Ορθόδοξη
Ομάδα
Δογματικής Έρευνας Έρευνα για το κτιστό και το Άκτιστο |
Οι διωγμοί κατά της Εκκλησίας στην Προκωνσταντίνεια εποχή
Τού Αποστόλου Αθ. Γλαβίνα
Καθηγητή Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 13ο.
Μαξιμίνος ο Θράκας
Ο Μαξιμίνος (235-238) ωμός και σκληρός, έμεινε σ' όλο το τριετές διάστημα της βασιλείας διοικητής των στρατευμάτων του και ουδέποτε επισκέφτηκε τη Ρώμη. Εχθρός κάθε μόρφωσης και αισθανόμενος μίσος προς τον προκάτοχο του αυτοκράτορα, καταδίωξε και διέταξε να φονευθούν «οι των Εκκλησιών άρχοντες μόνοι» ως υπεύθυνοι για την ευαγγελική διδασκαλία: ος δη (Μαξιμίνος Καίσαρ) κατά κότον τον προς τον Αλέξανδρον οίκον, εκ πλειόνων πιστών συνεστώτα, διωγμόν εγείρας, τους των Εκκλησιών άρχοντας μόνους ως αιτίους της κατά το ευαγγέλιον διδασκαλίας αναιρείσθαι προστάττει, (Ευσεβίου, εκκλησιαστική Ιστορία, Στ' 28). Τα λόγια αυτά του Ευσεβίου μας επιτρέπουν να πούμε ότι ο Μαξιμίνος αισθανόμενος αποστροφή προς την αυλή του Σεπτιμίου Σεβήρου, που αποτελούνταν από Χριστιανούς στην πλειονότητα τους, διέταξε να φονευθούν μόνο οι άρχοντες (οι κληρικοί) γιατί αυτούς θεωρούσε υπεύθυνους για την ευαγγελική διδασκαλία. Με άλλα λόγια, ο Μαξιμίνος εχθρός κάθε μόρφωσης και περιφρονητής των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων στράφηκε εναντίον των κληρικών της Εκκλησίας, γιατί αυτοί ήταν οι πιο μορφωμένοι και σ' αυτούς στηριζόταν η ευαγγελική διδασκαλία. Οι κληρικοί μόρφωναν τους Χριστιανούς, πολλοί από τους οποίους, λόγω της μόρφωσης τους και της συμπάθειας της Μαμμαίας και του Σεβήρου, υπηρετούσαν στα ανάκτορα, στο βαθμό που οι ειδωλολάτρες να είναι λιγότεροι. Ίσως ο Μαξιμίνος, στρεφόμενος μόνο εναντίον των αρχόντων της Εκκλησίας, να πίστευε ότι θα διαλυόταν το Χριστιανικό οικοδόμημα εάν επάτασσε τους κατά τόπους αρχηγούς της (παράβαλλε Ζαχαρίας 13,7. Ματθαίος 26,31).
Πιθανώς ο Μαξιμίνος να κινήθηκε εναντίον των Χριστιανών και από άλλους λόγους, να απογοητεύτηκε δηλαδή από σφάλματα των Χριστιανών, ιδίως από τις έριδες του Καλλίστου και Ιππολύτου για τον επισκοπικό θρόνο της Ρώμης, και να ερεθίστηκε από την ενεργό ανάμειξη τους στο δυναστικό ζήτημα. Η ανάμειξη αυτή ενόχλησε πάρα πολύ τον αυτοκράτορα ενώ στο ζήτημα των ερίδων Καλλίστου και Ιππολύτου αναγκάστηκε να επέμβει αυτοπροσώπως για να κατασιγάσουν.
Και ο Μαξιμίνος δεν μπόρεσε να αποφύγει τις πιέσεις του εθνικού όχλου και να αποτρέψει διωγμούς εναντίον των Χριστιανών. Στην Καππαδοκία και τον Πόντο οι Χριστιανοί υπέστησαν φοβερούς διωγμούς και πιέσεις, γιατί θεωρήθηκαν, από τον εθνικό όχλο, που εξεγέρθηκε εναντίον τους, ως αίτιοι των σεισμών και των φυσικών συμφορών που συνέβησαν εκεί. Τον εθνικό όχλο τον υποστήριξε και ο έπαρχος Σερινιανός, φοβερός και ωμός διώκτης των Χριστιανών. Κατά τον διωγμό αυτό οι Χριστιανοί εγκατέλειπαν την πατρίδα τους και ζητούσαν σ' άλλες περιοχές καταφύγιο και ησυχία, γιατί είναι γεγονός ότι οι Χριστιανοί δεν καταδιώκονταν παντού (ιδές την επιστολή του Επισκόπου Καισαρείας της Καππαδοκίας Φιρμιλιανού προς τον επίσκοπο Καρχηδόνος Κυπριανό, κεφ. 10. Η επιστολή αυτή είναι η 75 ανάμεσα στις επιστολές του Κυπριανού). Ο Μαξιμίνος συμπεριφέρθηκε εχθρικά και προς τους Εθνικούς, αφού εσύλησε τους θησαυρούς πολλών εθνικών ναών. Πάντως πρέπει να λεχθεί ότι στις περισσότερες επαρχίες της αυτοκρατορίας δε διαταράχτηκε η ειρήνη της Εκκλησίας που είχε επικρατήσει την εποχή του Σεπτιμίου Σεβήρου.
Εξαιτίας της ωμότητας του Μαξιμίνου, στην Αφρική ανακηρύχτηκε αυτοκράτορας ο έπαρχος Γορδιανός (Α') με το γιο του, επίσης Γορδιανό (Β΄), και η γερουσία αναγνώρισε και επικύρωσε την εκλογή αυτή του Γορδιανού. Όταν έμαθε αυτό ο Μαξιμίνος εισέβαλε στην άνω Ιταλία για να εκδικηθεί τη γερουσία. Εντωμεταξύ φονεύτηκε στην Αφρική ο Γορδιανός με το γιο του και η γερουσία, που βρισκόταν σε δύσκολη θέση, εξέλεξε δυο αυτοκράτορες, το Βαλβίνο και τον Πουπιένο. Σε λίγο όμως φονεύτηκαν οι τρεις αυτοκράτορες, Μαξιμίνος, Βαλβίνος και Πουπιένος, και νέος αυτοκράτορας ανακηρύχτηκε ο νεαρός Γορδιανός (Γ'). Τελικά το ρωμαϊκό θρόνο κατέλαβε ο Φίλιππος ο Άραβας, αφού με ενέργειες του φονεύτηκε ο Γορδιανός Γ' (238-244).
Την εποχή της βασιλείας του Μαξιμίνου, πιθανώς το 235, ο Ωριγένης απηύθυνε στους δυο φίλους του, τον έγγαμο και ευκατάστατο Αμβρόσιο και τον Πρωτόκλητο, που βρίσκονταν στη φυλακή της Καισαρείας, το σωζόμενο μέχρι σήμερα έργο του Εις μαρτύρων προτρεπτικός (PG 11, 564-637· ΒΕΠΕΣ 9, 35-67). Το έργο αυτό γράφτηκε στην Καισαρεία της Καππαδοκίας, όπου ο Πρωτόκλητος ήταν Πρεσβύτερος και ο Αμβρόσιος διάκονος (ιδές Ευσεβίου, εκκλησιαστική Ιστορία, Στ' 28· Νικηφόρου Καλλίστου, εκκλησιαστική Ιστορία, Ε' 19. Παράβαλλε Ευσεβίου, εκκλησιαστική Ιστορία, Στ' 26-28· Ιερωνύμου, De νiris illustrious, 54· Παλλαδίου, Λαυσαϊκή Ιστορία, 147). Με το έργο του αυτό ο Ωριγένης επιθυμεί να διδάξει τους δυο φίλους του ότι πρέπει να χαίρονται και να σκιρτούν από αγαλλίαση γιατί διώκονται, τους προτρέπει να εμμείνουν στην αρχική τους απόφαση να μαρτυρήσουν για το Χριστό και τους εύχεται το σύγγραμμα του αυτό να τους χρησιμεύσει στις δύσκολες στιγμές που περνούν στη φυλακή πριν από το μαρτύριο.
Οι Χριστιανοί το 235 μισούνται, εμπαίζονται, μυκτηρίζονται, ονειδίζονται, μέμφονται και θεωρούνται «ανόητοι» όχι μόνο από τους γείτονες τους αλλά και από όλους. Η κατάσταση αυτή τους στενοχωρεί και η θλίψη που δοκιμάζουν οι Χριστιανοί από τη σκληρή στάση των συνανθρώπων τους χαρακτηρίζεται από τον Ωριγένη ως μαρτύριο «εν κρυπτώ»· αυτό είναι το μαρτύριο της συνείδησης. Την κατάσταση αυτή πρέπει να υπομένει ο Χριστιανός, υπακούοντας στους περί μαρτυρίου λόγους του Χριστού. Ο Χριστός, όταν κάλεσε τους μαθητές κοντά του, αναφέρθηκε και στα παθήματα και τις δυσκολίες που θα συναντήσουν (Ματθαίος 10,17-23. Μάρκος 13,11-13. Λουκάς 12,11-12. 21,14-19), γι’ αυτό όσοι τον ακολουθούν θα πρέπει να αρνηθούν γυναίκες, τέκνα, αδέλφια, τη ζωή τους αυτή. Η άρνηση του κόσμου, των οικείων και της ζωής έχει ιδιαίτερη αξία και η ουσία του μαρτυρίου έγκειται στο ότι ο Χριστιανός μάρτυρας, του οποίου αναιρείται το σώμα χωρίς όμως να φονεύεται η ψυχή του, ανταποδίδει με αυτό τις πολλές και ποικίλες ευεργεσίες του Θεού, Ο μαρτυρικός θάνατος χαρακτηρίζεται από τον Ωριγένη «δοκίμιον και εξεταστήριον» και «ποτήριον» (παράβαλλε Ματθαίος 20,21), έχει την έννοια της ανταπόδοσης και είναι τίμιος. Γι’ αυτό ο Ωριγένης τονίζει και επιμένει στην εμμονή στο μαρτύριο και καλεί τους δυο φίλους του, ήδη στον πρόλογο του έργου του, να φανούν γενναίοι επιδεικνύοντες καταφρόνηση του οστρακίνου σκεύους, του σώματος, όπως τούτο έπραξαν οι τρεις παίδες, ο Δανιήλ και οι επτά Μακκαβαίοι, και τους προτρέπει να μείνουν σταθεροί και να δείξουν υπομονή μέχρι τέλους. Ο Ωριγένης απέδιδε μεγάλη σημασία στο «βάπτισμα το του μαρτυρίου». Ο πατέρας του ήταν μάρτυρας, ο ίδιος ήθελε να συμμεριστεί την τύχη του και πολλοί μαθητές του μαρτύρησαν. Όπως από τη θυσία του Χριστού ( = βάπτισμα) απέρευσε η χάρη του Θεού έτσι συμβαίνει και με το μαρτύριο, που μας οδηγεί σε άλλη ζωή. Υπάρχει μόνο μια διαφορά ανάμεσα στη θυσία του Χριστού και στο μαρτύριο των Χριστιανών: ο Χριστός θυσιάστηκε για μας και για τη σωτηρία μας ενώ εμείς οι Χριστιανοί θυσιαζόμαστε και πάλι για τη δική μας σωτηρία. Η αναφορά του Ωριγένη στους βιβλικούς μάρτυρες έχει σκοπό να ενθαρρύνει τους δυο φίλους του να μείνουν σταθεροί μέχρι το τέλος.
Ο Χριστιανός, που αντιμετωπίζει χωρίς φόβο και δειλία τον κόσμο και υπομένει με θάρρος και καρτερία τα βασανιστήρια, πρέπει να είναι βέβαιος ότι θα αμειφθεί από τον Θεό για τη μεγάλη προσφορά του. Το τελικό επακόλουθο των Χριστιανών μαρτύρων είναι η απόκτηση της αιώνιας ζωής και μακαριότητας. Έπειτα το μαρτύριο ωφελεί και τους άλλους Χριστιανούς, που υψώνονται προς τον Θεό από το παράδειγμα του μάρτυρα. Δεν είναι όμως μόνο αυτά τα επακόλουθα των βασάνων και του μαρτυρίου. Όταν υπάρχει χαρά και αγαλλίαση, γιατί αξιώνεται κανείς να πάθει και να ατιμαστεί για το όνομα του Χριστού (Πράξ. 5,41), τότε ο φόβος δεν έχει καμιά θέση στη ζωή του πιστού. Μπροστά στο δικαστήριο και στους κριτές συνοδεύει η ειρήνη του Θεού εκείνον που προτιμάει «τον μετ' ευσέβειας θάνατον του μετ' ασεβείας ζην». Με αφορμή τον πλούσιο φίλο του Αμβρόσιο ο Ωριγένης θίγει και το θέμα της σχέσης του μαρτυρίου και των πλουσίων. Οι πλούσιοι, λέγει ο Ωριγένης, θα έχουν μεγαλύτερη μακαριότητα, σύμφωνα με την απάντηση του Ιησού στον Απόστολο Πέτρο (Ματθαίος 19,27-29) ότι θα λάβουν «πολλαπλασίονα» όσοι άφησαν αδέλφια, γονείς, τέκνα, χωράφια και σπίτια γι’ αυτόν. Σαφώς ο Ωριγένης δέχεται ότι οι πλούσιοι μάρτυρες υπερέχουν από τους φτωχούς μάρτυρες, όπως ακριβώς και οι μάρτυρες γενικώς θα έχουν λαμπρότερη δόξα και αμοιβή από τους άλλους που δε μαρτύρησαν. Ήταν, συνεπώς, επόμενο ο Ωριγένης να εύχεται για τον εαυτό του να είχε αποκτήσει πολλά για να αμειφθεί από το Χριστό περισσότερο. Τον Ωριγένη απασχόλησε και η περίπτωση της άρνησης του μαρτυρίου από τους δυο φίλους του και γενικότερα από κάθε Χριστιανό. Η άρνηση της Χριστιανικής πίστης θεωρείται από τον Ωριγένη μεγάλη «ασέβεια» και η προσκύνηση άλλου πράγματος, ανυπόστατου, «βδέλυγμα». Ακόμη, ο όρκος, που γίνεται τη στιγμή της άρνησης, χαρακτηρίζεται ως «λόγος αργός» και «μιασμός ψυχής». Οι συνέπειες της άρνησης του Χριστού θα είναι ο αιώνιος θάνατος και η διαμονή των αρνουμένων με τους δαίμονες, που θα χαίρονται γιατί ένας ακόμη Χριστιανός βρίσκεται μαζί τους.
Προηγούμενο // Περιεχόμενα // Επόμενο
Δημιουργία αρχείου: 27-4-2010.
Τελευταία ενημέρωση: 27-4-2010.