μπροστά τους κατά την Ημέρα τής Κρίσεως». Αγαπούσε πολύ αυτούς που συκοφαντούνταν και αδικούνταν, αλλά υπέμεναν την αδικία.

* * *

Σε μια επίσκεψή μου στο Άγιον Όρος (τον Νοέμβριο τού 1979) τον αναζητούσα επισταμένως για να συζητήσω μαζί του ένα θέμα. Έμαθα ότι βρισκόταν στην Ιερά Μονή τού Οσίου Γρηγορίου, γιατί είχε κληθή από τον Ηγούμενο Αρχιμ. Γεώργιο για να δη τους μοναχούς τής Ιεράς Μονής. Πήγα, λοιπόν, στην Ιερά Μονή Οσίου Γρηγορίου και σε κάποιο διάλειμμα τού είπα ότι ήθελα να τον δώ. Μού είπε: «Δεν θα σε δώ εδώ στην Μονή, αλλά αύριο θα πάμε στην Ιερά Μονή Σιμωνόπετρας και εκεί θα βρούμε κάποιο χρόνο για να τα πούμε». Για μένα ήταν μια ευκαιρία να είμαι κοντά του περισσότερες ημέρες.

Ύστερα από δύο ημέρες ανεβήκαμε μαζί στην Ιερά Μονή Σιμωνόπετρας. Το βράδυ εκείνο συνέβη το περιστατικό με τα «ταγκαλάκια» που περιγράφεται στο βιβλίο Βίος Γέροντος Παΐσίου τού Αγιορείτου, σύμφωνα με το οποίο οι δαίμονες την νύχτα κτυπούσαν την πόρτα τού κελλιού του, άκουγε φωνές από έξω κλπ. Το διηγείτο την άλλη μέρα με πολύ χιούμορ και χάρη. Αλλά ούτε εκεί βρήκε ευκαιρία να με δη. Μού είπε: «Θα σε πάρω μαζί μου στην Παναγούδα».

Μετά από δύο μέρες είχα την ευλογία και την χαρά να βαδίσω μαζί του και μαζί με μερικούς άλλους, όπως τον αείμνηστο π. Ισαάκ, περίπου για τέσσερεις ώρες, από την Ιερά Μονή Σιμωνόπετρας μέχρι την Καλύβη του στην Παναγούδα. Στον δρόμο συνεχώς επαναλάμβανε, με τον δικό του τρόπο, το «δόξα σοι ο Θεός». Με έβαλε να καθίσω επάνω στο ζώο, παρά τις αντιρρήσεις μου, και εκείνος βάδιζε με τα πόδια. Έκανα για λίγο υπακοή, αλλά αμέσως κατέβηκα. Όταν συναντούσαμε κάποιο κελλί, κτυπούσε την πόρτα, φώναζε με την λεπτή και διακριτική φωνή του τον Γέροντα τού κελλιού, συζητούσε μαζί του με πολλή καλωσύνη. Επίσης ήταν πολύ διδακτικός μαζί μας.

Όταν φθάσαμε στην Παναγούδα, είχε βραδιάσει και με κράτησε στην Καλύβη του να κοιμηθώ. Παρέθεσε στην τράπεζα το γλυκό που τού είχαν δώσει από την Ιερά Μονή Σιμωνόπετρας. Εκείνος δεν έφαγε από αυτό, αλλά έφαγε ένα κρεμμύδι με λίγο ψωμί. Βεβαίως, ήμουν πάρα πολύ συνεσταλμένος, γιατί είχα γνώση πού βρισκόμουν. Μετά από την προσευχή, μού υπέδειξε ένα ξύλινο κρεββάτι, όπου θα κοιμόμουν το βράδυ, στο «σαλόνι» του, κατά την έκφρασή του. Μού είπε: «Να κοιμηθής εδώ, πάρε και αυτές τις κουβέρτες και το πρωΐ στις τρεις η ώρα θα σε ξυπνήσω για να προσευχηθούμε ο καθένας στο κελλί του με το κομποσχοίνι».

Συναισθανόμενος ότι στον ίδιο χώρο βρίσκεται ο όσιος Παΐσιος, δεν μπορούσα να κοιμηθώ, γιατί αισθανόμουν ότι με έβλεπε με το διορατικό χάρισμά του. Ξάπλωσα στο κρεββάτι, προσπαθώντας να κάνω όλη την νύκτα την ευχή, με συγκεντρωμένο τον νου, γιατί έλεγα στον εαυτό μου ότι με παρακολουθεί ο π. Παΐσιος. Όλη την νύχτα άκουγα τα βήματα τού π. Παϊσίου στο κελλί του και έξω από αυτό. Τις περισσότερες φορές τον αισθανόμουν σαν να έκανε μετάνοιες και άλλες φορές σαν να βάδιζε. Στις τρεις η ώρα, χωρίς να κοιμηθώ καθόλου και χωρίς να καταλάβω πώς πέρασε η ώρα, άκουσα την λεπτή φωνούλα του που με καλούσε να σηκωθώ για να κάνω κομποσχοίνι στο κελλί μου. Πράγματι συνέχισα την ευχή, την οποία έκανα μέχρι τότε, με δυνατότερη ένταση.

Το πρωΐ, όταν τον ρώτησα για τις κινήσεις του, τα βήματά του κλπ., μού είπε ότι τον ενόχλησε το στομάχι του. Πιθανόν ήθελε να κρύψη την άσκησή του.

Αισθάνθηκα εκείνες τις ημέρες και ιδιαίτερα εκείνο το βράδυ αυτό που γράφει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης για τους δύο Μαθητές (Ανδρέα και Πέτρο) που ρώτησαν τον Χριστό: «Διδάσκαλε, πού μένεις;». Και Εκείνος τους είπε: «έρχεσθε και ίδετε». Και όπως γράφει ο Ευαγγελιστής: «ήλθον ουν και είδον πού μένει, και παρ’ αυτώ έμειναν την ημέραν εκείνην· ώρα ην ως δεκάτη» (Ιω. α΄, 38-39). Κατά τους ερμηνευτές, το ότι έμειναν στην οικία μαζί με τον Χριστό, σημαίνει ότι βρίσκονταν μέσα στην θεωρία όλη την ημέρα εκείνη. Γι’ αυτό θυμόντουσαν έντονα το περιστατικό.

Τηρουμένων τών αναλογιών, έμειναν βαθειά χαραγμένες και στην δική μου μνήμη τής καρδιάς εκείνες οι ημέρες και εκείνο το βράδυ, που έμεινα στο σπίτι ενός αγίου ανθρώπου και αισθάνθηκα την ενέργειά του. Ήταν 19 Νοεμβρίου 1979.

* * *

Κάποτε επισκέφθηκα τον π. Παΐσιο με έναν φοιτητή τής θεολογίας που βρισκόταν σε μια ηλικία κρίσιμη. Τον ρώτησε για τις σπουδές του. Ο φοιτητής με αφέλεια τού είπε για μια φοιτητική εργασία που έκανε σχετικά με την δημιουργία τού ανθρώπου. Σε κάποια στιγμή είπε στον π. Παΐσιο: «Ο Θεός κάποτε δεν ήξερε τι να κάνη και έπλασε τον Αδάμ και την Εύα, για να περάση την ώρα Του». Τότε είδα τον π. Παΐσιο αστραπιαία να σηκώνη το χέρι του και να τού δίνη ένα γερό χαστούκι. Ο φοιτητής τα έχασε, ζαλίστηκε, έμεινε για λίγο με γουρλωμένα τα μάτια για να συνειδητοποιήση τι έγινε, και μετά άρχισε να κλαίη με αναφιλητά σαν μικρό παιδί.

Ο π. Παΐσιος τον κοίταζε, δεν έλεγε τίποτε και τον άφησε να κλάψη. Μετά από πολύ κλάμα τού είπε: «Έλα εδώ, βρέ χαμένε και μπανταλέ», δηλαδή ανόητε. Τον πήρε από το χέρι, όπως η μάνα το μικρό παιδί, τον πήγε στον νιπτήρα και τού είπε: «Πλύνε το πρόσωπό σου». Ύστερα τού έδωσε μια πετσέτα για να σκουπίση το πρόσωπό του από τα δάκρυα, και τον έφερε στην προηγούμενη θέση, οπότε και άρχισε με ιλαρότητα, με τρυφερότητα και με πολλή αγάπη να τού υποδεικνύη το λάθος του και να τού λέγη ότι δεν πρέπει να μιλάμε με απρέπεια για τον Θεό και το έργο Του. Μάλιστα τού έγραψε μια χαριτωμένη αφιέρωση σε ένα βιβλίο του και τού το έδωσε. Περιττό δε να πω ότι εγώ παρακολουθούσα όλη αυτή την σκηνή άφωνος και εκστατικός.

* * *

Όταν τον επισκεπτόμουν, μετά από τις συμβουλές που τού ζητούσα για θέματα προσωπικής μου ζωής, τον ρωτούσα και για θέματα που αντιμετώπιζα με τα πνευματικά μου παιδιά. Τού είπα για κάποιο παιδί που ήταν πολύ ζωηρός και αντιδραστικός και τού ζήτησα την γνώμη του για το πώς να τον αντιμετωπίζω. Μού απάντησε αφοπλιστικά: «Να κάνης ό,τι κάνει ο αγωγιάτης με το ζώο. Να κρατάς γερά τα γκέμια και να στέκεσαι μακρυά για να μη τρως τις κλωτσιές του».

* * *

Μια περίοδο τής ζωής μου είχα έντονη επιθυμία να μονάσω σε Ιερά Μονή πλησίον τής πόλεως Εδέσσης, με μια μικρή αδελφότητα νέων μοναχών, και τού ζητούσα την γνώμη του με γράμμα. Δεν μού έγραψε. Όταν πληροφορήθηκα ότι βρισκόταν εκείνο τον καιρό στην Ιερά Μονή Αγίου Ιωάννου τού Θεολόγου στην Σουρωτή, τηλεφώνησα για να τον επισκεφθώ. Η μοναχή που σήκωσε το τηλέφωνο μού είπε: «Ξεκίνησε να έλθη στην Έδεσσα». Ξαφνιάσθηκα.

Πράγματι, ύστερα από λίγο είδα τον π. Παΐσιο στην Έδεσσα. Ήλθε στην Ιερά Μητρόπολη και έκανε εδαφιαία μετάνοια μπροστά στον μακαριστό Μητροπολίτη Εδέσσης Καλλίνικο. Στην συνέχεια επισκεφθήκαμε τον «χώρο» τής Ιεράς Μονής όπου είχα επιθυμία να μεταβώ. Όλη την ημέρα ήμασταν μαζί. Ήταν πολύ διδακτικός και οι συμβουλές του με βοήθησαν πολύ. Τελικά δεν πραγματοποιήθηκε η επιθυμία εκείνη, για κάποια εύλογη αιτία.

* * *

Μετά την κοίμηση τού μακαριστού Γέροντός μου Καλλινίκου υπήρχαν προβλήματα από τον νέο Μητροπολίτη. Επειδή τις δύσκολες στιγμές τής ζωής μου ρωτούσα τον π. Παΐσιο, γι’ αυτό και την περίοδο εκείνη πολλές φορές ήλθα σε επικοινωνία μαζί του, είτε προφορικώς είτε γραπτώς. Οι συμβουλές που μού έδωσε ήταν πολύ σημαντικές. Στα γράμματα τα οποία τού απέστειλα δεν μού απαντούσε, αλλά καταλάβαινα την προσευχή του. Γιατί, όταν μια φορά τού απέστειλα ένα γράμμα, με το οποίο τού ζητούσα αγωνιωδώς την βοήθειά του, χωρίς να μού απαντήση γραπτώς, ύστερα από μερικές ημέρες, ήλθε η λύτρωση από την δύσκολη εκείνη κατάσταση. Τότε έγιναν πολλά και συνταρακτικά γεγονότα, έφυγα από την Έδεσσα προς την Λιβαδειά και την Αθήνα πολύ ξαφνικά και αποφασιστικά, και άρχισαν να λύωνται όλα τα θέματα, οπότε το θεώρησα ως μια απάντηση τής προσευχής τού Γέροντα.

* * *

Ενθυμούμαι με συγκίνηση ένα συγκεκριμένο παράδειγμα: Έπρεπε οπωσδήποτε να λάβω την συμβουλή του για ένα πολύ σημαντικό θέμα που αντιμετώπιζα. Πήγα στην Καλύβη του στην Παναγούδα και κτύπησα το καμπανάκι, παραμένοντας για μια ώρα σχεδόν έξω από την πόρτα τού φράκτη. Αλλά «ουκ ην φωνή ουκ ην ακρόασις». Ήξερα, όμως, ότι εκείνο τον καιρό ο Γέροντας έφευγε το πρωΐ από το κελλί του και επέστρεφε το βράδυ. Έγραψα, λοιπόν, ένα σημείωμα, το άφησα στον ειδικό «χώρο» που υπήρχε για τον σκοπό αυτό και τον πληροφορούσα ότι θα τον επισκεπτόμουν την άλλη ημέρα το πρωΐ στις 8 η ώρα.

Πράγματι, την επομένη ημέρα κατέβαινα το δρομάκι από την διασταύρωση τού δρόμου Σταυρονικήτα - Καρυές προς την Παναγούδα. Σε κάποια στιγμή, πριν φθάσω στην Παναγούδα, άκουσα από το βουναλάκι μια φωνή: «Έεε! Έεε! π. Ιερόθεε εδώ είμαι, έλα από το δρομάκι που είναι μπροστά σου και θα με βρής». Στην αρχή δεν κατάλαβα ποιος με φώναζε, ύστερα όμως συνειδητοποίησα ότι ήταν ο π. Παΐσιος. Πήρα το δρομάκι και ανηφόρησα. Εκείνος με έβλεπε και με καθοδηγούσε προς την κατεύθυνση που έπρεπε να πάρω. Ανεβαίνοντας ψηλά τον είδα να κάθεται σε κάποιο ξέφωτο. Κάθισα δίπλα του, τού ανέφερα το πρόβλημά μου, για πολλή ώρα μού έδινε συμβουλές και λύσεις πολύ σημαντικές.

Αυτή ήταν η τελευταία συνάντηση που είχα με τον π. Παΐσιο και ήταν πολύ ουσιαστική. Η συμβουλή του ήταν τόσο διακριτική και σοφή, που την θαύμασε και ο π. Σωφρόνιος τού Essex.

Γενικά, έδινε απαντήσεις φωτισμένες, χωρίς να τις επιβάλλη σε αυτόν που ρωτούσε και χωρίς να αναιρή τις συμβουλές άλλων πνευματικών πατέρων. Επρόκειτο για διάκριση υψηλών πνευματικών προδιαγραφών.

Η μορφή τού π. Παϊσίου και η επικοινωνία μαζί του, μαζί και με μερικούς άλλους θεουμένους πατέρες που με αξίωσε ο Θεός να γνωρίσω στην ζωή μου, ήταν και είναι μια πολύ σημαντική παρουσία στην ζωή μου. Ήταν ένας φωτισμένος από τον Θεό άνθρωπος, ένας ασκητής-αναχωρητής τού 4ου αιώνος που έζησε στον δικό μας αιώνα. Ταυτόχρονα, όμως, ήταν ένας πατέρας και αδελφός, με διάκριση, σύνεση και χιούμορ. Έλεγε υψηλές αλήθειες με πολύ έξυπνο και χαριτωμένο τρόπο και έλεγε απλά παραδείγματα με πολύ βαθύ περιεχόμενο. Δεν έκανε ούτε τον δάσκαλο ούτε τον μοναχό, ενώ ήταν και αληθινός δάσκαλος και πραγματικός μοναχός, ένας αληθινός άνθρωπος, άνθρωπος τού Θεού, που δίδασκε με την προσευχή, την σιωπή, το χιούμορ, την αγάπη, την αυτομεμψία και την διακριτική και έξυπνη συμβουλή.

Όταν επαναφέρω στην μνήμη μου την αγιασμένη αυτή μορφή συγκινούμαι, δακρύζω και προσεύχομαι.

Να έχουμε τις άγιες ευχές του.

 

2. Η συνάντησή μου με τον π. Παΐσιο το έτος 1977

Τον Ιούνιο τού έτους 1977 επισκέφθηκα για πολλοστή φορά το Άγιον Όρος, με την ευλογία τού Γέροντός μου, μακαριστού Μητροπολίτου Εδέσσης, Πέλλης και Αλμωπίας κυρού Καλλινίκου, ο οποίος παρακολουθούσε με αγάπη και διάκριση όλη αυτήν την πορεία και αναζήτησή μου. Αυτήν την φορά αναζητούσα να μάθω περισσότερα για την ευχή, την νοερά ησυχία και την θέα τού ακτίστου Φωτός, από αγιορείτες Πατέρες που τα ζούσαν εμπειρικά.

Πρώτος σταθμός ο Γέροντας Παΐσιος που τότε εγκαταβίωνε στην Καλύβη τού Τιμίου Σταυρού πλησίον τής Ιεράς Μονής Σταυρονικήτα. Τον γνώριζα από παλαιότερα χρόνια, όταν τον ρωτούσα για θέματα πνευματικής διακονίας, αλλά τώρα, επηρεασμένος από όσα είχα διαβάσει για την νηπτική εργασία και την νοερά προσευχή και είχα ζήσει για λίγο στην Ιερά Μονή τού Essex, ήμουν αποφασισμένος να τον ερωτήσω για τα θέματα αυτά.

Η συζήτηση μαζί του ήταν μια μυσταγωγία. Έχω κρατήσει σημειώσεις από την συνομιλία αυτή, τις οποίες έγραψα μόλις βγήκα από το κελλί του, καθισμένος σε ένα μικρό βραχάκι, πορευόμενος προς την Ιερά Μονή Σταυρονικήτα.

Στην αρχή μού μίλησε για την αρχοντική αγάπη τού Θεού προς τους ανθρώπους και προς όλη την κτίση. Μάλιστα μού είπε ότι «ο Θεός είναι άρχοντας ακόμη και στον διάβολο, αλλά εκείνος δεν μπορεί να το καταλάβη. Τελικά, ο Θεός στριμώχνει τον διάβολο».

Τον ρώτησα για την ουσία τής μοναχικής ζωής. Μού είπε ότι «ο μοναχός δεν έχει δικαιώματα, γιατί αυτά ανήκουν στον Θεό». Μετά μού είπε ότι πρέπει να αναπτύξουμε την εσωτερική ζωή και να μη στεκόμαστε στην επιφάνεια. Αναφέρθηκε ειδικότερα στο να ζούμε την δικαιοσύνη τού Θεού: «Δεν φθάνει μόνον η καθαρότητα τού σώματος, αλλά και η βίωση τής δικαιοσύνης. Ο δίκαιος, αλλά και όσοι αδικούνται είναι πραγματικά παιδιά τού Θεού». Ο Μοναχισμός έχει κέντρο τον Θεό και την σχέση μαζί Του. Είπε: «Αν πάω σε ένα στρατόπεδο και τους πω τι είναι ο μοναχισμός, τότε όλοι θα θέλουν να γίνουν μοναχοί. Αλλά, εάν έρθουν εδώ στο Άγιον Όρος, στην αρχή θα τους ενθουσιάσουν οι πολυέλαιοι που ψάλλονται στον Ναό, έπειτα όμως θα θεωρούν ως καλύτερα τα μπουζούκια. Έτσι, στην καρδιά βρίσκεται η ουσία τού Μοναχισμού. Έχουμε ευθύνη για την νέα γενιά να τους διδάξουμε τον αληθινό Μοναχισμό». Επειδή γνώριζε την αξία τής υπακοής είπε: «Ο κάθε Γέροντας θα δώση λόγο στον Θεό ανάλογα με την υπακοή που τού κάνουν τα πνευματικά του παιδιά». Φυσικά, η υπακοή δεν είναι μια τυραννική επιβολή τού Γέροντα στους υποτακτικούς του, αλλά πρέπει να γίνεται με ελευθερία, γι’ αυτό τόνισε: «Οι μοναχοί, όταν έχουν Γέροντα που τους δίνει ελευθερία, έχουν μεγάλη ευθύνη». Ανέφερε και το ότι μερικοί μοναχοί δεν ενδιαφέρονται για την πνευματική τους προκοπή, αλλά επιδίδονται σε κτίσματα. Όμως, «οι μοναχοί δεν πρέπει να κτίζουν πολλά, αλλά απλώς να διορθώνουν τα υπάρχοντα για τις ανάγκες τους». Είπε: «Σήμερα έχουμε κελλιά και κοιλιά»!

Ο λόγος, κατά φυσικό τρόπο, στράφηκε στην νοερά προσευχή που είναι η ουσία τής μοναχικής ζωής. Διατύπωσε την διδασκαλία ότι η προσευχή βγαίνει ως πηγή από καρδιά η οποία αγαπά τον Θεό ή πονάει. «Ευχή δεν είναι να εύχεται κανείς απλώς, ούτε μόνον να έχουμε καθαρό νου και να μην δεχόμαστε λογισμούς, αλλά κυρίως να αρχίση να λειτουργή η καρδιά». Να αισθάνεται κανείς να λειτουργή αυτό το «μηχανάκι». Όμως, «άλλο είναι η καρδιά και άλλο το θέλημα».

Για το τι είναι η καρδιά, μού ανέφερε ένα χαριτωμένο περιστατικό, σύμφωνα με το οποίο ένας Άγγλος, χωρίς να ξέρη ελληνικά και κυρίως από περιέργεια, τον επισκέφθηκε για να τον ρωτήση για το τι είναι η καρδιά για την οποία γράφουν οι Πατέρες τής Εκκλησίας. Ο π. Παΐσιος, βλέποντας ότι δεν είχε πραγματικές αναζητήσεις, τού είπε: «Με τα αγγλικά που ξέρω εγώ και τα ελληνικά που ξέρεις εσύ δεν μπορούμε να βρούμε ούτε το μέρος τής σαρκικής καρδιάς»!

Τον ρώτησα για την διάκριση μεταξύ νου και λογικής. Μού το εξήγησε με ένα απλό παράδειγμα: «Η λογική ομοιάζει σαν τον μούστο και το κρασί, ενώ ο καθαρός νους σαν το αποσταγμένο τσίπουρο». Τον ρώτησα για τον πονοκέφαλο που έρχεται από την προσπάθεια αυτοσυγκέντρωσης για την ευχή. Μού είπε ότι, όταν κανείς προσπαθή να συγκεντρωθή στην ευχή και έρχεται πονοκέφαλος, τότε «αυτός ο πονοκέφαλος στην προσευχή δείχνει το φιλότιμο, οπότε ο Θεός βλέπει την προσπάθεια τού φιλότιμου παιδιού και το ευλογεί. Τού λέει "μη κουράζεσαι, στο δίνω αυτό που ζητάς"». Επίσης, είπε ότι πρέπει κανείς να ξέρη ότι, «όταν οι άλλοι γογγύζουν δίκαια εναντίον μας, αυτό δεν βοηθάει στην προσευχή».

Μού είπε πολλά και σοφά λόγια για την πνευματική ζωή, διότι η προσευχή αναπτύσσεται στο εύκρατο κλίμα τής εκκλησιαστικής πνευματικής ζωής. Για παράδειγμα είπε: «Η αριθμητική τού Θεού είναι διαφορετική από την αριθμητική τών ανθρώπων. Το 4 για τον Θεό είναι άριστα, ενώ το 9 δεν είναι άριστα». Και στην ερώτησή μου πώς εξηγείται αυτό, είπε: «Όταν κανείς παίρνη 2 χαρίσματα από τον Θεό και τα διπλασιάζη (4) παίρνει άριστα, ενώ εκείνος που έλαβε 5 χαρίσματα και αντί να τα διπλασιάση (10) τα έκανε 9 δεν πήρε το άριστα». Επίσης, μού είπε ότι μερικές φορές «οι λογισμοί απιστίας προέρχονται από υπερβολική άσκηση», καθώς επίσης «όπου χρησιμοποιεί κανείς την φαντασία μπορεί να πέση και σε αίρεση και να βλάψη όλη την Εκκλησία».

Τον ρώτησα για την κατά Χριστό σαλότητα. Μού ανέφερε την περίπτωση τού π. Ευθυμίου που ζούσε στην περιοχή τής Μεγίστης Λαύρας, τον οποίο εκτιμούσε και θαύμαζε πολύ και ήταν σε «υψηλό επίπεδο πνευματικής ζωής», ότι, όταν πήγε στην Μονή τής Μεγίστης Λαύρας, προκειμένου να κρύψη την «αρετή του» προφασίσθηκε με φωνές και διαμαρτυρίες ότι το φαγητό που τού έβαλαν δεν ήταν καλό, για να μη φάγη, και επίσης πετούσε τα καθαρά σεντόνια από το κρεββάτι, έως ότου τον έβαλαν σε ένα υποδεέστερο δωμάτιο. Και συμπλήρωσε με χιούμορ: «Σήμερα αφού είμαστε σαλοί (στα μυαλά), γιατί να γίνουμε (κατά Χριστόν) σαλοί;».

Για να με βοηθήση πνευματικά σε σχετικές ερωτήσεις που τού έκανα μού είπε πολλά περιστατικά από την μοναχική του ζωή στην Ιερά Μονή Στομίου Κονίτσης, πώς ο διάβολος ήθελε να τον γκρεμίση, την συνάντησή του με τις αρκούδες, το πώς αντιμετώπισε τον πειρασμό τού σώματος, αλλά και διάφορες ιστορίες από την άσκησή του στο Σινά, τα οποία έχουν καταγραφή σε βιβλίο που έγραψε ο αείμνηστος Ιερομόναχος Ισαάκ για τον π. Παΐσιο.

* * *

Να έχουμε τις πρεσβείες τού αγίου Παϊσίου που ήταν ένας μοναχός με «φιλότιμο» και «αρχοντική αγάπη», που έφθασε σε παροξυσμό αγάπης για να πη:

«Αυτό που λέει η καρδιά μου είναι να πάρω ένα μαχαίρι να την κόψω κομματάκια, να την μοιράσω στον κόσμο, και ύστερα να πεθάνω»!!

Οι άνθρωποι που κατάλαβαν αυτήν την καρδιακή του αγάπη τού την ανταπέδωσαν!!

ΑΓΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ

Δημιουργία αρχείου: 29-5-2025.

Τελευταία μορφοποίηση: 30-5-2025.

ΕΠΑΝΩ