Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Κεντρική Σελίδα

Ψυχοθεραπευτικά και Πατερικά

Η πορεία προς τον Θεό χωρίς διαρκή αντίληψη τής Χάριτος // Πώς ο κατ' εικόνα τού Θεού άνθρωπος γίνεται καθ' ομοίωσιν εν Αγίω Πνεύματι // Οι δοκιμασίες και η θεοεγκατάλειψη // Από την κληρονομιά τής φθοράς προς την Αναγέννηση

Η αργή αφομοίωση τής Θείας αποκάλυψης

Μακροχρόνιος αγώνας Χριστοποίησης

Αρχιμανδρίτου Σωφρονίου (Σαχάρωφ)

 

Πηγή: "Περί Προσευχής" Αρχιμανδρίτου ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ (Σαχάρωφ). Μετάφρασις εκ του Ρωσικού Ιερομονάχου Ζαχαρίου. Ιερά Πατριαρχική και Σταυροπηγιακή Μονή Τιμίου Προδρόμου. Έσσεξ Αγγλίας 1993.

 

Βραδεία φαίνεται εις ημάς η διαδικασία της αφομοιώσεως της Άνωθεν δοθείσης εις την ανθρωπότητα Αποκαλύψεως. Τούτο δε ουχί μόνον εν τη ζωή του συνόλου των ανθρώπων, αλλά και εν τω προσωπικώ αγώνι ενός εκάστου εξ ημών. Ιδού δύο ενδείξεις:

Πρώτον, η Σιναϊτική Αποκάλυψις – Εγώ ειμι ο Ών – απήτησε δέκα πέντε αιώνας έως ου εμφανισθή εκ του Εβραϊκού λαού μικρός τις αριθμός ανθρώπων, ικανών να δεχθούν την εκπλήρωσιν αυτής εν τη Καινή Διαθήκη (βλ. Ματθ. 5,17-19).

Δεύτερον, είκοσι αιώνες παρήλθον, αφ’ ής στιγμής εν τω ακτίστω Φωτί επί του Όρους Θαβώρ και εν συνεχεία δια της επιφοιτήσεως του Αγίου Πνεύματος εν τω Υπερώω της Σιών εδόθη εις τον κόσμον η τελεία Αποκάλυψις περί του Τριαδικού Θεού.

Είναι όμως άρα γε πολλοί οι αληθώς αφομοιώσαντες αυτήν; Δυσκόλως αφομοιούται υφ’ ημών η ζωή του Θεού. Εκείνοι δε, οίτινες ηγάπησαν την επιφάνειαν του Χριστού του Αμνού του Θεού, δεν χωρούν το πλήρωμα της εκχεομένης επ’ αυτούς ευλογίας. Πάσχουν μέχρι μεγάλου πόνου καθ’ όλην αυτών την ζωήν όσοι εν φλογερά ορμή πίστεως έλαβον τον σταυρόν επί των ώμων αυτών και ηκολούθησαν οπίσω Αυτού (βλ. Ματθ. 16,24). Ενισχύονται ούτοι υπό της ελπίδος ότι μετά την εντεύθεν έξοδον θα εισέλθουν εις εκείνην την φωτοφόρον σφαίραν, «όπου Αυτός εστι»: «Εάν Εμοί διακονή τις, Εμοί ακολουθείτω, και όπου ειμί Εγώ, εκεί και ο διάκονος ο Εμός έσται· και εάν τις Εμοί διακονή, τιμήσει αυτόν ο Πατήρ» (Ιωάν. 12,26)

Οσονδήποτε πεπυρωμένη και εάν είναι η πίστις του χριστιανού, το έργον της «μεταμορφώσεως του εξουθενημένου σώματος» ημών, όπως καταστή τούτο «σύμμορφον τω σώματι της δόξης του Κυρίου», απαιτεί μακροχρόνιον αγώνα νηστείας και προσευχής μετανοίας. Εν τη παρατεταμένη πορεία της ασκήσεως ταύτης αποκαλύπτεται η έως τότε άγνωστος διάστασις της πτώσεως του Αδάμ. Η όρασις αύτη δεν δίδεται εις πάντας κατά το αυτό μέτρον. Είναι εν τούτοις δυνατόν να υπάρχουν περιπτώσεις, καίτοι σπανίως, κατά τας οποίας το Πνεύμα του Θεού διαπερά τον μετανοούντα δια μέσου απροσίτων εις άλλους αβύσσων.

Η πίστις εις τον απόλυτον Θεόν οφείλει να είναι ελευθέρα πάσης ταλαντεύσεως. Κατά τους χρόνους της εν τω Όρει Άθω ζωής μου δεν ενθυμούμαι στιγμήν, κατά την οποίαν προσήγγισεν αμφιβολία τον νουν και την καρδίαν μου. Υπήρξαν όμως περιπτώσεις, κατά τας οποίας η κατώδυνος εκ της μακράς προσευχής καρδία απώθει τον Θεόν λέγουσα: «Ώ, τούτο είναι υπέρ τας δυνάμεις μου»! Αι συνέπειαι εν τούτοις τοιούτων βραχυτάτων στιγμών απέβαινον λίαν θετικαί.

Προ πάντων και υπέρ πάντα ημείς αγαπώμεν τον Χριστόν. Όσον πληρεστέρα είναι η αγάπη, τοσούτον οδυνηρότερον βιούται πάσα διατάραξις της αρμονίας. Και εάν εισέτι κατέχωμεν μακράν πείραν και γνώσιν του «μηχανισμού» τοιούτων δοκιμασιών, ανακαλύπτομεν ουχί άνευ φόβου εν εαυτοίς την δυνατότητα νέας πτώσεως. Εξ ού και η προσευχή προς τον Θεόν μετά βαθέος θρήνου: «Ίασαι με έως τέλους». Και Ούτος ιάται. Η δε καρδία μετά χαράς ευχαριστεί τον Θεόν. Η αγάπη, ήτις εφαίνετο έως τότε τελεία, ανυψούται ποιοτικώς και δη μετ’ ηυξημένης κατανοήσεως της αγαθότητος του Κυρίου.

Ίδιον της εντόνου προσευχής είναι να ελκύη τας προς το Αιώνιον κινήσεις της καρδίας και του νου εις τοιούτον βαθμόν, ώστε άπαν το παρελθόν να περιέρχηται εις λήθην, και να μη υπάρχη εν τω νοΐ σκέψις περί επιγείου μέλλοντος· εν τη ψυχή επικρατεί μόνον η μέριμνα: να μη απολέση ένα τοιούτον Θεόν· να παύση να είναι αναξία Αυτού. Όσον ισχυροτέρα είναι η έλξις ημών προς τον Άπειρον, τοσούτον βραδυτέρα φαίνεται εις ημάς η προσέγγισις προς Αυτόν. Η τυραννική αίσθησις της μηδαμινότητος ημών αφ’ ενός, και η θεωρία του ανεκδιηγήτου μεγαλείου του Ποθουμένου αφ’ ετέρου καθιστούν αδύνατον την έγκυρον κρίσιν περί της πραγματικής καταστάσεως ημών: Προσεγγίζομεν άραγε προς τον Θεόν ή απομακρυνόμεθα απ’ Αυτού; Εν τη θεωρία της αγιότητος του Θεού ο άνθρωπος αναπτύσσεται ταχύτερον παρ’ ό,τι προοδεύει εν τη ικανότητι αυτού όπως συμμορφοί την ζωήν αυτού προς την εντολήν. Εξ ού και η εντύπωσις ότι η διάστασις μεταξύ ημών και του Θεού δεν παύει να αυξάνη. Εν τη επιστημονική εργασία πάσα νέα ανακάλυψις, μη ούσα τελική, αποκαλύπτει την προτέραν ημών άγνοιαν και δι’ αυτού του γεγονότος ευρύνει τρόπον τινά την περιοχήν του μυστηριώδους και ακαταλήπτου, όπερ εκτείνεται έμπροσθεν ημών.

Δημιουργία αρχείου: 3-12-2015.

Τελευταία μορφοποίηση: 3-12-2015.

ΕΠΑΝΩ