Οι Θεσσαλονικείς άγιοι Κύριλλος και Μεθόδιος διδάσκαλοι τών Σλάβων // Η Χριστιανική επέκταση εν μέσω διωγμών // Ο Ευαγγελισμός τών Γότθων // Διάδοση τού Χριστιανισμού στη Μοραβία από τον Κύριλλο και τον Μεθόδιο // Η 2η περίοδος μεγάλων Ιεραποστολικών επιτευγμάτων τού Βυζαντίου
Ιεραποστολή στα πέριξ της Αυτοκρατορίας βάρβαρα έθνη Ο εκχριστιανισμός τών Νοτιοσλάβων και Ούγγρων στα τέλη τού 9ου αιώνα
Πηγή: Ιεραποστολικό βιβλίο τού Μακ. Αρχιεπισκόπου Τιράνων και πάσης Αλβανίας Αναστασίου: "Έως εσχάτου τής γης" σελ. 129 - 132. |
Tην εποχή αυτή, τέλη του 9ου αιώνα, νέες προσπάθειες καταβλήθηκαν για την ανάπτυξη και εδραίωση του Χριστιανισμού στους Σέρβους. Οι πρώτες, που έγιναν επί Ηρακλείου, δεν είχαν, όπως φαίνεται, σταθερό αποτέλεσμα.
Μετά τη δολοφονία του Λέοντος Ε' και την κατάληψη του θρόνου από τον Μιχαήλ Β΄ (820-829), οι Σέρβοι και οι Κροάτες επαναστάτησαν και οι περισσότεροι από αυτούς απαρνήθηκαν τη Χριστιανική πίστη. Όταν αργότερα ο Βασίλειος ο Μακεδών ανταποκρίθηκε στην αίτησή τους και τους βοήθησε να απαλλαγούν από την πολιορκία της Ραγούσης, άρχισαν πάλι να στρέφουν τα βλέμματά τους προς το Βυζάντιο. Οι Σέρβοι έστειλαν στην Κωνσταντινούπολη πρεσβεία και ζήτησαν Ιεραποστόλους. Ο αυτοκράτορας ενδιαφέρθηκε πολύ, έστειλε Ιερείς και «εβάπτισεν αυτούς πάντας»· «ο φιλάνθρωπος πατήρ (ο αυτοκράτορας Βασίλειος)» σημειώνουν οι Συνεχιστές του Θεοφάνους, «και αυτός τούτους προσήκατο και ανεδέξατο, και Ιερείς ευθέως μετά και βασιλικού ανθρώπου συν αυτοίς εξαπέστειλεν, ως αν προ των άλλων του ψυχικού τούτους κινδύνου εξέληται και προς την προτέραν πίστιν επανασώσηται»78. Παράλληλα με τον εκχριστιανισμό βάδιζε και ο εκπολιτισμός του λαού. Η διάδοση και στερέωση της Χριστιανικής πίστεως συμπληρώθηκε από τους μαθητές του Κυρίλλου και του Μεθοδίου, Κλήμη και Ναούμ. Πολλοί ναοί και μονές ιδρύθηκαν σε διάφορα σημεία της χώρας. Φιλολογία και τέχνη αναπτύχθηκαν με βάση Ελληνικά πρότυπα, ενώ πολλοί Έλληνες κληρικοί εργάσθηκαν στη συνέχεια για την εμπέδωση της πίστεως. Το ιεραποστολικό ενδιαφέρον των Βυζαντινών δεν περιορίσθηκε μόνο στους Σλάβους· επεκτάθηκε και στους Ούγγρους (Μαγυάρους). Η ταταρική αυτή φυλή, προ της εγκαταστάσεώς της στην Παννονία (τέλη 9ου αιώνα), κατά την περίοδο που μετατοπιζόταν δια μέσου της Αζοφικής Θάλασσας και του Δουνάβεως, ήρθε σ’ επαφή με Βυζαντινούς Ιεραποστόλους. Στην περιοχή αυτή, η οποία υπήρξε πέρασμα τόσων λαών, δεν έπαψε το Βυζάντιο να μεταλαμπαδεύει το φως στα διερχόμενα βαρβαρικά φύλα. Ειδικότερα όμως «οι πρώτες προσπάθειες δια τον εκχριστιανισμό των Μαγυάρων έγιναν από τους Βυζαντινούς» στις αρχές του 10ου αιώνα79. Την εποχή αυτή οι Βυζαντινοί χρησιμοποίησαν τους άγριους ακόμη Ούγγρους νομάδες εναντίον του τσάρου της Βουλγαρίας Συμεών, στη συνέχεια όμως χρειάσθηκε να πολεμήσουν και εναντίον τους, διότι οι ανυπότακτοι Μαγυάροι επιτέθηκαν κατά της αυτοκρατορίας. Καθώς μας πληροφορούν οι Βυζαντινοί χρονογράφοι Ιωάννης Σκυλίτσης και Ιωάννης Ζωναράς, περί το 950 οι δύο Ούγγροι φύλαρχοι Μπούλξου και Γκυούλα ήρθαν επί Κωνσταντίνου Πορφυρογέννητου στην Κωνσταντινούπολη, και βαπτίσθηκαν. Ο πατριάρχης Θεοφύλακτος (931-956) χειροτόνησε τον μοναχό Ιερόθεο «Επίσκοπο Τουρκίας (Ουγγαρίας)», ο οποίος συνόδευσε τους Ούγγρους ηγεμόνες στην πατρίδα τους. Ο Ιερόθεος ανέπτυξε μεγάλη δράση για τη διάδοση και σταθεροποίηση του Χριστιανισμού. Ο δε Γκυούλα, ο οποίος κυβερνούσε το νοτιοανατολικό μέρος της σημερινής Ουγγαρίας, έγινε ζηλωτής Χριστιανός και βοήθησε τους Βυζαντινούς Ιεραποστόλους στο έργο τους. Μετά τον γάμο της κόρης του Αδελαΐδος με τον ηγεμόνα του δυτικού τμήματος Γκεϊσά, η προσπάθεια των Βυζαντινών Ιεραποστόλων επεκτάθηκε και δυτικότερα. Σε διάφορα μέρη της χώρας δημιουργήθηκαν μοναστήρια και αρκετά από αυτά διατηρήθηκαν μέχρι τον 13ο αιώνα. Οι Ούγγροι, μετά την εγκατάσταση στην Παννονία, έκαναν επανειλημμένως επιδρομές κατά του γερμανικού κράτους. Το 995 όμως συνετρίβησαν από τον Γερμανό βασιλιά Όθωνα τον Α' και από τότε άρχισαν οι ειρηνικές σχέσεις των δύο λαών. Δέχθηκαν Γερμανούς Ιεραποστόλους, ο δε ηγεμόνας της Ουγγαρίας Στέφανος (995-1038) νυμφεύθηκε την αδελφή του ηγεμόνα της Βαυαρίας Γκιζέλλα (995). Το γεγονός αυτό, το οποίο προετοίμασε ο Επίσκοπος Πράγας Αδαλβέρτος, βάρυνε σημαντικά στον μελλοντικό προσανατολισμό της Ουγγαρίας προς τη Δυτική Εκκλησία. Ο Στέφανος, για να αποφύγει τη γερμανική επικυριαρχία, στράφηκε προς τη Ρώμη. Ήταν η περίοδος κατά την οποία το κύρος του πάπα επεκτεινόταν. Ο Ούγγρος ηγεμόνας εντός ολίγου δέχθηκε κληρικούς από την Ιταλία και αργότερα ζήτησε από τον πάπα Σίλβεστρο Η' να αναγνωρίσει την Ουγγαρία Χριστιανικό βασίλειο. Τη βυζαντινή όμως επιρροή στην Ουγγαρία φανερώνει το γεγονός ότι στο στέμμα, το οποίο έστειλαν στη Ρώμη για να ευλογηθεί από τον πάπα, υπήρχε εμπρός μεν η εικόνα του Χριστού με τα ελληνικά γράμματα Ic Xc, στην πίσω δε πλευρά η εικόνα του Βυζαντινού αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Πορφυρογέννητου.80 Ο Στέφανος διορίσθηκε τελικά και παπικός βικάριος με πλήρη εκκλησιαστική εξουσία, ανέπτυξε μεγάλη δραστηριότητα καταπνίγοντας την επανάσταση μερικών ειδωλολατρών ηγεμόνων και πέτυχε να υπαγάγει στην εξουσία του και την περιοχή του Γκυούλα, στην οποία δέσποζε ο βυζαντινός Χριστιανισμός. Γενικά διοργάνωσε την Ουγγαρία πολιτικώς και εκκλησιαστικώς, απομακρύνοντάς την τόσο από το βυζαντινό όσο και από το γερμανικό κράτος. Η επίδραση όμως του Βυζαντίου υπήρξε τόσο ισχυρή, ώστε διακεκριμένοι Ούγγροι ερευνητές να μιλούν σαφώς περί «βυζαντινής προελεύσεως του ουγγρικού Χριστιανισμού»81.
Σημειώσεις: 78. Συνεχισταί του Θεοφάνους, εκδ. Βόννης, 1838, σ. 291. 79. F. Dvornik, «L’évangélisation des Slaves, des Magyars et des Russes», Histoire Universelle des Missions Catholiques. Paris 1956, σ. 161. 80. Β. Στεφανίδου, Εκκλησιαστική Ιστορία, Αθήναι 1948, Α΄ σ. 373. 81. Ρ. Vaczy, «Les origines byzantines du christianisme hongrois», Nouvelle Revue de Hongrie, 34 (1941), σ. 99-108. |
Δημιουργία αρχείου: 16-4-2016.
Τελευταία μορφοποίηση: 16-4-2016.