Η νηστεία και η ωφέλειά της // Η δύναμη της νηστείας // 2ο Μέρος τής ομιλίας: Η κτίση και η συνείδηση: Οι δύο άφωνοι δάσκαλοι Θεογνωσίας // 3ο Μέρος τής ομιλίας: Ο τρίτος δάσκαλος Θεογνωσίας
Περί τής Άννας Ομιλία Πρώτη. 1ο Μέρος Η ωφέλεια τής ΝηστείαςΠράγματα στα οποία μάς οφελεί η Νηστεία Αγίου Ιωάννη τού Χρυσοστόμου
Πηγή: "Ιωάννου τού Χρυσοστόμου έργα". Κείμενον Μετάφρασις. Τόμος Έβδομος Ερμηνευτικά Β. Εκδόσεις "Ο Λόγος" Αθήνα 1972. (Στην οποία στηρίξαμε κυρίως και τη μετάφραση). |
|
Κείμενο | Μετάφραση |
Εις το δειν και εν τη Πεντηκοστή και αεί της νηστείας μεμνησθαι, και ότι ου παρουσία μόνον, αλλά και μνήμη νηστείας ωφελεί· και περί της του Θεού προνοίας, και ότι μετά των άλλων ου μικρόν μέρος αυτής η φυσική των γονέων περί τα εκγονα φιλία· και ότι ου πατράσι μόνον, αλλά και μητράσιν επιτέτακται τα παιδία ρυθμίζειν, και προς τω τέλει περί της Άννης. Α΄. Επειδάν ξένον τινά καταχθέντα προς ημάς ημέρας τινάς υποδεξάμενοι φιλοφρόνως, και λόγων αυτώ και αλών κοινωνήσαντες, αποπέμψωμεν· τη μετά την αποδημίαν εκείνην ημέρα, τραπέζης παρατεθήσης, ευθέως αναμιμνησκόμεθα αυτού τε και των λόγων τής συνουσίας, και μετά πολλής αυτόν επιζητούμεν τής αγάπης· τούτο δη και επί της νηστείας ποιήσομεν. Και γαρ κατήχθη προς ημάς ημέρας τεσσαράκοντα, υπεδεξάμεθα αυτήν φιλοφρόνως, απεπέμψαμεν· επεί ουν μέλλομεν παρατιθέναι τράπεζαν νυν πνευματικήν, αναμνησθώμεν αυτής, και των εξ αυτής απάντων εγγενομένων ημίν αγαθών. Ου γαρ δη παρουσία νηστείας μόνον, αλλά και μνήμη νηστείας τα μέγιστα ωφελήσαι δύναιτ' αν. Και καθάπερ οι φιλούμενοι παρ' ημών, ουχί παρόντες μόνον, αλλά και εις νουν ημίν ερχόμενοι, πολλής ημάς πληρούσιν ηδονής· ούτω και αι της νηστείας ημέραι, και οι σύλλογοι, και αι διατριβαί αι κοιναί, και τα άλλα ά παρ' εκείνης εκαρπούμεθα καλά, και από της μνήμης ευφραίνει, καν ταύτα άπαντα συλλέξαντες αναμνησθώμεν, μεγάλα και κατά τον παρόντα καιρόν κερδανούμεν. Ταύτα δε λέγω ουκ αναγκάζων νηστεύειν, αλλά πείθων μη τρυφάν, μηδέ κατά τους πολλούς των ανθρώπων διακείσθαι, είγε ανθρώπους τους ούτω μικροψύχως διακειμένους χρη καλείν, οί καθάπερ εκ δεσμών αφεθέντες, και δεσμωτηρίσυ τινός απαλλαγέντες χαλεπού, προς αλλήλους λέγουσιν· μόλις ποτέ το χαλεπόν της νηστείας διηνύσαμεν πέλαγος· άλλοι δε τούτων ασθενέστερον διακείμενοι, και υπέρ της μελλούσης δεδοίκασι Τεσσαρακοστής. Τούτο δε γίνεται εκ του τον άλλον άπαντα καιρόν τρυφή, και ασωτία, και μέθη πάση μεθ' υπερβολής εαυτούς εκδιδόναι. Ως ειγε μεμελετήκειμεν τας άλλας ημέρας σεμνώς και επιεικώς ζην, και απελθούσαν αν εποθήσαμεν την νηστείαν, και παραγίνεσθαι μέλλουσαν μετά πολλής αν υπεδεξάμεθα της ηδονής. Τι γαρ ουκ αγαθόν ημίν από νηστείας; Πάντα γαλήνης γέμει και καθαράς ευδίας. Ουχί και οικίαι θορύβων και δρόμων και πάσης εισίν ηλευθερωμέναι ταραχής; Και προ των οικιών δε η τών νηστευόντων διάνοια ταύτης απολαύει της ησυχίας· πόλις δε άπασα την εν τη διανοία και την εν ταις οικίαις ευταξίαν μιμείται. Ούτε γαρ εν εσπέρα αδόντων έστιν ακούσαι, ούτε εν ημέρα θορυβούντων και μεθυόντων, ου κραζόντων, ου μαχομένων, αλλά πολλήν πανταχού την ησυχίαν έστιν οράν. Αλλ' ουχί νυν ούτως, αλλ' ευθέως υπό την έω κραυγαί, και θόρυβοι, και μαγείρων δρόμοι, και πολύς μεν εν ταις οικίαις, πολύς δε εν τοις λογισμοίς ο καπνός, των παθών ημίν ένδον υποκαιομένων, και της φλογός διεγειρομένης της εν ταις ατόποις επιθυμίαις υπό της τρυφής. Δια ταύτα ζητώμεν και απελθούσαν την νηστείαν· εκείνη γαρ ταύτα πάντα κατέστελλε. Καν τον πόνον αυτής απεθέμεθα, αλλά τον πόθον αυτής μη καταλύσωμεν, μηδέ την μνήμην σβέσωμεν· αλλ' όταν αριστήσας και καθευδήσας εις την αγοράν εμβάλης, και την ημέραν προς εσπέραν ήδη επειγομένην ίδης, εισελθών εις την Εκκλησίαν ταύτην, και παρά τα βήμα τούτο ελθών, αναμιμνήσκου του καιρού της νηστείας, καθ' ον μεστή μεν η Εκκλησία του πλήθους ημίν ην, σφοδρά δε η της ακροάσεως προθυμία, πολλή δε ηδονή, και διεγειρομένη πάντων η διάνοια· και πάντα ταύτα συλλέγων, αναμιμνήσκου των ποθεινών ημερών εκείνων. Καν μέλλης παρατίθεσθαι τράπεζαν, μετά της μνήμης ταύτης άπτου των εδεσμάτων, και ουδέποτε εις μέθην εξολισθήσαι δυνήση· αλλ' ώσπερ οι γυναίκα σεμνήν και σώφρονα και ελευθέραν έχοντες, και σφόδρα αυτής περικαιόμενοι, ουδέ απούσης αυτής, πόρνης και διεφθαρμένης ερασθείεν αν, του πόθου του περί εκείνην προκατέχοντος την διάνοιαν, και έτερον επεισελθείν έρωτα ουκ εώντος· ούτω δη και επί της νηστείας και της μέθης γίνεται. Αν τοίνυν εκείνης της ελευθέρας και σώφρονος μνημονεύωμεν, την πάνδημον πόρνην ταύτην, και πάσης ασχημοσύνης μητέρα, την μέθην λέγω, μετά πολλής διακρουσώμεθα της ευκολίας, του πόθου της νηστείας, πάσης χειρός σφοδρότερον, απωθούντος την ταύτης αναισχυντίαν. Δια ταύτα δη πάντα, παρακαλώ, κατά νουν αεί τας ημέρας εκείνας έχωμεν· ίνα δε τι καγώ προς την μνήμην εκείνην συμβάλωμαι, την αυτήν υπόθεσιν, ην τότε κινείν παρεσκευαζόμην, ταύτην και νυν εις μέσον αγαγείν πειράσομαι, ώστε και τη κατά την διδασκαλίαν ομοιότητι γενέσθαι τινά του καιρού μνήμην ημίν εκείνου. Υμείς μεν γαρ ίσως επιλέλησθε, δια το μεταξύ πολλάς γεγενήσθαι διαλέξεις ημίν, και υπέρ ετέρων πραγμάτων. Και γαρ ελθόντος του πατρός από της μακράς αποδημίας, αναγκαίον ην τα κατά το στρατόπεδον συμβάντα άπαντα ειπείν, και μετά ταύτα προς Έλληνας αποτείνεσθαι, ώστε τούτους από της συμφοράς βελτίους γενομένους, και προς ημάς εκ της Ελληνικής αυτομολήσαντας πλάνης, μετ' ακριβείας ριζώσαι, και διδάξαι, οίου μεν απηλλάγησαν σκότους, οιω δε προσέδραμον αληθείας φωτί. Μετ' εκείνο πάλιν, πολλάς ημέρας της των μαρτύρων απελαύσαμεν πανηγύρεως, και άκαιρον ην εν τάφοις μαρτύρων διατρίβοντας, των τοις μάρτυσι πρεπόντων εγκωμίων αμοίιρους απελθείν. Ταύτα τα εγκώμια διεδέξατο πάλιν η περί των όρκων παραίνεσις· επειδή γαρ την αγροικίαν άπασαν της πόλεως είδομεν επιβάσαν, εβουλήθημεν αυτοίς δόντες εφόδια ταύτα, ούτως αυτούς εκπέμψαι παρ' ημών άπαντας. |
Στο ότι πρέπει και κατά την Πεντηκοστή και πάντοτε να θυμούμαστε τη νηστεία κι ότι ωφελεί όχι μονάχα η άσκηση αλλά κι η μνήμη της νηστείας· και για την πρόνοια του Θεού, κι ότι μαζί με τ' άλλα δεν αποτελεί μικρό μέρος της η φυσική αγάπη των γονιών προς τα παιδιά κι ότι όχι μονάχα στους πατέρες αλλά και στις μητέρες έχει δοθεί εντολή να διαπαιδαγωγούν τα παιδιά, και προς το τέλος για την Άννα. 1. Όταν ξεπροβοδήσουμε κάποιο ξένο που για μερικές μέρες μας επισκέφτηκε, αφού τον υποδεχθήκαμε φιλόφρονα και του προσφέραμε καλά λόγια και περιποιήσεις, κατά την επόμενη εκείνης της αναχώρησης μέρα, αφού στρώθηκε το τραπέζι, αμέσως αναθυμούμαστε κι αυτόν και τα λόγια της συντροφιάς και τον αποζητούμε με πολλήν αγάπη· αυτό λοιπόν ας κάνουμε και για τη νηστεία. Και γιατί μάς επισκέφτηκε σαράντα μέρες, την υποδεχθήκαμε φιλόφρονα και την ξεπροβοδίσαμε· επειδή λοιπόν τώρα πρόκειται να παραθέσουμε πνευματικό τραπέζι, ας αναθυμηθούμε αυτή κι όλα τ' αγαθά που απ' αυτή μάς δημιουργήθηκαν. Γιατί όχι βέβαια μονάχα η παρουσία της νηστείας αλλά και η μνήμη της νηστείας θα μπορούσε πάρα πολύ να μας ωφελήσει. Κι όπως ακριβώς εκείνοι που αγαπάμε, όχι μονάχα όταν είναι παρόντες, αλλά κι όταν έρχονται στο νου μας, μάς πλημμυρίζουν πολλήν ευχαρίστηση, έτσι κι οι μέρες της νηστείας, και οι συνάξεις, και οι κοινές απασχολήσεις, και τ' άλλα καλά που καρπωθήκαμε από κείνη και με την ανάμνηση ευφραίνουν, κι αν αφού συλλέξουμε όλα αυτά τ' αναθυμηθούμε, πολλά και κατά την περίοδο αυτή θα κερδίσουμε. Αυτά τα λέγω όχι για να εξαναγκάσω να νηστεύετε, αλλά για να σάς πείσω να μη ρίχνεστε στην τρυφή, ούτε να συμπεριφέρεστε όπως οι περισσότεροι από τους ανθρώπους, αν πρέπει να ονομάζουμε ανθρώπους αυτούς που έτσι με μικροψυχία φέρονται, που σαν ακριβώς να έχουν απελευθερωθεί από δεσμά κι από κάποιο φοβερό δεσμωτήριο να έχουν απαλλαγεί, λένε αναμεταξύ τους: τελικά διασχίσαμε το φοβερό πέλαγος της νηστείας· άλλοι δε απ' αυτούς που είναι ασθενέστεροι, φοβούνται και για την προσεχή Σαρακοστή. Γίνεται δε αυτό επειδή παραδίνουμε υπερβολικά τους εαυτούς μας όλο τον άλλο καιρό στην τρυφή, την ασωτία και την κάθε είδους μέθη. Σαν βέβαια να είχαμε φροντίσει να ζούμε σεμνά και με μετριοπάθεια τις άλλες μέρες, και νάχαμε ποθήσει την νηστεία που πέρασε, και να (την) υποδεχόμαστε με πολλήν ευχαρίστηση όταν πρόκειται να έλθει. Γιατί, τι αγαθό δεν προέρχεται απ' τη νηστεία; όλα είναι πλημμυρισμένα γαλήνη και καθαρότητα. Δεν είναι και τα σπίτια ελευθερωμένα από θορύβους και μετακινήσεις και κάθε ταραχή;
Και η διάνοια εκείνων που νηστεύουν μπροστά στα σπίτια απολαβαίνει αυτή την ησυχία. Όλάκερη δε η πόλις μιμείται την εύταξία που υπάρχει στη διάνοια και στα σπίτια. Γιατί ούτε συμβαίνει ν' ακούγονται το βράδι άνθρωποι που τραγουδάνε, ούτε κατά τη διάρκεια της μέρας να θορυβούν και να μεθάνε, ούτε να κραυγάζουν, ούτε να μαλλώνουν αλλά μπορείς να δεις παντού πολλή γαλήνη. Τώρα όμως δεν γίνεται έτσι, αλλά αμέσως απ' τα χαράματα κραυγές και θόρυβοι και τρεχάλες μαγείρων και πολλή η θολούρα και στα σπίτια και στους λογισμούς, ενώ υποκαίονται μέσα μας τα πάθη, και η φλόγα που βρίσκεται στις άτοπες επιθυμίες να ξυπνά από την τρυφή. Γι' αυτά αναζητούμε τη νηστεία αν κι έχει περάσει γιατί εκείνη τα ησύχαζε όλα αυτά. Κι αν βγάλαμε από πάνω μας τον κόπο της, αλλ' ας μη καταλύσουμε τον πόθο της, ούτε ν' αποσβήσουμε την ανάμνηση. Αλλ' όταν αφού δειπνήσεις και κοιμηθείς, βγαίνεις στην αγορά και δεις τη μέρα πια να βιάζεται να νυχτώσει, αφού εισέλθεις σ' αυτή την εκκλησιά, κι έλθεις κοντά σ' αυτό το βήμα, αναθυμήσου τον καιρό της νηστείας, κατά τον οποίο ήταν μεν για μάς η Εκκλησία γεμάτη από πλήθος, έντονη δε η επιθυμία γι' ακρόαση (του θείου λόγου), πολλή δε ευχαρίστηση κι άγρυπνη η διάνοια όλων. Κι αφού συγκεντρώσεις όλα αυτά, αναθυμήσου κείνες τις ποθεινές μέρες. Κι αν πρόκειται να ετοιμάσεις το τραπέζι, μ' αυτή την ανάμνηση άγγιζε τα φαγητά και ποτέ δεν θα μπορέσεις να γλιστρήσεις σε μεθύσι, αλλ' όπως εκείνοι που έχουν γυναίκα σεμνή και φρόνιμη και αυτεξούσια, και με σφοδρότητα αγαπώντας τη, ούτε όταν αυτή απουσιάζει, θα μπορούσαν να ερωτευτούν κάποια πόρνη και διεφθαρμένη, επειδή ο πόθος για κείνη κατέχει από νωρίτερα τη διάνοια και δεν αφήνει να μπει μέσα κρυφά άλλος έρωτας, έτσι γίνεται και στη νηστεία και στη μέθη. Αν λοιπόν μνημονεύουμε κείνη την αυτεξούσια και φρόνιμη, αυτή την πάνδημη πόρνη και μάνα κάθε ασχημοσύνης, (την μέθη εννοώ), θα την αντιχτυπήσουμε με πολλήν ευκολία, αφού ο πόθος της νηστείας, δυνατότερος από κάθε χέρι απωθεί την αναισχυντία της. Για όλα λοιπόν αυτά ας έχουμε πάντα κατά νου τις μέρες εκείνες. Για να βοηθήσω δε κι εγώ κατάτι στη μνήμη εκείνη, το ίδιο θέμα, που τότε ετοιμαζόμουν να διαπραγματευθώ, αυτό θα προστγαθήσω και τώρα να θέσω, ώστε και με την ομοιότητα της διδαχής να γεννηθεί σε σας κάποια ανάμνηση εκείνης της εποχής. Γιατί εσείς μεν ίσως έχετε λησμονήσει, επειδή στο μεταξύ πολλές σάς έχουν γίνει ομιλίες, και για άλλα θέματα. Κι επειδή, αφού ο πατέρας επιστρεψε από το μακρυνό ταξίδι, ήταν αναγκαίο να έξιστορήσει όλα όσα συνέβησαν στο στρατόπεδο, και ύστερ' από αυτά ν' αποτείνεται προς Έλληνες, ώστε αυτοί αφού βελτιωθούν από τη συμφορά, και προς εμάς προσέλθουν εγκαταλείποντας την Ελληνική πλάνη, με ακρίβεια να ριζώσουν (εδώ) και να διδαχτούν από ποιο μεν σκοτάδι απαλλάχτηκαν, σε ποιο δε φως αλήθειας έτρεξαν κοντά. Ύστερα από κείνο πάλι, πολλές μέρες απολαύσαμε την γιορτή των μαρτύρων, κι ήταν άκαιρο αφού περνούμε τον καιρό σε τάφους μαρτύρων, να φύγουμε στερημένοι από τ' αρμόζοντα στους μάρτυρες εγκώμια. Αυτά τα εγκώμια διαδέχτηκε πάλι η παραίνεση για τους όρκους· επειδή λοιπόν είδαμε να κατακαλύπτει την πόλη όλος ο αγροτικός πληθυσμός, θελήσαμε αφού τους δώσουμε αυτά τα εφόδια, έτσι να τους ξεπροβοδίσουμε όλους από μας. |
Δημιουργία αρχείου: 18-3-2015.
Τελευταία ενημέρωση: 4-6-2015.