Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας | Σκοτεινές προσωπικότητες και Επιθέσεις |
---|
Απάντηση στο βιβλίο "Ιησούς" του Αμπελαίν // Εσσαίοι και Χριστιανισμός // Η ερμηνευτική κακοήθεια των εχθρών του Χριστιανισμού
Παραμύθια και φαντασιόπληκτοι συγγραφείς ως δεκανίκια της αντιχριστιανικής-νεοπαγανιστικής επιχειρηματολογίας |
Στη βάση τής Αντιχριστιανικής παρα-φιλολογίας, συχνότατα συναντάμε μερικούς αμαθείς (ή τυφλωμένους από τον φανατισμό) συγγραφείς, με γελοίες ως ανακριβείς θέσεις, που αν και απαντημένες προ πολλού, συνεχίζουν να αναπαράγονται από τους σύγχρονους αμαθείς μαθητές τους
Όταν πριν από καιρό δημοσιεύσαμε μια συλλογή από κριτικές στο πρόσωπο του φανατικού αντιχριστιανού Γίββωνα, δεν ήταν κάτι που έγινε τυχαία. Δεν υπάρχει άνθρωπος που να έχει έρθει σε αντιπαράθεση με τους νεόκοπους αντιχριστιανούς παγανιστές (ή και κρυφοπαγανιστές, που αυτοπαρουσιάζονται ως δήθεν άθεοι μη μπορώντας να αντέξουν τις ευθείες βολές για τα αμέτρητα περιστατικά ανορθολογισμού και την παθογένεια του δωδεκαθεϊσμού), και να μην έχει αγανακτήσει από το χαμηλό επίπεδο της επιχειρηματολογίας τους, η οποία προέρχεται συχνότατα από εξίσου χαμηλού επιπέδου βιβλιογραφία: έργα παμπάλαια, ηλικίας ενός και δύο αιώνων ακόμα, ή έργα σύγχρονα που (ξανα) προσφέρουν τις ίδιες παρωχημένες πληροφορίες με τα προηγούμενα, έργα φανατικών, έργα μυθιστορηματικού χαρακτήρα που αξιώνουν δάφνες ιστοριογραφίας, έργα γεμάτα αυθαιρεσίες που αγνοούν επιδεικτικά την σύγχρονη βιβλιογραφία και τα πορίσματα της επιστήμης. Με κάποια από αυτά θα ασχοληθούμε στο κείμενό μας επικαλούμενοι πάντα τους ειδικούς στο αντικείμενο. Και μάλιστα, επίτηδες επιλέξαμε να παρουσιάσουμε τις απόψεις ενός ανθρώπου, που σε όλη του τη ζωή αναγνωριζόταν ως ένας από τους πλέον ουδέτερους στις διατυπώσεις του, του καθ. Σάββα Αγουρίδη.
Λιλή Ζωγράφου: «Αντιγνώση» (έκδ. 1988). Η απόλυτη παραχάραξη της ιστορίας με ισχυρές δόσεις φανατισμού. Θα λέγαμε ότι από τις βιβλιοκρισίες του καθ. Αγουρίδη που θα παρουσιάσουμε, τις πλέον επιεικείς διατυπώσεις θα βρούμε στο κείμενό του για το βιβλίο αυτό. Προφανώς, αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι εκτιμούσε το συνολικό λογοτεχνικό έργο της και το παραδέχεται: «Η Λιλή Ζωγράφου είναι μια εκπληκτική γυναίκα και θαυμάσια συγγραφέας. Τα βιβλία της μου έχουν προσφέρει όχι μόνο γνώσεις αλλά και χαρές ψυχικές από τον τρόπο με τον οποίο είναι γραμμένα…» [1]. Βέβαια, οι εκφράσεις αυτές δεν πρέπει να μας ξεγελούν. Όταν πρόκειται για την επιστήμη του, ο Σ. Αγουρίδης δεν χαρίζεται. Απλώς, δημιουργεί ένα κείμενο που είναι «μια στο καρφί και μια στο πέταλο». Ως σκοπός του βιβλίου, αναγνωρίζεται η προσπάθεια της Λιλής Ζωγράφου να καταδείξει ότι την ευθύνη «της άγνοιας, της αμάθειας, της καθυστέρησης και της καταπίεσης επομένως» [2] στον κόσμο μας, την έχει εξολοκλήρου ο Χριστιανισμός και ιδιαίτερα ο Απόστολος Παύλος(!) Ασφαλώς αυτές οι ιδεοληψίες είναι ταυτόσημες με τη σημερινή παπαγαλία των αρχαιολατρών. Άρα, εντοπίζουμε την ηλικία της «πρωτοτυπίας» τους κάπου στη δεκαετία του ’80 (και από εκεί, στα μέσα του 19ου αιώνα!). Εδώ λοιπόν ο Σ. Αγουρίδης διευκρινίζει: «Η κυρία Ζωγράφου προσπαθεί να το δαμάσει αυτό το τεράστιο θέμα και να μας πείσει πως όσο γρηγορότερα καταλάβουμε αυτά που γράφει τόσο το καλύτερο για μας…η Λιλή φορτώνει…τα θεμέλια της «Αντιγνώσης», στους ώμους του Αποστόλου Παύλου…Όσο και να αγαπάμε τη Λ. Ζ. …δεν αγαπάμε λιγότερο τον Απόστολο Παύλο, με τον οποίο ασχολούμεθα μια ζωή ολόκληρη, και δεν συμφωνούμε μ’ αυτά που γράφει η Λιλή για τον Παύλο…» [3]. Και έρχεται το πρώτο «κάρφωμα» για την αντιεπιστημονικότητα και την αυθαιρεσία των απόψεων που εκφράζει η Λ.Ζ.: «Από όσο ξέρω, ΠΡΩΤΗ η κ. Λ. Ζ. συνδέει αυτό που ονομάζεται…«Αντιγνώση», ως έχθρα κατά του Ελληνισμού που είναι η γνώση και το φως του κόσμου. Πολύ πριν από την Κ. Λ. Ζ. πολλοί αστοί θεολόγοι ασχολήθηκαν με τη μυστικοπάθεια του Απ. Παύλου για να υποστηρίξουν όμως, αντίθετα προς την κ. Ζ. …». Όσοι γνωρίζουν το έργο του Αγουρίδη, ξέρουν ότι παθαίνει κάτι σαν… αλλεργία, όταν κάποιος ξεκινάει μια μελέτη από το μηδέν αγνοώντας όλους τους επιστήμονες που προηγήθηκαν, λες και αυτοί δεν υπήρξαν ποτέ: «δεν είναι σήμερα δυνατό άσχετα κι ανεξάρτητα απ' αυτά τα γενικά πορίσματα της κριτικής να καταπιαστεί [κάποιος] σοβαρά μ' αυτά τα θέματα» [4], γράφει για το άλλο «δεκανίκι» των αθεοπαγανιστών, τον Κορδάτο. Και βεβαίως συνεχίζει ο αείμνηστος καθηγητής κατακεραυνώνοντας την μυθιστοριογραφία της Λ. Ζωγράφου. Προσέξτε, πώς 20 χρόνια πριν, ο Σάββας Αγουρίδης περιεκτικά και ανελέητα συντρίβει όλο το σαθρό, αυθαίρετο ιδεολογικό κατασκεύασμα των σύγχρονων ειδωλολατρών και αντιχριστιανών γενικότερα: «Ως προς αυτό το θέμα δηλώνουμε αμέσως πως διαφωνούμε. Γιατί η Γνώση είναι πραγματικό δώρο του Ελληνισμού προς την ανθρωπότητα, αλλά, όπως και η κ. Λ. Ζ. πρέπει να γνωρίζει πολύ καλά, ήδη από τον 4 π.Χ. αιώνα ο Ελληνισμός και η ρώμη του της κλασικής περιόδου άρχισαν vα φθίνουν…Είναι γνωστή η θέση του καθηγητή Χ. Θεοδωρίδη για την εξέλιξη της ελληνικής σκέψης μετά τον 4ο π.Χ. αι. Γι’ αυτόν ό,τι απομένει είναι ο Επίκουρος, η τελευταία παρηγοριά της αρχαιότητας. Εξάλλου μιλώντας για τον 1ο αι. π.Χ. ο καθηγητής του Harvard Dodds…τον αποκαλεί αιώνα του «Σκεπτικισμού», ενώ τον 1ο αι. μ.Χ. αιώνα «Αγωνίας». Είχε ήδη αρχίσει να πεθαίνει ο Ελληνισμός, είχε αρχίσει η αλλοίωση της γνώσης και της εμπιστοσύνης σ’ αυτήν, όταν γεννήθηκε ο Ιησούς και ο Παύλος…Ο χριστιανισμός, πριν επικρατήσει, πάλεψε όχι τόσο με την Ελληνική φιλοσοφία όσο με τη λαϊκή θρησκεία του Μίθρα, τον Γνωστικισμό και τον Μανιχαϊσμό. Η ελληνική θρησκεία και φιλοσοφία είχαν πάρει προ πολλού την κατιούσα» [5]. Και συνεχίζει ασταμάτητος ο καθηγητής: «Ποιος όμως μπορεί να αρνηθεί πως ήδη η φιλοσοφία του Πλάτωνα έθεσε τα θεμέλια και κάποιας μυστικοπάθειας, που ο Μέσος Πλατωνισμός την πήγε παραπέρα, και ο Πλωτίνος της έδωκε την τελική φόρμα;…Η αλήθεια είναι πως όλες οι θρησκείες, ακόμα και θρησκευτικές φιλοσοφίες, επικαλούνται προς στήριξη της αλήθειας τους και άλλες πηγές γνώσης…άσχετες με το λογικό του ανθρώπου. Αν όλες οι θρησκείες έχουν μια τέτοια βάση, για ποιο λόγο στην περίπτωση του χριστιανισμού έπρεπε να γίνει ειδικά κάποια ιουδαϊκή συνωμοσία για να κηρύξει ο Παύλος την εξ αποκαλύψεως αλήθεια του…Όταν ενίκησε η Εκκλησία [αναφέρεται στην εποχή της ανεξιθρησκίας, στις αρχές του 4ου αιώνα], οι χριστιανοί ήταν το I/4 του πληθυσμού της αυτοκρατορίας. Με ποια ιστορική βάση μπορεί κανείς να φορτώσει στο χριστιανισμό την ευθύνη για την κατάρρευση του ελληνισμού υπ’ αυτές τις συνθήκες;» [6]. Σοβαρά όμως: ας σταθούμε για λίγο στο σημείο αυτό γιατί δεν είναι τόσο απλό όσο φαίνεται. Ο Χριστιανισμός έγινε υποχρεωτική θρησκεία στην αυτοκρατορία περίπου το 400 μ.Χ. Όμως, το ελληνικό πνεύμα ήδη τον 1ο π.Χ. αιώνα βρισκόταν σε προχωρημένη παρακμή ενώ βλέπουμε τους Έλληνες (όπως και το μεγαλύτερο μέρος της αυτοκρατορίας άλλωστε) προσκείμενους στην Ορθοδοξία, ΠΡΙΝ γίνει υποχρεωτική θρησκεία ο χριστιανισμός, και παρά τις διώξεις από τους αρειανιστές επί Κωνσταντίου, και παρά την μεσολάβηση της επαναφοράς της ειδωλολατρίας από τον Ιουλιανό. Γι αυτό άλλωστε το 379, ο Μ. Θεοδόσιος βαπτίστηκε στη Θεσσαλονίκη, επειδή οι κάτοικοι ήταν Χριστιανοί Ορθόδοξοι (!) «φυλάσσοντες την άνωθεν και εξ αρχής εκ των αποστόλων παραδοθείσαν πίστιν, εν δε τη κατά Νικαίαν Συνόδω βεβαιωθείσαν» [7]. Γι αυτό αναφέρει ο Σάββας Αγουρίδης ότι δεν είναι δυνατόν να κατηγορηθεί ο Χριστιανισμός «για την πτώση του Ελληνισμού και της ζωντανής έφεσης της γνώσης, γιατί αυτό συντελέσθηκε μέσα στους ελληνιστικούς χρόνους από φθοροποιές δυνάμεις που ήταν αρκετά δραστήριες, πριν από την εμφάνιση του χριστιανισμού…Το θέμα της ‘Αντιγνώσης’ στον φθίνοντα Ελληνισμό, η κατάργηση δηλ. του λόγου και η εισαγωγή άλλων μυστικών πηγών γνώσεως…είναι τεράστιο θέμα που υπαινίσσεται συμπλοκή και συνάντηση πολλών παραγόντων και όχι τη δύναμη ενός απλού καρπού κάποιας ιουδαϊκής πονηρίας…» [8]. Εδώ όμως θα χρειαστεί άλλη μια βαθιά ανάσα για τους φίλους αθεοπαγανιστές, γιατί δεν τελείωσε ακόμα η ταλαιπωρία των «επιχειρημάτων» τους. Επίκεντρο αυτή τη φορά ο Απ. Παύλος: «Είναι δυνατό… να του φορτώσουμε την κατηγορία πως έγινε, λέει, όργανο της ιουδαϊκής θρησκευτικής αριστοκρατίας εναντίον του Ελληνισμού, για να χτυπηθεί η ελληνική ακμή και γνώση και για να επικρατήσει ο ανθελληνικός ιουδαϊσμός μέσω του χριστιανισμού του Παύλου; Αυτά είναι πράγματα ΕΝΤΕΛΩΣ ΑΙΟΛΑ και ΔΕΝ ΣΤΗΡΙΖΟΝΤΑΙ ΠΟΥΘΕΝΑ.…Ο Παύλος έκανε φοβερό αγώνα εναντίον των νομικίστικων θρησκευτικών αντιλήψεων… Υπέστη…μεγάλη ταλαιπωρία από τους ‘ιουδαΐζοντες’. Ο ίδιος βγήκε από τον Ελληνίζοντα Ιουδαϊσμό της Διασποράς και με το Ευαγγέλιο προχώρησε και πήγε αρκετά βήματα ανεξαρτησίας και ελευθέρως παραπέρα. Ήταν μέχρι τέλους της ζωής του σε σύγκρουση προς τον Ιουδαϊσμό των Ιεροσολύμων και τον ιουδαΐζοντα Χριστιανισμό της Παλαιστίνης. Αυτά είναι αναμφισβήτητα γεγονότα. Πώς είναι, λοιπόν, δυνατόν αυτό το πρόσωπο που ξέρομε, να ήταν το ίδιο και σκεύος εκλογής της ιουδαϊκής αριστοκρατίας…για να εκδικηθεί τελικά ο Ιουδαϊσμός τον Ελληνισμό μέσω ενός προσώπου που μέσα στην αρχική Εκκλησία ΗΤΑΝ Η ΣΗΜΑΙΑ ΤΟΥ ΑΝΤΙ-ΙΟΥΔΑΪΣΜΟΥ! Τέτοια σημαία δεν είχε γίνει ο Παύλος, μετά το θάνατο του για όλες τις γνωστικές αντιιουδαϊστικές αιρέσεις;»[9]. Και καταλήγει ο Σ. Αγουρίδης: «Αυτά είναι γενικά αποδεκτές γνώσεις που έχουμε. Είτε είναι κανείς αστός στη σκέψη, είτε παλαιομαρξιστής, είτε νεομαρξιστής, αυτά είναι αυτά, είναι γεγονότα και όχι τούτο για τον ένα και κάτι άλλο για τον άλλο» [10]. Τι άλλο να πει κανείς…Η απόλυτη κατάρρευση του αθεοπαγανιστικού παραλογισμού των ημερών μας. Η ΟΟΔΕ βέβαια, έχει ΒΑΡΕΘΕΙ να γράφει και να επαναλαμβάνει σε όλους τους τόνους, όσα αναφέρει ο παραπάνω μελετητής.
Ευγένιος Ουίτγουερθ: «Τα 9 πρόσωπα του Χριστού» (έκδ. 1980. Μεταφρασμένη, 1990). Ο άνθρωπος που μπέρδεψε τον Ιησού με τον Ιντιάνα Τζόουνς… Είναι προφανές ότι δεν θα ασχοληθούμε στην ίδια έκταση με τους άλλους παραμυθάδες όπως με τη Λιλή Ζωγράφου, αφού τα βασικότερα ήδη γράφτηκαν εκεί. Στις επόμενες κριτικές θα δούμε με συντομότερες περιγραφές, άλλες περιπτώσεις ανθρώπων που μπέρδεψαν την επιστημονική φαντασία με την ιστοριογραφία και την επιστήμη γενικότερα. Ο εν λόγω συγγραφέας, επί της ουσίας, έχει γράψει ένα μυθιστόρημα, αν και μάλλον δεν το κατάλαβε… Αφού στο οπισθόφυλλο αναφέρει ότι γράφει για την μία μυστική θρησκεία που κρύβεται πίσω από όλες τις θρησκείες. Άρα, το βιβλίο είναι γραμμένο στο γνωστό πονηρό στιλ, ότι γράφω μεν κάτι που για μένα ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΣΕ ΝΑ ΙΣΧΥΕΙ (λέμε τώρα…), αλλά αν με ρωτήσουν γιατί δεν αναφέρω πηγές και βιβλιογραφία, θα πω ότι είναι «μυθιστόρημα». Γι αυτό ο Αγουρίδης μεταφέρει αναλυτικά όσα αναφέρονται στο εξώφυλλο, στο εσώφυλλο και στο οπισθόφυλλο, βάζοντας σε εισαγωγικά τον χαρακτηρισμό «μυθιστόρημα»… Ο Ιησούς Χριστός λοιπόν, κατά την άποψή του συγγραφέα, είναι ένας …Εσσαιο-Αιγυπτιο-Περσο-Ινδουϊστο-Δρυίδης. Ο καθηγητής Αγουρίδης προτείνει να «μη γελάσει κανείς» διαβάζοντας τα απίστευτα που γράφει ο συγγραφέας, αφού «για μυθιστόρημα πρόκειται» [11], «γραμμένο από τη θεοσοφική σκοπιά, με το κέντρο του βάρους στην ωρίμανση της θεϊκότητας μέσα στον ίδιο τον Ιησού, καθώς περνούσε διαδοχικά τα Μυστήρια των Εσσαίων…των Δρυΐδων στο Stonehedge της Βρετανίας, των Ινδουιστών…των Περσών Μάγων στην Παρθία, των Αιγυπτίων στο Nαό της Ίσιδας στην Αίγυπτο»[12](!) Κορυφαία στιγμή του … «χιουμορίστα» συγγραφέα, η πεποίθηση ότι «το όλο σχέδιο της μύησης [του Ιησού] δεν έγινε έτσι τυχαία, αλλά κατευθυνόταν από ένα ανώτατο Συμβούλιο του Κόσμου…»[13] (κατανοούμε ως απόλυτα φυσιολογικό, ότι σ’ αυτό το σημείο είναι που προτείνει ο Σάββας Αγουρίδης να μην γελάσουμε…). Να μην τα πολυλογούμε, σημειώνει ο αείμνηστος καθηγητής ότι το βιβλίο: «δεν έχει καμιά σχέση με τις επιστημονικές μελέτες που παρουσιάζουμε και κρίνουμε»[14], αλλά επειδή «τελευταία κυκλοφορούν στα ελληνικά πολλά τέτοια βιβλία» γεμάτα με τα γνωστά, ότι δήθεν «η αλήθεια δεν μπορεί να είναι κτήμα των πολλών [αλλά] την κατέχουν, σε όλες τις εποχές, πολύ λίγοι και εκλεκτοί» [15], «θεωρήσαμε επιβεβλημένο να κάνουμε…ένα χαρακτηρισμό αυτού του τύπου αντίληψης περί του Ιησού και του χριστιανισμού» γιατί «έτσι όπως είναι άμαθος ο Έλληνας αναγνώστης μπορεί να θεωρήσει το βιβλίο αυτό βιογραφία, εμφάνιση του εξωτερικού-ιστορικού Ιησού και βαθυστόχαστη ανάλυση του εσωτερικού» [16]. Να κρατήσουμε την τελευταία φράση του καθηγητή Αγουρίδη η οποία με ευγένεια διατυπώνει ως γεγονός, ότι η υιοθέτηση τέτοιου είδους απόψεων χαρακτηρίζουν τον «άμαθο». Ας θυμηθούμε εδώ το περίφημο, ότι ΤΑΧΑ, ο Ιησούς ΧΑΝΕΤΑΙ για 18 χρόνια από τα Ευαγγέλια και δήθεν, κάνει περιοδείες στο …Θιβέτ. Δεν νομίζουμε ότι είναι υπερβολή να πούμε ότι ο «άμαθος» μπορεί να είναι και «άσχετος», μπορεί να είναι και «επιπόλαιος αναγνώστης», μπορεί να είναι ο «μη επιστημονικά σκεπτόμενος» κ.λπ. κ.λπ. (κάθε ομοιότης με πραγματικά πρόσωπα, δεν είναι ΚΑΘΟΛΟΥ συμπτωματική…).
John Allegro: «Οι άνθρωποι του Κουμράν και ο χριστιανικός μύθος» (Μεταφρασμένη έκδοση, 1986). Το βιβλίο που αγαπήθηκε για την περίφημη συνταγή του για…επιστημονική σαλάτα, με ολίγη από Εσσαίους και Γνωστικισμό. Συνεχίζοντας την εξέταση των παράδοξων βιβλίων και συγγραφέων, που για κάποιους στις μέρες μας, αποτελούν «πηγή» πληροφοριών, ασχολούμαστε με τον συγγραφέα Allegro, αρκετά γνωστός για τους ανυπόστατους ανορθολογισμούς με τους οποίους ντύνει τα βιβλία του. Πολλές ιστοσελίδες στο στιλ του αλλοπρόσαλλου «jesus never exist» ή βιβλία όπως του γνωστού παραμυθά Καλόπουλου, έχουν «ξεπατικώσει» την αστεία επιχειρηματολογία του. Έχουμε διαβάσει δεκάδες βιβλία του καθ. Αγουρίδη. Πρώτη φορά όμως τον βλέπουμε να απορρίπτει τόσο έντονα τις αυθαιρεσίες και «επιστημονικές» απρέπειες ενός βιβλίου, μιλώντας για μια απαράδεκτη επιστημονική σαλάτα[17]! Σεφ…της σαλάτας αυτής, είναι ο συγγραφέας John Allegro ο οποίος μπλέκει τις «Αγάπες» των πρώτων χριστιανών (γεύματα όπου αρχικά συντελούνταν και το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας), τις οποίες ονομάζει αυθαίρετα, «γλέντια» εκείνης της μερίδας των γνωστικιστών αντινομιστών, που πίστευαν πως η λύτρωση θα έρθει μέσω της ακραίας σεξουαλικής συμπεριφοράς (τι να πει κανείς…). Και αυτά, τα ανακατεύει με τους Εσσαίους («θα ρωτήσετε βέβαια πώς», λέει ο Αγουρίδης[18]), και μαζί με τους Εσσαίους και τα όργια ανακατεύει και τον Ιησού, και μαζί ανακατεύει και το Ευαγγέλιο του Μάρκου, στο σημείο που αναφέρεται ο νεανίσκος με το σεντόνι (Μαρκ. 14,51-52) (για να μην απορείτε από πού αντέγραψε τις σχετικές ανοησίες περί ομοφυλοφιλίας ο Καλόπουλος και οι θαυμαστές του…) κατά την ώρα της σύλληψης του Ιησού. Και «από εδώ και κάτω τα πράγματα γίνονται ΤΡΙΣΧΕΙΡΟΤΕΡΑ» γράφει ο Αγουρίδης[19] , ενώ ο Allegro μιλά με τον πιο φυσικό τρόπο για «αλληλοσχετιζόμενες ιδέες στην Π. Διαθήκη, στην Εσσαιική και Γνωστικιστική φιλολογία και στην Κ. Διαθήκη, που διαμορφώνουν μιαν αδιάσπαστη συνέχεια στην εξέλιξη της θρησκευτικής σκέψης»[20]!!! Εμείς να τολμήσουμε να προσθέσουμε, ότι αυτές οι τέσσερις θρησκευτικές κινήσεις διαμορφώνουν μια «αδιάσπαστη συνέχεια», μόνο στη σκέψη ενός τρελού. Δηλαδή, έλεος… Δεν υπάρχει άλλη εξήγηση και έτσι γίνεται κατανοητός ο λόγος για τον οποίο ο Αγουρίδης επέλεξε αυτό το βιβλίο για να το κρίνει με εκφράσεις περί «σαλάτας» που σπανίως ή μάλλον ποτέ, δεν χρησιμοποιεί. Και ενώ ο Allegro περιγράφει τους Εσσαίους ως γνωστικιστές και με στοιχεία μανιχαϊσμού και μετά «μας πηγαίνει σε όλα τα γνωστά μας γνωστικά κινήματα του Σίμωνα Μάγου, του Δοσίθεου κτλ., με την έννοια πως όλα αυτά συνδέονται με το γενικώτερο ρεύμα του Εσσαικού Γνωστικισμού και, φυσικά, του μυθολογικού χριστιανισμού», ταυτόχρονα μιλάει με βλασφημία για τις «σεξουαλικές ατασθαλίες» του Ιησού, τη στιγμή που οι γνωστικιστές ΟΥΔΕΠΟΤΕ χρειάστηκαν ιστορικό Ιησού για τις θρησκευτικές θεωρίες τους[21]. Μέσα σε όλα, κατάφερε ο συγγραφέας να παρουσιάσει έναν Γνωστικισμό και έναν Εσσαιισμό που έρχεται σε απόλυτη αντίθεση με αυτά που «δέχονται όλοι οι ερευνητές, εκτός από τον ίδιο» [22]. Απορημένος ο Σάββας Αγουρίδης από το μέγεθος της αυθαιρεσίας κλείνει το κείμενό του λέγοντας το περίφημο: «θα κλείσουμε τη σύντομη αυτή παρουσίαση της επιστημονικής απαράδεκτης αυτής σαλάτας tutti frutti με δυο-τρεις παρατηρήσεις». «Πρέπει να εκπλήσσεται κανείς, όταν παρουσιάζονται άνθρωποι με μεγάλο πλούτο γνώσεων, χωρίς να έχουν την απαιτούμενη κρίση για την αξιολόγηση των γνώσεων αυτών…Ζούμε όμως σήμερα σε μια εποχή καταπάτησης του λογικού, του ορθολογικού, του αυστηρά επιστημονικού, ενώ εξαίρονται οι εύκολοι συνειρμοί, οι ανεξέλεγκτες συσχετίσεις, οι χωρίς βάσανο άνετες αποφάνσεις περί παντός πράγματος, ή, με την κακή έννοια, δημοσιογραφική επί παντός του επιστητού έκφραση γνώμης. Αυτή η διαπίστωση των κινδύνων της εποχής μας από τον ΑΝΟΡΘΟΛΟΓΙΣΜΟ και τη δημοσιογραφίζουσα διαπραγμάτευση ακόμα και των πιο περίπλοκων θεμάτων με έπεισε πώς έπρεπε να γράφουν τα παραπάνω περί του βιβλίου του Allegro» [23].
Ζεράλ Μεσαντιέ: «Ο Ανθρωπος που έγινε θεός» (έκδ. μτφρ., 1995). Ο άνθρωπος που …ξέχασε ότι έγραφε μυθιστόρημα… Ως προτελευταία περίπτωση, παρουσιάζουμε έναν ακόμη μυθιστορηματικό βίο του Ιησού. Ο Σάββας Αγουρίδης δεν παραξενεύεται για την έκδοση αυτή, «μια και το ενδιαφέρον για την ιστορία όλο και λιγοστεύει στην εποχή μας ενώ αυξάνει το ενδιαφέρον για το παραμύθι και το μύθο - κι αυτό σε όλους τους τομείς…»[24]. Στο βιβλίο του αυτό, ο συγγραφέας «φτιάχνει με την πλούσια και καλλιτεχνική φαντασία ένα πλήθος από γεγονότα σχετικά όχι μόνο με τον τόπο, την εποχή, τις πολιτικές και θρησκευτικές συνθήκες ζωής στα χρόνια του Ιησού, αλλά ένα ολόκληρο φανταστικό πανόραμα σχετικά με την οικογένεια του Ιησού, τη μάνα του. τον πατέρα και τα αδέλφια του και τις αδελφές του» [25]. Το μεγαλύτερο μέρος του βιβλίου, περιγράφεται ως «χαριτωμένο» μεν, αλλά «για τον αναπτυγμένο αναγνώστη που άνετα ξεχωρίζει την ιστορία από το μυθιστόρημα, και μπορεί να απολαμβάνει το δεύτερο χωρίς να μπερδεύεται ως προς το πρώτο» [26]. Η κριτική του καθηγητή επικεντρώνεται στο τέλος του βιβλίου γιατί «σ' αυτόν… τον κρίσιμο χρόνο, της ανόδου στα Ιεροσόλυμα και της σύγκρουσης, η ευρηματικότητα, νομίζω, του συγγραφέα χάνει τα υψηλά της επίπεδα κι απομακρύνεται από κάποιες μάλλον γενικότερα στην επιστήμη αποδεκτές απόψεις της ιστορικής κριτικής σχετικώς με τις ευαγγελικές αφηγήσεις περί του Πάθους και περί της ανάστασης του Ιησού» [27]. Ο Μεσαντιέ «ακολουθεί, ως προς το τέλος του Ιησού, την άποψη όχι ΕΥΥΠΟΛΗΠΤΗΣ ΜΕΙΟΨΗΦΙΑΣ ερευνητών, που μιλούν για λιποθυμία του επί του σταυρού, για εσπευσμένη ταφή και φυσικά, για μια δήθεν ανάσταση» [28]. «Προσωπικά πιστεύω πως το τελευταίο μέρος του βιβλίου που καταλήγει πως «χωρίς αμφιβολία ο Ιησούς μπαρκάρισε για το εξωτερικό. Πού πήγε όμως; Ίσως στην Ασία» (σελ. 730) έριξε το βιβλίο πολύ χαμηλά. Αυτό κατά τη γνώμη μας πάντοτε, είναι τόσο αληθινό όσο και τα πολύ όμορφα μυθιστορηματικά του βιβλίου προτερήματα που αναφέρθηκαν πιο μπροστά. Νομίζω πως ο σ. την πάτησε εδώ: Όταν δηλαδή έφθασε στο σταυρό και την ανάσταση ξέχασε πως γράφει μυθιστορία, και άρχισε να παίζει το ρόλο του ιστορικού που επιχειρεί να τακτοποιήσει ιστορικώς ορισμένα πράγματα» [29].
Γιάννης Κορδάτος: «Ιησούς Χριστός και Χριστιανισμός» (1975). Για όλα φταίει η… πλουτοκρατία Ως τελευταίο αφήσαμε ένα ακόμη έργο που άφησε εποχή, στην …εκτός εποχής επιχειρηματολογία των αθεοπαγανιστών: αυτό του μαρξιστή Γιάννη Κορδάτου, ένα έργο «εκτός του γενικωτέρου πνευματικού κλίματος της εποχής», αφού ακόμη και στα 1975 που εκδόθηκε, «οι ανθρωπιστές μαρξιστές…δέχονται πως ο άνθρωπος είναι ασφαλώς κάτι παραπάνω απ' τις οικονομικές του ανάγκες» [30]. Σύμφωνα με τον Κορδάτο, «ο Χριστιανισμός ήταν αρχικά πολιτικοκοινωνικό κίνημα των φτωχών και καταπιεσμένων» [31]. Ο συγγραφέας έχει παρελθόν παραδοξολόγου. Σε παλαιότερο έργο του με τίτλο «Αρχαίες Θρησκείες και Χριστιανισμός» (1928) έγραφε ότι ο Απ. Παύλος «έζησε στο τέλος του Α' αιώνα και έδρασε στις αρχές του Β'» , ότι «δεν ήταν Εβραίος», ότι δεν ήταν ένα πρόσωπο αλλά το όνομα Παύλος αντιπροσώπευε και μια ολόκληρη «οργάνωση» και άλλες τέτοιες «ακρότητες» [32], τις οποίες έγραφε «υπό την επίδραση εγελιανών απόψεων της καλούμενης Ολλανδικής Βιβλικής Σχολής των αρχών του 19ου αιώνα» [33]. Στο εν λόγω έργο του συγγραφέα «Ιησούς και Χριστιανισμός», τα προβλήματα δεν είναι λιγότερα. Επιγραμματικά σημειώνουμε τα εξής, από την εκτενή βιβλιοκρισία του Σάββα Αγουρίδη: 1. «Η βιβλιογραφία του έργου…είναι πενιχρωτάτη και καθόλου αντιπροσωπευτική…το μέγιστο μέρος της…κατάγεται από την προ του 1920 εποχή…Είναι όμως γνωστό πως…η διεθνής βιβλιογραφία αυτής της περιόδου είναι απέραντη. Ας αναφέρω για παράδειγμα ένα όνομα, που και στα θέματα της Κ. Δ. άφησε εποχή, το όνομα του Albert Schweitzer. Πουθενά δεν τον αναφέρει ο Κορδάτος!...Ο Κορδάτος όχι μόνο αγνοεί εντελώς τα στάδια 2 και 3 [ενν. στάδια στην έρευνα της Κ.Δ.] αλλά κι ως προς το πρώτο παρατρέχει τα κύρια προβλήματα, που αντιμετωπίσθηκαν τότε, καθώς και τις λύσεις που δόθηκαν» [34]. 2. «Ενώ ο συγγραφέας οφείλει τόσα πολλά στον Kautschky και το έργο του ‘Η Γένεση του Χριστιανισμού’, εντυπωσιακά ούτε παραπέμπει σ' αυτόν ούτε καλά-καλά τον μνημονεύει…Πάρα πολύ παραξενεύει αυτή η έλλειψη μνείας του Kautschky, ακόμη και στην Εισαγωγή του έργου, εκεί δηλ. που θα περίμενε κανείς να εκφρασθεί οπωσδήποτε η οφειλή του σ. στον Kautschky!» [35]. (μωρέ μπράβο επιστημονική τιμιότητα ο Κορδάτος…) 3. «Δεν μπορούμε σήμερα να μιλάμε για ιστορικότητα προσώπου ή γεγονότων χωρίς κριτική ανάλυση των πηγών που αναφέρονται σ' αυτά. Κάθε φιλόλογος ή ιστορικός ξέρει τι σημαίνει κριτική ανάλυση. Όσο κι αν επηρεάζουν τον ερευνητή οι φιλοσοφικές του προϋποθέσεις, υπάρχουν πάντοτε ορισμένα κριτήρια. Κι όταν λείπουν τα κριτήρια, λέμε απλούστατα πως δεν ξέρουμε, κι ο καθένας κρατάει για τον εαυτό του ό,τι υποκειμενικά πιστεύει…Είτε είναι κανείς μαρξιστής είτε είναι αστός διανοούμενος, δεν είναι σήμερα δυνατό άσχετα κι ανεξάρτητα απ' αυτά τα γενικά πορίσματα της κριτικής να καταπιαστεί σοβαρά μ' αυτά τα θέματα…Ούτε για την προτεραιότητα του κατά Μάρκον ενδιαφέρεται, ούτε για την κοινή του Ματθαίου και του Λουκά πηγή των Λογίων, ούτε για τις άλλες γραπτές πηγές των σημερινών Ευαγγελίων, ούτε για την οποιαδήποτε ιστορική αξία του κατά Ιωάννη (κι αυτά, σημειωθήτω, είναι όλα θέματα του 19ου αιώνα), ούτε... ούτε…Έτσι το έργο του Κορδάτου στην περιγραφή των στρωμάτων εξελίξεως του αρχικού Χριστιανισμού γίνεται αφάνταστα εύκολο μα και απόλυτα αυθαίρετο. Με εντελώς δικά του κριτήρια ξεχωρίζει μέσα στα κείμενα τι μπορεί να 'ναι αρχικό και τι νεώτερη προσθήκη. Μ' άλλα λόγια κόβει και ράβει τα κείμενα στα μέτρα του… Παραμύθια ειδωλολατρικά περί Ιησού και Χριστιανισμού…λαβαίνονται σοβαρά υπόψη και συζητούνται από τον Κορδάτο σαν ιστορικές μαρτυρίες, και επί τη βάσει αυτών κρίνεται η ιστορικότητα των ευαγγελικών πληροφοριών…Ο Κορδάτος δεν γνοιάζεται τόσο για τη μέθοδο. Είναι με πάθος πεπεισμένος πως ξέρει την ιστορική πραγματικότητα πριν καλά-καλά την ερευνήσει…έτσι περιπλέκεται σε μύριες αντιφάσεις και ασυνέπειες… το βιβλίο του Κορδάτου…από άποψη όμως ιστορική — επιστημονική καθώς και του γενικώτερου πνευματικού κλίματος, σήμερα, το βιβλίο αυτό είναι εντελώς ξεπερασμένο» [36]. 4. Στις γνωστές απόψεις περί μη ιστορικού Ιησού τα κενά είναι μεγάλα: «Αν ο Χριστιανισμός γεννήθηκε από τις μυθοποιητικές δυνάμεις ενός ελληνιστικού περιβάλλοντος, δηλ. εκτός του παλαιστίνου Ιουδαϊσμού, γιατί ο μύθος αυτός ‘ιστορικοποιήθηκε’ επί παλαιστίνου εδάφους; Πώς ήταν δυνατό να συμβεί αυτό ακόμη και στους Ιουδαίους της Διασποράς, που υπήρξαν τόσο αδύναμοι σε σύγκριση με την υπόλοιπη Ανατολή στη δημιουργική φαντασία; Κι αφού, τέλος πάντων, οι Ιουδαίοι, μέσα στο ελληνιστικό περιβάλλον, έφτιαξαν τον μύθο για τον Ιησού, γιατί τοποθέτησαν το λίκνο του Χριστιανισμού στην Γαλιλαία κι όχι στα Ιεροσόλυμα, απ' όπου γενικά αναμενόταν ο ερχομός του Μεσσία;» [37]. 5. Κλείνοντας την βιβλιοκρισία αυτή επισημαίνουμε τα εξής ως επίλογο. Πολλές φορές οι ισχυρισμοί του Κορδάτου χαρακτηρίζονται ως απαράδεκτοι, γενικοί και αθεμελίωτοι, που δεν λαμβάνουν υπ' όψη τους τις «νεώτερες ειδικές μελέτες»[38]. Ρίζα του κακού, η προκατάληψη και ιδεοληψία του συγγραφέα ενάντια στη θρησκευτικότητα: «Για τον Κορδάτο η θρησκεία ή η θεολογία μπορούν να σχετίζονται μόνο με κακά και αντικοινωνικά πράγματα. Αφού δε ο αρχικός Χριστιανισμός ήταν κάτι πολύ καλό, δεν μπορεί να συνδεθεί με κάτι θρησκευτικό ή θεολογικό! Τέτοιες όμως προϋποθέσεις οδηγούν τον ιστορικό σε πολύ λανθασμένους δρόμους» [39]. Και ο καθένας μπορεί να καταλάβει τι είδους «ιστορικό» έργο μπορεί να γραφτεί κάτω από το βάρος τέτοιων προκαταλήψεων …
Για το τέλος, αφήσαμε άλλη μια κριτική, αρκετά σύντομη, για τις μυθιστορηματικές παραδοξολογίες της προηγούμενης τριακονταετίας, οι οποίες δυστυχώς, επιζούν ως φαντάσματα του παρελθόντος σε ιστολόγια και ιστοσελίδες, τη στιγμή που και τα ονόματα μόνο κάποιων από αυτούς, προκαλούν τη θυμηδία: «Κυκλοφορούν σήμερα Βίοι του Ιησού που στερούνται οποιαδήποτε σοβαρότητα, με σκοπό συχνά έκδηλο τον διασυρμό του Ιησού μέσα από μια εξιστόρηση μορφής ρομάντζου... Όλοι αυτοί οι βίοι του Ιησού... είναι γραμμένοι κατά τις επιθυμίες των συγγραφέων τους... Στη θέση του δόγματος βάζει κάθε συγγραφέας τη δική του ψυχολογία και φαντασία... Σε τύπο ρομάντζου κακής μορφής και πρόθεσης κατατάσσουμε τα βιβλία του R. Ambelain: ‘Ιησούς ή το θανάσιμο μυστικό των Ναϊτών’, ‘Απόστολος Παύλος και η μυστική ζωή του’, ‘Γολγοθάς και τα βαρειά μυστικά του’. Το βιβλίο του Θωμά Μάρα, ‘Οι Αντιφάσεις της Καινής Διαθήκης’, εκδ. Δίβρης, Αθήνα, 1979, επιδιώκει με επιχειρήματα των μυθολόγων των μέσων του 19ου αιώνα να δείξει πως ο Ιησούς δεν υπήρξε ποτέ. Το βιβλίο αυτό αγνοεί, πλην του Ambelain, όλη τη δυτική βιβλιογραφία επί του θέματος» [40]. Λιλή Ζωγράφου, Ευγένιος Ουίτγουερθ, John Allegro, Ζεράλ Μεσαντιέ, Γιάννης Κορδάτος, Robert Ambelain, Θωμάς Μάρας. Συγγραφείς που 20 και 30 χρόνια πριν, αναμάσησαν κάθε είδους πεπαλαιωμένη, αβάσιμη και μυθιστορηματική επιχειρηματολογία είχε εμφανιστεί από τον 19ο αιώνα και μετά. Και παρ’ όλ’ αυτά, τους συναντάμε και σήμερα μπροστά μας… Απορούμε λοιπόν για τους δήθεν «ορθολογιστές»: υπάρχει μεγαλύτερος ανορθολογισμός από την αναβίωση στον 21ο αιώνα, όλης αυτής της ανιστόρητης παραφιλολογίας;Σημειώσεις [1] Δελτίο Βιβλικών Μελετών, έτος 18, τόμ. 8 (νέα σειρά) (ΙΟΥΛ-ΔΕΚ 1989), Αθήνα, Άρτος Ζωής, σελ. 114. [2] Δελτίο Βιβλικών Μελετών, ό.π. [3] Δελτίο Βιβλικών Μελετών, στο ίδιο. [4] Αγουρίδης Σάββας, Οράματα και Πράγματα, Άρτος Ζωής, Αθηνα 1991, σελ. 231-232. [5] Δελτίο Βιβλικών Μελετών, ό.π., σελ. 115. [6] Δελτίο Βιβλικών Μελετών, ό.π., σελ. 115-116. [7] Σωκράτους, Εκκλησιαστική Ιστορία, 5, 6. [8] Δελτίο Βιβλικών Μελετών, ό.π., σελ. 116-117. [9] Δελτίο Βιβλικών Μελετών, ό.π., σελ. 117. [10] Δελτίο Βιβλικών Μελετών, ό.π. [11] Δελτίο Βιβλικών Μελετών, έτος 23, τόμ. 13 (νέα σειρά) (ΙΑΝ-ΙΟΥΛ 1993), Αθήνα, Άρτος Ζωής, σελ. 67-68. [12] Δελτίο Βιβλικών Μελετών, ό.π., σελ. 67. [13] Δελτίο Βιβλικών Μελετών, στο ίδιο. [14] Δελτίο Βιβλικών Μελετών, ό.π., σελ. 67. [15] Δελτίο Βιβλικών Μελετών, ό.π., σελ. 68. [16] Δελτίο Βιβλικών Μελετών, ό.π., σελ. 67. [17] Επί λέξει: «Θα κλείσουμε τη σύντομη αυτή παρουσίαση της επιστημονικής απαράδεκτης αυτής σαλάτας tutti frutti με δυο-τρεις παρατηρήσεις» (Δελτίο Βιβλικών Μελετών, έτος 24, τόμ. 14 (νέα σειρά) (ΙΑΝ-ΙΟΥΝ 1995), Αθήνα, Άρτος Ζωής, σελ. 99). [18] Δελτίο Βιβλικών Μελετών, έτος 24, τόμ. 14 (νέα σειρά) (ΙΑΝ-ΙΟΥΝ 1995), Αθήνα, Άρτος Ζωής, σελ. 97. [19] Δελτίο Βιβλικών Μελετών, ό.π., σελ. 98. [20] Δελτίο Βιβλικών Μελετών, στο ίδιο. [21] Δελτίο Βιβλικών Μελετών, ό.π. [22] Δελτίο Βιβλικών Μελετών, στο ίδιο. [23] Δελτίο Βιβλικών Μελετών, ό.π., σελ. 99. [24] Δελτίο Βιβλικών Μελετών, έτος 26, τόμ. 16 (νέα σειρά) (ΙΑΝ-ΙΟΥΝ 1997), Αθήνα, Άρτος Ζωής, σελ. 84. [25] Δελτίο Βιβλικών Μελετών, ό.π., σελ. 85. [26] Δελτίο Βιβλικών Μελετών, ό.π., σελ. 86-87. [27] Δελτίο Βιβλικών Μελετών, ό.π., σελ. 88. [28] Δελτίο Βιβλικών Μελετών, ό.π. [29] Δελτίο Βιβλικών Μελετών, στο ίδιο. [30] Αγουρίδης Σάββας, Οράματα και Πράγματα, Άρτος Ζωής, Αθηνα 1991, σελ. 240. [31] Αγουρίδης Σάββας, Οράματα…, ό.π., σελ. 228. [32] Αγουρίδης Σάββας, Οράματα…, ό.π., σελ. 228-229. [33] Αγουρίδης Σάββας, Οράματα…, ό.π., σελ. 229-230. [34] Αγουρίδης Σάββας, Οράματα…, ό.π., σελ. 230-231. [35] Αγουρίδης Σάββας, Οράματα…, ό.π., σελ. 231. [36] Αγουρίδης Σάββας, Οράματα…, ό.π., σελ. 231-233. [37] Αγουρίδης Σάββας, Οράματα…, ό.π., σελ. 235. [38] Αγουρίδης Σάββας, Οράματα…, ό.π., σελ. 235. [39] Αγουρίδης Σάββας, Οράματα…, ό.π., σελ. 237. [40] Αγουρίδης Σάββας, Άρα γε Γινώσκεις α Αναγινώσκεις; - Ερμηνευτικές και Ιστορικές Μελέτες σε Ζητήματα των Αρχών του Χριστιανισμού, Άρτος Ζωής, Αθήνα 1989, σελ. 48.
Papyrus52 |
Δημιουργία αρχείου: 21-4-2009.
Τελευταία ενημέρωση: 21-4-2009.