Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Έρευνα για το κτιστό και το Άκτιστο

Θρησκείες

Η Εκκλησία ως θεραπευτική επιστήμη // Οι έννοιες της λέξης "θρησκεία" // Η θρησκεία είναι νευροβιολογική ασθένεια // Η αρρώστια της θρησκείας

Θρησκεία, Εκκλησία και Θρησκευτικό συναίσθημα

Του Αρχιμανδρίτη Ιωήλ Κωνστάνταρου Ιεροκήρυκος Ι. Μ. Κονίτσης

 

 

 

Το θρησκευτικό συναίσθημα

            Αρκετοί είναι αυτοί που τους απασχολεί το ερώτημα: «Αφού ένας είναι ο Θεός, τότε γιατί υπάρχουν στον κόσμο τόσες θρησκείες; Γιατί τόσες πολλές θρησκείες που δυσκολευόμαστε ίσως και να τις αριθμήσουμε ακόμα ή να εντάξουμε την καθεμιά στην ιδιαίτερη ομάδα στην οποία ανήκει;

Οπωσδήποτε το ερώτημα είναι πολύ σπουδαίο και χρήζει απαντήσεως, και μάλιστα σοβαρής και ικανοποιητικής.

            Πριν όμως δοθεί απάντηση, είναι ανάγκη, εισαγωγικώς, να τονίσουμε κάποιες αλήθειες οι οποίες ισχύουν πάντοτε, και που θα μας βοηθήσουν να περάσουμε στο καθαυτό θέμα μας που, όπως ήδη είπαμε, είναι οι διάφορες θρησκείες.

            Να επισημάνουμε λοιπόν, ευθύς εξαρχής, ότι το θρησκευτικό συναίσθημα υπάρχει σε όλους τους ανθρώπους και οδηγεί τον άνθρωπο προς το Θείον.

            Είναι, θα λέγαμε, η ζωντανή επικοινωνία του ανθρώπου με τον προσωπικό Θεό. Τον Πάνσοφο και Πανάγαθο Δημιουργό όλων, από τον οποίο εξαρτάται η ανθρώπινη ψυχή που τείνει και στρέφεται προς Αυτόν. Όπως τα άνθη στρέφονται προς τον ζωογόνο ήλιο, έτσι και η ψυχή στρέφεται προς τον Δημιουργό της, διότι ο Θεός είναι για αυτήν το ύψιστο αγαθό και η πηγή της ζωής και της ευτυχίας. Είναι μάλιστα πολύ χαρακτηριστικό το περιστατικό με τον εθνικό μας ποιητή, τον Διονύσιο Σολωμό. Κάποια ημέρα που ο Σολωμός έκανε τον περίπατό του σε ένα πάρκο, ένας για να τον πειράξει στο πλέον ευαίσθητο σημείο του, δηλαδή στην πίστη του στον Θεό, στάθηκε μπροστά του και τον ρώτησε: «Πιστεύεις στον Θεό. Και τι λοιπόν σου προσφέρει ο Θεός;» Και ο πιστός ποιητής, η μεγάλη αυτή καρδιά, αντί άλλης απαντήσεως, σκύβει, παίρνει στο χέρι του ένα μικρό αγριολούλουδο, το υψώνει και του απαντά: «Τι μου προσφέρει ο Θεός; Ό, τι και ο ήλιος σ’ αυτό το λουλουδάκι!»

            Φίλοι μου, δεν θα μπορούσε να δοθεί περισσότερο θεολογική, υπαρξιακή και ποιητική απάντηση! Ναι, όπως τα άνθη όταν είναι ζωντανά και ανθισμένα, στρέφονται προς το ηλιακό φως για να συνεχίσουν να υπάρχουν, έτσι ακριβώς και ο άνθρωπος δεν μπορεί παρά να στρέφεται προς τον Δημιουργό του, μέσω αυτού ακριβώς του θρησκευτικού λεγομένου συναισθήματος, το οποίο ο ίδιος ο κατασκευαστής του τού φύτεψε στα βάθη της υπάρξεώς του.

            Και ότι έτσι έχουν τα πράγματα, και προφανώς παραλογίζονται όσοι υποστηρίζουν τα αντίθετα, το ότι δηλαδή το θρησκευτικό συναίσθημα είναι πανανθρώπινο και απ` αρχής της εμφανίσεως του ανθρώπου στο μεγάλο σπίτι που ονομάζεται πλανήτης γη, τούτο το βλέπουμε σε πλείστες όσες περιπτώσεις και μας το επιβεβαιώνει αυτή η ιστορία του ανθρωπίνου γένους. Με κλασσικό τρόπο έχει συνοψίσει την αλήθεια αυτή για την καθολικότητα της θρησκείας ο Πλούταρχος: «Εύροις δ’ αν επί ων πόλεις ατειχίστους, αγραμμάτους, αβασιλεύτους, αοίκους, αχρημάτους, νομίσματος με δεομένας, απείρους θεάτρων και γυμναστηρίων. Ανιέρου δε πόλεως και αθέου, μη χρωμένης ευχαίς, μη δ’ όρκοις, μηδέ μαντείαις, μηδέ θυσίαις επ’ αγαθοίς, μη δ’ αποτροπαίς κακών ουδείς έστι, ουδ’ έσται γεγονώς θεατής…» (Προς Κωλώτην, 1126bcd – e).

            Και επειδή έχουμε την ευλογία να ανήκουμε στο Ελληνικό Έθνος που τόσα πρόσφερε, ως γνωστόν, σε όλη την ανθρωπότητα, είναι πολύ χαρακτηριστικό ότι ο Έλληνας, όσο είναι γνωστά τα ίχνη του στην Ιστορία, έχει θεοκεντρική ύπαρξη. Αθεϊα στον αρχαίο Έλληνα είναι άγνωστη. Τούτο το αλλοπρόσαλλο στην κυριολεξία φαινόμενο θα μας εισαχθεί τους τελευταίους αιώνες από την Δυτική Ευρώπη. Τα αρχαιότερα ελληνικά γραπτά κείμενα, δηλαδή τα Ομηρικά Έπη, είναι θριαμβευτική καταξίωση του διαλόγου θεού – ανθρώπου, κάτι που μέσα στη διεργασία της φιλοσοφικής σκέψης, αργότερα, θα αναχθεί σε λυτρωτική ζήτηση…

            Να θυμηθούμε ακόμα, στην παράγραφο αυτή, ότι ο Απόστολος Παύλος, στην επίσκεψή του στην Αθήνα, θα χαρακτηρίσει τους προγόνους μας Αθηναίους – Έλληνες ως «Δεισιδαιμονεστέρους» (Πραξ. Απ. 17,22), δηλαδή, «Ευσεβεστάτους», διότι τα πάντα στην Αθήνα μαρτυρούσαν αυτήν ακριβώς την απεγνωσμένη αναζήτηση του Αληθινού Θεού (του «Αγνώστου Θεού»), που στη συνέχεια ο ίδιος ο Απόστολος Παύλος τους τον κατέστησε γνωστό στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού.

            Οπωσδήποτε, το θρησκευτικό φαινόμενο ή  σε περισσότερο ανεπτυγμένη μορφή ή θρησκεία, αποτελεί βασικότατο γνώρισμα του ανθρώπου, διότι αυτός είναι εκ φύσεως ον θρησκευτικόν. Και αυτοί ακόμα που πολεμούν την θρησκεία και την πίστη, με κύριο στόχο τους τον Χριστιανισμό, και μάλιστα την Ορθοδοξία, και διατείνονται urbi et orbi (στην πόλη και στην οικουμένη) ότι δεν πιστεύουν σε τίποτε, και αυτοί ακόμα κατά βάθος έχουν θρησκευτικότητα και, όταν παρουσιάζεται η κατάλληλη αφορμή, καταφεύγουν στον προσωπικό θεό, τον οποίο μέχρι πριν πεισματικώς αρνιόντουσαν.

            Υπάρχουν πάρα πολλά παραδείγματα ανθρώπων, απίστων και αθέων, οι οποίοι μετά από ένα συγκλονιστικό γεγονός της ζωής τους, όχι απλώς επανήλθαν στην πίστη, αλλά έγιναν και συνειδητά μέλη της εκκλησίας μας. Και αυτό που προξενεί ιδιαίτερη εντύπωση είναι το γεγονός ότι σε εποχές αναστατώσεων και επαναστάσεων, όταν θέλησαν κάποιοι να εκριζώσουν την πίστη από την ψυχή των λαών, διότι δήθεν η πίστη και η χριστιανική εκκλησία παρακωλύουν την πρόοδο και τον πολιτισμό, αυτό που κατόρθωσαν, ήταν, παρά τους διωγμούς και τα μαρτύρια, οι άνθρωποι να αυξάνουν έτι πλέον μέσα στην καρδιά τους την ζωντανή πίστη στον Θεό. Τόσο η Γαλλική Επανάσταση το 1789, όσο και η Μπολσεβικική στη Ρωσία το 1917, αποδεικνύουν του λόγου το αληθές.

            Και επειδή αναφερθήκαμε στη Ρωσία, θα κλείσουμε το πρώτο αυτό μέρος με μια ιστορία (ανέκδοτο) που επιβεβαιώνει τα όσα είπαμε. Ότι δηλαδή η πίστη είναι ριζωμένη μέσα στην ύπαρξη του ανθρώπου και είναι αδύνατον να εξαφανιστεί.

            Ρωσία, προ Γκορμπατσώφ εποχή:

            «Οι φοιτητές είχανε δώσει τις πτυχιακές τους εξετάσεις και ως τελευταίο μάθημα, για να λάβουν τα πτυχία τους, διαγωνίστηκαν στο μάθημα της «αθεϊας» (αναγκαίο τούτο). Μια φοιτήτρια που δεν το περίμενε κανείς, στο μάθημα αυτό αρίστευσε προς έκπληξη των πανεπιστημιακών καθηγητών της.

            Ας παρακολουθήσουμε τον διάλογο:

Καθ. : «Παιδί μου συγχαρητήρια, αρίστευσες».

Φοιτήτρια : (Συγκινημένη) «Σοβαρά; Αχ, δεν το περίμενα. Σας ευχαριστώ πολύ.»

Καθ. : «Ναι, αλήθεια, πώς μπόρεσες να το κατορθώσεις αυτό; Είναι σπάνιο πράγμα να αριστεύει κανείς στο μάθημα αυτό. Προφανώς θα εργάστηκες και θα μελέτησες πάρα πολύ».

Φοιτήτρια: «Μπα, όχι…»

Καθ. : «Μα, δεν μπορεί, πώς όχι; Εσύ ξεπέρασες κάθε προσδοκία. Τι έκανες;»

Φοιτήτρια: «Τι έκανα; Α, πολύ απλά, το πρωί πριν έρθω να γράψω πέρασα από ένα μισοκατεστραμμένο εκκλησάκι και άναψα ένα κεράκι για να γράψω στο μάθημα καλά».

-Κόκκαλο οι καθηγητές!»

            Λοιπόν φίλοι μου, πράγματι, όπως έλεγε και ένας πρώην άθεος, το να ομολογεί κανείς σήμερα ότι πιστεύει στον Θεό, αυτό είναι πολύ «in».

 

Θρησκείες και Χριστιανισμός

Ο άνθρωπος, σύμφωνα με την αποκάλυψη που φανέρωσε ο ίδιος ο Θεός, και η οποία υπάρχει και διασφαλίζεται εντός της Εκκλησίας, πλάστηκε κατ' εικόνα και ομοίωση Θεού. Είναι θείον ον, συγγενεύει και τείνει προς τον Θεό, από τον οποίο και κατάγεται. Όπως διδάσκει ο Απόστολος Παύλος στην ομιλία του προς τους Αθηναίους «του γαρ και γένος εσμέν» (Πραξ. Απ.ιζ΄ 28), δηλ. διότι από αυτόν τον Θεό καταγόμαστε.

Ο δε ιερός Αυγουστίνος, έλεγε του εξής υπέροχους λογούς: «για Σένα ω Θεέ μου, μας έπλασες και είναι ανήσυχη η καρδιά μας, μέχρις ότου αναπαυθεί σε εσένα».( «Fecicti nos Domine, ad te,et inquietum est cor nostrum, donec requiescat in Te »).

Φυσικά η έμφυτη αυτή και ισχυρή ορμή της ανθρώπινης ψυχής προς τον άπειρο Θεό, ώστε μακράν αυτού ποτέ να μη βρίσκει ησυχία, μαρτυρεί την ευγένεια και την ανωτερότητα της ανθρώπινης φύσεως.

Παρά πολλοί μάλιστα μεγάλοι άνδρες, οι οποίοι οδήγησαν με την σοφία τους και τις επιστημονικές τους έρευνες την ανθρωπότητα σε πρόοδο και ευημερία, υπήρξαν ευσεβέστατοι και πίστευαν βαθειά στον Θεό.(Μια ματιά αν ρίξουμε στον Σωκράτη, Πάτωνα, κατόπιν στους μεγάλους πατέρες της Εκκλησίας μας και στη συνεχεία σε μεγάλους επιστήμονες, επιβεβαιώνεται του λογού το αληθές.

Οπωσδήποτε η πιστή αυτή στον Θεό, βοηθά τον άνθρωπο και τον οπλίζει με θάρρος και ασυνήθιστες ψυχικές δυνάμεις σε όλες τις δύσκολες περιστάσεις και τις ποικίλες δοκιμασίες του βίου.

Πράγματι, όταν ο άνθρωπος αποδέχεται τον Θεό, όπως μάλιστα τον διδάσκει η Ορθόδοξη Εκκλησία μας, τότε δεν έχει να φοβηθεί τίποτε απολύτως. Ο λόγος του προφητάνακτος Δαβίδ: «Κύριος εμοί βοηθός και ου φοβηθήσομαι τι ποιήσει μοι άνθρωπος» ( Ψαλμ. 117,6), αποτελεί μια όμορφη και δυναμική πραγματικότητα την οποία βιώνουν οι συνειδητοί και μονό πιστοί.

Βεβαίως, στο σημείο αυτό, πρέπει να δούμε το ερώτημα με το οποίο ξεκινήσαμε στο πρώτο μέρος των άρθρων μας: «γιατί όλοι οι λαοί της γης , ουδέποτε είχαν την ιδία πιστή και την αυτή θρησκεία; Γιατί δεν πίστευαν και δεν πιστεύουν στον ίδιο Θεό, και συγκεκριμένα στον τριαδικό Θεό που πιστεύουμε εμείς οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί, δοθέντος ότι όλοι οι άνθρωποι είναι τέκνα του μοναδικού Θεού;

Όντως, αυτό είναι ένα πολύ σπουδαίο ερώτημα το οποίο χρήζει απαντήσεως και μάλιστα σοβαρής και ικανοποιητικής.

Η απάντηση φίλοι μου είναι η εξής με πολύ απλά λόγια: Η αμάθεια και η αμαρτία, διέστρεψαν την έμφυτη του ανθρώπου θρησκευτική ορμή και συνετέλεσαν ώστε να διαμορφωθούν πολλές και διάφορες θρησκείες. Να δημιουργηθεί ένα μωσαϊκό θρησκειών που η καθεμιά διεκδικεί για τον εαυτό της την αλήθεια!

 

  (Σημείωσις): Βεβαίως, θα πρέπει εδώ να τονίσουμε ότι τον περασμένο αιώνα ξεκίνησε μια προσπάθεια που σκοπό είχε και έχει, να δείξει ότι όλες μαζί οι θρησκείες, μπορούν ταυτοχρόνως να συνυπάρχουν  και όλες μαζί κατά κάποιο τρόπο εκφράζουν την αλήθεια και οδηγούν σε αυτή.

Πρόκειται για το γνωστό κίνημα του οικουμενισμού το οποίο μέσα στη χοάνη του, τείνει να δημιουργήσει μια «υπερεκκλησία» η οποία δήθεν έχει «καταργήσει» τις ποικίλες διαφορές, παρουσιάζοντας στο όνομα της «αγάπης» και του «κοινού δρόμου» προς τον Θεό, ένα ετερόκλητο συνοθύλευμα κοσμοθεωριών που οδηγεί τα πρόσωπα και τις καταστάσεις σ’ ένα καθαρό θρησκευτικό συγκρητισμό και πολιτικό διεθνισμό με ανεξέλεγκτα οπωσδήποτε αποτελέσματα.

Για το θέμα όμως του οικουμενισμού και των αποτελεσμάτων του θα γίνει ειδικός λόγος αργότερα.   

 

Ας δούμε όμως το θέμα μας αναλυτικότερα.

Φυσικές, λέγονται οι θρησκείες τις οποίες διαμόρφωσε ο άνθρωπος μόνος του, με τις δικές του πνευματικές δυνάμεις και με τη φαντασία του.

Η ειδωλολατρία για παράδειγμα, όλων των αρχαίων λαών και μερικών συγχρόνων φυλών στην Αφρική, ανήκει στις φυσικές θρησκείες. Αυτές οι φυσικές θρησκείες, ήταν κατά κανόνα πολυθεϊστικές, διότι σ’ αυτές λατρεύονταν και τιμώνταν ως θεοί διάφορα όντα, αλλά και αυτά τα φυσικά φαινόμενα. Ο ουρανός και η γη, τα άστρα, οι θάλασσες, τα όρη, οι άνεμοι, το φως, τα δάση, τα θηρία, ακόμα και οι αρχηγοί και οι ήρωες της φυλής, σε πολλές περιπτώσεις λατρεύονταν ως θεοί. Οι λαοί λοιπόν αυτοί οι οποίοι εθεοποίησαν τα όντα αυτά και τα φαινόμενα της φύσεως, λέγονται ειδωλολάτρες και η θρησκεία τους ονομάζεται ειδωλολατρική.

Αυτή η ειδωλολατρεία, ονομάζεται και πολυθεΐα ή πολυθεϊσμός και τούτο διότι είναι πίστη σε πολλούς θεούς και φυσιολατρία, διότι είναι λατρεία και θεοποίησις των φυσικών όντων και φαινομένων. 

Φυσικά, η ειδωλολατρία καταδικάζεται από την Αγία Γραφή, ως το χειρότερο και το μεγαλύτερο των αμαρτημάτων, διότι ο ειδωλολάτρης άνθρωπος, αντί να λατρεύσει τον Θεό, τον δημιουργό όλων των ορατών και των αοράτων αποδίδει την λατρεία αυτή του Θεού στα κτίσματα και στα δημιουργήματα του Θεού.

 [Ακριβώς την τάση αυτή πλην των άλλων, θέλει να χτυπήσει ο ιερός υμνωδός της Εκκλησίας μας με τον υπέροχο  Ακάθιστο ύμνο στην ζ΄ ωδή: «Ουκ ελάτρευσαν, τη κτίσει οι θεόφρονες, παρά τον Κτίσαντα...», λόγος βέβαια που ισχύει και για ορισμένους σύγχρονους «φυσιολάτρες» οι οποίοι στο όνομα της «προστασίας του περιβάλλοντος» φτάνουν στο άλλο άκρο και κάποιες φορές δίνουν στα υλικά στοιχεία της φύσεως, ιδιότητες που έχει μόνο ο Θεός ή ορισμένοι άλλοι που ανήκουν σε θρησκευτικές ομολογίες, συμπροσεύχονται μπροστά σε γαλάζιες γυάλινες σφαίρες και μπροστά σε πάγους, για το καλό δήθεν του «πλανήτου»... Προφανώς για να υπομνηματίσουν τον θεόπνευστο λόγο του Απ. Ιούδα «...αστέρες πλανήται, οις ο ζόφος του σκότους εις τον αιώνα τετήρηται» (Ιούδα 13)].

Αποκεκαλυμμένες τώρα, έχουν χαρακτηριστεί οι θρησκείες εκείνες, τις οποίες αποκάλυψε ο ίδιος ο Θεός στους ανθρώπους, μέσω διαφόρων «φωτισμένων» ανδρών.

Οπωσδήποτε εμείς οι Χριστιανοί και μάλιστα οι Ορθόδοξοι, παραδεχόμαστε ότι μόνο ο Χριστιανισμός είναι εξ’ αποκαλύψεως θρησκεία, μαζί φυσικά με την Ιουδαϊκή πίστη στην Παλαιά Διαθήκη, στη σωστή της βέβαια μορφή, όπως αυτή βιώθηκε από τους Πατριάρχες και τους Προφήτες και όσους έμειναν εντός του γνησίου πνεύματος της αναμονής του Λυτρωτού.

Της Χριστιανικής «θρησκείας» ιδρυτής είναι αυτός ο Υιός και Λόγος του Θεού. Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός.

Αλλά και άλλες θρησκείες ισχυρίζονται ότι είναι «αποκεκαλυμμένες», διότι οι ιδρυτές τους δίδαξαν αυτές αφού «φωτίστηκαν» από τον «θεό», όπως ο Ζωροαστρισμός, ο Βουδισμός, ο Μωαμεθανισμός.

Οι αποκεκαλυμμένες αυτές θρησκείες, επειδή διδάσκουν συνήθως πίστη σε ένα θεό, ονομάζονται και μονοθεϊστικές, σε αντίθεση με τις άλλες που είναι πολυθεϊστικές.

Κλείνοντας και το άρθρο αυτό, θα πρέπει να σημειώσουμε τούτο:

α) Χρησιμοποιούμε τις έννοιες και τους όρους συμβατικά και για να προχωρήσουμε στην ανάπτυξη του όλου θέματος.

β) Σε Χριστιανικούς θεολογικούς κύκλους τίθεται κατά καιρούς το εξής ερώτημα: «Ο Χριστιανισμός εντάσσεται στην θρησκείες;». Βέβαια, για τους Ιστορικούς, τους Κοινωνιολόγους, τους Δημοσιολόγους κ.α. η απάντηση είναι καταφατική. Πολλοί όμως θεολόγοι απαντούν αρνητικά: «Ο Χριστιανισμός δεν ανήκει στις θρησκείες. Είναι Εκκλησία». Θρησκεία είναι η προσπάθεια του ανθρώπου να ανακαλύψει τον Θεό, αντιθέτως, Εκκλησία-Χριστιανισμός (Ορθοδοξία), είναι η αποκάλυψις του ίδιου του Θεού στον άνθρωπο μέσα στην Ιστορία.

Είναι επίσης ενδιαφέρον ότι εκπρόσωποι και άλλων θρησκειών (π.χ. Βουδιστές, Ινδουϊστές), αρνούνται ότι η διδασκαλία τους ανήκει στις θρησκείες. Προτιμούν να ονομάζουν το σύστημά τους «φιλοσοφία» ή «ψυχολογία».

Βεβαίως, εξαρτάται από τον ορισμό που δίνει κανείς στον όρο θρησκεία και από ποιά οπτική γωνία εξετάζει κανείς το όλο θέμα.

Πάντως, στην Καινή Διαθήκη, βλέπουμε να υπάρχει η λέξη «θρησκεία». Συγκεκριμένα, στην καθολική επιστολή του Ιακώβου (Α΄ 27) αναφέρεται: «θρησκεία καθαρά και αμίαντος παρά τω Θεώ και Πατρί, αύτη εστίν....».   

Κατά την έκφραση του καθηγ. Λεων. Φιλιππίδου: «ο Χριστιανισμός είναι υπερθρησκεία», «η μονή αληθής θρησκεία». Ίσως θα ήταν προτιμότερη η εξής διατύπωση: «Η Εκκλησία δεν είναι θρησκεία. Είναι η υπέρβαση του γεγονότος της θρησκείας».

Δημιουργία αρχείου: 23-6-2010.

Τελευταία ενημέρωση: 23-6-2010.

ΕΠΑΝΩ