Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Κεντρική Σελίδα

Πατερικά και Αγία Γραφή

Το πρόσωπο τής Εκκλησίας στους συμβολισμούς τού Άσματος Ασμάτων * Άσμα Ασμάτων: Τα δόντια, τα μαλλιά και τα μάτια τής Σουναμίτιδος * Οι μαστοί τής Εκκλησίας είναι Πύργοι * "Μην ταράξεις την αγάπη μου" Τραγούδι από το Άσμα Ασμάτων

Ο πολύτιμος στολισμός τής Εκκλησίας

στους συμβολισμούς τού άρματος τού Σολομώντα

Αγίου Γρηγορίου Νύσσης

Κείμενο και Μετάφραση

 

Πηγή: Αγίου Γρηγορίου Νύσσης: "Ερμηνεία στο Άσμα Ασμάτων λόγος 7ος". ΕΠΕ Τόμος 7, σελ. 220-238.

Στο παρακάτω απόσπασμα, θα διαβάσουμε τον άγιο Γρηγόριο Νύσσης να ερμηνεύει τον συμβολισμό κάποιων πολύτιμων χαρακτηριστικών τής Εκκλησίας, που συμβολίσθηκαν από πολύτιμα αντικείμενα τα οποία αναφέρονται στο περιβάλλον τού βασιλιά Σολομώντα, συμβόλου τού Κυρίου μας Ιησού Χριστού:

 

 Ερμηνεία στο Άσμα Ασμάτων κεφάλαιο 3: 9 ως 4: 1. 1ο Μέρος

Αρχαίο Κείμενο Μετάφραση

«Φορείον εποίησεν εαυτώ ο βασιλεύς Σαλωμών

από ξύλων του Λιβάνου,

στύλους αυτού εποίησεν αργύριον

και το ανάκλιτον αυτού χρυσίον,

επιβάσεις αυτού πορφύραν,

εντός αυτού λιθόστρωτον

αγάπην από θυγατέρων Ιερουσαλήμ.

Εξέλθετε και ίδετε, θυγατέρες Σιών,

εν τω βασιλεί Σαλωμών,

εν τω στεφάνω, ώ εστεφάνωσεν αυτόν η μήτηρ αυτού

εν ημέρα νυμφεύσεως αυτού,

και εν ημέρα ευφροσύνης καρδίας αυτού.

Ιδού εί καλή, η πλησίον μου, ιδού εί καλή.

«Φορείο έφτιαξε για τον εαυτό του ο βασιλιάς Σολομών

από ξύλα του Λιβάνου·

τους στύλους του τους έκανε από ασήμι

το προσκεφάλι του από χρυσάφι,

και το στρώμα του από πορφύρα·

μέσα του κεντημένο λιθόστρωτο,

δώρο αγάπης απ' τις κοπέλες της Ιερουσαλήμ.

Βγείτε και δείτε, κοπέλες της Ιερουσαλήμ,

το βασιλιά Σολομώντα

με το στεφάνι που τον στεφάνωσε η μάνα του

τη μέρα του γάμου του,

τη μέρα που χαιρόταν η καρδιά του.

Βλέπω τι όμορφη που 'σαι, αγαπημένη μου, τι όμορφη!

Εν πολλοίς ο βασιλεύς Σολομών εις τύπον του αληθινού βασιλέως παραλαμβάνεται, πολλοίς δε φημι τοις προς τα κρείττον περί αυτού παρά της Αγίας Γραφής ιστορουμένοις· ειρηνικός τε γαρ λέγεται, και ναόν οικοδομεί, και σοφίαν αμέτρητον έχει, βασιλεύει τε του Ισραήλ και κρίνει τον λαόν εν δικαιοσύνη και εκ του σπέρματος εστί του Δαβίδ, άλλα και η τών Αιθιόπων βασίλισσα προς αυτόν φοιτά. Ταύτα γαρ πάντα και τα τοιαύτα περί αυτού μεν λέγεται τυπικώς, προδιαγράφει δε του Ευαγγελίου την δύναμιν.

Τις γαρ ούτως ειρηνικός ως ο αποκτείνας την έχθραν και τω σταυρώ προσηλώσας, ο τους εχθρούς εαυτού ημάς, μάλλον δε τον κόσμον όλον εαυτώ καταλλάξας και το μεσότοιχον του φραγμού λύσας, ίνα τους δύο κτίση εν εαυτώ εις ένα καινόν άνθρωπον ποιών ειρήνην, ο κηρύξας τοις μακράν τε και τοις εγγύς την ειρήνην δια των ευαγγελιζομένων τα αγαθά; Τις δε τοιούτος οικοδόμος ναού ο τους θεμέλιους μεν αυτού τιθείς εν τοις όρεσι τοις Αγίοις, τουτέστιν εν τοις προφήταις τε και τοις Αποστόλοις, εποικοδομών δε, καθώς φησιν ο Απόστολος, επί τω θεμελίω των Αποστόλων και Προφητών τους ζώντας τε και εμψύχους λίθους τους δι' εαυτών προς την των τοίχων αρμονίαν κατά τον προφητικόν λόγον κυλιόμενους, ώστε συναρμοσθέντας εν τη ενότητι της πίστεως και τω συνδέσμω της ειρήνης αυξήσαι δι' εαυτών τον ναόν τον άγιον εις το γενέσθαι κατοικητήριον Θεού εν Πνεύματι;

Ότι δε και τη σοφία τη εαυτού ο Σολομών την αληθινήν μηνύει σοφίαν, ουδείς αν αντείποι προς τε την ιστορίαν και προς την αλήθειαν βλέπων· μαρτυρείται μεν γαρ υπό της ιστορίας εκείνος, ότι παρήλθε τους της ανθρωπίνης σοφίας όρους πάντων την γνώσιν εν τω πλάτει της καρδίας χωρήσας, ως και τους προλαβόντας παραδραμείν και τοις εφεξής γενέσθαι ανέφικτος, ο δε Κύριος κατά την εαυτού φύσιν αυτό, όπερ εστίν αλήθειά τε και σοφία και δύναμις, ουσία εστίν. Δια τούτο του Δαβίδ ειπόντος ότι «πάντα εν σοφία εγένετο», ερμηνεύων τον προφήτην ο θείος Απόστολος «εν αυτώ εκτίσθαι τα πάντα» λέγει, ως τούτον του προφήτου δια της «σοφίας» σημαίνοντος.

Το δε βασιλέα του Ισραήλ είναι τον Κύριον και παρά των εχθρών μεμαρτύρηται των υπογεγραφηκότων τω σταυρώ την ομολογίαν της βασιλείας αυτού ότι «ούτος εστίν ο βασιλεύς των Ιουδαίων»· δεχόμεθα γαρ την μαρτυρίαν, ει και κατασμικρύνειν νομίζεται το μεγαλείον του κράτους τη των Ισραηλιτών βασιλεία την δεσποτείαν ορίζουσα. Ου γαρ ούτως έχει, αλλ' από μέρους την κατά πάντων αρχήν η επιγραφή αυτή τω σταυρώ ανατίθησι τω μη προσθείναι ότι μόνων των Ιουδαίων ούτος εστί βασιλεύς· απολύτως γαρ αυτώ προσμαρτυρήσας ο λόγος την των Ιουδαίων αρχήν και το κατά πάντων κράτος κατά το σιωπώμενον τη ομολογία ταύτη συμπεριέλαβεν· ο γαρ βασιλεύς πάσης της γης και του μέρους πάντως την δεσποτείαν έχει.

Η δε περί την δικαίαν κρίσιν του Σολομώντος σπουδή τον αληθινόν κριτήν του παντός κόσμου διασημαίνει, ός φησιν ότι «ο Πατήρ κρίνει ουδένα, άλλα την κρίσιν πάσαν δέδωκε τω Υιώ»· και ότι «ου δύνομαι απ' εμαυτού ποιείν ουδέν, αλλά καθώς ακούω κρίνω και η κρίσις η εμή δικαία εστίν». Ούτος γαρ ο ακρότατος της δικαίας κρίσεως όρος το μη αφ' εαυτού τι κατά τινα προσπάθειαν ή αποκλήρωσιν τοις κρινομένοις νέμειν, άλλα πρώτον ακούειν των υποδίκων τη κρίσει, είθ' ούτω την επ' αυτοίς ψήφον εκτίθεσθαι. Ου χάριν η του Θεού δύναμις τινα ομολογεί και μη δύνασθαι· το γαρ έξω του δικαίου παρατρέψαι την κρίσιν αδυνατεί η αλήθεια. Το δε εκ του σπέρματος Δαβίδ είναι το κατά σάρκα τον Κύριον παρά του γεγονότος εκ του Δαβίδ προμηνύεσθαι ως ομoλογoύμεvov τω λόγω παρήσομεν.

Το δε κατά την Αιθιοπίδα μυστήριον, πώς καταλιπούσα των Αιθιόπων την βασιλείαν και τοσούτον διαβάσα τον εν τω μέσω τόπον προς τον Σoλομώvτα δια το κλέος της σοφίας επείγεται λίθοις τε τιμίοις και χρυσώ και τοις των αρωμάτων ηδύσμασι δεξιουμένη τον βασιλέα, δήλον αν γένοιτο τω επιστήσαντι, προς ό τι των ευαγγελικών βλέπει θαυμάτων· τις γαρ ουκ οίδεν ότι μέλαινα ην εξ ειδωλολατρίας το κατ' αρχάς η εξ εθνών Εκκλησία πριν Εκκλησία γενέσθαι πολλώ μεταξύ τω της αγνοίας διαστήματι της προς τον αληθινόν Θεόν γνώσεως απωκισμένη; Αλλ' ότε επεφάνη η χάρις του Θεού και η σοφία διέλαμψε και το φως το αληθινόν προς τους εν σκότει και σκιά θανάτου καθημένους την ακτίνα διέπεμψε, τότε του Ισραήλ προς το φως επιμύσαντος και της των αγαθών μετουσίας εαυτόν αποστήσαντος έρχονται οι Αιθίοπες, οι εξ εθνών τη πίστει προστρέχοντες και οί ποτε όντες μακράν εγγύς γίνονται τω μυστικώ ύδατι την μελανίαν αποκλυσάμενοι, ώστε την Αιθιοπίαν προφθάσαι χείρα αυτής τω Θεώ και προσαγαγείν δώρα τω βασιλεί τα τε της ευσεβείας αρώματα και το της θεογνωσίας χρυσίον και τους τιμίους λίθους της των εντολών τε και των αρετών εργασίας.

Άλλα προς ό τι βλέπων εντεύθεν άρχομαι της προκειμένης ημίν των ρητών θεωρίας, ήδη διασαφήσω τω λόγω αυτήν προεκθέμενος την λέξιν των θείων λογίων έχουσαν ούτω: «φορείον εποίησεν εαυτώ ο βασιλεύς Σαλωμών από ξύλων του Λιβάνου, στύλους αυτού εποίησεν αργύριον και το ανάκλιτον αυτού χρυσίον, επιβάσεις αυτού πορφύραν, εντός αυτού λιθόστρωτον αγάπην από θυγατέρων Ιερουσαλήμ». Ώσπερ τοίνυν εν τοις προεξητασμένοις περί του Σολομώνος εύρεν ο λόγος δι' ων το περί του Κυρίου μυστήριον εν εκείνω τω προσώπω προδιαγράφεται, ούτω και δια της του φορείου κατασκευής η περί ημών οικονομία του Κυρίου διασημαίνεται· πολυτρόπως γαρ ο Θεός εν τοις αξίοις εαυτού γίνεται, καθώς αν έκαστος έχη δυνάμεώς τε και αξίας ούτως εν εκάστω γινόμενος. Ο μεν γαρ τις γίνεται Θεού τόπος, ο δε οίκος, άλλος δε θρόνος και έτερος υποπόδιον. Έστι δε τις ό και άρμα γινόμενος ή ίππος ευήνιος δεχόμενος εφ' εαυτού τον αγαθόν αναβάτην και προς το δοκούν τω ευθύνοντι διανύων τον δρόμον.

Ως δε vυv διδασκόμεθα και φορείον αυτού τις γίνεται ο κατά την εκείνου σοφίαν ου μόνον τοις εκ του Λιβάνου κατασκευαζόμενος ξύλοις, άλλα και χρυσώ και αργύρω και πορφύρα και λίθοις καταλλήλως εν εκάστω μέρει καλλωπιζόμενος· δι' ων η αγάπη αυτού ενεργός γίνεται ου πάντων χωρούντων την της αγάπης ενέργειαν, αλλ' ει τις θυγάτηρ της άνω Ιερουσαλήμ της ελευθέρας δια του βίου γνωρίζοιτο. Ότι μεν ουν ο τον Θεόν εν εαυτώ φέρων φορείόν εστί του εν αυτώ καθιδρυμένου, δήλον και προ των ημετέρων λόγων αν είη· ο γαρ κατά τον άγιον Παύλον μηκέτι αυτός ζων, αλλά ζώντα έχων εν εαυτώ τον Χριστόν και δοκιμήν διδούς του εν αυτώ φερομένου και υπ' αυτού βασταζομένου.

Αλλ' ου τούτο εστί το ζητούμενον. Εκείνο δε μάλλον προσήκει δι' επιμελείας κατανοήσαι, τι βούλεται το της ύλης ποικίλον τε και πολυειδές και πώς συμπαραλαμβάνεται χρυσώ και αργύρω και πορφύρα και λίθοις και η του ξύλου φύσις εις την κατασκευήν του φορείου. Καίτοιγε το ξύλον ο σοφός αρχιτέκτων Παύλος μετά του χόρτου και της καλάμης εις την οικοδομήν του οίκου κρίνει απόβλητον ως τη αναλωτική του πυρός δυνάμει τη δοκιμαζούση το έργον ενδαπανώμενον. Αλλ' οίδαμέν τινα ξύλου φύσιν μη διαμένουσαν εν ω έστιν, αλλά προς χρυσόν ή άργυρον ή άλλο τι των τιμίων εαυτήν μεταβάλλουσαν· εν γαρ τη μεγάλη του Θεού οικία, φησίν ο Απόστολος, τα μεν είναι σκεύη χρυσά τη φύσει και αργυρά, την ασώματον ως οίμαι και νοεράν κτίσιν δια τούτων υπαινισσόμενος, τα δε ξύλινά τε και οστράκινα, ημάς τάχα δια τούτων αποσημαίνων, ους απεγέωσε μεν η παρακοή και οστρακίνους εποίησεν, η δε δια του ξύλου αμαρτία ξύλινα ημάς σκεύη αντί χρυσών απειργάσατο.

Μεμέρισται δε προς την αξίαν της ύλης και η τών σκευών χρήσις· τα μεν γαρ της τιμιωτέρας ύλης εις τιμήν αποτέτακται, τα δε εις την άτιμον υπηρεσίαν απέρριπται. Αλλά τι φησι περί των τοιούτων ο Παύλος; Ότι εξουσίαν έχει το σκεύος εκ της ιδίας προαιρέσεως ή χρύσεον από ξυλίνου ή αργύρεον εξ οστρακίνου γενέσθαι· «εάν γαρ τις», φησίν, «εκκαθάρη εαυτόν, έσται σκεύος εις τιμήν τω δεσπότη προς παν έργον αγαθόν ητοιμασμένον».

Τάχα τοίνον δια των ειρημένων προσαγόμεθά πως τη προκειμένη θεωρία του λόγου· το όρος, ο Λίβανος εν πολλοίς της Αγίας Γραφής εις ένδειξιν της αντικειμένης δυνάμεως μνημονεύεται, ως όταν λέγη δια του προφήτου ότι «συντρίψει Κύριος τας κέδρους του Λιβάνου και λεπτυνεί αυτάς τε και τον Λίβανον ως τον μόσχον», εκείνον δηλαδή τον εν τη ερήμω καταλεανθέντα υπό του Μωυσέως και πότιμον δια λεπτότητα τοις Ισραηλίταις γενόμενον. Δηλούται γαρ ώδε δια της προφητείας ότι ου μόνον τα εκφυέντα παρά της αντικειμένης δυνάμεως κακά, αλλά και αυτό το όρος, η πρώτη του κακού ρίζα, ο Λίβανος ο υποτρέφων των τοιούτων κέδρων την ύλην εις το μη ον περιστήσεται. Ουκούν ημείς ήμέν ποτε του Λιβάνου τα ξύλα, έως εν εκείνω ήμεν εκριζωμένοι δια τε του πονηρού βίου και της των ειδώλων απάτης. Αλλ' επειδή εκείθεν υπό της λογικής αξίνης ετμήθημεν και εν ταις του τεχνίτου χερσίν εγενόμεθα, φορείον εαυτού ημάς εποίησε μεταστοιχειώσας του ξύλου την φύσιν δια της παλιγγενεσίας εις αργύριόν τε και χρυσίον και εις ευανθή πορφύραν και εις τας των λίθων αυγάς. Και ώσπερ φησίν ο Απόστολος ότι καταλλήλως εμέρισεν ο Θεός εκάστω τας του Αγίου Πνεύματος δωρεάς και ω μεν δίδωσι προφητείαν κατά την αναλογίαν της πίστεως, άλλω δε άλλο τι των ενεργημάτων, προς ό πέφυκέ τε και δύναται έκαστος την χάριν δέξασθαι ή οφθαλμός του σώματος της Εκκλησίας γινόμενος ή εις χείρα τασσόμενος ή αντί ποδός υποστηρίζων, ούτω και εν τη του φορείου κατασκευή ο μεν τις στύλος, ο δε επίβασις γίνεται, έτερος δε το προς τη κεφαλή μέρος, ό ανάκλιτον προσηγόρευσεν, εισί δε τίνες οι εις το εντός τεταγμένοι. Ων απάντων κατά τινα λόγον ο τεχνίτης ου μονοειδή προς τον καλλωπισμόν επινοεί την ύλην, άλλα πάντα μεν κατακοσμείταί τω κάλλει, διάφορος δε και κατάλληλος εκάστω τούτων επινοείται η ώρα.

Εισί τοίνυν αργύριον μεν οι στύλοι του φορείου, αι δε τούτων επιβάσεις πορφύρα, εκ χρυσίου δε το ανάκλιτον το την κεφαλήν υποβαίνον, εν ω κλίνει την εαυτού κεφαλήν ο νυμφίος, τοις δε τιμίοις λίθοις το ένδον άπαν καταποικίλλεται. Ουκούν στύλους μεν νοητέον τους στύλους της Εκκλησίας, οις ακριβώς αργύριον καθαρόν τε και πεπυρωμένον ο Λόγος εστίν, οί της βασιλείας εν τω υψηλώ της πολιτείας επιβεβήκασιν (εξαίρετον γαρ γνώρισμα της βασιλείας η πορφύρα νομίζεται), το δε ηγεμονικόν αυτών, εν ω την κεφαλήν εαυτού κλίνει ο το φορείον κατασκευάσας, το των καθαρών δογμάτων χρυσίον εστίν, όσα δε αφανή τε και κρύφια, τη καθαρά συνειδήσει των τιμίων λίθων ενωραΐζεται, δι' ων απάντων από των θυγατέρων Ιερουσαλήμ η αγάπη συνίσταται.

Ει δε βούλοιτό τις φορείον μεν πάσαν λέγειν την Εκκλησίαν, καταμερίζοι δε κατά τας των ενεργειών διαφοράς εις πρόσωπά τινα του φορείου τα μέλη ως ήδη περί τούτου προείρηται, πολλήν και ούτως ευκολίαν ο λόγος έχει εκαστω τάγματι των κατά την Εκκλησίαν τεταγμένων εφαρμόσαι του φορείου τα μέρη (καθώς φησιν ο Απόστολος ότι «έθετο ο Θεός εν τη Εκκλησία πρώτον Αποστόλους, δεύτερον Προφήτας, τρίτον Διδασκάλους, έπειτα τα καθ' έκαστον πάντα προς τον καταρτισμόν των Αγίων»), ως δια των ονομάτων τούτων των προς την του φορείου κατασκευήν συντελούντων ιερέας νοείσθαι και διδάσκαλους και την σεμνήν παρθενίαν την εντός του φορείου τη καθαρότητι των αρετών οίόν τισι λίθων αυγαίς εναστράπτουσαν.

Αλλά περί μεν τούτων τοσαύτα. Ο δε εφεξής λόγος προτροπήν περιέχει προς τας θυγατέρας Ιερουσαλήμ παρά της νύμφης γινόμενος. Ως γαρ ο μέγας Παύλος ζημίαν ηγείτο, ει μη πάσι των ιδίων αγαθών εκοινώνησεν (δια τα τοιαύτα προς τους ακούοντας έλεγεν ότι «γίνεσθε ως εγώ, και γαρ αυτός ήμην ποτέ καθ' υμάς»· και ότι «μιμηταί μου γίνεσθε καθώς καγώ Χριστού»), ούτω και η φιλάνθρωπος αύτη νύμφη των θείων του νυμφίου μυστηρίων αξιωθείσα, ότε την κλίνην είδε και φορείον του βασιλέως εγένετο, βοά προς τας νεάνιδας (αύται δ' αν είεν αι των σωζομένων ψυχαί) έως πότε, λέγουσα, τω σπηλαίω του βίου εναποκλείεσθε; Εξέλθετε των προκαλυμμάτων της φύσεως και ίδετε το θαυμαστόν θέαμα Σιών θυγατέρες γενόμεναι, θεάσασθε περιπρέποντα τη κεφαλή του βασιλέως τον στέφανον, ον η μήτηρ αυτώ περιέθηκε, κατά την του προφήτου φωνήν, ος φησιν «έθηκας επί την κεφαλήν αυτού στέφανον εκ λίθου τιμίου». Πάντως δε ουδείς των κρίνειν τους περί Θεού λόγους επεσκεμμένων ακριβολογείται περί την του ονόματος έμφασιν, ότι μήτηρ αντί του Πατρός μνημονεύεται, μίαν αφ' εκατέρας φωνής αναλαμβάνων διάνοιαν.

Επειδή γαρ ούτε άρρεν ούτε θήλυ το θείόν εστίν (πώς γαρ αν επί της θεότητός τι νοηθείη τοιούτον, οπότε ουδέ ημίν τοις ανθρώποις τούτο εις το διηνεκές παραμένει, αλλ' όταν εν Χριστώ πάντες είς γενώμεθα, τα σημεία της διαφοράς ταύτης μετά όλου του παλαιού ανθρώπου συνεκδυόμεθα;), τούτου χάριν ισοδυναμεί προς την ένδειξιν της αφράστου φύσεως παν το ευρισκόμενον όνομα ούτε θήλεος ούτε άρρενος την σημασίαν της ακηράτου καταμολύνοντος φύσεως. Δια τούτο εν μεν τω ευαγγελίω ο Πατήρ λέγεται ποιείν τω Υιώ τους γάμους, ο δε προφήτης προς τον Θεόν λέγει ότι «έθηκας επί την κεφαλήν αυτού στέφανον εκ λίθου τιμίου», ενταύθα δε παρά της μητρός φησιν επιτεθείσθαι τω νυμφίω τον στέφανον.

Επεί ουν είς εστίν ο γάμος και μία η νύμφη και παρά ενός επιβάλλεται τω νυμφίω ο στέφανος, διαφέρει πάντως ουδέν ή Υιόν του Θεού τον Μονογενή λέγειν Θεόν ή Υιόν της αγάπης αυτού κατά την Παύλου φωνήν μιας ούσης καθ' εκάτερον όνομα της νυμφοστολούσης αυτόν επί τη ημετέρα συνοικήσει δυνάμεως.

Εξέλθετε ουν φησίν η νύμφη προς τας νεάνιδας, και θυγατέρες Σιών γένεσθε, ώστε από σκοπιάς υψηλής (ούτω γαρ η Σιών ερμηνεύεται) δυνηθήναι το θαυμαστόν ιδείν θέαμα στεφανηφορούντα τον νυμφίον. Στέφανος δε αυτώ η Εκκλησία γίνεται δια των εμψύχων λίθων την κεφαλήν εν κύκλω διαλαμβάνουσα, στεφανηπλόκος δε του τοιούτου στεφάνου η αγάπη εστίν, ην είτε μητέρα είτε αγάπην τις λέγοι, ουχ αμαρτήσεται· Θεός γαρ εστίν η αγάπη, κατά την Ιωάννου φωνήν. Τούτω δε τω στεφάνω ενευφραίνεσθαι λέγει αυτόν η νύμφη τω νυμφικώ κόσμω εναγαλλόμενον· χαίρειν γαρ ως αληθώς ο σύνοικον την Εκκλησίαν εαυτώ ποιησάμενος ταις αρεταίς των διαπρεπόντων εν αυτή στεφανούμενος. Κρείττον δ' αν είη αυτάς παραθέσθαι τας θείας φωνάς επί λέξεως εχούσας ούτως: «εξέλθετε και ίδετε, θυγατέρες Σιών, εν τω βασιλεί Σαλωμών εν τω στεφάνω, ω εστεφάνωσεν αυτόν η μήτηρ αυτού εν ημέρα νυμφεύσεως αυτού και εν ημέρα ευφροσύνης καρδίας αυτού».

Την ουν τοιαύτην φιλανθρωπίαν της νύμφης ο Λόγος αποδεξάμενος, ότι κατά μίμησιν του Δεσπότου και αυτή «πάντας θέλει σωθήναι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν», σεμνοτέραν αυτήν απεργάζεται, κήρυξ του κάλλους αυτής και ζωγράφος γινόμενος· ου γαρ απλώς ο της ώρας έπαινος γίνεται καθολικήν τινα την ευφημίαν περιέχων του κάλλους, αλλ' εμφιλοχωρεί τω λόγω τοις καθ' έκαστον μέλεσιν ίδιον εκάστω μέλει δια συγκρίσεώς τε και ομοιώσεως χαριζόμενος το εγκώμιον. Λέγει δε ούτως: «Ιδού εί καλή, η πλησίον μου, ιδού εί καλή»· η γαρ μιμησαμένη του Δεσπότου το φιλάνθρωπον βούλημα και εξελθείν εγκελευσαμένη καθ' ομοιότητα του Αβραάμ τας νεάνιδας εκάστην από της γης εαυτής και από της περί τα αισθητήρια συγγενείας αυτής, ώστε ιδείν τον καθαρόν νυμφίον στεφανηφρρούντα την Εκκλησίαν, αληθώς πλησίον γίνεται της δεσποτικής αγαθότητος δια της προς τον πλησίον αγάπης τω Θεώ προσεγγίσασα. Καλή ουν ει, φησί προς αυτήν ο Λόγος, τη αγαθή προαιρέσει τω καλώ πλησιάσασα.

Η δε επανάληψις του επαίνου το άψευστον της μαρτυρίας ενδείκνυται· εν γαρ τη διπλή μαρτυρία βεβαιούσθαι την αλήθειαν ο θείος αποφαίνεται νόμος. Δια τούτο φησιν «ιδού εί καλή, η πλησίον μου, ιδού εί καλή».

Σε πολλά σημεία ο Σολομών χρησιμοποιείται ως τύπος του αληθινού βασιλιά, και είναι πολλά όσα λέγονται από την αγία Γραφή γι' αυτόν προς έπαινό του1. Λέγεται ειρηνικός, ότι οικοδομεί το ναό, ότι έχει σοφία αμέτρητη2, είναι βασιλιάς του Ισραήλ3 και κρίνει το λαό με δικαιοσύνη, κατάγεται από τη γενιά του Δαβίδ4, και ακόμα τον επισκέπτεται και η βασίλισσα των Αιθιόπων. Όλα αυτά λέγονται για κείνον ως τύποι, και προδιαγράφουν τη δύναμη του ευαγγελίου.

Ποιος είναι τόσο ειρηνικός όπως εκείνος που θανάτωσε την έχθρα και την κάρφωσε στο σταυρό, αυτός που εμάς τους εχθρούς του ή καλύτερα όλο τον κόσμο τον συμφιλίωσε με τον εαυτό του και γκρέμισε το μεσότοιχο του φράχτη5, «για να κτίσει στον εαυτό του τους δύο σε ένα νέο άνθρωπο»6 και σύναψε ειρήνη μαζί του, αυτός που κήρυξε στους μακρινούς και στους κοντινούς την ειρήνη με εκείνους που ευαγγελίζονται τα αγαθά7; Ποιος είναι τέτοιος οικοδόμος ναού, που έβαλε τα θεμέλια αυτού επάνω στα βουνά, στους Αγίους, δηλαδή στους Προφήτες και στους Αποστόλους, και χτίζει πάνω σ' αυτά, όπως λέει ο Απόστολος «πάνω στο θεμέλιο των Αποστόλων και των Προφητών»8 τις ζωντανές και έμψυχες πέτρες που από μόνες τους κυλούν στο αρμονικό χτίσιμο των τοίχων σύμφωνα με το λόγο του προφήτη9, ώστε, αφού συναρμοσθούν στην ενότητα της πίστης και το σύνδεσμο της ειρήνης, να μεγαλώσουν με τον κόπο τους το ναό τον Άγιο, για να γίνει με τη χάρη του Πνεύματος κατοικία του Θεού10;

Ότι ο Σολομών με τη σοφία του προμηνά την αληθινή σοφία, κανένας δε θα φέρει αντίρρηση αποβλέποντας στην Ιερή Ιστορία και την αλήθεια. Γιατί η Ιερή Ιστορία μαρτυρεί γι' αυτόν ότι εκείνος ξεπέρασε τα όρια της ανθρώπινης σοφίας, περιλαμβάνοντας μέσα στην ευρύτητα της καρδιάς του τη γνώση όλων, ώστε και τους πριν από αυτόν να ξεπεράσει και οι επόμενοι να μη μπορούν να τον φτάσουν11. Ο Κύριος όμως είναι στην ουσία του αυτό που είναι αλήθεια και σοφία και δύναμη. Γι' αυτό λέγοντας ο Δαβίδ «όλα έγιναν με σοφία», ερμηνεύοντας ο θείος Απόστολος τον Προφήτη λέει ότι «μέσα σ' αυτόν τον ίδιο έχουν κτιστεί τα πάντα»12, επειδή αυτόν δηλώνει με τη λέξη «σοφία» ο προφήτης.

Το ότι ήταν ο Κύριος βασιλιάς του Ισραήλ, έχει βεβαιωθεί και από τους εχθρούς που επέγραψαν στο σταυρό του την ομολογία της βασιλείας του λέγοντας «αυτός είναι ο βασιλιάς των Ιουδαίων»13. Δεχόμαστε τη μαρτυρία αν και νομίζεται ότι μικραίνει πολύ το μεγαλείο της κυριαρχίας του ορίζοντας την εξουσία στη βασιλεία των Ισραηλιτών. Δεν είναι βέβαια έτσι· αλλά από το επί μέρους του αποδίδει η επιγραφή αυτή επάνω στο σταυρό την κυριαρχία όλων, επειδή δεν προσθέτει ότι αυτός είναι βασιλιάς μόνο των Ιουδαίων. Αποδίδοντάς του η επιγραφή χωρίς τον περιορισμό την κυριαρχία επάνω στους Ιουδαίους συμπεριέλαβε κατά το σχήμα της αποσιώπησης και την εξουσία επάνω σε όλους. Ο βασιλιάς όλης της γης έχει οπωσδήποτε και την κυριαρχία επί όλων.

Η φροντίδα πάλι του Σολομώντα για δίκαιη κρίση φανερώνει τον αληθινό κριτή όλου του κόσμου που λέει: «ο Πατέρας δεν κρίνει κανένα· όλη την εξουσία της κρίσης την ανάθεσε στον Υιό»14. Κι ακόμα: «από τον εαυτό μου δεν μπορώ να κάνω τίποτε, άλλα κρίνω όπως ακούω από τον Πατέρα και η κρίση μου είναι δίκαιη»15. Αυτός είναι ο κορυφαίος όρος της δίκαιης κρίσης, να μην επιδικάζεις κάτι σ' αυτούς που κρίνεις από συμπάθεια ή ρίχνοντας κλήρο, αλλά ν' ακούς πρώτα τους κατηγορούμενους κι έτσι ν' αποφασίζεις έπειτα γι' αυτούς. Και γι' αυτό η θεία δύναμη ομολογεί ότι είναι και μερικά που δεν τα μπορεί. Η αλήθεια δηλαδή αδυνατεί να κατευθύνει την κρίση της έξω από το δίκαιο. Το ότι πάλι ο Κύριος κατά σάρκα κατάγεται από τη γενιά του Δαβίδ16, και προμηνύεται από αυτόν που γεννήθηκε από το Δαβίδ, επειδή είναι αυτόδηλο θα το παραλείψομε.

Το πρόβλημα όμως με την Αιθιόπισσα, πως άφησε τη βασιλεία της κι αφού πέρασε όλες τις μεταξύ χώρες, βιάζεται να 'ρθεί στο Σολομώντα εξαιτίας της φήμης της σοφίας του, τιμώντας το βασιλιά με πολύτιμες πέτρες, με χρυσαφικά και αρώματα που μοσχοβολούν, θα γίνει φανερό σ' οποίον προσέξει, σε ποιο από τα θαύματα του ευαγγελίου αναφέρεται. Ποιος δηλαδή δε γνωρίζει ότι στην αρχήν η σύναξη των εθνών προτού γίνει Εκκλησία ήταν εξαιτίας της ειδωλολατρίας μαύρη, απομακρυσμένη από τη γνώση του αληθινού Θεού, επειδή μεσολάβησε μεγάλο διάστημα αγνοίας; Όταν όμως φάνηκε η χάρη του Θεού και άστραψε η Σοφία και το Φως το αληθινό έστειλε τη λάμψη του17 «σ' εκείνους που κάθονταν στο σκότος και στον ίσκιο του θανάτου»18, τότε, επειδή ο Ισραήλ έκλεισε τα μάτια του στο φως και κρατήθηκε μακριά από τη μετουσία των αγαθών, έρχονται οι Αιθίοπες, αυτοί που προστρέχουν στην πίστη από τα έθνη και που, ενώ κάποτε ήταν μακριά, τώρα έρχονται κοντά19, πλύνοντας το μαύρο τους χρώμα με το μυστικό νερό20, ώστε η Αιθιοπία ν' απλώσει το χέρι της στον Θεό και να προσφέρει δώρα στο βασιλιά, τ' αρώματα της ευσέβειας, το χρυσάφι της θεογνωσίας και τα πολύτιμα πετράδια της εφαρμογής των εντολών και των αρετών.

Αλλά σε τι αποβλέποντας αρχίζω από αυτό το σημείο την ανάλυση μου για τους στίχους αυτούς, θα το εξηγήσω τώρα, εκθέτοντας πρώτα κατά λέξη τους θείους λόγους που είναι οι εξής: «φορείο έφτιαξε για τον εαυτό του ο βασιλιάς Σολομών από ξύλο του Λιβάνου· έκανε τους στύλους του από ασήμι, το θρόνο του από χρυσάφι, το στρώμα του από πορφύρα· μέσα του κέντησαν λιθόστρωτο από αγάπη οι κοπέλες της Ιερουσαλήμ». Όπως λοιπόν σε όσα εκθέσαμε προηγουμένως για το Σολομώντα ο λόγος μας βρήκε τα στοιχεία τα οποία προδιαγράφουν στο πρόσωπο αυτό το μυστήριο το σχετικό με τον Κύριο, έτσι και με την κατασκευή του φορείου σημαίνεται η οικονομία του Κυρίου για μας. Γιατί ο Θεός υπάρχει με πολλούς τρόπους μέσα σε όσους είναι άξιοί του και βρίσκεται μέσα στον καθένα ανάλογα με τη δύναμη και την αξία του. Ο ένας γίνεται τόπος του Θεού, ο άλλος οίκος του Θεού, άλλος θρόνος κι άλλος υποπόδιο. Είναι και κάποιος που γίνεται άρμα ή άλογο υπάκουο που δέχεται πάνω του τον καλό ιππέα και κάνει το δρόμο σύμφωνα με το θέλημα του ηνιόχου του.

Κι όπως τώρα διδασκόμαστε γίνεται κανένας και φορείο του, όχι όποιος κατασκευάζεται μόνο από ξύλα του Λιβάνου, σύμφωνα με τη σοφία εκείνου, αλλά κι όποιος στολίζεται κατάλληλα σε κάθε μέρος από χρυσάφι και ασήμι και πορφύρα και πετράδια. Μ' αυτά η αγάπη του γίνεται ενεργός, αν και δεν εννοούν όλοι την ενέργεια της αγάπης, αλλ' οποία αναγνωρίζεται με τη ζωή της κόρη της άνω Ιερουσαλήμ της ελεύθερης. Ότι λοιπόν όποιος έχει μέσα του τον Θεό είναι το φορείο εκείνου που έχει εγκατασταθεί μέσα του, είναι φανερό και χωρίς τις δικές μας εξηγήσεις. Όποιος κατά τον Άγιο Παύλο δε ζει πια ο ίδιος, άλλα μέσα του ζει ο Χριστός21, και δίνει απόδειξη για το Χριστό που μιλάει μέσα του22, αυτός κυριολεκτικά λέγεται και γίνεται φορείο εκείνου τον οποίο έχει μέσα του και τον σηκώνει.

Αλλά δεν είναι αυτό το ζητούμενό μας. Πρέπει μάλλον να εξηγήσομε προσεκτικά εκείνο· τι νόημα έχει δηλαδή η ποικιλία και η πολυμορφία της ύλης και πώς ανάμεσα στο χρυσό και στο ασήμι και την πορφύρα και τις πέτρες παίρνει μέρος και το ξύλο στην κατασκευή του φορείου23. Μολονότι ο σοφός αρχιτέκτονας Παύλος κρίνει ότι πρέπει να πεταχτεί από την κατασκευή του σπιτιού το ξύλο μαζί με τα χόρτα και τις καλαμιές, επειδή το έργο αφανίζεται με την αναλωτική δύναμη της φωτιάς που αποτελεί δοκιμασία του έργου. Γνωρίζομε όμως ένα είδος ξύλου που δεν μονιμοποιείται σ' αυτό που είναι, αλλά μεταβάλλεται σε χρυσάφι ή ασήμι ή κάτι άλλο πολύτιμο. Γιατί στο μεγάλο σπίτι του Θεού, λέει ο Απόστολος, «άλλα σκεύη είναι χρυσά και ασημένια», και υπαινίσσεται νομίζω μ' αυτά τη νοερή κτίση, «και άλλα ξύλινα και πήλινα», και ίσως με αυτά δηλώνει εμάς, που η παρακοή μας κατάντησε γη και μας έκανε πήλινους και η αμαρτία η σχετική με το ξύλο της ζωής24 μας έκανε σκεύη ξύλινα από χρυσά. Ανάλογα με την αξία του υλικού μοιράζεται και η χρήση των σκευών. Όσα είναι από πιο πολύτιμο αγαθό ξεχωρίστηκαν για χρήση τιμητική, τα άλλα απορρίφθηκαν στην υπηρεσία την ταπεινωτική. Τι λέει όμως γι' αυτά ο Παύλος; Ότι το σκεύος έχει εξουσία από την ίδια του την προαίρεση να γίνει ή χρυσό από ξύλινο ή ασημένιο από πήλινο. Αν κάποιος, λέει, καθαρίσει τον εαυτό του θα είναι σκεύος που το τιμά ο Κύριος κατάλληλο για κάθε έργο αγαθό.

Με όσα λοιπόν είπαμε πλησιάζομε κάπως την ερμηνεία του λόγου που μας απασχολεί. Το όρος Λίβανος μνημονεύεται σε πολλά σημεία της Αγίας Γραφής, για να δηλωθεί η εχθρική δύναμη, όπως όταν λέει μέσω του Προφήτη: «θα συντρίψει ο Κύριος τα κέδρα του Λιβάνου και θα τα λιώσει κι αυτά και το Λίβανο»25, όπως το μοσχάρι εκείνο δηλαδή που το έλιωσε μέσα στην έρημο ο Μωυσής26 και με το λιώσιμο το έκανε κατάλληλο να το πιουν οι Ιουδαίοι. Η προφητεία δηλαδή θέλει εδώ να δηλώσει ότι όχι μόνο τα κακά που βλάστησαν από την εχθρική δύναμη, αλλά και το ίδιο το όρος, η πρώτη ρίζα του κακού, ο Λίβανος, που τροφοδοτεί την ανάπτυξη αυτών των κέδρων, θα καταλήξει να μην υπάρχει. Επειδή λοιπόν ήμαστε κάποτε τα ξύλα του Λιβάνου, όσο ήμαστε ριζωμένοι σ' εκείνον με την αμαρτωλή ζωή μας και την απάτη των ειδώλων, όταν όμως κοπήκαμε από εκεί από το λογικό τσεκούρι και βρεθήκαμε στα χέρια του τεχνίτη, μας έκανε φορείο του, μεταβάλλοντας τη φύση του ξύλου με την παλιγγενεσία μας σε ασήμι και χρυσάφι, σε λαμπερή πορφύρα και σε πέτρες που αστράφτουν. Κι όπως λέει ο Απόστολος27 ο Θεός μοίρασε κατάλληλα στον καθένα τις δωρεές του Αγίου Πνεύματος και σε άλλον δίνει την προφητεία ανάλογα με την πίστη του και σε άλλον κάποια άλλη δύναμη να ενεργεί, για την οποία η φύση του είναι κατάλληλη και μπορεί καθένας να δεχτεί τη χάρη· ή να γίνει δηλαδή οφθαλμός στο σώμα της Εκκλησίας ή να πάρει τη θέση του χεριού ή να τη στηρίζει όπως τα πόδια. Κι έτσι στην κατασκευή του φορείου ο ένας γίνεται στύλος, ο άλλος βάση, άλλος το μέρος όπου ακουμπά το κεφάλι και ονομάστηκε ανάκλιντρο, είναι και μερικοί που είναι ταγμένοι στο εσωτερικό. Με όλα αυτά σύμφωνα με κάποιο λόγο ο τεχνίτης δεν επινοεί μια κοινή ύλη για τον καλλωπισμό, αλλ' όλα στολίζονται βέβαια με κάποιο στολίδι, φαντάζεται όμως διαφορετική και κατάλληλη για το καθένα ομορφιά.

Είναι λοιπόν ασημένιοι οι στύλοι του φορείου, πορφύρα τα στρωσείδια τους, από χρυσό το ανάκλιντρο που βάζει κάτω από το κεφάλι του, όπου ο νυμφίος ακουμπά το κεφάλι του και με τα πολύτιμα πετράδια στολίζεται όλο το εσωτερικό. Ως στύλους λοιπόν πρέπει να εννοήσομε τους στύλους της Εκκλησίας28, που ο λόγος τους είναι ακριβώς ασήμι καθαρό και ατόφιο, που έλαβαν τη βασιλεία την ανώτατη αρχή της πολιτείας (εξαιρετικό γνώρισμα της βασιλείας θεωρείται η πορφύρα) κι αυτό που είναι το πρώτο ανάμεσα τους, όπου ακουμπά το κεφάλι του ο κατασκευαστής του φορείου, είναι το χρυσάφι των καθαρών δογμάτων. Όσα είναι αφανή και μυστικά, στολίζονται με την καθαρή συνείδηση29 των πολύτιμων πετραδιών κι από όλα αυτά συγκροτείται η αγάπη των θυγατέρων της Ιερουσαλήμ.

Αν θέλει όμως κάποιος να εννοήσει ως φορείο όλη την Εκκλησία και ανάλογα με τις διαφορές των ενεργειών να καταμερίσει σε κάποια πρόσωπα τα μέρη του φορείου, όπως μιλήσαμε κιόλας γι' αυτό, είναι πολύ εύκολο στο λόγο μας να εφαρμόσει τα μέρη του φορείου σε κάθε τάξη που υπηρετεί στην Εκκλησία. Έτσι λέει ο Απόστολος ότι «ο Θεός όρισε πρώτους στην Εκκλησία τους Αποστόλους, δεύτερους τους Προφήτες, τρίτους τους Διδασκάλους, κι έπειτα όλα τα επιμέρους για τον καταρτισμό των Αγίων»30. Με τα ονόματα αυτά που συντελούν στην κατασκευή του φορείου μπορεί να εννοούνται οι Ιερείς και οι διδάσκαλοι και η σεβαστή παρθενία που φεγγοβολά μέσα στο φορείο με την καθαρότητα των αρετών όπως οι λάμψεις κάποιων πετραδιών.

Αρκετά για αυτά. Στη συνέχεια ο λόγος περιέχει προτροπή προς τις κοπέλες της Ιερουσαλήμ που τους απευθύνει η νύμφη. Όπως δηλαδή ο μεγάλος Παύλος θεωρούσε ζημία, αν δε μετέδιδε σε όλους τα δικά του αγαθά (γι' αυτό έλεγε στους ακροατές του λόγους σαν αυτούς: «γίνεστε όπως εγώ»31, «γιατί κι εγώ ήμουν κάποτε σαν κι εσάς»32· κι ακόμα, «γίνεστε μιμητές μου όπως είμαι κι εγώ του Χριστού»)33, όμοια και η σπλαχνική αυτή νύμφη, αφού αξιώθηκε τα θεία μυστήρια του νυμφίου, όταν είδε το κρεβάτι κι έγινε φορείο του βασιλιά, φωνάζει στις κοπέλες (αυτές μπορούν να είναι οι ψυχές εκείνων που σώζονται) λέγοντας ως πότε θα είστε κλεισμένες μέσα στο σπήλαιο του βίου; Βγείτε από τα προκαλύμματα της φύσης και δείτε το θαυμαστό θέαμα, αφού γίνετε κόρες της Σιών, δείτε να λάμπει ολόγυρα στο κεφάλι του το στεφάνι του βασιλιά που, όπως λέει ο προφήτης, του έβαλε η μητέρα του: «έβαλες στο κεφάλι του στεφάνι από πολύτιμη πέτρα»34. Όπως και να 'ναι κανένας από όσους βάλθηκαν να εξετάσουν τους λόγους για τον Θεό δεν πετυχαίνει ακριβώς τη σημασία του ονόματος, ότι αναφέρει τη μητέρα αντί τον Πατέρα, δίνοντας την ίδια σημασία και στα δύο ονόματα.

Επειδή δηλαδή το θείο δεν είναι ούτε αρσενικό ούτε θηλυκό (πώς θα μπορούσε να εννοηθεί κάτι τέτοιο για τη θεότητα, αφού ούτε σ' εμάς δεν παραμένει η διάκριση αυτή για πάντα, αλλά όταν όλοι γίνομε ένας με τη χάρη του Χριστού35 μαζί με όλο τον παλαιό άνθρωπο ξεντυνόμαστε και τα σημεία αυτής της διαφοράς36;), γι' αυτό για τη δήλωση της άφραστης φύσης έχει την ίδια δύναμη όποιο όνομα βρεθεί και δεν μπορεί να μολύνει τη σημασία της αθάνατης φύσης ούτε το αρσενικό ούτε το θηλυκό. Γι' αυτό μέσα στο ευαγγέλιο αναφέρεται ότι ο Πατέρας κάνει τους γάμους του Υιού37 και ο προφήτης απευθυνόμενος στον Θεό λέει: «έβαλες στο κεφάλι του στεφάνι από πολύτιμη πέτρα»38, ενώ εδώ λέει ότι το στεφάνι το φόρεσε στο νυμφίο η μητέρα του.

Επειδή λοιπόν ο γάμος είναι ένας και μία η νύμφη και ένας είναι που βάζει το στεφάνι στο νυμφίο, δεν έχει καμιά διαφορά να λέμε τον μονογενή Θεό, Υιό του Θεού39 ή Υιό της αγάπης του, επειδή σύμφωνα με το λόγο του Παύλου και με το ένα και με το άλλο όνομα είναι η ίδια δύναμη που τον στολίζει ως νυμφίο για τη συνοίκησή του μαζί μας.

«Βγείτε λοιπόν», λέει η νύμφη στις κοπέλες, «και γίνετε κόρες της Σιών», ώστε από ψηλή σκοπιά (έτσι ερμηνεύεται η λέξη Σιών) να μπορέσετε να δείτε το θαυμαστό θέαμα, το νυμφίο να φοράει το στεφάνι. Και στεφάνι του γίνεται η Εκκλησία, στεφανώνοντας το κεφάλι του με τις έμψυχες πέτρες40, και είναι η αγάπη που έπλεξε αυτό το στεφάνι, που είτε μητέρα την πει κάποιος είτε αγάπη, δεν κάνει λάθος. Γιατί η αγάπη είναι ο Θεός41, κατά το λόγο του Ιωάννη. Και λέει η νύμφη ότι χαίρεται μ' αυτό το στεφάνι, αναγαλλιάζοντας ο νυμφίος για το νυφικό στολισμό του. Χαίρεται δηλαδή στ' αλήθεια αυτός που έκανε σύνοική του την Εκκλησία και τον στεφανώνουν οι αρετές των ξεχωριστών μέσα σ' αυτήν. Είναι όμως καλύτερο να παραθέσομε τους θείους λόγους κατά λέξη που είναι οι εξής· «βγείτε και δείτε, κοπέλες της Σιών, το βασιλιά Σολομώντα στεφανωμένο με το στεφάνι που του φόρεσε η μητέρα του τη μέρα του γάμου του, τη μέρα που χαιρόταν η καρδιά του»42.

Επιδοκιμάζοντας την καλοσύνη αυτή ο νυμφίος ο Λόγος, ότι κατά το παράδειγμα του Κυρίου κι εκείνος «θέλει να σωθούν όλοι και ν' αποχτήσουν την τέλεια γνώση της αλήθειας»43, γίνεται κήρυκας και ζωγράφος της ομορφιάς της και την κάνει ωραιότερη. Δεν ακούεται απλώς ο έπαινος της ωραιότητάς της περιέχοντας ένα γενικό εγκώμιο του κάλλους, αλλ' επιμένει σε καθένα από τα μέλη απονέμοντας σε κάθε μέλος, συγκρίνοντας και παρομοιάζοντάς το, το δικό του εγκώμιο. Και λέει τα εξής: «ναι, είσαι ωραία, αγαπημένη μου, είσαι ωραία». Αυτή δηλαδή που μιμήθηκε το φιλάνθρωπο θέλημα του Κυρίου και προέτρεψε τις κοπέλες να βγουν κάθε μια έξω από τη γη τους όμοια με τον Αβραάμ και από τη συγγένεια με τα αισθητήριά τους, ώστε να δει τον καθαρό νυμφίο να φοράει σαν στεφάνι την Εκκλησία, πλησιάζει στ' αλήθεια τη δεσποτική αγαθότητα, προσεγγίζοντας τον Θεό με την αγάπη προς τον πλησίον. Ωραία λοιπόν, -της λέει ο Λόγος-, είσαι· έχεις πλησιάσει το ωραίο με την αγαθή σου προαίρεση.

Η επανάληψη του επαίνου δείχνει πόσο η μαρτυρία δε δέχεται διάψευση. Ο θείος νόμος αποφαίνεται ότι η αλήθεια επιβεβαιώνεται με δύο μάρτυρες. Γι' αυτό λέει, «ναι, είσαι ωραία, αγαπημένη μου, ναι είσαι ωραία».

 

Σημειώσεις


1. Εβραίους 7,2.

2. Γ΄ Βασιλέων Κεφ. 6 και 5,9·10.

3. Γ΄ Βασιλέων Κεφ. 2 και 3,16-28.

4. Β΄ Βασιλέων 12,24. Εφ. 2,16. Κολοσσαείς 2,14.

5. Εφεσίους 2,14.

6. Εφεσίους 2,15.

7. Εφεσίους 2,17.

8. Εφεσίους 2,20.

9. Ζαχαρίας 9,16.

10. Εφεσίους 2,21·22.

11. Γ΄ Βασιλέων 5,9·10.

12. Κολοσσαείς 1,16.

13. Ματθαίος 27,37. Λουκά 23,38.

14. Ιωάννης 5,22.

15. Ιωάννης 5,30.

16. Ρωμαίους 9,5.

17. Ιωάννης 1,9.

18. Λουκά 1,79.

19. Εφεσίους 2,17.

20. Ησαΐας 1,18.

21. Γαλάτας 2,20.

22. Β΄ Κορινθίους 13,3.

23. Α' Κορινθίους 3,10·12·13.

24. Γένεση 3,1-7.

25. Ψαλμοί 28,5·6.

26. Έξοδος 32,30.

27. Ρωμαίους 12,3-8. Α' Κορινθίους 62,4-31.

28. Γαλάτας 2,9. Αποκ. 3,12.

29. Α' Τιμόθεον 3,9.

30. Α' Κορινθίους 12,28

31. Α' Κορινθίους 10,33. Φιλιππισίους 3,7.

32. Γαλάτας 4,12.

33. Α' Κορινθίους 11,1.

34. Ψαλμοί 20,4.

35. Γαλάτας 3,28.

36. Κολοσσαείς 3,9. Ματθαίος 22,30.

37. Ματθαίος 22,2.

38. Ψαλμοί 20,4.

39. Κολοσσαείς 1,13.

40. Α' Πέτρου 2,5.

41. Ιωάννης 4,8·16.

42. Άσμα 3,11.

43. Α' Τιμόθεον 2,4.

Δημιουργία αρχείου: 3-12-2024.

Τελευταία μορφοποίηση: 7-12-2024.

ΕΠΑΝΩ