ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Ο μακαριστός
Γέροντας Πορφύριος (1906-1991) δεν έκανε δημόσια κηρύγματα και ομιλίες.
Όμως έκανε άπειρες προσωπικές συνομιλίες και συζητήσεις με τα πνευματικά
του παιδιά και τους επισκέπτες του. Σ' αυτές δίδασκε τις αλήθειες της
πίστεως μας και της πνευματικής εν Χριστώ ζωής κατά τρόπο προσαρμοσμένο
στις ανάγκες, την πνευματική κατάσταση και τις δυνατότητες του εκάστοτε
συνομιλητού του. Φυσικά αυτό δεν σημαίνει προσαρμογή της διδασκαλίας,
αλλά απλώς προσαρμογή της μεθόδου, σύμφωνα με τα λόγια του Κυρίου:
«πολλά έχω λέγειν υμίν, αλλ' ου δύνασθε βαστάζειν άρτι.» (Ιω. ι', στ.
12) και του Αποστόλου: "γάλα σας πότισα και όχι στέρεα τροφή, γιατί
ακόμη δεν μπορούσατε, αλλ’ ούτε ακόμη μπορείτε» (Α' Κορ. γ' 2).
Αυτές οι προσωπικές διδαχές, όπως διατηρήθηκαν στη μνήμη και μερικές
φορές στις σημειώσεις των συνομιλητών του, έχουν αρχίσει να
συγκεντρώνονται και να τυπώνονται σε βιβλία, όπως αυτά που εκδώσαμε ήδη
(Κλ. Ιωαννίδη, Ο Γέρων Πορφύριος, Μαρτυρίες και εμπειρίες, δ' έκδ. 1994,
Αν. Τζαβάρα, Αναμνήσεις από το Γέροντα Πορφύριο, ε’ έκδ. 1994) και τα
άλλα που ετοιμάζομε, από τα οποία ένα ελπίζομε να κυκλοφορήσει το
Φεβρουάριο τού 1995 (Κων. Γιαννιτσιώτη, Κοντά στο Γέροντα Πορφύριο, ένα
πνευματικοπαίδι του θυμάται). Εκτός όμως από τις διδαχές του που
διατηρήθηκαν στη μνήμη ή σε σημειώσεις, υπάρχουν και μερικές που έχουν
διατηρηθεί ηχογραφημένες. Οι ηχογραφήσεις έχουν γίνει από τους
συνομιλητές του ή κάποιο παρευρισκόμενο και πολλές απ’ αυτές μας έχουν
παραδοθή, σύμφωνα και με την επιθυμία του μακαριστού Γέροντος Πορφυρίου,
που ώρισε με την ιδιόγραφη διαθήκη του το Ησυχαστήριο μας υπεύθυνο για
κάθε τι που τον αφορά, και έτσι και για τον έλεγχο, την ενδεχόμενη
έκδοση και την σχετική ευθύνη της κυκλοφορίας ή όχι αυτών των συνομιλιών
του, αναλόγως με το περιεχόμενο τους.
Μερικές από τις ηχογραφημένες αυτές συνομιλίες έχουν γενικώτερο
ενδιαφέρον και είναι χρήσιμες και ωφέλιμες και γι' αυτό, πιεζόμενοι κι
από πολλούς χριστιανούς, αρχίσαμε να τις εκδίδουμε σε βιβλία
συνοδευόμενα από κασέττες. Κατά την έκδοση των κασεττών αφαιρέσαμε τη
φωνή των συνομιλητών τού Γέροντος, επειδή αυτή μπορεί να φανερώσει την
ταυτότητά τους, πράγμα που για διάφορους λόγους δεν είναι τώρα
τουλάχιστον ενδεδειγμένο. Ήδη έχομε εκδόσει τα βιβλία: Ο Χριστός είναι
το πάν και Ιησού γλυκύτατε και τώρα κυκλοφορούμε και το βιβλίο Το Πνεύμα
το Ορθόδοξον είναι το αληθές με τις σχετικές κασέττες.
Η κασέττα, που συνοδεύει αυτό το μικρό βιβλίο περιέχει δύο συνομιλίες
του Γέροντος Πορφυρίου. Η πρώτη έγινε με κάποιους νέους που
είχαν ελκυσθή από τις ανατολικές θρησκείες. Η δεύτερη με
κάποιους αγιορείτες πατέρες, που έχουν ελκυσθή από το Χριστό μας.
Στην πρώτη, που έγινε το Σεπτέμβριο του 1989, ο Γέροντας αρχίζει
απαγγέλλοντας το Πιστεύω, δηλώνοντας έτσι κατηγορηματικά και
αναμφισβήτητα ότι είναι ορθόδοξος χριστιανός και ότι δεν έχει
καμμιά σχέση με τις άλλες θρησκείες και διδασκαλίες, μερικοί οπαδοί των
οποίων τον σεβόταν ως δάσκαλο. Οι επισκέπτες, με τούς οποίους
έγινε αύτη η συζήτηση, είναι από αυτούς που τον σέβονταν και τον
αγαπούσαν πολύ και που ακόμη τον αγαπούν. Για να μη νομίσουν
όμως ότι, επειδή τους δεχόταν με αγάπη, (όπως δεχόταν όλους άλλωστε),
παραδέχεται και τις πεποιθήσεις ή έστω τις αναζητήσεις τους, τους εξηγεί
με σαφήνεια ότι μόνο «το πνεύμα το ορθόδοξον είναι το αληθές» και ότι
«τα άλλα είναι πνεύματα πλάνης». Κατά τη διάρκεια της
συζητήσεως αυτής ο Γέροντας αναπτύσσει μερικές σπουδαίες αλήθειες της
πίστεώς μας, που είναι χρήσιμες για όλους μας.
Στη δεύτερη, που έγινε στις 17 - 4 -1989, ο Γέροντας Πορφύριος συνομιλεί
με μια ομάδα μοναχών του Αγίου Όρους, οι οποίοι του είχαν φέρει για
προσκύνηση τεμάχιον Τιμίου Ξύλου από το Σταυρό του Κυρίου. Ένας τρίτος
επισκέπτης, που προσήλθε κι' αυτός να προσκυνήσει, ηχογράφησε το μέρος
της συνομιλίας, στο οποίο παρευρέθη.
Ελπίζομε ότι η έκδοση αυτή θα ωφελήσει πολύ και παρακαλούμε εύχεσθε να
ευδοκήσει ο Κύριος να συνεχισθή η προσπάθεια, εφ' όσον είναι σύμφωνη με
το άγιον θέλημα Του.
ΤΟ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟΝ
Το Πνεύμα το Ορθόδοξον είναι το αληθές
- Γέροντας: Πιστεύω εις ένα Θεόν, Πατέρα, Παντοκράτορα,
ποιητήν ουρανού και γης, ορατών τε πάντων και αοράτων. Και εις ένα
Κύριον Ιησούν Χριστόν, τον Υιόν του Θεού τον μονογενή, τον εκ του Πατρός
γεννηθέντα προ πάντων των αιώνων φως εκ φωτός, Θεόν αληθινόν εκ Θεού
αληθινού, γεννηθέντα, ου ποιηθέντα, ομοούσιον τω Πατρί, δι' ου τα πάντα
εγένετο. Τον δι' ημάς τους ανθρώπους και διά την ημετέραν σωτηρίαν
κατελθόντα εκ των ουρανών, και σαρκωθέντα εκ Πνεύματος Αγίου και Μαρίας
της Παρθένου και ενανθρωπήσαντα. Σταυρωθέντα τε υπέρ ημών επί Ποντίου
Πιλάτου, και παθόντα και ταφέντα. Και αναστάντα τη τρίτη ημέρα κατά τας
Γραφάς. Και ανελθόντα εις τους ουρανούς και καθεζόμενον εκ δεξιών του
Πατρός. Και πάλιν ερχόμενον μετά δόξης κρίναι ζώντας και νεκρούς, ου της
βασιλείας ουκ έσται τέλος.
Αυτόνε πιστεύομε. Λοιπόν, μέσα στην θρησκεία, λέει, ότι αυτός είναι ο
ιδρυτής της Ορθοδόξου πίστεως και ότι όλες οι θρησκείες δεν είναι όσο
είναι αυτή η θρησκεία.
Μία θρησκεία μόνον είναι: Η Ορθόδοξος
Χριστιανική θρησκεία και το πνεύμα αυτό το ορθόδοξον είναι το αληθές.
Τα άλλα πνεύματα, είναι πνεύματα πλάνης και οι διδασκαλίες είναι
μπερδεμένες.
Εδώ ο Θεός της Ορθοδόξου πίστεως
είναι Θεός, που αν τον πούμε και αγάπη, όπως το λέει η Γραφή, πάλι το
ίδιο είναι. Ο Θεός λέγεται αγάπη. Και όποιος έχει αγάπη είναι του Θεού.
Ο Θεός λοιπόν πολλοί λένε «είναι αγάπη ο Θεός, καημένε, έτσι είναι ο
Θεός». Μα είναι αγάπη ο Θεός. Αλλά ο Θεός δεν είναι μόνον αγάπη,
είναι και δικαιοσύνη. Είναι και δίκαιος, δεν μπορεί ένανε
κλέπτη, λωποδύτη, που ζει εις βάρος των άλλων, να τόνε θέσει σε μια
κατάσταση.
Θα μου πεις μα, εφ' όσον είναι αγάπη; Όμως έτσι είναι η θρησκεία μας.
Και έτσι πρέπει να είναι, για να ομολογήσουμε τις ιδιότητες του Θείου,
πώς είναι. Αυτές είναι οι ιδιότητες του Θείου. Αλλά όμως δεν το ξεύρουμε:
Ο Θεός μπορεί να τους βάλει όλους στον παράδεισο. Και όλων των θρησκειών
να τους βάλει όλους. Αυτό όμως τα χαρτιά μας δεν το γράφουνε. Αλλά ούτε
και πρέπει εμείς να το πιστεύουμε. Έστω αν ο Θεός όλους μπορεί να τους
πάρει ως παιδιά του. Με ακούεις;
- Συνομιλητής: Μάλιστα, Γέροντα, μάλιστα.
- Γέροντας: Έτσι πιστεύουμε. Μα θα πεις, γιατί να μην
το πούμε ότι όλοι είμαστε παιδιά Του; Όχι! Δεν μπορούμε εμείς να το
πούμε αυτό. Έτσι πρέπει να το έχουμε μέσα μας. Άλλο τι θα κάνει ο Θεός
εις την δευτέρα Παρουσία. Εμείς δεν θα το βάλουμε από τώρα, για να τα
έχουμε όλα ίσωμα. Πρέπει να το έχουμε έτσι μέσα μας. Έτσι έρχεται. Μα θα
πεις: «είναι ανθρώπινο». Έ, έτσι το καταλαβαίνουμε, έτσι μας το δίνει η
Γραφή, να το καταλαβαίνουμε έτσι. Το πώς θα είναι ο Θεός δεν μας λέει,
πώς θα είναι. Κανένας δεν μπορεί να καταλάβει πώς είναι ο Θεός.
- Συνομ.: Μάλιστα, Γέροντα.
- Γέρ.: Λοιπόν εγώ έτσι πιστεύω τα πράγματα (...) Εάν
με μπερδέψετε εσείς τι θα κάνω εγώ;
- Συνομ.: Γέροντα, εμείς μπορούμε να σας μπερδέψουμε;
- Γέρ.: Αυτοί είναι θρήσκοι. Λοιπόν θα ρωτήσουνε απ’
εδώ, απ’ εκεί, θα πούνε τι είναι αυτά τα παιδιά; Να, είναι εκεί πάνω.
Μάς δώσαν το τηλέφωνο τους. Α, πα, πα, αυτά ανακατεύονται με
γκουρούδες και με γιόγκιδες και με αυτό και
κηρύττουν τέτοια πράγματα! Και προσηλυτίζουν. Και αυτά λέει ο γέροντας.
Α, είναι τού γέροντα παιδιά. Πω, πω, Θεέ μου!
- Συν.: Το ξεύρω, Γέροντα, όχι!
- Γέρ.: Ναι, το ξεύρεις για! μακάρι να το ήξευρες. Και
γι' αυτό το σκοπό, επειδή εγώ είμαι γέροντας, πρέπει να είμαι
ειλικρινής. Έχω τόσο κόσμο. Δεν ξεύρεις όλος, όλος ο κόσμος εδώ στο
τηλέφωνό μου, να έρθεις από όλα τα βασίλεια του κόσμου μου τηλεφωνούν.
Την νύχτα, ότι ώρα να 'ναι. Απ' όλα τα βασίλεια. Τι Νότιο Αφρική,
Κεϊπτάουν, Γιοχάνεσμπουργκ, Αμερική, Καναδά, ξεύρω κι εγώ... Απ' όλον
τον κόσμο. Και ν' ακουστεί ότι είμαι κι εγώ, έχω ελεύθερο πνεύμα και
παραδέχομαι όλες τις θρησκείες; Όχι, δεν παραδέχομαι. Όποιος να μου πει,
και ένας άγγελος να έρθει να μου πει: «έτσι είναι όπως πιστεύει ο τάδε»,
«όχι» θα του πω. «Λες ψέμματα, δεν είσαι πνεύμα αγαθόν. Είσαι πονηρόν
πνεύμα και λες αυτό.» Έτσι θα τού πω εγώ τού αγγέλου, δεν θα τον
πιστέψω. (...)
Δεν το θέλω βέβαια να προπαγανδίζετε στον έναν και στον άλλον
και να λέει: «οι θρησκείες όλες είναι μία Δεν έχουνε (διαφορά),
του Θεού είναι, σε οποία θέλεις πηγαίνεις. Και όποιο Θεό θέλεις
προσκυνάεις». Δεν τα θέλω εγώ αυτά, δεν μπορώ. Είναι έτσι το πνεύμα μου.
(...)
Εγώ έχω κάνει στην έρημο, έχω αγωνιστεί, έχω νηστείες, κακουχίες,
αγρυπνίες, γυμνότητα, με παλιόρουχα, με, και όλα αυτά για την αγάπη του
Χριστού. Και ζούσα μέσα σε αγίους ανθρώπους. Αλλά Ορθοδόξους
Χριστιανούς. Κατάλαβες;
Δεν μπορώ, εγώ έχω καταλάβει την Ορθοδοξία, έτσι είναι. Και διάβολος
υπάρχει και όλα όπως τα γράφει η Γραφή υπάρχουνε. Και διάβολος και
κόλαση και όλα. Όμως τι ωραία που τα τοποθετεί και πως ικανοποιείται και
το... αυτό το αίσθημα της δικαιοσύνης που λέμε. Ιδιότης της δικαιοσύνης
τού Θεού. Να ιδής ότι πιστεύουμε στο διάβολο. Λέμε ότι υπάρχει διάβολος
και όντως υπάρχει. Είναι το αντίθετο πνεύμα.
Λοιπόν, και τι κάνει η θρησκεία μας; Έρχεται... Μ' ακούς;
- Συν.: Ακούω, Γέροντα.
- Γέρ.: Έρχεται (όταν διαβάσεις την Γραφή) και λέει
ότι: «παιδιά μου, προσέχετε. Πρέπει να φροντίσουμε να προσκολληθούμε στο
Χριστό και να γίνουμε άγιοι. Και να μπούμε μέσα στην εκκλησία του και
όλοι μέσα στην εκκλησία του να γίνουμε ένα σώμα. Όλοι δηλαδή οι
Ορθόδοξοι Χριστιανοί. Και όταν αυτό κατορθώσουμε, τότε για μας, που θα
κατορθώσουμε να μπούμε στην εκκλησία, δεν υπάρχει, για μας, ούτε
θάνατος, ούτε κόλαση, ούτε διάβολος...» Το λέει μέσα το ευαγγέλιο. Το
έχεις βρει;
Δεν το βρίσκουνε. Υπάρχει, αλλά πρέπει να έχεις έτσι το πνεύμα τού Θεού
για να το καταλάβεις. Κάι έρχεται λοιπόν και σε πηγαίνει, πιστεύεις
ακριβώς όπως είναι, ότι δεν υπάρχει θάνατος. Δεν σου αρέσει αύτη η
θρησκεία;
- Συν.: Μ' αρέσει, Γέροντα, πως δεν μ' αρέσει; Αλλά
αισθάνομαι ότι όταν έχουμε αγάπη καταλαβαίνουμε και τους άλλους. Δεν
θεωρούμε ότι οι Μουσουλμάνοι είναι άπιστοι.
- Γέρ.: Μωρέ, καλά, αυτό θέλω να πω. Τους
καταλαβαίνουμε και βλέπουμε, αλλά λέμε: είναι άπιστοι. Δεν πιστεύουνε
στον αληθινό Θεό. Καταλάβατε; Ο άνθρωπος έχει φτιάξει πολλούς θεούς, και
οι θεοί είναι πάρα πολλοί. Ακόμη και αυτοί οι άσωτοι, οι άθεοι και αυτοί
πιστεύουνε στον θεό, δηλαδή στο θεό όχι στον αληθινό. Πιστεύουνε εις την
σάρκα, εις τα πάθη, εις το αυτό, στην ύλη, στο..., όλοι κάτι, παρ' όλο
ότι λένε δεν υπάρχει Θεός, όλοι όμως κάτι λατρεύουνε. «Ώι τις ήττηται
τούτω και δεδούλωται». Έχει να πει, σ' αυτό που λατρεύει κανείς σ' αυτό
δουλεύει. Δηλαδή είσαι πόρνος, είσαι, ε, άνθρωπος της σαρκός, ε,
δουλεύεις για την σάρκα, για την ύλη. Κατάλαβες;
- Συν.: Έτσι είναι.
- Γέρ.: Είναι σύστημα ολόκληρο. Πρέπει να το μελετήσεις
και μην με επιπολαιότητα λες λόγια, που δεν είναι (σωστά). Δεν μπορούμε
να πούμε τι λέει ο ένας και ο άλλος, δεν μπορούμε. Πρέπει να ιδούμε που
είναι η αλήθεια και η αλήθεια είναι στην Ορθοδοξία. Εγώ την έχω ζήσει
και την ξεύρω με την χάρη τού Θεού. Και έχω ζήσει μέσα σε αγίους
ανθρώπους, που πέφτουνε στο πνεύμα αυτό της αληθείας. Υπάρχουν
πολλά φώτα, που βλέπει κανείς και εντυπωσιάζεται, μα
ένα είναι το Φως το αληθινόν.
Πρέπει να τα σκεφτούμε αυτά. Κι' αν πεις: «μα πλανάσαι!.» Μωρέ, σε
τέτοια πλάνη μακάρι να πάει όλος ο κόσμος. Και να φαντάζονται και να
σκέπτονται τον Θεό, όπως τον σκέπτομαι εγώ. Άλλο, ότι δεν έχω γίνει
ακόμα όπως πρέπει. Όμως αγωνίζομαι και θέλω (...)
Υπάρχει άλλο πνεύμα, που λέγεται πονηρό, που θα φροντίσει και θα πει:
«Θα τον κάνω εγώ αυτόν τον γέρο, θα τον εξευτελίσω, όχι, όλος ο κόσμος
τρέχουνε εκεί πέρα, και γίνονται καλά και μαθαίνουνε τούτο και εκείνο!.»
Είναι, υπάρχει κακό πνεύμα.
- Συν.: Το ξεύρω, Γέροντα.
- Γέρ.: Ναι. Μπορεί αυτό αύριο να καταργηθεί. Μα θα
καταργηθεί μια μέρα που θα τελειώσουνε τα πάντα και θα πάμε σε μια νέα
κτίση, όπως πιστεύει δηλαδή η θρησκεία μας. Άμα θέλετε να τα πούμε από
λίγα, από λίγα να τα μελετήσετε, να σκεφθείτε, και θα δείτε ότι αξίζει
να λατρέψει κανείς τον μόνον αληθινόν Θεόν. Τον Κύριον ημών Ιησούν
Χριστόν.
Δεν μπορεί καθένας να λέει: «Είμαι απεσταλμένος του Θεού και εγώ φέρνω
μια νέα αλήθεια που ταιριάζει σήμερα στον κόσμο.» Οι αλήθειες τού Θεού,
όπως τις έχει πει, από την αρχή, αυτές είναι. Δεν υπάρχουνε
άλλες αλήθειες, νέες, επειδή ο κόσμος προόδεψε και η επιστήμη
και οι άνθρωποι πήγανε στα άστρα!
Κατάλαβες;
- Συν.: Μάλιστα, Γέροντα.
- Γέρ.: Αν πάει κανείς στ' άστρα και πει: «Και εκεί
πάνω υπάρχουνε άνθρωποι..» και τους δούμε, δεν θα χαλάσει εμένα η σκέψις
μου, θα πω κι εκεί πάνω είναι ο Χριστός, κι εκεί είναι ο Θεός. Έχει πάει
κι εκεί. Έχεις ακούσει που λέμε: ο βασιλεύς των ουρανών;
- Συν.: Ναι, Γέροντα.
- Γέρ.: Ο βασιλεύς των ουρανών είναι το Άγιον Πνεύμα
και εμείς μέσα στην εκκλησία μας, έτσι αρχίζομε τις τελετές και τις
θυσίες. Λέμε, πώς το λέμε: «Βασιλεύ ουράνιε, Παράκλητε, το Πνεύμα της
αληθείας, ο πανταχού παρών και τα πάντα πληρών, ο θησαυρός των αγαθών
και ζωής χορηγός, ελθέ και σκήνωσον έν ημίν και καθάρισον ημάς από πάσης
κηλίδος.»
Και πάτε με την Ορθοδοξία, ρε παιδιά. Καλά είστε, σας αγαπάω. Θα πεις:
γιατί μας μαζεύεις απ’ εκεί; Να! το 'φερε του Θεού να έρθετε κοντά μου.
Όμως εσείς κλωτσάτε: «Ο Σάι Μπάμπα, ο τάδε και ο τάδε όλοι είναι
καλοί και ο Μωάμεθ καλός και τούτος καλός, και εκείνος καλός.»
Κατάλαβες;
Μα θα πεις: θα τους μαχόμαστε; Μα ποιος τους μάχεται, μωρέ; Η θρησκεία
μας κανέναν δεν μάχεται. Δεν βλέπεις που εμείς, που τόσο πολύ έτσι, ούτε
πάμε να ψηφίσουμε, ούτε έχουμε κόμματα, προσευχόμαστε για όλους; Γιατί
να μην πλησιάστε στην εκκλησία; Βρε, τάδε, βάλε μυαλό βρε, μη βλέπεις
εκεί πέρα.
Πήρε και κάποια κυρία και διάβασε το Ψαλτήρι, που λέει: «Πρόσθες αυτοίς
κακά, Κύριε, πρόσθες αυτοίς κακά, τοις ενδόξοις της γης.» Μου λέει: «τι
είναι αυτά, μωρέ, μπορεί να τα πει ο Θεός;» Της λέω: «αυτό, ρε, το
ψαλτήρι έχει γραφτεί σε άλλη γλώσσα.» Και η νοοτροπία που αυτοί την
μετέφρασαν έτσι είναι: «Θεέ μου, κάν' τους όλους καλούς, διαπαιδαγώγησέ
τους, φερτούς στο δρόμο σου».
- Συν.: Μάλιστα, Γέροντα
- Γέρ.: Μόνον το ευαγγέλιο είναι τόσο καθαρό και ωραίο. Τα άλλα είναι
έτσι δύσκολα. Πρέπει να έχεις πνεύμα Θεού να τα εξηγήσεις. Τα πήρε αυτή,
τα παίρνεις εσύ, σου λέει: «Κόλασις, διάβολος, αυτά όλα πα! πά! πά! τι
λες μωρέ, που θα πιστέψω εγώ στο διάβολο; Τι είναι αυτά τα πράγματα,
αυτά είναι γελοία».
Κι' όμως ρωτάς εμένανε και σου λέω: Υπάρχει διάβολος. Μα θα πεις: Τώρα
μας είπες ότι δεν υπάρχει. Μα πρέπει εμείς να πάμε εκεί, σ' αυτό το
σημείο, με την χάρη τού Θεού που θα καταργηθεί για μας ο διάβολος και ο
θάνατος και η κόλαση. Και μπορούμε να ζούμε έπειτα μέσα εις την χαρά τού
Θεού, και ποτέ να μην σκεπτόμαστε τον θάνατο. Και να έρθεις στο τέλος
της ζωής σου, και να είναι το πόδι σου μέσα στο λάκκο. Εσύ μπορεί να
φυτεύεις συκιές, καρυδιές, κυπαρίσσια, να φτιάχνεις περβόλια για τους
συνάνθρωπους σου, να φτιάχνεις εκκλησίες και να είναι το ένα σου ποδάρι
μέσ' στο λάκκο.
Γιατί τα κάνεις αυτά; Από την αγάπη. Πιστεύεις ότι δεν υπάρχει θάνατος
και θέλεις και οι συνάνθρωποί σου, που θα έρθουνε πάλι εδώ, να βρούνε
κάτι, να γίνουνε καλοί, να μη γίνουνε κλέφτες και κλέβει ο ένας τον
άλλον. Γι' αυτό φυτεύεις και τα φρούτα και τα καρύδια και τα σύκα. Γι'
αυτό φτιάχνεις και εκκλησία και όλα. Από αγάπη. Δεν είναι να πας, στον
Τούρκο να τον σκοτώσεις γιατί είναι Τούρκος; Ε, εκείνο είναι ανθρώπινο,
το κάνει η ανάγκη. Μα θα πεις: Γιατί να γίνεται πόλεμος; άμα κάνουμε
αυτό το πράγμα, και έχουμε μια θρησκεία, δεν θα μαλώνουμε, δεν θα
κάνουμε πολέμους, θα λείψουνε όλα.
Έτσι λένε μα, έτσι δεν είναι: τι να την κάνεις; (τη μία θρησκεία). Εμείς
εδώ, οι Έλληνες έχουμε μία θρησκεία. Είμαστε χριστιανοί, αν υπάρχει από
κανένας ξένος, είναι λίγοι, όμως βλέπεις σήμερα πώς αλληλοτρωγόμαστε και
έχουμε χίλια κόμματα. Και από μας τους Έλληνες, τους Ορθοδόξους
Χριστιανούς, γίνανε και άθεοι και ξεύρω εγώ.
Μόνο η θρησκεία τού Χριστού ενώνει και όλοι πρέπει να
προσευχόμαστε να έρθουνε σ' αυτή τη θρησκεία. Έτσι θα γίνει ένωσις, όχι
με το να πιστεύεις ότι όλοι είμαστε το ίδιο και ότι όλες οι θρησκείες
είναι το ίδιο. Δεν είναι το ίδιο.
- Συν.: Όλες οι θρησκείες όμως δεν διδάσκουν την αγάπη,
Γέροντα;
- Γέρ.: Μωρέ, ποια αγάπη διδάσκουνε; Ρε κουτέ! Βρε σώπα
βρε! την αγάπη την αληθινή, είναι η αγάπη του Χριστού. Μη νομίσεις οι
γονείς που αγαπούν τα παιδιά τους.
- Συν.: Εμείς που έχουμε γεννηθεί κάτω απ’ αυτούς τους
κραδασμούς.
- Γέρ.: Βρε άσ' τους κραδασμούς του Σάι Μπάμπα!
Άστα αυτά, αυτά δεν είναι έτσι, είναι διαφορετικά. Όπως τα λέει εδώ
πέρα, αυτή είναι η αλήθεια. Δεν είναι έτσι, κόρη μου. Λάβετε τα μέτρα
σας και μίλησε και στα παιδιά. Και να βρεις και την κυρία τάδε να της
πεις: «Μωρέ, έτσι λέει ο γέροντας.» Τι είναι αυτά που λέει (αυτή);
- Συν.: Όχι το ξεύρει κι εκείνη.
- Γέρ.: Δεν ξεύρω πρέπει να γίνουμε Χριστιανοί. Άστονε
τον Μπάμπα. Μπορεί και αυτόνε να τον φωτίσει ο Θεός να γίνει χριστιανός.
Και τότε να πάρει το πνεύμα του Θεού και να κηρύξει το Χριστιανισμό, που
ξεύρεις; Ξεύρεις πόσοι την έχουνε πάθη έτσι; Άμα είναι πνεύμα αγαθόν...
Κι ο Θεός είναι ο πανταχού παρών. Είναι ο νους ο υπέρτατος, που τα πάντα
γνωρίζει, - μη μου μιλάεις - , ο Θεός γνωρίζει και κανονίζει, αλλά δεν
φαίνεται. Διότι όταν φανεί και κοιτάζει να στρώσει τον έναν και τον
άλλονε, τότε ο ίδιος φεύγει από τον δρόμο που έχει χαράξει. Το χάραγμα
είναι αυτό: Ότι ο άνθρωπος είναι ελεύθερος να διαλέξει το ένα ή το άλλο.
Εν τη ελευθερία του. Κι αυτή η ελευθέρα βούλησις είναι που ο Θεός
σέβεται. Σέβεται τον άνθρωπο δεν μπορεί να τού πει: «Ε! που πάς; Έλα
εδώ». Και εσύ θα πεις: Ένας που κάνει ένα φόνο και βασανίζει έναν
άλλονε, είναι τού Θεού άνθρωπος; Μπορεί να είναι τού Θεού άνθρωπος, αλλά
το πνεύμα που τον κατέχει και κάνει αυτό το κακό είναι τού διαβόλου. Δεν
είναι το αγαθόν πνεύμα τού Θεού. Ελάτε ρε, να τα πούμε.
- Συν.: Ναι, Γέροντα
- Γέρ.: Είμαι αγράμματος, μη νομίζετε, δεν έχω πάει σε
σχολεία, έχω μεγαλώσει μέσα στην έρημο και έχω κάνει υπακοή σε δύο
γέροντες σεβαστούς. Θα μου πεις: Πες μας! μα έχω και το άλλο βρε τάδε,
δεν μπορώ να μιλήσω. Είμαι γέρος 90 χρονού και κουράζομαι. Καμιά φορά
όταν ξυπνήσω, να τώρα έχω ξυπνήσει από κάποιο ύπνο - επειδή ήμουν
άγρυπνος την νύχτα - και έχω λίγο κουράγιο και μιλάω. Για σκέψου, τάδε
μου...
Διάβασε, μπρε, το ευαγγέλιο, διάβασ' το πολλές φορές. Δεν μπορείς να
πεις το διάβασα. Το ευαγγέλιο έχει θησαυρούς και λύει όλα τα προβλήματα.
Είναι φιλοσοφία, όντως φιλοσοφία. Είναι φιλοσοφία, εξ αποκαλύψεως
φιλοσοφία. Είναι η ανωτάτη φιλοσοφία.
Άσε ο κόσμος τώρα που προσπαθεί να ριχτεί προς την ύλη. Να περιφρονήσει
το πνεύμα, να περιφρονήσει τις αξίες. Όλες αυτές τις αξίες σιγά, σιγά,
με την Χάρη τού Θεού, τις έφτιαξε ο άνθρωπος, τις έφτιαξε ο άνθρωπος με
την βοήθεια τού Θεού. Την οικογένεια και όλα αυτά τα καλά και ωραία.
Άμα τα περιφρονήσουμε η γη εδώ, η ζωή μας, γίνεται χάος. Γίνεται
κόλασις. με ναρκωτικά, μ' αυτό... Αρχίζει ο άνθρωπος να κοιτάζει την
ηδονή, να θέλει να ικανοποιείται έτσι.. Να! Δεν βλέπεις τα παιδιά που
αυτοκτονούν και τρελαίνονται; Δεν πας στα ψυχιατρεία να δεις παιδάκια,
15-16-20 χρονών, 25 - 30, που βασανίζονται!
Θα μου πεις να: «Γιατί δεν τα βλέπει ο Θεός;» Μα αυτά
είναι, τα βλέπει ο Θεός. Αλλά ο Θεός δεν μπορεί να επέμβει. Μπορεί όμως,
με το σχέδιο τού Θεού, να έρθει, να έρθει ώστε οι άνθρωποι ν' αποκτήσουν
μία επίγνωση, να ιδούνε το χάος ολοζώντανο μπροστά τους, να πούνε: Έ!
Πέφτουμε στο χάος, χανόμαστε. Όλοι πίσω, όλοι πίσω, γυρίστε πίσω,
πλανηθήκαμε. Και να έρθουνε πάλι στο δρόμο τού Θεού και να λάμψει η
Ορθόδοξος πίστις.
Αυτό εμείς επιδιώκουμε και έτσι θέλουμε τα πράγματα σιγά-σιγά να γίνουνε
με την χάρη του Θεού. Ο Θεός εργάζεται μυστικά, δεν θέλει να επηρεάσει
του ανθρώπου την ελευθερία, τα φέρνει έτσι και σιγά-σιγά-σιγά πάει ο
άνθρωπος εκεί που πρέπει. Να, αυτά είναι της στιγμής πράγματα που σου
λέω.
- Συν.: Το ξεύρω, Γέροντα
- Γέρ.: Ναι αλλά, πρέπει να, και εμένα να μου δώσει
δύναμη ο Θεός να σας τα πω καμμιά φορά. Δεν γίνεται τίποτα με εκείνα.
Εκείνα έχουνε ταχυδακτυλουργίες και τα τοιαύτα. Κι αυτές οι... και όλα.
Εμείς στην θρησκεία μας τα έχουμε όλα. Κατάλαβες;
- Συν.: Ναι, Γέροντα.
- Γέρ.: Όλα. Και υλοποιήσεις και όλα μεσ' στους αγίους
μας. Αλλά οι υλοποιήσεις είναι δύο ειδών: Είναι η κακιά
και η καλή. Κατάλαβες;
- Συν.: Μάλιστα.
- Γέρ.: Βέβαια μπορεί ένας να κάνει προσευχή, που οι
άλλοι δεν έχουνε λάδι και βασανίζονται γιατί τους έχει λείψει το λάδι,
ν' ανοίξει τα χέρια του και να γεμίσουν τα κιούπια με λάδι. Ε, μπορεί
και ένας γκουρού να κάνει κάτι άλλο, μια άλλη υλοποίηση, αλλά δεν είναι
η ίδια. Δεν είναι τού αγαθού πνεύματος. Γιατί όπως είπαμε υπάρχει και το
κακό. Και το κακό έχει την δύναμη να δώσει στον άνθρωπο, που το πιστεύει
το κακό, που ζει το κακό, έχει την δύναμη να τού δώσει να το κάνει Γι'
αυτό υπάρχουνε και διάφοροι, μάγοι, γκουρούδες, φακίρια και ξεύρω κι
εγώ.
- Συν.: Έτσι είναι, Γέροντα
- Γέρ.: Είναι τού κακού πνεύματος.
- Συν.: Και εμείς οι άνθρωποι πως μπορούμε να
καταλάβουμε;
- Γέρ.: Ε! Να! Να μελετήσουμε το ευαγγέλιο.
Πάρε μελέτα, ενώ λέεις ότι όλα ίσωμα είναι, όλα το ίδιο είναι, ο Θεός
είναι αγάπη, διάβασε το ευαγγέλιο, μάθε το καλά και όπου έχεις απορίες,
έλα να σου το πω εγώ, ο αγράμματος, ο ταπεινός.
Δεν λέω εγώ ότι είμαι χριστιανός, δεν λέω ότι είμαι ορθόδοξος.
Επιθυμώ, θέλω, αγωνίζομαι, προσπαθώ, μα δεν έχω γίνει Χριστιανός
Ορθόδοξος. Έτσι είναι το αίσθημά μου και είναι αληθινό. Θέλω. Με
παρεξηγείς σ' αυτό που λέω;
- Συν.: Γέροντα, λες όλες τις αλήθειες.
- Γέρ.: Ναι αλλά ευχαριστούμαι τόσο πολύ. Ναι, αλλά εγώ
τις αλήθειες, εγώ τις πιστεύω έτσι, έτσι. Ένας άγγελος να έρθει
να πει: «τι λες, βρε γέρο; Δεν είναι έτσι. Όλες οι θρησκείες
είναι του Θεού και όλοι οι γκουρούδες και οι γιόγκιδες και οι φακίροι
και οι μάγοι και οι επαοιδοί είναι του Θεού.» Ναι του Θεού είναι ως
άνθρωποι, αλλά τα έργα τους είναι του διαβόλου.
- Συν.: Μάλιστα, Γέροντα
- Γέρ.: Συγχώρα με που σου μιλάω έτσι. Παιδιά,
καλά παιδιά και
είστε καλά παιδιά, και ήσυχα παιδιά. Αλλά τι να το κάνω; Κι όποιος είναι
καλός και ήσυχος είναι και στην αλήθεια; Πολλές
φορές άνθρωποι που τους βλέπουμε να είναι ήσυχοι και όμως δεν είναι
έτσι. Πρέπει να έρθετε να τα πούμε αυτά. Δεν μπορώ τώρα, τι να σου πω;
Πρέπει να διακόψουμε. Ξεύρεις πόσο λυπάμαι; Αν ήξευρες πόσο σε αγαπάω...
πολύ, πάρα πολύ. Θα μου πεις: Γιατί δεν εύχεσαι στον Θεό να μας φωτίσει;
Εύχομαι, αλλά δεν είμαι τόσο δυνατός. Και εγώ, και εσείς ίσως να
επιμένετε, εις το αυτό. (στις απόψεις σας) Και εις τον Θεό δεν ξεύρω τι
σάς φυλάει; Όμως εδώ είναι η αλήθεια. Πρέπει να την μάθετε. Πρέπει να
διαβάσετε καλά, και άμα σας πει το πνεύμα: «Ψεύτικη θρησκεία είναι
αυτή.» τότε να την αφήσετε, να πάτε με τον Σάι. Τι λέει
ο Σάι, ο νέος απεσταλμένος του Θεού, που φέρνει την νέα αλήθεια, που
αυτή ταιριάζει τώρα στον κόσμο; Να έχουμε ελευθερία, ο Θεός είναι αγάπη,
δεν υπάρχει φόβος πουθενά. Πάρε κορίτσια γλέντησε.
- Συν.: Όχι, Γέροντα, είναι πολύ αυστηρός, πάρα πολύ
αυστηρός είναι.
- Γέρ.: Μπορεί να είναι. Αλλά πρέπει να τα ιδούμε. Να,
καλά, μωρέ τάδε, δεν τα καταλαβαίνεις τα λόγια μου τώρα. Άστο.
- Συν.: Καταλαβαίνω, Γέροντά μου, καταλαβαίνω...
- Γέρ.: Ναι, το ξεύρω εγώ μωρέ, το ξεύρω τι...
(καταλαβαίνεις)
- Συν.: Δεν υπερασπίζω κανέναν.
- Γέρ.: Μα εγώ ξεύρω με την χάρη του Θεού τώρα,
εάν ο Σάι είναι ή ο άλλος είναι έτσι. Κατάλαβες; Τέλος πάντων.
Μωρέ, έχουμε μασώνους, έχουμε διάφορα πράγματα, που τα πιστεύουνε όλα
και πηγαίνουνε με τον σατανά, και κάνουνε σατανικές εκδηλώσεις και
μυστηριώδη πράγματα, διότι υπάρχουνε, υπάρχει σατανάς, και υπάρχουνε
μυστηριώδη πράγματα, κακά δηλαδή. Σ' αφήνω τάδε μου και εύχομαι στον
Κύριο να σε φωτίσει. Θέλουνε συζήτηση εν πάση περιπτώσει, σ' αφήνω και
εύχομαι ο Θεός να μας φωτίσει όλους, να τον γνωρίσουμε και να τον
αγαπήσουμε. Έτσι εύχομαι, άντε καλημέρα.
- Συν.: Ευχαριστώ, Γέροντα μου.
- Γέρ.: Συγχώρα με αν σε στεναχώρεσα. Έτσι μου ήρθε,
νομίζεις πως...
- Συν.: Πώς το λες, Γέροντα; Και όταν μαλώνεις ακόμα
είναι βάλσαμο στην ψυχή.
- Γέρ.: Μα όλα γίνονται άγια όταν υπάρχει η χάρις. Άντε
καλημέρα, καλημέρα, καλημέρα ο Θεός μαζί μας.
- Συν.: Ευχαριστώ, Γέροντα μου.
- Γέρ.: Εύχομαι ταπεινά.
- Συν.: Ευλόγησον.
Μετά από μερικές ημέρες ακολούθησε δεύτερη συνομιλία τον Γέροντος
Πορφυρίου με έναν της ίδιας συντροφιάς. Στη συνομιλία αυτή
ηχογραφήθηκαν, εκτός των άλλων, που δεν έχουν γενικό ενδιαφέρον, και τα
εξής:
- Γέρ.: Τι να σε κάνω κι' εγώ; Τα βάστηξα, τα βάστηξα,
να, τώρα ήρθε η ώρα και σας το λέω. Δεν τα λέω με καλό τρόπο αλλά πως να
το πω; Πόσο γλυκά να τα πω;
- Συν.: Ευχαριστώ, Γέροντά μου, ευχαριστώ.
- Γέρ.: Σου λέω ότι... εγώ σας αγαπάω ιδιαιτέρως, ούτε
η αγάπη μου εμειώθη από όλα αυτά. Μπορεί βέβαια να έχω παράπονο και να
λέω γιατί να βρίσκονται τόσο καλά παιδιά εις την πλάνη
και να μην είναι χριστιανοί ορθόδοξοι. Ε... λυπάμαι. Αλλά προσεύχομαι ο
Θεός να σας δώσει φώτιση να καταλάβετε ότι δεν έχει σχέση η θρησκεία μας
με άλλες θρησκείες, η Ορθοδοξία.
Τώρα όμως όλος ο κόσμος, διάφορες νοοτροπίες, διάφοροι άνθρωποι και
μεγάλοι, που ούτε καν πιστεύουν ότι υπάρχει Θεός,
έχουν τη γνώμη ότι δεν πρέπει να υπάρχουν πολλές θρησκείες,
διότι διχάζουν τους ανθρώπους και τους φέρνουνε σε έχθρα.
Και όλοι φροντίζουν, μικροί, μεγάλοι και κράτη και ολόκληρες
αυτές... να γίνει μία θρησκεία. Και θα γίνει με ένα τρόπο τέτοιο.
Ότι όλες οι θρησκείες είναι το ίδιο. Θα φτιάξουμε μια
νέα θρησκεία Αυτό το κάνουνε οι... κάτι που λέγονται Σιωνισταί. Δεν ξέρω
αν έχεις ακούσει, έ;
- Συν.: Δεν έχω ακούσει.
- Γέρ.: Ναι. Και εργάζονται πολύ γι' αυτό το πράγμα. Οι
άνθρωποι ν' αφήσουνε (τις παληές θρησκείες)... να βγάλουν μία νέα
θρησκεία καλή. Και ν' αφήσουμε ότι υπάρχει κόλασις, ότι υπάρχει σατανάς
και κάτι τέτοια. Ενώ η ορθοδοξία το σατανά τον έχει βάλει ως δόγμα. Δεν
τα ξέρετε, ρε μαύρε; Μέσ' στο ευαγγέλιο είναι γραμμένα. Άμα αρνηθείς το
σατανά, θα πει ότι δεν είσαι ορθόδοξος. Εσύ πιστεύεις ότι υπάρχει
σατανάς;
- Συν.: Εγώ πιστεύω ότι υπάρχει Σατανάς, τη λέξη την
πιστεύω ότι την έβαλε η εκκλησία, και είναι το αρνητικό, το κακό που
λέμε...
- Γέρ.: Ναι, το κακό. Υπάρχει όμως πνεύμα κακό όντως
- Συν.: Ναι, ναι. Υπάρχουνε πνεύματα κακά.
- Γέρ.: Όπως και άγγελοι και άγιοι, υπάρχουνε και
σατανάδες.
- Συν.: Βεβαίως. Εμείς τι λέμε, Γέροντα;
- Γέρ.: Ναι, άλλα εγώ ενθυμούμαι που έλεγε η δεσποινίς:
Πω, πω, πω! Όχι εγώ τον σατανά δεν τον θέλω, δεν τον πιστεύω. Δε...
- Συν.: Η λέξη σατανάς, Γέροντα μου, υπάρχει διαφορά.
- Γέρ.: Μωρέ, αυτά είναι που μας χαλάνε.
- Συν.: Το πνεύμα το κακό ας πούμε.
- Γέρ.: Μμ... το πνεύμα το κακό λέω κι εγώ. Ο Σατανάς
το πνεύμα το κακό είναι. Ή κακό πνεύμα πεις ή σατανά πεις είναι το ίδιο.
- Συν.: Α, εντάξει, Γέροντα μου. Εσείς μου το εξηγείτε.
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΝ
Ανοίγεις τα χέρια σου στο Χριστό
(Ένας τρόπος πνευματικής ζωής)
Συντομογραφίες:
Γ.Π.: Γέροντας Πορφύριος
Ε. : Επισκέπτης
Υ. : Υποτακτικός
- Γ.Π.: Η ζωή η πνευματική
διέπεται από τρόπους. Καλά τα λέω; Ε, τάδε;
- Υ.: Όχι ακριβώς, αλλά θέλει τρόπους.
- Γ.Π.: Δηλαδή χρειάζονται τρόποι. Δηλαδή να! Σου
έρχεται αυτό, ας πούμε (δηλ. ένας πειρασμός), τι πρέπει να κάνεις; Θα
καθίσεις να σε βουτήξει, να σε σφίξει;
Χρειάζεται ένας τρόπος. Αλλά αυτόν τον τρόπο δεν μπορεί να τον έχω και
εγώ και εσύ κι' ο άλλος, κι' ο άλλος. Είναι πάρα πολλοί τρόποι και κάθε
ένας ευχαριστείται η κατορθώνει να κάνει ένα τρόπο, για να διώχνει το
αντίθετο, τας ενοχλήσεις του αντιθέτου πνεύματος.
Μέσα σε όλους τους τρόπους είναι και ένας τρόπος που λέγεται
περιφρόνησις. Δηλαδή βλέπεις ότι έρχεται κάποιος, δηλαδή ο εχθρός, ο
αντίθετος, το αντίθετο πνεύμα, έρχεται να σε βουτήξει κι εσύ κάνεις
έτσι... Δεν το κοιτάζεις, δεν τρομοκρατείσαι, δεν σφίγγεσαι, δεν κάνεις
έτσι να το βγάνεις από μέσα σου, αλλά κάνεις... ανοίγεις. Κάνεις έτσι...
δηλαδή, πώς να πούμε; ενώ έρχεται το αντίθετο, εσύ ανοίγεις τας αγκάλας
σου, ανοίγεις τα χέρια σου στο Χριστό. Ε! πως, ας πούμε,
το παιδάκι, που βλέπει κάποιο θηρίο, κάποιο σκύλο, κάποιο άγριο να
έρχεται: ουά μπαμπά! και τρέχει και αγκαλιάζει το μπαμπά του, και όταν
τον πλησιάζει δεν φοβείται. Ε! λοιπόν αυτό είναι ένας τρόπος. Αλλά αυτός
ο τρόπος που φαίνεται τόσο εύκολος (θέλει προσοχή). Δηλαδή αισθάνεσαι
ότι έρχεται να σε καταλάβει, ε, λες τι πρέπει να γίνει; Μου είπε ο
γέροντας να τον περιφρονώ τον λογισμό αυτόν. Ε.... πας να τον
περιφρονήσεις. Όταν το καταλάβει εκείνος, αμέσως σε βουτάει, σε σφίγγει,
σε καθηλώνει και... κάνεις εκείνο που θέλει αυτός, όχι αυτό που θέλεις
εσύ... Με καταλάβατε; Τότε; «Ταλαίπωρος εγώ άνθρωπος». Τι πρέπει να
κάνω; Το μυστικό είναι πώς μπορούμε, (να είμαστε όμως, πρέπει να είμαστε
κι άξιοι), πώς μπορούμε, με τη θεία χάρη, να κάνουμε αυτό το άνοιγμα,
οπότε και «εζήτησα αυτόν και ουχ ευρέθη ο τόπος αυτού». Μωρέ αυτό, τάδε,
άμα τ' ακούσεις καμμιά φορά να το ιδούμε που είναι, να δούμε και την
εξήγησή του. Α, δεν μπορείς να το βρεις;
- Υ.: Μπορώ.
- Γ.Π: Άντε βρες το.
(Στο σημείο αυτό ο κρατών το
μαγνητόφωνο απομακρύνεται για να βρει το χωρίο που ζήτησε ο Γέροντας και
η ηχογράφησις διακόπτεται. Όταν επανήλθε ο Γέροντας μιλούσε για την
μοναχική άσκηση. Έλεγε:)
- Γ.Π: Για να σταθείς εδώ, πρέπει να υπάρχει αγρυπνία,
σωματική εργασία. Το ξέρετε; Αυτό (δεν κατορθώνεται όταν) δεν υπάρχει
πολλή εργασία. Αυτά δεν έχει... (δεν πετυχαίνονται χωρίς ενθουσιασμό).
Οπότε άμα γύρεις λίγο προς τα πίσω, κατά πίσω, γκούπ, κοιμάσαι κιόλας,
πάν' και τα ψαλτήρια, πάν' και οι κανόνες.
- Ε.: Ε, πάει και η λειτουργία
- Γ.Π: Πάει κι η λειτουργία. Και είναι μια μεγάλη
παγίδα του σατανά για τους ανθρώπους που λατρεύουν το Θεό. Τους φέρνει
σε μια τέτοια κατάσταση και τα χάνουν όλα και το λένε: «δεν μπορώ στην
εκκλησία, αποκοιμώμαι, δεν μπορώ». Είναι ένα είδος χαυνότητος, που ο
άνθρωπος πράγματι τα χάνει. Αλλά είναι πειρασμική ενέργεια, παιδιά.
Μεγάλη πειρασμική ενέργεια! Λοιπόν...
Και ο λογισμός ο αντίθετος, όταν δεις το αντίθετο πνεύμα να έρχεται να
σε εμποδίσει από την πνευματική αυτή εργασία, που κάνεις, ε... πρέπει να
στρέψεις, όπως είπαμε, έτσι...
- Ε.: Άνοιγμα
- Γ.Π: Ε! Ν' ανοίξεις, ν' ανοίξεις.
Αυτό είναι που λέμε η φόρμα. Αν δεν κατορθώσεις, αν δεν κατορθώσεις
αμέσως να γίνει αυτό το πράγμα... σε βούτηξε. Και εφόσον θα προσπαθείς
να το διώξεις, αυτό θα σ' έχει συλλάβει έτσι... και θα σ' έχει εκεί. Εδώ
θα πάς. Ταλαίπωρος εγώ άνθρωπος! Το’ χετε ακούσει αυτό, ε; Βοηθήστε με
όμως. Το ηύρες, τάδε;
- Υ.: Μάλιστα «Είδον αυτόν υπερυψούμενον υπέρ τας
κέδρους του λιβάνου»
- Γ.Π.: Τι είναι αυτό πάλαι...;
- Υ.: Γέροντα, εδώ λέει : «Και έτι ολίγον κι ου μη
υπάρξει ο αμαρτωλός. Και ζητήσεις τον τόπον αυτού και ου μη ευρείς».
Αυτό εννοείτε;
- Γ.Π.: Δεν... δεν... και εζήτησε αυτόν και ουχ ευρέθη
ο τόπος αυτού. Τα μπερδεύω κιόλας. Μου ήρθε αυτό, το είπα. Εν πάση
περιπτώσει και αυτό πάει λίγο. Ενώ έχω διάφορα. Πώς το λέει... για
πέστο...
- Υ.: Και έτι ολίγον και ου μη υπάρξει ο αμαρτωλός. Και
ζητήσεις τον τόπον αυτού και ου μη ευρείς. Δεν θάναι αυτό.
- Γ.Π.: Αυτό. Δεν πάει αυτό;
- Ε.: Μπορεί... κι αυτό;
- Γ.Π.: Ναι αλλά εγώ το ήξερα έτσι πιο ζωηρά.
- Υ.: Είναι σε άλλο μέρος αυτό;
- Γ.Π.: Ε, βρες το. Και εζήτησα αυτόν και ουχ ευρέθη ο
τόπος αυτού. (Ψαλμ. 36,36)
- Υ.: Υπερυψώθη υπέρ τας κέδρους του Λιβάνου, λέει
αυτό.
- Γ.Π.: Και εζήτησα αυτόν και ουχ, βρε παιδιά μου. Και
εζήτησα αυτόν και ουχ ευρέθη ο τόπος. Εν πάση περιπτώσει είναι ένα
μυστικό. Δηλαδή αισθάνεσαι ότι θα έρθει αυτό και κάνεις έτσι... αμέσως.
Πρέπει να προλάβεις να κάνεις έτσι. Να! Να σάς πω ένα δικό μου. Μιά
μέρα, (έχω εδώ ένανε ο οποιος δεν μου κάνει υπακοή καθόλου) λοιπόν και
μια μέρα του λέω: Άκουσε, παιδί μου, να κάνεις αυτό.
Λέει: Όχι, δεν μπορώ να το κάνω αυτό. Του λέω: Σε
παρακαλώ, κάντο προς χάριν μου. (Ήτανε κάποια ανάγκη να μου κάνει,
καταλάβατε;) Και εκεί λοιπόν που του έλεγα, αυτός, μου λέει: Αυτό δεν το
επιτρέπει η επιστήμη, δεν είναι έτσι που το λέεις, δεν μπορώ εγώ να το
κάνω. Η επιστήμη το λέει έτσι. Του λέω: ρε παιδί μου, την επιστήμη θα
κοιτάξουμε τώρα; Κάνε μια υπακοή σε μένα. «-Όχι, δεν μπορώ.» Εκείνη τη
στιγμή λοιπόν πάει ενικήθηκα και μου ήρθε ν' αγανακτήσω. Αλλά εκεί, εκεί
που πήγε να με κάνει έτσι για να αγανακτήσω, έκανα έτσι: «Θεέ μου,
συγχώρεσέ με και δός φώτιση στον άνθρωπό σου, στην ψυχή που την κατέχει
ο πειρασμός. Άρχισα να προσεύχομαι και να συγκινούμαι! Δηλαδή το μυστικό
είναι... εκεί που ήταν να ξεσπάσει έτσι, το πρόλαβα και δεν οργίστηκα.
Είναι δική μου αυτή, η... αυτή θέλω να πω, η πείρα. Πώς να το πω... κακό
είναι που το λέω;
- Ε.: Ο τρόπος.
- Γ.Π.: Ο τρόπος. Κακό είναι που το λέω; τι είναι αυτά
που λέει. Δεν είναι σωστά. Σωστά είναι, για δεν είναι σωστά; Μπορεί να
το πει κανείς ότι πήγα να πάθω αυτό και με τη χάρη τού Κυρίου το γλύτωσα
και τόκανα έτσι; Το μετέτρεψα με τη χάρη τού Θεού; Είναι αμαρτία;
- Υ.: Εφόσον είναι προς διδασκαλίαν, Γέροντα, και προς
σωτηρίαν γιατί να είναι αμαρτία; Εκ της πείρας δεν ωμιλούν οι πατέρες;
- Γ.Π.: Εγώ να σάς πω, ασχολούμενος με την υπακοή έχω
στερηθεί από διαβάσματα. Μόνο μέσ' στην Εκκλησία. Εκείνα. Δεν έχω
διαβάσει. Τους συναξαριστάς του Δουκάκη μου είχανε πάρει και διάβαζα
εκεί οι Γέροντες μου. Αλλά θέλω να σας πω ότι, έ, δεν ήξερα πατέρες, ότι
ο Άγιος Χρυσόστομος έχει τόσα συγγράμματα, ο Άγιος Βασίλειος, ο Άγιος
Γρηγόριος ο Θεολόγος, με ακούτε;
- Ε.: Μάλιστα
- Γ.Π.: Και τώρα έμαθα ότι έχουν βγει τα συγγράμματα κι
ότι υπάρχουν. Τότε που; στα ασκητήρια των Καυσοκαλυβίων τι είχαμε;
Είχαμε αυτά τα... τους βίους των Αγίων, τους Συναξαριστάς του Δουκάκη,
κάτι, ε, τέτοια πράγματα, ερμηνείες ας πούμε.
Και ιδίως εκεί είχαμε τον Ευεργετινό, το Λαυσαϊκό, τα Γεροντικά και κάτι
τέτοια. Λοιπόν και τώρα να μη μου φύγει αυτό που θέλω να πω. Μου 'φυγε.
- Υ.: Είπατε ότι τώρα μάθατε ότι οι πατέρες εξεδόθησαν.
- Γ.Π.: Α! ναι. Λοιπόν και τώρα εγώ είμαι και τυφλός.
Και ούτε και μπορώ να διαβάσω. Λοιπόν και από τη λαχτάρα που είχα,
παράγγειλα έτσι κι ένας καλός χριστιανός μάλλον εκεί μου έφερε τους
πατέρας. Κι' έφτιαξα μια βιβλιοθήκη και τους βάλαμε εκεί πέρα. Τα
συγγράμματα των πατέρων, Χρυσοστόμου, Βασιλείου, Γρηγορίου Θεολόγου,
Γρηγορίου, ξεύρω κι' εγώ, εκεί είναι. Πόσα είναι, ρε τάδε...
- Υ.: Καμμιά εκατοστή τόμοι που έχουν εκδοθεί τώρα.
- Γ.Π.: Ε, λοιπόν ακούτε. Και τα έβαλα εκεί και
χαίρομαι έτσι να λέω ότι έχω εδώ τους πατέρας και ικανοποιούμαι ψυχικά
χωρίς να ξέρω τι λένε. Κεκρυμμένοι θησαυροί. Αλλά, ε, έβαλα όμως και να
μου διαβάσουνε, και παίρνει ένα βιβλίο του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου,
τώρα τα Χριστούγεννα, των Θεοφανείων, λοιπόν, και μου διαβάσανε (δεν
αντέχω και πολύ στο διάβασμα ν’ ακούω, το μυαλό μου κουράζεται, διότι
δεν στέλνει η καρδιά μου αίμα επάνω να... πάρει δύναμη το μυαλό. Πως να
σας το πω: οξυγόνο, πως το λένε). Και θέλω να σας πω, παιδιά, ένα πολύ
σπουδαίο. Τους έβαλα και μου διαβάσανε κι εκεί σε ένα σημείο έλεγε
ότι... «Θα με ακούσετε», έλεγε μέσα ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, «θα με
ακούσετε, αδελφοί μου, εγώ σας μιλάω με το πνεύμα του Θεού αυτή τη
στιγμή. Το πνεύμα του Θεού με φωτίζει και θα σας πω αυτά που θα σας πω
τώρα». Λοιπόν κι όταν το άκουσα: Πω, πω! λέω, πως τα λέει! Με τι
εγωισμό! Και όταν λοιπόν άνοιξα λίγο έτσι και συνέχισα και παρακάτω είπε
κάτι άλλο, τότε αισθάνθηκα τι μεγάλη ταπείνωση που είχε ο Άγιος
Γρηγόριος ο Θεολόγος, πολύ μεγάλη ταπείνωση! Διαβάστε, παιδιά, πάρτε το
βιβλίο του κι ιδέστε που λέει αυτό το πράγμα και θα ιδείτε τι ταπείνωση
που έχει αυτός. Και όμως στην έκφρασή του παρουσιάζεται με ένα εγωισμό
τάχα, που δεν είναι καθόλου εγωισμός. Είναι μια απλότητα και μια μεγάλη
ταπείνωση κι αγιωσύνη που έχει και τα λέει με τόσο, έτσι, απλό τρόπο.
Και μου έκανε μεγάλη εντύπωση αυτό το πράγμα. Τάδε, τόχεις διαβάσει;
- Υ.: Όχι, Γέροντα
- Γ.Π.: Βέβαια, στον Άγιο Γρηγόριο το Θεολόγο. Τώρα τις
καλές μέρες ήτανε ή στα Θεοφάνεια ή στο Πάσχα, δεν θυμάμαι. Τόχετε
ακούσει;
- Ε.: Όχι.
- Γ.Π.: Ναι αλλά κείνο το μυστήριο, κείνο μου 'κανε
εντύπωση. Τώρα που τα λέμε εδώ το θυμήθηκα. Αυτά που ανοίξαμε, ναι,
θέλουνε πολλή συζήτηση. Άλλη φορά. Θα έρθω επάνω. Τώρα το καλοκαίρι
είναι καλά, αλλά το χειμώνα εκεί πέρα πρέπει να έχω σόμπα.
- Ε.: Ο,τι θέλετε, Γέροντα.
- Γ.Π.: Λοιπόν έτσι χάρηκα πολύ που ήρθατε κι
αισθάνθηκα έτσι τού μοναστηριού σας τη χάρη και την αγάπη σας και τας
ταπεινάς μου ευχάς στον γέροντα, ευχαριστώ πάρα πολύ και πηγαίνετε,
έτσι, στην ευλογία τού Θεού και στο διακόνημά σας, να προλάβετε οι
άνθρωποι να προσκυνήσουν, να πάρουν δύναμη από τον Τίμιο Σταυρό. Η χάρις
τού Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού, η αήττητος και ακατάλυτος και θεία
δύναμις τού Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού μη εγκαταλείπης ημάς τους
αμαρτωλούς. Και άμα κι' αυτό που σας είπα, αν θέλετε να το φυλάξετε.
Μεγάλη υπόθεσις είναι. Δηλαδή να τρέχετε στην ακολουθία και ν' ακούτε τα
μεγαλεία που είναι μέσα στους κανόνας των μεγάλων Ποιητών, που έχουν
φτιάξει τους κανόνας των Αγίων, των μαρτύρων, των οσίων, των προφητών.
Ακούστε τους κανόνας να δείτε τι ωραία πράγματα που λέγουν. Πού να
φτάσει η Κλίμακα κι όλα τάλλα πατερικά! Εκεί μέσα είναι θησαυροί βάθους
και σοφίας και γνώσεως Θεού. Το παραδέχεσθε;
- Ε.: Ναι, Γέροντα, ναι.
- Γ.Π.: Ε, πάρτε διαβάστε κανόνες, έτσι μόνοι σας.
Πάρτε εκεί κανόνες και διαβάστε να δείτε τι ωραία πράγματα! Ε, να! Πού
αλλού, εσείς, η ψυχή σας, θα ευφρανθεί; Μέσα σ' αυτά τα μεγαλεία τού
Θεού. Κι όταν τα διαβάζετε, σιγά - σιγά θα έρθει η χάρις κι όταν έρθει η
χάρις, τότε σαν τον απόστολο Παύλο που έλεγε ταλαίπωρος εγώ άνθρωπος,
αλλά όταν ήρθε η χάρις, πάνε όλα Πρωτύτερα ήτανε... δεν μπορούσε να
κάνει το καλό, ήτανε ανίκανη η ψυχή του να κάνει το καλό. Πήγαινε να
κάνει το καλό κι όμως έκανε το κακό. Ουχ ο θέλω καλό, τούτο ποιώ. Το
θυμόσαστε; Ε, άλλα μετά όμως, έτσι όπως πήγαινε σιγά-σιγά ήρθε η χάρις,
δεν ξέρω, θα πω μια λέξη: ενέσκηψε. Καλά το λέω, τάδε;
- Υ.: Καλά το λέτε.
- Γ.Π.: Ενέσκηψε η χάρις τού Θεού μέσα στις ψυχές των,
μέσα στην ψυχή του. Του ενέσκηψε η Χάρις, ο Χριστός. Και τότε άρχισε να
φωνάζει με ενθουσιασμό: «ζω δε ουκέτι εγώ, ζει δε εν εμοί Χριστός. Εμοί
δε το ζειν Χριστός». Πάει. Εμπήκε μέσα στην επίγεια εκκλησία, την
άκτιστη επίγεια εκκλησία πλέον και δεν υπήρχε γι' αυτόν ούτε θάνατος
ούτε τίποτα. Είχε ενωθεί με τον Χριστό και τότε εφώναζε με μεγάλη χαρά
γι' αυτό το πράγμα που του έδωσε ο Θεός. Το φώναζε, όπου κι αν πήγαινε,
το φώναζε: «Παιδιά, θα σάς πω. Πρωτύτερα εταλάνιζα τον εαυτό μου, δεν
μπορούσα, ήθελα να κάνω το καλό κι όμως έκανα το κακό. Ήμουν ανίκανος να
πράξω το καλό, δεν μπορούσα. Τώρα όμως, παιδιά μου, το αντίθετο έγινε.
Είμαι ανίκανος, κατέστην ανίκανος να κάνω το κακό. Δεν μπορώ να το κάνω.
Δεν μπορώ να κάνω το κακό τώρα. Ανίκανος. Πρωτύτερα να κάνω το καλό,
ανίκανος τώρα να κάνω το κακό. Δεν μπορώ». Και πώς μπορούμε να το πούμε;
Εμ, δεν πάει. Αντεστράφησαν οι όροι. Να, τότε ανίκανος να κάνει το καλό,
τώρα με το Χριστό που ήρθε μέσα του κι έγινε ένθεος η ψυχή του πλέον,
δεν μπορούσε. Δεν είναι να του πεις πάρε ένα δισεκατομμύριο άνθρωπε,
υπόγραψε ότι αν είναι. Ναι, δεν πιάνει, δεν πάει, δεν μπορεί να το
κάνει. Με καταλαβαίνετε; Δεν μπορεί να το σκεφτεί. Δεν, δεν μπορεί. Δεν
μπορεί να το βαστήξει μέσα του αυτό το αντίθετο. Με καταλάβατε; Ε, δεν
μπορούσε. Δηλ. θέλω να πούμε, που λέμε: δύσκολα. Δεν είναι δύσκολα,
παιδιά, αυτά που λέει το ευαγγέλιο κι αυτά που θέλει ο Χριστός. Είναι
όλα, όχι δύσκολα, ευκολώτατα όλα, όλα. «Ο γάρ ζυγός μου χρηστός». Πώς το
λέει ένα άλλο; Λέει: Και αι εντολαί αυτού...
- Ε.: «βαρείαι ουκ εισίν».
- Γ.Π.: Τι, έτσι τα λένε αυτοί; Παραμύθια είναι; Ε,
ε... δεν είναι βαρειά. Είναι όλα εύκολα, κι όλα χαρούμενα κι όλα... τι,
δεν, δεν είδες κει πέρα που είπα εκείνο «Επιποθεί και εκλείπει η ψυχή
μου εις τας αυλάς του Κυρίου». Λιώνει η ψυχή μου στην αγάπη σου Χριστέ
μου. Κι ακούς εκεί πέρα κάτι λέξεις, ότι: Τιτρώσκομαι, τιτρώσκομαι της
σης αγάπης εγώ. Δεν ξέρω αν τα λέω και καλά όμως. Γιατί δυστυχώς δε,
δε... εκεί πέρα έμαθα και διαβάζω εγώ, στο Άγιο Όρος. Δεν ήξερα να
διαβάσω. Ήξερα και συλλάβιζα μόνο, όταν πήγα. Είχα πάει πολύ μικρός.
- Ε.: Πόσο χρονών, Γέροντα;
- Γ.Π.: Ε, δώδεκα με δεκατρίο χρονού.
- Ε.: Και φύγατε πόσο χρονών;
- Γ.Π.: Ε, έφυγα έπειτα, να, είκοσι χρόνου. Αρρώστησα
κι έφυγα απ’ αλλοιώς δεν έφευγα. Μάζευα σαλιγκάρια και άστα από εκεί την
έπαθα. Τι ήθελα να πω... Αυτά ήτανε, παιδιά μου. Αυτό είναι να με
αξιώσει ο Θεός να έρθω να μπω εκεί μέσα, να αισθανθώ έτσι αυτό το
μεγαλείο. Όταν μπαίνετε μέσα ν' ανοίγει η ψυχούλα σας έτσι στην αγάπη
του Θεού. Δεν μπορείτε εκεί πέρα.
- Υ.: Γέροντα, μήπως κουραστείτε, μιλάτε μια ώρα...
- Γ.Π.: Ναι, θέλω να πω ότι εκεί δεν μπορείς, άμα μπεις
μέσα κι έχεις επίγνωση κι έχεις αγάπη Θεού, δεν μπορείς. Εκεί άλλος
γίνεσαι. Είναι έτσι. Σε καθηλώνουν εκεί. Ο αγιασμός σε καθηλώνει. Τόσες
ψυχές αγιασμένες που προσηύχοντο κατά καιρούς. Στο καλό. Ναι, αλλά τι θα
κάνετε εκεί πάνω στη θεία Μεταμόρφωση άμα πάτε; Ανοίχτε τα χεράκια σας
και πέστε: να με συγχωρέσει ο Κύριος κι εμένα τον ταπεινό, εκεί μέσα που
είναι τόσο αγιασμένος ο τόπος. Καλά δεν το λέω; Είναι πολύ αγιασμένο το
Μοναστήρι σας. Όλα τα Μοναστήρια είναι αγιασμένα, αλλά δεν ξέρω, αυτό το
αισθάνομαι πολύ. Έχει... Μιά φορά παλαιά ήτανε άνθρωπος καλός εκεί, που
είχε μαζέψει ψυχές εκλεκτές, οι οποίες έχουνε πάει κει πάνω τώρα, στο
κοιμητήρι. Αυτό είναι το μεγαλείο του Μοναστηριού.
- Ε.: Το όνομά του Γέροντα;
- Γ. Π.: Ε, δεν ξέρω να σου πω τώρα. Τι να το μάθετε;
Έχετε ακούσει πώς ήτο κάποιος εκεί;
- Ε.: Γι' αυτό ρωτάω.
- Ε.: Δεν έχουμε ακούσει.
- Γ.Π.: Δηλαδή έτσι, πως να πούμε, διαπρεπής άνθρωπος
στην πνευματικότητα;
- Ε.: Ηγούμενος;
- Γ.Π.: Εμ, εκεί γέροντας ήταν, δεν ξέρω εγώ. Άντε στο
καλό τώρα.
- Ε.: Λοιπόν την ευχή σας, ευχαριστούμε πάρα πολύ.
- Γ.Π.: Δεν μπορώ τώρα, συγχωράτε με.
|