Μετανθρωπισμός: Το τέλος του ανθρωπισμού! * Θεολογία και Τεχνητή Νοημοσύνη * Βιοηθικές προκλήσεις στη νέα χιλιετία. Μια Ορθόδοξη απάντηση * Υπάρχουν όρια στην διάθεση τού ανθρωπίνου σώματος;
Η Μαριάμ από τα Μάγδαλα και ο Homo Deus τής Σίλικον Βάλεϋ[1] Σωτήρης Δεσπότης Καθηγητής Πανεπιστημίου ΕΚΠΑ
Πηγή: "Οδοιπορικό". Τριμηνιαίο ενημερωτικό δελτίο τού Πατριαρχικού Ιδρύματος Ορθοδόξου Ιεραποστολής Άπω Ανατολής. Τεύχος 87 Απρίλιος-Ιούνιος 2024. Αναδημοσίευση από: https://patriarchikoidryma.gr |
Η εποχή κατά την οποία ζούμε χαρακτηρίζεται ως Δ´ Βιομηχανική Επανάσταση και προπαγανδίζεται ως η νέα φάση της Εποχής του Ανθρωπόκαινου. Στη «νέα ατζέντα» του ανθρώπινου είδους, το οποίο πλέον δεν ονομάζεται Homo Sapiens, αλλά Homo Deus - Ανθρωπόθεος, σύμφωνα με τον Γ. Χαράρι, συγγραφέα του ομώνυμου βιβλίου, κυριαρχεί η εξής φιλοδοξία: μέσω «της γενετικής μηχανικής, της αναγεννητικής ιατρικής και της νανοτεχνολογίας επιτέλους αυτό [το είδος] θα ξεγελά τον θάνατο δεκαετία τη δεκαετία, αναζωογονώντας γερασμένους ιστούς και αναβαθμίζοντας τα χέρια, τα μάτια, τον εγκέφαλο, παρατείνοντας αρχικά το προσδόκιμο της ζωής». Πλέον ο θάνατος δεν αντιμετωπίζεται ως συνέπεια «πτώσης» (= αποτυχίας και δια+στροφής της ανθρώπινης λειτουργίας και ευτυχίας) αλλά ως πρόβλημα «τεχνικό». Ήδη με σημαία την «αιώνια νεότητα» έχει στηθεί μία «βιομηχανία ομορφιάς» με τεράστια κέρδη από συγκεκριμένες εταιρείες, αλλά και υψηλό «κόστος» όχι μόνο οικονομικό αλλά κυρίως ψυχολογικό κατεξοχήν για τη μοντέρνα «μυροφόρα» γυναίκα. Κατεξοχήν στην Ν. Κορέα, η οποία προβάλλει στον δυτικό Κόσμο ως «υπόδειγμα» συνδυασμού Παράδοσης και Υπερευφυίας (HiTech - Singularity), αυτή η έκρηξη της τεχνολογίας και της «βιομηχανίας» έχει ωθήσει τον «ανθρωπόκαινο» στο «ανθρωπό+κενο»: στο «τέρας της κατάθλιψης» και το «κενό» - την άβυσσο των αυτοκτονιών. Ήδη η Βίβλος αναπτύσσει στις πρώτες σελίδες της, δύο είδη θανάτου: τον πρώτο (σωματικό) και τον δεύτερο (τον πνευματικό). Και ο ίδιος ο Χαράρι υπογραμμίζει ότι τελικά οι άνθρωποι μελλοντικά ίσως είναι μη θνητοί αλλά όχι αθάνατοι! Kαι αμφιβάλλει εάν αυτό οδηγήσει στην ευδαιμονία, καθώς η πιο πιθανή κατάληξη είναι η ανία - πλήξη και η κατάθλιψη. Και εδώ ακριβώς είναι η πρόκληση για τον Χριστιανισμό, ο οποίος από την αρχή ομιλεί για την καινότητα αντί της νεότητας. Πλέον καλείται να αξιοποιήσει το «meta» τού Ζάκενμπεργκ και της Σίλικον Βάλευ για να εισαγάγει τον «ανθρωπόκαινο» όχι απλώς στο βιολογικό «μετά Χριστόν» αλλά σε μία Κοινωνία «μετά Χριστού». Ο Χριστιανισμός, διαφορετικά προς την Φιλοσοφία και την Ψυχοθεραπεία, εδώ και 20 αιώνες δεν λανσάρει ωραίες «συνταγές θέωσης», αλλά προβάλλει την μίμηση και τη συνύπαρξη με ένα συγκεκριμένο Πρόσωπο: τον Θεάνθρωπο Κύριο Ιησού - τον Deus Homo. Η ανάστασή Του εισάγει «εδώ και τώρα» όχι μια απλή «αναβάθμιση» αλλά την καινότητα - καινοποίηση της ζωής, η οποία δεν είναι «ζωή μετά θάνατον» (όπως ισχυρίζεται ο Χαράρι συγχέοντας τον Χριστιανισμό με τον Πλατωνισμό) αλλά «ζωή χωρίς θάνατο». Αυτή η ζωή δεν βιώνεται από μοναχικούς «αναβαθμισμένους» ανθρώπους, αλλά από μία Κοινότητα, η οποία συνάζεται για να γιορτάσει τρώγοντας και πίνοντας από το ίδιο Ποτήρι, το Σώμα και το Αίμα του Μεσσία. Το «Χριστός Ανέστη η Χαρά μας», το ευαγγέλιο των Ευαγγελίων, δεν απευθύνεται σε κάποιους «εκλεκτούς» τεχνοκράτες: «Αντίθετα αυτούς που ο κόσμος τούς θεωρεί μωρούς, εκείνους διάλεξε ο Θεός για να ντροπιάσει τελικά τους σοφούς· κι αυτούς που ο κόσμος τούς θεωρεί ανίσχυρους, εκείνους διάλεξε ο Θεός για να ντροπιάσει τελικά τους κατά κόσμον ισχυρούς· κι αυτούς που ο κόσμος τούς θεωρεί παρακατιανούς και περιφρονημένους, εκείνους διάλεξε ο Θεός, τα μηδενικά, για να καταργήσει όσους θαρρούν πως είναι κάτι» (1 Κορ. 1: 27-28)[2]. Επιπλέον βιώνεται εδώ και αιώνες εν ελευθερία: ο Αναστάς δεν εμφανίστηκε στους σταυρωτές Του για να τους τιμωρήσει. Και παράγει όντως καινούς και χαρούμενους Ανθρώπους (όπως ο άγ. Πορφύριος) όχι μέσω «αναβάθμισης» αλλά μέσω των «τραυμάτων» και του μαρτυρίου: «Για να μην υπερηφανεύομαι όμως, ο Θεός μού έδωσε ένα αγκάθι στο σώμα μου, έναν υπηρέτη τού σατανά να με ταλαιπωρεί, ώστε να μην υπερηφανεύομαι. Γι’ αυτό το αγκάθι τρεις φορές παρακάλεσα τον Κύριο να το διώξει από πάνω μου. Η απάντησή του ήταν: Σου αρκεί η χάρη μου, γιατί η δύναμή μου φανερώνεται στην πληρότητά της μέσα σ’ αυτή την αδυναμία σου. Με περισσότερη ευχαρίστηση, λοιπόν, θα καυχηθώ για τις ταλαιπωρίες μου, για να κατοικήσει μέσα μου η δύναμη του Χριστού. Γι’ αυτό χαίρομαι για τα παθήματά μου, για τις βρισιές, τις θλίψεις, τους διωγμούς και τις πιέσεις που πέρασα για χάρη του Χριστού. Γιατί όταν φαίνεται πως έχω χάσει κάθε δύναμη, τότε είμαι πραγματικά δυνατός» (2 Κορ. 12: 7-10). Κατά τη γνώμη μου πρόκειται για τις δύο πιο εμβληματικές περικοπές των παύλειων Επιστολών. Εάν ο Ντοστογιέφσκι είχε ισχυριστεί για την παραβολή του Ασώτου, ότι ακόμα κι αν όλα τα Ευαγγέλια χάνονταν και σωζόταν αυτή, τότε θα επιβίωνε το Ευαγγέλιο του Κυρίου, το ίδιο θεωρώ ότι ισχύει για τις παύλειες Επιστολές. Ακόμα κι αν χάνονταν, οι δύο ανωτέρω στίχοι θα μας μετέδιδαν το πνεύμα του αποστόλου των εθνών, ο οποίος ενέπνευσε και τους «τρεις ιεράρχες» των ημερών μας (Αλβανίας Αναστάσιο, πρώην Αμερικής Δημήτριο και Πισιδίας, τον από Κορέας, κυρό Σωτήριο Τράμπα, ο οποίος όταν βρισκόταν ενώπιον κρίσιμων διλημμάτων πάντα ερωτούσε: Τι θα έκανε εν προκειμένω ο Παύλος;). Εστιάζω στο πώς η Ανάσταση του Κυρίου Ιησού πραγματικά ανατρέπει τους εσώτατους μηχανισμούς του φόβου και την πυραμίδα της όποιας εξουσίας, η οποία για την Βίβλο δεν είναι κάτι καθ+Ιερωμένο αλλά προϊόν της «αμαρτίας» και του «κρυφτού» που παίζει εκ γενετής ο άνθρωπος με τον πόνο, τις ενοχές και τον θάνατο. Στην αρχαιότερη Ομολογία Πίστεως, που μάς παραδίδει «αυτολεξεί» ο Παύλος στην Α´ Κορινθίους (15: 3-8), ο Αναστημένος Κύριος «εμφανίζεται πρώτα στον Κηφά, έπειτα στους Δώδεκα… Τελευταία από όλους, εμφανίστηκε και σ’ εμένα σαν το θύμα της έκτρωσης». Με τους τέσσερεις Ευαγγελιστές, όμως, συμβαίνει το εξής: γράφουν τουλάχιστον μια δεκαετία μετά τον Παύλο και διαφωνούν μεταξύ τους σε αρκετά σημεία όσον αφορά στη θέα του αδειανού Τάφου και τις εμφανίσεις του Αναστάντος. Κι αυτό συμβαίνει διότι περιγράφουν όντως ένα αυθεντικό γεγονός, απόλυτα συγκλονιστικό. Άλλωστε κανένα από τα κανονικά Ευαγγέλια δεν ισχυρίζεται ότι κάποιος είδε αυτό καθαυτό το γεγονός (τον χρόνο και τις συνθήκες) της έγερσης του Κυρίου από τον τάφο. Γι᾽ αυτό και στην ορθόδοξη εικονογραφία ποτέ δεν εικονίζεται η στιγμή της Ανάστασης του Χριστού, αλλά εικονίζονται τα γεγονότα πριν και μετά την Ανάσταση. Και όμως και οι τέσσερεις Ευαγγελιστές συμφωνούν σε ένα (σημείο): Τα πρώτα πλάσματα, τα οποία άκουσαν από άγγελο (= αγγελιοφόρο) το συγκλονιστικό μήνυμα, δεν ήταν ο Κηφάς και οι Δώδεκα (οι οποίοι πλέον ήταν αριθμητικά Έντεκα) αλλά ήταν Γυναίκες (οι οποίες τότε θεωρούνταν αναξιόπιστες μάρτυρες στα δικαστήρια), οι γνωστές ως «Μυροφόρες». Αν και στην αρχή, όπως εμφατικά σημειώνει ο Ιωάννης Μάρκος στον «ανοικτό του Επίλογο», «τις διακατείχε τρόμος και έκσταση. Και δεν είπαν σε κανέναν τίποτε, καθώς φοβούνταν» (Μκ. 16:8), τελικά αυτές οι γυναίκες έγιναν οι «Απόστολοι των Αποστόλων». Κι αυτό συνέβη έστω κι αν αρχικά θεωρήθηκε από τους άνδρες μαθητές «λήρος» - παραλήρημα το μήνυμά τους. Σημειωτέον ότι ο Κύριος κατά την επίγεια δράση Του, είχε μαθήτριες σε αντίθεση προς την πλειονότητα των ραβίνων, οι οποίοι ερμήνευαν τις Γραφές σε έναν «κλειστό χώρο» (χωρίς να περιφέρονται στην επαρχία) κατεξοχήν σε άνδρες, ισχυριζόμενοι ότι «οποιοσδήποτε διδάσκει στην κόρη του την Τορά, μοιάζει με κάποιον που της διδάσκει την λαγνεία[3]. Στις συναγωγές, οι γυναίκες κάθονταν σε ξεχωριστό μέρος από τους άνδρες, σε μια μικρή αίθουσα, αφού θεωρούνταν «ακάθαρτες» κατά την έμμηνο ρύση». Βεβαίως τότε (κατά την επίγεια δράση του Ιησού) οι γυναίκες μαθήτριες δεν λαμβάνουν από τον Κύριό τους εξουσιοδότηση να κηρύξουν, να εξορκίσουν και να θεραπεύσουν, όπως οι άνδρες μαθητές. «Διακονούν» (= υποστηρίζουν υλικά και ψυχικά) τον κύκλο των Δώδεκα, οι οποίοι επίσης είχαν εγκαταλείψει τις δουλειές και τον οίκο τους. Στο Κατά Ιωάννη (4:5-42) όμως η Σαμαρείτισσα, η οποία συζεί με τον «έκτο» άνδρα, μετά και τον διάλογο με τον σαρκωμένο αλλά σωριασμένο χαμαί από την κούραση Λόγο το καταμεσήμερο (12.00 όταν και σύμφωνα με τη ραβινική παράδοση διεξήχθη ο «τραγικός» διάλογος Εύας και «φιδιού»), αναδεικνύεται «φωτεινή» «απόστολος» και μάρτυς, κινητοποιώντας ολόκληρη την πόλη της σε Προσκύνημα προς τον Χριστό, ο οποίος τελικά μένει εκεί τρεις μέρες. Ειδικότερα και οι τέσσερεις Ευαγγελιστές συμφωνούν ότι πρώτη αυτόπτης μάρτυς είναι μία συγκεκριμένη γυναίκα, η Μαρία από τα Μάγδαλα. Αυτή ιδίως στο Ευαγγέλιο του Αγαπημένου (=Κατά Ιωάννη 20:11-18) τρέχει το πρωί πριν καν χαράξει και στο τέλος ακούει το «Μη μου άπτου» στον τόπο του Κρανίου, ο οποίος πλέον, μετά και τους κρουνούς του ύδατος και τού αίματος, που έχουν τρέξει από την «πλευρά τού νέου Αδάμ» «ζωγραφίζεται» ως ο κήπος της Νέας Εδέμ. «Το διάστημα μεταξύ [της ώρας] που η Μαρία η Μαγδαληνή αντικρίζει τον Ιησού στον τάφο και τρέχει και αναγγέλλει στους μαθητές τα καλά νέα και μοιράζεται μαζί τους τα ευαγγέλια, η Μαρία η Μαγδαληνή ήταν η Εκκλησία. Γι’ αυτή την μία ώρα ή τις δύο, η Μαρία η Μαγδαληνή, ήταν η μοναδική που γνώριζε για την Ανάσταση με αποτέλεσμα να είναι η ίδια η Εκκλησία».
Σημειώσεις 1. Για τη Μαγδαληνή χρησιμοποίησα Υλικό από το ομώνυμο Κεφάλαιο του D. Gibson, & M. M. McKinley, Ο Κώδικας του Ιησού. Αθήνα: Ουρανός 2016, το οποίο και είχα την αληθινή χαρά να μεταφράσω το 2016. 2. «Έτσι, κανένας δεν μπορεί να καυχηθεί για κάτι μπροστά στο Θεό. Χάρη σ’ αυτόν όμως, εσείς βρίσκεστε μέσα στην πίστη του Ιησού Χριστού, εκείνου που έγινε από το Θεό σοφία δική μας και δικαίωση και εξαγιασμός και απολύτρωση. Ώστε, καθώς λέει η Γραφή, όποιος καυχιέται, ας καυχιέται μόνο για τον Κύριο» (1 Κορ. 1:29-31). 3. Τορά: ονομάζεται ο Νόμος στον Ιουδαϊσμό, οι διδασκαλίες που έδωσε ο Μωυσής στους Εβραίους στην Πεντάτευχο. («Καλύτερα τα λόγια της Τορά να καούν από το να τα εμπιστευτεί κάποιος σε μια γυναίκα!», δήλωσε ο ραβίνος Ελιέζερ του 1ου αιώνα. |
Δημιουργία αρχείου: 30-7-2024.
Τελευταία μορφοποίηση: 30-7-2024.