Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας Αγία Γραφή

Η ερμηνεία της Αγίας Γραφής // Ο χρόνος συγγραφής των τεσσάρων Ευαγγελίων // Η αξιοπιστία των αποστόλων

Οι παραλήπτες της προς Εφεσίους επιστολής

Η επιστολή αυτή, έχουμε επαρκείς μαρτυρίες ότι χρησιμοποιείτο από τις Εκκλησίες του Χριστού ήδη από το 95 μ.Χ. (Κλήμης Ρώμης), και αδιάσειστες ότι χρησιμποιείτο περί το 110 μ.Χ. (Ιγνάτιος και Πολύκαρπος). Υπάρχει όμως ένα ζήτημα με την προς Εφεσίους επιστολή, το οποίο δεν είναι ευρέως γνωστό στους αναγνώστες της Αγίας Γραφής. Είναι το ζήτημα του ιδίου της του ονόματος...

 

Τοποθέτηση του προβλήματος

Όταν μιλάμε για την "προς Εφεσίους" επιστολή του αποστόλου Παύλου, οι περισσότεροι από εμάς, εμπιστευόμενοι την αξιοπιστία της Εκκλησίας που έδωσε το όνομα αυτό στην επιστολή, φανταζόμαστε ότι όλα τα ζητήματα σχετικά με τους παραλήπτες της επιστολής αυτής είναι λυμένα. Όμως υπάρχει ένα ζήτημα σχετικά με την εγκυρότητα των παραληπτών της επιστολής αυτής.

Η επιστολή ως γνωστόν ξεκινάει με τα εξής λόγια: "Παύλος, απόστολος Ιησού Χριστού δια θελήματος Θεού, τοις αγίοις τοις ούσιν εν Εφέσω και πιστοίς εν Χριστω Ιησού" (Εφεσίους 1/α΄ 1). Και με βάση αυτά τα λόγια, λέμε: "ναι, στους Εφεσίους την έστειλε, όπως μας παρέδωσε η Εκκλησία". Όμως δημιουργούνται κάποια προβλήματα με αυτή την παραδοχή:

1. Γιατί η φράση "εν Εφέσω και" λείπει από κάποια αρχαία κείμενα;

2. Γιατί ο Παύλος δεν απευθύνει προσωπικούς χαιρετισμούς σε γνωστούς του από την Εκκλησία αυτή, όταν γνωρίζουμε ότι είχε για μεγάλο διάστημα μείνει εκεί και τους είχε βοηθήσει;

3. Πολύ περισσότερο γιατί δεν απευθύνει προσωπικούς χαιρετισμούς προς τον απόστολο Ιωάννη που συνέχισε το έργο του Παύλου στην Έφεσο, όταν μάλιστα ο Ιωάννης ήταν αυτός που είχε μαζί του και γηροκομούσε την μητέρα του Κυρίου μας την Παναγία;

Τα παραπάνω ερωτήματα, έχουν οδηγήσει πολλούς να αμφισβητήσουν την εγκυρότητα της ονομασίας: "Προς Εφεσίους", και να θεωρήσουν ότι οι παραλήπτες της επιστολής δεν ήταν η Εκκλησία της Εφέσου. Ας δούμε όμως πιο προσεκτικά τι συμβαίνει:

 

Το πρόβλημα των χειρογράφων ειδικότερα

Αν και στα περισσότερα αρχαία χειρόγραφα η φράση "εν Εφέσω" υπάρχει, λείπει από το Σιναϊτικό, από το Βατικανό χειρόγραφο No 1209, και στον πάπυρο Τσέστερ Μπίτι. Μάλιστα σε μερικά κείμενα, προσετέθη από μεταγενέστερους, αλλά αφαιρέθηκε πάλι από άλλον διορθωτή. Γιατί άραγε υπήρξε αυτή η διαφοροποίηση; Και πώς χειρίσθηκαν το θέμα οι πρώτοι Χριστιανοί;

Ο άγιος Βασίλειος,  επιβεβαιώνει ότι τα χειρόγραφα που είχε στη διάθεσή του τότε, δεν περιείχαν τη φράση: "εν Εφέσω", γράφοντας ότι "ούτω και οι προ ημών παραδεδώκασι και ημείς εν τοις παλαιοίς των αντιγράφων ευρήκαμεν" ("Κατά Ευνομίου" ΙΙ 19). Το ίδιο προκύπτει και από τον Ωριγένη, όπως έδειξε ο Cramer. (Catena). Αυτοί δέχονται το χωρίο ως: "τοις αγίοις τοις ούσι και πιστοίς...", που σημαίνει "εκείνους που είναι όντως πιστοί, που μετατέθηκαν από το μη ον στο είναι".

Ένα άλλο ενδιαφέρον σημείο, είναι ότι ο Τερτυλιανός, κατηγορεί τον Μαρκίωνα, επειδή ο τελευταίος έδωσε στην επιστολή το όνομα: "Προς Λαοδικείς" (Adv. Mare. V 17). Και από αυτό προκύπτει ότι και ο Μαρκίωνας επίσης είχε στην κατοχή του κείμενο που δεν περιείχε τη φράση: "εν Εφέσω". Και το πιθανότερο είναι ότι και ο Τερτυλιανός είχε και αυτός το ίδιο κείμενο, επειδή ελέγχοντας τον Μαρκίωνα για την αλλαγή του τίτλου, δεν επιχειρηματολογεί με βάση το ίδιο το πρώτο εδάφιο της επιστολής, ότι "γράφει εν Εφέσω", αλλά αντιθέτως, επιχειρηματολογεί με βάση την παράδοση των Εκκλησιών.

Στα παραπάνω έρχεται να προστεθεί το επιχείρημα, ότι ΠΡΑΓΜΑΤΙ ο Παύλος δεν απευθύνει προσωπικούς χαιρετισμούς προς την Εκκλησία της Εφέσου, παρά τις στενές του γνωριμίες με τους Χριστιανούς εκεί. Μήπως λοιπόν η "προς Εφεσίους" δεν απευθυνόταν στους Εφεσίους Χριστιανούς;

Παρ' όλα αυτά, η πρώτη Εκκλησία από ενωρίς είχε τη βεβαιότητα ότι η προς Εφεσίους επιστολή απευθύνεται προς την Εκκλησία της Εφέσου. (Παράβαλλε Κανόνα Μουρατόρι, Ειρηναίου κατά Αιρέσεων Ι, 3, 1, 4. Ι, 8, 4. V 2, 36. Tertul. Adv. Mare. V 17. Κλήμ. Αλεξ. Στρωματείς IV 65. Ωριγέν. κατά Κέλσου ΙΙΙ 20).

Πρώτος ο Ειρηναίος την κατονομάζει ρητώς (κατά Αιρέσεων V 2, 3). Γράφει για παράδειγμα, παραθέτοντας από την προς Εφεσίους 5/ε΄ 30 τα εξής: "Όπως λέει ο ευλογημένος Παύλος στην επιστολή προς τους Εφεσίους, ότι είμαστε μέλη του σώματός Του". Και ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς, γράφει παραθέτοντας το εδάφιο Εφεσίους 5/ε΄ 21: "Γι' αυτόν τον λόγο επίσης, στην επιστολή προς τους Εφεσίους, αυτός γράφει: ΄΄Υποτασσόμενοι εις αλλήλους εν φόβω Θεού΄΄". Δεν θα παραθέσουμε άλλα παραδείγματα από την πλήρη βιβλιογραφία, που αποδεικνύει ότι η πρώτη Εκκλησία χρησιμοποιούσε την επιστολή αυτή ενωρίτατα και ευρέως.

Παρ' όλα αυτά, είναι σαφές από τα παραπάνω που αναφέραμε, ότι στην πρώτη Εκκλησία και τους συγχρόνους της, υπήρχε κάποια αμφισβήτηση για τους αποδέκτες της επιστολής "προς Εφεσίους", και τα χειρόγραφα που κυκλοφορούσαν ήταν δύο ειδών, με ή χωρίς τη φράση "εν Εφέσω".

 

Ο σχέση των αποστόλων με την Έφεσο

Ας δούμε όμως πρώτα πότε ο απόστολος Παύλος πήγε στην Έφεσο, και τι άλλο έκανε σχετικά με αυτή την περιοχή, γιατί θα μας βοηθήσει στην απάντηση των ανωτέρω προβλημάτων.

Ο Παύλος είχε κάνει αρχικά μια σύντομη στάση στην Έφεσο, κατά το δεύτερο ιεραποστολικό του ταξίδι. Τότε κήρυξε, και άφησε τον Ακύλα και την Πρίσκιλλα να συνεχίσουν το έργο του (Πράξεις 18/ιη΄ 18-21).

Κατά το τρίτο ιεραποστολικό του ταξίδι, έμεινε στην Έφεσο για τρία χρόνια περίπου, και εδραίωσε έτσι την τοπική Εκκλησία (Πράξεις 19/ιθ΄ 8-10. 20/κ΄ 31). Μαζί του είχε τότε και τον Ελληνο-Ιουδαίο Χριστιανό Τιμόθεο, από τα Λύστρα τής Λυκαονίας, τον οποίο όμως έστειλε με τον Έραστο στη Μακεδονία (Πράξεις 19/ιθ΄ 22). Ο Τιμόθεος είχε ασπασθεί τη Χριστιανική πίστη, πιθανόν κατά το 1ο Ιεραποστολικό ταξίδι του Παύλου.

Αργότερα, κατά την πρώτη του αιχμαλωσία στη Ρώμη, (όπως προκύπτει από την ίδια την επιστολή στο Εφεσίους 6/στ΄ 20), αλυσσοδεμένος γράφει την επιστολή αυτή που εξετάζουμε γύρω στο 61 μ.Χ., λέγοντας μεταξύ άλλων για τον εαυτό του: "ο δέσμιος του Χριστού Ιησού"  (3/γ΄ 1), και: "πρεσβεύω εν αλύσει" ("το μυστήριο του Ευαγγελίου"). Από μια σύγκριση τής επιστολής αυτής με τις επιστολές του "προς Φιλήμονα", "προς Κολοσσαείς" και "προς Φιλιππισίους", προκύπτει ότι και οι τέσσερεις αυτές επιστολές, γράφτηκαν κατά την ίδια περίοδο τής αιχμαλωσίας του στη Ρώμη. Μαζί του τότε βρισκόταν και ο Τιμόθεος (Φιλιππισίους 1/α΄ 1. Κολοσσαείς 1/α΄ 1. Φιλήμονα 1).

Κατά το 4ο ιεραποστολικό του ταξίδι, (64 - 67 μ.Χ.) μετά την απελευθέρωσή του από την πρώτη του αιχμαλωσία στη Ρώμη, ο Παύλος εγκαθιστά τον Τιμόθεο Επίσκοπο Εφέσου.

 Όμως λίγο πριν από το θάνατό του, κατά τη δεύτερη αιχμαλωσία του στη Ρώμη, κατά το 65 μ.Χ. γράφει την επιστολή του Β΄ Τιμόθεον, και καλεί τον Τιμόθεο εκεί "πριν από τον Χειμώνα" αν είναι δυνατόν, για να τον προλάβει ζωντανό, (εκτελέσθηκε κατά το 67 μ.Χ.) και να μην αντιμετωπίσει προβλήματα με το ταξίδι λόγω καιρού (Β΄ Τιμόθεον 4/δ΄ 9). Πράγματι, ο Τιμόθεος έσπευσε γρήγορα εκεί (Εβραίους 13/ιγ΄ 23).

Οι Αποστολικές Διαταγές, μας πληροφορούν, ότι ο Τιμόθεος επέστρεψε στην Έφεσο και έμεινε εκεί μέχρι το μαρτύριό του στους διωγμούς του Δομητιανού (81-86 μ.Χ.). (Ζ΄ 46, 3. Παράβαλλε και Ευσεβίου "Εκκλησιαστική Ιστορία" 3/γ΄ 46, Νικηφόρου "Εκκλησ. Ιστορ." 3/γ΄ 10).

Την ίδια αυτή περίοδο των διωγμών του Δομητιανού όπου εκτελέσθηκε ο Τιμόθεος, ο απόστολος και Ευαγγελιστής Ιωάννης ήταν εξόριστος στην Πάτμο, όπου κατά το τέλος τής εξουσίας του Δομητιανού, παρέλαβε από τον Κύριο την Αποκάλυψη. Αυτό ο Ειρηναίος μας λέει ότι έγινε "προς τω τέλει τής Δομετιανού αρχής" (Ευσέβ. Εκκλ. Ιστορ. ΙΙΙ 18 και 23. Ειρην. Κατά αιρέσεων ΙΙ, ΧΧΙΙ 5, ΙΙΙ 4).

Μετά την εξορία του στην Πάτμο, ο Ιωάννης εγκαταστάθηκε στην Έφεσο, όπου συνέχισε το έργο του Παύλου και του Τιμοθέου που ήδη είχαν αποδημήσει στον Κύριο από τους διωγμούς των ειδωλολατρών. Η Παναγία την οποία γηροκομούσε ο Ιωάννης είχε ήδη κοιμηθεί και αναληφθεί προ πολλών ετών.

Η διαμονή του Ιωάννη στην Έφεσο, προκύπτει όχι μόνο από απόσπασμα τής επιστολής του Πολυκράτη επισκόπου Εφέσου "προς Βίκτωρα", που μας δίνει ο Ευσέβιος, (Εκκλ. Ιστορ.V 24), αλλά και από πλήθος άλλες πηγές, που δεν είναι του παρόντος να παρουσιασθούν.

Στην Έφεσο έγραψε ο Ιωάννης το Ευαγγέλιό του όπως μας πληροφορεί ο Ειρηναίος (Κατά αιρέσεων ΙΙΙ 1: "εξέδωκε το Ευαγγέλιον εν Εφέσω τής Ασίας διατρίβων". Και από την Έφεσο προφανώς γράφτηκαν και οι επιστολές του γηραιού αποστόλου, κατά το 98 μ.Χ. όπως προκύπτει από το ότι εκεί ο Ιωάννης πέρασε στην Έφεσο την υπόλοιπη ζωή του ως τη βασιλεία του Τραϊανού (βασίλεψε 98-117 μ.Χ.). Για παράδειγμα, το ότι στις επιστολές του καταπολεμά τους Γνωστικούς και την αίρεση του Κηρίνθου, δείχνουν ότι μόνο μετά το 70 μ.Χ. μπορεί να γράφτηκε η επιστολή, καθώς πριν δεν ετίθετο θέμα τέτοιας πλάνης.

Το ασύμπτωτο του Παύλου του Τιμοθέου και του Ιωάννη στην Έφεσο

Όπως είναι φανερό από τα παραπάνω, ο Ιωάννης ήταν στην Έφεσο, όχι απλώς μετά τη συγγραφή της επιστολής "προς Εφεσίους", αλλά και πολύ μετά από την ίδια την εκτέλεση του Παύλου, ακόμα και του Τιμοθέου. Αυτό εξηγεί τόσο το ότι ο Παύλος δεν αναφέρει στην επιστολή του τον Ιωάννη, όσο και το πως ο Ιωάννης ανέλαβε αρμοδιότητες στη δικαιοδοσία του Παύλου και του Τιμοθέου. Γιατί ως γνωστόν από τα πρώτα δύο κεφάλαια της προς Γαλάτας επιστολής, ο Παύλος είχε αναλάβει τους Εθνικούς, ενώ ο Ιωάννης τους Ιουδαίους. Το ότι ο Ιωάννης πήγε τελικά στην Έφεσο, δείχνει ότι είχαν περάσει πολλά χρόνια από τότε, και οι αρμοδιότητες είχαν αλλάξει.

Ομοίως, ο Παύλος δεν αναφέρεται στην επιστολή του "προς Εφεσίους" ούτε στον Τιμόθεο, επειδή ακόμα δεν τον είχε διορίσει εκεί ως επίσκοπο Εφέσου. Έτσι και ο Ιωάννης, δεν αναφέρεται στον Παύλο στις επιστολές του, απλώς επειδή ο Παύλος είχε ήδη εκτελεσθεί προ δεκαετιών, και δεν υπήρχε τέτοιος λόγος. Έτσι, η ένσταση περί της προς Εφεσίους επιστολής απαντάται απλά.

 

Ο χαιρετισμός προσώπων της Εφέσου από τον Παύλο

Παρ' όλα αυτά, παραμένει το ερώτημα: Γιατί ο Παύλος στην "προς Εφεσίους", δεν απευθύνει προσωπικό χαιρετισμό σε άλλους γνωστούς του Χριστιανούς από την Έφεσο, εφόσον είχε τόσες γνωριμίες εκεί;

Η απάντηση είναι ότι προφανώς η επιστολή αυτή δεν απευθυνόταν ειδικά στους Εφεσίους Χριστιανούς. Ο Παύλος φαίνεται ότι λόγω της σχέσης του με τους Εφεσίους, έστειλε πρώτα σε αυτούς μια επιστολή που με τη σειρά τους θα αντέγραφαν, και θα έστελναν σε αντίγραφα στις Εκκλησίας Λαοδικείας, Ιεραπόλεως, Κολοσσών και αλλού στη Φρυγία. Έτσι ο Παύλος δεν απευθύνεται εκεί σε συγκεκριμένα πρόσωπα. Άλλο ένα ζήτημα λοιπόν λύνεται έτσι.

 

Η διαφορά των κειμένων

Τέλος, το ότι ο Παύλος έγραψε αυτή την επιστολή προς τους Εφεσίους μεν, αλλά με στόχο περισσότερες από μία Εκκλησίας, λύνει και την τελευταία ένσταση, περί της διαφοράς των κειμένων. Είναι προφανές ότι ο Παύλος αρχικά έγραψε την επιστολή χωρίς τη φράση: "εν Εφέσω και", μια και απευθυνόταν σε πολλές Εκκλησίες. Όταν όμως άρχισαν να γίνονται αντίγραφα της επιστολής αυτής, κάποιοι προσέθεσαν τη φράση για να είναι εμφανές από ποια Εκκλησία προήλθε η επιστολή.

Δεν είναι λοιπόν λάθος ούτε το ένα ούτε το άλλο κείμενο. Απλώς το ένα είναι όπως γράφτηκε, ενώ το άλλο διέσωσε τους πρώτους παραλήπτες της επιστολής με την προσθήκη των λέξεων αυτών. Και η Εκκλησία όταν αποδέχθηκε τον κανόνα της Αγίας Γραφής, δεν απέρριψε τις λέξεις αυτές, αλλά τις αποδέχθηκε εντός του Θεοπνεύστου κειμένου, δείχνοντας ότι ήταν θέλημα Θεού να έχουμε εμείς το κείμενο έτσι σήμερα, και ακόμα να μπορεί έτσι να ανασυντεθεί η αρχαία αυτή ιστορική λεπτομέρεια.

Τα παραπάνω, πέρα από μια ιστορική έρευνα, αποτελούν επίσης για τους Χριστιανούς κάτι ακόμα. Αποτελούν παράδειγμα αξιοπιστίας και εμπιστοσύνης τόσο για την Αγία Γραφή, όσο και για την Εκκλησιαστική παράδοση, που μας παρέδωσε τόσο λεπτομερώς και τόσο τεκμηριωμένα όχι μόνο τα λόγια των αποστόλων, αλλά και την ιστορία τους.

Επιλογή στοιχείων Ν. Μ.

Δημιουργία αρχείου: 30-10-2004.

Τελευταία ενημέρωση: 1-11-2004.

ΕΠΑΝΩ