Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Επιστροφή στην Κεντρική σελίδα

Δογματικά

Από τα κτιστά ρήματα στα άρρητα ρήματα // Η σχέση Αγίας Γραφής και αποκάλυψης του Θεού

Το προφητικό χάρισμα

π. Ι. Ρωμανίδης

 

Πηγή: "Εμπειρική Δογματική τής Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας κατά τις προφορικές παραδόσεις του π. Ιωάννου Ρωμανίδη". Τόμος Α'

 

Το χάρισμα της προφητείας δεν είναι απλώς μια απλή όραση, αλλά είναι μια ιδιαίτερη πνευματική κατάσταση. Ο Απόστολος Παύλος, αναφερόμενος στην προφητεία, την συνδέει με την ερμηνεία και διδασκαλία και αυτή την διδασκαλία την θεωρεί μεγάλο χάρισμα. Γράφει: «ζηλούτε δε τα πνευματικά, μάλλον δε ίνα προφητεύητε… Ο δε προφητεύων ανθρώποις λαλεί οικοδομήν και παράκλησιν και παραμυθίαν. Ο λαλών γλώσση εαυτόν οικοδομεί, ο δε προφητεύων Εκκλησίαν οικοδομεί, θέλω δε πάντας υμάς λαλείν γλώσσαις, μάλλον δε ίνα προφητεύητε· μείζων γαρ ο προφητεύων ή ο λαλών γλώσσαις, έκτος ει μη διερμηνεύει, ίνα η Εκκλησία οικοδομήν λάβη» (Α' Κορινθίους Ιδ', 1-5).

Με το «λαλείν γλώσσαις» εννοεί την νοερά προσευχή, με το προφητεύειν εννοεί την ερμηνεία.

«Και το ωραίο είναι ότι ο Απόστολος Παύλος μιλάει σε ενορία και λέει ότι θέλω πάντας υμάς λαλείν γλώσσαις ίνα προφητεύητε. Να είσθε όλοι, δηλαδή, Προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης, να είσθε ερμηνευτές. Να αποκτήσετε την νοερά προσευχή, για να μπορήτε να ερμηνεύετε. Γι’ αυτό έχουμε αυτό το φαινόμενο, που έχουμε αυτούς τους κατά κόσμον αγράμματους καλογήρους, οι οποίοι έχουν την πνευματικότητα, διαβάζουν ψαλμούς, Παλαιά Διαθήκη και κάνουν ερμηνεία μετά».

Το προφητικό χάρισμα είναι ερμηνευτικό και η ερμηνεία της Αγίας Γραφής δεν έχει καμία σχέση με στοχαστικές και επιστημονικές αναλύσεις.

«Προσευχέσθω ίνα διερμηνεύη (Α' Κορινθίους Ιδ', 13), σημαίνει προσευχέσθω ίνα προφητεύη. Οπότε, το προφητικό χάρισμα είναι ερμηνευτικό χάρισμα. Αυτό πρέπει να το προσέξουν οι καθηγητές της Αγίας Γραφής που κάνουν ερμηνεία. Είναι χάρισμα η ερμηνεία της Αγίας Γραφής κατά τον Απόστολο Παύλο».

Βεβαίως, υπάρχει στενή σχέση μεταξύ των δύο χαρισμάτων, ήτοι του χαρίσματος του «λαλείν γλώσσαις» (νοερά προσευχή) και του χαρίσματος του διδάσκειν απλανώς.

«Το χάρισμα της προφητείας, προκύπτει από το χάρισμα του λαλείν γλώσσαις. Όποιος έχει το ένα, έχει και το άλλο, το ένα εξαρτάται από το άλλο, και λέει: θέλω δε πάντας υμάς λαλείν γλώσσαις, μάλλον δε ίνα προφητεύητε· μείζων γαρ ο προφητεύων ή ο λαλών γλώσσαις (Α' Κορινθίους Ιδ', 5). Αυτό δεν είναι απόλυτο όμως· δεν λέει απόλυτα ότι είναι μείζων, διότι προσθέτει έκτος ει μη διερμηνεύει.

Αλλά ποιος διερμηνεύει όμως; Ο ίδιος ο λαλών γλώσσαις πρέπει να ερμηνεύη. Αυτή η ερμηνεία τι είναι; Είναι η προφητεία, η ερμηνεία η ίδια είναι η προφητεία, δηλαδή. Κοιτάτε πάλι: θέλω δε πάντας υμάς λαλείν γλώσσαις, μάλλον δε ίνα προφητεύητε· μείζων γαρ ο προφητεύων ή ο λαλών γλώσσαις, έκτος ει μη διερμηνεύει. Εκείνος που λαλεί γλώσσες πρέπει να διερμηνεύη. Λοιπόν, αυτό το να διερμηνεύη σημαίνει πρέπει να προφητεύη, ίνα η Εκκλησία οικοδομήν λάβη».

Πάνω από το προφητικό χάρισμα είναι η «πρόσωπον προς πρόσωπον» θέα του Θεού. Η προφητική διδασκαλία είναι απαύγασμα της θεοπτίας.

«Το να γνωρίση κανείς τον Χριστό δια της πείρας, αυτό είναι ανώτερο του προφητικού χαρίσματος. Είναι το πρόσωπον προς πρόσωπον (Α' Κορινθίους Ιγ', 12) δηλαδή, γνωρίζουμε πρόσωπον προς πρόσωπον τον Θεό, όπως ο Απόστολος Παύλος μας το λέει καθαρά, πρόσωπον προς πρόσωπον.

Λοιπόν, εκείνος που γνωρίζει πρόσωπον προς πρόσωπον τον Θεό και έχει και την αδιάλειπτη ευχή μέσα του, αυτός έχει το λαλείν γλώσσαις. Γιατί; ίνα προφητεύη. Οπότε, αυτός πλέον διαβάζει την Παλαιά Διαθήκη και βλέπει στους ψαλμούς παντού, παντού, παντού βλέπει τον Χριστόν που είναι σε κοινωνία με τους Προφήτας».

Αφού κατά την Πεντηκοστή απεκαλύφθη η «πάσα αλήθεια», σημαίνει ότι η προφητεία δεν είναι απλώς η αποκάλυψη των μελλόντων, τα οποία ήδη αποκαλύφθηκαν, αλλά η ερμηνεία της προφητείας των Προφητών. Και μπορεί να ερμηνεύη ορθώς τους Προφήτες, εκείνος που έχει νοερά προσευχή στην καρδιά, που είναι συνέχεια του χαρίσματος του «λαλείν γλώσσαις».

«Τον όρο προφητεία, ο Κύριλλος Αλεξανδρείας μας τον ερμηνεύει πολύ και λέει προφητεία δεν είναι πλέον περί των μελλόντων γενέσθαι, εφ’ όσον αυτά που προεφήτευσαν ότι μελλοντικά θα γίνουν, αυτά έγιναν, όλα έγιναν».

«Δυστυχώς του Αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας δεν σώζεται ολόκληρη η ερμηνεία αυτών των αποσπασμάτων, αλλά σώζονται αρκετά για να καταλάβη κανείς, ας πούμε, πώς ερμηνεύει.

Πρώτα - πρώτα τονίζει την διαφορά μεταξύ Πεντηκοστής και εδώ (στην Κόρινθο), διότι στην Πεντηκοστή οι ακροατές ακούγανε και καταλαβαίνανε, ενώ εδώ δεν ακούνε τίποτε. Οπότε, το τονίζει αυτό. Ο Χρυσόστομος τείνει να πιστεύη ότι πρόκειται (στην Κόρινθο) περί της ιδίας γλωσσολαλίας της Πεντηκοστής, δηλαδή. Όποτε υπάρχει μια διαφορά μεταξύ Χρυσοστόμου και Κυρίλλου Αλεξανδρείας, δηλαδή. Το παράξενο είναι ότι στον Χρυσόστομο υπάρχει νοερά προσευχή, όμως η πράξη της νοεράς προσευχής υπάρχει στην παράδοση του Χρυσοστόμου. Δεν ξέρω τώρα πώς προέκυψε αυτή η διαφοροποίηση, αλλά φαίνεται πάντως ότι εδώ -και να είναι γλωσσολαλία, και να μην είναι γλωσσολαλία Πεντηκοστής- πάντως νοερά προσευχή είναι. Με παρακολουθείτε; Είτε ακούουνε είτε δεν ακούουνε, το γεγονός της νοεράς προσευχής φαίνεται από εδώ, άσχετα με την γλωσσολαλία. Γιατί; Διότι άλλο είναι το «προσεύχεσθε πνεύματι» και άλλο είναι το «προσεύχεσθε vοΐ». Και, φαίνεται, γι’ αυτό προέκυψε να λέγεται η Λειτουργία λογική λατρεία, λογική θυσία. Είναι η λογική θυσία, η λογική λατρεία, διότι η δημοσία θεία ευχαριστία της Εκκλησίας γίνεται με την λογική του ανθρώπου, διότι γίνεται με φωνές κλπ, ώστε και εκείνος που δεν έχει νοερά προσευχή, μετέχει, δηλαδή, και λέει και το «αμήν», και κοινωνάει κ.ο.κ. Οπότε, νομίζω ότι έτσι βγαίνει το νόημα αυτό».

Το σημαντικό είναι ότι ο Απόστολος Παύλος λέγει ότι θα έλθη καιρός που οι προφητείες θα καταργηθούν. Γράφει: «η αγάπη ουδέποτε εκπίπτει, είτε δε προφητείαι, καταργηθήσονταν είτε γλώσσαι, παύσονταν είτε γνώσις, καταργηθήσεται. Εκ μέρους δε γινώσκομεν και εκ μέρους προφητεύομεν όταν δε έλθη το τέλειον, τότε το εκ μέρους καταργηθήσεται» (Α' Κορινθίους Ιγ', 8-10).

«Εκείνος όμως που φθάνει στον φωτισμό της καρδιάς αποκτά την αρχή της αλλαγής του ανθρώπου και αρχίζει η ιδιοτελής αγάπη να μετατρέπεται στην ανιδιοτελή, η οποία έρχεται όταν ο Απόστολος Παύλος μας λέγη έρχεται το τέλειον. Και όταν έρχεται το τέλειον, τότε καταργείται η προφητεία, η γλώσσα -σημαίνει νοερά ευχή-, καταργείται η γνώση και εκείνο που παραμένει είναι η αγάπη».

Όταν ο άνθρωπος φθάση στην θέωση-θεοπτία, τότε σε αυτόν εκείνη την ώρα καταργείται η ερμηνεία της Παλαιάς Διαθήκης, γιατί τότε βλέπει τον Χριστό «εν τη δόξη Αυτού». Τότε καταργείται και η νοερά προσευχή.

«Όταν λέη καταργηθήσονται προφητείαι, σημαίνει ότι καταργείται η ενέργεια του προφητεύειν σε αυτούς, που έκαναν ερμηνεία της Παλαιάς Διαθήκης, που σημαίνει ότι καταργείται η ερμηνευτική. Δηλαδή, ο σκοπός της Αγίας Γραφής είναι να οδηγήση τον άνθρωπο στην θεοπτία, στην θέωση, δηλαδή να δη τον Χριστό εν δόξη.

Οπότε, όταν βλέπη κανείς τον Χριστό εν δόξη, τότε καταργούνται αι προφητείαι, διότι έχει κανείς μπροστά του την πραγματικότητα, τον ίδιο τον Χριστό. Από αυτής της απόψεως, για τον θεούμενο η Αγία Γραφή καταργείται. Δεν σημαίνει ότι αχρηστεύεται, αλλά καταργείται κατά την διάρκεια της εμπειρίας της Θεώσεως. Και χρησιμεύει η Αγία Γραφή, για την διαφύλαξη των πιστών κ.ο.κ. Για να οδηγηθούν και αυτοί στην εμπειρία της Θεώσεως.

Παύσονται γλώσσαι. Δηλαδή, κατά την διάρκεια της εμπειρίας της Θεώσεως η νοερά ευχή σταματάει. Δεν εύχεται πλέον ο νοερώς ευχόμενος. Σταματάει η ευχή, διότι αντικαθίσταται πάλι με την πραγματικότητα».

Μετά την θεοπτία επανέρχεται η νοερά προσευχή, επειδή η όραση του Θεού δεν είναι μόνιμη στην ζωή αυτή.

Προφήτες υπάρχουν σε όλες τις εποχές και σε όλους τους αιώνες. Αυτοί είναι οι αληθινοί ηγέτες του λαού του Θεού, γιατί ομιλούν εκ πείρας και απλανώς. Γι’ αυτό κατά την σχετική παραβολή του Χριστού, ο Αβραάμ στον πλούσιο που βρισκόταν στον Άδη και ζητούσε να στείλη τον Λάζαρο, για να κηρύξη στους ζωντανούς συγγενείς του μετάνοια, απήντησε: «έχουσι Μωϋσέα και τους προφήτας· ακουσάτωσαν αυτών… Ει Μωυσέως και των Προφητών ουκ ακούουσιν, ουδέ εάν τις εκ νεκρών αναστή πεισθήσονται» (Λουκάς ις', 29-31).

Όμως, στην άλλη ζωή, που θα υπάρχη μόνιμη εμπειρία του Θεού, δεν θα υπάρχη η Αγία Γραφή, θα καταργηθή εντελώς, δεν θα χρειάζεται.

«Όταν έχουμε την μόνιμη εμπειρία της Θεώσεως στην άλλη ζωή, δεν χρειάζεται ούτε η Αγία Γραφή ούτε η νοερά προσευχή ούτε οι θεολογικές γνώσεις και τα δόγματα κ.ο.κ.»

Δημιουργία αρχείου: 8-11-2014.

Τελευταία ενημέρωση: 8-11-2014.