Επιστροφή στην Κεντρική σελίδα Βιβλία, Ιεραποστολή και Προτεσταντισμός

Όταν το καλώς ήλθες  σπίτι…  σημαίνει   σήκωσε   άγκυρα! // Κίνηση Προτεσταντών κάθε είδους προς την Ορθοδοξία, στις ΗΠΑ

Βιβλιοπαρουσίαση στο βιβλίο:
"Καλώς ήρθατε στο σπίτι σας..."

2.000 Προτεστάντες στην Ορθοδοξία!

του Πρωτ. Πήτερ Γκίλκουιστ

Μετάφραση από το Αγγλικό κείμενο: Ιωσήφ Ροηλίδης

 

Α΄ Έκδοση: Μάιος 2008.

Τίτλος πρωτοτύπου: Fr. Peter Gillquist, Becoming Orthodox

A 05 08 OM104 434 - ΜΠ - ISBN: 978-960-328-333-1

© Concilliar Press, P.O. Box 76 Ben Lomond, California 95005-0076, USA http://www.conciliarpress.com και οι Εκδόσεις Ακρίτας www.akritas.net.gr

 

Επιμέλεια Βιβλιοπαρουσίασης: Ν. Μ.

Μπορείτε να παραγγείλετε ΕΔΩ αυτό το βιβλίο

Η συναρπαστική ιστορία 2000 Προτεσταντών στις ΗΠΑ, που αναζήτησαν μέσω της ιστορίας και της Αγίας Γραφής, (ΚΑΙ ΒΡΗΚΑΝ), την Εκκλησία των Αποστόλων. Γιατί "όποιος ζητάει και κρούει, βρίσκει και του ανοίγεται" η πόρτα της Βασιλείας.

Βιβλιοπαρουσίαση:

Ένα εξαιρετικό βιβλίο 287 σελίδων, γραμμένο με αφηγηματικό ύφος, που διαβάζεται εύκολα και ξεκούραστα. Μία ΑΛΗΘΙΝΗ ιστορία 2000 Προτεσταντών στις ΗΠΑ, εντελώς άσχετων και ξένων προς την Ορθοδοξία, οι πιστοί ποιμένες των οποίων, στα μέσα της δεκαετίας του '70, κουρασμένοι από την Προτεσταντική αυθαιρεσία, αποφασίζουν να αναζητήσουν "τι απέγινε η Εκκλησία που άφησαν πίσω τους οι Απόστολοι". Για το σκοπό αυτό, μοιράζουν την έρευνα αυτή σε "τομείς", τους οποίους αναλαμβάνουν υπεύθυνα να φέρουν σε πέρας επιλεγμένοι ερευνητές. Λίγα χρόνια αργότερα, ξανασυναντιούνται, για να παρουσιάσει ο καθένας τα συμπεράσματα της έρευνάς του. Και η έκπληξή τους είναι μεγάλη! Τα πορίσματα της έρευνας, ανατρέπουν τη βάση όλων όσων γνώριζαν μέχρι τότε για την Εκκλησία!

Μία νέα έρευνα αρχίζει, για να εντοπισθεί η Εκκλησία των Αποστόλων, "πού βρίσκεται", και "αν υπάρχει ακόμα, και σε τι κατάσταση είναι". Και η απάντηση δεν αργεί να έρθει, με τη βοήθεια φωτισμένων Ορθοδόξων Χριστιανών, που αντιλαμβάνονται την πορεία των ανθρώπων αυτών, και τους δείχνουν "τον οίκο του Πατρός" τους που αναζητούσαν.

Όμως τα πράγματα δεν είναι "αγγελικά πλασμένα" μέσα στην Εκκλησία του Κυρίου, και μια νέα έκπληξη περιμένει τους "ταξιδιώτες της Αλήθειας". Μετά τον ενθουσιασμό έρχεται η απογοήτευση, όταν κάποιοι τους κλείνουν την πόρτα.

Παρ' όλα αυτά, αν και μερικοί σκανδαλίζονται και αποχωρούν, η συντριπτική πλειοψηφία των ερευνητών αυτών, παρά την απογοήτευση, δεν εγκαταλείπει την προσπάθεια. Γνωρίζουν τον λόγο του Κυρίου: "κρούετε (συνεχής χρόνος) και θα σας ανοιχθεί". Και αυτή τη φορά τους ανοίγεται η πόρτα της Βασιλείας, σε μια θερμή Χριστιανική ατμόσφαιρα, όπως αρμόζει σε τέκνα Θεού που υποδέχονται ξενιτεμένα αδέλφια τους. Και γίνεται ευωχία στον οίκο του Πατρός, και στον ουρανό χαρά μεγάλη, όταν 2000 άνθρωποι εισέρχονται ξανά στο σπίτι τους που αναζητούσαν.

Πέρα όμως από μία ιστορία σωτηρίας, το βιβλίο αυτό είναι κάτι πολύ περισσότερο. Είναι ένα πολύτιμο δογματικό εγχειρίδιο! Μέσα σε αυτό, υπάρχουν πολλές σύντομες αλλά περιεκτικότατες αναλύσεις, για ζητήματα στα οποία οι Προτεστάντες έχουν αντιρρήσεις, όσον αφορά την Ορθόδοξη πίστη και λατρεία. Για την Λειτουργικότητα της Εκκλησιαστικής λατρείας, για τις Συνόδους, για το Επισκοπικό σύστημα, για τον Σταυρό, για το Θυμίαμα, για την Παναγία και για ένα σωρό άλλα ζητήματα, μπορεί ο αναγνώστης να βρει απαντήσεις καταλυτικές, που θα προβληματίσουν κάθε καλοπροαίρετο Προτεστάντη, που αναζητά την αλήθεια χωρίς όρους.

Ειδικότερα για πολλούς από εμάς, από τα μέλη και τους συνεργάτες της ΟΟΔΕ, το βιβλίο αυτό κατέχει ιδιαίτερη συναισθηματική αξία στην καρδιά μας, γιατί μας θυμίζει πολλά! Γιατί ακολουθεί την παράλληλη αφήγηση μιας πορείας, σχεδόν όμοιας με αυτή που κάναμε την ίδια περίπου εποχή κι εδώ στην Ελλάδα, μια ομάδα Ελλήνων Προτεσταντών, καθώς κι εμείς, μέσα στις δικές μας υποτυπώδεις Προτεσταντικές συναθροίσεις, αναζητούσαμε με αγωνία την Εκκλησία που άφησαν οι Απόστολοι. Μια πορεία προς την Εκκλησία που συνεχίζεται σε κάθε έθνος της γης, από κάθε άνθρωπο που αναζητάει την αλήθεια.

Όπως είναι προφητευμένο για τους Πνευματικούς Ιουδαίους της Χριστιανικής εποχής: "Έτσι λέει ο Κύριος των δυνάμεων: Κατά τις ημέρες εκείνες δέκα άνδρες από όλες τις γλώσσες των εθνών θα πιάσουν σφιχτά, ναι, θα πιάσουν σφιχτά το κράσπεδο ενός Ιουδαίου, λέγοντας: "Θα πάμε με σας· επειδή, ακούσαμε ότι ο Θεός είναι με σας". " (Ζαχαρίας 8/η: 23).

 

Ακολουθεί ενδεικτικό απόσπασμα από το 3ο κεφάλαιο του Α΄ μέρους του βιβλίου:

Το πόρισμα για τη λατρεία

Το δυσκολότερο πράγμα, πιστεύω, για να αλλάξει οποιοσδήποτε χριστιανός είναι ο τρόπος με τον οποίο λατρεύει τον Θεό την Κυριακή το πρωί. Η σύνθεση του εκκλησιαστικού συμβουλίου μπορεί να αλλάξει, ο πάστορας μπορεί να αντικατασταθεί, η επιτροπή για την οικοδόμηση του μπορεί να προτείνει αλλαγές. Αλλά ο τρόπος με τον οποίο συμβαίνουν τα πράγματα την Κυριακή το πρωί -είτε ανήκει κανείς στους οπαδούς της Μεταρρύθμισης, είτε στους Ρωμαιοκαθολικούς, Πεντηκοστιανούς ή Πρεσβυτεριανούς- καλύτερα είναι να μην αλλάξει πάρα πολύ. Από τους επτά της ομάδας μας, οι δύο είχαν ανατραφεί σε λειτουργικές Εκκλησίες, οι υπόλοιποι σε μετριοπαθείς ή σε ανεπίσημες ελεύθερες Εκκλησίες. Αλλά όλοι μας, όταν ενηλικιωθήκαμε, είχαμε επιλέξει ένα πολύ άτυπο, σχεδόν αυθόρμητο ύφος στη λατρεία και είχαμε ενθαρρύνει την αυθόρμητη λατρεία σε όλες ουσιαστικά τις Εκκλησίες μας.

Νομίζαμε ότι διαθέταμε ένα οπλοστάσιο από εδάφια της Βίβλου να μας υποστηρίξει! Ξεκινούσαμε πάντα τις συζητήσεις με την ημέρα της Πεντηκοστής στο δεύτερο κεφάλαιο των Πράξεων των Αποστόλων, κατόπιν συνεχίζαμε με το 12ο και 14ο κεφάλαιο της Α' προς Κορινθίους επιστολής, όπως επίσης και με αυτό που συνέβη στον Εύτυχο των Πράξεων, όταν ο απόστολος Παύλος κήρυξε τη μισή νύχτα. Ο Τζακ Σπαρκς πήρε τον λόγο για να μας μεταφέρει ό,τι είχε μάθει για τη λατρεία από τις πιο πρώιμες αναφορές στην ιστορία της Εκκλησίας.

«Η χριστιανική λατρεία ήταν ευθύς εξ αρχής λειτουργική», ξεκίνησε. «Οι αρχαιότερες πηγές μάς λένε,…»

«Θα αστειεύεσαι», τον διέκοψα. «Κατά κανένα τρόπο δεν έχεις δίκιο».

«Δεν σου ζητώ να σου αρέσουν αυτά που βρήκα», συνέχισε ο Τζακ, «αλλά οι τρεις παλαιότερες πηγές...»

«Περίμενε», διαμαρτυρήθηκα πάλι. «Είσαι σίγουρος ότι μελέτησες το σωστό υλικό; Είναι αυτό που διάβασες αντιπροσωπευτικό; Δεν έχω ακούσει ποτέ, ούτε στο Σεμινάριο ούτε από την προσωπική μου μελέτη κάποιον να διδάσκει ότι η Εκκλησία ήταν λειτουργική ευθύς εξ αρχής». Πάντα υπέθετα ότι η λειτουργία εισήχθη στην Εκκλησία όταν εξασθένησε εντελώς η δύναμη του Αγίου Πνεύματος.

Ό,τι και να πεις για τον Τζακ Σπαρκς, ποτέ δεν μπορείς να τον κατηγορήσεις για παραποίηση της έρευνας που κάνει. Άρχισα να ανακαλύπτω ότι είναι ο καλύτερος ερευνητής που έχω ποτέ συναντήσει. Οι διακρίσεις του περιλαμβάνουν όχι μόνο μια έξοχη ακαδημαϊκή εργασία που τον οδήγησε στο PhD., αλλά και τα επιπλέον χρόνια που πέρασε συνεργαζόμενος με διδακτορικούς και μεταδιδακτορικούς φοιτητές στο Πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνιας. Επιπλέον έπρεπε να παραδεχθώ, ότι ο άνθρωπος δεν είχε κανένα προσωπικό συμφέρον. Θα του ήταν ευκολότερο αν δεν είχαν υπάρξει πρώιμες αναφορές στη λειτουργική λατρεία επειδή κι αυτός -σαν και μένα- είχε διδάξει τη δική του Εκκλησία να είναι αυθόρμητη στη λατρεία.

Μας εισήγαγε σε τρεις πρώιμες και αναγνωρισμένες από όλους πηγές εκτός της Αγίας Γραφής, που μας δείχνουν πώς ήταν η πρώιμη χριστιανική λατρεία.

Η πηγή τι οποία σχεδόν πάντα θεωρείται ως πρώτη είναι η γραπτή μνεία του αγίου Ιουστίνου του Μάρτυρα (στην Πρώτη Απολογία του), που γράφτηκε περί το 150 μ.Χ., όπου κατέγραψε σε χαρτί, χάριν του αυτοκράτορα, το σχήμα της χριστιανικής λατρείας. Ήταν κάτι σαν αυτό:

ΣΥΝΑΞΗ:

·           Χαιρετισμός και απάντηση

·           Ύμνοι, που διανθίζονται με:

·           Αναγνώσεις από την Αγία Γραφή, τα «Απομνημονεύματα των Αποστόλων»

·           Ομιλία

·           Απόλυση όσων δεν ανήκουν στην Εκκλησία ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑ:

·           Χαιρετισμός και απάντηση

·           Ευχές για μεσιτεία

·           Προσφορά του άρτου και του οίνου

·           Καθαγιασμός των δώρων

·           Κοινωνία

·           Προσφορά ευχαριστιών

·           Ευλογία

Το επόμενο κείμενο ήταν η Αποστολική Παράδοση του Ιππολύτου, που γράφτηκε περί το 200 μ.Χ. Τα γραφτά του χρησίμευσαν ως υποστηρικτικά των περιγραφών της λατρείας από τον άγιο Ιουστίνο, δείχνοντας ότι αυτές οι πρακτικές ήταν καθολικές στο σύνολο της Εκκλησίας.

Η αρχαιότερη αναφορά -ίσως από το 70 μ.Χ., στην καρδιά δηλαδή της εποχής της Καινής Διαθήκης- προερχόταν από τη Διδαχή των Δώδεκα Αποστόλων. Η αναφορά εδώ ήταν ιδιαίτερα σαφής όσον αφορά την Ευχαριστία, και ήταν σημαντική επειδή είναι τόσο πρώιμη. Αυτή η τριπλή μαρτυρία για τη λειτουργία και το μυστήριο της θείας Ευχαριστίας συμφωνεί μ' αυτήν της Καινής Διαθήκης και με τις άλλες αρχαίες αναφορές, σχηματίζοντας έτσι μιαν ενοποιημένη έκθεση για τη λατρεία του πρώτου και δεύτερου αιώνα.

«Αυτό σημαίνει», μας είπε ο Σπαρκς, «ότι υπήρξαν ουσιαστικά δύο λατρευτικές τάξεις στην αρχαία Εκκλησία, που συνδέθηκαν για να διαμορφώσουν τη μία βασική λειτουργία. Το πρώτο μέρος ονομαζόταν σύναξις, μια λέξη που απλά σημαίνει συνάντηση. Ως πρότυπο ακολούθησε τη λατρεία της συναγωγής των Εβραίων την εποχή αμέσως πριν από τον Χριστό. Ήταν λογικό οι Εβραίοι που προσήλθαν στον Χριστό να διατηρήσουν τις βασικές μορφές των προσευχών, των ύμνων, της ανάγνωσης της Αγίας Γραφής και του κηρύγματος.

»Το δεύτερο μέρος της πρώιμης χριστιανικής λειτουργίας ήταν η Ευχαριστία. Είναι αυτό το μέρος της λατρείας που οδηγεί στη θεία Κοινωνία που περιλαμβάνει τη μετάληψη. Η μορφή αυτής της ακολουθίας βασίζεται στη λειτουργία που επιτελούσε ο ιερέας της Παλαιάς Διαθήκης στον ναό, όπου δεν προσφέρονται πλέον ταύροι και κριάρια, αλλά το «σώμα και το αίμα του Χριστού».

«Και εκεί είναι που παρεμβάλλεται η βιβλική αναφορά του ενδέκατου κεφαλαίου της Α' προς Κορινθίους επιστολής;» ρώτησε κάποιος.

«Ναι - και στην πραγματικότητα, αυτοί οι ιδρυτικοί λόγοι επαναλαμβάνονταν συνεχώς στη χριστιανική λατρεία από την αφετηρία της», αποκρίθηκε.

«Αλλά, Τζακ, τι απαντάς στην κατηγορία ότι η λειτουργική λατρεία οδηγεί στον πνευματικό θάνατο και στην απώλεια της ζωντάνιας;» ρώτησα. «Γνωρίζω Εκκλησίες που είναι γεμάτες από τη λειτουργία, και όμως φαίνονται πραγματικά νεκρές».

«Ειλικρινά δεν γνωρίζω ακόμη αρκετά για να απαντήσω στην ερώτηση σου», απάντησε. «Είμαι βέβαιος ότι θα φτάσουμε σ' αυτό το θέμα καθώς προχωράμε στην έρευνα μας. Αλλά μπορώ να σας πω αυτό: ο Ισραήλ ήταν λειτουργικός καθ' όλη τη διάρκεια της ιστορίας του, και έχουμε την Παλαιά Διαθήκη που το αποδεικνύει. Οι Εβραίοι, είτε βάδιζαν με τον Θεό είτε όχι, ήταν με συνέπεια λειτουργικοί. Και η Εκκλησία της Καινής Διαθήκης ήταν λειτουργική από την έναρξη της, σύμφωνα με τις πιο πρώιμες πηγές. Αυτά είναι τα δεδομένα. Τα υπόλοιπα πρέπει να τα ανακαλύψουμε αργότερα».

Όσο περισσότερο κοιτάζαμε μέσα από το πραγματικό πρότυπο της λατρείας που έχει καταγράψει ο Ιουστίνος ο Μάρτυρας, τόσο περισσότερο μας άρεσε, και τόσο μεγαλύτερη αίσθηση μας έκανε. Και τότε άρχισε να χαράζει μέσα μας - κι αν ακόμη βλέπαμε τους εαυτούς μας ως αυθόρμητους, αυτός ο ίδιος ο αυθορμητισμός μας είχε γίνει ένας τύπος. Είχαμε αναπτύξει τη δική μας ιδιότυπη λειτουργία.

Σκέφτηκα τις κατ' οίκον εκκλησίες μας. Οι ίδιοι άνθρωποι κάθονταν στις ίδιες καρέκλες κάθε Κυριακή πρωί, οι «αυθόρμητες» προσευχές ήταν βασικά οι ίδιες κάθε φορά· όλοι διέθεταν ένα σύνολο αγαπημένων ύμνων- το κήρυγμα γινόταν την ίδια χρονική στιγμή στην ακολουθία- και πάντα κλείναμε με τη θεία Κοινωνία. Εν πάση περιπτώσει, στη βασική της μορφή, η τάξη αυτού που κάναμε το πρωί της Κυριακής δεν ήταν τόσο πολύ διαφορετική από την τάξη που είχε καταγράψει ο άγιος Ιουστίνος το 150 μ.Χ.

Κατόπιν στραφήκαμε στα θέματα της Ευχαριστίας. «Τι ανακάλυψες σχετικά με το πώς έβλεπαν το ψωμί και το κρασί;» ρωτήσαμε. «Το έβλεπαν ως ένα σύμβολο ή ως το πραγματικό σώμα και αίμα του Χριστού;» (Στη σύγχρονη γλώσσα: ήταν τα στοιχεία πραγματικά ή ήταν «μαϊμούδες»;)

«Στην πραγματικότητα, τα έβλεπαν ως σύμβολο και ως ουσία», συνέχισε ο Τζακ. «Αλλά ο όρος "μετουσίωση" δεν βρίσκεται πουθενά παρά εμφανίζεται πολλούς αιώνες αργότερα. Η βασική λέξη που χρησιμοποιείται είναι ο όρος μυστήριο. Οι Πατέρες της Εκκλησίας θεωρούσαν το καθαγιασμένο ψωμί και κρασί ως το πραγματικό σώμα και αίμα του Χριστού, αλλά δεν εξήγησαν ποτέ το πώς αυτό γίνεται. Το παραδέχονταν ως ένα ιερό μυστήριο».

Ανακουφίστηκα που δεν πιεζόμασταν από την άποψη της μετουσίωσης, την οποία υποστηρίζει η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία- μια άποψη την οποία συχνά είχα επικρίνει με τη φράση «καλύτερα να ζούμε με τη χημεία». Ωστόσο καθώς σκεφτόμουν πάλι τα λόγια του Χριστού, «τούτό εστί το σώμα μου… Τούτο γαρ εστί το αίμα μου», ήταν προφανές ότι εμείς οι σύγχρονοι ευαγγελικοί είχαμε μετατρέψει τα λόγια του Κυρίου σε ζημιά, στρέφοντας τα σε άλλη κατεύθυνση. Εξάλλου, δεν θα υπήρχαν άνθρωποι στην Κόρινθο του πρώτου αιώνα να αρρωσταίνουν και να πεθαίνουν για χάρη, απλών συμβόλων (Α' Κορινθ. 11:17-34). Κάτι σοβαρό, κάτι πραγματικό έπρεπε να λαμβάνει χώρα καθώς μετελάμβαναν το σώμα και το αίμα του Κυρίου.

Θα ήταν άδικο να παραλείψουμε τη δυσάρεστη πλευρά της ιστορίας. Οι άνθρωποι μας εγκατέλειπαν όταν αρχίσαμε να κηρύσσουμε και να ασκούμε αυτή την πραγματική η μυσταγωγική πλευρά της θείας Κοινωνίας. Αλλά αυτό δεν ήταν τίποτε το καινούργιο. Από τα κείμενα του ευαγγελίου γνωρίζουμε ότι το πρώτο κύμα ανθρώπων που εγκατέλειψε τον Χριστό ήταν όταν τους είπε: «αμήν αμήν λέγω υμίν, εάν μη φάγητε την σάρκα τού Υιού τού ανθρώπου και πίητε αυτού το αίμα, ουκ έχετε ζωήν εν εαυτοίς» (Ιωάν. 6: 53). Μερικές γραμμές πιο κάτω, έχουμε τον στίχο 66: «εκ τούτου πολλοί απήλθον εκ των μαθητών αυτού εις τα οπίσω και ουκέτι μετ αυτού περιεπάτουν».

Από τα κείμενα της αρχαίας Εκκλησίας, μας έγινε σαφές ότι η λατρεία ήταν λειτουργική και ότι το μυστήριο της θείας Κοινωνίας βρισκόταν στο κέντρο ολόκληρης της ακολουθίας. Ειλικρινά, χρειαστήκαμε λίγη ώρα, και εγώ προσωπικά, για να νιώσουμε συναισθηματική άνεση με τη λειτουργία και το μυστήριο. Είχα τόσο πολύ συνηθίσει να το «παραβλέπω». Αλλά λόγω της πρώιμης και καθολικής μαρτυρίας σχετικά με τη λατρεία και της συνέπειας που έχει με τα κείμενα της Καινής Διαθήκης, αρχίσαμε να διδάσκουμε και να πειραματιζόμαστε με αυτή την αρχαία Χριστιανική λειτουργία στις Εκκλησίες μας. Και αρχίσαμε, μετά από λίγο, να αισθανόμαστε περισσότερο όπως στο σπίτι μας.

 

Η αναφορά από την ιστορία Εκκλησίας

Μετά από κάποιες μέρες με προκαταρκτικές συζητήσεις σχετικά με τη λατρεία, στραφήκαμε στη μελέτη της ιστορίας της Εκκλησίας από τον Τζων Μπράουν, που ακολούθησε αμέσως μετά το κλείσιμο της Καινής Διαθήκης.

«Το καταπληκτικότερο πράγμα που βρήκα σ' αυτούς τους προηγούμενους τρεις μήνες μελέτης είναι η παρουσία Επισκόπων στον πρώτο αιώνα», άρχισε. «Πίστευα ότι οι επίσκοποι ως θεσμός είχαν προστεθεί σε μεταγενέστερο χρόνο στην Εκκλησία, κάποια στιγμή στα μέσα του δεύτερου αιώνα. Αλλά εδώ βρίσκονται, πολύ πριν από το 100 μ. Χ.

»Έχουμε τον Πολύκαρπο, ένα πρόσωπο που κάπως το γνώριζα. Ήταν Επίσκοπος Σμύρνης περίπου το 100 μ. Χ. Αρχαίοι συγγραφείς όπως ο Ειρηναίος μας λένε ότι υπήρξε πνευματικό παιδί του Αποστόλου Ιωάννη, και ότι είχε χειροτονηθεί Επίσκοπος από τους ίδιους τους Αποστόλους.

»Κατόπιν έχουμε τον Κλήμεντα Ρώμης, που χειροτονήθηκε Επίσκοπος σ’ αυτή την πόλη το 90 μ. Χ. , πάνω κάτω. Η σύνδεση του με τους Αποστόλους του Χριστού γίνεται προφανής με την αναφορά του Αποστόλου Παύλου σ' αυτόν στην επιστολή προς Φιλιππησίους (4:3).

»Αλλά για μένα ο πιο συγκλονιστικός απ' όλους είναι ο Ιγνάτιος Αντιοχείας -δηλαδή της Αντιόχειας της Συρίας, εκκλησιαστικής πατρίδας τουλάχιστον των Αποστόλων Παύλου και Βαρνάβα- που υπήρξε Επίσκοπος αυτής της πόλης περίπου από το 67 μ. Χ. Μέχρι το μαρτύριο του το 107. (Αδέλφια, το έτος 67 μ. Χ., είναι ακόμη εποχή της Βίβλου). Μιλάμε για την καρδιά της εποχής της Καινής Διαθήκης. Και γνωρίζουμε ότι μόνο δύο από τους δώδεκα είχαν πεθάνει έως τότε. Δεν καταλαβαίνετε ότι οι άλλοι δέκα θα είχαν αντιδράσει άγρια αν ήταν μεν γνωστό το λειτούργημα του Επισκόπου, αλλά όχι εγκεκριμένο από την Εκκλησία;»

Ο Επίσκοπος Ιγνάτιος, φυσικά, είναι γνωστός σε όλους τους ιστορικούς της Εκκλησίας. Άφησε πίσω του επτά επιστολές, που γράφτηκαν λίγο πριν από τον θάνατο του, και απευθύνονταν στις Εκκλησίες των πόλεων απ' όπου πέρασε καθ’ οδόν προς το μαρτύριο του. Όχι μόνο αναλύουν με χαρακτηριστική σαφήνεια τον ρόλο του λειτουργήματος του Επισκόπου, αλλά μας πληροφορούν επίσης για την παρουσία Επισκόπων σε πολυάριθμες άλλες Εκκλησίες. Τονίζει το γεγονός ότι αυτοί οι πρώτοι επίσκοποι είχαν τοποθετηθεί στο αξίωμα τους από τους ίδιους τους Αποστόλους και εκπροσωπούν τη συνέχεια του Αποστολικού υπουργήματος στην Εκκλησία.

Δεν είχαμε προλάβει να συνέρθουμε από την ανακάλυψη της λειτουργίας και του μυστηρίου στην αρχαία Εκκλησία, και νάσου και οι Επίσκοποι! Πρώτοι Επίσκοποι ήδη στον πρώτο αιώνα! Αρχίσαμε να καταπίνουμε τους Αποστολικούς Πατέρες, μια συλλογή κειμένων γραμμένων από Χριστιανούς που είχαν γνωρίσει τους Αποστόλους και είχαν διδαχθεί από αυτούς -συμπεριλαμβανομένων των έργων του Ιγνατίου, Πολυκάρπου και Κλήμεντα- και εδώ βρισκόταν ένα ολοκληρωτικά καινούργιο όραμα της Χριστιανοσύνης μπροστά ακριβώς στα μάτια μας.

Αλλά και η ίδια η Καινή Διαθήκη ήταν σαφής όσον αφορά τους Επισκόπους. Ο όρος «Επίσκοπος» δεν είναι μόνο ένας γενικός όρος για το λειτούργημα του επιτηρητή, αλλά και ένα συγκεκριμένο αξίωμα στην Εκκλησία. Μέσα απ' αυτό το πρίσμα, οι αναφορές της Καινής Διαθήκης στον Επίσκοπο ξεκαθάρισαν και έγιναν διαφανείς σαν το κρύσταλλο.

Το πρωιμότερο χωρίο της Καινής Διαθήκης υπάρχει στις Πράξεις των Αποστόλων 1:20, και ασχολείται με την Αποστασία και την αντικατάσταση του Ιούδα. Στην παλιά Αγγλική μετάφραση της Καινής Διαθήκης (αυτή του Βασιλιά Ιακώβου KJV) αναφέρεται, «και την Επισκοπήν αυτού λάβοι έτερος». Μερικές από τις νεότερες προτεσταντικές μεταφράσεις αποφεύγουν τη λέξη, αποδίδοντας τον όρο επισκοπή ως «ηγετική θέση» [NIV (σ. τ.μ. New International Version)] ως «εποπτεία» (Moffatt) «θέση» (Goodspeed) ή λίγο καλύτερα, «αξίωμα» (nasb, nkjv). Το γεγονός είναι ότι η ελληνική λέξη στο κείμενο είναι Επισκοπήν, και η κυριολεκτική έννοια είναι Eπισκοπή: το αξίωμα του Επισκόπου. Την εποχή που γράφτηκε το βιβλίο των Πράξεων, αυτή η λέξη δεν σήμαινε πλέον τίποτε άλλο εκτός από Eπίσκοπος. Οι Δώδεκα, εν πάση περιπτώσει, αναγνωρίζονταν από την οικουμενική Εκκλησία ως οι πρώτοι Eπίσκοποί της.

Κατόπιν, υπάρχει ο χαιρετισμός του Αποστόλου Παύλου προς τους Φιλιππησίους, που γράφτηκε περίπου το 65 μ. Χ. . , και στον οποίο διαβάζουμε: «Παύλος και Τιμόθεος, δούλοι Ιησού Χριστού, πάσι τοις Αγίοις εν βριστώ Ιησού τοις ούσιν εν Φιλίπποις συν Επισκόποις και Διακόνοις» (Φιλιπ. 1:1,2). Αν πάρουμε κυριολεκτικά αυτό το χωρίο, δείχνει σαφώς πως το αξίωμα αυτό είχε τη θέση του στην Εκκλησία των Φιλίππων από τα μέσα του πρώτου αιώνα.

Συχνά τίθεται το ερώτημα -όπως συμβαίνει μ' εμάς- σχετικά με την ανταλλαξιμότητα των όρων Πρεσβύτερος και Επίσκοπος στις Πράξεις και στις Επιστολές. Δεν υπάρχουν άραγε μέρη, όπως στις Πράξεις Κ' (ο Απόστολος Παύλος και οι Πρεσβύτεροι της Εφέσου στη Μίλητο) και στην προς Τίτο επιστολή (1:5) («και καταστήσης κατά πόλιν πρεσβυτέρους») όπου οι όροι θα μπορούσαν να αναφέρονται είτε στον Επίσκοπο είτε στον Πρεσβύτερο; Είναι αναμφισβήτητο ότι η δυνατότητα μιας τέτοιας διασταύρωσης υπάρχει σε ορισμένα χωρία. Για τον ίδιο λόγο, τρία συγκεκριμένα αξιώματα ποιμαντικής διακονίας εμφανίζονται στην Καινή Διαθήκη και στα πρωιμότερα κείμενα της Χριστιανικής ιστορίας: Επίσκοπος, Πρεσβύτερος, και Διάκονος.

Για μας, η πιο ενδιαφέρουσα περικοπή που συναντήσαμε βρίσκεται στο ΙΕ' κεφάλαιο των Πράξεων, και αναφέρεται στη Σύνοδο των Ιεροσολύμων. Στην Αντιόχεια είχε ανακύψει το πρόβλημα σχετικά με την τήρηση του Εβραϊκού νόμου, και η Εκκλησία εκεί, ανήμπορη να το λύσει σε τοπικό επίπεδο, το ανέφερε στους Αποστόλους και στους αδελφούς στα Ιεροσόλυμα. Η χρονολογία είναι το 48 η 49 μ. Χ. Συνεκλήθη μια σύνοδος για να προσδιορίσει το θέλημα του Θεού και να διευθετήσει το ζήτημα. Σημειώστε τι συμβαίνει εδώ. Με την παρουσία των «Αποστόλων και των Πρεσβυτέρων» (στ. 4) στη σύνοδο, καθώς και του Αποστόλου Πέτρου, όταν όλοι τέλειωσαν τις ομιλίες τους, ο Ιάκωβος ο Αδελφόθεος ήταν, και όχι ένας από τους Δώδεκα, που σηκώθηκε επάνω και είπε: «Άνδρες αδελφοί, ακούσατέ μου» (στ. 13). Και ο Ιάκωβος ήταν αυτός που έκρινε τελικά τι έπρεπε να γίνει για να λυθεί η διαφωνία. Γιατί ο Ιάκωβος; Γιατί όχι ο Πέτρος η ένας από τους άλλους Αποστόλους; Επειδή, σύμφωνα με όλους τους αρχαίους συγγραφείς που ασχολήθηκαν με το θέμα, ο Ιάκωβος ήταν Επίσκοπος Ιεροσολύμων την εποχή που συνεκλήθη εκείνη η σύνοδος. Και σύμφωνα με την καταγραφή στις Πράξεις ΙΕ', έπραξε βέβαια αναλόγως!

Κάποιες παρατηρήσεις με βοήθησαν πολύ προσωπικά, στην κίνηση μου από την κονγκρεγκασιοναλιστική στην επισκοπική εκκλησιαστική πολιτεία. Κατ' αρχάς, όπως ακριβώς στην Καινή Διαθήκη, κάθε Επίσκοπος που είναι άξιος του βαθμού του στον σημερινό κόσμο είναι προσεκτικός όταν ζητά το «αμήν» του λαού. Η αλήθεια είναι ότι μια Εκκλησία που έχει ως επικεφαλής έναν επίσκοπο είναι στην πραγματικότητα επισκοπική, πρεσβυτεριανή και λαϊκή, και τα τρία αυτά μαζί. Ο λαός έχει λόγο, μαζί με τους Διακόνους και τους πρεσβυτέρους. Η διαφορά είναι ότι στην κονγκρεγκασιοναλιστική πρακτική, κάθε άνθρωπος είναι και μία ψήφος, και συνήθως τα πρόβατα καταλήγουν να «ποιμαίνουν» τον ποιμένα. Στην επισκοπική πολιτική, ο καθένας έχει φωνή, αλλά την τελική ευθύνη την έχει ο Επίσκοπος. Όπως είδαμε στην περίπτωση του αγίου Ιακώβου, Επισκόπου Ιεροσολύμων στο ΙΕ' κεφ. Των Πράξεων των Αποστόλων, όπου ο Επίσκοπος παίρνει την τελική απόφαση.

Μια δεύτερη παρατήρηση θα διαγραφεί καλύτερα εξιστορώντας μια συνομιλία που είχα με τον ;πρόεδρο μιας ευαγγελικής ομολογίας κατά τη διάρκεια ενός προγεύματος. Είχαμε φτάσει μέχρι την ανακάλυψη των Επισκόπων στην αρχαία Εκκλησία και είχαμε αποφασίσει να υποταχθούμε στη διακυβέρνηση των Επισκόπων. Ο φίλος μου, η ομολογία του οποίου ανήκει στις κονγκρεγκασιοναλιστικές Εκκλησίες, είχε μείνει κάπως έκπληκτος με την αλλαγή της κατεύθυνσής μας. Πίστευε ότι η Καινή Διαθήκη δίδασκε μόνο κονγκρεγκασιοναλιστική πρακτική.

Καθώς συνεχιζόταν η συζήτηση, το ζήτημα ενός καινούργιου κινήματος ανάμεσα σε κάποιες από τις Εκκλησίες του ήρθε στο προσκήνιο. «Πολλοί πάστορες μας έχουν σαγηνευτεί από τη διδασκαλία του πολλαπλού θεσμού των γερόντων, ανθρώπων όπως ο Ray Stedman», είπε. «Είναι δύσκολο όταν, ενώ ανήκετε στον κονγκρεγκασιοναλιστικό κανόνα, διεισδύσει μια πιο πρεσβυτεριανή άποψη σαν αυτή. Μερικές από τις κοινότητές μας έχουν ήδη κινηθεί προς αυτή την κατεύθυνση».

«Τι θα κάνατε αν η κοινότητά σας ψήφιζε να προχωρήσει προς μια μορφή διακυβέρνησης με πολλούς Πρεσβύτερους;» ρώτησα.

«Δεν θα τρελαινόμασταν κιόλας γι’ αυτό, αλλά θα το ακολουθούσαμε όσο δεν θα γινόταν μια μόνιμη κατάσταση», απάντησε. «Αυτό (το είδος διακυβέρνησης) θα ήταν Πρεσβυτεριανό».

«Αλλά τι θα συνέβαινε αν οι άνθρωποι επέλεγαν ως κοινότητα να καταστήσουν αυτή την κατάσταση μόνιμη;» ρώτησα.

«Τότε θα επενέβαινα για να το σταματήσω», είπε.

«Ε! τότε αυτό θα ήταν επισκοπική (νοοτροπία)», αντέτεινα.

Στην πραγματικότητα, κάποιος πάντοτε καταλήγει να είναι ο υπεύθυνος. Μπορούμε να συζητάμε για τη λαϊκή διοίκηση, την ισότητα, τον κονγκρεγκασιοναλισμό και όλα τα υπόλοιπα, αλλά τελικά ένα πρόσωπο μπαίνει επικεφαλής της φάλαγγας. Δεν μας διδάσκει έτσι η φύση; Στην ίδια την Αγία Τριάδα, όπου τα τρία πρόσωπα μοιράζονται πλήρως τη θεία φύση, ο Πατέρας είναι η αρχή της Θεότητας και η πηγή της ενότητας. Είτε στον ουρανό είτε στη γη, υπάρχουν τάξεις στρατιών, ανθρώπων και αγγέλων.

Υπάρχει άλλο ένα πράγμα που θα ήθελα να πω για τους Επισκόπους, ένα πολύ ανακουφιστικό πράγμα. Μετά από χρόνια προσπάθειας να ζήσω κάτω από λιγότερη ηγεσία, επιτέλους ξέρω ποιος είναι υπεύθυνος. Αποτελεί τιμή για μένα να σκύβω και να φιλώ το χέρι του Αρχιεπισκόπου μας Φιλίππου, με τον οποίο είμαι ίσος ως προς την αδελφοσύνη μας εν Χριστώ, και στον οποίο όμως πρόθυμα υποτάσσομαι ως τον ιεράρχη που φροντίζει για την ψυχή μου.

Λίγα χρόνια πριν θα είχα αντιδράσει βίαια σ' αυτό ακριβώς που μόλις είπα: «Ωραία όλα αυτά, αλλά τι θα γίνει αν έχετε έναν κακό επίσκοπο!». Κατ' αρχάς, οι Ορθόδοξοι συμμετέχουν στην επιλογή του Επισκόπου τους. Δεύτερον, κάθε Επίσκοπος είναι υπόλογος απέναντι σε μια σύνοδο Επισκόπων και σε έσχατη περίπτωση στον Πατριάρχη. Γι’ αυτό τον λόγο όταν είχαμε κάποιους κακούς Επισκόπους, αυτοί απομακρύνονταν. (Ο αιρετικός Νεστόριος κατείχε το υψηλότερο αξίωμα στην Ανατολική Εκκλησία, αλλά ακόμη κι αυτός αντικαταστάθηκε.) Τρίτον, κι αν ακόμη επιλεγεί κάποιος αδύναμος ηγέτης, ακόμη και αυτό θα είναι προτιμητέο από το να μην υπάρχει καθόλου ηγέτης. Η αναρχία, θρησκευτική η πολιτική, είναι η χειρότερη μορφή διακυβέρνησης απ' όλες.

Πιστεύω σ' εκείνη την παλιά αρχή των Βαπτιστών ότι η εξουσία μπορεί να διαφθείρει, και ότι η απόλυτη εξουσία διαφθείρει απολύτως αν και κανένας Ορθόδοξος Επίσκοπος δεν διαθέτει απόλυτη εξουσία. Αλλά ισχύει και το αντίθετο: η ανεξαρτησία επίσης διαφθείρει, και η απόλυτη ανεξαρτησία διαφθείρει απολύτως. Επειδή μια τέτοια ανεξαρτησία προωθεί την απόλυτη εξουσία την απόλυτη εξουσία στα χέρια του κάθε ατόμου.

Υπήρχαν ιεράρχες στο Ισραήλ, ιεράρχες στην Καινή Διαθήκη, και ιεράρχες καθ’ όλη τη διάρκεια της ιστορίας της Εκκλησίας. Ιεράρχες και Βίβλος συνυπάρχουν.

 

Η αναφορά στο δόγμα

Αισθανόμασταν ζαλισμένοι από όσα ανακαλύπταμε σχετικά με τη λειτουργία, τα μυστήρια, και τους Επισκόπους, όταν ο Ρίτσαρντ Μπάλιου μας ανακοίνωσε όσα είχε βρει σχετικά με τη διδασκαλία της αρχαίας Εκκλησίας. Χρειαζόμασταν ένα διάλειμμα, και το κάναμε. Ήμασταν άνθρωποι αφοσιωμένοι στη διδασκαλία των Αποστόλων και οι καρδιά και ο νους μας αναπαύονταν και αφυπνίζονταν καθώς ακούγαμε πόσο ακούραστα οι αρχαίοι Χριστιανοί κήρυτταν και υπερασπίζονταν τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό ως πλήρη Θεό και πλήρη άνθρωπο.

«Αυτό που πρόκειται να δούμε είναι ότι κάθε σημαντική έριδα που οδήγησε στις Οικουμενικές Συνόδους αρχίζει με μια ολομέτωπη επίθεση στον ίδιο τον Χριστό», άρχισε ο Ντικ Μπάλιου. «Η πρώτη απ' αυτές κορυφώθηκε το καλοκαίρι του 325 μ. Χ., όταν συνεκλήθη μια Οικουμενική Σύνοδος στη Νίκαια για να ασχοληθεί με μια αίρεση αποκαλούμενη Αρειανισμός».

Ο Άρειος υπήρξε Πρεσβύτερος στην Εκκλησία της Αλεξάνδρειας. Είχε προκαλέσει μεγάλη αναστάτωση στο ποίμνιο του διδάσκοντας ότι ο Ιησούς Χριστός είναι κτίσμα, κάτι λιγότερο δηλαδή από πλήρης Θεός. Η ύπαρξη Του, σύμφωνα με τον Άρειο, ξεκίνησε από κάποιο χρονικό σημείο. Ο Άρειος, τυπικό δείγμα ουσιαστικά όλων των ψευδοδιδασκάλων στην Ιστορία, διέθετε ένα ολόκληρο οπλοστάσιο με εδάφια της Αγίας Γραφής που τα ερμήνευε όπως ήθελε για να υποστηρίζει τις θέσεις του. Είχε αποκτήσει πολλούς οπαδούς από τον κλήρο και τον λαό και ο αριθμός τους συνεχώς αυξανόταν. Ο Επίσκοπος του, ο ευσεβής Αλέξανδρος, ανησυχούσε βαθιά και γι’ αυτό συγκάλεσε συνόδους που απέρριψαν τις απόψεις του Αρείου. Όταν η αίρεση εξαπλώθηκε, αναμίχθηκε ολόκληρη η Εκκλησία, ακόμη και ο αυτοκράτορας.

Για να αντιμετωπίσουν και να διευθετήσουν το ζήτημα, εκατοντάδες εκπρόσωποι από όλη τη Χριστιανοσύνη συγκεντρώθηκαν στη Νίκαια εκείνο το αξέχαστο καλοκαίρι του 325 μ. Χ. Για να συζητήσουν και να αποφασίσουν. Ο Ιησούς Χριστός είχε υποσχεθεί στην Εκκλησία Του τη δωρεά του Αγίου Πνεύματος για να την οδηγεί «προς πάσαν την αλήθειαν». Εδώ είχαμε την πρώτη σημαντική δοκιμασία της Εκκλησίας μετά την Αποστολική εποχή.

Καθώς οι απεσταλμένοι συγκεντρώνονταν, συμπεριλαμβανομένου του Αρείου και των οπαδών του, ένας άλλος νεαρός άνδρας εμφανίστηκε στο προσκήνιο. Ο Αθανάσιος ήταν ένας λαμπρός γνώστης των Γραφών και ένας αφοσιωμένος μαθητής του Ιησού Χριστού. Πριν από εφτά χρόνια, στην ηλικία των είκοσι ενός ετών, είχε ήδη γράψει ένα βιβλίο που επρόκειτο να γίνει ένα από τα μεγάλα χριστιανικά κλασικά έργα όλων των εποχών: Περί της Ενανθρωπήσεως του Λόγου. Ο Κ. Σ. Λιούις (C.S. Lewis), στην εισαγωγή του στην αγγλική μετάφραση αυτού του έργου, έγραφε ότι όταν άνοιξε αυτό το βιβλίο, δεν άργησε να ανακαλύψει ότι «διάβαζε ένα αριστούργημα» (Νέα Υόρκη: Macmillan Company, 1946).

Στη Σύνοδο, αυτός ο σπουδαίος νεαρός έγινε ένας από τους κυριότερους υπερασπιστές της αποστολικής πίστης. Ο Άρειος αποδείχθηκε ότι δεν μπορούσε να αντιμετωπίσει τον άγιο Αθανάσιο. Καθώς κυλούσαν οι εβδομάδες του καλοκαιριού, στη Νίκαια άρχισε να αναδύεται μια ισχυρή Ορθόδοξη συναίνεση, μέσα από τις έντονες συζητήσεις. Μετά από τρεις μήνες, συντάχθηκε και παρουσιάστηκε ένα συνοπτικό κείμενο που περιείχε μια σύνοψη της χριστιανικής διδασκαλίας για το πρόσωπο του Ιησού Χριστού. Συνολικά, 318 επίσκοποι της Εκκλησίας βεβαίωσαν και υπέγραψαν αυτό που γνωρίζουμε σήμερα ως το πρώτο και μεγαλύτερο μέρος του Συμβόλου της Νικαίας.

Η Ορθοδοξία του Αθανασίου είχε επικρατήσει στη Σύνοδο. Όσον δε αφορά τον Χριστό, ποτέ δεν υπήρξε στιγμή που να μην υπήρχε! Αυτή η αλήθεια έγινε η πολεμική ιαχή της Εκκλησίας, καθώς χρειάστηκε σχεδόν ένας αιώνας ακόμη για να εξασφαλιστεί το έδαφος που είχε κερδηθεί στη Νίκαια. Ο Άρειος, αν και ηττημένος, δεν εγκατέλειψε την προσπάθεια του. Στην πραγματικότητα, μετά τη Νίκαια το κίνημα του διογκώθηκε. Κάποιες στιγμές, στα χρόνια που ακολούθησαν, φάνηκε ότι θα επικρατούσε ο Αρειανισμός τόσο πολύ μάλιστα ώστε κάποιος αργότερα κατασκεύασε τη φράση: «Ο Αθανάσιος ενάντια στον κόσμο».

Αλλά τελικά κέρδισε η αλήθεια του Χριστού. Η Μία Αγία Εκκλησία κήρυσσε και λάτρευε Αυτόν που γεννήθηκε «εκ του Πατρός προ πάντων των αιώνων».

Η μελέτη της Συνόδου της Νικαίας μας προσέφερε πολλά στην πορεία μας προς την Ορθοδοξία.

Πρώτο και σπουδαιότερο, μας έδωσε τον σαφή ορισμό όλων όσα η Καινή Διαθήκη διδάσκει για τον Ιησού Χριστό. Ήμασταν τόσο απασχολημένοι με το έργο του Χριστού -αυτά που έκανε για μάς- ώστε να μη νοιαζόμαστε να μάθουμε το Ποιος είναι: δηλ. ο προαιώνιος Υιός του Πατρός που είχε προσλάβει την ανθρώπινη φύση για τη δική μας σωτηρία, Θεός και ταυτόχρονα άνθρωπος. Πιστεύαμε βεβαίως στη θεότητα του Χριστού, αλλά ο αντίκτυπος που είχε η σάρκωση του Υιού του Θεού δεν μας είχε ακόμη αγγίξει με ολόκληρη τη δύναμη της. Το Σύμβολο της Νικαίας έγινε και για μας, όπως ήταν ανέκαθεν για την Ορθόδοξη Χριστιανοσύνη, αυτός ο δογματικός φράκτης έξω από τον οποίο δεν έπρεπε να τολμήσουμε να περιπλανηθούμε για να κατανοήσουμε τον Χριστό.

Δεύτερον, η Νίκαια έγινε το πρότυπο για το πώς πρέπει να λειτουργούν οι σύνοδοι στην Εκκλησία: όταν οι ευσεβείς επίσκοποι, οι ιερείς, οι διάκονοι και ο λαός συνάζονται για να διακρίνουν την αλήθεια του Θεού, τότε τους μιλά το Άγιο Πνεύμα. Η Σύνοδος των Ιεροσολύμων στο ΙΕ' κεφάλαιο των Πράξεων των Αποστόλων, δεν ήταν ένα μεμονωμένο φαινόμενο. Ολόκληρη η ιδέα της διάκρισης του θελήματος του Θεού μέσα από τη συναίνεση, απέκτησε ένα καινούργιο νόημα για μας.

Τρίτον, η Νίκαια μας εισήγαγε στις άλλες σημαντικές συνόδους της ιστορίας της Εκκλησίας. Η Νίκαια υπήρξε η πρώτη από τις επτά Οικουμενικές Συνόδους που συνεκλήθηκαν ανάμεσα στο 325 και στο 787 μ.Χ., ώστε καθεμιά να αντιμετωπίσει κάποιο Χριστολογικό πρόβλημα, και η κάθε σύνοδος κατέληγε με την αλήθεια. Αυτές οι εφτά σύνοδοι αποτελούν μαζί τα θεμέλια για την κατανόηση της αποστολικής παράδοσης της πίστης της Εκκλησίας και χρησιμεύουν ως εγγύησή της.

Καθώς η εβδομάδα πλησίαζε στο τέλος της, συνειδητοποιήσαμε ότι το έργο μας μόλις άρχιζε. Αν η άσκησή μας ήταν μόνον ακαδημαϊκή, λίγα πράγματα θα μας ενδιέφεραν. Αλλά ο τρόπος που πιστεύαμε έπρεπε να αλλάξει, να προσαρμοσθεί. Αν όλα όσα είχαμε βρει, μέσα από τη μελέτη της Εκκλησίας, αποτελούσαν πεδίο πίστης και άσκησης όλων των Χριστιανών παντού, και αν αυτά διέφεραν από αυτά που εμείς πιστεύαμε και ασκούσαμε, τότε θα έπρεπε να υποκύψουμε στο γεγονός. Είχαμε κουραστεί από τις καινοτομίες και τις πρωτοτυπίες. Λαχταρούσαμε την πληρότητα της αλήθειας· Αφήσαμε το νησί για να αρχίσουμε να μαθαίνουμε να ζούμε μέσα στη λειτουργία και στο μυστήριο και να επικεντρώσουμε εκ νέου τη ζωή μας γύρω από τη λατρεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Φύγαμε κατανοώντας και επιθυμώντας το «επισκοπείν» των Επισκόπων και την πραγματικότητα της ορατής εξουσίας στην Εκκλησία. Και φύγαμε με μια ανανεωμένη ευγνωμοσύνη και αγάπη στον Κύριό μας Ιησού Χριστό – Ο Λόγος του Θεού είχε όντως ενανθρωπήσει και κατοικήσει ανάμεσά μας!

Δημιουργία αρχείου: 20-11-2008.

Τελευταία ενημέρωση: 20-11-2008.

ΕΠΑΝΩ