Κάθαρση, φωτισμός, θέωση || Ο στόχος τής κλήσης τού Χριστιανού || Σκιά, εικόνα, δούλοι και τέκνα || Η διαχρονικότητα τού δόγματος τής Κάθαρσης, τού Φωτισμού και τής Θέωσης στην Ορθόδοξη Εκκλησία || Πώς ο κατ' εικόνα τού Θεού άνθρωπος γίνεται καθ' ομοίωσιν εν Αγίω Πνεύματι || Εκκλησιαστική ερμηνεία των σταδίων της πνευματικής τελειώσεως
Η προχριστιανική παράδοση τής τελειοποίησης στη θέωση και η καταλλαγή τού ανθρώπου με τον Θεό Τού π. Ιωάννη Ρωμανίδη
Πηγή: "Εμπειρική Δογματική τής Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας κατά τις προφορικές παραδόσεις τού π. Ι. Ρωμανίδη" Τόμος Β΄. Τού σεβ. Μητρ. Ναυπάκτου και αγ. Βλασίου Ιεροθέου. |
«Σε οποιαδήποτε επιστήμη έχουμε μια συνοχή. Οι αστρονόμοι κληρονομούν από τους αστρονόμους μια παράδοση και την αυξάνουν. Το ίδιο κάνουν και οι θεολόγοι, οι χημικοί, οι γιατροί κ.ο.κ. Κάθε επιστήμη έχει μια παράδοση. Σκοπός της είναι η μεταβίβαση της παραδόσεως στις μελλοντικές γενιές. Ο σκοπός κάθε επιστήμης είναι η μεταβίβαση γνώσεων περί της επιστήμης. Η μεταβίβαση γνώσεως είναι για να επιτευχθούν ορισμένα αποτελέσματα. Το βασικό κριτήριο κάθε επιστήμης είναι η επιτυχία του σκοπού της επιστήμης. Η χειρουργική, όταν πετυχαίνει στις χειρουργικές επεμβάσεις, η βιολογία στην έρευνα και ανεύρεση των βιολογικών φαινομένων. Κάθε επιστήμη έχει τον σκοπό της. Τώρα, η Ορθοδοξία τι σκοπό έχει; Στην πατερική θεολογία ο σκοπός είναι η μετάνοια του ανθρώπου. Αλλά, μετάνοια στους Πατέρες σημαίνει αλλαγή της πορείας του νου του ανθρώπου, η θεραπεία του νου, κάθαρση, φωτισμός και θέωση. Και ένας ο οποίος δεν περνάει από την θεραπεία αυτή, δεν θεωρείται θεολόγος. Το κριτήριο είναι η επιτυχία. Εάν κανείς έχει την παράδοση, που οδηγεί τους ανθρώπους από την κάθαρση στον φωτισμό και από τον φωτισμό στην θέωση, αυτός ο άνθρωπος είναι ο συνεχιστής της παραδόσεως, είναι μέσα στα πλαίσια της παραδόσεως. Και οδηγώντας τους άλλους στην φώτιση και στην θέωση, είναι όχι μόνο ο ίδιος μέσα στην παράδοση, αλλά βάζει και τους άλλους μέσα στην παράδοση αυτή. Και έχουμε συνέχεια της παραδόσεως. Το κριτήριο τι είναι; Είναι η θεραπεία του ανθρώπου. Είναι μια θεραπευτική αγωγή. Κριτήριο αυτής της θεραπευτικής αγωγής είναι η επιτυχία, το να φθάσουμε να θεραπευθούμε κ.ο.κ. Από αυτής της απόψεως η θεολογία δεν διαφέρει καθόλου από καμιά από τις άλλες επιστήμες, τις θετικές. Όλες οι επιστήμες έχουν αυτόν τον σκοπό. Την επιτυχία στην έρευνα, την ανάλυση και μετά την επιτυχία στα αποτελέσματα αυτής της έρευνας». Ο άνθρωπος πρέπει να καταλλαγεί, να συμφιλιωθεί με τον Θεό, να γίνει φίλος του Θεού. Δεν καταλλάσσεται ο Θεός με τον άνθρωπο, αφού ο Θεός δεν εχθρεύεται κανέναν, αλλά ο άνθρωπος καταλλάσσεται με τον Θεό, ο άνθρωπος επανέρχεται στην φιλία με τον Θεό. «Στο πρώτο στάδιο, στην κάθαρση, ο άνθρωπος φεύγει από την αμαρτία. Δηλαδή, ο άνθρωπος κάνει αγώνα εναντίον της αμαρτίας. Όταν φθάνει όμως στο στάδιο του φωτισμού, αρχίζει η ίδια η αμαρτία να φεύγει από τον άνθρωπο. Και αν φθάσει πλέον στην θέωση, που αρχίζει με τον φωτισμό του νου, που ο νους πλέον γίνεται ανεπηρέαστος και από την λογική και από τα πάθη και από το περιβάλλον, και ο άνθρωπος δεν δέχεται πλέον επιδράσεις από την λογική και τα πάθη και το περιβάλλον, αλλά μόνο από τον Θεό, διότι ενεργεί μέσα του η άκτιστη ενέργεια του Θεού, τότε γίνεται ο νους του κατοικητήριο του Χριστού και μέσω του Χριστού της Αγίας Τριάδος». Οι Άγιοι Πατέρες ερμήνευσαν την Παλαιά Διαθήκη μέσα στην προοπτική των σταδίων της πνευματικής τελειώσεως. Δεν στέκονται μόνον σε μερικά ιστορικά γεγονότα, αλλά βλέπουν το πώς οι Προφήτες και οι δίκαιοι βιώνουν την κάθαρση, τον φωτισμό και την θέωση. Βέβαια, όπως έχει εξηγηθεί σε άλλα κεφάλαια, υπάρχει διαφορά μεταξύ Παλαιάς και Καινής Διαθήκης, αφού στην Παλαιά Διαθήκη εμφανίζεται ο άσαρκος Λόγος, ενώ στην Καινή Διαθήκη εμφανίζεται ο σεσαρκωμένος Λόγος, και δια του Χριστού ο άνθρωπος υπερβαίνει τον θάνατο. Αλλά δεν υπάρχει διαφορά στο θέμα περί του τρόπου και του βαθμού τελειώσεως. «Αυτά τα στάδια -κάθαρση, φωτισμός, θέωση- υπάρχουν σαφέστατα και στην Παλαιά Διαθήκη. Και αν ασχοληθείτε ποτέ με την πατερική θεολογία, όχι εξ ακοής, αλλά αν καταπιαστείτε ποτέ με τα συγγράμματα τα ίδια των Πατέρων, θα τα δείτε αυτά επανειλημμένως στους Πατέρες της Εκκλησίας. Δεν είναι τυχαίο πράγμα ότι ο Γρηγόριος ο Νύσσης π. χ. θέλοντας να γράψει περί τελειότητος του ανθρώπου έγραψε το βιβλίο του "Βίος του Μωυσέως". Οπότε, ως παράδειγμα τελειότητος, στην οποία τελειότητα δύναται να φθάσει ο άνθρωπος, ο Νύσσης προτείνει τον βίο του Μωυσέως. Αλλά ο Μωυσής είναι στην Παλαιά Διαθήκη. Υπάρχει μία προκατάληψη σήμερα και στην Ελλάδα που ήρθε από τους Προτεστάντες, κυρίως από τους Λουθηρανούς, ότι υπάρχει ένας διαχωρισμός. Η Παλαιά Διαθήκη είναι το βιβλίο του Νόμου και η Καινή Διαθήκη είναι το βιβλίο της θείας Χάριτος. Οπότε, στην Παλαιά Διαθήκη οι Εβραίοι έχουν τον νόμο και εμείς στην Καινή Διαθήκη έχουμε την θεία Χάρη. Δηλαδή, εκεί είναι η αμαρτία, το προπατορικό αμάρτημα, όλες οι αμαρτίες στην Παλαιά Διαθήκη και όλα τα καλά είναι στην Καινή Διαθήκη. Αλλά στην πατερική θεολογία ο χωρισμός δεν είναι μεταξύ Παλαιάς και Καινής Διαθήκης. Ο χωρισμός είναι μεταξύ των σταδίων της τελειότητος. Δηλαδή, ο νόμος ισχύει και στην Παλαιά Διαθήκη, αλλά και στην Καινή Διαθήκη. Δεν είναι μόνο στην Παλαιά Διαθήκη ο νόμος. Και στην Καινή Διαθήκη είναι ο νόμος. Γιατί; Διότι είναι "παιδαγωγός εις Χριστόν". Το λέει καθαρά ο Απόστολος Παύλος, "ο νόμος παιδαγωγός γέγονεν εις Χριστόν" (Γαλ. Γ', 24). Αλλά όταν λέει "παιδαγωγός εις Χριστόν", δεν εννοεί ο Απόστολος Παύλος, όπως νομίζουν οι Λουθηρανοί και άλλοι, ότι ο νόμος της Παλαιάς Διαθήκης είναι παιδαγωγός στην Καινή Διαθήκη. Όχι. Αλλά ο νόμος είναι παιδαγωγός στην κατάσταση της καθάρσεως. Όταν κανείς βρίσκεται στην κατάσταση της καθάρσεως, ο νόμος, δηλαδή ο κτιστός νόμος, γίνεται παιδαγωγός, μέχρις ότου ο άνθρωπος φθάσει στην κατάσταση του φωτισμού. Και όταν φθάσει στον φωτισμό ή στην θεωρία, τότε πλέον ο παιδαγωγός νόμος έχει εισαγάγει τον άνθρωπο στον Χριστό και ο Χριστός παίρνει την θέση του νόμου μέσα στην ζωή του ανθρώπου, αλλά και εγγράφεται μέσα στην καρδιά κ.ο.κ. Και δεν είναι ο νόμος πλέον "εν πλαξίν λιθίναις", αλλά εν "πλαξίν καρδίαις σαρκίναις" (Β΄ Κορινθίους Γ', 3), είναι μέσα στην καρδιά του, δηλαδή, γραμμένος ο νόμος. Αλλά αυτό δεν είναι στην Καινή Διαθήκη μόνο, είναι και στην Παλαιά Διαθήκη. Γι' αυτό και η Καινή Διαθήκη, όταν ομιλεί περί της τελειώσεως των Προφητών, δεν τους στερεί από την τελειότητα. Οι Προφήτες έφθασαν στην τελειότητα. Γι' αυτό και ο Γρηγόριος ο Νύσσης αυτομάτως σκέφθηκε τον Μωυσέα για να αναπτύξει πώς ο Μωυσής έφθασε στην υψίστη τελειότητα. Και μάλιστα αποδεικνύει ο Γρηγόριος ο Νύσσης ότι ο Μωυσής έφθασε στην αγάπη η οποία "ου ζητεί τα εαυτής" (Α Κορινθίους Ιγ', 5). Λοιπόν, ανώτερη τελειότητα δεν υπάρχει, από το να αγαπάει κανείς χωρίς να υπολογίζει τον εαυτό του, εφ' όσον έχει φθάσει και στην θέωση, η οποία είναι απαραίτητη για να φθάσει σε αυτήν την κατάσταση. Αυτό σημαίνει ότι ο τρόπος της τελειότητας, το μέσον της τελειότητας, δεν υπάρχει μόνο στην Καινή Διαθήκη, αλλά υπάρχει και στην Παλαιά Διαθήκη. Επομένως, η χάρη της τελειότητος είναι και στις δύο Διαθήκες. Τώρα, αντιμετωπίζουμε διαρκώς το πρόβλημα που υπάρχουν πολλοί ευσεβοθεληταί, αυτοί που ή κάνουν τον ευσεβή ή ομιλούν για την ευσέβεια ή την ηθική, χωρίζουν τους ανθρώπους σε καλούς και κακούς. Στην Ορθόδοξη παράδοση η ανθρωπότητα δεν χωρίζεται σε καλούς ή κακούς ανθρώπους, σε ηθικούς και ανήθικους. Δεν υπάρχει τέτοιο πράγμα στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Στην Ορθόδοξη Εκκλησία υπάρχουν στάδια τελειότητας, όχι ηθικός - ανήθικος, καλός-κακός». «Οποιαδήποτε ακολουθία πάρετε, θα δείτε ότι όλο το ενδιαφέρον στρέφεται γύρω από τρεις κατηγορίες, δηλαδή, είναι η κάθαρση, ο φωτισμός και η θέωση. Αυτά είναι τα θεμέλια. Έξω από κάθαρση, φωτισμό και θέωση δεν υπάρχει τίποτα άλλο. Δεν υπάρχει θεολογία, δηλαδή. Μπορεί να υπάρχουν διάφορα ενδιαφέροντα, δηλαδή, μπορεί κανείς να ενδιαφέρεται τι έκανε ο Ναβουχοδονόσορ ή ο Σαμψών ή ο Δαβίδ και να τα πάρει σαν ιστορία όλα αυτά τα πράγματα. Όλα αυτά είναι ιστορικά και μπορούν να απασχολήσουν έναν Ιστορικό να χρησιμοποιεί τις πηγές αυτές σαν Ιστορικές. Αλλά το να ασχολείται με τις προσωπικότητες αυτές, άσχετα με την επιστήμη της Ορθοδόξου θεολογίας, μπορεί να γίνει, αλλά θέτουν τον σκοπό των κειμένων εκτός σκοπού. Δεν είναι ο σκοπός των κειμένων απλώς να κάνουν ιστορία ή φιλολογία ή εξιστόρηση της ιστορίας των βασιλέων κ.ο.κ. Ο σκοπός είναι να εξιστορηθεί η πορεία ενός λαού που έχει επιδοθεί στο να κάνει το θέλημα του Θεού, Και το θέλημα του Θεού το μανθάνανε από τους ανθρώπους που λέγονταν Πατριάρχες ή Προφήτες. Αυτούς είχαν αρχηγούς. Εάν κανείς διαβάσει προσεκτικά την Παλαιά Διαθήκη, για να δει ποιοι είναι αυτοί οι Πατριάρχες και οι Προφήτες, θα δει κάτι παράξενο. Στους βίους των Αγίων και στην Καινή Διαθήκη, Πατριάρχης ή Προφήτης είναι εκείνος που έχει φθάσει στην θέωση -θεοπτία λένε οι Πατέρες την θέωση- έχει περάσει από την κάθαρση και έχει φθάσει στον φωτισμό δηλαδή. Λοιπόν, οι Πατέρες της Εκκλησίας, όταν διαβάζουν την Παλαιά Διαθήκη, την διαβάζουν ωσάν να υπάρχει στην Παλαιά Διαθήκη ήδη η κάθαρση και ο φωτισμός και η αέναος μνήμη Θεού και η νοερά προσευχή κλπ., και έτσι ερμηνεύουν τους ψαλμούς. Οι ψαλμοί ερμηνεύονται ως ψαλμοί που εκφράζουν την εμπειρία αυτή της καθάρσεως, του φωτισμού και της Θεώσεως». «Εάν κανείς διαβάσει προσεκτικά, π. χ. Την Πεντάτευχο ή το Δευτερονόμιο, όλες τις διατάξεις περί νόμου κλπ., θα δει ότι ο νόμος στην Παλαιά Διαθήκη έχει ασκητικό χαρακτήρα. Δεν έχει καμία σχέση με τις θεωρίες του Πλάτωνος ή του Αριστοτέλη περί νόμου κλπ. Έχει καθαρώς ασκητικό σκοπό. Και ο σκοπός αυτών των πραγμάτων είναι να επιφέρουν την κάθαρση στους πιστούς. Και μάλιστα υπάρχει πολλή έμφαση επάνω στο θέμα της καθάρσεως στην Παλαιά Διαθήκη. Οι τελετές περί καθάρσεως, η όλη ασκητική περί καθάρσεως, ο σκοπός τους, είναι να προετοιμάσουν τον άνθρωπο στο να μνημονεύει τον Θεό ημέρα και νύκτα, και όταν κοιμάται ακόμη. Να έχει την μνήμη Θεού, δηλαδή αέναη μνήμη Θεού, που σημαίνει φώτιση του νοός, που ήδη υπάρχει στην Παλαιά Διαθήκη. Το παράδοξο είναι ότι, όταν οι Πατέρες της Εκκλησίας μιλάνε για τελειότητα και θέλουν να περιγράψουν την πορεία προς την τελειότητα του ανθρώπου, παίρνουν ως παράδειγμα τον Μωυσέα, οπότε έχουμε τον βίο του Μωυσέως του Γρηγορίου Νύσσης. Αν διαβάσετε τον βίο του Μωυσέως του Αγίου Γρηγορίου Νύσσης, θα δείτε ότι για τον Νύσσης ο Μωυσής πέρασε όλα τα στάδια της τελειότητος και την κάθαρση και έφθασε στον φωτισμό και έφθασε στην θέωση. Γιατί; Διότι θέωση, κατά τους Πατέρες, σημαίνει θεοπτία. Το να έχει κανείς την εμπειρία της Αγίας Τριάδος, αυτό είναι και η αποκάλυψη, αλλά είναι και η τελειοποίηση του ανθρώπου· έτσι, φθάνοντας κανείς στην θέωση, φθάνει και στην τελειότητα, οπότε αυτά τα δύο είναι αλληλένδετα, είναι αδιάσπαστα. Δεν μπορεί να υπάρχει θέωση χωρίς την τελειότητα ούτε μπορεί κανείς να φθάσει στην τελειότητα, χωρίς να φθάσει στην θέωση. Ουδέποτε μπορούν να χωρισθούν αυτά τα πράγματα στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Εάν οποιοσδήποτε καθήσει και γράψει περί τελειότητος Χριστιανικής και δεν γράψει περί φωτισμού του νοός και δεν ξέρει τίποτε περί θεοπτίας, σημαίνει ότι γράφει για την τελειότητα, όχι την Ορθόδοξη, όχι για την αγιογραφική τελειότητα. Διότι, η Αγία Γραφή ως τελειότητα έχει την θεοπτία, η οποία θεοπτία είναι ο ύψιστος βαθμός της καθάρσεως και φωτισμού του ανθρώπου. Για τους Πατέρες της Εκκλησίας η ίδια η Παλαιά Διαθήκη έχει τα στάδια της τελειότητος: κάθαρση, φωτισμός, θέωση. Και είναι το θεμέλιο της Παλαιάς Διαθήκης η εμπειρία της Θεώσεως. Γι' αυτό και οι Πατέρες τονίζουν ότι οι Προφήτες έφθασαν σε αυτά τα στάδια. Επαναλαμβάνουμε ότι, όταν οι Πατέρες θέλουν να περιγράφουν τα στάδια της τελειότητος, παίρνουν τον Μωυσέα ως παράδειγμα. Ο Μωυσής, βέβαια, είναι προ της ενσαρκώσεως. Αυτό σημαίνει ότι στην Παλαιά Διαθήκη, όχι μόνο υπάρχει η τελείωση του ανθρώπου, αλλά υπάρχει και η καταλλαγή, διότι οι Προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης είναι οι φίλοι του Θεού. Και για να είναι κανείς φίλος του Θεού, πρέπει να έχει συμμετοχή στην καταλλαγή, στην συμφιλίωση με τον Θεό. Κατά τους Πατέρες της Εκκλησίας ο Θεός είναι πάντοτε φίλος του ανθρώπου. Ο Θεός αγαπάει πάντα τον άνθρωπο και πάντοτε είναι φίλος. Η έχθρα δεν είναι του Θεού προς τον άνθρωπο. Είναι έχθρα του ανθρώπου προς τον Θεό. Και ο άνθρωπος, πώς γίνεται εχθρός του Θεού; Ο άνθρωπος γίνεται εχθρός του Θεού, δια του σκοτασμού του νοός. Όταν ο νους είναι σκοτισμένος και ο νους είναι ανενέργητος, δεν ενεργεί, αλλά και όταν ενεργεί, ενεργεί δαιμονικά. Αυτός ο άνθρωπος, ο οποίος έχει σκοτισμένο τον νου του, αυτός είναι εχθρός του Θεού, υπό την έννοια ότι δεν ποιεί το θέλημα του Θεού, και αυτό διότι βρίσκεται μέσα στο σκοτάδι. Η έχθρα, λοιπόν, δεν είναι του Θεού προς τον άνθρωπο, αλλά του ανθρώπου προς τον Θεό. Μπορεί, όμως, ο άνθρωπος και στην Παλαιά Διαθήκη να ανανήψει εκ της έχθρας αυτής, να κάνει ασκητική και να φθάσει στην κάθαρση του νοός και στον φωτισμό του νοός. Οπότε, άμα φθάσει στον φωτισμό του νοός, ήδη αρχίζει η καταλλαγή του ανθρώπου προς τον Θεό, που σημαίνει ότι ήδη αρχίζει να γίνεται φίλος του Θεού. Και αν φθάσει στην θέωση, είναι πλέον φίλος του Θεού». |
Δημιουργία αρχείου: 30-5-2016.
Τελευταία μορφοποίηση: 30-5-2016.