Αρχαίες πηγές Πατρολογίας και Ιστορίας * Τα αρχαιότερα πρωτοχριστιανικά κείμενα * Ιωάννης Μαλάλας, ο αμφιλεγόμενος Βυζαντινός χρονογράφος …και τα λάθη του
Ο Ευσέβιος Καισαρείας πρέσβευε τη σκόπιμη διαστρέβλωση της Ιστορίας; Θεόδωρος Ι. Ρηγινιώτης |
Μία σημαντική πηγή για την ιστορία των τριών πρώτων αιώνων του χριστιανισμού είναι το έργο Εκκλησιαστική Ιστορία του Ευσέβιου, επισκόπου Καισαρείας της Παλαιστίνης (265 – 340 μ.Χ.).
Η σύγχρονη ιστορική κριτική αμφισβητεί την αξιοπιστία του, άλλοτε περισσότερο και άλλο λιγότερο καλοπροαίρετα. Έτσι, διαβάσαμε πρόσφατα σε σχόλιο συνομιλητή μας ότι ο Ευσέβιος σκόπιμα διαστρέβλωνε τα ιστορικά γεγονότα και πολλά που έγραφε τα επινοούσε ο ίδιος, φέρνοντας μάλιστα ως ακαταμάχητο επιχείρημα ότι… ο ίδιος ο Ευσέβιος το ομολόγησε αυτό, γράφοντας «ότι δεήσει ποτέ τω ψεύδει αντί φαρμάκου χρήσθαι επ’ ωφελεία των δεομένων του τοιούτου τρόπου», ότι δηλαδή εν ανάγκη πρέπει να χρησιμοποιούμε το ψέμα, προς όφελος εκείνων που το έχουν ανάγκη. Διερευνώντας τα παραπάνω, διαπιστώσαμε ότι το επιχείρημα αυτό απέχει χιλιόμετρα από την πραγματικότητα και ότι εκείνοι που το χρησιμοποιούν έχουν, για μια φορά ακόμη, εξαπατηθεί (γράφω «για μια φορά ακόμη», ενθυμούμενος όσα εξιστορεί αυτό το άρθρο. Κατ’ αρχάς, ο στίχος αυτός δεν προέρχεται από την Εκκλησιαστική Ιστορία, αλλά από ένα άλλο έργο του Ευσέβιου, που ονομάζεται Ευαγγελική Προπαρασκευή, και αποτελεί σύγκριση της θύραθεν (προχριστιανικής) φιλοσοφικής σκέψης με τη χριστιανική διδασκαλία. Ο στίχος προέρχεται από το βιβλίο 10 και είναι ο τίτλος του κεφαλαίου 31. Ολόκληρο το κεφάλαιο γράφει τα εξής: 12.31.1. «Νομοθέτης δε ου τι και σμικρόν όφελος, ει και μη τούτο ην ούτως έχον, ως και νυν αυτό ήρηχ’ ο λόγος έχειν, είπερ τι και άλλον ετόλμησεν αν επ’ αγαθώ ψεύδεσθαι προς τους νέους, έστιν ο τι τούτου ψεύδους λυσιτελέστερον αν εψεύσατο ποτέ και δυνάμενον μάλλον ποιείν μη βία, αλλ’ εκόντας πάντας πάντα τα δίκαια; καλόν μεν η αλήθεια, ω ξένε, και μόνιμον· έοικε μην ου ράδιον είναι πείθειν». 12.31.2. Μυρία δ’ αν εύροις τοιαύτα και εν ταις Εβραίων γραφαίς, ως αν περί θεού ζηλούντος ή υπνούντος ή οργιζομένου ή τισιν άλλοις ανθρωποπαθέσιν ενεχομένου, επ’ ωφελεία των δεομένων του τοιούδε τρόπου παρειλημμένα. Ιδού το απόσπασμα, σελ 168 του pdf εδώ. Μετάφραση στα νέα ελληνικά: 12.31.1.«Αν τώρα ένας νομοθέτης, έστω και όχι μεγάλη αξίας (ακόμη κι αν τα πράγματα δεν ήταν έτσι, όπως τα συζητήσαμε), τολμούσε να απευθύνει ψεύδη στους νέους για το καλό τους, θα υπήρχε ποτέ πιο ωφέλιμο ψέμα και πιο ικανό να τους κάνει να πράττουν, με τη θέλησή τους και όχι με τη βία, κάθε τι δίκαιο;». 12.31.2. Μύρια τέτοια θα μπορούσες να βρεις και τις Γραφές των Εβραίων, όπως όταν στον Θεό καταλογίζεται ότι ζηλεύει ή κοιμάται ή οργίζεται ή διάφορα άλλα ανθρωποπαθή, που γράφονται προς όφελος εκείνων που έχουν ανάγκη έναν τέτοιο τρόπο. Το πρώτο απόσπασμα, το εντός εισαγωγικών, είναι απόσπασμα από τους Νόμους του Πλάτωνα, βιβλίο Β, 663b – 663e. Ορίστε εδώ, στη σελ. 13 του pdf. Λοιπόν, ο επίμαχος στίχος 12.31.1 (στον οποίο αναφέρεται και ο τίτλος) δεν είναι γραμμένος από τον Ευσέβιο, αλλά από τον Πλάτωνα, και αναφέρεται όχι στα ψέματα γενικώς, αλλά στον παιδαγωγικό χαρακτήρα των αρχαίων μύθων. Ο Ευσέβιος τον παραθέτει και προσθέτει ότι και στις εβραϊκές γραφές (δηλ. στην Παλ. Διαθήκη) μπορείς να βρεις μύρια τέτοια «ψεύδη», όταν μιλούν για θεό ζηλότυπο, κοιμώμενο ή οργιζόμενο ή κάτι άλλο ανθρωποπαθές, επ’ ωφελεία εκείνων που έχουν ανάγκη έναν τέτοιο τρόπο έκφρασης. "Ψεύδη" αποκαλεί τις ανθρωποπαθείς εκφράσεις για τον Θεό! Δεν έχει λοιπόν σχέση με την Εκκλ. Ιστορία του Ευσεβίου, ούτε με κάποια υποτιθέμενη... ομολογία πανουργίας, αλλά με μια εκτενή αντιπαραβολή πλατωνικών αποσπασμάτων με το περιεχόμενο της Αγίας Γραφής, την οποία κάνει ο Ευσέβιος σε όλη τη συνάφεια του συγκεκριμένου βιβλίου. Μάλιστα εδώ βλέπουμε κάτι που συμφωνεί με την οπτική των Πατέρων της Εκκλησίας, ότι όλες οι περιπτώσεις στην Αγία Γραφή, όπου ο Θεός φαίνεται οργιζόμενος και σκληρός ή γενικώς να διαθέτει ανθρώπινες ιδιότητες, δεν κυριολεκτούν, αλλά αποτελούν ανθρωποπαθή τρόπο έκφρασης, λόγω της αδυναμίας των ανθρώπων. «Όσα τοίνυν περί Θεού σωματικώτερον είρηται, συμβολικώς εστί λεγεγμένα» (άγ. Ιωάννης ο Δαμασκηνός, Έκδοσις ακριβής της ορθοδόξου πίστεως, Α΄ 11) και η Βίβλος εκφράζεται έτσι «δι’ ημάς και το ασθενές το ημέτερον», ώστε «ταύτης αξιωθέντες της συγκαταβάσεως, ανελθείν προς το ύψος εκείνο ισχύσωμεν» (άγ. Ιωάννης ο Χρυσόστομος, P.G. 53, 102-105). Ας διευκρινίσουμε εδώ ότι ο Ευσέβιος δεν θεωρείται άγιος ή Πατέρας της Εκκλησίας, ως προς δε την πίστη του ήταν μετριοπαθής αρειανιστής. Η θέση του στην Εκκλησία είναι θέση ιστορικού, όχι θεολόγου και διδασκάλου της πίστης. Εννοείται ότι, όπως και κάθε άλλος παλαιός ή σύγχρονος συγγραφέας, φυσικά δεν είναι υπεράνω κριτικής. Αυτό ισχύει και για τον Ηρόδοτο και το Θουκυδίδη και τον Προκόπιο και το Γίββωνα κ.λ.π., αλλά και για τους σημερινούς ιστορικούς, καθώς και τους φιλοσόφους και γενικά στοχαστές όλων των εποχών. Αυτή όμως η κριτική καλό είναι να παραμένει νηφάλια και να μην καταντά υπερβολική και κακόπιστη, πράγμα που δυστυχώς βλέπουμε ιδίως στα νεώτερα χρόνια, λόγω μιας έντονης επιθυμίας στη σύγχρονη σκέψη για αποδόμηση της εικόνας του παρελθόντος. Ωστόσο, ακόμη κι αν θεωρήσουμε ότι ο Ευσέβιος δεν ασκεί επαρκή κριτική στις πηγές του, με τα σημερινά κριτήρια, ή παραθέτει και παραδόσεις, που είναι ιστορικά αμφίβολες, δεν μπορούμε τόσο επιπόλαια να του καταλογίσουμε σκοπιμότητα, δηλαδή δόλο και ανεντιμότητα. Ούτε και να ακυρώσουμε συλλήβδην το περιεχόμενο του έργου του. Ως παράδειγμα «αναξιοπιστίας» του προβάλλεται ενίοτε ότι παραθέτει την ιστορία της υποτιθέμενης αλληλογραφίας του Ιησού Χριστού με τον βασιλιά της Έδεσσας της Συρίας Άβγαρο, που κατέληξε στη γνωστή αχειροποίητη εικόνα του Κυρίου, το κατά την παράδοση «άγιο μανδήλιο». Ότι η αχειροποίητη εικόνα υπήρχε στην Έδεσσα και μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη τον 10ο αιώνα μ.Χ. είναι γεγονός. Ποια είναι όμως η προέλευση και η ιστορία της, ας το αφήσουμε ανοιχτό. Από κάποιους ταυτίζεται με τη Σινδόνη του Τορίνο, όπως γράφουμε αναλυτικότερα εδώ. Την ιστορία του Άβγαρου ωστόσο ο Ευσέβιος δεν την παραθέτει ως γεγονός εξακριβωμένης ιστορικής αξιοπιστίας, αλλά διευκρινίζει ότι τη λαμβάνει από την αρχαία παράδοση των χριστιανών. Το λέει: «περί ού και ιστορίαν ελθούσαν εις ημάς αυτίκα μάλα εκθήσομαι» (= για τον οποίο – εννοεί τον απόστολο Θαδδαίο, που πρωταγωνιστεί στη διήγηση – θα εκθέσω αμέσως και μια ιστορία που έφτασε σ' εμάς. Βιβλίον Α΄), «και ταύτα δ᾿ ως εξ αρχαίων ιστορίας ειρήσθω» (αυτά ας ειπωθούν ως ιστορία που προέρχεται από τους αρχαίους, Βιβλίον Β΄). Νομίζω λοιπόν ότι μπορούμε να τον αθωώσουμε και γι' αυτό. Ολόκληρη την Εκκλησιαστική Ιστορία του Ευσέβιου μπορείτε να τη διαβάσετε εδώ και εδώ. |
Δημιουργία αρχείου: 3-10-2020.
Τελευταία μορφοποίηση: 3-10-2020.