Προηγούμενο // Περιεχόμενα // Επόμενο

 

Οι Καιροί των Εθνών Αναθεωρημένοι

© Carl Olof Jonsson, Göteborg, Sweden

 

Κεφάλαιο 2ο

Η χρονολόγηση της Νεο-Βαβυλωνιακής περιόδου


Γ. Διοικητικά και Οικονομικά έγγραφα

Από τα μέσα του περασμένου αιώνα έχουν ανασυρθεί από τη γη της Μεσοποταμίας εκατοντάδες χιλιάδες κείμενα σφηνοειδούς γραφής. Η συντριπτική πλειονότητα απ’ αυτά αφορά οικονομικά και διοικητικά θέματα, όπως, πινακίδες συμβολαίων, επίσημες επιστολές από τα αρχεία του ναού, καθώς και νομικά υπομνήματα. Τα περισσότερα από τα κείμενα αυτά φέρουν ημερομηνία ακριβώς όπως οι εμπορικές επιστολές σήμερα: αναφέρουν το έτος του βασιλεύοντος βασιλιά, το μήνα και τη μέρα που γράφηκαν. Δίνουμε σαν παράδειγμα ένα κείμενο που αφορά τελετουργικό αλάτι από τα αρχεία του ναού Ελαννά, του Ευείλ-Μερωδάχ:

 Ένα και ενάμισυ τάλαντα αλατιού,

 η καθορισμένη προσφορά του μήνα Σιβάν

 για το θεό Ουσούρ-Αμάτσου,

 Ο Ινα Σίλλις έφερε.

 την έκτη μέρα του μήνα Σιβάν,

 το πρώτο έτος του

Αμέλ-Μουρντούκ, του βασιλιά της Βαβυλώνας. [66]

 Χιλιάδες τέτοια κείμενα σφηνοειδούς γραφής, με ημερομηνία από τη Νεο-Βαβυλωνιακή περίοδο, έχουν ανασυρθεί από τη γη. Σύμφωνα με το Ρέυμοντ Π. Ντούχερτυ, [67] στη διάρκεια της δεκαετίας του 1920 και μόνο, δημοσιεύθηκαν πάνω από πεντακόσιες πινακίδες που φέρουν ημερομηνία από τη βασιλεία του Ναβονίδη. Έτσι, υπάρχουν πολλές τέτοιες πινακίδες που φέρουν ημερομηνία από κάθε έτος ολόκληρης της διάρκειας της Νεο-Βαβυλωνιακής εποχής. Εξαιτίας της πληθώρας χρονολογημένων κειμένων, οι ερευνητές έχουν σήμερα τη δυνατότητα να καθορίσουν όχι μόνο το μήκος της βασιλείας κάθε βασιλιά, αλλά επίσης και την εποχή του έτους οπότε πραγματοποιήθηκε η διαδοχή, μερικές φορές με προσέγγιση ημέρας! Αυτό το έχουν δείξει ο Ρ.Α. Πάρκερ και ο Γ.Χ. Ντουμπερστάιν στο έργο τους, Βαβυλωνιακή Χρονολογία. [68] Για παράδειγμα, το τελευταίο κείμενο από τη βασιλεία του Ναβονίδη φέρει ημερομηνία VII/17/17 (13 Οκτωβρίου 539- Ιουλιανό Ημερολόγιο), αν και το Χρονικό του Ναβονίδη αναφέρει πως η Βαβυλώνα έπεσε στις VII/16/17, δηλαδή μια μέρα νωρίτερα. Η τελευταία πινακίδα που φέρει ημερομηνία από τη διάρκεια της βασιλείας του Ναβονίδη προέρχεται από την Ουρούκ και γι’ αυτήν την πινακίδα οι Πάρκερ και Ντουμπερστάιν δίνουν το ακόλουθο σχόλιο: "Είναι αρκετά ενδιαφέρον πως η τελευταία πινακίδα από την Ουρούκ με ημερομηνία από τη βασιλεία του Ναβονίδη φέρει την ημερομηνία της επόμενης μέρας μετά την πτώση της Βαβυλώνας στον Κύρο. Οι ειδήσεις για την κυρίευσή της δεν είχαν φθάσει ακόμη στη πόλη αυτή που βρισκόταν 125 μίλια νότια." [69] Ένα άλλο ενδιαφέρον οικονομικό έγγραφο, που εκδόθηκε από το Ρ.Χ. Σακ, μνημονεύει τόσο το τεσσαρακοστό τρίτο έτος του Ναβουχοδονόσορα όσο και το έτος ενθρόνισης του γιου του, Ευείλ-Μερωδάχ. Μια δούλη, η νεανίδα Λιτ-Καϊντί, τέθηκε στη διάθεση του Ναμπου-αχχε-ιδδίνα "το μήνα Αζαρού, το τεσασαρακοστό τρίτο έτος του Ναβουχοδονόσορα, βασιλιά της Βαβυλώνας." Μετά από μερικούς μήνες, "το μήνα Κισλιμού, του έτους ενθρόνισης του (Αμέλ)-Μαρδώκ," δόθηκε η πλήρης πληρωμή για τη νέα. [70] Αυτό το κείμενο λοιπόν ορίζει το μήκος της βασιλείας του Ναβουχοδονόσρα και δείχνει πως τον διαδέχθηκε ο Ευείλ-Μερωδάχ. Άλλα οικονομικά έγγραφα δείχνουν πως η βασιλεία του Ναβουχοδονόσορα έληξε στο τέλος του μήνα Ουλουλού του τεσσαρακοστού τρίτου έτους του, καθορίζοντας έτσι την ημερομηνία του θανάτου του στις πρώτες μέρες του Οκτωβρίου του 562 π.Χ. Το τελευταίο κείμενο που έχουμε από τη βασιλεία του Ευείλ-Μερωδάχ φέρει ημερομηνία V/17/2 (7 Αυγούστου 560), το δε πρώτο κείμενο από τη βασιλεία του Νεριγλισσάρ φέρει ημερομηνία V/21/ έτος ενθρόνισης (11 Αυγούστου 560). Ώστε λοιπόν, ο θάνατος του Ευείλ-Μερωδάχ μπορεί να ορισθεί ανάμεσα στις 7 και 11 Αυγούστου του 560. [71]

 Αν θάπρεπε να προστεθούν είκοσι χρόνια στη Νεο-Βαβυλωνιακή εποχή, ώστε να τοποθετηθεί η καταστροφή της Ιερουσαλήμ στο 607 π.Χ., πού βρίσκονται τα χιλιάδες οικονομικά και διοικητικά κείμενα που θάπρεπε να φέρουν ημερομηνία από αυτά τα χρόνια που λείπουν; Για παράδειγμα, γιατί έχουμε πολλές πινακίδες με ημερομηνία από καθένα από τα πρώτα δεκαεφτά έτη της βασιλείας του Ναβονίδη, αλλά αν βασίλεψε περισσότερα από δεκαεφτά γιατί δεν υπάρχει ούτε μια πινακίδα από τα τελευταία του υποτιθέμενα έτη; Είκοσι χρόνια είναι περίπου το ένα πέμπτο ολόκληρης της Νεο-Βαβυλωνιακής περιόδου. Ανάμεσα στις πολλές χιλιάδες χρονολογικές πινακίδες αυτής της περιόδου, θάπρεπε να έχουν βρεθεί εκατοντάδες αν όχι χιλιάδες πινακίδες από αυτά τα ελλείποντα χρόνια. Αν ρίξουμε ένα ζάρι πολλές χιλιάδες φορές και ποτέ δε φέρει εξάρι, λογικά πρέπει να συμπεράνουμε πως "δεν υπάρχει εξάρι σ’ αυτό το ζάρι." Το ίδιο αληθεύει και για τα είκοσι ελλείποντα "χρόνια φάντασμα" που πρέπει μάταια ν’ αναζητηθούν στη διάρκεια της Νεο-Βαβυλωνιακής περιόδου.

 Υποθέστε, όμως, πως πραγματικά υπήρξαν μερικά χρόνια που λείπουν και πως από κάποια απίστευτη σύμπτωση δεν έχουν βρεθεί οι εκατοντάδες χιλιάδες πινακίδες με ημερομηνία αυτών των ετών. Γιατί θάπρεπε αυτά τα χρόνια που λείπουν να είναι ακριβώς είκοσι; Γιατί να μην πρόκειται για μια περίοδο δεκαεφτά ή δεκατριών ή εφτά ετών ή ίσως διαφόρων ετών κατανεμημένων σ’ ολόκληρο το μήκος της Νεο-Βαβυλωνιακής περιόδου; Πώς συμβαίνει ώστε τα μήκη των βασιλειών, σύμφωνα με τις πινακίδες που έχουν βρεθεί να συμφωνούν πλήρως με τους αριθμούς που δίνουν ο Βερόσσος και ο Πτολεμαίος, ο βασιλικός κατάλογος Ουρούκ, οι σύγχρονες τους βασιλικές επιγραφές και όλες οι άλλες αποδείξεις που θα παρουσιαστούν παρακάτω; Γιατί οι εκατοντάδες ή χιλιάδες χρονολογημένων πινακίδων που λείπουν, να μη προέρχονται από μία διαφορετική περίοδο είκοσι ετών, αλλά από την ίδια ακριβώς περίοδο που λείπει κι από άλλες πηγές; Από καιρό σε καιρό ανακαλύπτονται νέες ποσότητες χρονολογημένες πινακίδων, μεταφράζονται και δημοσιεύονται, αλλά τα είκοσι ελλείποντα χρόνια ποτέ δεν εμφανίζονται. Ακόμη και το απίθανο έχει τα όριά του.

 Η Οικογένεια Εγκιμπί. Ένμας μεγάλος αριθμός οικονομικών εγγράφων προέρχεται από τα αρχεία "τραπεζικών οίκων" στη Βαβυλώνα. Ο "τραπεζικός" οίκος "υιοί του Μουρασού" είχε έδρα του τη Νιππούρ και έφθασε στην ακμή του στη διάρκεια της βασιλείας του Αρταξέρξη Ι και τον Δαρείου ΙΙ. Δυο από τους καλύτερα γνωστούς τραπεζιτικούς οίκους της Νεο-Βαβυλωνιακής εποχής ήταν ιδιοκτησία των οικογενειών Νουρ-σιν και Εγκιμπί. "Η Οικογένεια Εγκιμπί", με έδρα στη Βαβυλώνα, εμφανίζεται στα έγγραφα του τέλους του όγδοου αιώνα π.Χ. Άκμασε από τον καιρό του Ναβουχοδονόσορα μέχρι τον καιρό του Δαρείου του Ι, και είχε δε υπό τον έλεγχό της τις οικονομικές συναλλαγές εκείνου του καιρού. Ο Μπρούνο Μάισνερ λέει σχετικά μ’ αυτόν τον τραπεζιτικό οίκο: "Κατέχουμε τόσα πολλά έγγραφα από τον οίκο Υιοί του Εγκιμπί, ώστε μπορούμε να παρακολουθήσουμε όλες σχεδόν τις επιχειρηματικές συναλλαγές καθώς και τις προσωπικές εμπειρίες των επικεφαλής του οίκου από τον καιρό του Ναβουχοδονόσορα, ως τον καρό του Δαρείου Ι" [72] Η ανακάλυψη του αρχείου επικυρωμένων χρονολογιών αυτού του οίκου, που καλύπτει μια περίοδο μεγαλύτερη από εκατό χρόνια, έχει αποδειχθεί πολύ βοηθητική για το προσδιορισμό της χρονολογίας αυτής της περιόδου.

 Τα οικονομικά έγγραφα του οίκου Εγκιμπί ανακαλύφθηκαν από άραβες στη διάρκεια της εποχής των βροχών το έτος 1875-76, σ’ ένα γήλοφο κοντά στη Χιλλάχ, μια κωμόπολη που βρίσκεται τέσσερα μίλια Νοτιοανατολικά από τα ερείπια της Βαβυλώνας. Ανακαλύφθηκαν τρεις με τέσσερις χιλιάδες πινακίδες κλεισμένες μέσα σε πήλινα πιθάρια, σαν τις κοινές υδρίες, που το στόμιό τους καλυπτόταν μ’ ένα κεραμίδι συγκολλημένο με άσφαλτο. Αυτοί που έκαναν την ανακάλυψη μετέφεραν τις πινακίδες μέχρι τη Βαγδάτη και τις πούλησαν εκεί σ’ ένα έμπορο. Το ίδιο έτος, ο Τζωρτζ Σμιθ επισκέφτηκε τη Βαγδάτη και απόχτησε περίπου 2500 από τα σπουδαία αυτά έγγραφα για χάρη του Βρετανικού Μουσείου.

 Κατά τη διάρκεια των επόμενων μηνών, οι πινακίδες εξετάστηκαν από το Γ.Σ. Τσαντ Μποσκάβεν και η έκθεσή του εμφανίστηκε στο Πράξεις της Εταιρίας Βιβλικής Αρχαιολογίας, Τομ. VI, Ιανουάριος 1978, σελίδες 1-78. [73] Οι πληροφορίες που ακολουθούν αμέσως παρακάτω προέρχονται από εκείνη την έκθεση.

 Ο Μποσκάβεν αναφέρει πως οι πινακίδες "σχετίζονται με τις ποικίλες εμπορικές συναλλαγές μιας Βαβυλωνιακής τραπεζιτικής και οικονομικής εταιρίας που συναλλάσσονταν με το όνομα Εγκιμπί και Υιοί". Οι πινακίδες "σχετίζονται με κάθε δυνατή εμπορική συναλλαγή, από το δανεισμό λίγων ασημένιων σίκλων, μέχρι την πώληση ή την υποθήκευση ολόκληρων ακινήτων αξίας χιλιάδων ασημένιων μνων" [74]

 Μετά από μια πολύ σύντομη εξέταση, ο Μποσκάβεν συνειδητοποίησε τη σπουδαιότητα του ν’ ακολουθήσει τη διαδοχή των επικεφαλής του οίκου Εγκιμπί. Μετά από μια πιο προσεχτική ανάλυση, εξακρίβωσε πως η κύρια γραμμή διαδόχων είναι η ακόλουθη: Από το τρίτο έτος του Ναβουχοδονόσορα, ένα πρόσωπο που ονομαζόταν Σούλα ενεργούσε ως ο επικεφαλής του οίκου Εγκιμπί, εξακολούθησε δε να βρίσκεται στη θέση αυτή για μια περίοδο είκοσι ετών, δηλαδή ως το εικοστό τρίτο έτος του Ναβουχοδονόσορα. Τότε πέθανε και τον διαδέχθηκε ο γιος του ο Ναμπού-άχι-ιντίνα. Ο Ναμπού-άχι-ιντίνα εξακολούθησε να είναι επικεφαλής των υποθέσεων του οίκου, για μια περίοδο τριανταοκτώ ετών, δηλαδή από το εικοστό τρίτο έτος του Ναβουχοδονόσορα μέχρι το δωδέκατο έτος του Ναβονίδη, οπότε τον διαδέχτηκε ο γιος του, ο Ιττί-Μαρδούκ-Μαλατού. [75] Ο Ιττί-Μαρδούκ-Μαλατού, με τη σειρά του, παρέμεινε επικεφαλής του οίκου μέχρι το πρώτο έτος του Δαρείου Υστάσπη, 521 π.Χ., που ήταν το εικοστό τρίτο έτος της διεύθυνσης του οίκου απ’ αυτόν. [76]

 Αθροίζοντας τώρα τα μήκη των παραπάνω περιόδων, φθάνουμε στο αποτέλεσμα πως από το τρίτο έτος του Ναβουχοδονόσορα ΙΙ ως το πρώτο έτος του Δαρείου Υσπάτη πέρασαν ογδόντα ένα χρόνια:

 

Ο Σούλα επικεφαλής του οίκου………………………………….. 20 χρόνια

Ο Ναμπού-άχι-ιντίνα ………………………………………………38 χρόνια

Ο Ιττί-Μαρδούκ-Μαλατού …………………………………………23 χρόνια

                                                                                                 81 χρόνια

 

 Έτσι, έχουμε ένα μεσοδιάστημα ογδόντα τριών ετών από το 1ο έτος του Ναβουχοδονόσορα ΙΙ ως το 1ο έτος του Δαρείου Υσπάτη. [77]

 Αυτό συμβαίνει επακριβώς με το Βερόσσο, τον Πτολεμαίο και τα Νεο-Βαβυλωνιακά ιστορικά υπομνήματα. Μετρώντας ογδόντα τρία χρόνια προς τα πίσω, με αφετηρία το πρώτο έτος του Δαρείου Υσπάτη, (521 π.Χ. βλ. Βοήθημα, σελίδες 421, 422) φθάνουμε στο 604 π.Χ. ως ο πρώτο έτος του Ναβουχοδονόσορα, γεγονός που συμφωνεί πλήρως με τις άλλες γραμμές αποδείξεων που παρουσιάζονται παραπάνω.

 Και μόνο το αρχείο του οίκου Εγκιμπί θα επαρκούσε για να θεμελιωθεί το μήκος της Νεο-Βαβυλωνιακής περιόδου. έχοντας στη διάθεση μας αυτή την πλήρη σειρά χρονολογημένων εμπορικών πινακίδων, από το αρχείο ενός από τους "Ρότσιλντ" της Βαβυλώνας, "δεν πρέπει να υπάρχει η παραμικρή δυσκολία στο να προσδιορίσουμε μια για πάντα τη χρονολογία αυτής της σπουδαίας περιόδου της αρχαίας ιστορίας." [78] Οι αποδείξεις αυτών των εγγράφων δεν αφήνουν περιθώρια για κάποιο χάσμα στη Νεο-Βαβυλωνιακή Ιστορία από το Ναβουχοδονόσορα κι εμπρός. Στο αρχείο περιέχονται πινακίδες που φέρουν ημερομηνίες μέχρι το τεσσαρακοστό τρίτο έτος του Ναβουχοδονόσορα, μέχρι το δεύτερο έτος του Ευείλ-Μερωδάχ, ως το τέταρτο έτος του Νεριγλισσάρ και ως το δέκατο έβδομο έτος του Ναβονίδη. Έτσι, παρέχει πλήρη επιβεβαίωση της χρονολογίας, όπως παρουσιάζεται από τους Βερόσσο και Πτολεμαίο. Από τον περασμένο αιώνα μέχρι σήμερα έχουν ανακαλυφθεί κι άλλες συλλογές πινακίδων που ανήκουν στην οικογένεια Εγκιμπί. [79] Κι ωστόσο, οι πινακίδες Εγκιμπί αποτελούν μόνο ένα μέρος των πολλών χιλιάδων οικονομικών και διοικητικών εγγράφων, τα οποία έχουν ανακαλυφθεί και προέρχονται από την Νεο-Βαβυλωνιακή εποχή. [80]

Η σπουδαιότητα των οικονομικών και διοικητικών κειμένων της Νεο-Βαβυλωνιακής περιόδου δε μπορεί να υπερεκτιμηθεί. Το 1929, ο Ρ.Π. Ντούχερτυ δημοσίευσε ένα Νεο-Βαβυλωνιακό βασιλικό κατάλογο βασισμένο σε περισσότερα από δύο χιλιάδες χρονολογημένα έγγραφα. Σ’ αυτόν δίνει προτεραιότητα έναντι όλων των άλλων πηγών και λέει πως πρέπει να "γίνει αποδεκτός σαν το τελικό κριτήριο ερωτημάτων…" [81] Ο βασιλικός αυτός κατάλογος παρουσιάζεται παρακάτω:

 

ΝΕΟ-ΒΑΒΥΛΩΝΙΑΚΗ ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΑ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ

Ναμπού-απάλ-ουσούρ

21 χρόνια

(625-605 π.Χ.)

Ναμπού-κουντουρρού-ουσούρ

43 χρόνια

(604-562 π.Χ.)

Αμέλ-Μαρντούκ

2 χρόνια

(561-560 π.χ.)

Νεργελ-σαρ-ουσούρ

4 χρόνια

(559-556 π.Χ.)

Λαμπασί-Μαρντούκ

Λίγους μήνες

( -556 π.Χ.)

Ναμπού-ναϊντ

17 χρόνια

(555-539 π.Χ.)

 


ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

66. R.P.Dougherty, Archives from Erech, Neo-Babylonian and Persian Periods (Αρχεία από την Ερέχ, Νέο-Βαβυλωνιακή και Περσική Περίοδος) (London: Yale University Press, 1933), σελ. 20.

67. R.P.Dougherty, Nabonidus and Belshazzar (Ναβονίδης και Βαλτάσαρ) (London: Yale University Press, 1929), σελ. 1. Ωστόσο, μόνο ένα τμήμα όλων των κειμένων σφηνοειδούς γραφής έχει δημοσιευθεί.

68. R.A Parker and W.H Dubberstein, Babylonian Chronology: 626 B.C. – A.D 75 (Providence: Brown University Press, 1956), σελ. 10-14.

69. Οπ. Παρ. σελ. 13. Ένα κείμενο του τελευταίου έτους του Ναβονίδη που δημοσιεύθηκε από τον G. Contenau στα Textes Cuneiformes (Σφηνοειδή Κείμενα) Τομ. XII, Contrats Neo-Babyloniens, I (Paris: Libraris Orientaliste, 1927), P1.LvIII, No. 121, προδήλως περιέχει ένα λάθος, είτε του συγγραφέα του είτε του Contenau. Η σειρά 1 αναγράφει τη χρονολογία ‘VI-6-17’ αλλά όταν επαναλαμβάνεται στη σειρά 19 του κειμένου, αναγράφεται ως ‘VI-6-18’. Μια από τις δύο ημερομηνίες, προδήλως η τελευταία, είναι λαθεμένη. (Βλ. Parker και Dubberstein, σελ. 13).

70. Ronald Herbert Sack, Amel-marduk: 562-560 B.C (Αμέλ-Μαρδούκ: 562-560 π.Χ.) (Neukirchen-Viuyn: Verlag Butzon und Bercker Kevelaer, 1972), σελ. 62,63.

71. Ronald J. Sack, Nergal-sarra-usur, King of Babylon as seen in the Cuneiform, Greek, Latin and Hebrew Sources (O Νεργκάλ-σάρρα-ουσούρ Βασιλιάς της Βαβυλώνας όπως τον βλέπουμε στις Σφηνοειδείς, Ελληνικές, Λατινικές και Εβραϊκές Πηγές) στο bZeitschrift fur Assyriologie (ed. W. von Soden), Τόμ. 68, Berlin, Αύγουστος 1978, σελ. 132.

72. Bruno Meinssmer, bBabylonien und Assyrien (Βαβυλώνιοι και Ασσύριοι) (Heidelberg, 1925), Τόμ. II, σελ). 331. Η παραπομπή έχει μεταφραστεί από το Γερμανικό.

73. W.St. Chad Boscawen, bBabylonian Dated Tablets, and the Canon o- bPtolemy (Βαβυλωνιακές Χρονολογημένες Πινακίδες και ο Κανόνας του Πτολεμαίου) στις bTransactions of the Society of Biblica. bArcheology (Πράξεις της Εταιρίας Βιβλικής Αρχαιολογίας) (London, Ιανουάριος 1978), Τόμ.VI, σελ. 1-78.

74. bΌπ. Παρ. σελ. 6

75. Ο Ναμπού-άχι-ιντίνα προφανώς πέθανε στο δέκατο τρίτο έτος του Ναβονίδη. Βλ. Aurthur Ungnad, bDas Haus Egibi in bArchiv fur bOr ientforschungi 1941 ) Τόμ.XIV, 1941, σελ. 60.

76. Boscawen, σελ. 9,10,24.

77. bΌπ. Παρ. σελ. 24.

78. bΌπ. Παρ. σελ. 11.

79. Για παράδειγμα, στη διάρκεια των ανασκαφών στην Ουρούκ το 1959-1960, ανασύρθηκε από τη γη ένα αρχείο που ανήκε σε μέλη της οικογένειας Εγκιμπί. Περιείχε 205 χρονολογημένες πινακίδες από το έκτο έτος του Δαρείου Ι. Οι περισσότερες από τις πινακίδες έφεραν χρονολογίες από τη βασιλεία του Δαρείου. Βλ. Van Dijk, σελ.). 39-41. Η τελευταία συζήτηση που έγινε για την οικογένεια Εγκιμπί είναι εκείνη του Hugo Lanz που εμφανίζεται στο έργο bDie bneubabylonischen harranu-Geschaftsunternehmen (Berlin: J.Schweitzer Verlag, 1976), σελ. 148-165.

80. Πλήρης βιβλιογραφία των δημοσιευμένων Νεο-Βαβυλωνιακών οικονομικών κειμένων (μέχρι το 1974) μπορεί να βρεθεί στο έργο του Μ. Dandamaev, bRadstvo ν Vavilonii VII-IV vv. do n.e. b(626-331 gg.) (Moscow, 1974), σελ. 7-12.

81. Dougherty, bNabonidus and Belshazzar σελ. 10.

 

Προηγούμενο // Περιεχόμενα // Επόμενο

Δημιουργία αρχείου: 20-2-2006.

Τελευταία ενημέρωση: 11-3-2006.

Πάνω