Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Έρευνα για το κτιστό και το Άκτιστο

Ισλάμ και Αγία Γραφή
 
Κεφάλαιο Πρώτο // Περιεχόμενα // Επίλογος

 

Προφητεύεται στην Αγία Γραφή ο Μωάμεθ;

Τού Θεόδωρου Ι. Ρηγινιώτη

 

Πρόλογος τού σχολιαστή


Ο συγγραφέας του παρόντος βιβλίου, πρώην ρωμαιοκαθολικός ιερέας που ασπάστηκε το Ισλάμ, επιχειρεί να ερμηνεύσει τη χριστιανική Αγία Γραφή από ισλαμική σκοπιά, παρουσιάζοντας πάρα πολλά σημεία της ως προφητικές προαναγγελίες του ερχομού του Μωάμεθ. Ιδίως ερμηνεύει έτσι τις μεσσιανικές (χριστολογικές) προφητείες, δηλαδή εκείνες που προανάγγελλαν τον ερχομό του Χριστού.

Ως χριστιανός της αρχαίας (ορθόδοξης) παράδοσης, σχολιάζω το βιβλίο, γράφοντας τι βλέπουν σ’ αυτό τα χριστιανικά μάτια μου. Πριν μπω στην ουσία, επισημαίνω μερικά γενικά χαρακτηριστικά:

1) Στην ερμηνεία της Αγίας Γραφής, ο συγγραφέας χρησιμοποιεί τη «μέθοδο του σαλαμιού»: κόβει μερικούς στίχους από κάθε απόσπασμα που παραθέτει (εκείνους που τον βοηθούν να εξάγει τα συμπεράσματα που επιθυμεί) και αγνοεί τους υπόλοιπους, ενώ, αν ερμήνευε ολόκληρα τα αποσπάσματα, θα οδηγούνταν σε εντελώς διαφορετικά συμπεράσματα.

2) Τα σημεία της Αγίας Γραφής, που αποδεικνύουν ότι οι ιδέες του είναι εσφαλμένες, τα παραβλέπει με ευκολία, χαρακτηρίζοντάς τα ψευδή, λέγοντας ότι οι συγγραφείς της Αγίας Γραφής τοποθετούν στα χείλη του Ιησού και των προφητών λόγια που δεν τα είπαν ή ακόμη και τους συκοφαντούν. Αδιαφορεί βέβαια για το γεγονός ότι οι συγγραφείς αυτοί είναι άγιοι και προσπαθεί να «αποδείξει» ότι είναι αναξιόπιστοι. Στα θέματα αυτά θα αναφερθούμε στη συνέχεια.

3) Σε αρκετά σημεία ο συγγραφέας φαίνεται να αγνοεί τη σημασία λέξεων ή φράσεων της Αγίας Γραφής (όπως της λέξης Παράκλητος) καθώς και σημαντικά ιστορικά γεγονότα (π.χ. τα σχετικά με την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο –που την αποκαλεί «Σύνοδο της Νίκαιας»), τα οποία παραθέτει παραποιημένα και χωρίς καμία αναφορά στις πηγές από τις οποίες αντλεί τις πληροφορίες του. Η άγνοια αυτή είναι παράδοξη για κάποιον, που υπήρξε κάποτε χριστιανός ιερέας, έστω και ρωμαιοκαθολικός.

 

Οι ρωμαιοκαθολικές καταβολές του συγγραφέα

Για τους αδελφούς μας μουσουλμάνους αναγνώστες, που πιθανόν αγνοούν την ιστορία του χριστιανισμού, διευκρινίζω ότι ο ρωμαιοκαθολικισμός (ακριβέστερα «παπισμός», από το λατινικό τίτλο του αρχηγού του, papa = πατέρας) δεν είναι η αυθεντική εκδοχή του χριστιανισμού, αλλά μια αίρεση, που άρχισε να διαμορφώνεται στη δυτική Ευρώπη τον 8ο αιώνα μ.Χ. και αποσχίστηκε οριστικά από την αρχαία χριστιανική Εκκλησία τον 11ο αιώνα. Τότε έλαβε για τον εαυτό της το όνομα «Καθολική Εκκλησία» (που σημαίνει παγκόσμια, αλλά και απόλυτα αληθής – όνομα της αρχαίας ενιαίας Εκκλησίας του Χριστού), ενώ η αρχαία Εκκλησία, που παρέμεινε κατά βάσιν στην ανατολή, χωρίς να αποποιηθεί το χαρακτηρισμό «Καθολική», υιοθέτησε για τον εαυτό της και το διακριτικό όνομα «Ορθόδοξη» (=με σωστή «δόξα», δηλ. άποψη). Προσωπικά, κατά το έλεος του Θεού, ανήκω σε αυτή την Εκκλησία, παρότι δεν έχω κάνει τίποτε για να το αξίζω.

Για την απόσχιση του παπισμού από την Καθολική Εκκλησία (δηλ. την αρχαία και νυν «Ορθόδοξη» Εκκλησία), βλ. το σχετικό μας άρθρο. Για τον παπισμό γενικότερα βλ. τη σχετική μας ενότητα και http://www.impantokratoros.gr/7A381BA7.el.aspx.

Έτσι, ο συγγραφέας φαίνεται να μην έχει έρθει ποτέ σε επαφή με την αυθεντική εκδοχή του χριστιανισμού, με συνέπεια να αγνοεί το βάθος της ζωής και της πνευματικότητας των αγίων του αρχαίου και του ορθόδοξου χριστιανισμού και να μην κατανοεί τον τρόπο, με τον οποίο διαμορφώνεται η χριστιανική θεολογία, που δεν είναι φιλολογική μελέτη των αρχαίων κειμένων και φιλοσοφικός-«θεολογικός» στοχασμός (έτσι θεολογούν οι παπικοί), αλλά η πορεία προς το Θεό και η συνάντηση με Αυτόν, που μεταμορφώνει τους ανθρώπους καθαγιάζοντάς τους και τους προσφέρει το φωτισμό του Αγίου Πνεύματος. Τον τελευταίο όρο τον γνωρίζει, αλλά δεν τον κατανοεί. Νομίζει ότι σημαίνει μεταβολή των ανθρώπων σε «μαγνητόφωνα του Θεού», με στέρηση της προσωπικής τους ελευθερίας, οπότε δεν καταλαβαίνει πώς είναι δυνατόν να υπάρχουν π.χ. ανακρίβειες ή αντιφάσεις στα έργα ενός αγίου, εφόσον ο άγιος αυτός γράφει κάτω από αγιοπνευματικό φωτισμό. Ελπίζω ότι δίνεται μια απάντηση σ’ αυτό το θέμα παρακάτω.

Ας σημειωθεί ότι στο χριστιανικό χώρο υπάρχουν χιλιάδες διδάσκαλοι αντίστοιχου κύρους, με το κύρος που απολαμβάνει στο μουσουλμανικό χώρο ο Μωάμεθ. Οι άγιοι αυτοί διδάσκαλοι είναι οι αυθεντικοί ερμηνευτές της Αγίας Γραφής, επειδή δεν ερμηνεύουν μόνο με τον ανθρώπινο νου τους, αλλά ενωμένοι με το Θεό (γι’ αυτό και «εντός της καρδίας τους» κατανοούν το λόγο και το θέλημα Του). Στους αγίους εφαρμόζεται ο λόγος του Κυρίου «ευλογημένοι οι καθαροί στην καρδιά, γιατί αυτοί θα δουν το Θεό» (Ματθ. 5, 8), γίνονται «διδακτοί Θεού» (Ιω. 6, 45). Επαναλαμβάνεται σ’ αυτούς το γεγονός της Πεντηκοστής, κατά το οποίο το Άγιο Πνεύμα έδωσε τη φώτισή Του στους τότε αγίους (τους αποστόλους). Συνεπώς, η ερμηνεία μιας προφητείας και όλης της Βίβλου (σε θεολογικά ζητήματα) από αγίους όπως οι Μέγας Βασίλειος, Γρηγόριος ο Θεολόγος, Ιωάννης ο Χρυσόστομος, Μάξιμος ο Ομολογητής, Ιωάννης ο Δαμασκηνός κ.π.ά., είναι απείρως πιο έγκυρη από την δική μου ή την ερμηνεία ενός ορθολογιστή «ερευνητή», που θα ερμηνεύσει ουσιαστικά ως φιλόλογος. Μια φιλολογική ή φιλοσοφική ερμηνεία, που εκπονεί κάποιος ερασιτέχνης (έστω κι αν είναι «επιστήμονας») και μπορεί να φαίνεται εύλογη, πιθανόν να είναι εσφαλμένη. Το κριτήριο για την αξιολόγησή της είναι η συμφωνία ή διαφωνία της με την ερμηνεία των αγίων στο ίδιο θέμα (για την αγιότητα, βλ. http://oode.wordpress.com/2008/07/06/theosis/).

Παρόλα αυτά, το βιβλίο του συγγραφέα είναι τόσο αδύναμο ακόμη και από φιλολογικής πλευράς, που σπάνια χρειάστηκε να καταφύγω στη διδασκαλία των χριστιανών αγίων. Κυρίως το εξετάζω ιστορικά και φιλολογικά και το σχολιάζω ανάλογα.

Ξέρω ότι τα σχόλιά μου είναι δύσκολο να πείσουν ένα μουσουλμάνο να ενδιαφερθεί για το χριστιανισμό (αν και ο Θεός μπορεί να καθοδηγήσει την καρδιά του). Η πίστη συνήθως δεν είναι θέμα επιχειρημάτων, αλλά προθυμίας και κίνησης της καρδιάς. Προσκαλώ όμως τον αναγνώστη να προβληματιστεί και να μελετήσει ο ίδιος την Αγία Γραφή (ιδιαίτερα την Καινή Διαθήκη, που είναι η εκπλήρωση των προφητειών και των υποσχέσεων της Παλαιάς), για να αντιληφθεί το πραγματικό της νόημα. Δεν «προσηλυτίζω», αλλά προσκαλώ σε ελεύθερη και αμερόληπτη έρευνα και μελέτη.

 

Η αξιοπιστία της Αγίας Γραφής

Για να ληφθούν υπόψιν όσα λέει ο συγγραφέας, πρέπει να αγνοηθούν εντελώς –δηλ. να θεωρηθούν φτηνά ψεύδη– όλα όσα γράφει η Καινή Διαθήκη ότι είπε για τον εαυτό Του ο Ιησούς. Όμως η Κ.Δ. είναι γραμμένη από ανθρώπους που είδαν και άκουσαν τον Ιησού, ενώ η ιστορία του Ισμαήλ π.χ. είναι γραμμένη αιώνες μετά από τα γεγονότα. Εξίσου και όσα γράφει το Κοράνι για τους αγίους πατριάρχες της Π.Δ. (Αβραάμ κ.λ.π.), αλλά και για τον Ιησού, είναι πάρα πολύ μακρινά.

Υπόψιν ότι δεν ζούμε πια στον 7ο αιώνα μ.Χ. Μπορούμε να αξιολογήσουμε την αξιοπιστία μιας μαρτυρίας. Οι αναφορές του Κορανίου στα αρχαία ιερά πρόσωπα είναι όχι μόνο πολύ μεταγενέστερες και αστήρικτες σε παλαιότερες πηγές (θα έπρεπε να υπάρχει έστω μια μαρτυρία για κάτι), αλλά και απλοϊκές, προορισμένες (συγχωρέστε με) για απλοϊκούς ανθρώπους της ερήμου. Γι’ αυτό π.χ. το Κοράνι δεν ανέχεται να αμαρτάνει βαριά ένας προφήτης – δεν ξέρει τη μετάνοια για κάποιον που αμάρτησε βαριά. Όμως ο Θεός, ο αληθινός, ο Θεός της Βίβλου, συγχωρεί κάθε αμαρτία.

Συνοπτικά, γράφω ότι η αξιοπιστία των μαρτυριών της Κ.Δ. για το τι είπε και έκανε ο Ιησούς, ακόμη και από φιλολογικής πλευράς, είναι ακαταμάχητη. Βλ: α) πρώιμες μαρτυρίες συγγραφέων του 2ου αιώνα για τα βιβλία της Καινής Διαθήκης, β) πίνακας με χρονολογίες κομματιών παπύρων που περιέχουν αποσπάσματα των βιβλίων της Κ.Δ.

Όταν λοιπόν ο Ιησούς λέει π.χ. αυτά που λέει στην επί του Όρους ομιλία (κατά Ματθαίον ευαγγέλιο, κεφ. 5-7) δεν είναι ένας απλός προφήτης, αλλά Εκείνος που αναθεωρεί το νόμο που παραδόθηκε στο Μωυσή. Αν δεν είναι ο Θεός, θα πρέπει να θεωρηθεί βλάσφημος (γι’ αυτό και θεωρήθηκε βλάσφημος και σταυρώθηκε). Συγχρόνως, έχουμε αρκετά κομμάτια όπου ο Ιησούς αναφέρει τις προφητείες στον εαυτό Του. Όλα τα υπόλοιπα, τα ερμηνεύουν οι μαθητές Του, οι οποίοι αποδίδουν πάντα τις προφητείες σ’ Αυτόν.

Για να γίνει λοιπόν πιστευτός ο συγγραφέας, οι μαθητές και απόστολοι του Ιησού πρέπει να είναι ψεύτες και απατεώνες! Πώς αποδεικνύεται κάτι τέτοιο; Ακόμη και το Κοράνι τους παρουσιάζει ως ειλικρινείς: στη σούρα 3, 52, φαίνεται ότι οι μαθητές του Ιησού είναι αληθινοί πιστοί του Θεού και χαρακτηρίζονται «μουσουλμάνοι», ενώ στη σούρα 61, 14, επιβεβαιώνεται η προθυμία τους. Αλλά πέραν τούτου (επειδή δεν θεωρώ το Κοράνι αξιόπιστη πηγή), τα συντριπτικά, κατ’ εμέ, επιχειρήματα είναι ότι:

α) Οι απόστολοι έκαναν θαύματα. Αν τα θεωρήσουμε μύθους, τότε μπορούμε κάλλιστα να θεωρήσουμε μύθους και τα «θαύματα» του Μωάμεθ –που για μένα είναι προβληματικά έτσι κι αλλιώς, όχι γιατί αποτελούν μύθους, αλλά γιατί δεν ξέρουμε με τίνος τη δύναμη τα πραγματοποίησε, όπως το περίφημο «σχίσιμο της σελήνης», που δεν το είδε όλος ο πλανήτης αλλά μόνο μερικοί άνθρωποι, επομένως μπορώ να το θεωρήσω οφθαλμαπάτη με αρκετή δόση «μαγείας».

β) Οι απόστολοι θυσιάστηκαν για αυτά που κήρυτταν, βρίσκοντας μαρτυρικό θάνατο. Πώς λοιπόν μπορεί να θεωρηθούν ψεύτες; Αντίθετα ο Μωάμεθ δεν θυσιάστηκε γι’ αυτά που δίδασκε, αλλά τα επέβαλε με το ξίφος. Και υπάρχουν αντικρουόμενες μαρτυρίες για το αν ήταν φιλάνθρωπος ή απάνθρωπος. Πάντως η στάση του έχει ένα μείον απέναντι στη στάση των αποστόλων, που δεν αφαίρεσαν ζωές άλλων, αλλά έδωσαν και τη δική τους.

γ) Όλους τους μαθητές Του τους είχε διαλέξει προσωπικά ο Ιησούς. Αν επρόκειτο να κάνουν τέτοια ζημιά στο αληθινό θέλημα του Θεού, γιατί τους διάλεξε; Πώς έπεσε έξω σε όλους, ένας τόσο μεγάλος Προφήτης; Είναι δυνατόν ο Ίδιος ο Ιησούς ή ο Θεός Πατέρας να ήθελε να εξαπλωθεί παγκόσμια μια παραποιημένη εικόνα γι’ Αυτόν, το έργο και τη διδασκαλία Του;

δ) Άλλωστε, πώς είναι δυνατόν όλοι ανεξαιρέτως οι μαθητές του Ιησού (περισσότεροι από πεντακόσιους, κατά τον Παύλο, Α΄ προς Κορινθίους, 15, 6) να συνέργησαν σ’ αυτή την κατάφωρη παραποίηση και παρερμηνεία, και να μη βρέθηκε ούτε ένας που να διέσωσε την αλήθεια για το Διδάσκαλο; Πώς είναι δυνατόν όλοι οι μαθητές Του να εξάπλωσαν παγκόσμια, εργαζόμενοι με τόση μανία, μια παραποιημένη διδασκαλία, αντίθετη από αυτά που είχε πράξει και διδάξει ο Δάσκαλός τους, τον Οποίο είχαν ζήσει από κοντά για τρία χρόνια; Και μάλιστα αυτή την παραχάραξη να την υπηρέτησαν μέχρι θανάτου;

Η αξιοπιστία των Γραφών λοιπόν θα πρέπει να αναζητηθεί έξω από τις Γραφές. Δεν αρκεί το «το λέει η Βίβλος» ή «το λέει το Κοράνι» για να είναι κάτι οπωσδήποτε αξιόπιστο. Και ποιο είναι το κριτήριο για να δούμε ποιος είναι ο αξιόπιστος; Για μας, το κριτήριο αυτό είναι η αδιάσπαστη αλυσίδα των αγίων, που αρχίζει από τους μαθητές του Χριστού (με κεφαλή τον Ίδιο τον Χριστό) και φτάνει χωρίς διακοπή στους μεγάλους θαυματουργούς και θεόπνευστους αγίους των ημερών μας, όπως οι γέροντες Πορφύριος, Παΐσιος κ.π.ά. Από τη μελέτη των δικών τους βίων και λόγων πρέπει να ξεκινήσει η αξιολόγηση ακόμη και των ίδιων των αγίων Γραφών (χριστιανικών, εβραϊκών [αφού έχουν πλέον άλλη Παλαιά Διαθήκη, έχοντας απορρίψει τους Ο΄] και φυσικά ισλαμικών).

Βέβαια, αγίους, προφήτες κ.τ.λ., προικισμένους με «υπερφυσικά χαρίσματα», επιδεικνύει και το Ισλάμ (αλλά και ο ινδουισμός, ο βουδισμός, οι σαμάνοι και διάφορες χριστιανικές αιρέσεις). Και εδώ μπαίνει το δεύτερο κριτήριο: η «διάκριση των πνευμάτων». Προφητείες και θαύματα δεν κάνει μόνον ο Θεός, αλλά και ο «εχθρός» (διάβολος). Πρέπει λοιπόν να ξεχωρίσουμε ποιος είναι πίσω από το καθένα.

Το θεμελιώδες ζήτημα λοιπόν είναι η αγιότητα. Αυτή πρέπει να μελετηθεί και όχι το «τι λέει» ή «τι εννοεί» το τάδε ή το δείνα ιερό βιβλίο, που κατ’ ουσίαν δεν ξέρουμε τι λέει και τι εννοεί, απλώς ανταλλάσσουμε συλλογισμούς και επιχειρήματα.

Ας σημειωθεί εδώ ότι, όταν σε όλη την έκταση των σχολίων μου χρησιμοποιώ τη λέξη «Εκκλησία», δεν εννοώ χριστιανικό ναό, και, όταν χρησιμοποιώ τη λέξη «χριστιανισμός», δεν εννοώ όλες τις μορφές που έχει πάρει ο χριστιανισμός κατά τη διάρκεια της ανθρώπινης ιστορίας. Εννοώ και στις δύο περιπτώσεις την αδιαίρετη Εκκλησία του Χριστού των πρώτων χιλίων χρόνων (δηλ. την παγκόσμια χριστιανική κοινότητα) και την ιστορική συνέχειά της, την Ορθόδοξη Εκκλησία, η οποία διατηρεί την αρχαία χριστιανική παράδοση (ζητώ συγγνώμη για τον ισχυρισμό αυτό, είμαι όμως υποχρεωμένος να τον κάνω γιατί είναι η αλήθεια – βλ. τις παραπομπές που έδωσα παραπάνω περί παπισμού).

Αυτά τα… φλύαρα είχα να πω για αρχή, αδελφέ μου αναγνώστη. Ίσως να μη συμφωνείς με όλα, αλλά… άνθρωπος αμαρτωλός είμαι, όχι άγιος διδάσκαλος. Οι άγιοι είναι οι αληθινοί ερμηνευτές, εκείνους πρέπει να μελετήσουμε, πρώτα το βίο τους (που δείχνει πόσο γεμάτοι είναι από τη χάρη του Θεού) και έπειτα τα λόγια τους.

 


Κεφάλαιο Πρώτο // Περιεχόμενα // Επίλογος

Δημιουργία αρχείου: 21-8-2009.

Τελευταία μορφοποίηση: 24-9-2015.

Πάνω