Παραποιήσεις τής ιστορίας από τη Σκοπιά για τον κανόνα τής Αγίας Γραφής // Έννοια τής Θεοπνευστίας και πηγές κανονικότητας τής Αγίας Γραφής. 1ο μέρος: Οι 6 Εγκεκριμένοι κανόνες // Πρέπει να δεχόμαστε μόνο την Αγία Γραφή; // Τα βιβλία τής Αγίας Γραφής // Διαβαθμίσεις των βιβλίων // Η διάκριση Θείων και Θεοπνεύστων βιβλίων // Ιστορική τεκμηρίωση τής κανονικότητας τών λεγομένων "Δευτεροκανονικών" τής Αγίας Γραφής
Ο Κανόνας τού Μουρατόρι Ο αρχαιότερος γνωστός κανόνας τής Εκκλησίας για την Καινή Διαθήκη Κανόνας γύρω στο 180 μ.Χ. |
Ο κανόνας τού Μουρατόρι, αποδεικνύει ότι τα βιβλία τής Καινής Διαθήκης, ακόμα και στο τέλος τού 2ου π. Χ. αιώνα, δεν είχαν ακόμα καθορισθεί από την Εκκλησία, όπως τα έχουμε σήμερα. Και ως εκ τούτου, ο κανόνας αυτός αποτελεί διάψευση τών Προτεσταντών εκείνων, που ισχυρίζονται ότι η Εκκλησία θεμελιώθηκε πάνω στην Αγία Γραφή, και όχι το αντίθετο, όπως πιστεύουμε εμείς οι Χριστιανοί. 1. Η αρχή των κανόνων της Καινής Διαθήκης Μέχρι τον αιρετικό Μαρκίωνα, αλλά και πολύ χρόνο μετά απ’ αυτόν, κανείς εκκλησιαστικός συγγραφέας δεν παραθέτει κατάλογο των κανονικών βιβλίων της Καινής Διαθήκης, μολονότι ασφαλώς θα υπήρχε τέτοιος, έτσι ώστε οι αναγινωσκόμενες περικοπές στις Εκκλησίες, να λαμβάνονται από τα κανονικά βιβλία των καταλόγων αυτών χωρίς ενδοιασμούς από τους πιστούς (Β. Ιωαννίδης, 495). Ο Μαρκίωνας χρησιμοποιούσε δικό του Κανόνα από ένδεκα βιβλία, δηλαδή το κατά Λουκάν Ευαγγέλιο και δέκα επιστολές του Παύλου (εκτός δηλαδή από τις Ποιμαντικές και την προς Εβραίους), πράγμα για το οποίο και ελέγχθηκε από τους εκκλησιαστικούς συγγραφείς, μαζί με τους ομοίους του, «ως μάταιοι και αμαθείς, προσέτι δε και τολμηροί και αθετούντες την ιδέαν του ευαγγελίου» (Ειρηναίου, Έλεγχος, Γ,11,8-9). Παρ’ όλα αυτά, οι εκκλησιαστικοί αυτοί συγγραφείς δεν αντέταξαν κατάλογο των αυθεντικών βιβλίων της Εκκλησίας, στους κανόνας των αιρετικών, κατά την πρώιμη αυτή περίοδο. Επειδή, πραγματικά, αν εξαιρέσουμε τους αντιμαρκιωνιτικούς Προλόγους στα ευαγγέλια (Βλ, στο Κ. Aland, Synopsis Quattuor Evangeliorum, σ. 532 και εξής), η προέλευση των οποίων είναι άγνωστη, και η χρονολογία τους πιθανολογείται περί το 160, ο αρχαιότερος κατάλογος βιβλίων της Καινής Διαθήκης είναι αυτός που περιλαμβάνεται στο απόσπασμα (Fragmentum) του Μουρατόρι.
2. Ανεύρεση και όνομα τού αρχαιότερου γνωστού Εκκλησιαστικού κανόνα Βρέθηκε από τον Ιταλό ιστοριογράφο καρδινάλιο L. A, Muratori (1672-1750) στην Αμβροσιανή Βιβλιοθήκη του Μιλάνου σε ένα χειρόγραφο του 8ου αιώνα και δημοσιεύθηκε το 1740 στο έργο του Antiquitates Italicae medii aevi. Γι’ αυτό και ονομάζεται Κανόνας του Μουρατόρι ή Μουρατόριος Κανόνας. Βρέθηκαν το 1897 κι άλλα 4 αποσπάσματα σε 4 χειρόγραφα του 11ου-12ου αιώνα από το Μοντεκασσίνο.
3. Κατάσταση και σκοπός τού χειρογράφου Το απόσπασμα αυτό είναι ακέφαλη και κολοβή πραγματεία. Περιέχει τα βιβλία της
Καινής Διαθήκης που κυκλοφορούσαν κατά τον χρόνο της συγγραφής του, μαζί με
κριτικές παρατηρήσεις περί του συγγραφέα, του χρόνου, του σκοπού και της
γνησιότητας του καθενός βιβλίου, με τέτοιο τρόπο, ώστε θα έλεγε κανείς ότι
πρόκειται για την πρώτη σύντομη Εισαγωγή στα βιβλία της Καινής Διαθήκης.
4. Χρόνος Συγγραφής Το χειρόγραφο βέβαια είναι του 8ου αιώνα, αλλά το έργο γράφτηκε, κατά την ομολογία του συγγραφέα, την εποχή κατά την οποία γράφτηκε και ο Ποιμένας του Ερμά, τον καιρό τού Επισκόπου Ρώμης Πίου του Α', αφού στους στίχους 74-75 γράφει περί του Ποιμένα ότι «Pastorem vero nuperrime temporibus nostris in urbe Roma Herma conscripsit, sedente cathedra urbis Romae ecclesiae Pio episcopo fratre ejus» («εσχάτως κατά τον καιρό μας συνεγράφη από τον Ερμά στη Ρώμη, όταν στην έδρα της Εκκλησίας της Ρώμης ήταν Επίσκοπος ο Πίος, ο αδελφός του»). Ο χρόνος της Επισκοπής του Πίου δεν είναι ακριβής και υπολογίζεται ή μεταξύ 127 και 142 μ.Χ., ή μεταξύ 142 και 157 (ή 154) μ.Χ., οπότε το έργο γράφτηκε κατά τα τέλη του 2ου αιώνα και μάλιστα 180-200 μ.Χ. Αλλά και οι εσωτερικές ενδείξεις συνηγορούν υπέρ του χρόνου αυτού, πράγμα το οποίο δηλώνει ότι το όλο έργο αποτελούσε σύνοψη των απόψεων της Δυτικής Εκκλησίας περί του Κανόνα της Καινής Διαθήκης μετά τα μέσα του 2ου αιώνα.
5. Η αξία του έργου Η ουσιαστική αξία του έργου έγκειται στο εξής: Στο ότι σ’ αυτό παρατίθενται τα βιβλία της Καινής Διαθήκης, όλα μαζί, για τα οποία βρίσκαμε ως τότε αναφορές, μόνο αποσπασματικές και μεμονωμένες. Αυτό μερικοί Προτεστάντες, με προχειρότητα το χρησιμοποιούν ως απόδειξη ότι η Εκκλησίας είχε ενωρίτατα τον κανόνα τής Καινής Διαθήκης σε χρήση. Αλλά με μια σοβαρότερη εξέταση, το συμπέρασμα που προκύπτει από αυτόν τον κανόνα είναι το ακριβώς αντίθετο! Γι' αυτό και η Ορθόδοξη Εκκλησία τον κανόνα αυτόν, τον χρησιμοποιεί ως απόδειξη εναντίον τού Προτεσταντισμού, ως απόδειξη, ότι όχι μόνο δεν έχουμε παλαιότερους κανόνες από το τέλος τού 2ου αιώνα σε χρήση από την Εκκλησία για την Καινή Διαθήκη, αλλά και αυτός ακόμα, παρουσιάζει πλήθος ελλείψεων κανονικών βιβλίων, ενώ από την άλλη συμπεριλαμβάνει βιβλία όπως τη Αποκάλυψη τού Πέτρου, που δεν την αποδέχεται σήμερα ούτε καν ο Προτεσταντισμός, και τη Σοφία Σολομώντα, που αν και ανήκει στην Παλαιά Διαθήκη, εμφανίζεται εδώ στον Κανόνα, αλλά δεν την αποδέχεται ούτε αυτή ο Προτεσταντισμός. Συνεπώς, η ύπαρξη τού κανόνα τού Μουρατόρι, όχι μόνο δεν βοηθάει τους Προτεστάντες, αλλά αντιθέτως αποδεικνύει το άτοπο τού αιρετικού τους δόγματος τού 16ου αιώνα: "Μόνο η Γραφή". Περισσότερα όμως γι' αυτό θα πούμε σε άλλο σχετικότερο άρθρο...
6. Τι περιλαμβάνει και τι όχι Ο Κανόνας του Μουρατόρι περιέχει σε Λατινική Γλώσσα 23 από τα 27 βιβλία της Καινής Διαθήκης. Απουσιάζουν οι προς Εβραίους του Παύλου, η Α΄ Πέτρου, η Ιακώβου και η Γ΄ Ιωάννη. Αναφέρει και την (νόθα πλέον για μας) Αποκάλυψη Πέτρου με την διευκρίνιση πως μερικοί δεν επιθυμούν να διαβάζεται στην Εκκλησία. Το πιο
αξιοπερίεργο όλων είναι πως αναφέρει ως βιβλίο της Καινής Διαθήκης την Σοφία
Σολομώντος! Αναφέρει (υπογραμμίζοντας όμως την μη γνησιότητά τους) και τις
επιστολές Προς Λαοδικείς και Αλεξανδρείς που αποδίδονταν στον Απόστολο Παύλο.
Απουσιάζουν:
Το χειρόγραφο, ως «ακέφαλο» που είναι (όπως είπαμε), αρχίζει ως εξής: «… στα
οποία όμως (προφανώς, τα κηρύγματα του Πέτρου) ήταν παρών και ακολούθως
κατέγραψε. Τρίτο βιβλίο το κατά Λουκάν Ευαγγέλιο. Ο Λουκάς αυτός ήταν ιατρός… »
κ.λπ. Όσο για τα δυσμενή σχόλια του συγγραφέα περί του Ποιμένα του Ερμά, οφείλονται πιθανώς στην από μέρους κάποιων, αποδοχή του ως κανονικού βιβλίου. Ο Ποιμένας του Ερμά αναφέρεται σαν ένα έργο αξιόλογο να διαβαστεί (δηλ. στην εκκλησία), αλλά όχι και να συμπεριληφθεί στον αριθμό των προφητικών ή αποστολικών γραπτών.
7. Συγγραφέας του έργου Ως συγγραφέα του έργου, πολλοί πρότειναν τον Ιππόλυτο (Zahn, Lagrange, κ.ά.), αλλά τα βιβλία που δεχόταν αυτός ως γνήσια, δεν συμπίπτουν με τα βιβλία του Κανόνα του Μουρατόρι. Ο Harnack θεωρεί ως συγγραφέα τον Πάπα Βίκτωρα (189-190) ή τον Ζεφυρίνο (199-217). Το βέβαιο πάντως είναι ότι το έργο δεν είχε θέση Κανόνα της Δυτικής Εκκλησίας.
8. Βιβλιογραφία 1. "Εισαγωγή εις την Καινήν Διαθήκην" (τόμ. Β΄, 2003) του Χρήστου Βούλγαρη, όσα λεπτομερώς γράφει για τον Κανόνα Μουρατόρι (από το όνομα του Ιταλού ιστοριογράφου που βρήκε το χειρόγραφο (Muratori). 2. Bruce M. Metzger: "The Canon of the New Testament: Its Origin, Development, and Significance" (new edition, Clarendon Press 1997). 3. Αγγλική Βικιπαίδεια 4. Εισαγωγή στη Καινή Διαθήκη Ιωάννου Παναγόπουλου
9. Το κείμενο τού κανόνα τού Μουρατόρι Η μετάφραση που ακολουθεί συνήθως ακολουθεί το διορθωμένο κείμενο που επιμελήθηκε ο Hans Lietzmann, Das Muratorische Fragment und die Monarchianischen Prologue zu den Evangelien (το Μουρατόρειο Απόσπασμα και ο Μοναρχιανικός Πρόλογος στα Ευαγγέλια), Kleine texte, I; (Μικρά κείμενα, θ’,) Βόννη 1902, 2η έκδοση Βερολίνο 1933. Λόγω της άθλιας κατάστασης του Λατινικού κειμένου, είναι ορισμένες φορές δύσκολο να γνωρίζουμε τι είχε κατά νου ο συγγραφέας, έτσι, ορισμένες φράσεις παρατίθενται με εναλλακτικές αποδόσεις (εντός παρενθέσεων). Μεταφραστικοί εμπλουτισμοί έχουν τοποθετηθεί μέσα σε τετράγωνες αγκύλες. Οι αριθμοί δηλώνουν τον αριθμό γραμμής του πρωτότυπου κειμένου.
10. Σημειώσεις [i] Ίσως να σημαίνει πως ο Μάρκος ταξινόμησε το υλικό σύμφωνα με την υπόδειξη του Πέτρου, ο οποίος συμμετείχε στα γεγονότα που αφηγούνται. [ii] Η ανάγνωση του κειμένου ‘quasi ut iuris studiosum’ ως «ένας που - τρόπος του λέγειν - είχε ζήλο για τον νόμο (ή νομομαθής)» έχει ποικιλοτρόπως ερμηνευθεί ή/και διορθωθεί. Για παράδειγμα, ο Routh εξέλαβε το iuris ως μετάφραση «του δικαίου», δηλαδή, πως ο Λουκάς ήταν φιλομαθής της δικαιοσύνης. Ο Buchanan αντικατέστησε το ‘ut iuris’ με ‘adiutorem’, ήτοι ‘βοηθός’. Ο Bartlet υπέθεσε πως ο μεταφραστής διάβασε την λέξη ‘νόσου’ ως ‘νόμου’ (Ο Λουκάς ήταν μελετητής νόσου). Ο Zahn αντικατέστησε το ‘ut iuris’ με ‘itineris’, αναφερόμενος έτσι στην ετοιμότητα του Λουκά να συνοδεύσει τον Παύλο στα ταξίδια του. Ο Lietzmann υπέθεσε ‘litteris’, δηλαδή, πως ο Λουκάς ήταν πολύ έμπειρος ως συγγραφέας. Ο Harnack (Sitzungberichte der koniglich Preussischen Akademie der Wissenschaften [1903], σελ.213) και ο Ehrhardt (οπ.π.) οι οποίοι διατηρούν το ‘iuris studiosus’ του Αποσπάσματος, έχουν επισημάνει πως στην τεχνική γλώσσα της Ρωμαϊκής νομοθεσίας αυτό θα μπορούσε να αναφέρεται σε εκτιμητή ή νομικό εμπειρογνώμονα ο οποίος υπηρετούσε στο προσωπικό ενός Ρωμαίου αξιωματούχου. Αν και ο τίτλος αυτός ήταν επίκαιρος προ της εποχής της «Επιτομής» του Ιουστινιανού (εκδοθείσα το 533) και ως εκ τούτου διαθέσιμη στον μεταφραστή του Αποσπάσματος, είναι εντελώς ασαφές το ποια Ελληνική φράση αντιπροσώπευε – υποθέτοντας φυσικά πως ο Κανόνας είχε συνταχθεί αρχικά στην Ελληνική (δυστυχώς δεν παρέχεται καμία βοήθεια στο De Romanorum iuris publici sacrisque vocabulis sollemnibus in Graecum sermonem converses του David Magie [Λειψία, 1905]). Είναι σημαντικό, πως το Λατινικό κείμενο του Αποσπάσματος μοιάζει να έχει υπάρξει και πηγή του Chromace (Χρωμάκειου;) της Ακουιλείας, ο οποίος στον σχολιασμό του επί του Ματθαίου (γράφτηκε μεταξύ 398 και 407) αναφέρεται στον Λουκά ως εξής: Dominum in carne non vidit, sed quia eruditissimus legis erat quippe qui comes Pauli apostoli…(Όρα: Joseph Lemarie, “Saint Chromace d’ Aquilee temoin du Canon de Muratori”, Revue des etudes augustiniennes, xxiv [1978], pp 101-2). (Αγιος Χρωμάκειος της Ακουίλεια – Μαρτυρία του Κανόνα του Μουρατόρι, Επιθεώρηση Αυγουστίνειων μελετών, κδ’ [1978] σελ.101-2). [iii] Εδώ το ‘ex opinione’ έχει εκληφθεί ως ‘εξ ακοής’. Άλλοι υποθέτουν το ‘ex ordine’ ώστε να αντιπροσωπεύει το ‘καθεξής’ (την τακτοποίηση με σειρά – Λουκ. 1:3 [έδοξε καμοί, παρηκολουθηκότι άνωθεν πάσιν ακριβώς, καθεξής σοι γράψαι, κράτιστε Θεόφιλε]) [iv] Α Ιωαν. 1:1-3 (ό εωράκαμεν και ακηκόαμεν, απαγγέλλομεν υμίν, ίνα και υμείς κοινωνίαν έχητε μεθ' ημών· και η κοινωνία δε η ημετέρα μετά του πατρός και μετά του υιού αυτού Ιησού Χριστού.) [v] Λουκ. 1:3 [έδοξε καμοί, παρηκολουθηκότι άνωθεν πάσιν ακριβώς, καθεξής σοι γράψαι, κράτιστε Θεόφιλε, ] [vi] Το γράμμα ‘β’ στο Λατινικό κείμενο, πριν από τη λέξη ‘Γαλάτες’, πιθανόν να ανήκει στο ‘Κορίνθιους’ (προς Κορινθίους β’) [vii] Είναι πιθανό – όπως ο Zahne (Geschichte, ii, 66) και άλλοι έχουν υποθέσει – πως ένα αρνητικό έχει ξεφύγει από το κείμενο στο σημείο αυτό. [viii] Πιθανόν ο μεταφραστής του Αποσπάσματος να εννοεί πως υπάρχουν τρεις μεγάλοι Προφήτες και δώδεκα μικροί Προφήτες.
Έρευνα - επιλογή κειμένου Ν. Μ. Μετάφραση κειμένου τού Κώδικα στα Ελληνικά: Κ. Ν. |
Δημιουργία αρχείου: 6-9-2010.
Τελευταία μορφοποίηση: 3-9-2016.