ΚΑΡΥΑΙ 30.12. 2006
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΙΣ
ΙΕΡΑΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΟΣ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ
ΑΘΩ
(διά τον ημερήσιον τύπον και τα
Μ.Μ.Ε.)
Ως Αγιορείται Μοναχοί σεβόμεθα το
Οικουμενικό Πατριαρχείο και
ευλαβούμεθα τον Παναγιώτατο
Οικουμενικό μας Πατριάρχη κ.κ.
Βαρθολομαίο. Χαιρόμεθα για όσα
θεοφιλώς και με πολλούς κόπους
εργάζεται υπέρ της Εκκλησίας. Επίσης
τιμώμεν την Αγιωτάτη Εκκλησία της
Ελλάδος και σεβόμεθα τον Μακαριώτατο
Προκαθήμενό της.
Εντούτοις η πρόσφατη επίσκεψις του
Πάπα Βενεδίκτου ΙΣΤ΄ στο Οικουμενικό
Πατριαρχείο και κατόπιν η επίσκεψις
του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου
Αθηνών κ. Χριστοδούλου στο Βατικανό
μας προεκάλεσαν βαθυτάτη λύπη.
Απέδωσαν ίσως κάποιες ωφέλειες
κοσμικής σημασίας, όμως κατ αυτές
έλαβαν χώραν εκδηλώσεις ασύμφωνες
προς τα θέσμια της Ορθοδόξου
εκκλησιολογίας. Η υποδοχή του Πάπα
έγινε ωσάν να ήταν κανονικός
επίσκοπος Ρώμης. Επίσης η χοροστασία
του στην Ορθόδοξο θεία Λειτουργία με
ωμόφορο, η απαγγελία του «Πάτερ
ημών», ο λειτουργικός ασπασμός με
τον Πατριάρχη, είναι εκδηλώσεις που
ξεπερνούν τις απλές συμπροσευχές,
τις οποίες απαγορεύουν οι Ιεροί
Κανόνες. Και όλα αυτά ενόσω ο
παπικός θεσμός δεν υποχώρησε καθόλου
από τις αιρετικές του διδασκαλίες
και την πολιτική του.
Διαψεύδουμε επί τη ευκαιρία απολύτως
την πληροφορίαν, που μεταδόθηκε
ευρέως δια του τύπου και των Μ.Μ.Ε.,
ότι τα, ως μη
ώφελε, ψαλέντα τροπάρια κατά την
υποδοχή του Πάπα στο Φανάρι
συνετάχθησαν δήθεν από αγιορείτη ή
αγιορείτες μοναχούς.
Έπειτα η στόχευσις του Μακαριωτάτου
Αρχιεπισκόπου Αθηνών στην από κοινού
με τον Πάπα υπεράσπισι των
χριστιανικών ριζών της Ευρώπης, ενώ
κατ αρχήν μπορεί να θεωρηθεί
ανώδυνη ή και θετική, εφόσον
στοχεύει στην καλλιέργεια ειρηνικών
ανθρωπίνων σχέσεων, παράλληλα όμως
δημιουργεί και εύλογο προβληματισμό.
Η Δυτική Ευρώπη είναι χρεωμένη με
μία σειρά αντιχριστιανικών θεσμών,
που είναι συνέπειες των θεολογικών
παρεκκλίσεων της Ρώμης από την
Ορθοδοξία. Σκόπιμον είναι η
Ορθοδοξία να μη χρεώνεται αμαρτίες
αλλότριες και επιπλέον να μη δίδεται
η εντύπωσις στους εξ αντιδράσεως
προς τις εκτροπές του Δυτικού
Χριστιανισμού αποχριστιανισθέντες
Δυτικοευρωπαίους, ότι η Ανατολική
Ορθοδοξία ταυτίζεται με αυτόν,
αποτυγχάνοντας έτσι να μαρτυρείται
ως η μόνη αυθεντική Πίστις στον
Χριστό και η ελπίδα των λαών της
Ευρώπης.
Το Βατικανό δεν προσανατολίζεται
στην αποβολή των αιρετικών
διδασκαλιών του αλλά σε επανερμηνεία
τους, δηλαδή σε συγκάλυψί τους. Η
ρωμαιοκαθολική εκκλησιολογία
των «αδελφών εκκλησιών» είναι
αντίθετη προς την αυτοσυνειδησία της
Ορθοδόξου Εκκλησίας, ως της μόνης
Μιάς Αγίας Καθολικής και Αποστολικής
Εκκλησίας. Το Φιλιόκβε
προβάλλεται σαν μία άλλη δήθεν
νόμιμη έκφρασις της Ορθοδόξου
διδασκαλίας περί εκπορεύσεως του
Αγίου Πνεύματος. Το παπικό
Πρωτείον ο Ποντίφηκας το κρατεί
ως απαρασάλευτο προνόμιο, όπως
φαίνεται από την πρόσφατη απάλειψι
του τίτλου του Πατριάρχου της Δύσεως
και από την αναφορά στην παγκόσμια
διακονία του Αποστόλου Πέτρου και
των διαδόχων του κατά την ομιλία του
στον Πατριαρχικό Ναό. Η Ουνία
σύμφωνα με αναμφισβήτητες μαρτυρίες
πολλαπλώς και ποικιλοτρόπως
επιχειρείται να ενισχυθεί και
επιβεβαιώνεται. Το Βατικανό
προχώρησε ακόμη περισσότερο με τις
διαθρησκειακές συμπροσευχές και τον
διαφαινόμενο σε αυτές πανθρησκειακό
ηγεμονισμό του Πάπα της Ρώμης.
Υπό τις προϋποθέσεις αυτές οι
φιλόφρονες εκδηλώσεις των
Προκαθημένων δημιουργούν ψευδείς
εντυπώσεις ενότητος, απομακρύνουν
τον ετερόδοξο κόσμο από του να
προσβλέπη στην Ορθοδοξία ως προς την
αληθινή Εκκλησία, αμβλύνουν το
δογματικό αισθητήριο πολλών
Ορθοδόξων και επί πλέον εξωθούν στην
πιθανή δημιουργία νέων σχισμάτων.
Επιθυμούμε οι Αγιορείται και
αγωνιζόμεθα δια βίου να φυλάξωμε την
παρακαταθήκη των Αγίων Πατέρων μας.
Περιφρουρούμε ως κόρην οφθαλμού την
δογματική μας συνείδησι. Φοβούμεθα
να σιωπήσωμε, οσάκις τίθενται
ζητήματα που αφορούν στην
παρακαταθήκη των Πατέρων.
Αισθανόμεθα βαρεία την ευθύνη μας
έναντι του πιστού λαού της
Εκκλησίας, ο οποίος προσβλέπει στον
αθωνικό Μοναχισμό ωσάν σε
αδιαπραγμάτευτο φύλακα των ιερών
Παραδόσεων. Γι αυτό με πόνο
διακηρύσσουμε ότι το
’γιον Όρος δεν συμφωνεί με
τις συμπροσευχές, τις συμμετοχές σε
λειτουργικές και λατρευτικές
συνάξεις που δίνουν την εντύπωσι ότι
η Ορθόδοξος Εκκλησία δέχεται τους
Ρωμαιοκαθολικούς ως πλήρη Εκκλησία
και τον Πάπα ως κανονικό Επίσκοπον
Ρώμης. Το ’γιον
Όρος δεν δέχεται τετελεσμένα
γεγονότα, χάριτι δε Θεού μένει πιστό
στην Πίστι των Αγίων Αποστόλων και
των Αγίων Πατέρων, εξ αγάπης και
προς τους ιδίους τους ετεροδόξους,
για να ευρίσκουν και αυτοί τη μόνη
αληθινή οδό ελπίδας και σωτηρίας.
’παντες
οι εν τη κοινή Συνάξει Αντιπρόσωποι
και Προϊστάμενοι
τών είκοσιν Ιερών Μονών του
Αγίου Όρους ’θω.