Πρόλογοι // Kεφάλαιο 2ο // Περιεχόμενα

 

Πώς έγινε ο Πάπας "αλάθητος"

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1ο.

 

Εισαγωγή

Δύναμη και αδυναμία

Ένας δριμύς πολέμιος του αλαθήτου

Για να μάθει ο λαός μας


Δύναμη και αδυναμία!

            Αντηχούν ακόμη οι θριαμβευτικές ιαχές του Πολωνικού λαού, που υπεδέχθη για πρώτη φορά στην ιστορία του, στην ίδια του την χώρα, ένα πάπα, και μάλιστα καταγόμενο από την Πολωνία. Οι αντιχριστιανικές δυνάμεις κάνουν το παν να περιορίσουν την σημασία του γεγονότος, το οποίο, όπως είναι φυσικό, έχει λάβει τεράστιες πολιτικο-κοινωνικές διαστάσεις. Οι Χριστιανοί όλου του κόσμου βρήκαν – και δίκαια – μια μοναδική ευκαιρία, για να αποδείξουν την ακατάβλητη δύναμη του θρησκευτικού συναισθήματος, που τίποτε δεν μπορεί να το εξαφανίσει από τα βάθη της ανθρώπινης υπάρξεως. Εύστοχα επίσης έγινε λόγος για «επίδειξη δυνάμεως» του διωκομένου Χριστιανισμού εις το κομμουνιστικό – μαρξιστικό περιβάλλον, το οποίο με τους διωγμούς του δεν κάνει τίποτε άλλο παρά να συντηρεί την Εκκλησία των Κατακομβών, που ενσαρκώνει στην εποχή μας τον πρωτοχριστιανικό δυναμισμό της Εκκλησίας. Υπήρξαν όμως πολλοί και εκείνοι, που, κινούμενοι στο γνωστό ιδεολογικό – εξωπραγματικό κλίμα ενός θρησκευτικού φιλειρηνισμού, είδαν την υποδοχή του πάπα Ιωάννου – Παύλου Β’ από τον Πολωνικό Λαό ως μία προσωπική επιτυχία του πάπα και του Παπισμού, ο οποίος μπόρεσε έτσι να δείξει την δύναμη που διαθέτει και την επιρροή που μπορεί να ασκεί πάνω στους οπαδούς του.

            Είναι όμως γραφικά αποκεκαλυμμένο και ιστορικά βεβαιωμένο, ότι ο Θεός αποδεικνύει την επηρμένη ανθρώπινη δύναμη ως αδυναμία (βλ. Α’ Κορ. Ι, 18. 24. 27. κ.λπ.), διότι δεν υπάρχει μεγαλύτερη δύναμη από την Αλήθεια. Μια εγκόσμια δύναμη, λοιπόν, που στηρίζεται στην πλάνη και την διαστρέβλωση της αιωνίας θείας Αληθείας, όσο και αν παρουσιάζεται στα μάτια του κόσμου πανίσχυρη και ακατάβλητη, κρύπτει μέσα της την τραγικότερη αδυναμία, που μάταια προσπαθεί να καλύψει με την εξωτερική της λάμψη και επιτυχία. Παρά τα αμύθητα πλούτη του και την παγκόσμια διπλωματική επιρροή του ο Παπισμός, επειδή είναι θεμελιωμένος, ως «σύστημα», στην παραχάραξη και αλλοίωση της χριστιανικής αλήθειας, μοιάζει με «βασιλείαν μερισθείσαν καθ’ εαυτής» (Ματθ. 12, 25), γιατί συνεχώς δέχεται στα ίδια του τα σπλάγχνα τις εκρήξεις της αμφισβητήσεως και αμφιβολίας, εκ μέρους των οπαδών του εκείνων, που κατορθώνουν, παρά το βάρος της καταθλιπτικής παραδόσεως που σηκώνουν, να διακρίνουν, με την δύναμη της επιστήμης, το μέγεθος της αλλοτριώσεως, την οποία υπέστη ο Χριστιανισμός ως θεία Αποκάλυψη στον χώρο του Παπισμού. Τούτο αποκαλύπτει ένα σπουδαίο βιβλίο, που μόλις προ τριών μηνών εξεδόθη στα γερμανικά και που έρχεται να αποδείξει πόσο μεγάλο λάθος κάνουν εκείνοι, που εν ονόματι, όπως είπαμε, ενός αθεμελίωτου φιλειρηνισμού είναι πρόθυμοι να αμνηστεύσουν τον Παπισμό σαν σύστημα και να τον αναγνωρίσουν σαν Εκκλησία.

            Πρόκειται για το βιβλίο του γερμανού Θεολόγου Άουγκουστ Μπέρνχαρντ Χάσλερ, που φέρει τον τίτλο: «Wie der Papst Unfehlbar wurdeMacht und Ohnmacht eines Dogmas» [= Πως ο πάπας έγινε (για την ακρίβεια: πως τον έκαμαν) αλάθητος – Δύναμις και αδυναμία ενός δόγματος]. Εν όψει του προετοιμαζομένου θεολογικού διαλόγου με τον Παπισμό, ένα βιβλίο σαν αυτό του Χάσλερ έχει μοναδική αξία. Διότι δεν απευθύνεται μόνον στον θεολογικό κόσμο, αλλά χωρίς να στερείται επιστημονικής θεμελιώσεως και σοβαρότητος παρουσιάζει το θέμα κατά τέτοιο τρόπο, που και ο μη επιστήμων ή ειδικός θεολόγος να μπορεί να συλλάβει το μήνυμα του βιβλίου. Αν μάλιστα ληφθή υπ’ όψιν, ότι ο διάλογος, παρά τον βαρύ χαρακτηρισμό του ως «θεολογικού», δεν είναι υπόθεση μόνο μιας elite – μιας εκλεκτής μειονότητος – αλλ’ ολοκλήρου του εκκλησιαστικού πληρώματος, το οποίο από την Καινή Διαθήκη (Πράξ. 15, 6 ε.) έχει το θεόδοτο δικαίωμα να κρίνει και αποφασίζει για την πορεία και ζωή της Εκκλησίας ως Σώματος Χριστού, το βιβλίο του Χάσλερ υπηρετεί τον διάλογο κατά τον καλύτερο τρόπο, διότι φανερώνει όχι απλώς την αδυναμία, αλλά την πτώση του Παπισμού και την απόσταση, που τον χωρίζει από την ουσία της Εκκλησίας.

 

Ένας δριμύς πολέμιος του αλαθήτου

            Ο συγγραφεύς του βιβλίου Α. Μπ. Χάσλερ, γεννήθηκε το 1937 στο Άαντορφ της Ελβετίας. Ανήκει δηλαδή, όπως και ο καθηγητής Χανς Κυνγκ, στη γενεά των ελβετών θεολόγων, που τηρούν κριτική στάση έναντι των καινοτομιών του Παπισμού, και έχουν προκαλέσει πραγματική επανάσταση στους κόλπους του. Σπούδασε σε σπουδαία κέντρα του Παπισμού: στο Φρίμπουργκ, την Γενεύη, το Πάντερμπορν, την Τυβίγκη και τη Ρώμη. Το 1965 πήρε τον τίτλο του Δρος της Θεολογίας. Το 1966 έγινε συνεργάτης του γνωστού καρδιναλίου Α. Μπέα στην Γραμματεία του Βατικανού για την ενότητα, όπου έμεινε μέχρι το 1971, με ειδικότητα τις σχέσεις του Βατικανού με τους Λουθηρανούς και Παλαιοκαθολικούς. Το 1976 πήρε ένα δεύτερο διδακτορικό τίτλο στο Μόναχο, στην Νεώτερη Ιστορία και Επιστημολογία. Τώρα γράφει ένα έργο για την λατρεία των Δικτατόρων στα ολοκληρωτικά – φασιστικά καθεστώτα. Μένει σήμερα και εργάζεται στη Ρώμη. Οι σπουδές και οι τίτλοι του Χάσλερ δείχνουν την ποιότητά του ως επιστήμονος και συγγραφέως, οι δε μακροχρόνιες αρχειακές έρευνές του την ειδικότητα που έχει σε θέματα, με τα οποία ασχολείται.

            Με το θέμα του παπικού αλαθήτου δεν ασχολείται ο Χάσλερ εδώ για πρώτη φορά. Η δεύτερη διδακτορική διατριβή του, που υπεβλήθη στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου, έχει τον τίτλο: «Πίος Θ’ (1846-1878). Παπικόν αλάθητον και 1η Βατικανή Σύνοδος. Δογματοποίησις και επιβολή μιας Ιδεολογίας. Τόμοι Ι-ΙΙ, Στουτγκάρδη 1977» (γερμανικά). Ένα ογκώδες έργο με πλούσιο και εν πολλοίς άγνωστο αρχειακό υλικό. Ο συγγραφεύς ερεύνησε 38 αρχεία, εχρησιμοποίησε δε μία βιβλιογραφία, που καταλαμβάνει 33 σελίδες. Όσοι γνωρίζουν εξ ιδίας πείρας, τι σημαίνει αρχειακή έρευνα, και το γεγονός ότι η ιστορία των δύο τελευταίων αιώνων χωρίς το υλικό των αρχείων δεν μπορεί να γραφή, μπορούν ιδιαίτερα να εκτιμήσουν την προσφορά του Χάσλερ στην θεολογική επιστήμη. Δέχθηκε βέβαια ο συγγραφεύς πολλές και σφοδρές επιθέσεις από συντηρητικά στοιχεία του Παπισμού, που τρομάζουν και μόνο με την ιδέα ότι κάποιος θα επιχειρήσει να ταράξει τα θολά νερά του παπικού κατεστημένου. Τώρα έρχεται το παρόν βιβλίο να παρουσιάσει το θέμα περισσότερο συνεπτυγμένα και εκλαϊκευμένα, και από μια άλλη προοπτική, ώστε να μπορούμε να μιλούμε για νέα εργασία.

            Και το παρόν όμως βιβλίο γνώρισε από την αρχή αντιδράσεις. Ένας γνωστότατος εκδοτικός Οίκος του Μονάχου, που είχε αναλάβει υπεύθυνα να τυπώσει την εργασία, για «εκκλησιαστικο-πολιτικούς λόγους» ακύρωσε την συμφωνία! Έτσι ανέλαβε ο λιγότερο γνωστός εκδοτικός Οίκος R. Piper την έκδοση. Πρόκειται όμως για μια πολύ καλαίσθητη έκδοση, με XXXVII+319 σελίδες, και πολλές φωτογραφίες, όλων των προσώπων, τα οποία πρωτοστάτησαν στην 1η Βατικανή Σύνοδο και στην ανακήρυξη του παπικού αλαθήτου.

            Το βιβλίο αρχίζει με ένα εκτενές Εισαγωγικό Σημείωμα (σελ. XIIIXXXVII) γραμμένο από τον γνωστότατο Καθηγητή και Διευθυντή του Οικουμενικού Ινστιτούτου του Πανεπιστημίου της Τυβίγκης Χανς Κυνγκ, ο οποίος με την απόλυτα θετική κριτική του για το νέο έργο του Χάσλερ, καταξιώνει τον συγγραφέα και την προσπάθειά του. Βέβαια ο Κυνγκ είναι γνωστός ως το black sheep (το άτακτο παιδί, θα λέγαμε εμείς) της παπικής οικογενείας.

            Ιδιαίτερα το βιβλίο του: «Αλάθητος;» («Unfehlbar?»), Κολωνία – Ζυρίχη 1970), αποτελεί μια από τις κριτικότερες εργασίες, που εμφανίσθηκαν ποτέ πάνω στο παπικό αλάθητο. Μια άλλη εργασία του: «Christ sein» (1974, και σε μικρή έκδοση 1976) αποδεικνύει το φιλελεύθερο-επαναστατικό πνεύμα του συγγραφέως, που επηρεασμένος φανερά από την σύγχρονη προτεσταντική φιλελεύθερη θεολογία, δεν περιορίζεται στην κριτική των πράγματι «κακώς κειμένων», αλλά φθάνει σε σημείο να θέσει υπό αμφισβήτηση και κεντρικές του Χριστιανισμού διδασκαλίες. Η υπογραφή του Κυνγκ στο βιβλίο του Χάσλερ δείχνει την πνευματική συγγένεια των δύο θεολόγων και προσδιορίζει του πλαίσιο, το οποίο κινείται και ο Χάσλερ, που δεν είναι άλλο από την τάση της προτάξεως της επιστημονικής ιστορικής κριτικής απέναντι προς ό,τι αποτελεί εκκλησιαστική (εν προκειμένω: παπική) παράδοση.

            Τα κίνητρα και κριτήρια δηλαδή του Χάσλερ, όπως του Κυνγκ, είναι καθαρά επιστημολογικά. Ο συγγραφεύς είναι πρόθυμος να θυσιάσει μια παράδοση της «Εκκλησίας» του, όταν αυτή δεν βρίσκει επαρκή επιστημονικά-ιστορικά ερείσματα. Μια τέτοια τάση όμως, εφαρμοζομένη και σε θέματα πίστεως-αποκαλύψεως είναι φυσικά πολύ επικίνδυνη. Σε ένα θέμα όμως πρώτιστα ιστορικό, όπως είναι το παπικό αλάθητο, η μέθοδος αυτή είναι εκείνη, που εγγυάται την ορθότητα των συμπερασμάτων του συγγραφέως και αποδεικνύει το αβάσιμο των θέσεων των κατηγόρων του.

            Μετά ένα βραχύ Πρόλογο (σελ. 1-2) εκτείνεται το κύριο σώμα της εργασίας, διαιρεμένο σε 10 Κεφάλαια (σελ. 3-269). Ακολουθούν Σημειώσεις (σελ. 270-278) και Βιβλιογραφία κατ’ εκλογήν (σελ. 279-282). Ένα Παράρτημα (σελ. 283-301) περιλαμβάνει κείμενα, που αναφέρονται στην κριτική εναντίον των έργων του Χάσλερ και στις απαντήσεις του στους επικριτές του. Το βιβλίο συμπληρώνεται με Πίνακα Προσώπων και Τόπων (σελ. 302-318).

 

 

Για να μάθει ο Λαός μας

            Επειδή έργα, όπως αυτό του Χάσλερ, μένουν συνήθως άγνωστα εις τον πιστό Λαό μας και εις αυτούς ακόμη τους θεολόγους μας, οι οποίοι μόνον, αν γνωρίζουν ξένες γλώσσες και διατηρούν επαφή με την ξενόγλωσση βιβλιογραφία, έχουν την δυνατότητα να τα μελετήσουν, και επειδή από την άλλη πλευρά σπάνια ή και καθόλου παρουσιάζονται τέτοια βιβλία στον ελληνικό πνευματικό χώρο, θα επιχειρήσουμε στην συνέχεια μια κατά το δυνατόν ευρύτερη και πληρέστερη έκθεση του περιεχομένου του βιβλίου του Χάσλερ. Ίσως δοθή ποτέ η ευκαιρία να μεταφρασθή το βιβλίο αυτό εξ ολοκλήρου στη γλώσσα μας. Μέχρι τότε όμως αξίζει τον κόπο να έχει μία επαρκή γνώση του τόσον ενδιαφέροντος περιεχομένου του ο Λαός μας για ένα θέμα, που δεν παύει να αποτελεί θεμέλιο του Παπισμού ακόμη και σήμερα και ένα από τα σπουδαιότερα εμπόδια για την επανένωση του Χριστιανικού κόσμου. Όπως ο ίδιος ο Χάσλερ πολύ εύστοχα γράφει: «Ο Παύλος ο Στ’ απέθεσε την τιάρα του, οι δύο διάδοχοί του Ιωάννης Παύλος ο Α’ και Ιωάννης Παύλος ο Β’ παραιτήθησαν από τον θρόνο και το στέμμα. Παραμένει όμως η απαίτηση των Παπών για το αλάθητο και μαζί η θέσις ισχύος των. Διότι περί δυνάμεως επρόκειτο, όταν το 1870 ανεγνωρίσθη εις τον πάπαν το αλάθητον εις ζητήματα Πίστεως και Ηθών και συγχρόνως άμεσος υπεροχή εφ’ όλης της Εκκλησίας» (σελ. 2).

            Κατά την αναλυτική έκθεση του περιεχομένου του βιβλίου θα παραφράζουμε ή θα μεταφράζουμε τα λόγια του ιδίου του συγγραφέως. Όπου θα κριθή αναγκαίο να παρεμβάλουμε δικές μας κρίσεις, θα τις θέτουμε σε παρενθέσεις εκεί μόνο, όπου είναι δυνατόν να φανούν ως λόγια του συγγραφέως. Σύντομη κριτική και συμπεράσματα δικά μας θα ακολουθήσουν μετά την ανάλυσή μας.

 

Πρόλογοι // Kεφάλαιο 2ο // Περιεχόμενα

Δημιουργία αρχείου: 18-2-2005.

Τελευταία ενημέρωση: 18-2-2005.

Πάνω