Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Επιστροφή στην Κεντρική σελίδα

Ορθοδοξία

Το γλυκό μυστήριο της Ενορίας // Ενορία και Ευχαριστία: Η Ορθόδοξη Εμπειρία στον Δυτικό Κόσμο // Η ενότητα της Εκκλησίας "εν τη Θεία Ευχαριστία και τω Επισκόπω" κατά τους τρεις πρώτους αιώνες // Ιστορική προπαρασκευή και πρώτη εμφάνιση της ενορίας

Η Ενορία

Η διοίκηση τής ενορίας

Πρεσβυτέρου Σταύρου Κοφινά

 

Πηγή: "Ενορία: Προς μια νέα ανακάλυψή της" Εκδόσεις "Ακρίτας". Β΄ Έκδοση Αθήνα 1993. Ενότητα: "Ενορία: Εντάσεις και επιλογές".

 

Ο τομέας της έντασης που επίσης δημιουργεί εμπόδια στη μορφοποίηση της Χριστιανικής κοινότητας είναι εκείνος της διοίκησης. Κάθε κληρικός που ασχολείται με τη ζωή της ενορίας, γρήγορα διαπιστώνει ότι η ενορία είναι δεμένη με καθορισμένους νόμους που σχηματίζουν μια γραφειοκρατία τόσο ασφυκτική που κάνει την Εκκλησία να φαίνεται σα να ήταν ένα μεγάλο και περίπλοκο ίδρυμα ή οργανισμός. Δεν είναι λοιπόν απορίας άξιον γιατί πολλοί θεωρούν την Εκκλησία κράτος εν κράτει. Ο Ιερέας βρίσκει στην απόγνωση του ότι είναι υποχρεωμένος να διατηρήσει τη μηχανή σε λειτουργία. Πρέπει να δαπανήσει ώρες επιθεωρώντας τον προϋπολογισμό, σκεπτόμενος τρόπους για να αυξήσει τα έσοδα, επισκευάζοντας το σύστημα κεντρικής θερμάνσεως του ναού, επιδιορθώνοντας τα κεραμίδια της στέγης του ναού, προβάλλοντας εκκλησιαστικά προγράμματα της Μητροπόλεως και της ενορίας, ειρηνεύοντας ή πολεμώντας με τους επιτρόπους, χωρίς να αναφερθούμε στη συμπλήρωση πιστοποιητικών και την επικόλληση χαρτοσήμων και κληρικοσήμων.

Η ερώτηση που πιο πολύ τίθεται είναι: Πώς μπορεί η οργάνωση και η διοίκηση της τοπικής ενορίας να έχει επίδραση στην πνευματική ανάπτυξη του προσώπου και πώς μπορεί αυτή να καλλιεργήσει και να βαθύνει την αίσθηση της κοινότητας δια της οποίας ένας μπορεί να συμμετέχει στο γεγονός της Εκκλησίας; Δυστυχώς, ο τομέας της διοίκησης έχει καταντήσει πολύ παγερός, σκληρός και αποπροσωποποιημένος.

Με κάποιο τρόπο μέσα στην Εκκλησία πρέπει να υπερβούμε αυτό το πρόβλημα. Όπως οτιδήποτε άλλο στη ζωή της Εκκλησίας, η καρδιά και η ουσία της εκκλησιαστικής διοίκησης κατευθύνεται στη διακονία των ανθρώπων, στην ανάπτυξη μιας λυτρωτικής αδελφωσύνης στην οποία μέγιστος αριθμός προσώπων μπορεί να αναπτυχθεί μέσα στην αγάπη τους για τον Θεό και τον συνάνθρωπο. Η οργάνωση υφίσταται για να βοηθήσει την Εκκλησία στη διακονία της για την ανάπτυξη Χριστιανικών προσώπων και μιας Χριστιανικής κοινωνίας. Βλέποντας την διοίκηση και τον προγραμματισμό κάτω από αυτό το φως, βοηθούμαστε στη διευκρίνιση σκοπών και μέσων. Η οργάνωση, οι επιτροπές, τα προγράμματα, είναι μέσα που πρέπει να αξιολογούνται σε σχέση με την εκπλήρωση των προσώπων και τη λύτρωση της κοινωνίας. Αντίθετα προς το μεγαλύτερο μέρος της δυτικής κοινωνίας, η αποδοτικότητα δεν θα έπρεπε να γίνει ποτέ αυτοσκοπός με το κόστος της απώλειας προσώπου. Η συλλογή χρημάτων δεν θα έπρεπε να γίνει μέτρο της επιτυχίας μας. Και τα προγράμματα δεν θα έπρεπε να στοχεύουν μόνο στην ενίσχυση της ματαιοδοξίας μας. Τελικά οποίος ασχολείται με τη διοίκηση των υποθέσεων της Εκκλησίας, είτε κληρικός είτε λαϊκός, θα έπρεπε να δει εαυτόν ως διάκονο, που η δύναμή του αντλείται από το Σώμα του Χριστού που διακονεί.

Η αξιολόγηση του σκοπού της εκκλησιαστικής διοίκησης έρχεται σε οξεία αντιπαράθεση με τον τρόπο που συνήθως τα διοικητικά θέματα διαχειρίζονται. Η ανεπάρκεια της εκκλησιαστικής διοίκησης δεν εντοπίζεται στο ότι δεν οργανώνεται κατά τα δυτικά πρότυπα. Η ανεπάρκειά μας βρίσκεται στο ότι έχουμε παραμελήσει την ουσία της εκκλησιαστικής διοίκησης που δεν είναι τίποτε περισσότερο από το να διακονούμε τις ανάγκες τών πιστών και να μορφώνουμε την αίσθηση της αδελφότητας. Αυτή η ανεπάρκεια, αυτή η έλλειψη κατεύθυνσης προς ένα εκκλησιαστικό στόχο έχει προκαλέσει τόσες πολλές εντάσεις και καταπιέσεις σε όλα τα κλιμάκια της εκκλησιαστικής διοίκησης, ώστε εκρήγνυνται στον τρόπο με τον οποίο αλληλοσχετίζονται.

Αν και πολλά παραδείγματα μπορούν να δείξουν πως αυτή η παράλειψη εκφράζεται σε ενοριακό επίπεδο, δύο παραδείγματα είναι ιδιαίτερα εμφανή. Το πρώτο σχετίζεται με τον τρόπο που δεχόμαστε αυτούς που έρχονται για να ορίσουν ένα μυστήριο ή να πάρουν αναγκαία πιστοποιητικά. Πόσοι από μας τους Ιερείς προσπαθούμε να αξιοποιήσουμε αυτές τις ευκαιρίες για να γνωρισθούμε με το πρόσωπο που έρχεται στο γραφείο της ενορίας; Πόσοι από μας βλέπουμε τη συμπλήρωση της άδειας γάμου σαν ευκαιρία που μπορούμε να γνωρισθούμε με το ζευγάρι, να προσφέρουμε κάποια βασική καθοδήγηση γύρω από τα θέματα γάμου, ακόμη και να εξηγήσουμε και να συσχετίσουμε τη μυστηριακή τελετουργία με την πρακτική της καθημερινής έγγαμης ζωής; Όταν κάποιος έρχεται να κανονίσει μία βάπτιση, πόσοι από μάς βρίσκουμε χρόνο να καθίσουμε με τους γονείς και να τους δώσουμε την ευκαιρία να μιλήσουν για τις εμπειρίες και τα συναισθήματα που έχουν ως γονείς; Πόσοι από μάς αξιοποιούν την επισφράγιση πιστοποιητικών για τις πολύτεκνες οικογένειες για να γνωρίσουν πώς αυτά τα παιδιά αναπτύσσονται; Τελευταία, πόσοι από μάς αξιοποιούν την επισφράγιση πιστοποιητικών θανάτου για να ποιμάνουν τους πενθούντες;

Το πρώτο επιχείρημα που κανείς μπορεί να αντιπαραθέσει είναι ότι το γραφείο της ενορίας δεν είναι κατάλληλο, ότι υπάρχουν περισσότεροι του ενός Ιερείς σ' αυτό και ότι αν είναι ανταγωνιστές, ο ένας δε θα χάσει την ευκαιρία να επέμβει στο διάλογο που ο ενορίτης έχει με τον άλλο. Ένας άλλος θα αντιπαραθέσει το επιχείρημα ότι πολλές φορές (αν όχι τις περισσότερες) εκείνοι που άμεσα ενδιαφέρονται να πάρουν κάποιο πιστοποιητικό ή να ρυθμίσουν ένα μυστήριο μπορεί να έρθουν με τους γονείς ή τους συγγενείς τους. Ή όπως σε περιπτώσεις στην επαρχία ίσως δεν έρθουν καθόλου, στέλνοντας τον πατέρα ή τη μητέρα να φροντίσουν για τα γραφειοκρατικά, να πληρώσουν για τα κληρικόσημα και να δώσουν φιλοδώρημα στον ιερέα. Φθάσαμε στο σημείο όπου αν ο Ιερέας προσπαθήσει να κάνει κάτι παραπάνω από τη συμπλήρωση του αιτηθέντος πιστοποιητικού, θα θεωρηθεί το λιγότερο παραξενιά του! Όλα αυτά δε δείχνουν μόνο την έλλειψη υπευθυνότητας που εμείς, ως πατέρες, έχουμε στον ποιμαντικό-προφητικό ρόλο μας, αλλά όπως αναφέρθηκε ενωρίτερα, επίσης δείχνουν το διαχωρισμό που οι πιστοί έχουν κάνει ανάμεσα στη Λειτουργία και την κοινότητα, ανάμεσα στο τι μπορούν να περιμένουν από μάς και στο τι ανάγκες έχουν ως πρόσωπα. Η πιο κρίσιμη ερώτηση από όλες είναι ότι αν περιορίσουμε τον εαυτό μας στο να συμπληρώνουμε και να επισφραγίζουμε πιστοποιητικά, αν απλώς είμαστε ένα ληξιαρχείο, τότε ποια διαφορά υπάρχει ανάμεσα στην Εκκλησία και οποιαδήποτε άλλη δημόσια υπηρεσία; Πώς έχουμε επιτύχει να μεταφέρουμε στον απλό πιστό το συγκλονιστικό γεγονός ότι παρήλθεν η σκιά του νόμου της χάριτος ελθούσης;

Το δεύτερο παράδειγμα που δείχνει την ανεπάρκεια της εκκλησιαστικής διοίκησης και την απώλεια της κατεύθυνσης στην καλλιέργεια της εκκλησιαστικής έκφρασης είναι το εκκλησιαστικό συμβούλιο της ενορίας. Δυστυχώς αυτός ο κρίκος μεταξύ των λαϊκών και του κλήρου έχει καταντήσει μια νομική και οικονομική επιτροπή έλεγχου και εξισορροπισμού. Στις περισσότερες περιπτώσεις τα μέλη του εκκλησιαστικού συμβουλίου βλέπουν τη θέση τους από τη σκοπιά του γοήτρου και της εξουσίας μάλλον παρά της διακονίας και της θυσίας. Γι' αυτό το λόγο πολύ συχνά τα λαϊκά μέλη βρίσκονται σε αντιπαράθεση με τον Ιερέα. Αν ο Ιερέας έχει εξίσου την ανάγκη για γόητρο και εξουσία (που συνήθως συμβαίνει) η συνεργασία μεταξύ τους μπορεί να είναι εκρηκτική.

Πολλές φορές η επιτυχία της ενορίας καθορίζεται από τις εισπράξεις και ο βασικός στόχος του εκκλησιαστικού συμβουλίου συνήθως είναι το κτίσιμο ενός νέου ναού ή η εικονογράφηση εκείνου που το προηγούμενο εκκλησιαστικό συμβούλιο έκτισε, ή είναι απλώς η συγκέντρωση χρημάτων. Δυστυχώς στις περισσότερες περιπτώσεις ο ιερεύς της ενορίας συνδράμει αυτούς τους στόχους που περιπλέκουν μόνον την κατάσταση.

Για να αρχίσουμε να καταλαβαίνουμε αυτή την πολυπλοκότητα είναι απαραίτητο να αναγνωρίσουμε ότι το γόητρο και η εξουσία είναι αρνητικές εκφράσεις της ανάγκης για άξια και δύναμη, μία δύναμη που επιτρέπει στον άνθρωπο να εκφράζει την ικανότητα του να δημιουργεί με συγκεκριμένους τρόπους. Όσο περισσότερο ο άνθρωπος αισθάνεται ότι χάνει την αξία του ως πρόσωπο και είναι ανίκανος να δημιουργήσει συγκεκριμένες διαπροσωπικές σχέσεις (αυτά αλληλοεξαρτώνται) τόσο περισσότερο θα επιδιώξει να εκπληρώσει αυτή την ανάγκη με αρνητικούς τρόπους. Όσο περισσότερο είναι ακαλλιέργητος πνευματικά, τόσο περισσότερο θα επιδιώξει να εκπληρώσει την ολοκλήρωση τής πρακτικότητάς του με υλιστικούς τρόπους, τρόπους που αντιτίθενται στην λεπτότητα και ευαισθησία που χαρακτηρίζει τον πνευματικό πλούτο και την απλότητα, τρόπους που ενισχύουν μόνον την ασημαντότητα του ανθρώπου και συνακόλουθα την ανάγκη του για αυτοδικαίωση και αυτοεπιβεβαίωση.

Σήμερα ο άνθρωπος θεωρείται επιτυχημένος από τις οικονομικές του επιτυχίες και τις υλιστικές του κατακτήσεις. Δυστυχώς αυτός ο κανόνας έχει μπει και στη ζωή της Εκκλησίας. Επιτυχημένες ενορίες είναι αυτές που έχουν κτίσει μεγάλους ναούς και έχουν μεγάλες εισπράξεις, παρ' όλο που πολλοί λαϊκοί κατακρίνουν τους Ιερείς για τα οικονομικά κέρδη, ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού ακόμη θεωρεί πιο επιτυχημένο τον ιερέα που έχει τα περισσότερα τυχερά. Οι εκκλησιαστικές εκδηλώσεις είναι επιτυχημένες εάν δημιουργούν μια καλή εντύπωση στο κοινό, που ανυψώνει το γόητρο τη; Εκκλησίας με τις αξίες του κόσμου. Αυτό όμως έχει σαν αποτέλεσμα την παραχώρηση της Αποστολής μας στον κόσμο. Ου γαρ εαυτούς κηρύσσομεν αλλά Χριστόν Ιησούν Κύριον. Εαυτούς δε δούλους υμών δια Ιησούν… Έχομεν δε τον θησαυρόν τούτον εν οστρακίνοις σκεύεσιν. Ίνα η υπερβολή της δυνάμεως ή του Θεού και μη εξ ημών (Β Κοριν. 4. 5-7). Η αξία μας και η δύναμή μας μπορεί μόνο να αναγνωρισθεί και να πραγματοποιηθεί όσο εμείς γινόμαστε μέλη του σώματός Του.

Nα κτίσουμε Εκκλησία εθεωρείτο πάντοτε μια ιδιαίτερα ιερή επιδίωξη. Αλλά πρέπει να ενθυμούμεθα ότι το να κτίσουμε Εκκλησία ποτέ δεν περιοριζόταν στην τεχνική κατασκευή. Οι θεοκτήτορες, ιδιαίτερα των μοναστηριών, δεν αγιάζονταν μόνο για τις αρχιτεκτονικές τους ικανότητες. Ίδρυσαν τα μοναστηριακά συγκροτήματα που ήσαν ζωντανές πνευματικές κοινότητες-αδελφότητες που μοιράζονταν μια κοινή εν Χριστώ ζωή! Το λάθος μας σήμερα είναι ότι κτίζουμε ναούς και όχι κοινότητες που εκφράζουν μια κοινή εν Χριστώ ζωή. Μπορεί σε μάς τους ποιμένες η ανέγερση ενός μνημείου να ενθαρρύνει την πεποίθησή μας ότι προβάλλουμε την Χριστιανική πίστη στον κόσμο. Οι λαϊκοί μπορεί να αισθανθούν προσφέροντες χρήματα για το κτίσιμο του ναού ότι έχουν εκτελέσει το Χριστιανικό τους καθήκον. Αλλά η πραγματικότητα είναι ότι κληρικοί και λαϊκοί επιδιώκοντας αυτά, δεν εκπληρώνουμε τη βασική αποστολή της Εκκλησίας.

Θα ήταν αφελές για μάς να αγνοήσουμε τις φυσικές ανάγκες μιας ενορίας. Ένας πατέρας ο οποίος μεριμνά για την οικογένειά του δεν παραμελεί τις ανάγκες της οικογένειας για τροφή και στέγη· αλλά αυτά δεν είναι η μόνη ανάγκη της οικογένειας. Ο πατέρας που βλέπει πιο βαθιά, θα βοηθήσει τα μέλη της οικογένειάς του να καλλιεργήσουν μια ευαισθησία ο ένας για τον άλλο. Θα τους μάθει όχι μόνο να φροντίσουν για την οικογένεια αλλά και για τον πλησίον. Χρειάζεται να κάνουμε το ίδιο και στις εκκλησιαστικές μας οικογένειες. Χρειάζεται να δείξουμε ότι τα οικονομικά είναι μέσα και όχι σκοπός στην ανάπτυξη μιας κοινότητας και ότι για να εκφράσεις αγάπη και κατανόηση για τον πλησίον σου δεν χρειάζεσαι καθόλου χρήματα!

Αν η Εκκλησία είναι πράγματι μια ανοικτή κοινότητα προσώπων που μοιράζονται μεταξύ τους μια κοινή ζωή, το εκκλησιαστικό συμβούλιο θα πρέπει να εκφράζει αυτή την αίσθηση της κοινότητας. Αν η ενορία υστερεί στο να εκφράζει την κοινότητα, στο να προωθεί διαπροσωπικές σχέσεις, να καλλιεργεί μια κοινή ζωή έργων και λατρείας, δεν θα έπρεπε αυτό να απασχολήσει το εκκλησιαστικό συμβούλιο; Δεν θα έπρεπε το εκκλησιαστικό συμβούλιο να απασχολείται με τη φροντίδα των άρρωστων, την ανακούφιση των πενθούντων και τα προβλήματα της νεότητας; Δεν θα έπρεπε να απασχολείται με τρόπους που όχι μόνο θα προσελκύσουν νέους ανθρώπους στη ζωή της κοινότητας, αλλά και που θα γεφυρώσουν το χάσμα ανάμεσα σ' αυτούς που εκκλησιάζονται τακτικά; Απασχολούμενη με όλους αυτούς τους τομείς της κοινοτικής ζωής σε μια προσωπική βάση, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η διοίκηση της ενορίας θα πραγματοποιήσει την αποστολή της Εκκλησίας στον κόσμο.

Δημιουργία αρχείου: 26-11-2014.

Τελευταία ενημέρωση: 26-11-2014.