Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Έρευνα για το κτιστό και το Άκτιστο

Βιβλία

Διωγμοί

 
Προηγούμενο // Περιεχόμενα // Επόμενο

 

Οι διωγμοί κατά της Εκκλησίας στην Προκωνσταντίνεια εποχή

Τού Αποστόλου Αθ. Γλαβίνα

Καθηγητή Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 16ο.

Ο Γάλλος


Η ειρήνη, που επεκράτησε στην αρχή της βασιλείας του Γάλλου (251-253) και του γιου του Βολουσιανού (251-253), δεν κράτησε για πολύ. Ο Επίσκοπος Καρχηδόνος Κυπριανός είχε προαισθανθεί ότι ο διωγμός θα ανανεωνόταν (Επιστολή ad Demetrianum) και γι’ αυτό συγκάλεσε το 252 σύνοδο στην Καρχηδόνα, από 42 Αφρικανούς Επισκόπους, για να αποφασίσουν για τους πεπτωκότες Χριστιανούς που διατελούσαν ακόμη στο στάδιο της μετανοίας και, κατά συνέπεια, δεν ανήκαν στο σώμα της Εκκλησίας. Ο Κυπριανός θεώρησε σκόπιμο να ληφθεί απόφαση για την ενσωμάτωση των πεπτωκότων αυτών στην Εκκλησία έτσι ώστε η Εκκλησία να αντιμετωπίσει ενωμένη τον επικείμενο διωγμό, κατά τον οποίο οι Εθνικοί και πάλι θα ήταν συνασπισμένοι και θα εμφανίζονταν σύσσωμοι κατά του Χριστιανισμού. Η σύνοδος αυτή όρισε να συγχωρηθούν οι θυσιάσαντες (sacrificati) Χριστιανοί και να ενωθούν με την Εκκλησία με τον όρο όμως να μην έχουν δικαίωμα να γίνουν κληρικοί. Ο στενός σύνδεσμος των Χριστιανών στις δύσκολες περιστάσεις του διωγμού ήταν ζήτημα ανάγκης.

Το 252 φθοροποιός λοιμός ξαπλώθηκε σιγά σιγά σ' όλη την αυτοκρατορία. Ο λιμός, που ακολούθησε, και ο αυχμός, διέγειραν τη μανία του ειδωλολατρικού όχλου κατά των Χριστιανών. Οι Εθνικοί εκδήλωσαν τότε όλη τους την αγριότητα και την απανθρωπιά. Καθένας, στις δύσκολες εκείνες καταστάσεις της φοβερής αρρώστειας, της πείνας και της δυστυχίας σκεφτόταν μόνο τη δική του ζωή. Είχαν εξαφανιστεί οι δεσμοί της φιλίας και της συγγένειας. Οι ασθενείς στερούνταν κάθε φροντίδας και περιποίησης και οι νεκροί ρίχνονταν από τα παράθυρα των σπιτιών στους δρόμους και αφήνονταν άταφοι. Ο Κυπριανός Καρχηδόνος παρότρυνε τότε τους Χριστιανούς της Επισκοπής του να πράξουν το καθήκον τους, να επιδείξουν αυταπάρνηση και να εκδηλώσουν εμπράκτως τα αισθήματα της αγάπης τους προς τους δεινοπαθούντες ανθρώπους, ανεξαρτήτως αν αυτοί ήταν Χριστιανοί ή Εθνικοί (Κυπριανού, De mortalitate, κεφ. 15). Ο ζήλος των Χριστιανών εκδηλώθηκε έντονα και η αγάπη τους εντυπωσίασε τους Εθνικούς. Πολλοί Χριστιανοί έπεσαν τότε θύματα του καθήκοντος τους θάπτοντες τους νεκρούς και περιποιούμενοι τους προσβληθέντες από την επιδημία. (Παράβαλλε όσα λέγει και ο Επίσκοπος Αλεξανδρείας Διονύσιος για τις πράξεις αυτοθυσίας των Χριστιανών της Αλεξανδρείας, Ευσεβίου, εκκλησιαστική Ιστορία, Ζ' 22). Ήταν επόμενο οι διαθέσεις των Χριστιανών και η στάση τους στις δύσκολες αυτές ώρες να προκαλέσουν μεγάλη εντύπωση στους Εθνικούς και να οδηγήσουν πολλούς από αυτούς να προσέλθουν στο Χριστιανισμό και να γίνουν μέλη της Εκκλησίας (PG 45, 956-7). Το μέγα πλήθος όμως των ειδωλολατρών έμεινε ασυγκίνητο και σε λίγο βρήκε την ευκαιρία να επιτεθεί κατά των Χριστιανών. Οι Χριστιανοί θεωρούσαν τους Εθνικούς αίτιους όλων των συμφορών, που τους έπλητταν, γιατί δεν ήθελαν να αντιληφθούν την ειδωλολατρική τους πλάνη και να πιστέψουν στο μόνο αληθινό Θεό, ενώ οι Εθνικοί, αντιστρόφως, κατηγορούσαν τους Χριστιανούς για τις ποικίλες συμφορές. Και ήταν επόμενο να ξεσηκωθούν εναντίον τους. Λίγο πριν να εκραγεί ο διωγμός αυτός ο Κυπριανός έστειλε προτρεπτική επιστολή στην Αφρικανική κοινότητα των Θιβαριτανών (Ad Thibaritanos, de exhortatione martyrii) για να ενισχύσει τους Χριστιανούς στον επικείμενο διωγμό. Έγραφε, λοιπόν, προς το λαό της Θίβαρης: Προσφιλέστατοι μου αδελφοί, ας μην ταραχθεί κανείς αν δει την κοινότητα μας να διασκορπίζεται εδώ κι εκεί από το φόβο του διωγμού ή αν δει τους αδερφούς να μη συνέρχονται στο ίδιο μέρος και αν δεν ακούει πια τους Επισκόπους να κηρύττουν. Εμείς οι Χριστιανοί, οι οποίοι δεν πρέπει καθόλου να φονεύομεν, αλλά πρέπει να είμαστε έτοιμοι για το θάνατο, δεν μπορούμε να συναθροιζόμαστε στο ίδιο μέρος. Οποιοσδήποτε αδερφός Χριστιανός βρεθεί τις ημέρες εκείνες χωρισμένος σωματικά και όχι πνευματικά από την κοινότητα του ας μην ταραχθεί βλέποντας τα δεινά της φυγής αυτής· αν κατέφυγε στην ερημιά, μακριά από κάθε άνθρωπο, ας μην εκπλαγεί και φοβηθεί δεν είναι μόνος εκείνος που διασώζει παντού το ναό του Θεού αυτός έχει μαζί του τον Θεό. Και αν αυτός που καταφεύγει στην ερημιά ή τα βουνά πέσει σε ληστή ή σε άγριο θηρίο ή τον απειλήσει πείνα ή δίψα ή ψύχος ή καταφύγει στη θάλασσα και τον απειλήσουν κύματα, πρέπει να έχει την πεποίθηση ότι ο Χριστός τον ακολουθεί στις θλίψεις και στενοχώριες και ότι θα του δώσει στην ανάσταση την ανταμοιβή, που του υποσχέθηκε, αν πεθάνει για το όνομα του Χριστού (Κυπριανού, Επιστολή 56).

Ο αυτοκράτορας Γάλλος, μη όντας σε θέση να εννοήσει ότι οι προσευχές δεν επιβάλλονται με αυτοκρατορικά διατάγματα, για να εξιλεώσει τους θεούς, για την επιδημία της αρρώστιας, εξέδωσε διάταγμα με το οποίο υποχρέωνε όλους τους Ρωμαίους υπηκόους να προσφέρουν θυσία στους θεούς για την απαλλαγή από τα δεινά·sacrificia quae edicto proposito celebrare populus jubebatur, όπως έγραφε ο Κυπριανός. Το διάταγμα αυτό δε στρεφόταν απευθείας εναντίον των Χριστιανών, ήταν φυσικό όμως να προκαλέσει διωγμούς εναντίον τους, αφού οι Χριστιανοί αρνήθηκαν να συμμορφωθούν με αυτό. Οι Εθνικοί έβλεπαν με μίσος τους Χριστιανούς γιατί δεν ήθελαν να λάβουν μέρος στις θυσίες. Έτσι άρχισαν πάλι οι διωγμοί κατά των Χριστιανών για να αυξηθεί ο αριθμός αυτών που θυσίαζαν στα είδωλα και να υποστηριχθεί η παλιά θρησκεία. Οι Επίσκοποι της Ρώμης ήταν το πρώτο τέρμα του διωγμού. Ο Κορνήλιος εξορίστηκε στην Centumcelle (Civita Vecchia) και πέθανε στην εξορία. Και ο διάδοχος του, ο γενναιόψυχος Λούκιος, είχε την ίδια τύχη σε λίγο. Στην Καρχηδόνα ο εθνικός όχλος φώναζε τον Κυπριανό στα λιοντάρια, κι αυτή τη φορά όμως ο άγιος αυτός Επίσκοπος γλύτωσε το θάνατο. Στην Αλεξάνδρεια ο Επίσκοπος Διονύσιος κατόρθωσε, με την παρουσία του, να συγκρατήσει τους Χριστιανούς στην ορθή πίστη. Ο ίδιος ο Διονύσιος με λίγα λόγια αναφέρεται στο διωγμό του Γάλλου: αλλ’ ουδέ Γάλλος το Δεκίου κακόν ουδέ προεσκόπησε τι ποτ’ εκείνον έσφηλεν, αλλά προς τον αυτόν προ των οφθαλμών αυτού γενόμενον έπταισε λίθον· ος εύ φερομένης αυτώ της βασιλείας και κατά νουν χωρούντων των πραγμάτων, τους Ιερούς άνδρας, τους περί της ειρήνης αυτού και της υγείας πρεσβεύοντας προς τον Θεόν, ήλασεν, Ουκούν, συν εκείνοις έδιωξε και τας υπέρ αυτού προσευχάς (Ευσεβίου, εκκλησιαστική Ιστορία, Ζ' 1).

Ο διωγμός αυτός δεν κράτησε πολύ γιατί ο αυτοκράτορας Γάλλος έφυγε σύντομα από τη μέση. Ο έπαρχος της Παννονίας Αιμιλιανός ανακηρύχτηκε αυτοκράτορας το 253 και ο Γάλλος που εκστράτευσε εναντίον του φονεύτηκε.

Ύστερα από τα δυο διατάγματα του Δεκίου και του Γάλλου οι Χριστιανοί, για να μην προκαλούν την οργή των Εθνικών και να μην εκθέτονται σε άμεσους κινδύνους, έγιναν πιο προσεκτικοί στην ιεραποστολική τους δράση. Από την άλλη πλευρά οι έριδες των τοπικών Εκκλησιών για το ζήτημα των lapsi (πεπτωκότων) μείωσαν προφανώς αρκετά την ιεραποστολική δραστηριότητα, πράγμα που μπορούσε να δημιουργήσει την εντύπωση στον ειδωλολατρικό κόσμο και τις ρωμαϊκές αρχές ότι ο κίνδυνος από το Χριστιανισμό μειωνόταν και η Εκκλησία έχανε τη σημασία της. Τέτοια όμως συμπεράσματα, που στηρίζονταν στην αναγκαστική ανάκαμψη της δράσης της Εκκλησίας, λόγω των σκληρών διωγμών και των εσωτερικών προβλημάτων της Εκκλησίας, ήταν εύκολο να αποδειχθούν εσφαλμένα από την ίδια τη ζωή της Εκκλησίας.

 


Προηγούμενο // Περιεχόμενα // Επόμενο

Δημιουργία αρχείου: 28-4-2010.

Τελευταία ενημέρωση: 28-4-2010.

Πάνω