Μεταφορά της εμπειρίας - Η παράδοση τής εμπειρίας με λέξεις * Από τα κτιστά ρήματα στα άρρητα ρήματα
Διδαχή και θαύμα Η αξία τής δογματικής διδασκαλίας μαζί με την πράξη Σεβ. Μητρ. Ναυπάκτου Ιερόθεος
Πηγή: Περιοδικό "Εκκλησιαστική Παρέμβαση" Τεύχος 311 - Ιούνιος 2022. Αναδημοσίευση από: https://www.parembasis.gr |
«Κύριε ουκ ειμί ικανός ίνα μου υπό την στέγην εισέλθης, αλλά μόνον ειπέ λόγω και ιαθήσεται ο παις μου» (Ματθ. η΄ 8).
Σήμερα υπάρχει μεγάλη σύγχυση σε όλα τα θέματα και κατά συνέπεια και στα θρησκευτικά, οπότε είναι ανάγκη να παρουσιάζεται η θεολογία τής Εκκλησίας για να διακρίνεται η αλήθεια από την πλάνη. Είναι γνωστό ότι μια «Εκκλησία» πού δεν θεολογεί και μια «θεολογία» πού δεν εκκλησιάζεται δεν εξυπηρετεί το έργο τής σωτηρίας τού ανθρώπου. Πολλές φορές σκέφτομαι: Πώς μερικοί κάνουν μια ηθικολογική ανάλυση τού λόγου τού Θεού την στιγμή κατά την οποία η Εκκλησία με τα λατρευτικά της κείμενα, με την αγιογραφία κλπ. επιμένει να θεολογεί; Γιατί γίνεται αυτή η διάσπαση τής εκκλησιαστικής ζωής; Πώς είναι επιτρεπτό, για παράδειγμα, κατά την εορτή τής Μεταμορφώσεως τού Χριστού τα τροπάρια να παρουσιάζουν όλη την μυστική εμπειρία τής Εκκλησίας και οι Χριστιανοί να ακούνε ένα αθεολόγητο ηθικολογικό κήρυγμα; Γι αυτό με απλές λέξεις θα παρουσιάσω μερικές θεολογικές πλευρές για την διδασκαλία και τα θαύματα, που επιτέλεσε ο Χριστός, λαμβάνοντας αφορμή από το θαύμα τού δούλου τού εκατοντάρχου που ακούσαμε στο σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα. Το θαύμα τής θεραπείας τού δούλου τού εκατοντάρχου που ακούσαμε σήμερα έγινε ευθύς αμέσως από την κάθοδο τού Χριστού από το όρος τών Μακαρισμών. Αυτό έχει μεγάλη σημασία, γιατί μάς δείχνει την σχέση πού υπάρχει μεταξύ τής διδαχής και τού θαύματος, καθώς επίσης μάς δείχνει και την σχέση μεταξύ αυτών τών δύο και τού Προσώπου τού Χριστού. Ο Χριστός μιλούσε ως Θεάνθρωπος, «ως εξουσίαν έχων» (Ματθ. ζ', 29) και θαυματουργούσε ως Θεάνθρωπος, όπως είπε: «Ο πατήρ μου έως άρτι εργάζεται καγώ εργάζομαι» (Ιω. ε', 17). Άλλοτε, όπως βλέπουμε στα άγια Ευαγγέλια, προηγείται η διδαχή και ακολουθεί το θαύμα, ως επισφράγιση τής διδαχής, και άλλοτε προηγείται το θαύμα και ακολουθεί η διδαχή, που αναλύει την βαθύτερη σημασία του. Αυτό σημαίνει ότι δεν μπορούμε να ξεχωρίσουμε το Πρόσωπο τού Χριστού από την διδαχή Του και το θαύμα Του, γιατί ο λόγος τού Χριστού δεν είναι ένας κενός φλύαρος λόγος, αλλά θεία ενέργεια, και η πράξη τού Χριστού δεν είναι ένα «φιλανθρωπικό» έργο, που γίνεται από συμπάθεια για τους ανθρώπους, αλλά επισφράγιση τής θείας αποστολής Του. Για παράδειγμα ο Χριστός έβγαζε τα δαιμόνια, ώστε να καταλάβουμε ότι Αυτός είναι Εκείνος που διώχνει τους δαίμονας από την ψυχή και μάς χαρίζει αιώνια ελευθερία, όπως λέγει ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς. Σήμερα υπάρχουν πολλοί πού χωρίζουν τα τρία αυτά και διασπούν την θαυμάσια αυτή ενότητα. Άλλοι λένε ότι πιστεύουν στον Χριστό ως Θεάνθρωπο, αλλά αρνούνται τα θαύματα, που τα θεωρούν φαντασίες τών ανθρώπων και δεν μελετούν ούτε εφαρμόζουν τον λόγο Του. Άλλοι διαβάζουν κάθε μέρα το Ευαγγέλιο, αλλά δεν πιστεύουν στην θεότητα τού Χριστού, γιατί τον θεωρούν έναν καλό διδάσκαλο, ούτε στην δυνατότητα τών θαυμάτων. Άλλοι πιστεύουν στα θαύματα, επιδιώκουν να δουν θαύματα στην ζωή τους, ίσως τρέχουν σε όλα τα «προσκυνήματα» από συμφέρον, όμως δεν έχουν μεγάλη πίστη στην θεότητα τού Χριστού, ούτε ζουν ευαγγελικά. Όλες, όμως, αυτές οι περιπτώσεις δεν συνιστούν ορθόδοξη ζωή. Είπα προηγουμένως ότι ο θείος λόγος είναι θεία ενέργεια και όχι ένας φλύαρος ανθρώπινος λόγος. Αυτό φαίνεται στο θαύμα τού δούλου τού εκατοντάρχου. Ο εκατόνταρχος ζητά ένα λόγο από τον Χριστό και είναι βέβαιος ότι με τον λόγο αυτό θα θεραπευθεί ο δούλος του. Είπε: «Μόνον ειπέ λόγω και ιαθήσεται ο παις μου». Ο Κύριος τότε είπε: «Ύπαγε και ως επίστευσας, γενηθήτω σοι». Και το αποτέλεσμα, όπως σημειώνει ο ιερός Ευαγγελιστής, ήταν ότι «ιάθη ο παις αυτού εν τη ώρα εκείνη» (Ματθ. η', 8-13), αφού δια τού λόγου Του εξήλθε θεία ενέργεια και θεραπεύθηκε ο άνθρωπος εκείνος. Αυτό φαίνεται από την αρχή τής δημιουργίας. Ο Θεός είπε «γενηθήτω φως· και εγένετο φως» (Γεν. α', 3). Ο Προφητάναξ Δαυίδ ψάλλει: «Τω λόγω Κυρίου οι ουρανοί εστερεώθησαν και τω πνεύματι τού στόματος αυτού πάσα η δύναμις αυτών» (Ψαλμ. λβ', 6), δηλαδή με τον λόγο τού Θεού δημιουργήθηκε όλος ο κόσμος. Γι αυτό, η τήρηση τών θείων εντολών είναι προϋπόθεση αποκτήσεως τής θείας ζωής. Ο άγιος Μάξιμος λέγει ότι σε κάθε εντολή τού Χριστού υπάρχει μυστικά ο Ίδιος ο Χριστός. Έτσι, τηρώντας τις εντολές Του δεχόμαστε τον Χριστό μέσα μας. Και επειδή ο Χριστός δεν είναι ποτέ χωρίς τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα, γι αυτό, τηρώντας τις εντολές τού Χριστού, δεχόμαστε μέσα μας την Παναγία Τριάδα: «Ο γουν δεξάμενος μίαν εντολήν και ποιήσας αυτήν μυστικώς έχει την Αγία Τριάδα». Ο Ίδιος ο Χριστός εδίδαξε ότι «ο ποιών την αλήθειαν έρχεται προς το φως» (Ιω. γ', 21). Ο άγιος Ισαάκ γράφει ότι όταν μια ψυχή που έχει ενέργεια τού Αγίου Πνεύματος, ακούσει ένα ρήμα που έχει μέσα του κρυμμένη δύναμη πνευματική, τότε ελκύεται προς την εφαρμογή. Γι αυτό, το θείο κήρυγμα είναι απαραίτητο για την Εκκλησία και εντάσσεται οργανικά μέσα στον χώρο τής λατρευτικής συνάξεως. Δεν είναι ένα ξένο στοιχείο τής Λειτουργίας, αλλά αναπόσπαστο τμήμα της. Φυσικά, το κήρυγμα πρέπει να είναι πραγματικός λόγος, φωτισμός τού Αγίου Πνεύματος και όχι ανθρώπινος ευσεβής στοχασμός. Το κήρυγμα, όταν εμπνέεται από την λατρευτική ατμόσφαιρα, όταν κινείται μέσα στην Ορθόδοξη εκκλησιαστική ζωή, όταν είναι αποκάλυψη τού Λόγου τού Θεού, προετοιμάζει τον άνθρωπο για την προσευχή και την θεία Κοινωνία. |
Δημιουργία αρχείου: 14-7-2022.
Τελευταία ενημέρωση: 14-7-2022.