Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Κεντρική Σελίδα

Ορθοδοξία

Η βίαιη επιβολή του Δυτικόφερτου Διαφωτισμού στο Νεοελληνικό κράτος * Ο Σκοτεινός διαφωτισμός του Κοραή * Φράγκικη προπαγάνδα του Κοραή * Ο αναλλοίωτος Ορθόδοξος Μοναχισμός ελπίδα στην ανατολή της 3ης Χιλιετίας * Τα Μοναστήρια ως αναγκαιότητα διαφύλλαξης τής εκκλησιαστικής ζωής

Η θεολογία τού «όλου» και η θεολογία τού «επί μέρους»

Ησυχαστική και αντιησυχαστική θεολογία

 

Πηγή: Περιοδικό "Εκκλησιαστική Παρέμβαση" Τεύχος 313. Αύγουστος 2022.

Αναδημοσίευση από: https://www.parembasis.gr

 

Στο σύντομο αυτό κείμενο θα υποστηρίξω ότι η ορθόδοξη θεολογία, ως η ταυτότητα τής εμπειρίας και θεολογίας τών Προφητών, τών Αποστόλων και τών Πατέρων, εκφράζει το «όλον» τής θεολογίας, ενώ η θεολογία που αναπτύχθηκε στην Δύση που εκφράζει «το επί μέρους τής θεολογίας», κινείται στον αντίποδα τής θεολογίας τών Οικουμενικών Συνόδων.

 

Στην πραγματικότητα το «όλον» τής ορθοδόξου θεολογίας κινείται και εκφράζεται ως ησυχαστική και εμπειρική θεολογία που είναι η βάση τής θεολογίας τών Οικουμενικών Συνόδων, ενώ το «επί μέρους» τής θεολογίας, που διακρίνεται από την αντιησυχαστική νοοτροπία και την φιλοσοφούσα διάνοια είναι η θεολογία τών αιρετικών που καταδικάστηκαν από τις Οικουμενικές Συνόδους. Οπότε, ο ιερός ησυχασμός είναι τα «ερμηνευτικά κλειδιά» τής ορθοδόξου θεολογίας, η οποία αντιδιαστέλλεται από την φιλοσοφούσα θεολογία.

 

1. Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς και οι αντιησυχαστές

Ο ιερός ησυχασμός ως ιδιαίτερη κίνηση εκδηλώθηκε τον 14ο αιώνα από τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά και τους ομόφρονές του, όπως είναι ο μεγάλος ησυχαστής Πατέρας άγιος Γρηγόριος ο Σιναΐτης, ο οποίος μετέφερε και αναζωπύρωσε την θεολογία τού ησυχασμού από το Σινά και την Κρήτη στο Άγιον Όρος την εποχή εκείνη.

Πρόκειται για την θεολογία εκείνη που προϋποθέτει την εμπειρική γνώση τού Θεού, η οποία καθώρισε την μέθοδο γνώσεως τού Θεού, που είναι η ιερά ησυχία. Ο άνθρωπος τηρεί τις εντολές τού Χριστού, όπως διατυπώνονται στους Μακαρισμούς τού Χριστού και φθάνει στην εμπειρία τής δόξης τού Θεού στο πρόσωπο τού Χριστού, στο όρος Θαβώρ.

Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς στο κλασσικό έργο του «υπέρ τών ιερώς ησυχαζόντων», τις λεγόμενες τρεις τριάδες, καθόρισε το περιεχόμενο τού ιερού ησυχασμού και τών ιερώς ησυχαζόντων. Σε αυτό το βιβλίο θίγει τρία θέματα, που προήλθαν από τις τρεις αντίστοιχες διδασκαλίες τού Βαρλαάμ, ότι ο άνθρωπος πρέπει να φθάση από το κατ’ εικόνα στο καθ’ ομοίωση που γίνεται με την ιδιαίτερη άσκηση που προβλέπουν οι εντολές τού Χριστού∙ ότι σημαντικό ρόλο στον σκοπό αυτό έχει η νοερά προσευχή, όταν, δηλαδή, ο νους κατέρχεται στην καρδιά και έτσι αγιάζεται και το σώμα που δεν είναι κακό∙ και ότι οι καρποί τής προσευχής είναι η θεωρία τού ακτίστου Φωτός που προσφέρει την αληθινή γνώση τού Θεού, οπότε η θεολογία είναι η θεοπτία.

Πολύ καθοριστικό κείμενο που δείχνει το τι είναι ιερά ησυχία που συνδέεται με την εμπειρική θεολογία είναι ο «αγιορειτικός Τόμος», που γράφηκε από τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά και χρησιμοποιήθηκε σε όλες τις Συνόδους τού 14ου αιώνος που συνήλθαν και αποφάσισαν για το θέμα αυτό. Στον «αγιορειτικό Τόμο» ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς έχει ένα εκπληκτικό χωρίο τού αγίου Μαξίμου τού Ομολογητού στο οποίο φαίνεται το «όλον» τής ορθοδόξου θεολογίας. Γράφει:

«Αρετή μεν γαρ πάσα και η εφ’ ημίν τού Θεού μίμησις προς την θείαν ένωσιν επιτήδειον ποιείται τον κεκτημένον, η δε Χάρις αυτήν τελεσιουργεί την απόρρητον ένωσιν∙ δι’ αυτής γαρ "όλος μεν όλοις τοις αξίοις ο Θεός περιχωρεί, όλω δε όλοι περιχωρούσιν ολικώς οι άγιοι τω Θεώ, όλον αντιλαβόντες εαυτών τον Θεόν, και την προς αυτόν αναβάσεως, οίον έπαθλον, αυτόν μόνον κτησάμενοι τον Θεόν", "ψυχής προς σώμα περιφύντα τρόπον" ως οικείοις και εν αυτώ είναι καταξιώσαντα».

Είναι εκπληκτική αυτή η θεολογία τού «όλου» που κάνει λόγο για περιχώρηση τού «όλου» τών αγίων από τον «όλον» Θεό, μετέχοντες τής ακτίστου Χάριτος τού Θεού.

Αντίθετα, οι αντιησυχαστές, όπως ο δυτικός Βαρλαάμ και οι ανατολικοί Γρηγόριος Ακίνδυνος και Νικηφόρος Γρηγοράς, αναιρούν το «όλον» τής περιχωρήσεως Θεού και αγίων εν εμπειρία, και παραμένουν στα «επί μέρους», δηλαδή στην φιλοσοφική γνώση τού Θεού, την λογικοκρατική πορεία τού ανθρώπου προς την γνώση που συνιστά την άγνοια τού Θεού.

Ο Βαρλαάμ διακρινόταν από τις απόψεις τού ιερού Αυγουστίνου, όπως τις εξέφρασε ένα μέρος τών σχολαστικών θεολόγων τής Δύσεως, που βασίζονταν στην γνωστική αρχή «credo ut intelligam», δηλαδή «πιστεύω ίνα καταλάβω», θέτοντας ως βάση τής θεολογίας την λογική και αντικρούοντας ό,τι έχει σχέση με την νοερά προσευχή και την θέα τού Θεού, γιατί δεχόταν την πλατωνική θεωρία για το σώμα τού ανθρώπου και την αυγουστίνεια θεωρία για το «γίνεται και απογίνεται» τού θείου Φωτός στο Θαβώρ, το οποίο θεωρούσε ως κτίσμα και δαιμονικό «χείρω τής ημετέρας νοήσεως».

Οι άλλοι αντιησυχαστές, Γρηγόριος Ακίνδυνος και Νικηφόρος Γρηγοράς, καίτοι διαφοροποιούνταν, σε μερικά σημεία, από τον Βαρλαάμ, εν τούτοις δεν μπορούσαν να αποδεσμευθούν από την φιλοσοφική αντίληψη περί Θεού, οπότε αντέκρουαν, όπως έκανε ο Ακίνδυνος, το «όλον» τής θεολογίας, δηλαδή δεν μπορούσε να αποδεχθή την διάκριση ουσίας και ενεργείας στον Θεό, εν ονόματι τής απλότητος τού Θεού.

Οι Σύνοδοι τού 14ου αιώνος, τών ετών 1341, 1347, 1351, 1368, κατοχύρωσαν την θεολογία που εξέφραζε ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, ως ορθόδοξη θεολογία που αναφέρεται στο «όλον», δηλαδή στην ιερά ησυχία-νοερά προσευχή ως μεθόδου γνώσεως τού Θεού, και στην Θεοπτία ως όντως θεολογίας, και κατεδίκασε την αντιησυχαστική και φιλοσοφική θεολογία τών αντιπάλων τού αγίου Γρηγορίου τού Παλαμά.

 

2. Η ταυτότητα τής θεολογίας τών Προφητών-Αποστόλων-Πατέρων, και η φιλοσοφία τών αιρετικών θεολόγων

Από πολλούς θεολόγους θεωρείται ότι ο ησυχασμός είναι μια κίνηση που εκδηλώθηκε τον 14ο αιώνα στην Θεσσαλονίκη-Κωνσταντινούπολη, και είναι μια υπερβολική παρουσίαση τής ορθοδόξου θεολογίας.

Όμως αυτό δεν ισχύει, γιατί αν και ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς χρειάσθηκε να αντικρούση την αντιησυχαστική «θεολογία» τής εποχής του, εν τούτοις τα επιχειρήματα τα αντλούσε από την εμπειρική θεολογία τών Προφητών τής Παλαιάς Διαθήκης, τών Αποστόλων τής Καινής Διαθήκης και τών Πατέρων τής Εκκλησίας, δηλαδή τών θεουμένων αγίων.

Η ιερά ησυχία, όπως αναλύθηκε με συντομία προηγουμένως, ως μεθόδου γνώσεως τού Θεού, και ως καρπού θεοπτίας υπήρχε σε όλη την παράδοση τών Προφητών τής Παλαιάς Διαθήκης, που έβλεπαν τον Άσαρκο Λόγο, τον Κύριο τής Δόξης και τών Αποστόλων και Πατέρων που έβλεπαν τον σεσαρκωμένο Λόγο εν τη δόξη Αυτού.

Πράγματι, αν μελετήσουμε προσεκτικά την αποστολική παράδοση που διατυπώνεται στην Καινή Διαθήκη, παρατηρούμε ότι είναι συνέχεια τής προφητικής παραδόσεως, με μόνη την διαφορά ότι οι Προφήτες έβλεπαν τον Κύριο τής Δόξης ασάρκως, ευρισκόμενοι στην προοπτική τής ιεράς ησυχίας, καθάρσεως και νοεράς προσευχής, αλλά ήταν υπό την κυριαρχία τού θανάτου, όχι όμως τού διαβόλου, ενώ οι Απόστολοι και Πατέρες έβλεπαν τον Χριστόν εν τη δόξη Αυτού εν σαρκί.

Περί τού ιερού ησυχασμού κάνουν λόγο οι Απόστολοι στις Επιστολές τους, όταν ομιλούν για τον «έσω άνθρωπον» για τον «κρυπτόν εν τη καρδία άνθρωπον», για την νοερά προσευχή στην καρδιά, για τον Χριστό που φανερώνεται εν τω Φωτί. Αντίθετα, οι πρώτοι γνωστικοί φιλοσοφούντες θεολόγοι ομιλούσαν για τον Θεό χρησιμοποιώντας τις αρχές τής φιλοσοφικής θεολογίας.

Έτσι, από την αρχή τού Χριστιανισμού εκδηλώθηκαν δύο ρεύματα θεολογήσεως. Το ένα στηριζόταν στην Αποκάλυψη τού Χριστού εν τη δόξη Αυτού, ύστερα από την ησυχαστική μέθοδο στους θεουμένους, το άλλο ρεύμα στηριζόταν στην προσπάθεια φιλοσοφικής κατανοήσεως τού ενός Τριαδικού Θεού, με βάση τις Αριστοτελικές αρχές «παν εκ φύσεως είναι και ηναγκασμένον», «κάθε φύση έχει την δική της υπόσταση», «δύο τέλεια δεν μπορούν να ενωθούν σε ένα», και εκφραζόταν από τους αιρετικούς.

Όταν μελετήσουμε προσεκτικά τις συζητήσεις τών αγίων Πατέρων με τους αιρετικούς, αρειανούς, νεστοριανούς, μονοφυσίτες, μονοθελήτες, θα διαπιστώσουμε εμφανώς, ότι όλοι οι άγιοι Πατέρες τής Εκκλησίας θεολόγησαν θεοπνεύστως, γιατί ήταν θεούμενοι, δηλαδή εμυήθησαν στα θεία μέσα από την ιερά ησυχία, ενώ οι αιρετικοί θεολογούσαν μέσα από την φιλοσοφία και τον στοχασμό. Αυτό το βλέπει κανείς στην διαφορά μεταξύ Μεγάλου Αθανασίου και Αρειανών, μεταξύ Μεγάλου Βασιλείου, αγίου Γρηγορίου Θεολόγου και Ευνομιανών, μεταξύ αγίου Κυρίλλου Ιεροσολύμων και Νεστοριανών, μεταξύ Πάπα Ρώμης Λέοντος - Κωνσταντινουπόλεως Ανατολίου και τών Μονοφυσιτών, μεταξύ Πατριάρχου Ιεροσολύμων Σωφρονίου - αγίου Μαξίμου τού Ομολογητού και Μονοθελητών, μεταξύ Ιωάννου τού Δαμασκηνού και Εικονομάχων.

Οι Πατέρες τών Οικουμενικών Συνόδων που συνήλθαν για να αντιμετωπίσουν τις αιρέσεις τής εποχής τους στα Πρακτικά δηλώνουν ότι αποδέχονται το «όλον» τής ορθοδόξου θεολογίας, δηλαδή την ησυχαστική μέθοδο και θεοπτία και καταδικάζουν το «επί μέρους» τής θεολογίας, όπως εκφράζεται από τους φιλοσοφούντας θεολόγους-αιρετικούς. Μάλιστα, η Σύνοδος επί αγίου Γρηγορίου τού Παλαμά εκφράζει το «όλον» τής Ορθοδόξου θεολογίας με την φράση ότι αποδεχόμαστε «τας τών αγίων θεοπνεύστους θεολογίας και το τής Εκκλησίας ευσεβές φρόνημα».

 

3. Η Φιλοκαλία τών ιερών νηπτικών και τα μετασχολαστικά ρεύματα

Μετά τις θεολογικές συζητήσεις τού 14ουαιώνος μεταξύ τού αγίου Γρηγορίου τού Παλαμά και τών αντιησυχαστών θεολόγων, οι ορθόδοξοι θεολόγοι κατάλαβαν ότι είναι ανάγκη να γίνη μια συλλογή Πατερικών κειμένων, τα οποία θα κατοχυρώνουν την «μέθοδο τής ορθοδόξου θεολογίας», που οδηγεί στην θεοπτία, δηλαδή στο «όλον» τής ορθοδόξου θεολογίας, που είναι η βάση τών Οικουμενικών Συνόδων, για να αντιμετωπισθή η «στοχαστική θεολογία» και η φιλοσοφούσα θεολογία που καταδικάστηκε από τις Οικουμενικές Συνόδους.

Και το έκαναν αυτό, γιατί καταλάβαιναν ότι αυτή είναι η ουσία τής ορθοδόξου θεολογίας, αφού όταν κανείς απορρίπτη ή δεν αποδέχεται τον ιερό ησυχασμό καταλήγει σε εσφαλμένα θεολογικά συμπεράσματα.

Έτσι, ο Μακάριος Νοταράς πρώην Επίσκοπος Κορίνθου και ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης βρήκαν κάποια κείμενα που είχαν ήδη συγκεντρωθή από την εποχή που έληξαν οι συζητήσεις για τα ησυχαστικά θέματα και τα επεξεργάσθηκαν ακόμη περισσότερο. Έπρεπε να σχηματισθή μια σειρά αγιοπατερικών κειμένων στα οποία θα γίνεται λόγος για τον ησυχασμό, δηλαδή την ταπείνωση, την υπακοή, την καθαρότητα τής λογικής και τού νου και τής καρδιάς, για την νοερά προσευχή, που θα είναι τα ερμηνευτικά κλειδιά τής Ορθοδόξου θεολογίας, και θα την διακρίνουν από την ετερόδοξη θεολογία. Άλλωστε, η ησυχαστική θεολογία που εκφράσθηκε τον 14ον αιώνα συνοδικά είναι η βάση τής θεολογίας και οι προϋποθέσεις όλων τών Οικουμενικών Συνόδων.

Έτσι, απαρτίσθηκε το έργο με τίτλο «Φιλοκαλία τών ιερών νηπτικών, συνερανισθείσα παρά τών αγίων και θεοφόρων Πατέρων» και υπότιτλο «εν ή δια τής κατά την πράξιν και θεωρίαν ηθικής φιλοσοφίας ο νους καθαίρεται, φωτίζεται και τελειούται». Είναι σημαντικό βιβλίο που περιγράφει την βάση τής ορθοδόξου θεολογίας.

Κατ’ αρχάς χαρακτηρίζεται ως «Φιλοκαλία» που δηλώνει την αγάπη τού κάλλους τού Θεού, αναφέρεται στην διδασκαλία τής ιεράς ησυχίας και τής νήψεως, όπως παρουσιάζεται από τους αγίους και Θεοφόρους Πατέρας. «Ηθική φιλοσοφία» είναι η θεολογία που διαφέρει από την φιλοσοφική οντολογία. «Πράξη» είναι η τήρηση τών εντολών τού Χριστού, με την οποία ο νους καθαίρεται, και «θεωρία» είναι η μέθεξη τής θείας Χάριτος με τον φωτισμό τού νου και την θεοπτία.

Η Φιλοκαλία τών Ιερών Νηπτικών μεταφράσθηκε στα σλαβονικά από τον όσιο Παΐσιο Βελιτσκόφσκυ και συνετέλεσε στην αναγέννηση τών Σλαβικών πληθυσμών, και τών Ρώσων που ζούσαν την «Βαβυλώνεια αιχμαλωσία» τής ορθοδόξου θεολογίας στον σχολαστικισμό και τον Προτεσταντισμό, όπως έλεγε ο π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ.

Επομένως, ιερός ησυχασμός είναι η κάθαρση τής καρδιάς (πράξη), και ο φωτισμός τού νου που οδηγεί στην όραση τής ακτίστου Θεοποιού Χάριτος τού Θεού (θεωρία). Αυτό σημαίνει ότι η βάση και το ερμηνευτικό κλειδί τής ορθοδόξου θεολογίας είναι η κάθαρση, ο φωτισμός τού νου και η θέωση. Αυτός είναι ο ιερός ησυχασμός και η ιερά νηπτική θεολογία. Θεολογία χωρίς κάθαρση, φωτισμό και θέωση είναι φιλοσοφικός στοχασμός, που είναι η πηγή όλων τών αιρέσεων.

Η πεμπτουσία τής διδασκαλίας τών Φιλοκαλικών Πατέρων μάς βοηθά να αντιμετωπίσουμε τα ποικίλα φιλοσοφικά ρεύματα που προέκυψαν στην Δύση από τα ποικίλα ρεύματα τής μετασχολαστικής θεολογίας-φιλοσοφίας. Πρόκειται για τον νομιναλισμό (14ος αιώνας), την Αναγέννηση (15ος αιώνας), την Μεταρρύθμιση (16ος αιώνας), τον Διαφωτισμό (17ος-18ος αιώνας), τον Γερμανικό ιδεαλισμό (19ος αιώνας),  τον υπαρξισμό (20ός αιώνας).

Αυτά τα φιλοσοφικά ρεύματα κατά ποικίλους βαθμούς επηρέασαν την δυτική θεολογία, αλλά εν πολλοίς και ορθοδόξους θεολόγους που δεν έθεσαν ως βάση την ησυχαστική θεολογία τής καθάρσεως, τού φωτισμού και τής θεώσεως.

Σε αντίδραση προς τα δυτικά φιλοσοφικά και θεολογικά αυτά ρεύματα εμφανίσθηκε στα τέλη τού 19ου αιώνα μεταξύ τών Ρωμαιοκαθολικών, ο Νεοθωμισμός ή νεοσχολαστική θεολογία για να αντιμετωπίση τον Διαφωτισμό, και ως συνέχεια τού Νεοθωμισμού-Νεοσχολαστικισμού εμφανίσθηκε το θεολογικό ρεύμα, μεταξύ τών Ρωμαιοκαθολικών και Προτεσταντών, τής «οντολογίας τής σχέσης», που αλλοιώνει την ορθόδοξη θεολογία, γιατί με την σχολαστική αναλογία εισέρχονται μερικοί θεολόγοι στα ενδότερα τού Τριαδικού Θεού, καταργώντας τόσο τον θεολογικό αποφατισμό όσο και την θεολογία τών Πατέρων τής Εκκλησίας.

Το θέμα αυτό είναι πολύ μεγάλο, εδώ απλώς έθιξα με συντομία την βάση του.

 

4. «Ιερά ησυχία» και «στοχαστική αναλογία»

Η ουσία τής ιεράς ησυχίας φαίνεται ανάγλυφα στην ομιλία τού αγίου Γρηγορίου τού Παλαμά στα Εισόδια τής Θεοτόκου, που ερμηνεύει την Υπεραγία Θεοτόκο ως πρότυπο τού ησυχασμού, αφού η ιερά ησυχία την προετοίμασε για να δώση την σάρκα της στον Υιό και Λόγο τού Θεού για να ενανθρωπήση. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη απόδειξη τής αξίας τού ιερού ησυχασμού ως μεθόδου γνώσεως τού Θεού.

Στην ομιλία αυτή ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς ερμηνεύει ότι η ιερά ησυχία είναι η στάση τού νου και τού κόσμου, η λήθη τών κάτω και μνήμη τών άνω, η απόθεση τών νοημάτων για το καλύτερο. Αυτό γίνεται με την κάθαρση και τον φωτισμό τού νου. «Αύτη πράξις ως αληθώς, επίβασις τής ως αληθώς θεωρία ή θεοπτίας, ειπείν οικειότερον, ή μόνη δείγμα τής ως αληθώς ευεκτούσης ψυχής». Κάθε αρετή είναι ως ένα αλεξιτήριο φάρμακο για τις ασθένειες τής ψυχής και τα ριζωμένα σε αυτήν πονηρά παθήματα από την ραθυμία, αλλά η θεωρία είναι καρπός τής υγιούς ψυχής. Και συνεχίζει: «Δι’ αυτής (τής θεωρίας) θεοποιείται ο άνθρωπος, ου τής από τών λόγων ή τής τών ορωμένων στοχαστικής αναλογίας», διότι αυτή «η στοχαστική αναλογία» είναι «χαμαίζηλος και ανθρωπίνη». Θεοποιείται, λοιπόν, ο άνθρωπος δια τής θεωρίας, που είναι καρπός «τής καθ’ ησυχίαν αγωγής».

Με τον όρο «στοχαστική αναλογία» ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς εννοεί την θεολογία που σήμερα την χαρακτηρίζουμε σχολαστική, τις απόψεις τού Βαρλαάμ, τού Ακινδύνου και τού Γρηγορά, δηλαδή τών αντιησυχαστών αιρετικών, που χρησιμοποιούσαν τον φιλοσοφικό στοχασμό και εύρισκαν συνεχώς αναλογίες μεταξύ Θεού και κόσμου, πράγμα που έκαναν οι αιρετικοί και δυστυχώς κάνουν πολλοί σύγχρονοι θεολόγοι.

Επομένως, η θεολογία τού «όλου» είναι η ησυχαστική και η εμπειρική θεοπτική θεολογία τών θεουμένων Προφητών, τών Αποστόλων και τών Πατέρων, που είναι η θεολογία τής Ορθοδόξου Εκκλησίας, τών Πατέρων τών Οικουμενικών Συνόδων, και η θεολογία τού «επί μέρους» είναι η θεολογία τών φιλοσοφούντων στοχαζομένων θεολόγων, που καταδικάστηκαν από τους Πατέρας τών Οικουμενικών Συνόδων.

Σεπτέμβριος 2021

Δημιουργία αρχείου: 3-10-2022.

Τελευταία ενημέρωση: 3-10-2022.

ΕΠΑΝΩ