Ο εορτασμός τών Χριστουγέννων 1ο μέρος * Χριστός Γεννάται! * Χριστουγεννιάτικη απογύμνωση τού Ιστορικού Υλισμού * Xριστούγεννα: το «πώς» και το «τι»
Η αρχή της οικονομίας της Ενσαρκώσεως ως αρχή της Ταπείνωσης του Κυρίου π. Δανιήλ Πουπάζας, Δρ. Θεολογίας
Αναδημοσίευση από: https://www.pemptousia.gr |
Ο ιερός Χρυσόστομος ονομάζει τα άγια Χριστούγεννα «Μητρόπολη των εορτών»[1], ενώ ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος τα ονομάζει «εορτή της αναδημιουργίας» και «Θεοφάνεια» και «Γενέθλια» [2]. Η γέννηση του Κυρίου από την Υπεραγία Θεοτόκο συνιστά το μόνο «καινό υπό τον ήλιον» γεγονός, το θαύμα της αγαθότητας του Θεού, «το μέγα της ευσεβείας μυστήριον» (Α’ Τιμ. 3,16) και οι διαστάσεις του ξεπερνούν τον χρόνο και τέμνουν την ανθρώπινη ιστορία. Το θαύμα αυτό υπερβαίνει ακόμη και τη δημιουργία του κόσμου. Τότε «δι’ άκραν αγαθότητα» ο Θεός δημιούργησε από το μηδέν τον αόρατο και ορατό κόσμο. Τώρα ο Ίδιος «ταπεινούμενος δι’ ευσπλαγχνίαν» γίνεται δημιούργημα. Ο Δημιουργός γίνεται δημιούργημα και ο Κτίστης κτίσμα. Ένας Θεός ταπεινώνεται, σμικρύνει τη δόξα Του, περιστέλλει τη λαμπρότητά Του, ενδύεται σαν άλλο ένδυμα το εντελές και ταπεινό ανθρώπινο σώμα και γίνεται όμοιος με τους ανθρώπους. Η ενανθρώπιση ονομάζεται επίσης και κένωση. Τα λόγια του Αποστόλου Παύλου είναι ενδεικτικές: «ος εν μορφή Θεού υπάρχων ουχ αρπαγμόν ηγήσατο το είναι ίσα Θεώ, αλλ᾿ εαυτόν εκένωσε μορφήν δούλου λαβών, εν ομοιώματι ανθρώπων γενόμενος, και σχήματι ευρεθείς ως άνθρωπος εταπείνωσεν εαυτόν γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού.» (Φιλιπ. 2, 6-8). Βλέπουμε ότι ο Απόστολος των εθνών συνδυάζει τον όρο ταπείνωση με τον όρο κένωση, ενώ οι ιεροί υμνογράφοι συχνά το συνδυάζουν με τον όρο συγκατάβαση. Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός θεωρεί ότι η κένωση του Λόγου του Θεού δείχνει την εύνοιά Του προς τους δούλους Του δια μιας άρρητης και ακατανόητης συγκαταβάσεως και ότι η αταπείνωτή Του δόξα ταπεινώνεται χωρίς να ταπεινωθεί. Οι Πατέρες της Εκκλησίας προφανώς μιλούν για το Μεγάλο Μυστήριο της κενώσεως ιδιαιτέρως με ένα αντιφατικό τρόπο[3]. Η κένωση και ταπείνωση του Χριστού έγκειται προπαντός στο ότι δια της ενανθρωπήσεως το δεύτερο θείο και άκτιστο Πρόσωπο της Αγίας Τριάδος ενώθηκε με την κτίση, ανέλαβε την ανθρώπινη φύση προσβεβλημένη από τη φθορά και τον θάνατο, και όχι στο ότι γεννήθηκε ως άνθρωπος φτωχός σε μια φτωχή οικογένεια, ότι από μικρός γεύτηκε το διωγμό και τις ταλαιπωρίες και αντιμετώπισε το μίσος των ανθρώπων. Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος εξηγεί πως ο θείος Πλήρης κενώνεται από τη δόξα Του και σμικρύνεται για να μετέχει ο άνθρωπος στην πληρότητα. Αυτός είναι ουσιαστικά ο σκοπός της κένωσης του Θεού Λόγου και η κύρια κατεύθυνση της ταπείνωσής Του, με κίνητρο η θυσιαστική θεία αγάπη. Εξ άλλου, όλοι οι άγιοι Πατέρες λέγουν ότι απόλυτος σκοπός της ενανθρωπίσεως είναι η θέωση του ανθρώπου, μετά από την απολύτρωση, τη σωτηρία και την ανακαίνισή του. Η ενανθρώπιση του Θεού Λόγου εξυπηρετεί όμως πολλούς σκοπούς και ένας από αυτούς είναι και το να μας διδάξει την ταπείνωση, σύμφωνα με τον λόγο Του: «μάθετε απ᾿ εμού, ότι πράός ειμι και ταπεινός τη καρδία, και ευρήσετε ανάπαυσιν ταίς ψυχαίς υμών» (Ματ. 11, 29). Γράφει ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς: «Έγινε λοιπόν ο Υιός του Θεού άνθρωπος, για να δείξει σε ποιο ύψος θα μας ανεβάσει… για να γίνει παράδειγμα ταπεινώσεως, την οποία έχει η σάρκα και το πάθος, και φάρμακο που θεραπεύει την υπερηφάνεια»[4]. Για τον λόγο αυτό ο αβάς Ισαάκ ο Σύρος λέγει ότι η ταπείνωση είναι η στολή της θεότητας: «Θέλω να ανοίξω το στόμα μου, αδελφοί, και να ομιλήσω περί του υψηλού θέματος της ταπεινοφροσύνης, αλλά κατέχομαι από φόβο, σαν άνθρωπος που γνωρίζει ότι πρόκειται να ομιλήσει περί Θεού με την μέθοδο των λογισμών του. Διότι η ταπεινοφροσύνη είναι στολή της θεότητος. Πράγματι ο ενανθρωπήσας Λόγος αυτήν ενδύθηκε και δι’ αυτής ενώθηκε μ’ εμάς στο σώμα μας. Όποιος την εφόρεσε αφομοιώθηκε αληθινά με εκείνον που κατέβηκε από το ύψος του και εκάλυψε την αρετή της μεγαλοσύνης του και εσκέπασε την δόξα του με την ταπεινοφροσύνη, για να μην καταφλεχθή η κτίσις με τη θέα του»[5]. Ο άγιος δίνει και έναν θεολογικό λόγο της ταπείνωσης του Κυρίου: το να μη καεί η κτίση, επομένως και η ανθρωπότητα, με τη θέα της θεότητάς Του. Όλα τα έργα της οικονομίας της ενανθρωπίσεως, από τη γέννηση μέχρι και το διά σταυρού θάνατο του Χριστού, εκτελέστηκαν εν ταπεινώσει. Ολόκληρη η οικονομία της ενσαρκώσεως κυριαρχείται από την κένωση, την ταπείνωση και τη συγκατάβαση του Κυρίου. Γι’ αυτό ο υμνογράφος ξεσπά με ενθουσιασμό λέγοντας ότι η οικονομία του Δεσπότη έχει άφατο ύψος και απροσμέτρητο βάθος που ξεπερνά τις δυνάμεις κατανοήσεως του ανθρωπίνου νου[6]. Και αυτή η οικονομία έγκειται στην άφατη και υπέρ νου συγκατάβαση του Θεού Λόγου[7]. Η ίδια η ενανθρώπιση είναι η αρχή αυτής της συγκατάβασης, η οποία έγκειται στο να λαμβάνει τη μορφή του δούλου ο Υιός του Θεού, η απαράλλακτος Εικόνα του Θεού Πατρός[8]. Πρόκειται για μια πήλινη μορφή ευτελούς σύστασης, και μ’ αυτή τη μετοχή στην πεσμένη σάρκα ο Κύριος ανυψώνει τον άνθρωπο στη μετοχή της θείας ζωής[9]. Να παρακολουθήσουμε αυτήν την οικονομία της άφατης ταπεινώσεως του Υιού του Θεού έχοντας καθοδηγητή τους ιερούς υμνογράφους του δωδεκαημέρου των Χριστουγέννων-Θεοφανίων. Αυτή η καθοδήγηση είναι ιδιαιτέρως χρήσιμη, διότι λέγει ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς: «Δεν είναι μονάχα η θεότητα ανεξιχνίαστη, αλλά και ο τρόπος που ενώθηκε με τη σάρκα ο Χριστός είναι αδύνατο να κατανοηθεί λογικά. Η συγκατάβαση αυτή του Θεού είναι απερίγραπτη και υπερέχει κάθε νου και λόγο»[10]. Κατ’ αρχάς να παρατηρήσουμε ότι ο Κύριος μας διδάσκει την ταπείνωση αρχίζοντας με το γεγονός ότι έρχεται στον κόσμο μυστικά[11]. Έρχεται αθόρυβα, όπως πέφτει η βροχή πάνω σε μια μικρή μπάλα από μαλλί η όπως πέφτουν σιγά σιγά οι σταγόνες της βροχής στη γη. Αυτό ακριβώς προφητεύτηκε από τον ψαλμωδό λέγοντας: «καταβήσεται ως υετός επί πόκον και ωσεί σταγών η στάζουσα επί την γην» (Ψ. 71, 6). Οι Πατέρες λένε ότι σ’ αυτήν την προφητεία προφανώς ο υετός εκπροσωπεί τον Χριστό, ενώ ο πόκος την κοιλία της Θεοτόκου. Ο Υιός του Θεού ενανθρώπησε, αλλά από τους πολλούς αγνοούνταν. Δεν ήξεραν ότι στην ανθρώπινη φύση του κρύβεται ο Θεός Λόγος. Και αυτή η ταπεινή κάθοδος του Θεού προς τον άνθρωπο όχι μόνο δεν είναι μειωτική, αλλά είναι και δείγμα της άπειρης αγάπης Του προς την ανθρωπότητα[12].
Παραπομπές 1. Aγ. Ιω. Χρυσοστόμου, ΣΤ’ Λόγος περί Ακαταλήπτου, ΕΠΕ 35, σ. 190-219. 2. Aγ. Γρηγορίου Θεολόγου, Λόγος ΛΗ’ εις τα Θεοφάνεια, είτουν τα Γενέθλια του Μεγάλου Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, PG 39, 36A. 3. Ιερόθεου, Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου. Οι Δεσποτικές εορτές : Εισοδικό στο δωδεκάορτο και την ορθόδοξη χριστολογία, Ιερά Μονή Γενεθλίου της Θεοτόκου (Πελαγίας), 1995, σ. 39. 4. Αγ. Γρηγορίου Παλαμά, Λόγος στην κατά σάρκα σωτηριώδη γέννηση του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, ΕΠΕ 9, σ. 448. 5. Αγ. Ισαάκ του Σύρου, Λόγοι ασκητικοί, ΕΠΕ 8 Α, σ. 311. 6. Τροπάριο ζ’ Ωδής του Προεόρτιου Κανόνος Θεοφανίας της 3ης Ιανουαρίου. 7. Τροπάριο ζ’ Ωδής του Προεόρτιου Κανόνος Θεοφανίας της 2ας Ιανουαρίου. 8. Στιχηρά του Εσπερινού των Χριστουγέννων. 9. Τροπάριο γ’ Ωδής του Κανόνος των Χριστουγέννων. 10. Αγ. Γρηγορίου Παλαμά, Λόγος στην κατά σάρκα σωτηριώδη γέννηση του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, ΕΠΕ 9, 446. 11. Ιωήλ, Μητροπολίτου Εδέσσης, Ο Δεσπότης Χριστός, Ιερά Μητρόπολη Εδέσσης, Πέλλης και Αλμωπίας, Έδεσσα 2015, σ. 314. 12. Παναγιώτου Χριστού, Το Μυστήριο του Ανθρώπου, Πατριαρχικόν Ίδριμα Πατερικών Μελετών, Θεσσαλονίκη, 1983, σ. 46. |
Δημιουργία αρχείου: 31-12-2021.
Τελευταία μορφοποίηση: 31-12-2021.