Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας | Ιστορικά θέματα |
---|
Μεσοποταμία αρχική σελίδα // Άλλες πόλεις και οικισμοί
Ιεριχώ |
Η αρχαιότερη περιτειχισμένη πόλη τής ευρύτερης περιοχής τής Μεσοποταμίας. Γνωστή από την Παλαιά Διαθήκη για τη θαυματουργική κατάρρευση τών τειχών της από τα στρατεύματα τού Ιησού τού Ναυή.
Τοποθεσία: Βρίσκεται στο Δυτικό άκρο της κοιλάδας του Ιορδάνη, έξι μίλια βόρεια της Νεκράς Θάλασσας. Είναι κοντά στο σημερινό Ain-es-Sultan. Υψόμετρο: 333 περίπου μέτρα κάτω από το επίπεδο τής θάλασσας. (215 μέτρα περίπου κάτω από την επιφάνεια της Μεσογείου) Είναι όαση. Καταγωγή: Στην πρώτη πόλη τής Ιεριχώς, τα εργαλεία δείχνουν ακόμα Νατούφια προέλευση. Σημασία της: Μία από τις αρχαιότερες γνωστές πόλεις, από το 8.000 π.Χ., και η μόνη πόλη στην οποία παρουσιάζεται αδιάκοπη συνέχεια της πολιτιστικής ανάπτυξης, από το νομαδικό τρόπο ζωής, ως την πλήρη αστικοποίηση. Ανασκαφές: Άρχισε να ανασκάπτεται το 1867, η πρώτη όμως μεγάλης έκτασης ανασκαφή πραγματοποιήθηκε από μια ΑυστροΓερμανική αποστολή υπό την καθοδήγηση των Ernst Sellin και Carl Watzinger στο διάστημα από το 1907 ως το 1909 και το 1911. Η δεύτερη ανασκαφική περίοδος εγκαινιάστηκε από τον Βρετανό αρχαιολόγο John Garstang το 1930, και συνεχίστηκε κατά τη δεκαετία του 1950 από τη Βρετανή Kathleen Kenyon διευθύντρια της Βρετανικής Αρχαιολογικής Σχολής της Ιερουσαλήμ. Αυτή χρησιμοποίησε ακριβείς στρωματογραφικές τεχνικές, συνδυασμένες με αναλύσεις του εδάφους και λεπτομερή καταγραφή των ευρημάτων.
Στρωματογραφία - Ιστορία Στρωματογραφία: Α. ΠΡΟΚΕΡΑΜΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ: Ιεριχώ Ι: (8.840 π.Χ.) (“Πελασγοί” σελ. 16. Παγκόσμια Ισροτία Τάιμ Λάιφ, σελ. 99, 131,135). Αρχή κατοίκησης (Μεσολιθική Περίοδος): Επισκέψεις την Άνοιξη κυνηγών και συλλεκτών τροφής, (και δημηριακών), πλάι σε μια αστείρευτη πηγή τής Ιεριχώ, όπου υπήρχε ένα ιερό. Η πηγή τροφοδοτούσε ημερισίως με 4.500 λίτρα πόσιμου νερού την ημιέρημο της κοιλάδας του κάτω Ιορδάνη, όπου έγινε μια από τις πρώτες προσπάθειες καλιέργειας του εδάφους. Ήδη από το 8.000 π.Χ., οι γύρω αγροί έδιναν διπλή, και μερικές φορές τριπλή σοδειά σιταριού και κριθαριού, που έτρεφε πληθυσμό 3.000 ατόμων περίπου. Παράλληλα η Ιεριχώ συντηρούσε πολλούς αγρότες στη γύρω περιοχή, που έρχονταν για να ανταλλάξουν οψιανό, αλάτι, ημιπολύτιμους λίθους και είδη πολυτελείας, όπως κοχύλια κάουρι και πράσινο μαλαχίτη, που χρησιμοποιούνταν για την κατασκευή κοσμημάτων. Το ιερό ήταν μια τετράπλευρης κάτοψης κατασκευή που χρονολογήθηκε από τα σχετικά ευρήματα στη Μεσολιθική Περίοδο. Καταστράφηκε γύρω στο 7.800 π.Χ. από πυρκαγιά, σύμφωνα με ραδιοχρονολογήσεις. Ιεριχώ ΙΙ: 2. Οικισμός: (Πρωτο - Νεολιθική): Μεταξύ τού 7.800 και 7.000 π.Χ., αρχίζει η πρώτη σχεδόν μόνιμη εγκατάσταση σε πρόχειρες καλύβες, μάλλον καταφύγια, από ξύλο δέρμα και λάσπη. Οι κάτοικοί της δεν ήταν ακόμη τυπικά νεολιθικοί. Τα εργαλεία τους ήταν από πυριτόλιθο ή οστό. Στη συνέχεια, χωρίς πολιτιστικό χάσμα, εξελίσσεται σε Νεολιθική κοινότητα. Ιεριχώ ΙΙΙ: 3. Πρώτη πόλη: (Προκεραμική Νεολιθική Α΄ Φάσης): Κατά το 7.000 π.Χ. περίπου,(η ημερομηνία υπολογίστηκε με βάση τη χρονολόγηση του 6.800 π.Χ.), πάνω στα λείψανα μιας μακράς σειράς γκρεμισμένων και ξαναχτισμένων καλυβών τού πρώτου πρόχειρου οικισμού, χτίστηκαν πολύ στερεώτερα στρογγυλά σπίτια, που έμοιαζαν με σύνολο μεγάλων φούρνων, σε σχήμα κυψελών, που προστατεύονταν με ισχυρό τοίχο και στρογγυλό πύργο που σώζεται σε ύψος 9 περ. μέτρων, με εσωτερική σκάλα. Οι λίθινοι τοίχοι των οχυρώσεων σώζονται σε ύψος περίπου 6 μέτρων, ενώ περιβάλλονται από τάφρο 8 μέτρων, και βάθους 3ων μέτρων. Η διάρκεια των τειχών πρέπει να είναι μεγάλη, καθώς διακρίνονται 4 οικοδομικές φάσεις. H εκτέλεση τόσο σημαντικών έργων με δημόσιο χαρακτήρα, προϋποθέτει από τότε, την ανίστοιχη κοινωνική οργάνωση. Πρόκειται για ντόπιο πολιτισμό. Μετά την 4η οικοδομική φάση των τοιχών, παρατηρούνται διαδοχικά στρώματα κατοίκησης, που συσσωρεύονται σχεδόν μέχρι τη σωζόμενη κορυφή του πύργου. Στο επίπεδο αυτό, η καταστροφή μιας κατοικίας από φωτιά, έδωσε με άνθρακα 14 χρονολόγηση 6.800 π.Χ. Είναι απόλυτα Νεολιθική πόλη. (“Πελασγοί” σελ. 17). 4. Περίοδος καταστροφών: Μεταξύ της πρώτης και της 2ης φάσης, παρεμβάλλεται μια περίοδος καταστροφών εξαιτίας φυσικών φαινομένων. Δεν είναι γνωστό το χρονικό εύρος αυτών των καταστροφών, αν πρόκειται για έτη ή για δεκαετίες. Ιεριχώ ΙV: Βιβλιογραφία: (“Πελασγοί” σελ. 17). 5. Δεύτερη πόλη: Αμμέσως μετά τις καταστροφές, (μεταξύ 6.840 - 6.710), στα μέσα της 7ης χιλιετίας, εμφανίστηκε ένας νέος πληθυσμός, με πλήρως ανεπτυγμένο πολιτισμό που εισήγαγε νέες ξενόφερτες αρχιτεκτονικές μορφές. Διατηρήθηκε ως τα μέσα της 6ης χιλιετίας. Παρατηρείται αλλαγή στην επεξεργασία του πυριτόλιθου και στην αρχιτεκτονική. Αρχιτεκτονική: Αντί για καλύβες με ένα δωμάτιο κατασκευάζονται ορθογώνια σπίτια με μικρά δωμάτια, κτισμένα με λασπότουβλα. Τετράπλευρης διατομής αίθουσες, γύρω από μια κεντρική αυλή, με εξαιρετική επεξεργασία. Η στερεότυπη αυτή διάταξη, συναντάται σε όλη τη διάταξη της πόλης. Πάτωμα από γύψινο κονίαμα, και τοίχοι από ωμές πλίνθους, μακρόστενες, που είχαν αποτυπώματα δακτύλων, σε μοτίβο που θυμίζει ψαροκόκαλο. Ένα σπίτι φαίνεται να είχε ένα μικρό ΄΄παρεκκλήσι΄΄, με ένα λατρευτικό λίθο πάνω σε βάση, σε μία κόγχη, ενώ ένα μεγάλο ορθογώνιο κτίριο με πέτρινη δεξαμενή, ίσως ήταν δημόσιο ιερό. Οικισμοί: Τα τείχη αφήνονται να καταστραφούν, ενώ κατοικίες κατασκευάζονται και έξω απ’ αυτά, στις κατωφέρειες του υψώματος. Το βόρειο και νότιο τμήμα της πόλης, επεκτάθηκε πέρα από τα όρια της προηγούμενης φάσης, και έφτασε μέχρι τους οχυρωματικούς τοίχους της Μέσης Εποχής του Χαλκού. Ταχούνιος πολιτισμός. Πολυπληθής και καλά οργανωμένος πολιτισμός. Πληθυσμός: περίπου 3.000 άτομα. Χρησιμοποιούσαν (όπως στη Γιάρμο), πέτρινα κύπελα και πιάτα, (μαλακό ντόπιο ασβεστόλιθο), που μπορούσαν να το γυαλίσουν. Εργαλεία από πυριτόλιθο, και κάπου κάπου από οψιανό. Εξαφανίζεται η παραγωγή οστέινου εξοπλισμού. Γεωργία: Σχετικά μεγάλος αριθμός λεπίδων από δρεπάνια, συνήθως με ωραίες οδοντωτές ακμές, και πολλοί χειρόμυλοι, λεπίδες πελέκεων, τρίφτες και θεριστικά μαχαίρια ή δρεπάνια από πυριτόλιθο. Οικονομία: Γεωργική. Κατοικίδια: Γίδια, πρόβατα, χοίροι και βόδια. (κόκκαλα, και πήλινα). Κυνήγι: Βρέθηκαν ειδώλια αγρίων ειδών, μαζί με βέλη. Βρέθηκαν καλωπισμένα αληθινά ανθρώπινα κρανία με ΄΄σάρκα΄΄ από πηλό και γυαλιστερά όστρακα που έμοιαζαν με μάτια, σε μια προσπάθεια να αποδοθεί η όψη των ανθρώπων που τους ανήκαν. Σε άλλα είχε χρησιμοποιηθεί το κρανίο ως μήτρα, γία την κατασκευή ανθρώπινων κεφαλιών. Βρέθηκαν θαμένα κάτω από τα δάπεδα τών σπιτιών, σε μερικά από τα οποία είχαν αφαιρεθεί. Οι δύο αυτές εγκαταστάσεις τών πόλεων η μία μετά την άλλη, κατείχαν τα 4/5 τού Νεολιθικού Τελλ, προτού εισαχθεί η κεραμική. Η Προκεραμική Νεολιθική περίοδος διακόπτεται βίαια παραμένοντας ως το τέλος ανεξάρτητη από κάθε είδους παραγωγή κεραμικών αγγείων. Β. ΚΕΡΑΜΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ: 1. Κεραμική Νεολιθική Α: Η κεραμική εμφανίζεται μέσα σε ορύγματα της προκεραμικής πόλης, που οφείλονται στη δραστηριότητα των πληθυσμών της Κεραμικής Νεολιθικής, οι οποίοι κατοικούσαν σε πρόχειρες κατασκευές. Διαπιστώθηκε ένα πλήθος αγγείων, κυρίως χονδροειδών, υπήρχαν όμως και ορισμένα λεπτότερης κατασκευής διακοσμημένα με ερυθρές ταινίες πάνω σε υπόλευκο επίχρισμα. 2. Κεραμική Νεολιθική Β: Τα χρονικά όρια της Νεολιθικής Περιόδου, δεν έχουν ακόμα διασαφηνισθεί. Υπάρχει η υπόθεση ότι εμφανίζεται γύρω στο 4.500 π.Χ. και τελειώνει κατά τη διάρκεια της 4ης χιλιετίας π.Χ. Αργότερα εμφανίζονται κανονικές πλινθόκτιστες κατασκευές. Η νέα φάση χαρακτηρίζεται από ένα είδος κεραμικών αγγείων που συνήθως καλύπτονται από αμαυρό ερυθρό επίχρισμα και διακοσμούνται με σειρές εγχαράξεων σε σχήμα ψαροκόκκαλου. Είναι διαπιστωμένο ότι η Β΄ Νεολιθική φάση, διαδέχθηκε αμέσως την πρώτη και ότι και οι δύο χαρακτηρίζονται από οπισθοδρόμηση του πολιτισμού. Η εγκατάσταση των κατοίκων, έχει μέχρι κάποιο βαθμό εποχιακό χαρακτήρα, πράγμα που υποδηλώνει ότι πρόκειται μάλλον για κτηνοτρόφους παρά για γεωργούς. Η Ιεριχώ συνεχίζει να αναπτύσσεται, και η μεγάλη ανάπτυξή της, συνεχίστηκε ως τη Μέση Εποχή του Χαλκού. Πρωτοαστική περίοδος: Μετά το 4.300 π.Χ., νέοι πληθυσμοί φθάνουν στην Παλαιστίνη. Το εντυπωσιακότερο χαρακτηριστικό της εποχής αυτής, είναι οι ταφές σε λαξευμένο βράχο. Επίσης κατασκευάζονται οικίες που είτε είναι αψιδωτές είτε παρουσιάζουν κυκλική κάτοψη. Στους νέους πληθυσμούς αποδίδονται εκατοντάδες ατομικές ταφές. Εκτός από τα κατάλοιπα σκελετών βρέθηκε στους τάφους κεραμική που υποδηλώνει ότι δύο διαδοχικές ομάδες έφθασαν στην Ιεριχώ και στη συνέχεια αφομοιώθηκαν. Από την αφομοίωσή τους με τον ντόπιο πληθυσμό, θα προέλθουν οι δημιουργοί του πολιτισμού της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού. Πρώιμη Εποχή του Χαλκού: Στην Πρώιμη Εποχή του Χαλκού έχουμε πλήρη αστικοποίηση και το μεγαλύτερο τμήμα της πόλης περικλείεται από πλίνθινα τείχη. Η πολυπλοκότητα των κτισμάτων υποδηλώνει την ύπαρξη ενός ακμάζοντος πολιτισμού ενώ οι ανακατασκευές των τειχών συνδέονται με την ανάγκη προφύλαξης της πόλης είτε από τις άλλες Παλαιστινιακές πόλεις είτε από εισβολείς της ανατολής. Σε κάποιο σημείο διαπιστώνονται 17 διαδοχικές κατασκευαστικές φάσεις του τείχους. Η δέκατη έβδομη καταστράφηκε βίαια από φωτιά, γεγονός που σηματοδοτεί το τέλος της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού, πιθανόν περί το 2300 π.Χ. Η καταστροφή οφείλεται σε νομάδες εισβολείς οι οποίοι εγκαινίασαν ένα μεταβατικό στάδιο προς τη Μέση Εποχή του Χαλκού στην Ιεριχώ. Μεταβατικό στάδιο: Οι πληθυσμοί αυτοί για μεγάλο διάστημα κατασκεύασαν μόνο πρόχειρους καταυλισμούς και όταν αργότερα έκτισαν κατοικίες, αυτές ήταν ελαφράς κατασκευής. Δεν κατασκεύασαν ποτέ τείχη και οι περισσότερες αρχαιολογικές μαρτυρίες που έχουμε γι' αυτούς προέρχονται από τις ταφές. Τα διαφορετικά είδη τάφων και προσφορών δηλώνουν ότι η κοινωνική διάρθρωση είχε φυλετικό χαρακτήρα πράγμα που συμβαδίζει και με το νομαδικό τρόπο ζωής του πληθυσμού. Μέση Εποχή του Χαλκού: Η κατοίκηση της περιοχής, συνεχίστηκε (πιθανόν με κάποιες διακοπές) τουλάχιστον ως το τέλος της Μέσης Εποχής του Χαλκού, το 1560 π.Χ. Γύρω στο 1900 π.Χ. επήλθε μια ακόμα σημαντική αλλαγή: η έλευση πληθυσμών που είχαν στενή σχέση με τους κατοίκους των πόλεων της Χαναάν στην παραλιακή Συρία, οι οποίοι ήταν φορείς ενος αστικού πολιτισμού. Βρισκόμαστε πλέον στη Μέση Εποχή του Χαλκού και η πόλη αποκτά τείχη για μια ακόμα φορά. Οι πρώιμες οχυρώσεις έχουν κατασκευαστεί από πλίνθους προς το τέλος όμως του 18ου αιώνα π.Χ. τα τείχη κατασκευάζονται πάνω σε κρηπιδώματα στις κατωφέρειες του οικισμού που καλύπτονται στο κατώτερο μέρος από λίθους. Αυτό το είδος οχύρωσης έχει εντοπιστεί και σε άλλες θέσεις από τις περιοχές του Ευφράτη ως το Κάιρο και συνδέεται με βεβαιότητα με τους Υκσώς. Οι Υκσώς ήταν ένας ετερογενής πληθυσμός αποτελούμενος από φυλές σημιτικής και ινδο-ευρωπαϊκής προέλευσης που κατέκτησε τη Συρία και την Αίγυπτο κατά τον 18ο και 17ο αιώνα π.Χ. Στο τέλος της περιόδου, τα τείχη αυτά αντικαθίστανται από άλλα, βαρύτερης κατασκευής, κτισμένα με πολυγωνικούς λίθους που ανακαλύφθηκαν από τους Shechem και Hazor. Οι σπουδαιότερες μαρτυρίες για τον υλικό πολιτισμό της Μέσης Εποχής του Χαλκού προέρχονται από τις ταφές. Οι ενταφιασμοί πραγματοποιούντο σε λαξευμένους στο βράχο τάφους ενώ έχουν παρατηρηθεί διαδοχικές ταφές στον ίδιο τάφο ατόμων που προφανώς ανήκαν στην ίδια οικογένεια. Δίπλα στο νεκρό τοποθετούσαν τα αντικείμενα που θα αναζητούσε στη μεταθανάτια ζωή του - τρόφιμα, έπιπλα και προσωπικής χρήσης αντικείμενα. Οι τάφοι της Ιεριχούς αποτελούν ένα μοναδικό περιβάλλον για τη διατήρηση των οργανικών υλών που έμεινε εξάλλου αδιατάρακτο μέχρι την εποχή των ανασκαφών. Μέσα στους τάφους διατηρήθηκαν έπιπλα, έργα καλαθοπλεκτικής, υφάσματα και τροφές που συνέβαλαν με μοναδικό τρόπο στη γνώση του τρόπου ζωής των πληθυσμών της περιόδου. Η πόλη της Ιεριχούς είναι την περίοδο αυτή πυκνά οικοδομημένη αφήνοντας ελάχιστους χώρους ελεύθερους και διαθέτει πλακόστρωτους δρόμους. Οι κατοικίες είναι κυρίως τετράπλευρης κάτοψης και προσανατολισμένες στον άξονα Βορρά-Νότου. H γενικότερη ευημερία της Εγγύς Ανατολής κατά τη Μέση Εποχή του Χαλκού θα πρέπει να οφείλεται στη σχετική πολιτική σταθερότητα που επήλθε μετά την κατάκτηση των Υκσώς και διήρκεσε 200 περίπου χρόνια. Καταστροφή από τον Ισραήλ: Κατά την τελευταία φάση της Μέσης Εποχής του Χαλκού οι κατοικίες καταστράφηκαν από πυρκαγιά. Σύμφωνα με αναξιόπιστα επιχειρήματα τής Βρετανής αρχαιολόγου Kenyon, η καταστροφή μπορεί πιθανότατα να συνδεθεί με την εκδίωξη των Υκσώς από την Αίγυπτο αλλά ίσως να οφείλεται και σε ενέργειες των ίδιων των Αιγυπτίων σε μια περίοδο ανάμεσα στο 1580 και 1560 π.Χ. Μπορεί εξάλλου να αποδοθεί σε ομάδες που εκτοπίστηκαν από την Αίγυπτο. Κατά την Αγία Γραφή όμως, η καταστροφή έγινε λίγο πριν από το 1400 π.Χ. από τους Ισραηλίτες. (Δες κεφάλαιο: “Η πτώση της Ιεριχούς και η Αγία Γραφή”). Υπέρ της Αγίας Γραφής, συνηγορεί μεταξύ πολλών άλλων, και μια ραδιοχρονολόγηση που πραγματοποιήθηκε σε δείγμα ξυλοκάρβουνου, και που έδωσε ενδείξεις ότι η καταστροφή της πόλης συντελέστηκε γύρω στο 1410 π.Χ. Ερήμωση: Την καταστροφή ακολουθεί μια περίοδος όπου δεν έχουμε καμία ένδειξη κατοίκησης της Ιεριχούς. Η πόλη ερημώνεται. Επανακατοίκηση 14ου αιώνα: Ξανακατοικείται και πάλι κατά την Ύστερη Εποχή του Χαλκού, κατά το δεύτερο ήμισυ του l4ου αιώνα, πριν το 1325 π.Χ. Κατοίκηση 7ου αιώνα: Τα κατάλοιπα της κατοίκησης του l4ου αιώνα έχουν διαβρωθεί σχεδόν ολοκληρωτικά. Πάνω σε αυτά τα στρώματα διάβρωσης έχουν εντοπιστεί κτίσματα του 7ου αι. π.Χ. στη 2η φάση της Εποχής του Σιδήρου. Οριστική εγκατάλειψη: Η θέση έπαυσε να κατοικείται μετά την καταστροφή της από τους Βαβυλώνιους. Στο εξής, το Aines-Sultan δεν θα είναι πλέον ο πυρήνας της Ιεριχούς ενώ άλλα κέντρα με το ίδιο όνομα θα κτιστούν μέσα στην όαση. Ιστορία τής ανθρωπότητος τής Ουνέσκο, τόμος 1, σελ. 198 - 201,257. "Περισκόπιο τής Επιστήμης" Νο 184: σ. 74 - 78. |
Δημιουργία σελίδας: Πριν από: 5-7-1999.
Τελευταία ενημέρωση: 14-10-2004.
ΕΠΑΝΩ |