Ποιος είναι άγιος * Αναγνώριση αγίων στην Ορθόδοξη Εκκλησία * Αγιότητα και αγιομαχία * Η αρχαία Εκκλησία τιμούσε τους αγίους
Το μαρτύριο τών αγίων ως ζωή εν Χριστώ και υπέρβαση τού θανάτου Σεβ. Μητρ Ναυπάκτου & Αγίου Βλασίου Ιεροθέου
Πηγή: Απομαγνητοφωνημένο κήρυγμα κατά την εορτή τού αγίου Χριστοφόρου, στο Αγρίνιο, την 952024. Περιοδικό "Εκκλησιαστική Παρέμβαση". Τεύχος 334 Μάϊος 2024. Αναδημοσίευση από: https://parembasis.gr |
Σεβασμιώτατε Μητροπολίτα τής Ιεράς Μητροπόλεως Αιτωλίας και Ακαρνανίας κ. Δαμασκηνέ, αγαπητοί εν Χριστώ άγιοι Αρχιερείς, Τίμιον Πρεσβυτέριον, Χριστού Διακονία, Εντιμότατοι άρχοντες, Ευλογημένε και περιούσιε λαέ τού Κυρίου. Θα ήθελα εν πρώτοις να ευχαριστήσω θερμότατα τον Σεβασμιώτατο ποιμενάρχη σας και αγαπητό μας εν Χριστώ αδελφό, κ. Δαμασκηνό, ο οποίος με προσεκάλεσε να έρθω σε αυτήν την πόλη, την ημέρα κατά την οποία εορτάζει ο πολιούχος της, ο άγιος Χριστοφόρος. Σε αυτήν την πόλη που, όπως είπε και χθες και σήμερα ο Σεβασμιώτατος, μεγάλωσα και έθεσα τις βάσεις τής περαιτέρω εξελίξεώς μου στην εκκλησιαστική ζωή και, βέβαια, στην θεολογική μου κατάρτιση. Ευγνωμονώ τον Θεό διότι σε αυτήν την πόλη εκτός από την περάτωση τών γυμνασιακών μου σπουδών γνώρισα τον τότε Πρωτοσύγκελλο Αρχιμανδρίτη Καλλίνικο Πούλο, ο οποίος όταν εξελέγη Μητροπολίτης Εδέσσης, Πέλλης και Αλμωπίας με προσεκάλεσε και πήγα κοντά του και παρέμεινα 15 χρόνια μαζί του, και τώρα είναι άγιος τής Εκκλησίας μας, σε αυτόν στον οποίο χρωστώ πάρα πολλά, όλη την εκκλησιαστική και θεολογική ζωή την οποία ο Θεός με αξίωσε να ζήσω μέσα στην Εκκλησία.
1. Το μαρτύριο ως υπέρβαση τού φόβου τού θανάτου Σήμερα εορτάζουμε την μνήμη τού αγίου Μεγαλομάρτυρος Χριστοφόρου, επαναλαμβάνω, πολιούχου αυτής τής πόλεως. Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Νέας Κρήνης και Καλαμαριάς κ. Ιουστίνος χθες, κατά την διάρκεια τού Εσπερινού στο κήρυγμά του, μάς παρουσίασε εν ολίγοις την ζωή τού αγίου Χριστοφόρου, που είναι πραγματικά θαυμαστή, ομίλησε και για το έργο το οποίο επιτέλεσε και για το πώς τον ανέδειξε ο Θεός και, βέβαια, για το ευλογημένο όνομα το οποίο έλαβε. Εκείνο το οποίο θα ήθελα να παρουσιάσω στην αγάπη σας, αφού ο Σεβασμιώτατος ποιμενάρχης σας μού έδωσε την άδεια αυτού τού ευχαριστιακού κηρύγματος, είναι μία πλευρά τής ζωής τού Αγίου, το μαρτυρικό του τέλος, τον μαρτυρικό του θάνατο και τον αποκεφαλισμό του. Ο άγιος Χριστοφόρος ανήκει στην κατηγορία τών μεγάλων αγίων τής Εκκλησίας μας, τών Μεγαλομαρτύρων. Υπέστη αφάνταστα μαρτύρια τα οποία αντιμετώπισε με μεγάλη υπομονή και καρτερία, και τελικά αποκεφαλίστηκε για την αγάπη τού Χριστού. Εκείνο το οποίο με ρωτούν πολλοί άνθρωποι, όταν διαβάζουν τέτοια γεγονότα, όπως οι μαρτυρικοί θάνατοι τών αγίων, είναι το τι ήταν εκείνο που έκανε τους αγίους αυτούς να δώσουν τα πάντα για τον Χριστό, κυρίως τι ήταν εκείνο που τους έκανε να θυσιάσουν την βιολογική τους ζωή, να μη φοβούνται τον θάνατο και να μην αισθάνονται πόνο κατά την διάρκεια τού μαρτυρίου τους. Εμείς ξέρουμε από την πείρα μας ότι και μια μικρή επέμβαση να γίνη στο σώμα μας, και στον οδοντίατρο να πάμε για να κάνουμε μία απλή επέμβαση στο δόντι, χρειάζεται αναισθησία, διότι δεν αντέχουμε τον σωματικό πόνο. Για φαντασθείτε να προχωρά κάποιος στο μαρτύριο, να εξελίσσεται το μαρτύριο, να τον χτυπούν, να τον βάζουν στον τροχό, να τού σχίζουν τις σάρκες και εκείνος να δοξολογή τον Θεό. Διερωτάται κανείς: «Δεν πονάει αυτός ο άνθρωπος, αφού έχει σώμα; Υπεράνθρωπος είναι; Γιατί δεν εκδηλώνει αυτόν τον πόνο και γιατί δεν εκδηλώνει αυτήν την θλίψη και γιατί έχει αυτόν τον πόθο και τον έρωτα να μαρτυρήση για την αγάπη τού Χριστού; Γιατί δεν φοβάται τον θάνατο;». Υπάρχει βέβαια μια θεολογική απάντηση σε αυτό το ερώτημα. Κατ’ αρχάς θέλω να πω ότι ο θάνατος είναι κάτι το φοβερό. Το ξέρουμε όλοι μας εκ πείρας. Μετά την προπατορική αμαρτία τού Αδάμ και τής Εύας εισήλθε μέσα στην ύπαρξη τού ανθρώπου ο θάνατος, που σημαίνει ότι όλα τα κύτταρα, από την ώρα που συλληφθήκαμε στην κοιλία τής μητέρας μας, από το πρώτο γονιμοποιημένο ωάριο τής μητρός, το πρώτο κύτταρο, μεταξύ τών 25.000 γονιδίων που έχει, υπάρχουν και τα γονίδια τής γηράνσεως, δηλαδή τα γονίδια τού θανάτου. Και, επίσης, λένε ότι από τα συνολικά αυτά γονίδια που έχει κάθε κύτταρο ένας αριθμός γονιδίων είναι τα γονίδια τών ασθενειών. Αυτό σημαίνει ότι ο άνθρωπος από την πρώτη στιγμή τής συλλήψεώς του, πριν διαφοροποιηθούν τα εμβρυϊκα βλαστοκύτταρα για να συγκροτήσουν το σώμα τού ανθρώπου, πριν σχηματισθούν οι ιστοί, πριν σχηματισθούν τα όργανα και πριν ακόμη σχηματισθεί το σώμα στους δυόμιση περίπου μήνες τής κυοφορίας, ήδη μέσα στο ανθρώπινο σώμα, στα κύτταρα, υπάρχουν τα γονίδια τού θανάτου που τα έχουμε μέσα μας σε όλη την ζωή μας. Και, βεβαίως, καθώς μεγαλώνει ο άνθρωπος βλέπει τον θάνατο επάνω του, με τις αρρώστιες, την γήρανση, τα διάφορα σημάδια στο σώμα του, βλέπει ότι αυξάνεται στην ηλικία και οδηγείται προς τις μεγαλύτερες ηλικίες και προς το τέλος τής βιολογικής ζωής. Και, βεβαίως, αυτό αυξάνει το άγχος τού θανάτου. Δεν υπάρχει μεγαλύτερο πρόβλημα από τον φόβο και το άγχος τού θανάτου. Τρομάζουμε μπροστά στον θάνατο, τρομάζουμε μπροστά στην αίσθηση και την συνείδηση τού θανάτου. Νομίζω ότι το μεγαλύτερο κοινωνικό πρόβλημα δεν είναι αυτό που νομίζουμε, δηλαδή οι μισθοί, η εργασία, ή κάτι άλλο, αλλά το μεγαλύτερο κοινωνικό πρόβλημα που υπάρχει μέσα στην κοινωνία μας είναι ο φόβος τού θανάτου. Δείτε το αυτό στην ζωή σας. Από την μικρή ηλικία ο άνθρωπος, επειδή μέσα του υποβόσκει η αίσθηση ότι θα μεγαλώση και θα έρθη κάποτε στιγμή που δεν θα έχη δυνάμεις, πρέπει να ικανοποιήση όλα τα πάθη, να ικανοποιήση την ηδονή, το πάθος τής δόξας, την φιλαργυρία για να συγκεντρώνη χρήματα για τα γηρατειά του και για τον θάνατο. Μεγάλο πρόβλημα είναι το πρόβλημα τού θανάτου, διότι, όταν ο άνθρωπος καταλαβαίνη ότι περνάνε τα χρόνια και πλησιάζει στο τέλος τής βιολογικής ζωής, έχει τον φόβο τού θανάτου, με την έννοια ότι καταλαβαίνει ότι θα αποχωριστή τους αγαπητούς του ανθρώπους, έχει την συνείδηση τού θανάτου, διότι μόνον ο άνθρωπος έχει την συνείδηση τού θανάτου, ενώ τα ζώα δεν έχουν συνείδηση τού θανάτου. Έπειτα, τον καταλαμβάνει η αγωνία για το πώς θα είναι τις τελευταίες ώρες τής βιολογικής του ζωής, όταν θα βρεθή στο μεταίχμιο, στα οριακά εκείνα σημεία, όπως έλεγαν και οι υπαρξιστές φιλόσοφοι, μεταξύ ζωής και θανάτου. Διακατέχεται από αγωνία για το πώς θα είναι εκείνη η ώρα κατά την οποία θα φύγη η ψυχή από το σώμα. Και έπειτα τον διακατέχει η αγωνία για το άγνωστο τής ζωής μετά τον θάνατον. Διερωτάται για το τι θα γίνη τότε. Πρόκειται για ερωτήματα που θέτουν διάφοροι και κυρίως στις εξόδιες ακολουθίες: «Πού πάει η ψυχή μετά την έξοδό της από το σώμα; Καταλαβαίνει τότε η ψυχή, αισθάνεται;». Και ο άνθρωπος καταλαμβάνεται από αυτό το άγχος και την αγωνία τού θανάτου, όταν φέρνη στην σκέψη του ότι το σώμα του θα λιώση μέσα στην γη, για το πού θα βρίσκεται η ψυχή. Δίνονται πολλές απαντήσεις στα ερωτήματα αυτά, ανάλογα με τα διάφορα φιλοσοφικά συστήματα, αρχαία και νεώτερα. Βλέπετε, λοιπόν, ότι ο θάνατος και το άγχος και ο φόβος τού θανάτου είναι εκείνα που κυριαρχούν στην ζωή μας. Οι άγιοι τα υπερβαίνουν αυτά. Βλέπετε τον άγιο Χριστοφόρο που δεν διακατέχεται από τον φόβο τού θανάτου. Τον οδηγούν στο μαρτύριο, ξέρει τι θα πη μαρτύριο, ξέρει τι θα πη να πληγώνεται όλο το σώμα χωρίς αναισθησία, ξέρει τι θα πη ότι θα έρθη στιγμή κατά την οποία θα αποχωριστή όλους αυτούς τους οποίους εγνώριζε, όμως, δεν έχει φόβο θανάτου, έχει υπερβή τον θάνατο. Γιατί; Διότι ενισχύεται από την Χάρη τού Αναστάντος Χριστού, αλλά και διότι διακατέχεται από την χαρά τής συνάντησής του με τον Αναστάντα Χριστό.
2. Το ερμηνευτικό κλειδί τής υπέρβασης τού φόβου τού θανάτου Όμως, πώς εξηγείται το γεγονός, ποιο είναι το ερμηνευτικό κλειδί που ο άνθρωπος, οι άγιοι και Μεγαλομάρτυρες, εκείνη την ώρα υπερβαίνουν τον φόβο και την αγωνία τού θανάτου; Γνωρίζουμε από τις μελέτες που κάνουν οι μοριακοί βιολόγοι στα κύτταρα, ότι υπάρχει η λεγόμενη κυτταρική μνήμη, το λεγόμενο μνημονικό κυτταρικό σύστημα. Δηλαδή, τα κύτταρα μέχρι την 14η μέρα από την σύλληψη τού ανθρώπου διπλασιάζονται, ενώ μένουν αδιαφοροποίητα, και την 14η ημέρα από την σύλληψη, από την γονιμοποίηση, αρχίζουν να διαφοροποιούνται. Και άλλα από τα κύτταρα θα γίνουν καρδιά, άλλα νευρικός ιστός, άλλα αίμα κλπ., για να σχηματισθή όλο το ανθρώπινο σώμα. Έτσι, μέσα σε κάθε κύτταρο υπάρχει η λεγόμενη μνήμη και αυτό είναι το μνημονικό κυτταρικό σύστημα, αφού κάθε κύτταρο ξέρει τι θα γίνη. Και, βέβαια, υπάρχουν και τα γονίδια τής γηράνσεως και τών ασθενειών, όπως είπα προηγουμένως. Αυτή είναι η βιολογική ερμηνεία τού θέματος. Όμως, από πλευράς θεολογικής γνωρίζουμε ότι πέρα από την μνήμη τών κυττάρων, την λεγόμενη κυτταρική μνήμη, υπάρχει και η μνήμη τής καρδιάς, η μνήμη τού νου, αφού συνδέεται ο νους με την καρδιά, και η μνήμη αυτή αναφέρεται στον Θεό. Ο άνθρωπος, δηλαδή, έχει δύο μνήμες: από πλευράς σωματικής έχει την κυτταρική μνήμη και από πλευράς πνευματικής έχει την μνήμη τής καρδιάς. Είναι αυτό που είπε ο Χριστός: «Μακάριοι οι καθαροί τη καρδία, ότι αυτοί τον Θεόν όψονται». (Ματθ. ε΄, 8). Και, βεβαίως, στα ανθρώπινα πράγματα έχουμε την μνήμη τής λογικής και σκεπτόμαστε και θυμόμαστε, αλλά από την ορθόδοξη παράδοση γνωρίζουμε και κυρίως αυτό το λένε όλοι οι ησυχαστές Πατέρες ότι υπάρχει η μνήμη τής νοεράς ενέργειας, η μνήμη τής καρδιάς, στην οποία βρίσκεται η μνήμη τού Θεού. Έτσι, όταν αναπτύσσεται αυτή η νοερά ενέργεια, η μνήμη τής καρδιάς, η μνήμη τού νου, ο άνθρωπος έχει μέσα του την Χάρη τού Θεού και έχει αδιάλειπτη μνήμη τού Θεού. Το σώμα και τα κύτταρα κάνουν αυτό για το οποίο είναι προγραμματισμένα, που ξέρουν να κάνουν, αλλά ο πνευματικός άνθρωπος έχει μέσα του και έναν άλλον κόσμο, ένα άλλο κέντρο που έχει μνήμη Θεού. Είναι αυτό που λέγει ο Απόστολος Παύλος, «αδιαλείπτως προσεύχεσθε» (Α΄ Θεσ. ε΄, 16). Πώς είναι δυνατόν κάποιος να προσεύχεται αδιάλειπτα, ενώ το μυαλό του ασχολείται με διάφορα ζητήματα; Είναι η μνήμη τού νου, τής νοεράς ενέργειας στην καρδιά. Όταν καθαρίζεται η καρδιά τού ανθρώπου, τότε αναδεικνύεται αυτός ο νους, αυτό το ιδιαίτερο μνημονικό σύστημα και μνημονεύει συνέχεια το όνομα τού Θεού. Και όταν μνημονεύη κανείς το όνομα τού Θεού, και μάλιστα με την καρδιά του, τότε δέχεται την άκτιστη ενέργεια και Χάρη τού Θεού, τον ίδιο τον Θεό, και έχει τον λεγόμενο φωτισμό τού νου. Και μερικές φορές αυτός ο φωτισμένος νους όχι η φωτισμένη λογική, που αυτό γίνεται με την κοσμική παιδεία αλλά ο φωτισμένος νους ανάγεται στην θεωρία και βλέπει τον Θεό. Έτσι εξηγείται το πώς κατά την διάρκεια τών μαρτυρίων τών αγίων, ενώ το σώμα τους δεχόταν τις μεγάλες πιέσεις και τους βασανισμούς, όμως με την νοερά ενέργειά τους είχαν εμπειρίες τού Θεού, έβλεπαν αγγέλους, έβλεπαν αγίους, έβλεπαν τον ίδιο τον Χριστό. Με αυτόν τον τρόπο ερχόταν η Χάρη τού Θεού και αυτό ήταν το καλύτερο αναισθητικό, το πνευματικό αναισθητικό, και, ενώ το σώμα πονούσε, αυτοί δεν αισθάνονταν τον πόνο, διότι έχει μεγαλύτερη δύναμη η Χάρη τού Θεού. Αυτό το βλέπουμε στην αγία Περπέτουα που την έβαλαν μέσα στο κέντρο τού σταδίου και ήρθαν τα θηρία και την έριξαν κάτω, αυτή πληγώθηκε, έρρεαν τα αίματα, αλλά εκείνη σηκώθηκε και διερωτάτο, γιατί δεν ήρθαν ακόμη τα θηρία να την φάνε. Είχε θείο έρωτα, ήταν μεθυσμένη με την νηφάλιο μέθη. Υπάρχει μια μέθη από τις υλικές τροφές και τα ποτά και υπάρχει μια άλλη πνευματική μέθη, η οποία λέγεται θεία μέθη. Αυτό συνέβη με τον άγιο Χριστοφόρο. Διαβάστε τον βίο τού αγίου Χριστοφόρου και θα δείτε ότι εμφανίσθηκε άγγελος Κυρίου. Πώς μπορεί κανείς να δη τον άγγελο τού Θεού; Με αυτήν την φωτισμενη νοερά μνήμη.
3. Θεία εμπειρία Γράφεται στο Συναξάριό του: «Τον κάρφωσαν σε ένα μηχανικό όργανο χαλκού και κάτω άναψαν φωτιά και τότε ζούσε με άνεση και ανάπαυση». Γιατί συνέβη αυτό; Διότι ήταν κυριευμένος από αυτήν την νηφάλιο μέθη, ήταν μεθυσμένος με την Χάρη τού Θεού· και όποιος είναι μεθυσμένος με την Χάρη τού Θεού δεν καταλαβαίνει τα εξωτερικά. Γράφεται ακόμη στο Συναξάριο τού αγίου Χριστοφόρου κάτι εκπληκτικό, που λίγοι το βλέπουν και το ερμηνεύουν: «Έλεγε τότε ο μακάριος ότι έβλεπε έναν άνδρα υψηλόν μεν κατά το μέγεθος τού σώματος, ωραίον δε κατά το πρόσωπον, ο οποίος εφόρει λευκά και με τας ακτίνας αι οποίαι ήστραπτον από το πρόσωπόν του ενίκα και εσκέπαζε τον λαμπρότατον ήλιον, επί δε τής κεφαλής του υπήρχε λαμπρός στέφανος και τριγύρω του ίσταντο στρατιώται πυρίμορφοι οι άγγελοι προς τους οποίους πολεμήσαντες τινές άλλοι μαύροι και άσχημοι εφάνησαν ότι ενικήθησαν». Αυτό, λοιπόν, είναι το ερμηνευτικό κλειδί τού μαρτυρίου ότι δεν πονούσαν και ότι είχαν υπερβή τον φόβο τού θανάτου και χαίρονταν. Είχε ενεργοποιηθή αυτό το μνημονικό σύστημα, αυτή η νοερά ενέργεια. Το σώμα τών Μαρτύρων αντιμετώπιζε τις δυσκολίες του, αλλά οι Μάρτυρες έβλεπαν τον Χριστό, την Παναγία, τους Αγγέλους και τους Αγίους. Σε αυτό το κείμενο που διάβασα φαίνεται ότι ο άγιος Χριστοφόρος είδε τον Αναστάντα Χριστό. Και, όταν βλέπη κανείς τον Θεό, τότε μετέχει τής δόξης τού Θεού, που σημαίνει ότι φθάνει στην κατά χάριν θέωση. Χρησιμοποιεί ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός για την ένωση τών δύο φύσεων στον Χριστό το παράδειγμα τού πεπυρακτωμένου σιδήρου, αφού το σίδηρο μέσα στην φωτιά παραμένει σίδηρο δεν χάνει το υλικό του στοιχείο, αλλά προσλαμβάνει την ενέργεια τής φωτιάς. Κατά αναλογία αυτό συμβαίνει και με τους αγίους, αφού παραμένει το σώμα, αλλά φλέγεται από την άκτιστη Χάρη τού Θεού. Έτσι, και ο άγιος Χριστοφόρος ήταν ένας φλεγόμενος άνθρωπος την ώρα τού μαρτυρίου του, γι’ αυτό δεν υπελόγιζε τίποτε, αγαπούσε τον Χριστό και δεν αισθανόταν τον πόνο, και οδηγείτο με χαρά στο μαρτύριο. Πού οφείλεται αυτό; Στον Αναστάντα Χριστό και στην μέθεξη τής Αναστάσεως τού Χριστού που την βίωνε με την ενεργοποιημένη του νοερά ενέργεια. Αυτό, λοιπόν, είναι το ερμηνευτικό κλειδί με το οποίο ξεπερνάμε όλα τα προβλήματα και όλες τις δυσκολίες τής ζωής μας, αλλά και αυτόν τον ίδιο τον φόβο, την αγωνία και το άγχος τού θανάτου. «Χριστός ανέστη εκ νεκρών, θανάτω θάνατον πατήσας και τοις εν τοις μνήμασι ζωήν χαρισάμενος». |
Δημιουργία αρχείου: 24-6-2024.
Τελευταία μορφοποίηση: 24-6-2024.