Η αναζήτηση τής πρόταξης "ουσίας" ή "προσώπου" στην ύπαρξη // Οι ιστορικοί λόγοι που οδήγησαν την Εκκλησία σε Τριαδικές διατυπώσεις // Το "ότι", το "τι" και το "πώς" τού Θεού // Αγνωσία ουσίας και ενεργείας στον Θεό
Τρίφωτος Θεότης Το αντικείμενο της Ορθοδόξου θεολογίας είναι οι Ενέργειες του Θεού π. Ι. Ρωμανίδης
Πηγή: "Εμπειρική Δογματική τής Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας κατά τις προφορικές παραδόσεις τού π. Ι. Ρωμανίδη" Τόμος Β΄. Τού σεβ. Μητρ. Ναυπάκτου και αγ. Βλασίου Ιεροθέου. |
Οι Πατέρες από την πείρα τους γνωρίζουν ότι η ουσία και η ενέργεια δεν είναι ανεξάρτητες από τα Πρόσωπα της Αγίας Τριάδος. Είδαμε προηγουμένως ότι οι θεόπτες βλέπουν τρία Φώτα, «τρίφωτον θεότητα», που το ένα είναι η πηγή των άλλων δύο, το δεύτερο προέρχεται από το πρώτο, αλλά έχει σάρκα, επειδή ενανθρώπησε, και το άλλο προέρχεται από το πρώτο, λέγεται «τρίτο» και δεν έχει ενσαρκωθεί. Έτσι, το πρώτο, δεύτερο, τρίτο λέγονται με αυτήν την σειρά, όχι για την ανωτερότητα και την αξία, αλλά για την αιτία, όπως θα δούμε πιο κάτω. Πάντως, οι θεόπτες μετέχουν της ενεργείας-δόξης του Θεού, δεν μετέχουν της ουσίας του Θεού, που υπάρχει, αλλά γνωρίζουν ότι τόσο η δόξα-ενέργεια, όσο και η ουσία δεν είναι απρόσωπα. Αυτό το γνωρίζουν, γιατί ακούνε την φωνή του Θεού «Εγώ ειμί ο Ων» (Έξοδος γ, 14) και αισθάνονται την αγάπη Του. Έτσι, καταλαβαίνουν ότι τα Πρόσωπα της Αγίας Τριάδος έχουν την ίδια ενέργεια και την ίδια ουσία. Τα Πρόσωπα της Αγίας Τριάδος έχουν μεταξύ τους ένωση και κοινωνία κατ’ ουσίαν. Στο Δεύτερο Πρόσωπο της Αγίας Τριάδος ενώθηκαν η θεία με την ανθρώπινη φύση καθ’ υπόσταση, ενώ εμείς κοινωνούμε της ακτίστου ενεργείας του Τριαδικού Θεού, δηλαδή ενωνόμαστε με τον Θεό κατ’ ενέργειαν. «Δεν υπάρχει ουσία χωρίς υπόσταση. Επομένως, στον Θεό υπάρχει κοινωνία ουσίας, αλλ' όχι κοινωνία υποστάσεων. Δηλαδή, οι υποστάσεις είναι ακοινώνητες. Υπάρχει κοινωνία ουσίας, οπότε ο Πατήρ κοινωνεί την ουσία στον Λόγο και το Άγιον Πνεύμα, δίδει ύπαρξη στον Υιό και το Άγιον Πνεύμα». Έτσι, το αντικείμενο της Ορθοδόξου θεολογίας δεν είναι η ουσία του Θεού, αλλά οι ενέργειες του Θεού. Οι άνθρωποι μετέχουν πολυτρόπως και ποικιλοτρόπως της ενεργείας του Θεού. Αυτό σημαίνει ότι η Εκκλησία αποβλέπει στην θέωση του ανθρώπου, στο να φθάσει ο άνθρωπος στην μέθεξη της ακτίστου δόξης του Θεού. «Από την Ορθόδοξη θεολογία ξέρουμε ότι την ουσία του Θεού δεν την γνωρίζουμε και ότι τις υποστάσεις του Θεού δεν μπορούμε να τις γνωρίσουμε. Το μόνο πράγμα το οποίο μπορούμε να γνωρίσουμε περί Θεού είναι ολίγα τινά περί των ενεργειών του Θεού. Αλλά αυτά τα γνωρίζουμε μόνον αφού περάσουμε από το στάδιο της καθάρσεως και φθάσουμε στο στάδιο του φωτισμού, οπότε, στο στάδιο του φωτισμού, υπάρχει το χάρισμα της διακρίσεως των πνευμάτων, που σημαίνει διάκριση των ενεργειών. Τότε κανείς μανθάνει, από διάκριση και εμπειρία, υπό καθοδήγηση Πνευματικού Πατρός, να διακρίνει μεταξύ ακτίστων ενεργειών του Θεού και των κτιστών, κυρίως, των ενεργειών του διαβόλου. Όταν φθάνει σε αυτό το σημείο και γνωρίζει να διακρίνει μεταξύ αυτών των δύο, αυτό είναι η θεολογία. Το αντικείμενο της θεολογίας δεν μπορεί να είναι η ουσία του Θεού, δεν μπορεί να είναι οι υποστάσεις του Θεού, αλλά το αντικείμενο της θεολογίας είναι οι ενέργειες του Θεού. Και, εφ' όσον οι ενέργειες του Θεού γίνονται γνωστές μόνον όταν διακρίνονται από τον φωτισμένο νου, η όλη υπόθεση είναι να μάθουμε πότε ενεργεί ο Θεός μέσα μας και πότε ενεργεί ο διάβολος. Αυτή είναι η θεολογία. Δεν υπάρχει άλλη θεολογία». Επί πλέον, οι Πατέρες γνωρίζουν εκ πείρας ότι η ενέργεια του Θεού είναι σε όλη την κτίση, και εξαρτάται από τον άνθρωπο πώς θα αντιδράσει σε αυτήν. Αυτό συνδέεται με την ελευθερία του ανθρώπου. «Είναι πανταχού παρούσα και διαβρώνει το σύμπαν, δηλαδή παντού είναι αυτή η ενέργεια του Θεού. Είναι στον κάθε άνθρωπο, υπάρχει το βασικό μυστήριο της παρουσίας του Θεού, που ο Θεός αμερίστως μερίζεται εν μεριστοίς. Οπότε, όλος ο Θεός είναι παρών στον κάθε άνθρωπο, αλλά ο κάθε άνθρωπος μέσα του έχει μία σπίθα από άκτιστη Χάρη Θεού, αυτό που λέμε στην νεωτέρα θεωρία προκαταρκτική Χάρη. Αυτό το έχουν όλοι οι άνθρωποι, όχι μόνον οι Ορθόδοξοι, όλοι οι άνθρωποι έχουν αυτό. Μετά, αυτή η ενέργεια του Θεού επηρεάζει κατευθείαν τον κάθε άνθρωπο. Δηλαδή, ο Θεός ο ίδιος επηρεάζει κάθε άνθρωπο στον κόσμο, δηλαδή, με αυτήν την χάρη και ενεργεί. Άλλοι άνθρωποι αντιδρούν θετικά, άλλοι αντιδρούν λιγότερο θετικά, άλλοι πεπωρωμένοι δεν αντιδρούν καθόλου, δηλαδή, αλλά οι πεπωρωμένοι δεν είναι μόνον μεταξύ των μη Ορθοδόξων, υπάρχουν και Ορθόδοξοι πεπωρωμένοι, δηλαδή. Ο μη Ορθόδοξος έχει αυτήν την ενέργεια, ο Ορθόδοξος και αυτός έχει αυτήν την ενέργεια. Τι είναι η διαφορά μεταξύ, τότε, των Ορθοδόξων και των άλλων, αφού έχουν την ίδια Χάρη μέσα τους, την ίδια Βασιλεία του Θεού; Τι είναι η διαφορά; Εκτός από το ότι είναι προκαταρκτική αυτή η Χάρη, στην Ορθόδοξη παράδοση, στην Αποστολικής εποχή, έχουμε ανθρώπους που έχουν πνευματική εμπειρία, οι οποίοι σε αυτήν την Χάρη που είναι μέσα τους, αντέδρασαν κατά τέτοιο τρόπο που η σπίθα αυτή έγινε φλόγα. Γι' αυτό ο Χριστός στους Αποστόλους, σε ορισμένο σημείο, τους λέει "υμείς εστέ το φως του κόσμου" (Ματθαίος ε΄, 14)». Ενώ όλα αυτά τα γνωρίζουν οι θεόπτες της Εκκλησίας από την πείρα τους, αντίθετα ο Ιερός Αυγουστίνος, ο οποίος επηρέασε την δυτική θεολογία, διεκήρυττε ότι θα γνωρίσει και την ουσία του Θεού με την λογική, τον στοχασμό, όπως το συναντάμε και στην αρχαία Ελληνική φιλοσοφία. «Ο Αυγουστίνος πίστευε ότι μπορεί να συλλάβει όχι μόνο την ενέργεια του Θεού, αλλά και την ουσία του Θεού. Το λέει καθαρά στο δεύτερο βιβλίο του: "δεν θα διστάσουμε να ερευνήσουμε την ουσία του Θεού είτε εκ των έργων του Θεού είτε εκ των μαθημάτων", εννοεί την φιλοσοφία. Το μεγαλύτερο λάθος των αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων είναι ότι μείωσαν την παρατήρηση και αύξησαν υπέρ το δέον την σημασία της σκέψεως. Νόμιζαν, δηλαδή, οι αρχαίοι Έλληνες ότι με την σκέψη μπορούν να καταλάβουν την αλήθεια και όχι με τις αισθήσεις, γιατί καταλάβαιναν ότι σε μερικές περιπτώσεις οι αισθήσεις είναι απατηλές. Και φαίνεται, δηλαδή, ότι κάτι είναι, ως φαίνεται, στην πραγματικότητα, δεν είναι έτσι, όπως νομίζουν ότι είναι». Γενικά, μέσα από την θεοπτική εμπειρία οι Άγιοι δογμάτισαν για την θεολογία του Τριαδικού Θεού. «Έτσι, ξεκάθαρα, αναπτύχθηκαν τα αξιώματα ότι στην Αγία Τριάδα έχουμε δυο πράγματα συγκεκριμένα: πρώτον εκείνο που είναι κοινό και στα Τρία Πρόσωπα και δεύτερον εκείνο που είναι ατομικό και ανήκει μόνο σε ένα Πρόσωπο. Η ουσία ή η φύση και η φυσική της θέληση, δύναμη και ενέργεια ανήκουν από κοινού στις τρεις Υποστάσεις φύσει και με απόλυτη ισότητα και κυριότητα, ενώ τα υποστατικά ιδιώματα ή προσόντα ή χαρακτηριστικά ανήκουν το καθένα από αυτά μόνο σε μια "υπόσταση" και είναι για πάντα και καθ’ ολοκληρίαν ακοινώνητα». Υπάρχει ταυτότητα ουσίας και ενεργειών μεταξύ των Προσώπων της Αγίας Τριάδος. Αυτό σημαίνει ότι κοινή είναι η ενέργεια του Τριαδικού Θεού, και αυτό είναι θέμα αποκαλύψεως του Θεού στον άνθρωπο. «Η πιο ουσιαστική προϋπόθεση ήταν η απόλυτη ταυτότητα της ενέργειας και της θέλησης στον Πατέρα, τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα, που σημαίνει μια απόλυτη ταυτότητα της ουσίας. Η μία ενέργεια και θέληση της Αγίας Τριάδας είναι καθαρά αποκαλύψεις της μίας άκτιστης ουσίας και φύσης». |
Δημιουργία αρχείου: 27-7-2015.
Τελευταία ενημέρωση: 27-7-2015.