Ελληνικός Παρατηρητής τής Σκοπιάς Φραγμός στην εκμετάλλευση της απειρίας των άλλων |
Η κομπογιαννίτικη και αποτυχημένη πορεία τού αιρεσιάρχη Ρώσσελ * Ρώσσελ και Μπάρμπουρ * Η μετεξέλιξη των Αντβεντιστικών δογμάτων από τον Ρώσσελ * Μάρτυρες του Ιεχωβά - Διαγγελείς της Βασιλείας του Θεού: Ένα βιβλίο ΣΥΓΚΑΛΥΨΗΣ τής ιστορίας τής Σκοπιάς * Η μετεξέλιξη των Αντβεντιστικών δογμάτων από τον Ρώσσελ * Ο 4ος Πρόεδρος τής εταιρίας Σκοπιά επιχειρηματολογεί κατά τού Κυβερνώντος Σώματός τους!
Διαφημίστε τον Βασιλιά και τη
Βασιλεία του Η διεφθαρμένη ηγεμονία τού "δικαστή" Ρόδερφορδ Άρθρο του Leonard Chretien, πρώην Μάρτυρα του Ιεχωβά |
1. Πώς εγκατέστησε την εξουσία του στη Σκοπιά ο καταχραστής Ρόδερφορδ Μετά τον θάνατο του Καρόλου Τέϊζ Ρώσσελ, η αφήγηση της ιστορίας της Βιβλικής και Φυλλαδικής Εταιρίας Σκοπιά αρχίζει ν’ ακούγεται περισσότερο σαν εποχική νουβέλα, με ένα πρωταγωνιστή ισάξιο του Έλμερ Γκάντρυ ή του Γκρέητ Γκάτσμπυ. Η ταραχώδης δεκαετία του 1920 και η Μεγάλη Οικονομική Κρίση του 1929 διαμορφώνουν ένα σκηνικό γεμάτο πισώπλατα μαχαιρώματα και μηχανορραφίες που περιλαμβάνει ένα χαρισματικό θρησκευτικό ηγέτη που ζει με αυτοκρατορική χλιδή, και ένα μαζικό κίνημα δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων που αναζητούν ελπίδα. Το πρόσωπο-κλειδί σ’ αυτή την 25ετή περιπετειώδη αφήγηση είναι ο Ιωσήφ Φράνκλιν Ρόδερφορντ, ο οποίος μετέτρεψε την Εταιρία Σκοπιά στην αυστηρά ελεγχόμενη ιεραρχική οργάνωση που είναι σήμερα. Ήταν ένας ψηλός επιβλητικός άνδρας που έμοιαζε περισσότερο με Γερουσιαστή απ’ ό,τι έδειχναν οι πραγματικοί Γερουσιαστές. Η δυνατή επιτακτική φωνή του μαζί με τον στομφώδη τρόπο ομιλίας του τον έκαναν μια αυταρχική και αγέρωχη προσωπικότητα. Το 1896 χρησιμοποίησε τις ρητορικές του ικανότητες στην ανεπιτυχή εκστρατεία του Ουίλλιαμ Τζένιγκς Μράϋαν για τη διεκδίκηση της προεδρίας των Ηνωμένων Πολιτειών. Υιοθέτησε το ενδυματικό στυλ του Μπράϋαν με το πουκάμισο κολλάρο προς τιμήν του πολιτικού του ήρωα και διατήρησε αυτή την ξεχωριστή αμφίεση μέχρι το θάνατό του το 1942, δεκαετίες μετά την εγκατάλειψη αυτής της μόδας από όλους εκτός από τους εκκεντρικούς τύπους σαν τον Ρόδερφορντ. Ο Ρόδερφορντ ελκύσθηκε από τις διδασκαλίες του Ρώσσελ το 1894 σε ηλικία 25 ετών, αλλά δεν ενώθηκε με το κίνημα μέχρις ότου φτάσει το 1906, δώδεκα χρόνια μετά. Μέχρι τότε είχε αναπτύξει μια επιτυχημένη σταδιοδρομία ως νομικός με την ιδιότητα του δημόσιου κατήγορου. Σε τέσσερις περιπτώσεις αντικατέστησε σε τοπικό δικαστήριο έναν δικαστή που δεν ήταν σε θέση να δικάσει και έκτοτε έγινε γνωστός ως ο «Δικαστής Ρόδερφορντ». Σύντομα μετά τη συνταύτισή του με την Εταιρία έγινε νομικός της σύμβουλος και απέκτησε φήμη μεταξύ των Σπουδαστών της Γραφής υπερασπιζόμενος τον Ρώσσελ και το Σύλλογο σε πολυάριθμες νομικές υποθέσεις. Έτσι τέθηκαν οι βάσεις για να θέσει υποψηφιότητα ως δεύτερος πρόεδρος του Συλλόγου μετά τον θάνατο του Ρώσσελ. Η πραγματική εκλογική διαδικασία ήταν υπόθεση που κρίθηκε στα πίσω δωμάτια. Με απίστευτες μανούβρες οργάνωσε την απομάκρυνση τεσσάρων διευθυντών και δυσφήμησε την υποψηφιότητα ισχυρών ανταγωνιστών του για το αξίωμα του προέδρου. Με τους κύριους αντιπάλους του εκτός μάχης εξελέγη πρόεδρος στις 6 Ιανουαρίου 1917. (J. Penton, σελ.4954). Μετά την εκλογή του Ρόδερφορντ τα πράγματα εξελίχθηκαν με ταχύτητα. Έδωσε εντολή για την εκτύπωση του 7ου Τόμου των Γραφικών Μελετών με τίτλο ‘Το Τετελεσμένο Μυστήριο’. Ουσιαστικά ήταν ένα σχολιολόγιο εδάφιο προς εδάφιο των βιβλίων της Αποκάλυψης, του Ιεζεκιήλ και του Άσματος του Σολομώντος. Ήταν φαινομενικά το μεταθανάτιο έργο του Κ.Τ. Ρώσσελ. Μολονότι χρησιμοποιήθηκαν κάποιες σημειώσεις του Ρώσσελ, στην πραγματικότητα γράφτηκε από τους C.J. Woodworth και G.H. Fisher. Ήταν το πιο αντιφατικό βιβλίο που τυπώθηκε ποτέ από την Εταιρία Σκοπιά. Οι φανταστικές εξηγήσεις και οι αστείες ερμηνείες των Γραφικών εδαφίων έκαναν τον αναγνώστη να αναρωτιέται αν οι συγγραφείς ήταν ξύπνιοι και νηφάλιοι ή ονειροπολούσαν. Ο Ρόδερφορντ κυκλοφόρησε το βιβλίο στις 17 Ιουλίου 1917 στη διάρκεια του γεύματος στην τραπεζαρία των κεντρικών γραφείων της Σκοπιάς στο Μπρούκλυν. Ξέσπασε απερίγραπτο πανδαιμόνιο ανάμεσα στο προσωπικό του Μπέθελ. Η υποβόσκουσα εκρηκτική διαφωνία που υπήρχε μετά την εκλογή του Ρόδερφορντ ήρθε τελικά στην επιφάνεια. Ο Πωλ Τζόνσον, οι καθαιρεθέντες διευθυντές, και άλλοι υποστηρικτές εξαπέλυσαν σφοδρές κατηγορίες εναντίον του Ρόδερφορντ και μια πικρή φιλονικία σε έντονο τόνο διήρκεσε 5 ολόκληρες ώρες! Η συζήτηση εκφυλίσθηκε σε οχλοκρατία, ενώ οι συμμετέχοντες έσειαν τις γροθιές τους και εκσφενδόνιζαν αντικείμενα κατά του Ρόδερφορντ, εικόνα που δεν συνάδει, βέβαια, με τον ισχυρισμό ότι η θρησκεία της Σκοπιάς αποτελεί τον ‘αγωγό του Θεού’. (Οράματα Δόξης, Χάρρισον,1978, σελ. 170). Λίγες ημέρες αργότερα, ο δικαστής Ρόδερφορντ διέταξε τους καθαιρεθέντες διευθυντές να εγκαταλείψουν τον οίκο Μπέθελ. Επειδή αυτοί αρνούνταν να φύγουν εκλήθη η αστυνομία για να τους πετάξει έξω από τα γραφεία του Συλλόγου. Τα θλιβερά αυτά γεγονότα είναι τόσο πολύ γνωστά και τα έχουν περιγράψει σε γραπτά κείμενά τους τόσοι πολλοί από τους αυτόπτες μάρτυρες εκείνης της ημέρας, ώστε ακόμη και το βιβλίο της Εταιρίας ‘Διαγγελείς’, (1993), τα παραδέχεται πλήρως. Αυτά τα γεγονότα έθεσαν τον τόνο της προεδρίας Ρόδερφορντ και προκάλεσαν σοβαρή διάσπαση. Οι στατιστικές της Σκοπιάς δείχνουν απώλεια του 20% των μελών της αφού τα γεγονότα έγιναν αιτία να δημιουργηθούν πολλά σχισματικά κινήματα μεταξύ των Σπουδαστών της Γραφής. Είναι ειρωνικό ότι η δύναμη που σταμάτησε την αθρόα έξοδο των μελών και επικύρωσε την εξουσία του Ρόδερφορντ, ήταν η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών. Η χώρα είχε εμπλακεί βαθιά στον 1ο Παγκόσμιο Πόλεμο και ο πατριωτισμός βρισκόταν σε έξαψη όταν η Εταιρία δρομολόγησε μια προσβλητική και δηκτική εκστρατεία εναντίον του κλήρου για την από μέρους του υποστήριξη του πολέμου. Το Τελεσμένο Μυστήριο και άλλα έντυπα περιείχαν δηλητηριώδεις επιθέσεις κατά του κλήρου (τον οποίο ο Ρόδερφροντ στόλιζε με τον χαριτωμένο τίτλο ‘Γουρουνίσια τάξη’) και της στρατιωτικής υπηρεσίας. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα, ο Ρόδερφορντ και έξη διευθυντές της Σκοπιάς να καταδικασθούν σε 20 χρόνια φυλάκιση ο καθένας εκτός ενός που καταδικάσθηκε σε 10 χρόνια. Μετά την καταδίκη τους μεταφέρθηκαν στο Ομοσπονδιακό Αναμορφωτήριο στην Ατλάντα, προς έκτιση της ποινής τους. Τελικά, ο Δικαστής και οι έξι διευθυντές αποφυλακίσθηκαν με χρηματική εγγύηση τον Μάρτιο του 1919, εννέα μήνες μετά τη φυλάκισή τους. Ένα χρόνο αργότερα, η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών απέσυρε όλες τις κατηγορίες. Ο Ρόδερφορντ βγήκε από τη φυλακή σαν μαινόμενος ταύρος, ακόμη πιο αποφασισμένος να διεξάγει πόλεμο εναντίον του τρίπτυχου, κλήρος, πολιτικοί, μεγάλο εμπόριο, το οποίο πίστευε ότι ευθυνόταν για τη φυλάκισή του. Επέστρεψε στα κεντρικά γραφεία σαν ηρωϊκός μάρτυρας ενώ η θέση του σταθεροποιήθηκε στις τάξεις των πιστών. Για να αναζωογονήσει την ετοιμοθάνατη οργάνωση, συγκάλεσε μια γενική συνέλευση στο Σήνταρ Πόϊντ του Οχάϊο, από 17 Σεπτεμβρίου 1919. Ισοδυναμούσε με ‘πρόσκληση στα όπλα’ για τα 6000 άτομα που παραβρέθηκαν. Η επίσημη ιστορία της Σκοπιάς, συνηθισμένη στις πλαστογραφίες της, παρουσιάζει αυτή τη συνέλευση ωσάν να συγκλόνισε τη γη σε σπουδαιότητα και ισχυρίζεται ότι τα μέλη έλαβαν το ‘φύλλο πορείας’ από τον Ιεχωβά. Σύντομα μετά απ’ αυτό οργανώθηκε μια παγκόσμια εκστρατεία με επίκεντρο το εντυπωσιακό σλόγκαν ‘Εκατομμύρια Ήδη Ζώντων Ουδέποτε Θέλουσιν Αποθάνει’. Ένα βιβλιάριο με τον ίδιο τίτλο έγινε το ‘μπεστ σέλερ’ της Εταιρίας. Μ’ αυτό ο κόσμος λάβαινε την προειδοποίηση ότι θα καταστρεφόταν το 1925. Αλλά εκείνοι που θα ενώνονταν με την οργάνωση της Σκοπιάς θα γλύτωναν. Αναφερόταν επίσης ότι ο Αβραάμ, ο Ισαάκ, ο Ιακώβ και άλλοι πιστοί υπηρέτες του Θεού της προχριστιανικής εποχής θα ανασταίνονταν το ίδιο έτος για να εισέλθουν σε μια δίκαιη κυβέρνηση υπό την αιγίδα της Εταιρίας Σκοπιά. (Εκατομμύρια Ήδη Ζώντων, σελ. 88). Με μια αυθαίρετη όσο και περίπλοκη εξήγηση των Γραφών υποστηρίχθηκε ότι το παγκόσμιο σύστημα θα τερματιζόταν το 1925 και θα άρχιζε η ‘Αποκατάσταση’. «Βασιζόμενοι στα επιχειρήματα που εκτέθηκαν προηγουμένως, λοιπόν, ότι αυτή η παλαιά τάξη πραγμάτων, ο παλαιός κόσμος τελειώνει, και ως εκ τούτου παρέρχεται, και ότι έρχεται η νέα τάξη, και ότι το 1925 θα σημειώσει την ανάσταση των αρχαίων αριστέων της αρχαιότητας και την έναρξη της ανοικοδόμησης, είναι λογικό να συμπεράνουμε ότι εκατομμύρια άνθρωποι που είναι τώρα στη γη, θα είναι ακόμη στη γη το 1925. Βασιζόμενοι, λοιπόν, στις υποσχέσεις που εκτίθενται στο θείο λόγο, πρέπει να φτάσουμε στο βέβαιο και αδιαμφισβήτητο συμπέρασμα ότι εκατομμύρια ήδη ζώντων δεν πεθάνουν ποτέ» (Εκατομμύρια, σελ. 97).
2. Το Εναρκτήριο Λάκτισμα για την Πώληση Προϊόντων Το άγγελμα ήταν επίκαιρο και ηλέκτριζε τους ανθρώπους στις αρχές της δεκαετίας του 1920. Ο κόσμος είχε μόλις βγει από μια επώδυνη μάχη, τον 1ο Παγκόσμιο Πόλεμο που είχε αφαιρέσει εκατομμύρια ζωές και είχε καταστρέψει ολόκληρες πόλεις. Τα πλήθη υπέφεραν από την πείνα, και εκατομμύρια πέθαιναν από την επιδημία της ισπανικής γρίπης προς το τέλος του πολέμου. Οι άνθρωποι ήταν έτοιμοι ναι πιαστούν από ένα μήνυμα ελπίδας. Η ώθηση από το άγγελμα επιταχύνθηκε από μια διαφημιστική προσπάθεια μεγάλης κλίμακας. Ο Δικαστής οραματιζόταν μια παγκόσμια οργάνωση που θα επισκίαζε οτιδήποτε είχε επιτευχθεί από τον Ρώσσελ. Για να αποκτήσει τα μεγάλα χρηματικά ποσά που χρειαζόταν, ο Ρόδερφορντ στηρίχθηκε στην ιδέα μια τεράστιας διαφημιστικής εκστρατείας για να πουλήσει έντυπα που εξέδιδε η Εταιρία Σκοπιά. Αυτό θα το επιτύγχανε έχοντας πρόθυμους εθελοντές γυρολόγους που θα πουλούσαν αυτά τα προϊόντα από πόρτα σε πόρτα. Το εναρκτήριο λάκτισμα δινόταν με τη συνέλευση του Σεπτεμβρίου 1922, στο Σήνταρ Πόϊντ του Οχάϊο. Ο Ρόδερφορντ εκφώνησε τη βασική ομιλία με τίτλο «Η Βασιλεία», επιφορτίζοντας το ακροατήριο με την ευθύνη να προειδοποιήσουν τον κόσμο για την επερχόμενη καταστροφή του 1925. Τερμάτισε την ομιλία του διακηρύττοντας: «Το πιστεύετε αυτό; Πιστεύετε ότι ο Βασιλιάς της δόξης είναι παρών από το 1874; Κοιτάξτε, ο Βασιλιάς βασιλεύει! Εσείς είσθε οι διαφημιστές του. Γι αυτό Διαφημίστε, Διαφημίστε, Διαφημίστε το Βασιλιά και τη βασιλεία του». (Οι ΜτΙ στο Θείο Σκοπό, σελ. 102) Μόλις ο Ρόδερφορντ έκανε αυτή τη δήλωση, πίσω από το κεφάλι του αναρτήθηκε ένα πανώ 12 μέτρων που έλεγε: «ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΕ ΤΟ ΒΑΣΙΛΙΑ ΚΑΙ ΤΗ ΒΑΣΙΛΕΙΑ». Η ανταπόκριση ήταν θετική, και το δραστήριο έργο ξεκίνησε αμέσως. Αυτή η συνέλευση αποδείχθηκε ένα επιτυχημένο υπερθέαμα προώθησης πωλήσεων της οργάνωσης της Σκοπιάς. Το κίνημα απέκτησε την ορμή ενός ναυλωμένου τραίνου. Ταμπέλες, τεράστια πανώ, επιγραφές, φέϊγ βολάν, φυλλάδια, βιβλιάρια, διαφημίσεις σε εφημερίδες και ραδιοφωνικοί σταθμοί διεκήρυτταν το άγγελμα ‘Εκατομμύρια ήδη ζώντες ουδέποτε θέλουσιν αποθάνει’. Αλλά ο ακούραστος εργάτης από πόρτα σε πόρτα παρέμενε το ζωτικό στοιχείο αυτού του σχεδίου. Πολλά μέλη της Σκοπιάς πούλησαν τα σπίτια τους και τις επιχειρήσεις τους, πήραν τους δρόμους και έγιναν πλανόδιοι πωλητές. Ζώντας μέσα σε αυτοκίνητα, φορτηγά και τρέϊλερ πήγαιναν από πόρτα σε πόρτα, σε χωριά και σε πόλεις διαδίδοντας το λόγο του Ρόδερφορντ. Δύο καινοτόμοι εργάτες πλήρους απασχόλησης ήταν ο Ρόϊ και η Μάουντ Γκούντριτς, οι οποίοι ταξίδευαν στις δυτικές Ηνωμένες Πολιτείες. Ζούσαν μέσα σ’ ένα στέϊσον αυτοκίνητο μάρκας ‘Φόρντ Τ’, που χρησίμευε σαν σπίτι τους. Ήταν τόσο αποτελεσματικοί στην πώληση βιβλίων ώστε ο Δικαστής τους χρησιμοποιούσε σαν παράδειγμα στις συνελεύσεις για να υποστηρίξει ότι μπορούσαν να ζουν πουλώντας βιβλία αντί αυγών, πουλερικών και άλλων αναγκαίων ειδών. Αλλά 20 χρόνια αργότερα κατήγγειλαν την οργάνωση της Σκοπιάς για προώθηση τσαρλατάνικων μεθόδων θεραπείας ασθενειών. Η ανταμοιβή τους για την επιθυμία τους ‘να διατηρήσουν την οργάνωση καθαρή’, ήταν να αποκοπούν. Ανάλωσαν τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής τους προσπαθώντας να εκθέσουν το χάσμα αξιοπιστίας της οργάνωσης.
3. Η Μομφή Αποδίδεται στον Διάβολο Το κύριο διδακτικό μέσο της Εταιρίας, η Σκοπιά, συνεχώς τόνιζε την ακρίβεια της χρονολογίας του 1925. Για παράδειγμα, το τεύχος της 15 Ιουλίου 1924, (στην Αγγλική), ανέφερε στη σελίδα 211: «Το 1925 είναι μια χρονολογία που σημειώνεται οριστικά και ξεκάθαρα στις Γραφές, ακόμη πιο ξεκάθαρα από το 1914». Η πίστη των μελών σ’ αυτή τη χρονολογία ήταν τόσο καθολική ώστε πολλοί αγρότες δεν έσπειραν τις σοδειές τους την άνοιξη του 1925! Ο γράφων άκουσε προσωπικά δύο παραδείγματα. Στη μια περίπτωση ο Μάρτυρας μας είπε ότι ο παππούς του προχώρησε και έσπειρε τις σοδειές του την άνοιξη, παρόλο που άλλα μέλη της εκκλησίας του δεν το έκαναν. Οι πρεσβύτεροι της εκκλησίας επέπληξαν αυτόν τον άνδρα για έλλειψη πίστης. Εκείνο το χειμώνα ο παππούς ζήτησε τη βοήθεια εκείνων που δεν είχαν σπείρει στα χωράφια τους γιατί είχε μεγάλη σοδειά! Ωστόσο, ο Δικαστής είχε γίνει πιο προσεκτικός. Το τεύχος της Σκοπιάς 1 Ιανουαρίου 1925, ανέφερε στη σελίδα 3: «Το 1925 ήλθε. Με μεγάλη προσδοκία οι Χριστιανοί απέβλεψαν σε αυτό το έτος. Πολλοί προσδοκούσαν με εμπιστοσύνη ότι όλα τα μέλη του σώματος του Χριστού θα μεταλλαχθούν σε ουράνια δόξα κατά τη διάρκεια αυτού του έτους. Αυτό ίσως εκπληρωθεί. Ίσως όχι [sic]. Στον δικό του κατάλληλο καιρό ο Θεός θα εκπληρώσει το σκοπό του σχετικώς με το λαό του. Οι Χριστιανοί δεν πρέπει να ενδιαφέρονται τόσο πολύ για το τι θα συμβεί κατά τη διάρκεια αυτού του έτους με αποτέλεσμα να αποτύχουν να εκτελέσουν χαρούμενα αυτό που ο Κύριος έχει αναθέσει σ’ αυτούς να επιτελέσουν». Βέβαια, το έτος 1925 ήλθε και παρήλθε. Οι προσδοκίες δεν εκπληρώθηκαν. Αντίθετα, οι ταραχές της δεκαετίας του 1920 ήταν στο φόρτε τους. Ενώ οι πιστοί συνέχιζαν να πουλάνε βιβλία και να προειδοποιούν τον κόσμο, πολλοί απογοητεύθηκαν. Ο αριθμός των μελών έπεσε κατακόρυφα στα επίπεδα του 1920. (J. Penton, σελ. 61) Ο Ρόδερφορντ με μια κλασσική μανούβρα μετάθεσης των ευθυνών σε άλλους, απέδωσε τη μομφή στο Διάβολο για την απογοήτευση που διογκωνόταν μεταξύ των ακολούθων του. Ανέφερε στη Σκοπιά 1 Σεπτεμβρίου 1925, στη σελίδα 262: «Αναμένεται ότι ο Σατανάς θα προσπαθήσει να ενσταλάξει στις διάνοιες των καθαγιασμένων τη σκέψη ότι το 1925 θα πρέπει να δει το τέλος του έργου, κι ότι ως εκ τούτου, δεν θα είναι αναγκαίο γι αυτούς». Σήμερα η οργάνωση της Σκοπιάς προσπαθεί να αποφύγει κάθε αναφορά στην πανωλεθρία του 1925 χαρακτηρίζοντας την όλη υπόθεση ως εικοτολογία μελών της που επέδειξαν υπερβάλλοντα ζήλο: «Η Άννα Μακντόναλντ θυμάται: Το 1925 ήταν ένα θλιβερό έτος για πολλούς αδελφούς. Μερικοί απ’ αυτούς πρόσκοψαν. Οι ελπίδες τους συντρίφθηκαν. Είχαν την ελπίδα ότι θα δουν να ανασταίνονται μερικοί από τους ‘αρχαίους αριστείς’. Αντί αυτό να θεωρηθεί ως ‘πιθανότητα’, αυτοί το διάβασαν ως ‘βεβαιότητα’, και μερικοί προετοιμάσθηκαν να δουν τους προσφιλείς τους να ανασταίνονται».—Βιβλίο του Έτους 1975, σελ. 146, στην Αγγλική Αυτή η δήλωση είναι μια άνανδρη πλαστογραφία της ιστορίας που είναι συνηθισμένη να διαπράττει η Εταιρία Σκοπιά. Είναι λυπηρό που μια θρησκεία που καμώνεται πως κατέχει τη «μοναδική αλήθεια», αντί να αναλαμβάνει την ευθύνη που της αναλογεί ρίχνει τα βάρη στα αθώα θύματά της.
4. Γυρολόγοι του Παραδείσου Χρειάσθηκαν μερικά χρόνια στην Εταιρία για ν’ ανακάμψει από την πανωλεθρία του 1925 και ν’ αποκτήσει εκ νέου την ορμή της εκστρατείας ‘Εκατομμύρια ήδη ζώντων ουδέποτε θέλουσιν αποθάνει’. Η Εταιρία Σκοπιά επενδύει σε κάθε καταστροφή, είτε προέρχεται από άνθρωπο είτε από φυσικά αίτια, για να προσελκύσει οπαδούς. Η Μεγάλη Οικονομική Κρίση του 1929, δημιούργησε μια μεγάλη δεξαμενή δυσαρεστημένων πολιτών. Ήταν κομμένη και ραμμένη στα μέτρα της Σκοπιάς. Εφόσον πολλοί από τους νεοεισερχομένους ήταν άνεργοι, ελκύσθηκαν από την υπηρεσία σκαπανέα. Οι σκαπανείς, βασικά, ήταν μικροπωλητές βιβλίων οι οποίοι λάβαιναν μια μικρή έκπτωση στα έντυπα που αγόραζαν και κατόπιν τα πουλούσαν από πόρτα σε πόρτα σε ολόκληρη την Αμερική και σε άλλες χώρες στις οποίες η Εταιρία είχε πατήσει πόδι. Χρησιμοποιώντας τις ίδιες μεθόδους ζήλου που χρησιμοποίησε στην εκστρατεία των ‘εκατομμυρίων’, το άγγελμα του επερχόμενου τέλους διεδίδετο παντού. Χρησιμοποιήθηκε οποιοσδήποτε βολικός και αποτελεσματικός τρόπος προσηλυτισμού ή διάθεσης εντύπων. Πολλά μέλη έφτιαξαν τροχόσπιτα με προσχέδια που παρείχε η Εταιρία και κατόπιν ξεχύθηκαν στην ενδοχώρα. Το κριτήριο της πνευματικότητας και της αφοσίωσης στον Ιεχωβά μετριόταν με τον αριθμό των ωρών που δαπανούνταν στον αγρό και με την ποσότητα των πωληθέντων εντύπων. Εν τω μεταξύ, τι έπραττε ο πρόεδρος της Εταιρίας για να υποστηρίξει τις αυτοθυσιαστικές προσπάθειες των πιστών; Ιδού τι έπραττε: Το 1929 ο Δικαστής Ρόδερφορντ αγόρασε ένα μεγάλο οικόπεδο σε περιοχή αποκλειστικής κατοικίας στο Σαν Ντιέγκο. Έδωσε εντολή να ανεγερθεί μια βίλλα-παλάτι εμβαδού 1680 τετραγωνικών μέτρων και διάλεξε έναν από τους πιο φημισμένους αρχιτέκτονες, τον Ρίτσαρντ Ρέκουα, για να κάνει τα σχέδια της βίλλας. Η κατασκευή κόστισε πάνω από 75.000 δολάρια. Το ποσόν αυτό με τα σημερινά κριτήρια μπορεί να φαίνεται μικρό, αλλά τότε ήταν πολύ σημαντικό αν σκεφτεί κανείς πως μπορούσε να αγοράσει ένα πολύ καλό και μεγάλο σπίτι στην τιμή των 3000 έως 5000 δολαρίων. Η βίλλα ολοκληρώθηκε μέσα σ’ ένα χρόνο, και από το 1930 ο Δικαστής περνούσε εκεί τους χειμώνες του μέχρι τον θάνατό του το 1942. Η βίλλα ονομάσθηκε Μπεθ Σαρίμ, που στην Εβραϊκή σημαίνει ‘Οίκος Αρχόντων’. Παρά την αποτυχία του 1925, ο Ρόδερφορντ συνέχισε να τονίζει ότι το τέλος ήταν κοντά και ότι οι πιστοί άνδρες της αρχαιότητας, ‘οι αριστείς’, αναμένονταν ανά πάσα στιγμή. Ο Ρόδερφορντ έκανε το συλλογισμό ότι αφού το κλίμα στο Σαν Ντιέγκο ήταν παρόμοιο με εκείνο της Παλαιστίνης, θα ήταν κατάλληλο να οικοδομήσει έναν Οίκο για τους Άρχοντες που σύντομα αναμενόταν να αναστηθούν. Προφανώς ο Δικαστής νόμιζε ότι κατείχε κάποια εσωτερική γνώση πως τάχα ο Θεός θα διάλεγε το Σαν Ντιέγκο της Καλιφόρνιας ως τον τόπο της αναστάσεως των πιστών ανδρών της αρχαιότητας! Για να καταστήσει ακόμη πιο αυθεντική αυτή την ιδέα, ο Ρόδερφορντ συνέταξε πιθανώς την πιο ασυνήθιστη συμβολαιογραφική πράξη ακίνητης περιουσίας που έχει καταχωρηθεί ποτέ στην Αμερική. Το ακίνητο παραχωρήθηκε στη Βιβλική και Φυλλαδική Εταιρία Σκοπιά με δικαιούχους αυτούς τους ‘αρχαίους αριστείς’. Ο οίκος θα μεταβιβαζόταν σ’ αυτούς άμα τη εμφανίσει τους και εφόσον επιβεβαίωναν την ταυτότητά τους! (Ημερομηνία Συμβολαίου 721930). Για να καταστήσει βέβαιο, ότι ο καθένας κατανοούσε ποιοι ήταν αυτοί οι αντιπρόσωποι του Θεού, κατονόμασε αυτά τα άτομα. Ανέφερε λοιπόν τα ονόματα του Δαβίδ, του Γεδεών, του Βαράκ, του Ιεφθάε και του Σαμουήλ. Στο συμβόλαιο υπήρχε η πρόνοια ότι επιτρεπόταν στον Δικαστή η αποκλειστική χρήση του ακινήτου καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του. Προκειμένου οι ‘Αρχοντες’ να έχουν το κατάλληλο μέσο μεταφοράς στη διάρκεια της εκεί διαμονής τους, μια καινούργια 16κύλινδρη Κάντιλακ κουπέ στάθμευε στο γκαράζ. Το πώς ταίριαζε αυτό το γυαλιστερό κίτρινο κουπέ στους ‘Άρχοντες’ δεν εξηγήθηκε ποτέ. Για να αντιληφθούμε την αξία αυτού του αυτοκινήτου, μια καινούργια Φορντ το 1931 κόστιζε κατά προσέγγιση 600 δολάρια. Μια 16κύλινδρη Κάντιλακ κόστιζε από 5400 έως 9200 δολάρια ανάλογα με το μοντέλο και τον εξοπλισμό. Μια ακόμη V16 Κάντιλακ Κονβέρτιμπλ Σεντάν φυλασσόταν στα κεντρικά γραφεία του Μπρούκλυν. Και τα δύο αυτοκίνητα χρησιμοποιούνταν αποκλειστικά από τον Δικαστή Ρόδερφορντ. Ο Ρόδερφορντ αρέσκονταν να απεικονίζει τους κληρικούς ως άτομα που είχαν τα χέρια τους μέσα στις τσέπες των ανθρώπων και το μεγάλο κεφάλαιο σαν άπληστους εμπόρους που εκμεταλλεύονταν τους εργαζόμενους, Στην πραγματικότητα, ο ίδιος ο Ρόδερφορντ ήταν ένοχος των ίδιων εγκλημάτων. Την ίδια ώρα που οι κήρυκες της Σκοπιάς έσερναν τα βήματά τους από πόρτα σε πόρτα πουλώντας τα πολλά συγγράμματά του, ο Δικαστής ζούσε ζωή μεγιστάνα της βιομηχανίας. Περνούσε τους χειμώνες του στο Μπεθ Σαρίμ και κάθε καλοκαίρι ταξίδευε με ατμόπλοιο στην Ευρώπη όπου έκανε περιοδείες. Στα κεντρικά γραφεία του Μπρούκλυν διατηρούσε πολυτελές διαμέρισμα στον τελευταίο όροφο. Το ίδιο συνέβαινε στο Λονδίνο και το Μαγδεμβούργο της Γερμανίας. Όλα αυτά συνέβαιναν την εποχή της Μεγάλης Οικονομικής Κρίσης όταν εκατομμύρια Αμερικανοί καθόντουσαν στην ουρά για ένα πιάτο σούπα! Το ειρωνικό είναι ότι ενώ ο Ρόδερφορντ παρότρυνε από τις στήλες της Σκοπιάς τους ευαγγελιζόμενους να καλύπτουν οπωσδήποτε τον τομέα τους 4 φορές το εξάμηνο (!), ο ίδιος δεν πήγε ποτέ στο έργο από πόρτα σε πόρτα με τη δικαιολογία ότι δεν του επέτρεπαν τα υψηλά του καθήκοντα. Όργιο υποκρισίας! Ο Δικαστής είχε μια καταπληκτική όρεξη για αλκοολούχα ποτά και δυσαρεστήθηκε τα μέγιστα όταν ψηφίσθηκε ο νόμος της Ποτοαπαγόρευσης. Με άρθρο του στη Σκοπιά εξαπέλυσε αστραπές και βροντές εναντίον αυτού του νόμου τον οποίον χαρακτήρισε Σατανικό. Καταφέρθηκε επίσης εναντίον του νόμου σε ένα βιβλιάριο με τίτλο ‘Η Απαγόρευση και η Κοινωνία των Εθνών’. Σ’ αυτό έγραφε: ‘Ας γίνει σαφώς κατανοητό ότι δεν υποστηρίζω την παραβίαση του νόμου (ενώ τον παραβίαζε με λόγια και με έργα) της Ποτοαπαγόρευσης’. Ο Δικαστής, βέβαια, τέτοιους νόμους τους έγραφε στα παλιά του τα παπούτσια. Παρήγγειλε στον Επίσκοπο Τμήματος του Καναδά Γ.Φ. Σάλτερ να του στέλνει παράνομα από τα σύνορα κάσες με ουίσκυ, μπράντυ, μπύρες και άλλα ποτά. Μερικά χρόνια αργότερα, σε μια καυστική επιστολή του προς τον Δικαστή, ένας απηυδισμένος Σάλτερ αποκάλεσε τον τρόπο ζωής του Ρόδερφορντ και την κατανάλωση ποτών «διασπάθιση των χρημάτων της Εταιρίας». (Επιστολή Σάλτερ 1 Απριλίου 1937). Σε μια συνέλευση του 1931, ο Δικαστής Ρόδερφορντ ανήγγειλε ένα νέο όνομα για τους Σπουδαστές της Γραφής—Μάρτυρες του Ιεχωβά. Αυτή η αλλαγή του ονόματος είχε αξιοσημείωτη επίδραση. Μετά το σχίσμα του 1917 και τις αποσκιρτήσεις μετά την αποτυχία του 1925, δημιουργήθηκαν διάφορες μικρές ομάδες που αναφέρονταν ως Σπουδαστές της Γραφής. Ο Ρόδερφορντ τις στιγμάτισε ως ‘τάξη του Ιούδα’ και ‘πονηρούς δούλους’, και ήθελε να διαφοροποιηθεί από αυτές. Είχε ήδη εγκαταλείψει μερικές από τις πεποιθήσεις του Ρώσσελ, περιλαμβανομένης της διδασκαλίας για τη Μεγάλη Πυραμίδα της Γκίζας. Τώρα με την αλλαγή του ονόματος ήταν έτοιμος να πραγματοποιήσει την αυτοκρατορική του ‘Θεοκρατία’. Τη δεκαετία του 1930 ειπώθηκε στους Μάρτυρες του Ιεχωβά ότι δεν όφειλαν να υποτάσσονται στις κυβερνητικές εξουσίες. Ο Ρόδερφορντ στήριξε αυτή την άποψη σε μια ριζική επανερμηνεία του 13ου Κεφαλαίου της προς Ρωμαίους επιστολής. Σ’ αυτή την περικοπή ο Παύλος γράφει ότι ο καθένας «πρέπει να υποτάσσεται στις ανώτερες εξουσίες». Είναι ξεκάθαρο ότι ο Παύλος μιλάει για τις κυβερνητικές εξουσίες, αναφέροντας , ‘επειδή δια τούτο πληρώνετε φόρους, διότι υπηρέται του Θεού είναι εις τούτο ενασχολούμενοι» (Ρωμ.13: 6) Η νέα ερμηνεία του Ρόδερφορντ υποστήριζε ότι αυτοί οι υπηρέτες δεν ήταν οι κυβερνητικές εξουσίες και οι πολιτικοί ηγέτες τους, αλλά μάλλον, ο Ιεχωβά Θεός και ο Γιός του Ιησούς Χριστός. Αυτό το δόγμα παρέμεινε σε ισχύ μέχρι το 1962, όταν η Εταιρία δέχθηκε και πάλι την παραδοσιακή Χριστιανική κατανόηση του Ρωμαίους 13 κεφάλαιο. Εντωμεταξύ, η ερμηνεία του Δικαστή δημιούργησε πολλά προβλήματα στους Μάρτυρες του Ιεχωβά. Τοπικοί νόμοι συχνά απαιτούσαν την έκδοση άδειας για τη διανομή εντύπων και περιοδικών από πόρτα σε πόρτα. Χρησιμοποιώντας την από μέρους του Ρόδερφορντ ερμηνεία του Ρωμαίους 13, αρνούνταν να ζητήσουν και να λάβουν τέτοιες άδειες με αποτέλεσμα να βρίσκονται συνεχώς στα δικαστήρια. Ένα νέο τέχνασμα εισάχθηκε το 1934—η χρήση φορητού φωνογράφου οι οποίοι κατασκευάζονταν από την Εταιρία Σκοπιά και πωλούνταν στους Μάρτυρες του Ιεχωβά. Οι Μάρτυρες χτυπούσαν την πόρτα και παρουσίαζαν μια σύντομη ηχογραφημένη ομιλία του Δικαστή Ρόδερφορντ. Αντικειμενικός σκοπός ήταν να πουλήσουν στον οικοδεσπότη ένα βιβλίο όταν τελείωνε το ηχογραφημένο μήνυμα. Επιπρόσθετα, αυτοκίνητα εφοδιασμένα με μεγάφωνα γύριζαν τις γειτονιές και διασάλπιζαν τις διατριβές του Δικαστή, και κατόπιν καλούσαν το κοινό να προσέλθει σε μια δημόσια διάλεξη σ’ ένα συγκεκριμένο τόπο και χρόνο. Ως αποτέλεσμα όλων αυτών των εμπορικών μεθόδων που χρησιμοποίησε η Εταιρία Σκοπιά εκείνο τον καιρό, πολλοί κληρικοί, δημοσιογράφοι και άλλοι τους χαρακτήρισαν σαν απάτη. Ακόμη και πολλοί ακόλουθοι του Ρόδερφορντ απογοητευμένοι, παραπονέθηκαν ότι «αυτά τα καμώματα με τα βιβλία είναι σκέτο εμπόριο βιβλίων». Σαν αντίδραση ο Ρόδερφορντ έβαλε τους Μάρτυρες του Ιεχωβά να παρελαύνουν στους δρόμους και μπροστά στις εκκλησίες τις Κυριακές φέροντας πλακάτ με το σύνθημα «Η ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΕΙΝΑΙ ΠΑΓΙΔΑ ΚΑΙ ΑΠΑΤΗ». Αυτό ξεσήκωσε τα αισθήματα του κοινού και είχε σαν αποτέλεσμα να ξεσπάσει διωγμός κατά των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Σε μερικές περιπτώσεις οι Μάρτυρες δέχθηκαν επιθέσεις από όχλους και κτυπήθηκαν ή διαπομπεύθηκαν.
5. ‘Ένα Σακί με Κόκκαλα και Μια Πομπίνα Μαλλιών’ Η τελευταία εμφάνιση του Δικαστή σε συνέλευση ήταν αξιομνημόνευτη και έγινε στο Σαίν Λούϊς του Μιζούρι, τον Αύγουστο του 1941. Στη διάρκεια μιας από τις ομιλίες του εξέφρασε την πεποίθηση ότι δεν ήταν μόνο ανόητο αλλά και ιδιοτελές για ένα Μάρτυρα να παντρευτεί επειδή θα τον εμπόδιζε να αναλάβει την ολοχρόνια υπηρεσία και θα κατέληγε σε «θλίψη της σαρκός». Για να τονίσει το σημείο ο Ρόδερφορντ παρέφρασε τον Κίπλινγκ που είπε για τις γυναίκες ότι δεν ήταν τίποτε περισσότερο από «ένα σακί με κόκκαλα και μια πομπίνα με μαλλιά». Η δήλωση αυτή ενθάρρυνε το ακροατήριο να ξεσπάσει σ’ ένα άγριο χειροκρότημα στο οποίο συμμετείχαν και γυναίκες! (Οράματα Δόξης, Χάρρισον, 1978, σελ. 74) Ο Ρόδερφορντ υπενθύμισε στο ακροατήριο την ιδέα ότι ο γάμος και η απόκτηση παιδιών ήταν πράξη απιστίας για τους Μάρτυρες του Ιεχωβά. Σ’ εκείνη τη συνέλευση κυκλοφόρησε ένα νέο βιβλίο με τίτλο ‘Τέκνα’. Περιελάμβανε μια ιστορία δύο πιστών νεαρών Μαρτύρων που ονομάζονταν Τζών και Ευνίκη, οι οποίοι αν και αγαπιούνταν βαθιά δεν θα παντρευόντουσαν γιατί «η θύελλα του Αρμαγεδδώνος ήταν πολύ κοντά». Ήθελαν να αφιερώσουν όλη τους την ενεργητικότητα σ’ αυτό το μεγάλο έργο. Τώρα θα υπηρετούσαν τον Κύριο και θα περίμεναν να παντρευτούν και να αποκτήσουν παιδιά στη Νέα Τάξη. Αν ο Τζων και η Ευνίκη ήταν πραγματικά πρόσωπα, τώρα θα ήταν στα 90 τους, άγαμοι και άτεκνοι περιμένοντας ακόμη τον Αρμαγεδδώνα! Ο συγγραφέας του παρόντος έχει συναντήσει μερικά άτομα που είχαν ασπασθεί αυτή την ιδέα. Σε μερικές περιπτώσεις, ζευγάρια που ήταν έτοιμα να παντρευτούν, χώρισαν τους δρόμους τους πηγαίνοντας προς διαφορετικές κατευθύνσεις για να υπηρετήσουν τον Ιεχωβά σε απομονωμένα μέρη του κόσμου και δεν ειδώθηκαν ποτέ ξανά. Σε μια περίπτωση ρώτησα έναν ηλικιωμένο ευγενικό Μάρτυρα γιατί είχε παραμείνει άγαμος. Η απάντησή του ήταν ότι ήθελε να υπηρετήσει τον Ιεχωβά και «δεν επιθυμούσε να χάσει το χρόνο του με γυναίκες». Όπως συνέβη και με τον προκάτοχό του Κ.Τ. Ρώσσελ, ο Δικαστής Ρόδερφορντ εγκαταλείφθηκε από τη σύζυγό του. Η Μαρία και ο γιός της Μάλκολμ, μετακόμισαν στο Λος Άντζελες της Καλιφόρνιας. Στο βιβλίο του για τους Μάρτυρες του Ιεχωβά «Η Αποκάλυψη Καθυστέρησε», ο Τζέϊμς Πέντον αναφέρει τους λόγους για τους οποίους το ζευγάρι αποξενώθηκε: ήταν η φτωχή υγεία της Μαρίας μαζί με «την πικρόχολη ιδιοσυγκρασία του Δικαστή, την τάση αυτοδικαίωσής του και το φανερό σε όλους πρόβλημά του με τον αλκοολισμό». (Τζ. Πέντον, σελ. 72). Ο Δρ Τζέρρυ Μπέργκμαν, συγγραφέας του βιβλίου ‘Η Διανοητική Υγεία των Μαρτύρων του Ιεχωβά’, μας ανέφερε προσωπικά, ότι σε μια από τις πολλές ιδιωτικές συζητήσεις που είχε κάνει με τον πασίγνωστο νομικό σύμβουλο της Εταιρίας Σκοπιά και πρώην αντιπρόεδρό της Χάϊντεν Κάβινγκτον (πολύ στενό συνεργάτη του Ρόδερφορντ επί σειρά ετών), τον ρώτησε: ‘Χάϊντεν, κυκλοφορούν ιστορίες ότι ο Ρόδερφορντ ήταν γυναικάς και είχε σαν φιλενάδες νεαρές κυρίες’. Ο Χάϊντεν κάθησε στην καρέκλα του στητός. Κοιτάζοντας τον συνομιλητή του στα μάτια, είπε: «Αν η γυναίκα σου ήταν ανάπηρη και εσύ ήσουν στην ακμή της ηλικίας σου, τι θα έκανες;». Θα μπορούσε ο Ρόδερφορντ και οι ακόλουθοί του να δικαιολογήσουν τέτοια διαγωγή; Ναι, θα μπορούσαν να την δικαιολογήσουν διότι δίδασκαν ότι όλες οι πολιτικές εξουσίες και ο κλήρος ήταν κάτω από την επιρροή του Διαβόλου και ως εκ τούτου, οι Μάρτυρες δεν τους είχαν ανάγκη για να εισέλθουν σε σχέση γάμου. Συνεπώς, μερικοί Μάρτυρες, αντί να νυμφευθούν επίσημα εισήλθαν σε σχέσεις κοινής συναίνεσης που θεωρούνταν ολότελα αποδεκτές από τον Ρόδερφορντ! (Τζέϊμς Πέντον, σελ. 266, 356).
6. Οι Τελικές Ευχές Ο Δικαστής Ρόδερφορντ πέθανε από καρκίνο του εντέρου στις 8 Ιανουαρίου 1942, στο Μπεθ Σαρίμ. Η τελευταία του επιθυμία ήταν να ταφεί στο κτήμα που είχε αγοράσει (πάνω από 400 στρέμματα) κοντά στη βίλλα του στο Σαν Ντιέγκο. Αυτή η προοπτική προκάλεσε τη γενική κατακραυγή των κατοίκων της κοινότητας, οι οποίοι φοβούνταν ότι ένα νεκροταφείο στην περιοχή τους θα είχε δυσάρεστα αποτελέσματα στην αξία των ακινήτων τους. Διεξήχθησαν παρατεταμένες συζητήσεις και ακροάσεις ενώπιον της Περιφερειακής Επιτροπής Σχεδιασμού και στο Συμβούλιο των Εποπτών του Σαν Ντιέγκο, ενώ το σώμα του Ρόδερφορντ βρισκόταν σ’ ένα τοπικό νεκροθάλαμο. Η τελική απόφαση ήταν υπέρ των κατοίκων της περιοχής. Η Εταιρία Σκοπιά αναφέρει επίσημα ότι τρείς μήνες μετά τον θάνατό του, το σώμα του Ρόδερφορντ μεταφέρθηκε στη Νέα Υόρκη και ετάφη στο κοιμητήριο Γούντροου στο Στάτεν Άϊλαντ. Ωστόσο, ιδιωτικοί ψίθυροι αναφέρουν ότι η Εταιρία δεν αρνήθηκε να εκπληρώσει την τελευταία επιθυμία του Δικαστή. Το γεγονός ότι στην κηδεία του παρέστησαν μόνο 4 άτομα αφήνει πολλά περιθώρια εικασιών. Σημειωτέον ότι ο Ρόδερφορντ είχε κατασκευάσει ένα τεράστιο Μαυσωλείο στο παρακείμενο στον οίκο Μπεθ Σαρίμ κτήμα για την ταφή του εκεί. Οι περισσότεροι Μάρτυρες του Ιεχωβά σήμερα δεν γνωρίζουν ούτε την ύπαρξη ούτε τη σημασία του Μπέθ Σαρίμ. Κι αν μνημονεύεται κάποια φορά από την Εταιρία Σκοπιά, αναφέρεται έμμεσα ως το χειμερινό καταφύγιο του προέδρου Ρόδερφορντ για λόγους υγείας, βέβαια. Η βίλλα πουλήθηκε σιωπηρά από τη Σκοπιά το 1948. «Σχετικά με το Μπέθ Σαρίμ, ο Ρόδερφορντ ανέφερε κάποτε: ‘Ο οίκος έχει εξυπηρετήσει σαν μαρτυρία σε πολλά άτομα σ’ ολόκληρη τη γη, και ενώ οι άπιστοι έχουν χλευάσει σχετικά μ’ αυτό και έχουν μιλήσει με αυθάδεια, εντούτοις, στέκεται εκεί σαν μαρτυρία στο όνομα του Ιεχωβά. (Σωτηρία, 1939, σελ. 311). Η παραπάνω δήλωση αποτελεί απλά ΠΛΑΣΤΟΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ. Η μόνη μαρτυρία που προσέφερε ο οίκος ήταν πως επρόκειτο για μια ακόμη αλαζονική εικασία του Ρόδερφορντ και μια κολοσσιαία απάτη εις βάρος των αθώων ακολούθων της Εταιρίας Σκοπιά. Τι μπορούμε να πούμε για τους ‘άρχοντες’ που επρόκειτο να κατοικήσουν στη βίλλα; Η πόρτα της ‘ντουλάπας με τον σκελετό’ έκλεισε το 1950, όταν ο τότε αντιπρόεδρος Φρεντ Φρανς έδωσε μια ομιλία με τίτλο ‘Νέο Σύστημα Πραγμάτων’, στη διάρκεια μιας συνέλευσης στο Στάδιο Γιάνκη. Εξήγησε ότι οι ‘άρχοντες’ δεν ήταν άλλοι από τους υπεύθυνους με ηγετικές θέσεις ανάμεσα στις εκκλησίες των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Με λίγες επιδέξιες φράσεις η 57άχρονη προφητική εικοτολογία της Σκοπιάς πετάχθηκε στα σκουπίδια. Ο Ρόδερφορντ, μολονότι ποτέ δεν διορίσθηκε δικαστής, ενεργούσε στην πράξη και στον τίτλο σαν Δικαστής, ενώ ταυτόχρονα ασκούσε κριτική στον κλήρο για τους τίτλους του. Καταφερόταν εναντίον του κλήρου για τις ταξικές διαιρέσεις του και τα αξιώματά του, ενώ ο ίδιος ασκούσε έλεγχο και διακυβέρνηση πάνω στους Μ.τ.Ι. όμοια με του Πάπα της Ρώμης. Επέκρινε δριμύτατα τον πολιτικό κόσμο, ενώ ο ίδιος χρησιμοποιούσε τις ίδιες τακτικές των πίσω δωματίων. Η ρητορική του εναντίον του ‘απληστου εμπορίου’ ήταν γεμάτη υβριστικά κοσμητικά επίθετα, ενώ ο ίδιος ζούσε με αυτοκρατορική χλιδή που θα τους έκανε να τον ζηλεύουν. Ο Δικαστής έδειχνε το δάκτυλό του σ’ ένα καταδικασμένο κόσμο διεφθαρμένων ανθρώπων, ενώ ο ίδιος απολάμβανε εξαίρετο λικέρ, παλιό ουίσκυ, τσιγάρα και πούρα ποιότητος και τη συντροφιά όμορφων γυναικών που ταξίδευαν μαζί του. Ενεργούσε σαν προφήτης του Θεού προβλέποντας το τέλος του κόσμου και την ανάσταση τον Αρχόντων το 1925. Οικοδόμησε ένα παλάτι για να φιλοξενήσει τους Άρχοντες που θα επέστρεφαν σύντομα, αλλά τελικά, αυτός ο ίδιος ήταν ο μοναδικός Άρχοντας που το κατοίκησε ποτέ. Ή ήταν ΑΠΑΤΕΩΝΑΣ ή αλλιώς είχε ψευδαισθήσεις που ξεπερνούσαν αυτές του Ρώσσελ. Η πιθανή αλήθεια είναι ότι κατείχε και τα δύο γνωρίσματα. Μετάφραση Ν. Π. |
Δημιουργία αρχείου: 30-4-2012.
Τελευταία μορφοποίηση: 17-2-2021.